poised
Member
- Μηνύματα
- 1.058
- Likes
- 8.860
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Η (παραλίγο μη-) αναχώρηση και η άφιξη
- Πρώτη μέρα στο Πουκέτ - Από το χαλαρά στο όλα μέσα
- Πρώτη μέρα στο Πουκέτ (II)
- Δεύτερη μέρα στο Πουκέτ. Τουριστίλα με james bond island, κλπ
- Τρέχουμε τώρα τρέχουμε: Koh Lanta
- Τρέχουμε τώρα τρέχουμε: Koh Lanta (II)
- Koh Phi Phi σε μια μέρα. Δηλαδή ούτε καν.
- Krabi και Raylay: Ημέρα υπερβολικής φυσικής δραστηριότητας και υπερβολικά αφύσικης ηλιθιότητας
- Krabi και Raylay (II)
- Krabi και Raylay (III)
- Koh Samui όσο να ανοιγοκλείσεις τα μάτια.
- Koh Samui (II)
- Koh Samui (III)
- Koh Pha Ngan: Στη σπίντα (έτσι από συνήθεια) και το ατύχημα
- Koh Pha Ngan (II)
- Koh Pha Ngan (III)
- Koh Tao: Ω είναι ωραία στον παράδεισο
- Koh Tao (II)
- Koh Tao: Σαν να κολυμπάς σε τροπικό ενυδρείο
- Koh Tao: Σαν να κολυμπάς σε τροπικό ενυδρείο (II)
- Koh Tao: Σαν να κολυμπάς σε τροπικό ενυδρείο(III)
- Koh Tao (IV)
- Προς Μπανκόκ: Όταν κάτι είναι να πάει στραβά θα πάει
- Μπανγκόκ (II)
- Εμβόλιμες Σκέψεις: Η πρώτη μέρα της υπόλοιπης ζωής μου
- Μπανγκόκ: Παλάτια και φτωχογειτονιές
- Μπανγκοκ - Παλάτια κ Φτωχογειτονιές (ΙΙ)
- Μπανγκοκ - Παλάτια κ Φτωχογειτονιές (ΙΙΙ)
- Μπανγκοκ - Παλάτια κ Φτωχογειτονιές (ΙV)
- Μπανγκοκ - Παλάτια κ Φτωχογειτονιές (V)
- Μπανγκόκ: Τσάτουτσακ
- Μπανγκόκ: Τσάτουτσακ (ΙΙ)
- Χούα Χιν: Κατά λάθος όμως έτσι;
- Αγιουτάγια: Ποδηλατώντας στα αρχαία
- Αγιουτάγια: Ποδηλατώντας στα αρχαία (ΙΙ)
- Chiang Mai: Αφού το λέτε έτσι θα είναι
- Chiang Mai: Τώρα κάτι γίνεται
- Chiang Mai - Τώρα κάτι γίνεται (ΙΙ)
- Chiang Mai: Το αληθινόν
- Chiang Rai: Φύση (και κάτι "κακές" σκέψεις)
- Chiang Rai (II)
- Τσιανγκ Ράι και Τσιανγκ Μάι και το πλάνο πάει δε πάει
- Τσιανγκ Ράι και Τσιανγκ Μάι και το πλάνο πάει δε πάει (II)
- Τσιανγκ Ράι και Τσιανγκ Μάι και το πλάνο πάει δε πάει (III)
- Η γέφυρα του ποταμού Κβάι (ή και όχι)
- Μπανγκόκ και πάλι: H μεγαλούπολη (και βαθιά εκπνοή απελπισίας)
- Μπανγκόκ κ πάλι (ΙΙ)
- Mae Khlong: Η αγορά του τρένου
- Mae Khlong: Η αγορά του τρένου (ΙΙ)
- Mae Khlong: Η αγορά του τρένου (ΙΙΙ)
- Mae Khlong: Η αγορά του τρένου (ΙV)
- Μέρα αποφάσεων: Να πα να -μπιπ- όλα, συνεχίζω
- Poi Pet: Καλώς ήλθε το δολάριο, καμπόντιαν εντίσιον
- Poi Pet (II)
- Siem Reap
- Άνγκορ Βατ: Η πρώτη επαφή
- Άνκορ Βατ (ΙΙ)
- Άνκορ Βατ (ΙΙΙ)
- Άνκορ Βατ (ΙV)
- Άνγκορ Βατ: Ουά ντόλα σεεε
- Άνκορ Βατ (V)
- Άνκορ Βατ (VI)
- Άνκορ Βατ (VII)
- Άνκορ Βάτ (VIII)
- Siem Riep: Όχι άλλους ναούς, φτάνει!
- Siem Reap by night
- Μπάταμπανγκ μέσα από την λίμνη Τόνλε Σαπ
- Μπάταμπανγκ μέσα από την λίμνη Τόνλε Σαπ (II)
- Μπάταμπανγκ
- Μπάταμπανγκ: Νυχτερίδες
- Μπάταμπανγκ: Νυχτερίδες (II)
- Φεύγοντας από Μπάταμπανγκ: Συμφωνία εθνικής οδού αρ. 5 σε θανατηφόρο μείζονα
- Φεύγοντας απο Μπαταμπάνγκ (ΙΙ)
- Στο δρόμο για Πνομ Πεν
- Πνομ Πεν
- Πνομ Πεν: Όσα φέρνει η ώρα δεν τα φέρνει ο χρόνος όλος
- Νύχτα στην Πνομ Πεν
- Job Interview
- Πνομ Πεν (ΙΙ)
- Πνομ Πεν: Σιχαμάρα για το ανθρώπινο γένος
- Πνομ Πεν (ΙΙΙ)
- Σιχανουκβιλ: Πόλη όνομα και πράμα (και η τρελή)
- Σιχανούκβιλ
- Σιχανούκβιλ (ΙΙ)
- Σιχανκουκβιλ: Φτωχονεοπλουτισμός (και η τρελή)
- Σιχανουκβιλ: 100 αποχρώσεις της βροχής (και η τρελή)
- Σιχανουκβιλ (συνέχεια)
- Σιχανούκβιλ: Δώσ' της άλλη μια ευκαιρία;
- Επιστροφή στην Πνομ Πεν
- Ho Chi Minh City: Τρεχάτε ποδαράκια μου να μη σας χέσει ο κώλος
- Σχέδια για Βιετνάμ
- Χο Τσι Μινχ
- Τούνελ Κου Τσι: Και η κουτσή Μαρία
- Τούνελ (συνέχεια)
- Ho Chi Minh City: Μια θάλασσα παπάκια
- Theme Park κ επιστροφή στην πόλη
- Ho Chi Minh City: Στενοχώρια για το ανθρώπινο είδος και πάλι
- Τελευταίο βράδυ στη Σαϊγκόν
- Ho Chi Minh City και Μούι Νε: Παλάτι της Ανεξαρτησίας και αμμόλοφοι
- Μούι Νε
- Μούι νε: Πάλι αμμόλοφοι και μία από τις χειρότερες μεταφορές της ζωής μου
- Μούι Νε (ΙΙ)
- Διαδρομή προς Νταλάτ
- Ντα Λατ: Φταίω που αρέσω;
- Νταλάτ (ΙΙ)
- Ντα Λατ: Φύση, βροχή και μας πιάσανε τον κώλο
- Νια Τσάνγκ (Nha Trang): Ξανά στις παραλίες
- Νια Τσανγκ: Στα καφέ
- Ντα Νανγκ: Κλάμπινγκ μέχρι το πρωί (ε, καλά, όχι και ακριβώς)
- Ντα Νανγκ συνέχεια
- Ντα Νανγκ και Χόι Αν: Κάπως προ υπερτουρισμού
- Χόι Αν
- Κούι Νιον (Quy Nhon): Έι πειρατή!
- Κούι Νιον
- Πέρασμα Χάι Βαν και Σον Τσα (Hai Van/Son tra): Φύση, ηρεμία και θέες λίγο έξω από τη Ντα Νανγκ
- Χουέ (Hue): Χωρίς βροχή την βροχερή περίοδο, το λες και ότι πιάσαμε τζόκερ
- Χουε
- Hue σε Dong Hoi - Κρίντζι
- Quang Binh - Απίστευτες βόλτες και σπηλιές
- Quang Binh
- Quang Binh (ΙΙ)
- Ninh Binh - Όταν οι απατεωνιές σε φτάνουν στα όριά σου
- Ninh Binh
- Ninh Binh σε Sa Pa - Αφού ζήσαμε να το θυμόμαστε
- Σα Πα - Υπό βροχή, ομίχλη και κρύο
- Σα Πα
- Σα Πα: Πήραμε τα βουνά
- Ανόι: Πίσω στη ζέστη, βαβούρα και "πολιτισμό"
- Λεωφορείο
- Ανόι
- Ανόι: Βόλτες στη πόλη
- Ανόι (συνέχεια)
- Ανόι (συνέχεια ΙΙ)
- Ανόι: Μουσείο εθνολογίας
- Χα Λονγκ
- Χα Λονγκ: Όπως στα καρποστάλ
- Χα Λονγκ ΙΙ
- Χα Λονγκ ΙΙΙ
- Ανόι: Και τώρα τι;
- Ανόι: Τελευταίες ώρες
- Τέλος Ταξιδιού
- Επίλογος
Προς Μπανκόκ: Όταν κάτι είναι να πάει στραβά θα πάει
Μέσα στο καράβι, μιας που είχα και πρίζα κοντά, κάθισα και μετέφερα όλες τις φωτογραφίες της μέρας στο λάπτοπ και στο φλασάκι όπως έκανα κάθε βράδυ. Η λογική μου ήταν ότι αν πάθαινα κάτι, πχ να μου έκλεβαν την μηχανή ή να χάλαγε η κάρτα, θα έχανα μόνο ότι είχα τραβήξει μέσα στη μέρα. Οτιδήποτε παραπάνω από αυτό θα ήταν τραγικό.
Ήταν ήδη πολύ αργά (τόσο για Ασία όσο και για το πρόγραμμα που έκανα με τα πρωινά ξυπνήματα) όταν τελείωσα και αντί να τα κλείσω να κοιμηθώ όσο είχα την ευκαιρία να το κάνω ξαπλωτός, έκανα το λάθος και έστειλα κάποιες σε φίλους αφού έπιανε το κινητό. Πιάσαμε το μπλαμπλά, μου έκαναν πλάκα για το φέρι "hostel" ότι έμοιαζε με στρατώνα ή φυλακή και άρχισαν το δούλεμα για το που είμαι και αν τους λέω την αλήθεια ότι ταξιδεύω ή με έχουν μπαγλαρώσει πουθενά, τέλος πάντων πέρασε αρκετά η ώρα.
Είτε το είχα υπολογίσει, είτε μου το είχαν πει ότι το καράβι θα έφτανε κατά τις 4 το πρωί. Άντε επειδή ξεκινήσαμε μισή ώρα πριν, πες 3:30. Θα είχα 2:30-3 ώρες ύπνο και μετά ότι μπορούσα στο βανάκι. Γενικά το ταξίδι ήταν ήρεμο, χωρίς κούνημα παρόλο που ήμασταν στην θάλασσα. Πρέπει να ήταν εντελώς κάλμα.
Όμως κατά τις 2 παρά άρχισε να κουνάει αρκετά, η μηχανή ανεβοκατέβαζε ένταση, κάτι περίεργοι θόρυβοι σαν αλυσίδες ή μέταλλα ακούγονταν, ανησύχησα ότι κάτι συμβαίνει. Πετάχτηκαν κάποιοι και άρχισαν να βγαίνουν έξω βιαστικά, βουλιάζουμε αναρωτήθηκα. Αλλά τελικά απλά είχαμε φτάσει.
Νόμιζα ότι θα βγαίναμε σε λιμάνι κοντά στην πόλη, αλλά ήμασταν κυριολεκτικά στην μέση του πουθενά. Μία μικρή αποβάθρα στη ζούγκλα και τίποτα τριγύρω.
Άδειασε το φέρι, αλλά βανάκι να μας πάρει δεν υπήρχε. Σύντομα δεν υπήρχε και κανένας άλλος άνθρωπος πέρα από όσους περιμέναμε το βανάκι, όλοι ξένοι. Οπότε τι να κάνουμε, περιμέναμε, δεν είναι ότι είχαμε και κανά τηλέφωνο να ειδοποιήσουμε κάποιον. Θεωρήσαμε ότι ίσως έφταιγε το ότι φύγαμε νωρίτερα, οπότε σε κανά μισάωρο θα έρθει.
Καθίσαμε στην σειρά σε ένα πάγκο στο τέρμιναλ. Εδώ γελάμε γιατί αυτό ήταν:
Η τηλεόραση έπαιζε στατικές διαφημίσεις, αλλά υπήρχε έτοιμο τσάι, αν άντεχες να πιεις από ποτήρια που απλά τα "ξέπλενες" με τσάι και μετά τα άφηνες πάλι στην ίδια θέση για τον επόμενο. Για να γίνει πιο αστείο, κάποιες στιγμές έπεφτε το ρεύμα για μερικά λεπτά, οπότε βγάζαμε τον φακό από το κινητό χασκογελώντας την αμηχανία μας. Εκείνες τις στιγμές άκουγες την ζούγκλα ζωντανή τριγύρω. Ήταν και η αϋπνία που τα έκανε όλα πιο περίεργα.
Ο οδηγός ήρθε τελικά με απίστευτη καθυστέρηση, περιμέναμε εκεί πέρα δύο ίσως και παραπάνω ώρες. Φορτώσαμε τα πάντα και ξεκινήσαμε. Νομίζω έκανε μία στάση στο "σταθμό" της τσουμπόν, δηλαδή το καφέ που εκτελούσε και χρέη πρακτορείου αλλά δε θυμάμαι αν πήραμε ή αφήσαμε κάποιον, ούτε τίποτα από την πόλη. Είχαμε να κάνουμε κάπου 450χλμ, 6 ώρες περίπου συν μία μισάωρη στάση στην εθνική. Ξεκινήσαμε και ξεραθήκαμε όλοι στον ύπνο. Ήμασταν κολλητά ο ένας στον άλλο αφού πολύς χώρος δεν υπήρχε αλλά ήταν τέτοια η κούραση που δεν υπήρχαν ντροπές. Χέρια, κεφάλια, πόδια όπου έπεφταν στον ύπνο έμεναν, δεν παρεξηγιόταν κανένας.
Κάποια στιγμή κατά τις 7 κάναμε την στάση σε ένα καφε-εστιατόριο στην εθνική. Αναγκαστικά βγήκαμε όλοι έξω γιατί με το που έσβηνε η μηχανή έσβηνε και το ερκοντίσιον οπότε σε 2 λεπτά ίδρωνες. Το μόνο που έκανα ήταν να πάω τουαλέτα, δεν ήθελα να πάρω καφέ για να μην ξυπνήσω αλλά ούτε και να φάω κάτι, δεν ήταν η ώρα μου ακόμα. Μπαίνοντας πάλι ο οδηγός μας έδωσε να καταλάβουμε δείχνοντας το ρολόι ότι θα φτάναμε σε 3-4 ώρες, ανάλογα και την κίνηση.
Φυσικά ξεραθήκαμε πάλι. Κάποια στιγμή μέσα στον ύπνο μου συνειδητοποιώ ότι το αμάξι κάνει κάποιον απότομο ελιγμό, ακούγεται ένα μπαμ και κάνουμε δύο πήδουλους. Ήταν ξεκάθαρο ότι είχαμε πατήσει κάτι και μάλιστα και με τις μπρος και με τις πίσω ρόδες.
Ο οδηγός δεν είπε τίποτα, μόνο κάτι μουρμούραγε μέσα από τα δόντια του. Προσπαθούσε να βγει στην άκρη αριστερά αλλά είχε κίνηση, οπότε του πήρε ένα λεπτό ίσως και παραπάνω. Σταματήσαμε, βγήκε έξω και ξαναήρθε αμέσως και έκλεισε τη μηχανή. Αγγλικά δε μίλαγε, οπότε δεν ξέραμε τι συνέβη ή τι έπρεπε να κάνουμε.
Τελικά βγήκαμε και εμείς έξω όταν αρχίσαμε να ιδρώνουμε. Με το που είδα τα λάδια και νερά που είχαμε αφήσει πίσω μας κατάλαβα πως ότι είχαμε χτυπήσει είχε κάνει μεγάλη ζημιά και δεν υπήρχε περίπτωση να συνεχίσουμε. Πάντως τι ήταν δεν το μάθαμε ποτέ, άνθρωπος; ζώο; λάστιχο;
Κάποιοι από εμάς άρχισαν να αγχώνονται γιατί είχαν πτήση για πίσω στην χώρα τους αργότερα το μεσημέρι. Ο οδηγός μας έδωσε να καταλάβουμε ότι θα ερχόταν άλλο βανάκι να μας πάρει, αλλά δεν μπορούσε να μας πει πόσο θα έκανε να έρθει. Καθόμασταν εκεί στον ήλιο που ήδη έκαιγε. Ήταν τρομερά κωλόφαρδο ότι σε περίπου 200 μέτρα από εκεί που ξεμείναμε υπήρχαν δύο κιόσκια, το ένα είχε ροφήματα, συν το ταιλανδέζικο τσάι (αυτό με το ζαχαρούχο γάλα) και το άλλο ήδη έψηνε κάτι σα σουβλάκια. Ξεκίνησα εγώ, ξεθάρεψαν και οι άλλοι και τελικά τους κάναμε λογαριασμό, πρέπει να έτριβαν τα χέρια τους.
Η ώρα πέρναγε, το άλλο βανάκι δεν ερχόταν και αυτοί που ήταν για αεροδρόμιο αποφάσισαν να καλέσουν ταξί και να πάνε απ' ευθείας. Ήταν τυχεροί γιατί ήμασταν κάπου μία μιάμιση ώρα από το ένα από τα δύο διεθνή αεροδρόμια, αυτό που ήθελαν. Η λύση του ταξί τους συνέφερε και χρονικά γιατί με το βανάκι θα έπρεπε να πάνε κέντρο και να επιστρέψουν πίσω μετά.
Οι υπόλοιποι που δεν βιαζόμασταν μείναμε πίσω να περιμένουμε. Κάποια στιγμή ήρθε και μας άφησε κέντρο, αλλά κοντά στις 3 το μεσημέρι, κάπου 4-5 ώρες αργότερα απ' ότι περιμέναμε να φτάσουμε.
Εγώ είχα ψάξει για χοστέλ στο κινητό, αλλά δεν είχα κλείσει ακόμα. Ο Ινδός επέμενε να πάμε σε ένα χοστέλ που είχε ξαναμείνει, το οποίο ήταν φθηνό, πολύ πιο φθηνό από τις τιμές που είχα δει σε agoda, traveloka και booking για άλλα χοστέλ στο κέντρο, οπότε το φοβήθηκα λίγο. Επίσης ήταν πιο μακριά από αυτά στο κέντρο. Αυτός επέμενε ότι ήταν καλό και σε καλή θέση, σε σημείο που μου φαινόταν κάπως περίεργο το γιατί τόση επιμονή. Στο βανάκι είχε και έναν άλλο γνωστό του Ινδό που επέστρεφε και αυτός Ινδία. Ο τύπος αυτός δεν μίλαγε αγγλικά ή δεν ήθελε να μου μιλήσει εμένα, πάντως μίλαγαν συχνά μαζί και δεν ήξερα τι λέγανε και δεν μου άρεσε. Τέλος πάντων συμφώνησα να πάω να το δω και αν μου αρέσει να κάτσω.
Πήγαμε να πάρουμε τουκτουκ αλλά εκτός του ότι ζήταγαν πολλά λεφτά, δεν δεχόντουσαν να μας πάρουν και τους τρεις. Ο ινδός θεωρούσε ότι έπρεπε να πάμε παρέα και οι τρεις μαζί οι οδηγοί όχι, του έλεγα εγώ άσε με ρε θα πάω μόνος μου σε ένα εδώ κοντά που έχω βρει, δεν ήθελε.
Σταδιακά φύγανε οι οδηγοί που μας είχαν απορρίψει, περιμέναμε λίγη ώρα μήπως έρθουν άλλοι αλλά δεν έρχονταν, οπότε δοκιμάσαμε grab. Μας δέχθηκε ένας που πέρασαν πολλά λεπτά να ξεκινήσει και τελικά το ακύρωσε. Μετά δεν υπήρχε κανείς οδηγός να δέχεται την κούρσα. Δεν ξέρω τι είχε γίνει, ήταν η ώρα; Ήμασταν άτυχοι γενικά;
Είχαμε χάσει πάνω από 30, ίσως 45 λεπτά σε όλο αυτό, οπότε κάποια στιγμή αποφάσισα ότι δεν θέλω να χάσω άλλη ώρα γιατί μέχρι να φτάσουμε στο άλλο χοστέλ θα είχε πέσει το φως και δεν θα έβλεπα τίποτα. Οπότε τους λέω σας ευχαριστώ αλλά φεύγω, θα πάω στο χοστέλ εδώ κοντά. Επέμενε πάλι να μείνω να πάμε μαζί που ποτέ δε κατάλαβα γιατί τόσο, πάντως εκεί το είχα πάρει απόφαση.
Και όντως σε 15-20 λεπτά είχα φτάσει στο χοστέλ, στο οποίο μάλιστα μου έκαναν αρκετά καλύτερη τιμή στο γκισέ από online. Άφησα τα πράγματα και βγήκα να προλάβω ότι μπορούσα.
(συνεχίζεται)
Εδώ ένα περίεργα διακοσμημένο φορτηγό από τα πολλά στην εθνική.
Μέσα στο καράβι, μιας που είχα και πρίζα κοντά, κάθισα και μετέφερα όλες τις φωτογραφίες της μέρας στο λάπτοπ και στο φλασάκι όπως έκανα κάθε βράδυ. Η λογική μου ήταν ότι αν πάθαινα κάτι, πχ να μου έκλεβαν την μηχανή ή να χάλαγε η κάρτα, θα έχανα μόνο ότι είχα τραβήξει μέσα στη μέρα. Οτιδήποτε παραπάνω από αυτό θα ήταν τραγικό.
Ήταν ήδη πολύ αργά (τόσο για Ασία όσο και για το πρόγραμμα που έκανα με τα πρωινά ξυπνήματα) όταν τελείωσα και αντί να τα κλείσω να κοιμηθώ όσο είχα την ευκαιρία να το κάνω ξαπλωτός, έκανα το λάθος και έστειλα κάποιες σε φίλους αφού έπιανε το κινητό. Πιάσαμε το μπλαμπλά, μου έκαναν πλάκα για το φέρι "hostel" ότι έμοιαζε με στρατώνα ή φυλακή και άρχισαν το δούλεμα για το που είμαι και αν τους λέω την αλήθεια ότι ταξιδεύω ή με έχουν μπαγλαρώσει πουθενά, τέλος πάντων πέρασε αρκετά η ώρα.
Είτε το είχα υπολογίσει, είτε μου το είχαν πει ότι το καράβι θα έφτανε κατά τις 4 το πρωί. Άντε επειδή ξεκινήσαμε μισή ώρα πριν, πες 3:30. Θα είχα 2:30-3 ώρες ύπνο και μετά ότι μπορούσα στο βανάκι. Γενικά το ταξίδι ήταν ήρεμο, χωρίς κούνημα παρόλο που ήμασταν στην θάλασσα. Πρέπει να ήταν εντελώς κάλμα.
Όμως κατά τις 2 παρά άρχισε να κουνάει αρκετά, η μηχανή ανεβοκατέβαζε ένταση, κάτι περίεργοι θόρυβοι σαν αλυσίδες ή μέταλλα ακούγονταν, ανησύχησα ότι κάτι συμβαίνει. Πετάχτηκαν κάποιοι και άρχισαν να βγαίνουν έξω βιαστικά, βουλιάζουμε αναρωτήθηκα. Αλλά τελικά απλά είχαμε φτάσει.
Νόμιζα ότι θα βγαίναμε σε λιμάνι κοντά στην πόλη, αλλά ήμασταν κυριολεκτικά στην μέση του πουθενά. Μία μικρή αποβάθρα στη ζούγκλα και τίποτα τριγύρω.
Άδειασε το φέρι, αλλά βανάκι να μας πάρει δεν υπήρχε. Σύντομα δεν υπήρχε και κανένας άλλος άνθρωπος πέρα από όσους περιμέναμε το βανάκι, όλοι ξένοι. Οπότε τι να κάνουμε, περιμέναμε, δεν είναι ότι είχαμε και κανά τηλέφωνο να ειδοποιήσουμε κάποιον. Θεωρήσαμε ότι ίσως έφταιγε το ότι φύγαμε νωρίτερα, οπότε σε κανά μισάωρο θα έρθει.
Καθίσαμε στην σειρά σε ένα πάγκο στο τέρμιναλ. Εδώ γελάμε γιατί αυτό ήταν:
Η τηλεόραση έπαιζε στατικές διαφημίσεις, αλλά υπήρχε έτοιμο τσάι, αν άντεχες να πιεις από ποτήρια που απλά τα "ξέπλενες" με τσάι και μετά τα άφηνες πάλι στην ίδια θέση για τον επόμενο. Για να γίνει πιο αστείο, κάποιες στιγμές έπεφτε το ρεύμα για μερικά λεπτά, οπότε βγάζαμε τον φακό από το κινητό χασκογελώντας την αμηχανία μας. Εκείνες τις στιγμές άκουγες την ζούγκλα ζωντανή τριγύρω. Ήταν και η αϋπνία που τα έκανε όλα πιο περίεργα.
Ο οδηγός ήρθε τελικά με απίστευτη καθυστέρηση, περιμέναμε εκεί πέρα δύο ίσως και παραπάνω ώρες. Φορτώσαμε τα πάντα και ξεκινήσαμε. Νομίζω έκανε μία στάση στο "σταθμό" της τσουμπόν, δηλαδή το καφέ που εκτελούσε και χρέη πρακτορείου αλλά δε θυμάμαι αν πήραμε ή αφήσαμε κάποιον, ούτε τίποτα από την πόλη. Είχαμε να κάνουμε κάπου 450χλμ, 6 ώρες περίπου συν μία μισάωρη στάση στην εθνική. Ξεκινήσαμε και ξεραθήκαμε όλοι στον ύπνο. Ήμασταν κολλητά ο ένας στον άλλο αφού πολύς χώρος δεν υπήρχε αλλά ήταν τέτοια η κούραση που δεν υπήρχαν ντροπές. Χέρια, κεφάλια, πόδια όπου έπεφταν στον ύπνο έμεναν, δεν παρεξηγιόταν κανένας.
Κάποια στιγμή κατά τις 7 κάναμε την στάση σε ένα καφε-εστιατόριο στην εθνική. Αναγκαστικά βγήκαμε όλοι έξω γιατί με το που έσβηνε η μηχανή έσβηνε και το ερκοντίσιον οπότε σε 2 λεπτά ίδρωνες. Το μόνο που έκανα ήταν να πάω τουαλέτα, δεν ήθελα να πάρω καφέ για να μην ξυπνήσω αλλά ούτε και να φάω κάτι, δεν ήταν η ώρα μου ακόμα. Μπαίνοντας πάλι ο οδηγός μας έδωσε να καταλάβουμε δείχνοντας το ρολόι ότι θα φτάναμε σε 3-4 ώρες, ανάλογα και την κίνηση.
Φυσικά ξεραθήκαμε πάλι. Κάποια στιγμή μέσα στον ύπνο μου συνειδητοποιώ ότι το αμάξι κάνει κάποιον απότομο ελιγμό, ακούγεται ένα μπαμ και κάνουμε δύο πήδουλους. Ήταν ξεκάθαρο ότι είχαμε πατήσει κάτι και μάλιστα και με τις μπρος και με τις πίσω ρόδες.
Ο οδηγός δεν είπε τίποτα, μόνο κάτι μουρμούραγε μέσα από τα δόντια του. Προσπαθούσε να βγει στην άκρη αριστερά αλλά είχε κίνηση, οπότε του πήρε ένα λεπτό ίσως και παραπάνω. Σταματήσαμε, βγήκε έξω και ξαναήρθε αμέσως και έκλεισε τη μηχανή. Αγγλικά δε μίλαγε, οπότε δεν ξέραμε τι συνέβη ή τι έπρεπε να κάνουμε.
Τελικά βγήκαμε και εμείς έξω όταν αρχίσαμε να ιδρώνουμε. Με το που είδα τα λάδια και νερά που είχαμε αφήσει πίσω μας κατάλαβα πως ότι είχαμε χτυπήσει είχε κάνει μεγάλη ζημιά και δεν υπήρχε περίπτωση να συνεχίσουμε. Πάντως τι ήταν δεν το μάθαμε ποτέ, άνθρωπος; ζώο; λάστιχο;
Κάποιοι από εμάς άρχισαν να αγχώνονται γιατί είχαν πτήση για πίσω στην χώρα τους αργότερα το μεσημέρι. Ο οδηγός μας έδωσε να καταλάβουμε ότι θα ερχόταν άλλο βανάκι να μας πάρει, αλλά δεν μπορούσε να μας πει πόσο θα έκανε να έρθει. Καθόμασταν εκεί στον ήλιο που ήδη έκαιγε. Ήταν τρομερά κωλόφαρδο ότι σε περίπου 200 μέτρα από εκεί που ξεμείναμε υπήρχαν δύο κιόσκια, το ένα είχε ροφήματα, συν το ταιλανδέζικο τσάι (αυτό με το ζαχαρούχο γάλα) και το άλλο ήδη έψηνε κάτι σα σουβλάκια. Ξεκίνησα εγώ, ξεθάρεψαν και οι άλλοι και τελικά τους κάναμε λογαριασμό, πρέπει να έτριβαν τα χέρια τους.
Η ώρα πέρναγε, το άλλο βανάκι δεν ερχόταν και αυτοί που ήταν για αεροδρόμιο αποφάσισαν να καλέσουν ταξί και να πάνε απ' ευθείας. Ήταν τυχεροί γιατί ήμασταν κάπου μία μιάμιση ώρα από το ένα από τα δύο διεθνή αεροδρόμια, αυτό που ήθελαν. Η λύση του ταξί τους συνέφερε και χρονικά γιατί με το βανάκι θα έπρεπε να πάνε κέντρο και να επιστρέψουν πίσω μετά.
Οι υπόλοιποι που δεν βιαζόμασταν μείναμε πίσω να περιμένουμε. Κάποια στιγμή ήρθε και μας άφησε κέντρο, αλλά κοντά στις 3 το μεσημέρι, κάπου 4-5 ώρες αργότερα απ' ότι περιμέναμε να φτάσουμε.
Εγώ είχα ψάξει για χοστέλ στο κινητό, αλλά δεν είχα κλείσει ακόμα. Ο Ινδός επέμενε να πάμε σε ένα χοστέλ που είχε ξαναμείνει, το οποίο ήταν φθηνό, πολύ πιο φθηνό από τις τιμές που είχα δει σε agoda, traveloka και booking για άλλα χοστέλ στο κέντρο, οπότε το φοβήθηκα λίγο. Επίσης ήταν πιο μακριά από αυτά στο κέντρο. Αυτός επέμενε ότι ήταν καλό και σε καλή θέση, σε σημείο που μου φαινόταν κάπως περίεργο το γιατί τόση επιμονή. Στο βανάκι είχε και έναν άλλο γνωστό του Ινδό που επέστρεφε και αυτός Ινδία. Ο τύπος αυτός δεν μίλαγε αγγλικά ή δεν ήθελε να μου μιλήσει εμένα, πάντως μίλαγαν συχνά μαζί και δεν ήξερα τι λέγανε και δεν μου άρεσε. Τέλος πάντων συμφώνησα να πάω να το δω και αν μου αρέσει να κάτσω.
Πήγαμε να πάρουμε τουκτουκ αλλά εκτός του ότι ζήταγαν πολλά λεφτά, δεν δεχόντουσαν να μας πάρουν και τους τρεις. Ο ινδός θεωρούσε ότι έπρεπε να πάμε παρέα και οι τρεις μαζί οι οδηγοί όχι, του έλεγα εγώ άσε με ρε θα πάω μόνος μου σε ένα εδώ κοντά που έχω βρει, δεν ήθελε.
Σταδιακά φύγανε οι οδηγοί που μας είχαν απορρίψει, περιμέναμε λίγη ώρα μήπως έρθουν άλλοι αλλά δεν έρχονταν, οπότε δοκιμάσαμε grab. Μας δέχθηκε ένας που πέρασαν πολλά λεπτά να ξεκινήσει και τελικά το ακύρωσε. Μετά δεν υπήρχε κανείς οδηγός να δέχεται την κούρσα. Δεν ξέρω τι είχε γίνει, ήταν η ώρα; Ήμασταν άτυχοι γενικά;
Είχαμε χάσει πάνω από 30, ίσως 45 λεπτά σε όλο αυτό, οπότε κάποια στιγμή αποφάσισα ότι δεν θέλω να χάσω άλλη ώρα γιατί μέχρι να φτάσουμε στο άλλο χοστέλ θα είχε πέσει το φως και δεν θα έβλεπα τίποτα. Οπότε τους λέω σας ευχαριστώ αλλά φεύγω, θα πάω στο χοστέλ εδώ κοντά. Επέμενε πάλι να μείνω να πάμε μαζί που ποτέ δε κατάλαβα γιατί τόσο, πάντως εκεί το είχα πάρει απόφαση.
Και όντως σε 15-20 λεπτά είχα φτάσει στο χοστέλ, στο οποίο μάλιστα μου έκαναν αρκετά καλύτερη τιμή στο γκισέ από online. Άφησα τα πράγματα και βγήκα να προλάβω ότι μπορούσα.
(συνεχίζεται)
Εδώ ένα περίεργα διακοσμημένο φορτηγό από τα πολλά στην εθνική.
Last edited by a moderator: