poised
Member
- Μηνύματα
- 1.058
- Likes
- 8.860
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Η (παραλίγο μη-) αναχώρηση και η άφιξη
- Πρώτη μέρα στο Πουκέτ - Από το χαλαρά στο όλα μέσα
- Πρώτη μέρα στο Πουκέτ (II)
- Δεύτερη μέρα στο Πουκέτ. Τουριστίλα με james bond island, κλπ
- Τρέχουμε τώρα τρέχουμε: Koh Lanta
- Τρέχουμε τώρα τρέχουμε: Koh Lanta (II)
- Koh Phi Phi σε μια μέρα. Δηλαδή ούτε καν.
- Krabi και Raylay: Ημέρα υπερβολικής φυσικής δραστηριότητας και υπερβολικά αφύσικης ηλιθιότητας
- Krabi και Raylay (II)
- Krabi και Raylay (III)
- Koh Samui όσο να ανοιγοκλείσεις τα μάτια.
- Koh Samui (II)
- Koh Samui (III)
- Koh Pha Ngan: Στη σπίντα (έτσι από συνήθεια) και το ατύχημα
- Koh Pha Ngan (II)
- Koh Pha Ngan (III)
- Koh Tao: Ω είναι ωραία στον παράδεισο
- Koh Tao (II)
- Koh Tao: Σαν να κολυμπάς σε τροπικό ενυδρείο
- Koh Tao: Σαν να κολυμπάς σε τροπικό ενυδρείο (II)
- Koh Tao: Σαν να κολυμπάς σε τροπικό ενυδρείο(III)
- Koh Tao (IV)
- Προς Μπανκόκ: Όταν κάτι είναι να πάει στραβά θα πάει
- Μπανγκόκ (II)
- Εμβόλιμες Σκέψεις: Η πρώτη μέρα της υπόλοιπης ζωής μου
- Μπανγκόκ: Παλάτια και φτωχογειτονιές
- Μπανγκοκ - Παλάτια κ Φτωχογειτονιές (ΙΙ)
- Μπανγκοκ - Παλάτια κ Φτωχογειτονιές (ΙΙΙ)
- Μπανγκοκ - Παλάτια κ Φτωχογειτονιές (ΙV)
- Μπανγκοκ - Παλάτια κ Φτωχογειτονιές (V)
- Μπανγκόκ: Τσάτουτσακ
- Μπανγκόκ: Τσάτουτσακ (ΙΙ)
- Χούα Χιν: Κατά λάθος όμως έτσι;
- Αγιουτάγια: Ποδηλατώντας στα αρχαία
- Αγιουτάγια: Ποδηλατώντας στα αρχαία (ΙΙ)
- Chiang Mai: Αφού το λέτε έτσι θα είναι
- Chiang Mai: Τώρα κάτι γίνεται
- Chiang Mai - Τώρα κάτι γίνεται (ΙΙ)
- Chiang Mai: Το αληθινόν
- Chiang Rai: Φύση (και κάτι "κακές" σκέψεις)
- Chiang Rai (II)
- Τσιανγκ Ράι και Τσιανγκ Μάι και το πλάνο πάει δε πάει
- Τσιανγκ Ράι και Τσιανγκ Μάι και το πλάνο πάει δε πάει (II)
- Τσιανγκ Ράι και Τσιανγκ Μάι και το πλάνο πάει δε πάει (III)
- Η γέφυρα του ποταμού Κβάι (ή και όχι)
- Μπανγκόκ και πάλι: H μεγαλούπολη (και βαθιά εκπνοή απελπισίας)
- Μπανγκόκ κ πάλι (ΙΙ)
- Mae Khlong: Η αγορά του τρένου
- Mae Khlong: Η αγορά του τρένου (ΙΙ)
- Mae Khlong: Η αγορά του τρένου (ΙΙΙ)
- Mae Khlong: Η αγορά του τρένου (ΙV)
- Μέρα αποφάσεων: Να πα να -μπιπ- όλα, συνεχίζω
- Poi Pet: Καλώς ήλθε το δολάριο, καμπόντιαν εντίσιον
- Poi Pet (II)
- Siem Reap
- Άνγκορ Βατ: Η πρώτη επαφή
- Άνκορ Βατ (ΙΙ)
- Άνκορ Βατ (ΙΙΙ)
- Άνκορ Βατ (ΙV)
- Άνγκορ Βατ: Ουά ντόλα σεεε
- Άνκορ Βατ (V)
- Άνκορ Βατ (VI)
- Άνκορ Βατ (VII)
- Άνκορ Βάτ (VIII)
- Siem Riep: Όχι άλλους ναούς, φτάνει!
- Siem Reap by night
- Μπάταμπανγκ μέσα από την λίμνη Τόνλε Σαπ
- Μπάταμπανγκ μέσα από την λίμνη Τόνλε Σαπ (II)
- Μπάταμπανγκ
- Μπάταμπανγκ: Νυχτερίδες
- Μπάταμπανγκ: Νυχτερίδες (II)
- Φεύγοντας από Μπάταμπανγκ: Συμφωνία εθνικής οδού αρ. 5 σε θανατηφόρο μείζονα
- Φεύγοντας απο Μπαταμπάνγκ (ΙΙ)
- Στο δρόμο για Πνομ Πεν
- Πνομ Πεν
- Πνομ Πεν: Όσα φέρνει η ώρα δεν τα φέρνει ο χρόνος όλος
- Νύχτα στην Πνομ Πεν
- Job Interview
- Πνομ Πεν (ΙΙ)
- Πνομ Πεν: Σιχαμάρα για το ανθρώπινο γένος
- Πνομ Πεν (ΙΙΙ)
- Σιχανουκβιλ: Πόλη όνομα και πράμα (και η τρελή)
- Σιχανούκβιλ
- Σιχανούκβιλ (ΙΙ)
- Σιχανκουκβιλ: Φτωχονεοπλουτισμός (και η τρελή)
- Σιχανουκβιλ: 100 αποχρώσεις της βροχής (και η τρελή)
- Σιχανουκβιλ (συνέχεια)
- Σιχανούκβιλ: Δώσ' της άλλη μια ευκαιρία;
- Επιστροφή στην Πνομ Πεν
- Ho Chi Minh City: Τρεχάτε ποδαράκια μου να μη σας χέσει ο κώλος
- Σχέδια για Βιετνάμ
- Χο Τσι Μινχ
- Τούνελ Κου Τσι: Και η κουτσή Μαρία
- Τούνελ (συνέχεια)
- Ho Chi Minh City: Μια θάλασσα παπάκια
- Theme Park κ επιστροφή στην πόλη
- Ho Chi Minh City: Στενοχώρια για το ανθρώπινο είδος και πάλι
- Τελευταίο βράδυ στη Σαϊγκόν
- Ho Chi Minh City και Μούι Νε: Παλάτι της Ανεξαρτησίας και αμμόλοφοι
- Μούι Νε
- Μούι νε: Πάλι αμμόλοφοι και μία από τις χειρότερες μεταφορές της ζωής μου
- Μούι Νε (ΙΙ)
- Διαδρομή προς Νταλάτ
- Ντα Λατ: Φταίω που αρέσω;
- Νταλάτ (ΙΙ)
- Ντα Λατ: Φύση, βροχή και μας πιάσανε τον κώλο
- Νια Τσάνγκ (Nha Trang): Ξανά στις παραλίες
- Νια Τσανγκ: Στα καφέ
- Ντα Νανγκ: Κλάμπινγκ μέχρι το πρωί (ε, καλά, όχι και ακριβώς)
- Ντα Νανγκ συνέχεια
- Ντα Νανγκ και Χόι Αν: Κάπως προ υπερτουρισμού
- Χόι Αν
- Κούι Νιον (Quy Nhon): Έι πειρατή!
- Κούι Νιον
- Πέρασμα Χάι Βαν και Σον Τσα (Hai Van/Son tra): Φύση, ηρεμία και θέες λίγο έξω από τη Ντα Νανγκ
- Χουέ (Hue): Χωρίς βροχή την βροχερή περίοδο, το λες και ότι πιάσαμε τζόκερ
- Χουε
- Hue σε Dong Hoi - Κρίντζι
- Quang Binh - Απίστευτες βόλτες και σπηλιές
- Quang Binh
- Quang Binh (ΙΙ)
- Ninh Binh - Όταν οι απατεωνιές σε φτάνουν στα όριά σου
- Ninh Binh
- Ninh Binh σε Sa Pa - Αφού ζήσαμε να το θυμόμαστε
- Σα Πα - Υπό βροχή, ομίχλη και κρύο
- Σα Πα
- Σα Πα: Πήραμε τα βουνά
- Ανόι: Πίσω στη ζέστη, βαβούρα και "πολιτισμό"
- Λεωφορείο
- Ανόι
- Ανόι: Βόλτες στη πόλη
- Ανόι (συνέχεια)
- Ανόι (συνέχεια ΙΙ)
- Ανόι: Μουσείο εθνολογίας
- Χα Λονγκ
- Χα Λονγκ: Όπως στα καρποστάλ
- Χα Λονγκ ΙΙ
- Χα Λονγκ ΙΙΙ
- Ανόι: Και τώρα τι;
- Ανόι: Τελευταίες ώρες
- Τέλος Ταξιδιού
- Επίλογος
Είχα σκοπό να ονομάσω την ιστορία "το ταξίδι που μου άλλαξε την ζωή", αλλά τελευταία στιγμή το βρήκα πολύ βαρύ και πομπώδες. Και ενώ μερικά ταξίδια έχουν εμπειρίες που αποδεικνύονται καθοριστικές για το μέλλον αυτού που τις ζει, σε αυτό δεν συνέβη τίποτα τόσο ιδιαίτερο, τίποτα με βαθύ νόημα, κάποια συνταρακτική συνειδητοποίηση ή ξέρω 'γω επιφώτηση. Απλά μία συγκυρία, την αποκάλυψη της οποίας θα την αφήσω για την ώρα της, η οποία άλλαξε... τη πορεία της ζωής μου. Όμως τελικά συνειδητοποίησα ότι περισσότερη σημασία είχε το ότι πήρα την απόφαση να κάνω το ταξίδι με αυτό τον τρόπο, οπότε και προέκυψε ο τρέχον τίτλος.
Η ιστορία λοιπόν ξεκινάει ένα καλοκαίρι που ήμουν σε διαπραγματεύσεις για δουλειά σε μεγάλη πόλη της Ευρώπης. Είχα κάνει τρεις συνεντεύξεις που είχαν πάει καλά, συζητούσαμε λεπτομέρειες και απ' ότι φαινόταν θα ξεκινούσα από Σεπτέμβρη. Όμως κάποια στιγμή το πράγμα χάλασε και μου ανακοίνωσαν ότι δεν θα προχώραγαν. Συμβαίνουν αυτά, αν και η αλήθεια είναι ότι δε το περίμενα σε τέτοιο προχωρημένο σημείο και αντικειμενικά είχα απογοητευτεί και λίγο γιατί μου άρεσε η θέση.
Η προηγούμενη δουλειά από την οποία είχα παραιτηθεί πριν κάποιο καιρό με είχε εξοντώσει. Πολλές ώρες με έντονο στρες σε τοξικό κλίμα με είχαν αλλάξει (μάλλον καλύτερα ταιριάζει το "χαλάσει"). Μου πήρε καιρό να καταλάβω την αρνητική επίδραση που είχε όλο αυτό, αλλά από την στιγμή που συνειδητοποίησα τη ζημιά αποφάσισα ότι δεν θα ξαναζούσα τέτοιες καταστάσεις - όσο τουλάχιστον θα μπορούσα να αντέξω οικονομικά. Υπήρχε κάτι προσωρινό που έκανα εκείνο το καιρό και δεν απαιτούσε πολλή καθημερινή απασχόληση, αλλά δυνητικά χρειαζόταν η φυσική μου παρουσία ειδικά σε περίπτωση που παρουσιάζονταν προβλήματα. Με αυτό, τα έτοιμα και κάποια άλλα εξτραδάκια έβγαιναν αρκετά για "συντήρηση" χωρίς ανάγκη κανονικής δουλειάς για αρκετούς μήνες, ίσως και για λίγα χρόνια αν δεν έκανα σπατάλες, που δεν έκανα. Οπότε είχα πολύ χρόνο για τον εαυτό μου (σπάνιο μετά από πολύ καιρό πίεσης) μαζί με το περιθώριο να ψάξω να βρω την επόμενη δουλειά που θεωρούσα ότι μου ταίριαζε.
Σε αυτές τις συνθήκες είχα ξεμείνει στην πόλη μέσα Αυγούστου με τους περισσότερους σε διακοπές εδώ και εκεί. Μία παιδική φίλη είχε έρθει να δει τους γονείς της για μερικές μέρες και με αυτή και κάποιες φορές την παρέα της καταλήγαμε να τα πίνουμε τα περισσότερα βράδια και να λέμε τον "πόνο" μας. Αυτή συνέχιζε να περνάει δύσκολα στην δουλειά της ενώ εγώ θυμόμουν τα δύσκολα που είχα αφήσει. Σκέφτηκα μήπως πήγαινα κάποιες μέρες κάπου που θα με φιλοξενούσαν φίλοι ή κάνα κάμπινγκ που γενικά το αποφεύγω την υψηλή σεζόν, αλλά όπως ήταν αναμενόμενο για τελευταία στιγμή μέσα Αυγούστου τα πάντα ήταν πανάκριβα. Τα φθηνότερα αεροπορικά για οπουδήποτε στο 600ρι πηγαινέλα. Δεν ήθελα λοιπόν να "φάω" κάνα χιλιάρικο απλά για να πάω κάπου πχ στην Ελλάδα ή τριγύρω απλά για να λέω ότι κάτι έκανα. Εξαίρεση ένα Πουκέτ της scoot μόνο πήγαινε γύρω στα 250 χωρίς βαλίτσα και φαγητό και η επιστροφή αν θυμάμαι από τον ίδιο ή άλλους προορισμούς εκεί κοντά στα ίδια.
Ήταν λοιπόν Παρασκευή απόγευμα και ενώ τελείωνα δουλειά, μου έστειλε μήνυμα η φίλη μου ότι θα πήγαινε το βράδυ σε ένα μπαράκι μαζί με μία από τις φίλες της που είχα γνωρίσει ξανά τις προηγούμενες μέρες. Της απάντησα "ναι θα τα πούμε εκεί". Όμως επιστρέφοντας σπίτι μέσα από τους άδειους δρόμους στη ζέστη του Αυγούστου δε με άφηνε σε ηρεμία μια σκέψη που είχε ξεκινήσει να με τρώει τις προηγούμενες μέρες. Ήξερα ότι μέχρι να φτάσω σε συνέντευξη για επόμενη δουλειά θα έπαιρνε το λιγότερο δύο μήνες και μάλλον πιο ορθολογικά τρεις. Να καθόμουν και να περίμενα ή μήπως καλύτερα να τα μπουμπούνιζα όλα φεύγοντας για κάποιο μεγάλο (χρονικά) ταξίδι μιας που ποιος ξέρει πότε θα είχα ξανά την ευκαιρία να μην έχω προγραμματισμένη δουλειά για το επόμενο διάστημα; Από την μία μπορούσα να τελειώσω τη δουλειά που είχα αναλάβει απομακρυσμένα (στα τελειώματα ήμουν) αλλά τι θα έκανα αν με χρειάζονταν ξαφνικά και έπρεπε να επιστρέψω σε σύντομο διάστημα; Θα άξιζε να πέταγα λεφτά σε εισιτήρια τελευταίας στιγμής από την άλλη άκρη του κόσμου; Αν έφευγα, εκτός από τα έξοδα, θα έπρεπε να ψάχνω για δουλειά ταξιδεύοντας, κάτι που αν το κάνεις κανονικά είναι μία δουλειά μόνο του και δε θα μπορούσε να γίνει σωστά σε ένα ταξίδι με πολλές μετακινήσεις, οπότε ρίσκαρα να καθυστερήσει. Και αν τελικά δεν έβρισκα τόσο σύντομα δουλειά όσο νόμιζα και μερικούς μήνες μετά είχα χαλάσει και τα λεφτά τι θα έκανα μετά; Θα έπρεπε να πάω πάλι σε δουλειά γαλέρα;
Τέτοια λοιπόν σκεφτόμουν και ήμουν στην κατάσταση που σε τρώει το να θες να πάρεις μία απόφαση και να μη σου αρέσει ούτε το ένα ούτε το άλλο. Είχα φτάσει σπίτι και καθόμουν σαν χαμένος ζυγίζοντας το ένα και το άλλο στο μυαλό μου. Κάποια στιγμή κοίταξα αν το εισιτήριο για το Πουκέτ είχε ακριβύνει. Δεν είχε. Έπιασα το κινητό και έστειλα στη φίλη μου "τελικά δε θα έρθω, αποφάσισα να φύγω Ταϊλάνδη μεθαύριο και πρέπει να μαζέψω". Το πως ακριβώς το αποφάσισα δε το κατάλαβα (υπάρχει μία θεωρία που λέει ότι όλες οι αποφάσεις είναι συναισθηματικές και απλά εκλογικεύονται στην συνέχεια). Έκλεισα το εισιτήριο αμέσως με εκείνο το αίσθημα στην κοιλιά που σε γαργαλάει σαν λέγοντάς σου "μαλακία κάνεις". Ταυτόχρονα υπήρχε μία ανακούφιση ότι τα πράγματα είχαν πάρει την ροή τους αλλά και μία προσδοκία και στρες για το πως θα πάει. Όπως και να είχε, σε δυόμιση μέρες είχα αναχώρηση και έπρεπε να γίνουν πολλά.
Για το Πουκέτ δεν ήξερα τίποτα πέρα του ότι είναι γνωστός ταξιδιωτικός προορισμός και λόγω αυτού τον είχα αποφύγει μέχρι τότε. Όμως και ακριβώς λόγω αυτού ήταν ιδανική επιλογή να πάω απροετοίμαστος. Τα είχαν καταφέρει γνωστοί μου εντελώς (ταξιδιωτικοί) στόκοι οπότε δεν αγχωνόμουν, θα έβρισκα άκρη. Εξ' άλλου η Ταϊλάνδη δεν είναι δύσκολος προορισμός.
Είπα σε λίγους και εκλεκτούς ότι φεύγω (πάντα υπήρχε φθόνος στους γύρω για όσους ταξίδευαν, πόσο μάλλον εν καιρό κρίσης). Με ρώτησαν για πόσο. Δεν ήξερα. Δεν είχα βγάλει εισιτήριο επιστροφής μιας που μπορεί να χρειαζόταν να γυρίσω εσπευσμένα, αλλά από την άλλη δεν είχα προγραμματίσει και τίποτα και ήθελα να το σπρώξω όσο άντεχα, οπότε δεν ήξερα ούτε το πότε ούτε το από που. Τους έλεγα λοιπόν ελπίζω το λιγότερο 10 μέρες, πιο πιθανό δύο εβδομάδες και εύχομαι να τα καταφέρω για κάνα μήνα. Σε έναν μόνο θυμάμαι να είπα "ξέρεις δίπλα είναι η Καμπότζη, το Λάος και το Βιετνάμ, θα μπορούσα να τα δω όλα αυτά, αλλά μάλλον είναι όνειρο θερινής νυκτός, δεν νομίζω ότι γίνεται".
Πριν όμως μπούμε στο ζουμί, θα ήθελα να ξεκαθαρίσω ότι δεν κρατάω σημειώσεις από τα ταξίδια μου, το μόνο που έχω είναι οι φωτογραφίες και ότι θυμάμαι από αυτές. Οπότε ο στόχος δεν είναι οι τουριστικές πληροφορίες (που σίγουρα θα υπάρχουν), αλλά περισσότερο η περιήγηση με περιγραφές από καταστάσεις και συναισθήματα όπως τα ανακαλώ σήμερα. Ίσως κάποιες μέρες να περιγράφονται πολύ αναλυτικά και άλλες να τις πακετάρω μαζί πολύ περιγραφικά, θα δούμε πως θα πάει, μιας που γράφω κυρίως για εμένα. Όμως έχοντας επίγνωση ότι το δύσκολο δεν είναι να ξεκινήσεις μία ιστορία αλλά να την τελειώσεις, σκοπεύω να προσαρμοστώ στην ανάγκη να έχει ρυθμό και να τελειώσει. Πόσο ακριβώς; Θα δείξει.
Η ιστορία λοιπόν ξεκινάει ένα καλοκαίρι που ήμουν σε διαπραγματεύσεις για δουλειά σε μεγάλη πόλη της Ευρώπης. Είχα κάνει τρεις συνεντεύξεις που είχαν πάει καλά, συζητούσαμε λεπτομέρειες και απ' ότι φαινόταν θα ξεκινούσα από Σεπτέμβρη. Όμως κάποια στιγμή το πράγμα χάλασε και μου ανακοίνωσαν ότι δεν θα προχώραγαν. Συμβαίνουν αυτά, αν και η αλήθεια είναι ότι δε το περίμενα σε τέτοιο προχωρημένο σημείο και αντικειμενικά είχα απογοητευτεί και λίγο γιατί μου άρεσε η θέση.
Η προηγούμενη δουλειά από την οποία είχα παραιτηθεί πριν κάποιο καιρό με είχε εξοντώσει. Πολλές ώρες με έντονο στρες σε τοξικό κλίμα με είχαν αλλάξει (μάλλον καλύτερα ταιριάζει το "χαλάσει"). Μου πήρε καιρό να καταλάβω την αρνητική επίδραση που είχε όλο αυτό, αλλά από την στιγμή που συνειδητοποίησα τη ζημιά αποφάσισα ότι δεν θα ξαναζούσα τέτοιες καταστάσεις - όσο τουλάχιστον θα μπορούσα να αντέξω οικονομικά. Υπήρχε κάτι προσωρινό που έκανα εκείνο το καιρό και δεν απαιτούσε πολλή καθημερινή απασχόληση, αλλά δυνητικά χρειαζόταν η φυσική μου παρουσία ειδικά σε περίπτωση που παρουσιάζονταν προβλήματα. Με αυτό, τα έτοιμα και κάποια άλλα εξτραδάκια έβγαιναν αρκετά για "συντήρηση" χωρίς ανάγκη κανονικής δουλειάς για αρκετούς μήνες, ίσως και για λίγα χρόνια αν δεν έκανα σπατάλες, που δεν έκανα. Οπότε είχα πολύ χρόνο για τον εαυτό μου (σπάνιο μετά από πολύ καιρό πίεσης) μαζί με το περιθώριο να ψάξω να βρω την επόμενη δουλειά που θεωρούσα ότι μου ταίριαζε.
Σε αυτές τις συνθήκες είχα ξεμείνει στην πόλη μέσα Αυγούστου με τους περισσότερους σε διακοπές εδώ και εκεί. Μία παιδική φίλη είχε έρθει να δει τους γονείς της για μερικές μέρες και με αυτή και κάποιες φορές την παρέα της καταλήγαμε να τα πίνουμε τα περισσότερα βράδια και να λέμε τον "πόνο" μας. Αυτή συνέχιζε να περνάει δύσκολα στην δουλειά της ενώ εγώ θυμόμουν τα δύσκολα που είχα αφήσει. Σκέφτηκα μήπως πήγαινα κάποιες μέρες κάπου που θα με φιλοξενούσαν φίλοι ή κάνα κάμπινγκ που γενικά το αποφεύγω την υψηλή σεζόν, αλλά όπως ήταν αναμενόμενο για τελευταία στιγμή μέσα Αυγούστου τα πάντα ήταν πανάκριβα. Τα φθηνότερα αεροπορικά για οπουδήποτε στο 600ρι πηγαινέλα. Δεν ήθελα λοιπόν να "φάω" κάνα χιλιάρικο απλά για να πάω κάπου πχ στην Ελλάδα ή τριγύρω απλά για να λέω ότι κάτι έκανα. Εξαίρεση ένα Πουκέτ της scoot μόνο πήγαινε γύρω στα 250 χωρίς βαλίτσα και φαγητό και η επιστροφή αν θυμάμαι από τον ίδιο ή άλλους προορισμούς εκεί κοντά στα ίδια.
Ήταν λοιπόν Παρασκευή απόγευμα και ενώ τελείωνα δουλειά, μου έστειλε μήνυμα η φίλη μου ότι θα πήγαινε το βράδυ σε ένα μπαράκι μαζί με μία από τις φίλες της που είχα γνωρίσει ξανά τις προηγούμενες μέρες. Της απάντησα "ναι θα τα πούμε εκεί". Όμως επιστρέφοντας σπίτι μέσα από τους άδειους δρόμους στη ζέστη του Αυγούστου δε με άφηνε σε ηρεμία μια σκέψη που είχε ξεκινήσει να με τρώει τις προηγούμενες μέρες. Ήξερα ότι μέχρι να φτάσω σε συνέντευξη για επόμενη δουλειά θα έπαιρνε το λιγότερο δύο μήνες και μάλλον πιο ορθολογικά τρεις. Να καθόμουν και να περίμενα ή μήπως καλύτερα να τα μπουμπούνιζα όλα φεύγοντας για κάποιο μεγάλο (χρονικά) ταξίδι μιας που ποιος ξέρει πότε θα είχα ξανά την ευκαιρία να μην έχω προγραμματισμένη δουλειά για το επόμενο διάστημα; Από την μία μπορούσα να τελειώσω τη δουλειά που είχα αναλάβει απομακρυσμένα (στα τελειώματα ήμουν) αλλά τι θα έκανα αν με χρειάζονταν ξαφνικά και έπρεπε να επιστρέψω σε σύντομο διάστημα; Θα άξιζε να πέταγα λεφτά σε εισιτήρια τελευταίας στιγμής από την άλλη άκρη του κόσμου; Αν έφευγα, εκτός από τα έξοδα, θα έπρεπε να ψάχνω για δουλειά ταξιδεύοντας, κάτι που αν το κάνεις κανονικά είναι μία δουλειά μόνο του και δε θα μπορούσε να γίνει σωστά σε ένα ταξίδι με πολλές μετακινήσεις, οπότε ρίσκαρα να καθυστερήσει. Και αν τελικά δεν έβρισκα τόσο σύντομα δουλειά όσο νόμιζα και μερικούς μήνες μετά είχα χαλάσει και τα λεφτά τι θα έκανα μετά; Θα έπρεπε να πάω πάλι σε δουλειά γαλέρα;
Τέτοια λοιπόν σκεφτόμουν και ήμουν στην κατάσταση που σε τρώει το να θες να πάρεις μία απόφαση και να μη σου αρέσει ούτε το ένα ούτε το άλλο. Είχα φτάσει σπίτι και καθόμουν σαν χαμένος ζυγίζοντας το ένα και το άλλο στο μυαλό μου. Κάποια στιγμή κοίταξα αν το εισιτήριο για το Πουκέτ είχε ακριβύνει. Δεν είχε. Έπιασα το κινητό και έστειλα στη φίλη μου "τελικά δε θα έρθω, αποφάσισα να φύγω Ταϊλάνδη μεθαύριο και πρέπει να μαζέψω". Το πως ακριβώς το αποφάσισα δε το κατάλαβα (υπάρχει μία θεωρία που λέει ότι όλες οι αποφάσεις είναι συναισθηματικές και απλά εκλογικεύονται στην συνέχεια). Έκλεισα το εισιτήριο αμέσως με εκείνο το αίσθημα στην κοιλιά που σε γαργαλάει σαν λέγοντάς σου "μαλακία κάνεις". Ταυτόχρονα υπήρχε μία ανακούφιση ότι τα πράγματα είχαν πάρει την ροή τους αλλά και μία προσδοκία και στρες για το πως θα πάει. Όπως και να είχε, σε δυόμιση μέρες είχα αναχώρηση και έπρεπε να γίνουν πολλά.
Για το Πουκέτ δεν ήξερα τίποτα πέρα του ότι είναι γνωστός ταξιδιωτικός προορισμός και λόγω αυτού τον είχα αποφύγει μέχρι τότε. Όμως και ακριβώς λόγω αυτού ήταν ιδανική επιλογή να πάω απροετοίμαστος. Τα είχαν καταφέρει γνωστοί μου εντελώς (ταξιδιωτικοί) στόκοι οπότε δεν αγχωνόμουν, θα έβρισκα άκρη. Εξ' άλλου η Ταϊλάνδη δεν είναι δύσκολος προορισμός.
Είπα σε λίγους και εκλεκτούς ότι φεύγω (πάντα υπήρχε φθόνος στους γύρω για όσους ταξίδευαν, πόσο μάλλον εν καιρό κρίσης). Με ρώτησαν για πόσο. Δεν ήξερα. Δεν είχα βγάλει εισιτήριο επιστροφής μιας που μπορεί να χρειαζόταν να γυρίσω εσπευσμένα, αλλά από την άλλη δεν είχα προγραμματίσει και τίποτα και ήθελα να το σπρώξω όσο άντεχα, οπότε δεν ήξερα ούτε το πότε ούτε το από που. Τους έλεγα λοιπόν ελπίζω το λιγότερο 10 μέρες, πιο πιθανό δύο εβδομάδες και εύχομαι να τα καταφέρω για κάνα μήνα. Σε έναν μόνο θυμάμαι να είπα "ξέρεις δίπλα είναι η Καμπότζη, το Λάος και το Βιετνάμ, θα μπορούσα να τα δω όλα αυτά, αλλά μάλλον είναι όνειρο θερινής νυκτός, δεν νομίζω ότι γίνεται".
Πριν όμως μπούμε στο ζουμί, θα ήθελα να ξεκαθαρίσω ότι δεν κρατάω σημειώσεις από τα ταξίδια μου, το μόνο που έχω είναι οι φωτογραφίες και ότι θυμάμαι από αυτές. Οπότε ο στόχος δεν είναι οι τουριστικές πληροφορίες (που σίγουρα θα υπάρχουν), αλλά περισσότερο η περιήγηση με περιγραφές από καταστάσεις και συναισθήματα όπως τα ανακαλώ σήμερα. Ίσως κάποιες μέρες να περιγράφονται πολύ αναλυτικά και άλλες να τις πακετάρω μαζί πολύ περιγραφικά, θα δούμε πως θα πάει, μιας που γράφω κυρίως για εμένα. Όμως έχοντας επίγνωση ότι το δύσκολο δεν είναι να ξεκινήσεις μία ιστορία αλλά να την τελειώσεις, σκοπεύω να προσαρμοστώ στην ανάγκη να έχει ρυθμό και να τελειώσει. Πόσο ακριβώς; Θα δείξει.
Last edited by a moderator: