varioAthens
Member
- Μηνύματα
- 6.097
- Likes
- 10.756
Περιεχόμενα
ΠΑΛΕΝΚΕ ΙΙ
Η επόμενη μέρα ξεκίνησε αχάραγα για να προλάβουμε την ζέστη. Επισκεφθήκαμε τον αρχαιολογικό χώρο του Παλένκε.
To Παλένκε ιδρύθηκε από τους Μάγιας, άκμασε τον 7ο αι. μ.Χ. αλλά κάποια στιγμή εγκαταλήφθηκε, το κάλυψε η ζούγκλα και ξεχάστηκε για πάρα πολλά χρόνια.
Ακόμα και σήμερα μόνο ένα πολύ μικρό μέρος της αρχαίας πόλης έχει έρθει στο φως, τα περισσότερα κτίρια παραμένουν σκεπασμένα από πυκνή βλάστηση.
Ο χώρος είναι εντυπωσιακός και λόγω αρχιτεκτονικής αλλά αυτό που τον κάνει να ξεχωρίζει είναι η τοποθεσία του. Έτσι όπως ξεπροβάλλουν μέσα από την ζούγκλα το ανάκτορο και οι ναοί είναι κάτι το μαγικό, κι όταν σκαρφαλώνεις τα απόκρημνα σκαλιά των ναών για να φτάσεις στην κορυφή τους, το θέαμα από ψηλά σου κόβει την ανάσα.
Κι όλα αυτά με "ηχητική" υπόκρουση τον αντίλαλο των πουλιών και των μαϊμούδων μέσα από την ζούγκλα.
Το συγκρότημα περιλαμβάνει το βασιλικό ανάκτορο και ναούς με σημαντικότερο τον Ναό των Επιγραφών όπου έχει θαφτεί ο κυβερνήτης της πόλης, Πακάλ, ο οποίος λατρευόταν ως θεός.
Όσο περιπλανιόμασταν μέσα στην ζούγκλα και σκαρφαλώναμε τους ναούς νιώθαμε κάτι μεταξύ Ιντιάνα Τζόουνς και Λάρα Κροφτ.
Λόγω τροπικού κλίματος, η ζέστη ήταν ανυπόφορη και κάποια στιγμή ακόμα και ακίνητοι υπό σκιάν νιώθαμε τον ιδρώτα να στάζει ποτάμι.
Περιηγηθήκαμε σίγουρα ένα γεμάτο 4ωρο-5ωρο προτού αποχωρήσουμε επεισοδιακά λόγω του ότι ο υιός είχε την φαεινή ιδέα να κόψει φεύγοντας ένα φύλλο από ένα φυτό... για πότε εμφανίστηκε ο μεξικανός φύλακας ουρλιάζοντας και χειρονομώντας, ούτε που το καταλάβαμε... ο δε, Χεκτορ σε σοκ... από την μία προσπαθούσε να εξηγήσει σε μας πόσο σοβαρό αδίκημα είναι αυτό και από την άλλη να προσπαθεί να ηρεμήσει τον φύλακα ("άσε, αμίγκο, ελληνάκια είναι, πού να ξέρουν αυτοί από σεβασμό για το φυσικό περιβάλλον, αυτοί κατακαίνε τα δάση τους, ναι σου λέω...δεν σκαμπάζουν..."). Εν τέλει, μετά από συνομιλίες, διαπραγματεύσεις και παρακαλετά μας άφησαν να φύγουμε και γλυτώσαμε τα χειρότερα.
Επιβίβαση στο αυτοκίνητο και αναχώρηση για Καμπέτσε.
Η διαδρομή πάλι μέσα από πυκνή φύση και χωριά με έντονο ινδιάνικο χρώμα όπου και να κοίταζα: στα χαρακτηριστικά των ανθρώπων, στα φορέματα των γιαγιάδων (τα χαρακτηριστικά λευκά κεντητά), στα σπίτια που ήταν στρογγυλά με αχυροσκεπές, στα νεκροταφεία.
Εντύπωση επίσης μου έκανε το πόσες πολλές φυλακές υπάρχουν. Ακόμα και σε κάτι κουτσοχώρια υπάρχουν μικρές φυλακές που δεν θα καταλάβαινες καν τι είναι αν δεν είχαν αγκαθωτό συρματόπλεγμα.
Κάποια στιγμή, σταματήσαμε στην μέση του πουθενά για φαγητό και ήταν ότι πιο αυθεντικό μπορούσα να φανταστώ. Μια πανέμορφη δροσερή αυλή με ξύλινα τραπεζοκαθίσματα και με το ραδιόφωνο να παίζει μεξικάνικη μουσική (μοντέρνα, όχι παραδοσιακή). Την ταβέρνα την είχε μια οικογένεια που η μαμά μαγείρευε, ο μπαμπάς έψηνε, η γιαγιά έπλενε πιάτα και οι γιοι σέρβιραν. Ευτυχώς είχαμε τον Χεκτορ ο οποίος συνεννοήθηκε αφού οι άνθρωποι δεν μιλούσαν γρι αγγλικά κι εμείς γρι ισπανικά. Το μαγαζί δεν σέρβιρε τάκος και τα υπόλοιπα που έχουμε στο μυαλό μας ως μεξικάνικη κουζίνα παρά μόνο μπριζόλες διαφόρων ειδών -αυτές που στην Ελλάδα θα χρυσοπληρώναμε ως «κοπές»- 2 ειδών σαλάτες και μεξικάνικες πίτες οι οποίες στην αυθεντική τους εκδοχή (όχι αυτές που αποκαλούμε τορτίγιας στην Ελλάδα) προσωπικά μου βρωμούσαν. Πάντως φάγαμε εξαιρετικά και σε απίστευτες τιμές αφού το μαγαζί εκεί όπου βρισκόταν απευθυνόταν σε ντόπιους.
Αργά το απόγευμα φτάσαμε στην Καμπέτσε, έχοντας πια "πατήσει" Χερσόνησο Γιουκατάν.
Η επόμενη μέρα ξεκίνησε αχάραγα για να προλάβουμε την ζέστη. Επισκεφθήκαμε τον αρχαιολογικό χώρο του Παλένκε.
To Παλένκε ιδρύθηκε από τους Μάγιας, άκμασε τον 7ο αι. μ.Χ. αλλά κάποια στιγμή εγκαταλήφθηκε, το κάλυψε η ζούγκλα και ξεχάστηκε για πάρα πολλά χρόνια.
Ακόμα και σήμερα μόνο ένα πολύ μικρό μέρος της αρχαίας πόλης έχει έρθει στο φως, τα περισσότερα κτίρια παραμένουν σκεπασμένα από πυκνή βλάστηση.
Ο χώρος είναι εντυπωσιακός και λόγω αρχιτεκτονικής αλλά αυτό που τον κάνει να ξεχωρίζει είναι η τοποθεσία του. Έτσι όπως ξεπροβάλλουν μέσα από την ζούγκλα το ανάκτορο και οι ναοί είναι κάτι το μαγικό, κι όταν σκαρφαλώνεις τα απόκρημνα σκαλιά των ναών για να φτάσεις στην κορυφή τους, το θέαμα από ψηλά σου κόβει την ανάσα.
Κι όλα αυτά με "ηχητική" υπόκρουση τον αντίλαλο των πουλιών και των μαϊμούδων μέσα από την ζούγκλα.
Το συγκρότημα περιλαμβάνει το βασιλικό ανάκτορο και ναούς με σημαντικότερο τον Ναό των Επιγραφών όπου έχει θαφτεί ο κυβερνήτης της πόλης, Πακάλ, ο οποίος λατρευόταν ως θεός.
Όσο περιπλανιόμασταν μέσα στην ζούγκλα και σκαρφαλώναμε τους ναούς νιώθαμε κάτι μεταξύ Ιντιάνα Τζόουνς και Λάρα Κροφτ.
Λόγω τροπικού κλίματος, η ζέστη ήταν ανυπόφορη και κάποια στιγμή ακόμα και ακίνητοι υπό σκιάν νιώθαμε τον ιδρώτα να στάζει ποτάμι.
Περιηγηθήκαμε σίγουρα ένα γεμάτο 4ωρο-5ωρο προτού αποχωρήσουμε επεισοδιακά λόγω του ότι ο υιός είχε την φαεινή ιδέα να κόψει φεύγοντας ένα φύλλο από ένα φυτό... για πότε εμφανίστηκε ο μεξικανός φύλακας ουρλιάζοντας και χειρονομώντας, ούτε που το καταλάβαμε... ο δε, Χεκτορ σε σοκ... από την μία προσπαθούσε να εξηγήσει σε μας πόσο σοβαρό αδίκημα είναι αυτό και από την άλλη να προσπαθεί να ηρεμήσει τον φύλακα ("άσε, αμίγκο, ελληνάκια είναι, πού να ξέρουν αυτοί από σεβασμό για το φυσικό περιβάλλον, αυτοί κατακαίνε τα δάση τους, ναι σου λέω...δεν σκαμπάζουν..."). Εν τέλει, μετά από συνομιλίες, διαπραγματεύσεις και παρακαλετά μας άφησαν να φύγουμε και γλυτώσαμε τα χειρότερα.
Επιβίβαση στο αυτοκίνητο και αναχώρηση για Καμπέτσε.
Η διαδρομή πάλι μέσα από πυκνή φύση και χωριά με έντονο ινδιάνικο χρώμα όπου και να κοίταζα: στα χαρακτηριστικά των ανθρώπων, στα φορέματα των γιαγιάδων (τα χαρακτηριστικά λευκά κεντητά), στα σπίτια που ήταν στρογγυλά με αχυροσκεπές, στα νεκροταφεία.
Εντύπωση επίσης μου έκανε το πόσες πολλές φυλακές υπάρχουν. Ακόμα και σε κάτι κουτσοχώρια υπάρχουν μικρές φυλακές που δεν θα καταλάβαινες καν τι είναι αν δεν είχαν αγκαθωτό συρματόπλεγμα.
Κάποια στιγμή, σταματήσαμε στην μέση του πουθενά για φαγητό και ήταν ότι πιο αυθεντικό μπορούσα να φανταστώ. Μια πανέμορφη δροσερή αυλή με ξύλινα τραπεζοκαθίσματα και με το ραδιόφωνο να παίζει μεξικάνικη μουσική (μοντέρνα, όχι παραδοσιακή). Την ταβέρνα την είχε μια οικογένεια που η μαμά μαγείρευε, ο μπαμπάς έψηνε, η γιαγιά έπλενε πιάτα και οι γιοι σέρβιραν. Ευτυχώς είχαμε τον Χεκτορ ο οποίος συνεννοήθηκε αφού οι άνθρωποι δεν μιλούσαν γρι αγγλικά κι εμείς γρι ισπανικά. Το μαγαζί δεν σέρβιρε τάκος και τα υπόλοιπα που έχουμε στο μυαλό μας ως μεξικάνικη κουζίνα παρά μόνο μπριζόλες διαφόρων ειδών -αυτές που στην Ελλάδα θα χρυσοπληρώναμε ως «κοπές»- 2 ειδών σαλάτες και μεξικάνικες πίτες οι οποίες στην αυθεντική τους εκδοχή (όχι αυτές που αποκαλούμε τορτίγιας στην Ελλάδα) προσωπικά μου βρωμούσαν. Πάντως φάγαμε εξαιρετικά και σε απίστευτες τιμές αφού το μαγαζί εκεί όπου βρισκόταν απευθυνόταν σε ντόπιους.
Αργά το απόγευμα φτάσαμε στην Καμπέτσε, έχοντας πια "πατήσει" Χερσόνησο Γιουκατάν.
Last edited: