poised
Member
- Μηνύματα
- 1.058
- Likes
- 8.860
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Η (παραλίγο μη-) αναχώρηση και η άφιξη
- Πρώτη μέρα στο Πουκέτ - Από το χαλαρά στο όλα μέσα
- Πρώτη μέρα στο Πουκέτ (II)
- Δεύτερη μέρα στο Πουκέτ. Τουριστίλα με james bond island, κλπ
- Τρέχουμε τώρα τρέχουμε: Koh Lanta
- Τρέχουμε τώρα τρέχουμε: Koh Lanta (II)
- Koh Phi Phi σε μια μέρα. Δηλαδή ούτε καν.
- Krabi και Raylay: Ημέρα υπερβολικής φυσικής δραστηριότητας και υπερβολικά αφύσικης ηλιθιότητας
- Krabi και Raylay (II)
- Krabi και Raylay (III)
- Koh Samui όσο να ανοιγοκλείσεις τα μάτια.
- Koh Samui (II)
- Koh Samui (III)
- Koh Pha Ngan: Στη σπίντα (έτσι από συνήθεια) και το ατύχημα
- Koh Pha Ngan (II)
- Koh Pha Ngan (III)
- Koh Tao: Ω είναι ωραία στον παράδεισο
- Koh Tao (II)
- Koh Tao: Σαν να κολυμπάς σε τροπικό ενυδρείο
- Koh Tao: Σαν να κολυμπάς σε τροπικό ενυδρείο (II)
- Koh Tao: Σαν να κολυμπάς σε τροπικό ενυδρείο(III)
- Koh Tao (IV)
- Προς Μπανκόκ: Όταν κάτι είναι να πάει στραβά θα πάει
- Μπανγκόκ (II)
- Εμβόλιμες Σκέψεις: Η πρώτη μέρα της υπόλοιπης ζωής μου
- Μπανγκόκ: Παλάτια και φτωχογειτονιές
- Μπανγκοκ - Παλάτια κ Φτωχογειτονιές (ΙΙ)
- Μπανγκοκ - Παλάτια κ Φτωχογειτονιές (ΙΙΙ)
- Μπανγκοκ - Παλάτια κ Φτωχογειτονιές (ΙV)
- Μπανγκοκ - Παλάτια κ Φτωχογειτονιές (V)
- Μπανγκόκ: Τσάτουτσακ
- Μπανγκόκ: Τσάτουτσακ (ΙΙ)
- Χούα Χιν: Κατά λάθος όμως έτσι;
- Αγιουτάγια: Ποδηλατώντας στα αρχαία
- Αγιουτάγια: Ποδηλατώντας στα αρχαία (ΙΙ)
- Chiang Mai: Αφού το λέτε έτσι θα είναι
- Chiang Mai: Τώρα κάτι γίνεται
- Chiang Mai - Τώρα κάτι γίνεται (ΙΙ)
- Chiang Mai: Το αληθινόν
- Chiang Rai: Φύση (και κάτι "κακές" σκέψεις)
- Chiang Rai (II)
- Τσιανγκ Ράι και Τσιανγκ Μάι και το πλάνο πάει δε πάει
- Τσιανγκ Ράι και Τσιανγκ Μάι και το πλάνο πάει δε πάει (II)
- Τσιανγκ Ράι και Τσιανγκ Μάι και το πλάνο πάει δε πάει (III)
- Η γέφυρα του ποταμού Κβάι (ή και όχι)
- Μπανγκόκ και πάλι: H μεγαλούπολη (και βαθιά εκπνοή απελπισίας)
- Μπανγκόκ κ πάλι (ΙΙ)
- Mae Khlong: Η αγορά του τρένου
- Mae Khlong: Η αγορά του τρένου (ΙΙ)
- Mae Khlong: Η αγορά του τρένου (ΙΙΙ)
- Mae Khlong: Η αγορά του τρένου (ΙV)
- Μέρα αποφάσεων: Να πα να -μπιπ- όλα, συνεχίζω
- Poi Pet: Καλώς ήλθε το δολάριο, καμπόντιαν εντίσιον
- Poi Pet (II)
- Siem Reap
- Άνγκορ Βατ: Η πρώτη επαφή
- Άνκορ Βατ (ΙΙ)
- Άνκορ Βατ (ΙΙΙ)
- Άνκορ Βατ (ΙV)
- Άνγκορ Βατ: Ουά ντόλα σεεε
- Άνκορ Βατ (V)
- Άνκορ Βατ (VI)
- Άνκορ Βατ (VII)
- Άνκορ Βάτ (VIII)
- Siem Riep: Όχι άλλους ναούς, φτάνει!
- Siem Reap by night
- Μπάταμπανγκ μέσα από την λίμνη Τόνλε Σαπ
- Μπάταμπανγκ μέσα από την λίμνη Τόνλε Σαπ (II)
- Μπάταμπανγκ
- Μπάταμπανγκ: Νυχτερίδες
- Μπάταμπανγκ: Νυχτερίδες (II)
- Φεύγοντας από Μπάταμπανγκ: Συμφωνία εθνικής οδού αρ. 5 σε θανατηφόρο μείζονα
- Φεύγοντας απο Μπαταμπάνγκ (ΙΙ)
- Στο δρόμο για Πνομ Πεν
- Πνομ Πεν
- Πνομ Πεν: Όσα φέρνει η ώρα δεν τα φέρνει ο χρόνος όλος
- Νύχτα στην Πνομ Πεν
- Job Interview
- Πνομ Πεν (ΙΙ)
- Πνομ Πεν: Σιχαμάρα για το ανθρώπινο γένος
- Πνομ Πεν (ΙΙΙ)
- Σιχανουκβιλ: Πόλη όνομα και πράμα (και η τρελή)
- Σιχανούκβιλ
- Σιχανούκβιλ (ΙΙ)
- Σιχανκουκβιλ: Φτωχονεοπλουτισμός (και η τρελή)
- Σιχανουκβιλ: 100 αποχρώσεις της βροχής (και η τρελή)
- Σιχανουκβιλ (συνέχεια)
- Σιχανούκβιλ: Δώσ' της άλλη μια ευκαιρία;
- Επιστροφή στην Πνομ Πεν
- Ho Chi Minh City: Τρεχάτε ποδαράκια μου να μη σας χέσει ο κώλος
- Σχέδια για Βιετνάμ
- Χο Τσι Μινχ
- Τούνελ Κου Τσι: Και η κουτσή Μαρία
- Τούνελ (συνέχεια)
- Ho Chi Minh City: Μια θάλασσα παπάκια
- Theme Park κ επιστροφή στην πόλη
- Ho Chi Minh City: Στενοχώρια για το ανθρώπινο είδος και πάλι
- Τελευταίο βράδυ στη Σαϊγκόν
- Ho Chi Minh City και Μούι Νε: Παλάτι της Ανεξαρτησίας και αμμόλοφοι
- Μούι Νε
- Μούι νε: Πάλι αμμόλοφοι και μία από τις χειρότερες μεταφορές της ζωής μου
- Μούι Νε (ΙΙ)
- Διαδρομή προς Νταλάτ
- Ντα Λατ: Φταίω που αρέσω;
- Νταλάτ (ΙΙ)
- Ντα Λατ: Φύση, βροχή και μας πιάσανε τον κώλο
- Νια Τσάνγκ (Nha Trang): Ξανά στις παραλίες
- Νια Τσανγκ: Στα καφέ
- Ντα Νανγκ: Κλάμπινγκ μέχρι το πρωί (ε, καλά, όχι και ακριβώς)
- Ντα Νανγκ συνέχεια
- Ντα Νανγκ και Χόι Αν: Κάπως προ υπερτουρισμού
- Χόι Αν
- Κούι Νιον (Quy Nhon): Έι πειρατή!
- Κούι Νιον
- Πέρασμα Χάι Βαν και Σον Τσα (Hai Van/Son tra): Φύση, ηρεμία και θέες λίγο έξω από τη Ντα Νανγκ
- Χουέ (Hue): Χωρίς βροχή την βροχερή περίοδο, το λες και ότι πιάσαμε τζόκερ
- Χουε
- Hue σε Dong Hoi - Κρίντζι
- Quang Binh - Απίστευτες βόλτες και σπηλιές
- Quang Binh
- Quang Binh (ΙΙ)
- Ninh Binh - Όταν οι απατεωνιές σε φτάνουν στα όριά σου
- Ninh Binh
- Ninh Binh σε Sa Pa - Αφού ζήσαμε να το θυμόμαστε
- Σα Πα - Υπό βροχή, ομίχλη και κρύο
- Σα Πα
- Σα Πα: Πήραμε τα βουνά
- Ανόι: Πίσω στη ζέστη, βαβούρα και "πολιτισμό"
- Λεωφορείο
- Ανόι
- Ανόι: Βόλτες στη πόλη
- Ανόι (συνέχεια)
- Ανόι (συνέχεια ΙΙ)
- Ανόι: Μουσείο εθνολογίας
- Χα Λονγκ
- Χα Λονγκ: Όπως στα καρποστάλ
- Χα Λονγκ ΙΙ
- Χα Λονγκ ΙΙΙ
- Ανόι: Και τώρα τι;
- Ανόι: Τελευταίες ώρες
- Τέλος Ταξιδιού
- Επίλογος
Με τα πολλά φτάσαμε στη Σιχανούκβιλ. Το λεωφορείο - πως το έπαθε - μας άφησε σε κεντρικό σημείο και όχι στου διαόλου τη μάνα. Από εκεί ήμασταν κάπου μισή ώρα περπάτημα προς το χοστέλ. Εγώ αυτές τις αποστάσεις τις περπατούσα, ρώτησα τη βιετναμέζα αν είχε πρόβλημα, μου είπε "ότι θες", οπότε το πήραμε με τα πόδια. Άμα ήθελε τουκ τουκ ας μίλαγε (ήθελε αλλά δε μίλησε, το πλήρωσα ετεροχρονισμένα, αχ οι γυναίκες).
Η πρώτη ιδέα της πόλης δεν ήταν καλή. Δεν είχε το χρώμα της Μπάταμπανγκ, δεν είχε την ανάπτυξη της Σίεμ Ρίεπ (αρέσει δεν αρέσει σε κάποιον, εγώ έτεινα στο δεύτερο), πολλά σκουπίδια, μεγάλοι δρόμοι αλλά σε κακή κατάσταση και σχετική εικόνα εγκατάλειψης. Βέβαια δεν ήμουν και σίγουρος σε πόσο κεντρική περιοχή ήμασταν, άμα αφήσεις ένα τουρίστα απέναντι από τη πλατεία Κουμουνδούρου θα τρομάξει με ότι δει και ας είναι 5-10' από θησείο και μοναστηράκι.
Στο δρόμο πετύχαμε έναν τύπο που έσπρωχνε ένα φορητό πάγκο με σάντουιτς και μιας που πεινάγαμε καθώς είχε περάσει η ώρα που τρώγαμε κανονικά πήραμε από ένα ο καθένας. Δε θυμάμαι πόσο έκανε, αλλά με το που δοκίμασε η βιετναμέζα μου δήλωσε για άλλη μία φορά πως στο βιετνάμ το μπαν μι τους είναι και καλύτερο και φθηνότερο. Είχα το στόμα απασχολημένο με το σάντουιτς οπότε μουρμούρισα την ατάκα για την χαλκιδική αλλά δεν την άκουσε.
Με τη βοήθεια του maps me, πήραμε ένα δρόμο που έβγαινε καρφί στο κατάλυμα που είχαμε κλείσει. Μαζί με μία last minute έκπτωση ήταν το φθηνότερο δίκλινο στη πόλη εκείνη τη στιγμή. Είχα κάποιους ενδοιασμούς για το τι θα βρίσκαμε, όχι τόσο λόγω της χαμηλής τιμής, όσο από κάτι φωτογραφίες πχ ένα γκράφιτι σε ένα τοίχο για το vegan εστιατόριο του ξενοδοχείου με ατάκες τύπου "let's live all together in peace" και κάτι τέτοια. Δε μπορώ να θυμηθώ με τίποτα το όνομά του αλλά ας πούμε πως ήταν κάτι κουκουρούκου όπως "happy sunflower". Τα vibes που έβγαζε ήταν μεταξύ χίπικου ή μίλιταντ χιπστερικού, άλλη όρεξη δεν είχαμε, αλλά έχοντας εξηγήσει τα παραπάνω στη βιετναμέζα συμφωνήσαμε να πάμε για ένα βράδυ και αν δεν μας κάνει να την κάνουμε. Τα δωμάτια έδειχναν μεγάλα και άνετα πάντως.
Όσο πλησιάζαμε γινόταν όλο και πιο γειτονιά, τα παιδάκια όπου περνάγαμε παθαίνανε πλάκα μαζί μου λες και ήμουν κανένας σταρ του σινεμά, πείραζα τη βιετναμέζα να πηγαίνει πιο πέρα να μη μου χαλάει τη λάμψη. Περάσαμε και από ένα μαγαζί που νοίκιαζε μηχανάκια, μου φάνηκε σε εντελώς άκυρη τοποθεσία, ποιος περνάει από εκεί, μάλλον είχε και αλλού κεντρικό, αλλά το στάμπαρα γιατί ήταν βολικά κοντά σε εμάς, δεν ήξερα που θα βρω άλλο και θεώρησα ότι θα είχε καλύτερες τιμές.
Πλησιάζοντας εκεί που θα έπρεπε να ήμασταν ο δρόμος μετατράπηκε σε χωματόδρομο και όσο προχωράγαμε, γινόταν χειρότερος και χειρότερος, ενώ τα σπίτια γύρω από φτωχά χαμόσπιτα είχαν αλλάξει σε καλύβες υπό κατάρρευση - που όμως ζούσαν μέσα.
Ωρέ που παααμε, αναρωτιόμουν σαν νέος Αυλωνίτης.
Φτάσαμε στο σημείο που έπρεπε να είναι το κατάλυμα, αλλά δε βρήκαμε τίποτα. Ένα χωράφι που γίνονταν εργασίες για να φτιαχτεί κάτι νέο, ένας μαντρότοιχος και μία κλειδαμπαρωμένη πόρτα. Απ' ότι μπορούσα να καταλάβω στο χάρτη, το κατάλυμα ήταν στο ίδιο ύψος αλλά τελικά στον παράλληλο δρόμο και όχι εκεί που είχαμε πάει, δεν υπήρχε άλλη εξήγηση. Όμως για να πάμε στο ίδιο σημείο στον παράλληλο δρόμο έπρεπε να περπατήσουμε σχεδόν άλλα 20 λεπτά κύκλο, καθώς δεν υπήρχαν κάθετοι να συνδέουν τα σημεία.
Δεν είχαμε άλλη επιλογή, περπατήσαμε. Και όντως με τα πολλά το βρήκαμε και μόνο τότε συνειδητοποιήσαμε ότι ήταν αυτό με την κλειστή πόρτα στο οποίο είχαμε βγει απλά από πίσω. Αναγνώρισα το γκράφιτι του βέγκαν εστιατορίου, οπότε μπήκαμε μέσα.
Στο ισόγειο ο χώρος έπρεπε να ανήκε στο βέγκαν εστιατόριο, όμως υπήρχαν απλωμένα μπικίνι και άλλα γυναικεία ρούχα στην αυλή και πράγματα κάποιων που έδειχναν να μένουν εκεί. Ίσως είχε κλείσει, ήμασταν και στην χαμηλή περίοδο. Από πίσω από αυτό ήταν η κουζίνα του εστιατορίου χωρίς πόρτα, μπήκαμε μέσα, διάφορα κατσαρολικά, ψυγεία, πλυντήρια και άλλα, φαινόταν σαν τον κοινόχρηστο χώρο για μαγείρεμα και breakfast ενός χοστέλ χαμηλής ποιότητας, λογικά του δικού μας καταλύματος. Από το πάσο ανάμεσα στα δύο δωμάτια μπορούσα να δω ότι το χώρο του εστιατορίου μπροστά τον είχαν μετατρέψει σε δωμάτιο με κρεβάτια.
Καθώς δεν ήταν κανείς τριγύρω και δεν ξέραμε τι να κάνουμε, κοιτάζαμε λίγο εκεί τι είχε και μεταξύ άλλων άνοιξα και το ψυγείο να δω αν μπορούμε να αφήσουμε πράγματα μετά ή θα πάθουμε τίποτα.
Κάπου εκεί μπήκε μία νεαρή δυτική, ίσως από κάποια σκανδιναβική χώρα και με άγριο ύφος μας φώναξε "ΤΙ ΚΑΝΕΤΕ ΕΚΕΙ"; Ε τι να κάνουμε τις λέω, έχουμε κάνει κράτηση για σήμερα.
Συνέχισε αγριεμένη, "τι κράτηση, εγώ μένω εδώ, ΑΥΤΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΜΟΥ". Συγνώμη της λέω, εδώ δεν είναι το happy sunflower; ΟΧΙ, είπε, επάνω είναι, να βγείτε να πάτε από τη σκάλα πάνω. Καλά ρε κορίτσι μου, που να το ξέρουμε, συγνώμη.
Στη βάση της σκάλας ήταν παρατημένα διάφορα υλικά κατασκευής, ξύλα, σίδερα, λαμαρίνες και μηχανήματα, υπέθεσα ότι κάνανε ανακαίνηση, κακό αυτό, θα είχε θόρυβο. Πήγαμε λοιπόν πάνω, δεν ήταν κανείς. Ο χώρος έμοιαζε με παλιά παραθεριστικά δωμάτια σε νησί, 4-5 στη σειρά. Περιμέναμε αρκετή ώρα και δε θυμάμαι αν πήρα τηλέφωνο ή έστειλα μήνυμα ή απλά κάποια στιγμή ήρθε μία 40-45ρα ρωσίδα, η ιδιοκτήτρια.
Μίλαγε με έντονα ρωσαγγλικά "ρουσλάνας" τα οποία εγώ καταλάβαινα αλλά η βιετναμέζα όχι, οπότε κάποιες φορές της επαναλάμβανα τι είχε πει η ρωσίδα διακρίνοντας ένα στράβωμα από τη πλευρά της. Δείξαμε τα διαβατήρια, προσπαθούσε να γράψει τα στοιχεία πόση ώρα, κάπου εκεί της είπα ότι μπερδευτήκαμε να το βρούμε γιατί είχαμε πάει από πίσω και σχεδόν μας ξέχεσε "γιατί είχε γράψει πολύ ξεκάθαρα στη περιγραφή ότι ήταν δίπλα σε ένα άλλο ξενοδοχείο" που ήταν από τη μπροστά πλευρά. Τουλάχιστον μάθαμε ότι μπορούσαμε να μπαινοβγαίνουμε από τη πίσω πόρτα αν θέλαμε μέχρι κάποια ώρα που τη κλείδωνε. Πω πω νεύρα η κυρία. Είδαμε το δωμάτιο που εντάξει, παλευόταν. Μας έδωσε ένα μεγάλο λουκέτο καθώς κλειδαριά δεν είχε και αφήσαμε τα πράγματά μας.
Η βιετναμέζα τη ρώτησε αν υπάρχει τρόπος να πλύνει ρούχα, στη περιγραφή έλεγε ότι διέθετε δωρεάν πλυντήριο. Ναι της λέει η ρωσίδα, κάτω. Κάτω που; "Κάτω", είπε πάλι αγριεμένη. Κάτω στη κουζίνα; της λέω και εγώ. Μας είπε μία κοπέλα νωρίτερα ότι είναι δικά της τα πράγματα να μην πάμε.
Ε τι το είπα και εγώ, λες και τράβηξα την ουρά από σκύλο, η ρωσίδα άρχισε να φωνάζει, "Η ΚΟΥΖΙΝΑ ΕΙΝΑΙ ΚΟΙΝΟΧΡΗΣΤΗ, ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΗ ΤΗΣ, ΝΑ ΤΗΣ ΤΟ ΠΕΙΤΕ". Μαζί με τα άπλυτα μας πήρε κάτω. Έδειχνε πράγματα στη κουζίνα φωνάζοντας, "ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΟ ΜΟΥ, ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΟ ΜΟΥ, ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΟ ΜΟΥ". Κοιταζόμασταν με τη βιετναμέζα και αναρωτιόμουν αν έκλεισα δωμάτιο στο σπιρτόκουτο.
Έβαλε τα άπλυτα στο πλυντήριο, από εκείνα τα όρθια που ανοίγουν από πάνω, έριξε λίγο απορρυπαντικό μέσα, πήγε να της πει η βιετναμέζα να ρίξει λίγο ακόμα, της φώναξε "ΔΕ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ, ΠΛΕΝΟΝΤΑΙ ΜΙΑ ΧΑΡΑ ΕΤΣΙ" και έφυγε. Μείναμε να κοιταζόμαστε με την βιετναμέζα, τι φάση;
Αφού σιγουρεύτηκε ότι έφυγε, μου έκανε το νόημα "σσσ", άνοιξε το πλυντήριο και έριξε λίγο ακόμα απορρυπαντικό και έβαλε και μαλακτικό, το οποίο παίζει να ήταν της άλλης κοπέλας. Όρεξη να ξεκινήσεις πυρηνικό πόλεμο έχεις της λέω. Χέστη μωρέ, δε θα πλυθούν ποτέ τόσο λίγο που έβαλε.
Φύγαμε στα γρήγορα να προλάβουμε το φως γιατί με αυτά και αυτά είχαμε χάσει πάνω από 2 ώρες.
Η πρώτη ιδέα της πόλης δεν ήταν καλή. Δεν είχε το χρώμα της Μπάταμπανγκ, δεν είχε την ανάπτυξη της Σίεμ Ρίεπ (αρέσει δεν αρέσει σε κάποιον, εγώ έτεινα στο δεύτερο), πολλά σκουπίδια, μεγάλοι δρόμοι αλλά σε κακή κατάσταση και σχετική εικόνα εγκατάλειψης. Βέβαια δεν ήμουν και σίγουρος σε πόσο κεντρική περιοχή ήμασταν, άμα αφήσεις ένα τουρίστα απέναντι από τη πλατεία Κουμουνδούρου θα τρομάξει με ότι δει και ας είναι 5-10' από θησείο και μοναστηράκι.
Στο δρόμο πετύχαμε έναν τύπο που έσπρωχνε ένα φορητό πάγκο με σάντουιτς και μιας που πεινάγαμε καθώς είχε περάσει η ώρα που τρώγαμε κανονικά πήραμε από ένα ο καθένας. Δε θυμάμαι πόσο έκανε, αλλά με το που δοκίμασε η βιετναμέζα μου δήλωσε για άλλη μία φορά πως στο βιετνάμ το μπαν μι τους είναι και καλύτερο και φθηνότερο. Είχα το στόμα απασχολημένο με το σάντουιτς οπότε μουρμούρισα την ατάκα για την χαλκιδική αλλά δεν την άκουσε.
Με τη βοήθεια του maps me, πήραμε ένα δρόμο που έβγαινε καρφί στο κατάλυμα που είχαμε κλείσει. Μαζί με μία last minute έκπτωση ήταν το φθηνότερο δίκλινο στη πόλη εκείνη τη στιγμή. Είχα κάποιους ενδοιασμούς για το τι θα βρίσκαμε, όχι τόσο λόγω της χαμηλής τιμής, όσο από κάτι φωτογραφίες πχ ένα γκράφιτι σε ένα τοίχο για το vegan εστιατόριο του ξενοδοχείου με ατάκες τύπου "let's live all together in peace" και κάτι τέτοια. Δε μπορώ να θυμηθώ με τίποτα το όνομά του αλλά ας πούμε πως ήταν κάτι κουκουρούκου όπως "happy sunflower". Τα vibes που έβγαζε ήταν μεταξύ χίπικου ή μίλιταντ χιπστερικού, άλλη όρεξη δεν είχαμε, αλλά έχοντας εξηγήσει τα παραπάνω στη βιετναμέζα συμφωνήσαμε να πάμε για ένα βράδυ και αν δεν μας κάνει να την κάνουμε. Τα δωμάτια έδειχναν μεγάλα και άνετα πάντως.
Όσο πλησιάζαμε γινόταν όλο και πιο γειτονιά, τα παιδάκια όπου περνάγαμε παθαίνανε πλάκα μαζί μου λες και ήμουν κανένας σταρ του σινεμά, πείραζα τη βιετναμέζα να πηγαίνει πιο πέρα να μη μου χαλάει τη λάμψη. Περάσαμε και από ένα μαγαζί που νοίκιαζε μηχανάκια, μου φάνηκε σε εντελώς άκυρη τοποθεσία, ποιος περνάει από εκεί, μάλλον είχε και αλλού κεντρικό, αλλά το στάμπαρα γιατί ήταν βολικά κοντά σε εμάς, δεν ήξερα που θα βρω άλλο και θεώρησα ότι θα είχε καλύτερες τιμές.
Πλησιάζοντας εκεί που θα έπρεπε να ήμασταν ο δρόμος μετατράπηκε σε χωματόδρομο και όσο προχωράγαμε, γινόταν χειρότερος και χειρότερος, ενώ τα σπίτια γύρω από φτωχά χαμόσπιτα είχαν αλλάξει σε καλύβες υπό κατάρρευση - που όμως ζούσαν μέσα.
Ωρέ που παααμε, αναρωτιόμουν σαν νέος Αυλωνίτης.
Φτάσαμε στο σημείο που έπρεπε να είναι το κατάλυμα, αλλά δε βρήκαμε τίποτα. Ένα χωράφι που γίνονταν εργασίες για να φτιαχτεί κάτι νέο, ένας μαντρότοιχος και μία κλειδαμπαρωμένη πόρτα. Απ' ότι μπορούσα να καταλάβω στο χάρτη, το κατάλυμα ήταν στο ίδιο ύψος αλλά τελικά στον παράλληλο δρόμο και όχι εκεί που είχαμε πάει, δεν υπήρχε άλλη εξήγηση. Όμως για να πάμε στο ίδιο σημείο στον παράλληλο δρόμο έπρεπε να περπατήσουμε σχεδόν άλλα 20 λεπτά κύκλο, καθώς δεν υπήρχαν κάθετοι να συνδέουν τα σημεία.
Δεν είχαμε άλλη επιλογή, περπατήσαμε. Και όντως με τα πολλά το βρήκαμε και μόνο τότε συνειδητοποιήσαμε ότι ήταν αυτό με την κλειστή πόρτα στο οποίο είχαμε βγει απλά από πίσω. Αναγνώρισα το γκράφιτι του βέγκαν εστιατορίου, οπότε μπήκαμε μέσα.
Στο ισόγειο ο χώρος έπρεπε να ανήκε στο βέγκαν εστιατόριο, όμως υπήρχαν απλωμένα μπικίνι και άλλα γυναικεία ρούχα στην αυλή και πράγματα κάποιων που έδειχναν να μένουν εκεί. Ίσως είχε κλείσει, ήμασταν και στην χαμηλή περίοδο. Από πίσω από αυτό ήταν η κουζίνα του εστιατορίου χωρίς πόρτα, μπήκαμε μέσα, διάφορα κατσαρολικά, ψυγεία, πλυντήρια και άλλα, φαινόταν σαν τον κοινόχρηστο χώρο για μαγείρεμα και breakfast ενός χοστέλ χαμηλής ποιότητας, λογικά του δικού μας καταλύματος. Από το πάσο ανάμεσα στα δύο δωμάτια μπορούσα να δω ότι το χώρο του εστιατορίου μπροστά τον είχαν μετατρέψει σε δωμάτιο με κρεβάτια.
Καθώς δεν ήταν κανείς τριγύρω και δεν ξέραμε τι να κάνουμε, κοιτάζαμε λίγο εκεί τι είχε και μεταξύ άλλων άνοιξα και το ψυγείο να δω αν μπορούμε να αφήσουμε πράγματα μετά ή θα πάθουμε τίποτα.
Κάπου εκεί μπήκε μία νεαρή δυτική, ίσως από κάποια σκανδιναβική χώρα και με άγριο ύφος μας φώναξε "ΤΙ ΚΑΝΕΤΕ ΕΚΕΙ"; Ε τι να κάνουμε τις λέω, έχουμε κάνει κράτηση για σήμερα.
Συνέχισε αγριεμένη, "τι κράτηση, εγώ μένω εδώ, ΑΥΤΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΜΟΥ". Συγνώμη της λέω, εδώ δεν είναι το happy sunflower; ΟΧΙ, είπε, επάνω είναι, να βγείτε να πάτε από τη σκάλα πάνω. Καλά ρε κορίτσι μου, που να το ξέρουμε, συγνώμη.
Στη βάση της σκάλας ήταν παρατημένα διάφορα υλικά κατασκευής, ξύλα, σίδερα, λαμαρίνες και μηχανήματα, υπέθεσα ότι κάνανε ανακαίνηση, κακό αυτό, θα είχε θόρυβο. Πήγαμε λοιπόν πάνω, δεν ήταν κανείς. Ο χώρος έμοιαζε με παλιά παραθεριστικά δωμάτια σε νησί, 4-5 στη σειρά. Περιμέναμε αρκετή ώρα και δε θυμάμαι αν πήρα τηλέφωνο ή έστειλα μήνυμα ή απλά κάποια στιγμή ήρθε μία 40-45ρα ρωσίδα, η ιδιοκτήτρια.
Μίλαγε με έντονα ρωσαγγλικά "ρουσλάνας" τα οποία εγώ καταλάβαινα αλλά η βιετναμέζα όχι, οπότε κάποιες φορές της επαναλάμβανα τι είχε πει η ρωσίδα διακρίνοντας ένα στράβωμα από τη πλευρά της. Δείξαμε τα διαβατήρια, προσπαθούσε να γράψει τα στοιχεία πόση ώρα, κάπου εκεί της είπα ότι μπερδευτήκαμε να το βρούμε γιατί είχαμε πάει από πίσω και σχεδόν μας ξέχεσε "γιατί είχε γράψει πολύ ξεκάθαρα στη περιγραφή ότι ήταν δίπλα σε ένα άλλο ξενοδοχείο" που ήταν από τη μπροστά πλευρά. Τουλάχιστον μάθαμε ότι μπορούσαμε να μπαινοβγαίνουμε από τη πίσω πόρτα αν θέλαμε μέχρι κάποια ώρα που τη κλείδωνε. Πω πω νεύρα η κυρία. Είδαμε το δωμάτιο που εντάξει, παλευόταν. Μας έδωσε ένα μεγάλο λουκέτο καθώς κλειδαριά δεν είχε και αφήσαμε τα πράγματά μας.
Η βιετναμέζα τη ρώτησε αν υπάρχει τρόπος να πλύνει ρούχα, στη περιγραφή έλεγε ότι διέθετε δωρεάν πλυντήριο. Ναι της λέει η ρωσίδα, κάτω. Κάτω που; "Κάτω", είπε πάλι αγριεμένη. Κάτω στη κουζίνα; της λέω και εγώ. Μας είπε μία κοπέλα νωρίτερα ότι είναι δικά της τα πράγματα να μην πάμε.
Ε τι το είπα και εγώ, λες και τράβηξα την ουρά από σκύλο, η ρωσίδα άρχισε να φωνάζει, "Η ΚΟΥΖΙΝΑ ΕΙΝΑΙ ΚΟΙΝΟΧΡΗΣΤΗ, ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΗ ΤΗΣ, ΝΑ ΤΗΣ ΤΟ ΠΕΙΤΕ". Μαζί με τα άπλυτα μας πήρε κάτω. Έδειχνε πράγματα στη κουζίνα φωνάζοντας, "ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΟ ΜΟΥ, ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΟ ΜΟΥ, ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΟ ΜΟΥ". Κοιταζόμασταν με τη βιετναμέζα και αναρωτιόμουν αν έκλεισα δωμάτιο στο σπιρτόκουτο.
Έβαλε τα άπλυτα στο πλυντήριο, από εκείνα τα όρθια που ανοίγουν από πάνω, έριξε λίγο απορρυπαντικό μέσα, πήγε να της πει η βιετναμέζα να ρίξει λίγο ακόμα, της φώναξε "ΔΕ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ, ΠΛΕΝΟΝΤΑΙ ΜΙΑ ΧΑΡΑ ΕΤΣΙ" και έφυγε. Μείναμε να κοιταζόμαστε με την βιετναμέζα, τι φάση;
Αφού σιγουρεύτηκε ότι έφυγε, μου έκανε το νόημα "σσσ", άνοιξε το πλυντήριο και έριξε λίγο ακόμα απορρυπαντικό και έβαλε και μαλακτικό, το οποίο παίζει να ήταν της άλλης κοπέλας. Όρεξη να ξεκινήσεις πυρηνικό πόλεμο έχεις της λέω. Χέστη μωρέ, δε θα πλυθούν ποτέ τόσο λίγο που έβαλε.
Φύγαμε στα γρήγορα να προλάβουμε το φως γιατί με αυτά και αυτά είχαμε χάσει πάνω από 2 ώρες.
Last edited by a moderator: