poised
Member
- Μηνύματα
- 1.058
- Likes
- 8.860
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Η (παραλίγο μη-) αναχώρηση και η άφιξη
- Πρώτη μέρα στο Πουκέτ - Από το χαλαρά στο όλα μέσα
- Πρώτη μέρα στο Πουκέτ (II)
- Δεύτερη μέρα στο Πουκέτ. Τουριστίλα με james bond island, κλπ
- Τρέχουμε τώρα τρέχουμε: Koh Lanta
- Τρέχουμε τώρα τρέχουμε: Koh Lanta (II)
- Koh Phi Phi σε μια μέρα. Δηλαδή ούτε καν.
- Krabi και Raylay: Ημέρα υπερβολικής φυσικής δραστηριότητας και υπερβολικά αφύσικης ηλιθιότητας
- Krabi και Raylay (II)
- Krabi και Raylay (III)
- Koh Samui όσο να ανοιγοκλείσεις τα μάτια.
- Koh Samui (II)
- Koh Samui (III)
- Koh Pha Ngan: Στη σπίντα (έτσι από συνήθεια) και το ατύχημα
- Koh Pha Ngan (II)
- Koh Pha Ngan (III)
- Koh Tao: Ω είναι ωραία στον παράδεισο
- Koh Tao (II)
- Koh Tao: Σαν να κολυμπάς σε τροπικό ενυδρείο
- Koh Tao: Σαν να κολυμπάς σε τροπικό ενυδρείο (II)
- Koh Tao: Σαν να κολυμπάς σε τροπικό ενυδρείο(III)
- Koh Tao (IV)
- Προς Μπανκόκ: Όταν κάτι είναι να πάει στραβά θα πάει
- Μπανγκόκ (II)
- Εμβόλιμες Σκέψεις: Η πρώτη μέρα της υπόλοιπης ζωής μου
- Μπανγκόκ: Παλάτια και φτωχογειτονιές
- Μπανγκοκ - Παλάτια κ Φτωχογειτονιές (ΙΙ)
- Μπανγκοκ - Παλάτια κ Φτωχογειτονιές (ΙΙΙ)
- Μπανγκοκ - Παλάτια κ Φτωχογειτονιές (ΙV)
- Μπανγκοκ - Παλάτια κ Φτωχογειτονιές (V)
- Μπανγκόκ: Τσάτουτσακ
- Μπανγκόκ: Τσάτουτσακ (ΙΙ)
- Χούα Χιν: Κατά λάθος όμως έτσι;
- Αγιουτάγια: Ποδηλατώντας στα αρχαία
- Αγιουτάγια: Ποδηλατώντας στα αρχαία (ΙΙ)
- Chiang Mai: Αφού το λέτε έτσι θα είναι
- Chiang Mai: Τώρα κάτι γίνεται
- Chiang Mai - Τώρα κάτι γίνεται (ΙΙ)
- Chiang Mai: Το αληθινόν
- Chiang Rai: Φύση (και κάτι "κακές" σκέψεις)
- Chiang Rai (II)
- Τσιανγκ Ράι και Τσιανγκ Μάι και το πλάνο πάει δε πάει
- Τσιανγκ Ράι και Τσιανγκ Μάι και το πλάνο πάει δε πάει (II)
- Τσιανγκ Ράι και Τσιανγκ Μάι και το πλάνο πάει δε πάει (III)
- Η γέφυρα του ποταμού Κβάι (ή και όχι)
- Μπανγκόκ και πάλι: H μεγαλούπολη (και βαθιά εκπνοή απελπισίας)
- Μπανγκόκ κ πάλι (ΙΙ)
- Mae Khlong: Η αγορά του τρένου
- Mae Khlong: Η αγορά του τρένου (ΙΙ)
- Mae Khlong: Η αγορά του τρένου (ΙΙΙ)
- Mae Khlong: Η αγορά του τρένου (ΙV)
- Μέρα αποφάσεων: Να πα να -μπιπ- όλα, συνεχίζω
- Poi Pet: Καλώς ήλθε το δολάριο, καμπόντιαν εντίσιον
- Poi Pet (II)
- Siem Reap
- Άνγκορ Βατ: Η πρώτη επαφή
- Άνκορ Βατ (ΙΙ)
- Άνκορ Βατ (ΙΙΙ)
- Άνκορ Βατ (ΙV)
- Άνγκορ Βατ: Ουά ντόλα σεεε
- Άνκορ Βατ (V)
- Άνκορ Βατ (VI)
- Άνκορ Βατ (VII)
- Άνκορ Βάτ (VIII)
- Siem Riep: Όχι άλλους ναούς, φτάνει!
- Siem Reap by night
- Μπάταμπανγκ μέσα από την λίμνη Τόνλε Σαπ
- Μπάταμπανγκ μέσα από την λίμνη Τόνλε Σαπ (II)
- Μπάταμπανγκ
- Μπάταμπανγκ: Νυχτερίδες
- Μπάταμπανγκ: Νυχτερίδες (II)
- Φεύγοντας από Μπάταμπανγκ: Συμφωνία εθνικής οδού αρ. 5 σε θανατηφόρο μείζονα
- Φεύγοντας απο Μπαταμπάνγκ (ΙΙ)
- Στο δρόμο για Πνομ Πεν
- Πνομ Πεν
- Πνομ Πεν: Όσα φέρνει η ώρα δεν τα φέρνει ο χρόνος όλος
- Νύχτα στην Πνομ Πεν
- Job Interview
- Πνομ Πεν (ΙΙ)
- Πνομ Πεν: Σιχαμάρα για το ανθρώπινο γένος
- Πνομ Πεν (ΙΙΙ)
- Σιχανουκβιλ: Πόλη όνομα και πράμα (και η τρελή)
- Σιχανούκβιλ
- Σιχανούκβιλ (ΙΙ)
- Σιχανκουκβιλ: Φτωχονεοπλουτισμός (και η τρελή)
- Σιχανουκβιλ: 100 αποχρώσεις της βροχής (και η τρελή)
- Σιχανουκβιλ (συνέχεια)
- Σιχανούκβιλ: Δώσ' της άλλη μια ευκαιρία;
- Επιστροφή στην Πνομ Πεν
- Ho Chi Minh City: Τρεχάτε ποδαράκια μου να μη σας χέσει ο κώλος
- Σχέδια για Βιετνάμ
- Χο Τσι Μινχ
- Τούνελ Κου Τσι: Και η κουτσή Μαρία
- Τούνελ (συνέχεια)
- Ho Chi Minh City: Μια θάλασσα παπάκια
- Theme Park κ επιστροφή στην πόλη
- Ho Chi Minh City: Στενοχώρια για το ανθρώπινο είδος και πάλι
- Τελευταίο βράδυ στη Σαϊγκόν
- Ho Chi Minh City και Μούι Νε: Παλάτι της Ανεξαρτησίας και αμμόλοφοι
- Μούι Νε
- Μούι νε: Πάλι αμμόλοφοι και μία από τις χειρότερες μεταφορές της ζωής μου
- Μούι Νε (ΙΙ)
- Διαδρομή προς Νταλάτ
- Ντα Λατ: Φταίω που αρέσω;
- Νταλάτ (ΙΙ)
- Ντα Λατ: Φύση, βροχή και μας πιάσανε τον κώλο
- Νια Τσάνγκ (Nha Trang): Ξανά στις παραλίες
- Νια Τσανγκ: Στα καφέ
- Ντα Νανγκ: Κλάμπινγκ μέχρι το πρωί (ε, καλά, όχι και ακριβώς)
- Ντα Νανγκ συνέχεια
- Ντα Νανγκ και Χόι Αν: Κάπως προ υπερτουρισμού
- Χόι Αν
- Κούι Νιον (Quy Nhon): Έι πειρατή!
- Κούι Νιον
- Πέρασμα Χάι Βαν και Σον Τσα (Hai Van/Son tra): Φύση, ηρεμία και θέες λίγο έξω από τη Ντα Νανγκ
- Χουέ (Hue): Χωρίς βροχή την βροχερή περίοδο, το λες και ότι πιάσαμε τζόκερ
- Χουε
- Hue σε Dong Hoi - Κρίντζι
- Quang Binh - Απίστευτες βόλτες και σπηλιές
- Quang Binh
- Quang Binh (ΙΙ)
- Ninh Binh - Όταν οι απατεωνιές σε φτάνουν στα όριά σου
- Ninh Binh
- Ninh Binh σε Sa Pa - Αφού ζήσαμε να το θυμόμαστε
- Σα Πα - Υπό βροχή, ομίχλη και κρύο
- Σα Πα
- Σα Πα: Πήραμε τα βουνά
- Ανόι: Πίσω στη ζέστη, βαβούρα και "πολιτισμό"
- Λεωφορείο
- Ανόι
- Ανόι: Βόλτες στη πόλη
- Ανόι (συνέχεια)
- Ανόι (συνέχεια ΙΙ)
- Ανόι: Μουσείο εθνολογίας
- Χα Λονγκ
- Χα Λονγκ: Όπως στα καρποστάλ
- Χα Λονγκ ΙΙ
- Χα Λονγκ ΙΙΙ
- Ανόι: Και τώρα τι;
- Ανόι: Τελευταίες ώρες
- Τέλος Ταξιδιού
- Επίλογος
Αγιουτάγια: Ποδηλατώντας στα αρχαία
Επιστρέφοντας από την εκδρομή που ξεκίνησε για την γέφυρα του ποταμού Κουάι (Κβάι) αλλά κατέληξε στην Χούα Χιν, είχα φάει τόση πολύ σκόνη που είχαν γεμίσει τα πνευμόνια μου και δεν μπορούσα να σταματήσω τον βήχα όλο το βράδυ. Ταλαιπωρήθηκα και μάλλον ενοχλούσα και τους άλλους, αλλά τι να κάνω, δεν είναι ότι μπορούσα να το συγκρατήσω, άσε που μου σπάσανε τα νεύρα γιατί δε με άφηνε να κοιμηθώ.
Για την επόμενη μέρα σκόπευα να πήγαινα στην Αγιουτάγια σαν πρώτη στάση προς τα "δύο τσιάνγκ του βορρά", δηλαδή Τσιάνγκ Μάι και Τσιανγκ Ράι. Πρώτα θα πήγαινα Τσιανγκ Μάι και μετά βλέποντας και κάνοντας, όχι μόνο γιατί όπως έχετε καταλάβει αν έκανα πλάνο για πάνω από δύο μέρες θα αρρώσταινα βαριά, αλλά κυρίως γιατί είχε μεσιάσει ο Σεπτέμβρης και τα site για καιρό έδιναν βροχές και καταιγίδες όλο το 24ωρο εκεί. Τότε γιατί ξεκίνησα έτσι και αλλιώς; Γιατί παρακολουθώντας τον καιρό έβλεπα ότι τελικά δεν είχε και τόση βροχή κάθε μέρα όσο προβλέπανε τα δυτικά site πρόγνωσης ενώ "μελετώντας" τον καιρό από διαγράμματα της ΝΟΑΑ αποφάνθηκα μόνος μου ότι δεν ξέρανε τι λέγανε και μάλλον θα πετύχαινα μία "τρύπα" 1-2 βδομάδων ανάμεσα σε συστήματα με πολλές βροχές. Βέβαια σε αυτά τα μέρη τις βροχερές εποχές ούτε ειδικός δεν μπορεί να προβλέψει με ασφάλεια τον καιρό για 3-4 μέρες μετά, πόσο μάλλον άσχετος (εγώ) για 1-2 βδομάδες. Πήγαινα με την γνώση ότι μπορεί να γύρναγα πίσω άπραγος (και βρεγμένος).
Και για να μη νομίζετε, η επαφή μου με την μετεωρολογία δεν είναι ούτε καν σε επίπεδο χομπίστα. Απλά κάποτε έμαθα κάποια βασικά για τους χάρτες καιρού και πως μετακινούνται και αλληλεπιδρούν τα συστήματα, είδα και κάτι δορυφορικές εικόνες υγρασίας της ανώτερης ατμόσφαιρας που δεν έδειχναν πολύ "πράμα" από τον ειρηνικό τον επόμενο καιρό, οπότε με λίγη αφαιρετική λογική και πολλούς ευσεβείς πόθους πήρα την απόφαση.
Ξύπνησα πάλι αξημέρωτα για να πάω στο σταθμό. Θα έπαιρνα το πρώτο τρένο για Αγιουτάγια, θα έφτανα γύρω στις 10, θα γύρναγα περίπου 9 ώρες στα αρχαία με το πάσο μου και μετά θα έπαιρνα το τελευταίο (νομίζω) περαστικό τρένο για Τσιανγκ Μάι με κουκέτες. Θα κοιμόμουν στο τρένο το βράδυ, θα ξύπναγα χαράματα πριν φτάσουμε στο Τσιανγκ Μάι που είχα διαβάσει ότι η φύση είναι ωραία και αξίζει να τη δεις από το τρένο και θα έφτανα στην πόλη φρέσκος, γεμάτος δύναμη και ενέργεια για μία ακόμα γεμάτη μέρα. Καλό πλάνο; Δεν ακούω κανέναν να λέει όχι οπότε καλό.
Κουρασμένος και νυσταγμένος όπως ήμουν από τον δεύτερο συνεχόμενο κακό ύπνο (όχι ότι είχα ξεκουραστεί τις προηγούμενες αυτών), πήγα στον σταθμό μαύρη νύχτα φορτωμένος όλη την πραγμάτια μου. Έβγαλα πρώτα το εισιτήριο για την κουκέτα από Αγιουτάγια προς Τσιανγκ Μάι, να σιγουρέψω ότι θα είχα θέση και δεν θα ξέμενα και στην συνέχεια το κανονικό εισιτήριο προς Αγιατούγια. Είχα κάμποση ώρα να περάσω μέχρι την αναχώρηση (για παν ενδεχόμενο είχα πάει νωρίτερα) και έτσι μισοκοιμισμένος όπως ήμουν, έψαξα λίγο για κάνα καφέ. Όχι μόνο δεν βρήκα αλλά δεν υπήρχε ούτε ένα παγκάκι ή χώρος αναμονής να περιμένω την αναχώρηση, όλα ήταν πιασμένα και πολύς κόσμος την έβγαζε χύμα στο πάτωμα.
Δεν ήθελα να κουβαλάω τα πράγματα πάλι έξω από τον σταθμό για να βρω καφέ ούτε να κάτσω κάτω στραβοπόδι (με πιάνει η μέση μου), οπότε χαζολογούσα στο ίντερνετ στο κινητό όρθιος, ώσπου είδα με την περιφερειακή όραση ένα χαμηλό τραπεζάκι άδειο στον χώρο, σε ύψος σαν καθιστικού. Υπέθετα ότι το τραπεζάκι ήταν κάποιου πιθανού λαχειοπώλη που δεν είχε έρθει ακόμα, οπότε είπα να κάτσω λίγο να ξεκουραστώ και αν έρθει να επικαλεστώ τουριστική άγνοια. Οπότε χωρίς να πάρω τα μάτια μου από το κινητό πήγα δήθεν αδιάφορα κοντά και τελικά κάθισα πάνω του εξίδου δήθεν αδιάφορα. Πρόσεξα κάποια βλέμματα από αυτούς που κάθονταν στο πάτωμα κοντά μου, πιθανολόγησα πως ήταν φθόνου που το σκέφτηκα και έκανα εγώ και όχι αυτοί. Αμ γι αυτό εμείς οι έλληνες ρε πάμε μπροστά, γιατί βάζουμε το μυαλό μας να δουλέψει. Είναι που δεν ήξερα πως λέγονταν τα βελανίδια στα ταιλανδέζικα αλλιώς θα τους έλεγα τι γινόταν όταν εμείς είχαμε πολιτισμό. Τέλος πάντων.
Δεν πέρασε ίσως λεπτό και βλέπω με την περιφερειακή μου όραση στρατιωτικές μπότες να σταματάνε δίπλα μου. Συνέχισα να κάνω ότι η προσοχή μου είναι στο κινητό και δεν κατάλαβα μέχρι που κάποιο χέρι άρχισε να με ταρακουνά δυνατά από τον ώμο. Ω μη σου γαμήσω είπα από μέσα μου, στο τραπέζι των μπάτσων πήγα και έκατσα; Σηκώνω τα μάτια δήθεν απορημένος και βλέπω ένα τύπο με παραλλαγή, μπερέ και το αυτόματο αγκαλιά να με κοιτάει με κάπως άγριο βλέμμα και γουρλωμένα από ένταση μάτια. Κάτι έλεγε στα ταϊλανδέζικα, που του έδειξα με νόημα ότι δεν καταλάβαινα, οπότε μου έδειξε πίσω αγριεμένα. Στρίβω και βλέπω την τεράστια φωτογραφία του νεκρού βασιλιά με τις πλερέζες ακουμπισμένη πάνω στο τραπεζάκι στο οποίο είχα κάτσει. Σε μία χώρα που αν πατήσεις πεσμένο χαρτονόμισμα πας μέσα γιατί θεωρούν ότι πάτησες το κεφάλι του βασιλιά εγώ όχι μόνο είχα γυρίσει πλάτη στην εικόνα του, αλλά είχα βάλει και τον κώλο μου πάνω στον βωμό του.
Πετάχτηκα σαν ελατήριο και πρέπει να είπα χεσμένος και με υποτελές ύφος τόσα πολλά σόρυ που αηδίασα μέχρι και τον στρατόμπατσο. Τελικά μου είπε απλά "ok" και έφυγε, πουφ. Μάζεψα τα πραγματάκια μου και ότι είχε απομείνει από τον εγωισμό μου και πήγα στην αποβάθρα να περιμένω.
Επιστρέφοντας από την εκδρομή που ξεκίνησε για την γέφυρα του ποταμού Κουάι (Κβάι) αλλά κατέληξε στην Χούα Χιν, είχα φάει τόση πολύ σκόνη που είχαν γεμίσει τα πνευμόνια μου και δεν μπορούσα να σταματήσω τον βήχα όλο το βράδυ. Ταλαιπωρήθηκα και μάλλον ενοχλούσα και τους άλλους, αλλά τι να κάνω, δεν είναι ότι μπορούσα να το συγκρατήσω, άσε που μου σπάσανε τα νεύρα γιατί δε με άφηνε να κοιμηθώ.
Για την επόμενη μέρα σκόπευα να πήγαινα στην Αγιουτάγια σαν πρώτη στάση προς τα "δύο τσιάνγκ του βορρά", δηλαδή Τσιάνγκ Μάι και Τσιανγκ Ράι. Πρώτα θα πήγαινα Τσιανγκ Μάι και μετά βλέποντας και κάνοντας, όχι μόνο γιατί όπως έχετε καταλάβει αν έκανα πλάνο για πάνω από δύο μέρες θα αρρώσταινα βαριά, αλλά κυρίως γιατί είχε μεσιάσει ο Σεπτέμβρης και τα site για καιρό έδιναν βροχές και καταιγίδες όλο το 24ωρο εκεί. Τότε γιατί ξεκίνησα έτσι και αλλιώς; Γιατί παρακολουθώντας τον καιρό έβλεπα ότι τελικά δεν είχε και τόση βροχή κάθε μέρα όσο προβλέπανε τα δυτικά site πρόγνωσης ενώ "μελετώντας" τον καιρό από διαγράμματα της ΝΟΑΑ αποφάνθηκα μόνος μου ότι δεν ξέρανε τι λέγανε και μάλλον θα πετύχαινα μία "τρύπα" 1-2 βδομάδων ανάμεσα σε συστήματα με πολλές βροχές. Βέβαια σε αυτά τα μέρη τις βροχερές εποχές ούτε ειδικός δεν μπορεί να προβλέψει με ασφάλεια τον καιρό για 3-4 μέρες μετά, πόσο μάλλον άσχετος (εγώ) για 1-2 βδομάδες. Πήγαινα με την γνώση ότι μπορεί να γύρναγα πίσω άπραγος (και βρεγμένος).
Και για να μη νομίζετε, η επαφή μου με την μετεωρολογία δεν είναι ούτε καν σε επίπεδο χομπίστα. Απλά κάποτε έμαθα κάποια βασικά για τους χάρτες καιρού και πως μετακινούνται και αλληλεπιδρούν τα συστήματα, είδα και κάτι δορυφορικές εικόνες υγρασίας της ανώτερης ατμόσφαιρας που δεν έδειχναν πολύ "πράμα" από τον ειρηνικό τον επόμενο καιρό, οπότε με λίγη αφαιρετική λογική και πολλούς ευσεβείς πόθους πήρα την απόφαση.
Ξύπνησα πάλι αξημέρωτα για να πάω στο σταθμό. Θα έπαιρνα το πρώτο τρένο για Αγιουτάγια, θα έφτανα γύρω στις 10, θα γύρναγα περίπου 9 ώρες στα αρχαία με το πάσο μου και μετά θα έπαιρνα το τελευταίο (νομίζω) περαστικό τρένο για Τσιανγκ Μάι με κουκέτες. Θα κοιμόμουν στο τρένο το βράδυ, θα ξύπναγα χαράματα πριν φτάσουμε στο Τσιανγκ Μάι που είχα διαβάσει ότι η φύση είναι ωραία και αξίζει να τη δεις από το τρένο και θα έφτανα στην πόλη φρέσκος, γεμάτος δύναμη και ενέργεια για μία ακόμα γεμάτη μέρα. Καλό πλάνο; Δεν ακούω κανέναν να λέει όχι οπότε καλό.
Κουρασμένος και νυσταγμένος όπως ήμουν από τον δεύτερο συνεχόμενο κακό ύπνο (όχι ότι είχα ξεκουραστεί τις προηγούμενες αυτών), πήγα στον σταθμό μαύρη νύχτα φορτωμένος όλη την πραγμάτια μου. Έβγαλα πρώτα το εισιτήριο για την κουκέτα από Αγιουτάγια προς Τσιανγκ Μάι, να σιγουρέψω ότι θα είχα θέση και δεν θα ξέμενα και στην συνέχεια το κανονικό εισιτήριο προς Αγιατούγια. Είχα κάμποση ώρα να περάσω μέχρι την αναχώρηση (για παν ενδεχόμενο είχα πάει νωρίτερα) και έτσι μισοκοιμισμένος όπως ήμουν, έψαξα λίγο για κάνα καφέ. Όχι μόνο δεν βρήκα αλλά δεν υπήρχε ούτε ένα παγκάκι ή χώρος αναμονής να περιμένω την αναχώρηση, όλα ήταν πιασμένα και πολύς κόσμος την έβγαζε χύμα στο πάτωμα.
Δεν ήθελα να κουβαλάω τα πράγματα πάλι έξω από τον σταθμό για να βρω καφέ ούτε να κάτσω κάτω στραβοπόδι (με πιάνει η μέση μου), οπότε χαζολογούσα στο ίντερνετ στο κινητό όρθιος, ώσπου είδα με την περιφερειακή όραση ένα χαμηλό τραπεζάκι άδειο στον χώρο, σε ύψος σαν καθιστικού. Υπέθετα ότι το τραπεζάκι ήταν κάποιου πιθανού λαχειοπώλη που δεν είχε έρθει ακόμα, οπότε είπα να κάτσω λίγο να ξεκουραστώ και αν έρθει να επικαλεστώ τουριστική άγνοια. Οπότε χωρίς να πάρω τα μάτια μου από το κινητό πήγα δήθεν αδιάφορα κοντά και τελικά κάθισα πάνω του εξίδου δήθεν αδιάφορα. Πρόσεξα κάποια βλέμματα από αυτούς που κάθονταν στο πάτωμα κοντά μου, πιθανολόγησα πως ήταν φθόνου που το σκέφτηκα και έκανα εγώ και όχι αυτοί. Αμ γι αυτό εμείς οι έλληνες ρε πάμε μπροστά, γιατί βάζουμε το μυαλό μας να δουλέψει. Είναι που δεν ήξερα πως λέγονταν τα βελανίδια στα ταιλανδέζικα αλλιώς θα τους έλεγα τι γινόταν όταν εμείς είχαμε πολιτισμό. Τέλος πάντων.
Δεν πέρασε ίσως λεπτό και βλέπω με την περιφερειακή μου όραση στρατιωτικές μπότες να σταματάνε δίπλα μου. Συνέχισα να κάνω ότι η προσοχή μου είναι στο κινητό και δεν κατάλαβα μέχρι που κάποιο χέρι άρχισε να με ταρακουνά δυνατά από τον ώμο. Ω μη σου γαμήσω είπα από μέσα μου, στο τραπέζι των μπάτσων πήγα και έκατσα; Σηκώνω τα μάτια δήθεν απορημένος και βλέπω ένα τύπο με παραλλαγή, μπερέ και το αυτόματο αγκαλιά να με κοιτάει με κάπως άγριο βλέμμα και γουρλωμένα από ένταση μάτια. Κάτι έλεγε στα ταϊλανδέζικα, που του έδειξα με νόημα ότι δεν καταλάβαινα, οπότε μου έδειξε πίσω αγριεμένα. Στρίβω και βλέπω την τεράστια φωτογραφία του νεκρού βασιλιά με τις πλερέζες ακουμπισμένη πάνω στο τραπεζάκι στο οποίο είχα κάτσει. Σε μία χώρα που αν πατήσεις πεσμένο χαρτονόμισμα πας μέσα γιατί θεωρούν ότι πάτησες το κεφάλι του βασιλιά εγώ όχι μόνο είχα γυρίσει πλάτη στην εικόνα του, αλλά είχα βάλει και τον κώλο μου πάνω στον βωμό του.
Πετάχτηκα σαν ελατήριο και πρέπει να είπα χεσμένος και με υποτελές ύφος τόσα πολλά σόρυ που αηδίασα μέχρι και τον στρατόμπατσο. Τελικά μου είπε απλά "ok" και έφυγε, πουφ. Μάζεψα τα πραγματάκια μου και ότι είχε απομείνει από τον εγωισμό μου και πήγα στην αποβάθρα να περιμένω.
Last edited by a moderator: