poised
Member
- Μηνύματα
- 1.058
- Likes
- 8.860
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Η (παραλίγο μη-) αναχώρηση και η άφιξη
- Πρώτη μέρα στο Πουκέτ - Από το χαλαρά στο όλα μέσα
- Πρώτη μέρα στο Πουκέτ (II)
- Δεύτερη μέρα στο Πουκέτ. Τουριστίλα με james bond island, κλπ
- Τρέχουμε τώρα τρέχουμε: Koh Lanta
- Τρέχουμε τώρα τρέχουμε: Koh Lanta (II)
- Koh Phi Phi σε μια μέρα. Δηλαδή ούτε καν.
- Krabi και Raylay: Ημέρα υπερβολικής φυσικής δραστηριότητας και υπερβολικά αφύσικης ηλιθιότητας
- Krabi και Raylay (II)
- Krabi και Raylay (III)
- Koh Samui όσο να ανοιγοκλείσεις τα μάτια.
- Koh Samui (II)
- Koh Samui (III)
- Koh Pha Ngan: Στη σπίντα (έτσι από συνήθεια) και το ατύχημα
- Koh Pha Ngan (II)
- Koh Pha Ngan (III)
- Koh Tao: Ω είναι ωραία στον παράδεισο
- Koh Tao (II)
- Koh Tao: Σαν να κολυμπάς σε τροπικό ενυδρείο
- Koh Tao: Σαν να κολυμπάς σε τροπικό ενυδρείο (II)
- Koh Tao: Σαν να κολυμπάς σε τροπικό ενυδρείο(III)
- Koh Tao (IV)
- Προς Μπανκόκ: Όταν κάτι είναι να πάει στραβά θα πάει
- Μπανγκόκ (II)
- Εμβόλιμες Σκέψεις: Η πρώτη μέρα της υπόλοιπης ζωής μου
- Μπανγκόκ: Παλάτια και φτωχογειτονιές
- Μπανγκοκ - Παλάτια κ Φτωχογειτονιές (ΙΙ)
- Μπανγκοκ - Παλάτια κ Φτωχογειτονιές (ΙΙΙ)
- Μπανγκοκ - Παλάτια κ Φτωχογειτονιές (ΙV)
- Μπανγκοκ - Παλάτια κ Φτωχογειτονιές (V)
- Μπανγκόκ: Τσάτουτσακ
- Μπανγκόκ: Τσάτουτσακ (ΙΙ)
- Χούα Χιν: Κατά λάθος όμως έτσι;
- Αγιουτάγια: Ποδηλατώντας στα αρχαία
- Αγιουτάγια: Ποδηλατώντας στα αρχαία (ΙΙ)
- Chiang Mai: Αφού το λέτε έτσι θα είναι
- Chiang Mai: Τώρα κάτι γίνεται
- Chiang Mai - Τώρα κάτι γίνεται (ΙΙ)
- Chiang Mai: Το αληθινόν
- Chiang Rai: Φύση (και κάτι "κακές" σκέψεις)
- Chiang Rai (II)
- Τσιανγκ Ράι και Τσιανγκ Μάι και το πλάνο πάει δε πάει
- Τσιανγκ Ράι και Τσιανγκ Μάι και το πλάνο πάει δε πάει (II)
- Τσιανγκ Ράι και Τσιανγκ Μάι και το πλάνο πάει δε πάει (III)
- Η γέφυρα του ποταμού Κβάι (ή και όχι)
- Μπανγκόκ και πάλι: H μεγαλούπολη (και βαθιά εκπνοή απελπισίας)
- Μπανγκόκ κ πάλι (ΙΙ)
- Mae Khlong: Η αγορά του τρένου
- Mae Khlong: Η αγορά του τρένου (ΙΙ)
- Mae Khlong: Η αγορά του τρένου (ΙΙΙ)
- Mae Khlong: Η αγορά του τρένου (ΙV)
- Μέρα αποφάσεων: Να πα να -μπιπ- όλα, συνεχίζω
- Poi Pet: Καλώς ήλθε το δολάριο, καμπόντιαν εντίσιον
- Poi Pet (II)
- Siem Reap
- Άνγκορ Βατ: Η πρώτη επαφή
- Άνκορ Βατ (ΙΙ)
- Άνκορ Βατ (ΙΙΙ)
- Άνκορ Βατ (ΙV)
- Άνγκορ Βατ: Ουά ντόλα σεεε
- Άνκορ Βατ (V)
- Άνκορ Βατ (VI)
- Άνκορ Βατ (VII)
- Άνκορ Βάτ (VIII)
- Siem Riep: Όχι άλλους ναούς, φτάνει!
- Siem Reap by night
- Μπάταμπανγκ μέσα από την λίμνη Τόνλε Σαπ
- Μπάταμπανγκ μέσα από την λίμνη Τόνλε Σαπ (II)
- Μπάταμπανγκ
- Μπάταμπανγκ: Νυχτερίδες
- Μπάταμπανγκ: Νυχτερίδες (II)
- Φεύγοντας από Μπάταμπανγκ: Συμφωνία εθνικής οδού αρ. 5 σε θανατηφόρο μείζονα
- Φεύγοντας απο Μπαταμπάνγκ (ΙΙ)
- Στο δρόμο για Πνομ Πεν
- Πνομ Πεν
- Πνομ Πεν: Όσα φέρνει η ώρα δεν τα φέρνει ο χρόνος όλος
- Νύχτα στην Πνομ Πεν
- Job Interview
- Πνομ Πεν (ΙΙ)
- Πνομ Πεν: Σιχαμάρα για το ανθρώπινο γένος
- Πνομ Πεν (ΙΙΙ)
- Σιχανουκβιλ: Πόλη όνομα και πράμα (και η τρελή)
- Σιχανούκβιλ
- Σιχανούκβιλ (ΙΙ)
- Σιχανκουκβιλ: Φτωχονεοπλουτισμός (και η τρελή)
- Σιχανουκβιλ: 100 αποχρώσεις της βροχής (και η τρελή)
- Σιχανουκβιλ (συνέχεια)
- Σιχανούκβιλ: Δώσ' της άλλη μια ευκαιρία;
- Επιστροφή στην Πνομ Πεν
- Ho Chi Minh City: Τρεχάτε ποδαράκια μου να μη σας χέσει ο κώλος
- Σχέδια για Βιετνάμ
- Χο Τσι Μινχ
- Τούνελ Κου Τσι: Και η κουτσή Μαρία
- Τούνελ (συνέχεια)
- Ho Chi Minh City: Μια θάλασσα παπάκια
- Theme Park κ επιστροφή στην πόλη
- Ho Chi Minh City: Στενοχώρια για το ανθρώπινο είδος και πάλι
- Τελευταίο βράδυ στη Σαϊγκόν
- Ho Chi Minh City και Μούι Νε: Παλάτι της Ανεξαρτησίας και αμμόλοφοι
- Μούι Νε
- Μούι νε: Πάλι αμμόλοφοι και μία από τις χειρότερες μεταφορές της ζωής μου
- Μούι Νε (ΙΙ)
- Διαδρομή προς Νταλάτ
- Ντα Λατ: Φταίω που αρέσω;
- Νταλάτ (ΙΙ)
- Ντα Λατ: Φύση, βροχή και μας πιάσανε τον κώλο
- Νια Τσάνγκ (Nha Trang): Ξανά στις παραλίες
- Νια Τσανγκ: Στα καφέ
- Ντα Νανγκ: Κλάμπινγκ μέχρι το πρωί (ε, καλά, όχι και ακριβώς)
- Ντα Νανγκ συνέχεια
- Ντα Νανγκ και Χόι Αν: Κάπως προ υπερτουρισμού
- Χόι Αν
- Κούι Νιον (Quy Nhon): Έι πειρατή!
- Κούι Νιον
- Πέρασμα Χάι Βαν και Σον Τσα (Hai Van/Son tra): Φύση, ηρεμία και θέες λίγο έξω από τη Ντα Νανγκ
- Χουέ (Hue): Χωρίς βροχή την βροχερή περίοδο, το λες και ότι πιάσαμε τζόκερ
- Χουε
- Hue σε Dong Hoi - Κρίντζι
- Quang Binh - Απίστευτες βόλτες και σπηλιές
- Quang Binh
- Quang Binh (ΙΙ)
- Ninh Binh - Όταν οι απατεωνιές σε φτάνουν στα όριά σου
- Ninh Binh
- Ninh Binh σε Sa Pa - Αφού ζήσαμε να το θυμόμαστε
- Σα Πα - Υπό βροχή, ομίχλη και κρύο
- Σα Πα
- Σα Πα: Πήραμε τα βουνά
- Ανόι: Πίσω στη ζέστη, βαβούρα και "πολιτισμό"
- Λεωφορείο
- Ανόι
- Ανόι: Βόλτες στη πόλη
- Ανόι (συνέχεια)
- Ανόι (συνέχεια ΙΙ)
- Ανόι: Μουσείο εθνολογίας
- Χα Λονγκ
- Χα Λονγκ: Όπως στα καρποστάλ
- Χα Λονγκ ΙΙ
- Χα Λονγκ ΙΙΙ
- Ανόι: Και τώρα τι;
- Ανόι: Τελευταίες ώρες
- Τέλος Ταξιδιού
- Επίλογος
Koh Phi Phi σε μια μέρα. Δηλαδή ούτε καν.
Την επόμενη το πρωί σηκώθηκα νωρίς νωρίς, πακέταρα το μαγιό και την πετσέτα που είχα αφήσει να στεγνώσουν, φυσικά μέσα στο δωμάτιο γιατί με το ερκοντίσιον να δουλεύει υπερωρίες φεύγει όλη η υγρασία γρήγορα. Aν το άφηνα έξω με 99% σχετική υγρασία πιο βρεγμένα θα τα έπαιρνα μέχρι να βγει ο ήλιος.
Μαζί με τουλάχιστον άλλο ένα άτομο μοιραστήκαμε τουκτούκ που μας κάλεσε η ρεσεψιόν και πήγαμε στην αποβάθρα με πολύ χαμηλό κόστος, ανάλογα αυτού που είχα υπολογίσει στην άφιξη. Καλά είχα κάνει και δεν είχα πιστέψει τον μπούφο ότι "αυτές ήταν οι τιμές", δεν ήμασταν στη νέα Υόρκη...
Πήραμε το καράβι, που μη νομίζει κανείς ότι ήταν κανένα blue star, περισσότερο σαν λεωφορεία 50 θέσεων ήταν και φτάσαμε στο Πίπι.
Με την άφιξη βρήκα ένα πρακτορείο και έκλεισα εισιτήριο για το τελευταίο καράβι για Κράμπι νωρίς το απόγευμα, ώστε να τους αφήσω και τα πράγματα εκεί. Αυτή τη φορά η υπάλληλος μου λέει "να είσαι εδώ 1 ώρα πριν για να πας στην αποβάθρα μέχρι μισή ώρα πριν αυστηρά". Την κοιτάω με δυσπιστία αλλά λέω κάτσε να ρωτήσω μήπως δεν κατάλαβα καλά. Συγνώμη αυτή δεν είναι η αποβάθρα; Και δείχνω το μέρος από το οποίο είχα κατέβει 30 μέτρα μακριά. Ναι μου λέει εκεί. Δηλαδή θα μου πάρει μισή ώρα να πάω από εδώ εκεί; Ησυχία. Με κοίταζε, την κοίταζα, καλά μου λέει, έλα 45 λεπτά πριν. Είπα να μην επαναλάβω το "δηλαδή θα μου πάρει 15 λεπτά" απλά την ρώτησα αν έχει τύχει να φύγει ποτέ το καράβι πριν την ώρα του. Κατάλαβε που το πήγαινα, οπότε μου είπε ότι οι οδηγίες ήταν να είμαστε αυστηρά μισή ώρα πριν στην αποβάθρα και αν όχι και το έχανα δεν θα μου έδινε τα λεφτά για το εισιτήριο πίσω. Εμένα δεν με ένοιαζε τόσο το εισιτήριο, αλλά το ότι δεν είχε άλλο μετά από αυτό, είχα κλείσει το χοστέλ στο Κράμπι οπότε θα με ανακάτευε να ξεμείνω. Επίσης μου είπε ότι κλείνανε εκείνη την ώρα για 2 ώρες, θα άνοιγαν αργότερα για την αναχώρηση και θα κλείνανε μετά, οπότε αν δεν ήμουν στην ώρα μου θα έμενε η βαλίτσα εκεί. Αυτό είναι αλήθεια ότι με πείραξε περισσότερο, θα άφηνα και όλα τα πράγματα αξίας (όπως το λάπτοπ) πίσω για να μη τα κουβαλάω οπότε της είπα θα είμαι σίγουρα μισή ώρα πριν, μη κλείσετε πριν από αυτό και σας ψάχνω για τα πράγματα.
To Πιπι μοιάζει κατά κάποιο τρόπο με πεταλούδα (οκ όχι ακριβώς αλλά προσπαθώ να εξηγήσω), όπου το ένα "φτερό", το ανατολικό είναι απόκρημνο. Υπήρχαν δηλαδή κάποια μονοπάτια στο maps.me αλλά δε νομίζω ότι ήταν εύκολο να τα περπατήσεις. Από την άλλη το δυτικό "φτερό" είχε δύο τρεις δρόμους, ένας με άσφαλτο ως τα ξενοδοχεία τύπου μικρά resort και οι άλλοι χώμα. Μπορεί να μην επιτρεπόταν να νοικιάζουν μηχανάκια αλλά έτσι και αλλιώς δεν είχε νόημα γιατί δεν θα είχες τι να το κάνεις, μόνο οι μόνιμοι που δούλευαν μακριά είχαν.
Καλέ τι χαρούμενο το χρυσό μου που του βάλανε κολιεδάκι
Αποφάσισα να το κυκλώσω περπατώντας και να το δω όλο. Ήταν κάπου 3χλμ από άκρη σε άκρη, οπότε πες 8-10χλμ περπάτημα για τις επόμενες ώρες, σκέφτηκα ότι πριν φύγω έριχνα 10χλμ τρέξιμο για πλάκα, οπότε δεν θα ήταν τίποτα. Ξεκίνησα από το κέντρο μέσα από το χωριό βλέποντας τις πολύ φωτογενείς εικόνες που κατά καιρούς βλέπουμε στο ίντερνετ και ζηλεύουμε, όμως live.
Συνέχισα έτσι με ίδιες και ακόμα πιο όμορφες εικόνες
Μέχρι που το τσιμεντένιο μονοπάτι άρχισε να γίνεται χωματένιο, αλλά ήταν καλοδιατηρημένο με σκαλοπάτια και κάγκελα, έβλεπα στο maps ότι συνέχιζε οπότε συνέχισα.
Μετά το τελευταίο ξενοδοχείο όμως μετατράπηκε σε trecking μονοπάτι, όχι φοβερής δυσκολίας αλλά ας πούμε βράδυ ή βρεγμένο δε γινόταν, με μερικά σημεία που ήθελαν να κρατιέσαι από τις ρίζες των δέντρων ή σκοινιά για να κατέβεις.
Τελικά βγήκα στην τελευταία παραλία, που ήταν όμορφη και αποφάσισα ότι εκεί θα έκανα το μπάνιο μου
Προς το τέλος της ήταν ένα resort, το οποίο μάλλον ήταν στο τέλος περιόδου έτοιμο να κλείσει γιατί το bar και τα υπόλοιπα ήταν κλειστά, οπότε με ένα μικρό ρίσκο να μου έλεγαν να φύγω γιατί είναι ιδιωτικό, βρήκα ένα παγκάκι-κούνια και άραξα.
Έκανα το μπανάκι μου, έφτιαξα και καραβίσιο καφέ να το απολαύσω μιας που το μπαρ ήταν κλειστό και αποφάσισα να επιστρέψω από την πίσω πλευρά του δρόμου, στο κέντρο του νησιού.
Αυτό που δεν σου λένε οι 2d χάρτες και δεν φαντάστηκα και εγώ είναι ότι για να βγεις επάνω είχε μία τεράστια ανηφόρα. Μαζί με την ζέστη και την υγρασία, κόπηκα. Είχα ιδρώσει από πάνω μέχρι κάτω, δε μπορούσα να πάρω καλές ανάσες και βλαστήμαγα και λίγο την ώρα και την στιγμή που το αποφάσισα, πάλι καλά που δεν είχα κομπάσει σε κανέναν (εκτός από τον εαυτό μου νωρίτερα) για τα 10χλμ που έτρεχα για πλάκα στην Ελλάδα. Βγήκα στην κορυφή ολίγον κλασμεντάν, όπου ενώ περίμενα ότι θα είχε θέα, δεν φαίνονταν και πολλά. Το μόνο αξιόλογο ήταν ότι είχα περάσει και δει τις παράγκες αυτών που δούλευαν στα resort και που ο κανονικός τουρίστας δεν βλέπει.
Αυτό παίζει να ήταν το μόνο σημείο που είδα κάτι ωραίο μέσα στα δέντρα.
Και εκεί που λες πόσο χειρότερο μπορεί να γίνει, τελείωσαν τα δέντρα και ήμουν και κάτω από τον καυτό ήλιο, με μαύρη μπλούζα, σε χωματόδρομο και χωρίς τίποτα ιδιαίτερο να δεις.
Σε εκείνο το σημείο υπήρχε μόνο μία λύση, πάμε μπροστά να τελειώσει το μαρτύριο. Έβαζα αντιηλιακό κάθε τόσο πάνω στον ιδρώτα, έδιωχνα κάθε λογής μυγάκι που πέρναγε και κόλλαγε πάνω στη γλίτσα που είχα δημιουργήσει και μέτραγα τα μέτρα πέντε-πέντε-δέκα που λέει και το τραγούδι για να τελειώσουν.
Το μόνο αξιόλογο ήταν ο καινούριος φίλος που έκανα, είχε κόψει το σκοινί του και ήρθε να με προϋπαντήσει. Στην αρχή φοβήθηκα λίγο μη φάω καμία αλλά ήταν πολύ φιλικό και ξετρελάθηκε με την ιδρωτίλα και το αντιηλιακό μου, όλο με έγλυφε.
Μοσχάρι με μοσχάρι BFF.
Παρεμπιπτόντως η γλώσσα του ήταν σα γυαλόχαρτο, δεν ήταν και πολύ ευχάριστο αυτό που έκανε.
Βγήκα στον κεντρικό ασφαλτοστρωμένο δρόμο, που ήταν κατηφορικός προς το κέντρο του νησιού και είχε σκια. Σε κάποιο σημείο κατεβαίνοντας είδα στο maps ότι από εκεί ξεκίναγε μονοπάτι για ένα σημείο ενδιαφέροντος σημειωμένο ως "the best view of the island".
Αντί να κατέβω κάτω να πιω τίποτα δροσερό να ξεκουραστώ αποφάσισα ότι θα φάω άλλη μία ανηφόρα να το δω γιατί ποιος ξέρει πότε θα ξαναπάω. Είχα χρόνο να το κάνω, αν και οριακό, οπότε δεν υπήρχαν περιθώρια να το πάρω χαλαρά γιατί φοβόμουν κυρίως για τα πράγματά μου, μη κλείσει το μαγαζί.
Οπότε το πήρα με σταθερό, γρήγορο βήμα προς τα πάνω, μάλλον είχα συνηθίσει και λίγο την ζέστη και υγρασία οπότε είχε ζόρι αλλά δε με πείραζε όσο στην αρχή. Σε ένα σημείο το μονοπάτι χώριζε και σταμάτησα να δω το GPS ποιο να ακολουθήσω. Εκεί ήταν και μία Γερμανίδα, η οποία πήγαινε και αυτή προς τα πάνω και επίσης δεν ήξερε τι να διαλέξει, οπότε αποφάσισε να πάμε μαζί. Εντάξει της λέω, αλλά εγώ πρέπει να πάρω το καράβι μετά οπότε βιάζομαι, αν δεν θες να το πας γρήγορα θα πρέπει να σε αφήσω πίσω.
Μου είπε ή ότι ήταν αθλήτρια ή ότι έκανε κάποιου είδους εντατική γυμναστική, δε θυμάμαι τώρα, πάντως δεν θα της ήταν πρόβλημα να το πάει γρήγορα, ίσα ίσα θα το διασκέδαζε. Φόραγε ένα ανοιχτό μπλουζάκι και είχε κάτι κοιλιακούς πέτρα οπότε την πίστεψα. Εγώ είχα και την τσάντα στην πλάτη με πετσέτες, νερά και άλλα, λίγο μπυροκοιλιά, έδειχνα περισσότερο τουρίστας και καθόλου αθλητικός.
Έλα όμως που μετά τα πρώτα μέτρα είχε πάθει ότι είχα πάθει εγώ στην αρχή φεύγοντας από το resort. Λαχάνιαζε, ίδρωνε, δε μπορούσε να μιλήσει και επειδή την λυπήθηκα σταμάταγα να πάρει μία ανάσα πότε πότε χωρίς να την αφήσω μόνη. Πόσες φορές άκουσα το "it must be a male/female thing, how can you go so fast" ούτε που θυμάμαι. Η αλήθεια είναι ότι ούτε και εγώ καταλάβαινα πως ξαφνικά είχα τόση αντοχή, ήταν το ότι είχα συνηθίσει από πριν ή το ότι το είχα στόχο;
Με τα πολλά φτάσαμε πάνω, που όντως είχε θέα που άξιζε τον ιδρώτα. Είχαν φτιάξει μία εξέδρα που έχει εγκατάσταση για καφέ αλλά χωρίς να λειτουργεί. Σε μία γωνία ήταν ένας ανέκφραστος παππούς που έμοιαζε 90 ετών. Καθόταν σε με μία καρέκλα με ένα φελιζολένιο κουτί μπροστά του και ένα μεγάλο χαρτί με τις τιμές φωτιά. Εκεί θυμήθηκα το "πόσο κάνει ένα μπουκάλι νερό στην έρημο". Ο παππούς ζήταγε την εξωφρενική τιμή των 4-5 δολαρίων για μία μεγάλη μπουκάλα νερό και παρόλο που είχα το δικό μου, είχε γίνει σα κάτουρο από την ζέστη και το σήκωνα πολύ το δροσερό. Προσπάθησα να κάνω παζάρια στον παππού, ανένδοτος. Χωρίς να μιλάει απλά έδειχνε το χαρτί. Του τα έδωσα, τι να κάνω και πήρα και ένα αναψυκτικό τσάι δώρο για την Γερμανίδα που το ήθελε και ακόμα δε μπορούσε να μιλήσει από την εξάντληση.
Έβγαλα τις φωτογραφίες μου και απόλαυσα το σχετικά δροσερό αεράκι εκεί πάνω
Θέα προς Πουκέτ μάλλον
Ότι φαινόταν από την βόρεια παραλία και τον χαμό από βαρκάκια.
Χαιρετήθηκα με την Γερμανίδα, η οποία μου δήλωσε ότι αφού ανέβηκε θα κάτσει να το απολαύσει και το πήρα προς τα κάτω.
Υπολόγισα τον χρόνο που μου πήρε να ανέβω και φοβήθηκα ότι θα αργούσα να είμαι πίσω στην ώρα μου, οπότε στο κατέβασμα το πήγα σχεδόν τρέχοντας και περνώντας και μέσα από τις αυλές κάτι σπιτιών για να κόψω δρόμο και να μην πάω από τον φιδίσιο δρόμο. Βέβαια σα χαζός δεν σκέφτηκα ότι δεν ήταν δυνατόν να μου πάρει όσο χρόνο μου πήρε ανεβαίνοντας το κατέβασμα και έφτασα στο πρακτορείο πολύ νωρίτερα.
Χρειάζεται να το πω ή το έχετε καταλάβει ήδη; Έφτασα στο πρακτορείο, λέω στην κοπέλα "είδες που σου είπα θα είμαι στην ώρα μου;", φορτώθηκα τα πράγματα και μου λέει που πας; όχι ακόμα.
Την έβγαλα λοιπόν στο πρακτορείο "έτοιμος" για αναχώρηση μέχρι 2 λεπτά πριν την πραγματική αναχώρηση του πλοίου, όχι το δήθεν μισάωρο πριν, όπου ήρθε ένας τύπος, έκανε νόημα, περπάτησα την αποβάθρα εντός 1 λεπτού και τέλος.
Δύο πράγματα τους γλίτωσαν το να αρχίσω τα καντήλια. Το ένα ότι είχε ερκοντίσιον και το δεύτερο ότι πήρα κάτι να πιω και να φάω, κάτι βέβαια που μπορούσα να είχα κάνει και μέσα στο καράβι. Όμως μια του κλέφτη, δύο του κλέφτη, τρίτη δεν την πάταγα πάλι.
Φτάνοντας Κράμπι και βλέποντας την καταιγίδα αγχώθηκα ότι από εκεί και πέρα θα την έβγαζα με βροχές. Ευτυχώς δεν κράτησε πολύ και μέχρι να κατέβω δεν έβρεχε αν και είχε βαρύ καιρό.
Το χόστελ που είχα κλείσει το είχε μία λίγο ιδιόρυθμη (να το πω πιο όμορφα) ταιλανδέζα, γύρω στα 35-40. Ένα από τα πράγματα που μου είπε ήταν "μπρεκφααα ιζ του σλαιι οφ μπρεεε, ουα εεεεεγκ" και δε θυμάμαι τι άλλο, δηλαδή "breakfast is two slices of bread, one egg" κλπ, οπότε της λέω για να την πειράξω "ναι αλλά εγώ τρώω 3 φέτες ψωμί στο πρωινό". Αγρίεψε και ξαναέπαιξε την κασέτα "breakfast is two slices of bread" μόνο που στο τέλος πρόσθεσε έντονα ONLY. Κόντεψα να πεθάνω από τα γέλια, λες και αν έτρωγα 3 θα έπεφτε έξω. Οπότε της λέω "εντάξει, δύο, κατάλαβα" και ηρέμησε. Την έκοψα ότι πήγαινε να το παίξει αυστηρή γιατί πρέπει να είχε δει διάφορα με άλλους πελάτες αλλά κατά βάθος ήταν καρδούλα, οπότε δεν την παρεξήγησα.
Είχε και αυτό, κάτι κατσαριδάκια μέσα στο βάζο (ευτυχώς δε βγαίνανε έξω). Το χαρτάκι πάνω έλεγε "for good luck".
Της λέω "εξήγησέ του μου αυτό"; Μου λέει αυστηρά πάλι "for good luck". Ναι της λέω, το διάβασα, αλλά θέλω να μου εξηγήσεις γιατί μου αρέσει πολύ η ταιλανδέζικη κουλτούρα και θέλω να μάθω (απλά περίεργος ήμουν). Κάπως μαλάκωσε και μου εξήγησε κάτι που κατάλαβα ως "όπως οι κατσαρίδες είναι εκατοντάδες έτσι να είναι και οι πελάτες".
Νοίκιαζε και μηχανάκια (φυσικά) και επειδή είχε 24ωρη ενοικίαση (κάποιοι το είχαν από το πρωί ως το βράδυ) το πήρα από εκείνη την ώρα μέχρι την επόμενη το απόγευμα για να μην κάθομαι και πήγα μία μεγάλη βόλτα να δω τα πέριξ.
Στον δρόμο τα σύννεφα βάρυναν πάλι, εδώ σε ένα δρόμο που έμοιαζε λες και τα είχαν φτιάξει για την ναζιστική γερμανία
Κάποια στιγμή ένιωσα δύο τρεις σταγόνες και έχοντας εμπειρία από την βροχή εκεί που δεν προλαβαίνεις να το σκεφτείς, σταμάτησα αμέσως σε φάση σπινιά και έτρεξα κάτω από μία τέντα. Μέχρι να φτάσω έριχνε καρέκλες. Ευτυχώς δεν κράτησε πάνω από 5-10 λεπτά και έτσι συνέχισα.
Έφτασα ως την Ao Nam, χωρίς να έχω σκοπό να πάω προς Raylay λόγω ώρας
και από εκεί μην έχοντας τίποτα καλύτερο να κάνω το πήρα ως την Ao Nang
Όπου έφτασα δειλινό
και έκανα το δεύτερο μπάνιο της μέρας σε απολαυστικό περιβάλλον (για τα γούστα μου)
Την επόμενη το πρωί σηκώθηκα νωρίς νωρίς, πακέταρα το μαγιό και την πετσέτα που είχα αφήσει να στεγνώσουν, φυσικά μέσα στο δωμάτιο γιατί με το ερκοντίσιον να δουλεύει υπερωρίες φεύγει όλη η υγρασία γρήγορα. Aν το άφηνα έξω με 99% σχετική υγρασία πιο βρεγμένα θα τα έπαιρνα μέχρι να βγει ο ήλιος.
Μαζί με τουλάχιστον άλλο ένα άτομο μοιραστήκαμε τουκτούκ που μας κάλεσε η ρεσεψιόν και πήγαμε στην αποβάθρα με πολύ χαμηλό κόστος, ανάλογα αυτού που είχα υπολογίσει στην άφιξη. Καλά είχα κάνει και δεν είχα πιστέψει τον μπούφο ότι "αυτές ήταν οι τιμές", δεν ήμασταν στη νέα Υόρκη...
Πήραμε το καράβι, που μη νομίζει κανείς ότι ήταν κανένα blue star, περισσότερο σαν λεωφορεία 50 θέσεων ήταν και φτάσαμε στο Πίπι.
Με την άφιξη βρήκα ένα πρακτορείο και έκλεισα εισιτήριο για το τελευταίο καράβι για Κράμπι νωρίς το απόγευμα, ώστε να τους αφήσω και τα πράγματα εκεί. Αυτή τη φορά η υπάλληλος μου λέει "να είσαι εδώ 1 ώρα πριν για να πας στην αποβάθρα μέχρι μισή ώρα πριν αυστηρά". Την κοιτάω με δυσπιστία αλλά λέω κάτσε να ρωτήσω μήπως δεν κατάλαβα καλά. Συγνώμη αυτή δεν είναι η αποβάθρα; Και δείχνω το μέρος από το οποίο είχα κατέβει 30 μέτρα μακριά. Ναι μου λέει εκεί. Δηλαδή θα μου πάρει μισή ώρα να πάω από εδώ εκεί; Ησυχία. Με κοίταζε, την κοίταζα, καλά μου λέει, έλα 45 λεπτά πριν. Είπα να μην επαναλάβω το "δηλαδή θα μου πάρει 15 λεπτά" απλά την ρώτησα αν έχει τύχει να φύγει ποτέ το καράβι πριν την ώρα του. Κατάλαβε που το πήγαινα, οπότε μου είπε ότι οι οδηγίες ήταν να είμαστε αυστηρά μισή ώρα πριν στην αποβάθρα και αν όχι και το έχανα δεν θα μου έδινε τα λεφτά για το εισιτήριο πίσω. Εμένα δεν με ένοιαζε τόσο το εισιτήριο, αλλά το ότι δεν είχε άλλο μετά από αυτό, είχα κλείσει το χοστέλ στο Κράμπι οπότε θα με ανακάτευε να ξεμείνω. Επίσης μου είπε ότι κλείνανε εκείνη την ώρα για 2 ώρες, θα άνοιγαν αργότερα για την αναχώρηση και θα κλείνανε μετά, οπότε αν δεν ήμουν στην ώρα μου θα έμενε η βαλίτσα εκεί. Αυτό είναι αλήθεια ότι με πείραξε περισσότερο, θα άφηνα και όλα τα πράγματα αξίας (όπως το λάπτοπ) πίσω για να μη τα κουβαλάω οπότε της είπα θα είμαι σίγουρα μισή ώρα πριν, μη κλείσετε πριν από αυτό και σας ψάχνω για τα πράγματα.
To Πιπι μοιάζει κατά κάποιο τρόπο με πεταλούδα (οκ όχι ακριβώς αλλά προσπαθώ να εξηγήσω), όπου το ένα "φτερό", το ανατολικό είναι απόκρημνο. Υπήρχαν δηλαδή κάποια μονοπάτια στο maps.me αλλά δε νομίζω ότι ήταν εύκολο να τα περπατήσεις. Από την άλλη το δυτικό "φτερό" είχε δύο τρεις δρόμους, ένας με άσφαλτο ως τα ξενοδοχεία τύπου μικρά resort και οι άλλοι χώμα. Μπορεί να μην επιτρεπόταν να νοικιάζουν μηχανάκια αλλά έτσι και αλλιώς δεν είχε νόημα γιατί δεν θα είχες τι να το κάνεις, μόνο οι μόνιμοι που δούλευαν μακριά είχαν.
Καλέ τι χαρούμενο το χρυσό μου που του βάλανε κολιεδάκι
Αποφάσισα να το κυκλώσω περπατώντας και να το δω όλο. Ήταν κάπου 3χλμ από άκρη σε άκρη, οπότε πες 8-10χλμ περπάτημα για τις επόμενες ώρες, σκέφτηκα ότι πριν φύγω έριχνα 10χλμ τρέξιμο για πλάκα, οπότε δεν θα ήταν τίποτα. Ξεκίνησα από το κέντρο μέσα από το χωριό βλέποντας τις πολύ φωτογενείς εικόνες που κατά καιρούς βλέπουμε στο ίντερνετ και ζηλεύουμε, όμως live.
Συνέχισα έτσι με ίδιες και ακόμα πιο όμορφες εικόνες
Μέχρι που το τσιμεντένιο μονοπάτι άρχισε να γίνεται χωματένιο, αλλά ήταν καλοδιατηρημένο με σκαλοπάτια και κάγκελα, έβλεπα στο maps ότι συνέχιζε οπότε συνέχισα.
Μετά το τελευταίο ξενοδοχείο όμως μετατράπηκε σε trecking μονοπάτι, όχι φοβερής δυσκολίας αλλά ας πούμε βράδυ ή βρεγμένο δε γινόταν, με μερικά σημεία που ήθελαν να κρατιέσαι από τις ρίζες των δέντρων ή σκοινιά για να κατέβεις.
Τελικά βγήκα στην τελευταία παραλία, που ήταν όμορφη και αποφάσισα ότι εκεί θα έκανα το μπάνιο μου
Προς το τέλος της ήταν ένα resort, το οποίο μάλλον ήταν στο τέλος περιόδου έτοιμο να κλείσει γιατί το bar και τα υπόλοιπα ήταν κλειστά, οπότε με ένα μικρό ρίσκο να μου έλεγαν να φύγω γιατί είναι ιδιωτικό, βρήκα ένα παγκάκι-κούνια και άραξα.
Έκανα το μπανάκι μου, έφτιαξα και καραβίσιο καφέ να το απολαύσω μιας που το μπαρ ήταν κλειστό και αποφάσισα να επιστρέψω από την πίσω πλευρά του δρόμου, στο κέντρο του νησιού.
Αυτό που δεν σου λένε οι 2d χάρτες και δεν φαντάστηκα και εγώ είναι ότι για να βγεις επάνω είχε μία τεράστια ανηφόρα. Μαζί με την ζέστη και την υγρασία, κόπηκα. Είχα ιδρώσει από πάνω μέχρι κάτω, δε μπορούσα να πάρω καλές ανάσες και βλαστήμαγα και λίγο την ώρα και την στιγμή που το αποφάσισα, πάλι καλά που δεν είχα κομπάσει σε κανέναν (εκτός από τον εαυτό μου νωρίτερα) για τα 10χλμ που έτρεχα για πλάκα στην Ελλάδα. Βγήκα στην κορυφή ολίγον κλασμεντάν, όπου ενώ περίμενα ότι θα είχε θέα, δεν φαίνονταν και πολλά. Το μόνο αξιόλογο ήταν ότι είχα περάσει και δει τις παράγκες αυτών που δούλευαν στα resort και που ο κανονικός τουρίστας δεν βλέπει.
Αυτό παίζει να ήταν το μόνο σημείο που είδα κάτι ωραίο μέσα στα δέντρα.
Και εκεί που λες πόσο χειρότερο μπορεί να γίνει, τελείωσαν τα δέντρα και ήμουν και κάτω από τον καυτό ήλιο, με μαύρη μπλούζα, σε χωματόδρομο και χωρίς τίποτα ιδιαίτερο να δεις.
Σε εκείνο το σημείο υπήρχε μόνο μία λύση, πάμε μπροστά να τελειώσει το μαρτύριο. Έβαζα αντιηλιακό κάθε τόσο πάνω στον ιδρώτα, έδιωχνα κάθε λογής μυγάκι που πέρναγε και κόλλαγε πάνω στη γλίτσα που είχα δημιουργήσει και μέτραγα τα μέτρα πέντε-πέντε-δέκα που λέει και το τραγούδι για να τελειώσουν.
Το μόνο αξιόλογο ήταν ο καινούριος φίλος που έκανα, είχε κόψει το σκοινί του και ήρθε να με προϋπαντήσει. Στην αρχή φοβήθηκα λίγο μη φάω καμία αλλά ήταν πολύ φιλικό και ξετρελάθηκε με την ιδρωτίλα και το αντιηλιακό μου, όλο με έγλυφε.
Μοσχάρι με μοσχάρι BFF.
Παρεμπιπτόντως η γλώσσα του ήταν σα γυαλόχαρτο, δεν ήταν και πολύ ευχάριστο αυτό που έκανε.
Βγήκα στον κεντρικό ασφαλτοστρωμένο δρόμο, που ήταν κατηφορικός προς το κέντρο του νησιού και είχε σκια. Σε κάποιο σημείο κατεβαίνοντας είδα στο maps ότι από εκεί ξεκίναγε μονοπάτι για ένα σημείο ενδιαφέροντος σημειωμένο ως "the best view of the island".
Αντί να κατέβω κάτω να πιω τίποτα δροσερό να ξεκουραστώ αποφάσισα ότι θα φάω άλλη μία ανηφόρα να το δω γιατί ποιος ξέρει πότε θα ξαναπάω. Είχα χρόνο να το κάνω, αν και οριακό, οπότε δεν υπήρχαν περιθώρια να το πάρω χαλαρά γιατί φοβόμουν κυρίως για τα πράγματά μου, μη κλείσει το μαγαζί.
Οπότε το πήρα με σταθερό, γρήγορο βήμα προς τα πάνω, μάλλον είχα συνηθίσει και λίγο την ζέστη και υγρασία οπότε είχε ζόρι αλλά δε με πείραζε όσο στην αρχή. Σε ένα σημείο το μονοπάτι χώριζε και σταμάτησα να δω το GPS ποιο να ακολουθήσω. Εκεί ήταν και μία Γερμανίδα, η οποία πήγαινε και αυτή προς τα πάνω και επίσης δεν ήξερε τι να διαλέξει, οπότε αποφάσισε να πάμε μαζί. Εντάξει της λέω, αλλά εγώ πρέπει να πάρω το καράβι μετά οπότε βιάζομαι, αν δεν θες να το πας γρήγορα θα πρέπει να σε αφήσω πίσω.
Μου είπε ή ότι ήταν αθλήτρια ή ότι έκανε κάποιου είδους εντατική γυμναστική, δε θυμάμαι τώρα, πάντως δεν θα της ήταν πρόβλημα να το πάει γρήγορα, ίσα ίσα θα το διασκέδαζε. Φόραγε ένα ανοιχτό μπλουζάκι και είχε κάτι κοιλιακούς πέτρα οπότε την πίστεψα. Εγώ είχα και την τσάντα στην πλάτη με πετσέτες, νερά και άλλα, λίγο μπυροκοιλιά, έδειχνα περισσότερο τουρίστας και καθόλου αθλητικός.
Έλα όμως που μετά τα πρώτα μέτρα είχε πάθει ότι είχα πάθει εγώ στην αρχή φεύγοντας από το resort. Λαχάνιαζε, ίδρωνε, δε μπορούσε να μιλήσει και επειδή την λυπήθηκα σταμάταγα να πάρει μία ανάσα πότε πότε χωρίς να την αφήσω μόνη. Πόσες φορές άκουσα το "it must be a male/female thing, how can you go so fast" ούτε που θυμάμαι. Η αλήθεια είναι ότι ούτε και εγώ καταλάβαινα πως ξαφνικά είχα τόση αντοχή, ήταν το ότι είχα συνηθίσει από πριν ή το ότι το είχα στόχο;
Με τα πολλά φτάσαμε πάνω, που όντως είχε θέα που άξιζε τον ιδρώτα. Είχαν φτιάξει μία εξέδρα που έχει εγκατάσταση για καφέ αλλά χωρίς να λειτουργεί. Σε μία γωνία ήταν ένας ανέκφραστος παππούς που έμοιαζε 90 ετών. Καθόταν σε με μία καρέκλα με ένα φελιζολένιο κουτί μπροστά του και ένα μεγάλο χαρτί με τις τιμές φωτιά. Εκεί θυμήθηκα το "πόσο κάνει ένα μπουκάλι νερό στην έρημο". Ο παππούς ζήταγε την εξωφρενική τιμή των 4-5 δολαρίων για μία μεγάλη μπουκάλα νερό και παρόλο που είχα το δικό μου, είχε γίνει σα κάτουρο από την ζέστη και το σήκωνα πολύ το δροσερό. Προσπάθησα να κάνω παζάρια στον παππού, ανένδοτος. Χωρίς να μιλάει απλά έδειχνε το χαρτί. Του τα έδωσα, τι να κάνω και πήρα και ένα αναψυκτικό τσάι δώρο για την Γερμανίδα που το ήθελε και ακόμα δε μπορούσε να μιλήσει από την εξάντληση.
Έβγαλα τις φωτογραφίες μου και απόλαυσα το σχετικά δροσερό αεράκι εκεί πάνω
Θέα προς Πουκέτ μάλλον
Ότι φαινόταν από την βόρεια παραλία και τον χαμό από βαρκάκια.
Χαιρετήθηκα με την Γερμανίδα, η οποία μου δήλωσε ότι αφού ανέβηκε θα κάτσει να το απολαύσει και το πήρα προς τα κάτω.
Υπολόγισα τον χρόνο που μου πήρε να ανέβω και φοβήθηκα ότι θα αργούσα να είμαι πίσω στην ώρα μου, οπότε στο κατέβασμα το πήγα σχεδόν τρέχοντας και περνώντας και μέσα από τις αυλές κάτι σπιτιών για να κόψω δρόμο και να μην πάω από τον φιδίσιο δρόμο. Βέβαια σα χαζός δεν σκέφτηκα ότι δεν ήταν δυνατόν να μου πάρει όσο χρόνο μου πήρε ανεβαίνοντας το κατέβασμα και έφτασα στο πρακτορείο πολύ νωρίτερα.
Χρειάζεται να το πω ή το έχετε καταλάβει ήδη; Έφτασα στο πρακτορείο, λέω στην κοπέλα "είδες που σου είπα θα είμαι στην ώρα μου;", φορτώθηκα τα πράγματα και μου λέει που πας; όχι ακόμα.
Την έβγαλα λοιπόν στο πρακτορείο "έτοιμος" για αναχώρηση μέχρι 2 λεπτά πριν την πραγματική αναχώρηση του πλοίου, όχι το δήθεν μισάωρο πριν, όπου ήρθε ένας τύπος, έκανε νόημα, περπάτησα την αποβάθρα εντός 1 λεπτού και τέλος.
Δύο πράγματα τους γλίτωσαν το να αρχίσω τα καντήλια. Το ένα ότι είχε ερκοντίσιον και το δεύτερο ότι πήρα κάτι να πιω και να φάω, κάτι βέβαια που μπορούσα να είχα κάνει και μέσα στο καράβι. Όμως μια του κλέφτη, δύο του κλέφτη, τρίτη δεν την πάταγα πάλι.
Φτάνοντας Κράμπι και βλέποντας την καταιγίδα αγχώθηκα ότι από εκεί και πέρα θα την έβγαζα με βροχές. Ευτυχώς δεν κράτησε πολύ και μέχρι να κατέβω δεν έβρεχε αν και είχε βαρύ καιρό.
Το χόστελ που είχα κλείσει το είχε μία λίγο ιδιόρυθμη (να το πω πιο όμορφα) ταιλανδέζα, γύρω στα 35-40. Ένα από τα πράγματα που μου είπε ήταν "μπρεκφααα ιζ του σλαιι οφ μπρεεε, ουα εεεεεγκ" και δε θυμάμαι τι άλλο, δηλαδή "breakfast is two slices of bread, one egg" κλπ, οπότε της λέω για να την πειράξω "ναι αλλά εγώ τρώω 3 φέτες ψωμί στο πρωινό". Αγρίεψε και ξαναέπαιξε την κασέτα "breakfast is two slices of bread" μόνο που στο τέλος πρόσθεσε έντονα ONLY. Κόντεψα να πεθάνω από τα γέλια, λες και αν έτρωγα 3 θα έπεφτε έξω. Οπότε της λέω "εντάξει, δύο, κατάλαβα" και ηρέμησε. Την έκοψα ότι πήγαινε να το παίξει αυστηρή γιατί πρέπει να είχε δει διάφορα με άλλους πελάτες αλλά κατά βάθος ήταν καρδούλα, οπότε δεν την παρεξήγησα.
Είχε και αυτό, κάτι κατσαριδάκια μέσα στο βάζο (ευτυχώς δε βγαίνανε έξω). Το χαρτάκι πάνω έλεγε "for good luck".
Της λέω "εξήγησέ του μου αυτό"; Μου λέει αυστηρά πάλι "for good luck". Ναι της λέω, το διάβασα, αλλά θέλω να μου εξηγήσεις γιατί μου αρέσει πολύ η ταιλανδέζικη κουλτούρα και θέλω να μάθω (απλά περίεργος ήμουν). Κάπως μαλάκωσε και μου εξήγησε κάτι που κατάλαβα ως "όπως οι κατσαρίδες είναι εκατοντάδες έτσι να είναι και οι πελάτες".
Νοίκιαζε και μηχανάκια (φυσικά) και επειδή είχε 24ωρη ενοικίαση (κάποιοι το είχαν από το πρωί ως το βράδυ) το πήρα από εκείνη την ώρα μέχρι την επόμενη το απόγευμα για να μην κάθομαι και πήγα μία μεγάλη βόλτα να δω τα πέριξ.
Στον δρόμο τα σύννεφα βάρυναν πάλι, εδώ σε ένα δρόμο που έμοιαζε λες και τα είχαν φτιάξει για την ναζιστική γερμανία
Κάποια στιγμή ένιωσα δύο τρεις σταγόνες και έχοντας εμπειρία από την βροχή εκεί που δεν προλαβαίνεις να το σκεφτείς, σταμάτησα αμέσως σε φάση σπινιά και έτρεξα κάτω από μία τέντα. Μέχρι να φτάσω έριχνε καρέκλες. Ευτυχώς δεν κράτησε πάνω από 5-10 λεπτά και έτσι συνέχισα.
Έφτασα ως την Ao Nam, χωρίς να έχω σκοπό να πάω προς Raylay λόγω ώρας
και από εκεί μην έχοντας τίποτα καλύτερο να κάνω το πήρα ως την Ao Nang
Όπου έφτασα δειλινό
και έκανα το δεύτερο μπάνιο της μέρας σε απολαυστικό περιβάλλον (για τα γούστα μου)
Last edited by a moderator: