Vsl Fot
Member
- Μηνύματα
- 8
- Likes
- 120
Αμμάν ημέρα πρώτη.
Ωχ Αμμάν Αμμάν γειά σου είπαμε και εμείς στις 04.00 περίπου τα ξημερώματα όταν το γεμάτο airbus A320 της Aegean προσγειώθηκε στο αεροδρόμιο Queen Alia της πρωτεύουσας. Μετά τη κλασική, μετά από κάθε πτήση, επίσκεψη στη τουαλέτα, άκουσα τη φιλική ερώτηση της συντρόφου μου σε μια μαντιλοφορούσα καθαρίστρια εάν θεωρείται προκλητικό να φαίνονται τατουάζ σε γυναικεία χέρια. Όμορφο μου κορίτσι, δεν είπες ότι τα τατουάζ που έχεις είναι κάτι νεκροκεφαλές και κάτι διαόλια, για αυτό και η κυρία σου απάντησε ευγενικά, “ανάλογα τις περιστάσεις”. Που να ξέρε.. Ξεμπερδέψαμε σχετικά γρήγορα από τον έλεγχο διαβατηρίων, όπου ξανάκουσα τη συνοδοιπόρο να έχει ανοίξει μια ακατάληπτη συζήτηση με τον υπάλληλο, καθώς είχαν βουλώσει τα αυτιά της από την πτήση και προσπαθούσε να του εξηγήσει ότι δεν ακούει καλά τις σε -ο θεός να τα κάνει- αγγλικά ερωτήσεις του. Ως δια μαγείας όλα λύθηκαν με ένα απλό its my wife sir, is everything ok; το οποίο οδήγησε σε welcome to Jordan χαμογελαστή αντίδραση. Κοίτα να δεις. Αγορά ντόπιας κάρτας sim, απαραίτητο τσιγάρο, αγορά προπληρωμένου ταξί για το ξενοδοχείο και βουρ για το κέντρο της πόλης!
Το πρώτο ξενοδοχείο της μικρής μας περιπέτειας, ήταν το Arab Tower Hotel στο κέντρο της πόλης. Πάλι καλά που είχα ανοιχτό το gps, γιατί ο νυσταγμένος γκαζιάρης οδηγός του λευκού Toyota είχε ακούσει άλλο όνομα ξενοδοχείου στην άλλη γωνιά της πόλης. Φτάσαμε στο ξενοδοχείο με την πόλη έρημη και άδεια, αλλά μόλις ισιώσαμε τα κορμιά μας στο κρεβάτι για 2-3 ώρες πολύτιμου ύπνου και ο Μορφέας υποδεχόταν τα ταλαιπωρημένα μας κορμιά, Αμμάν! Το ξενοδοχείο είναι κοντά στο κεντρικό τζαμί της πόλης Grand Hussein, του οποίου η πρωινή προσευχή (όπως και οι υπόλοιπες κατά τη διάρκεια της μέρας) έπαιζε στη διαπασών από τα μεγάφωνα των πανύψηλων μιναρέδων. Βέβαια, το να βλέπεις το ξημέρωμα και δειλά δειλά τη πόλη να ξυπνάει, σε συνδυασμό με το κάλεσμα για προσευχή, ήταν κομματάκι ειδυλλιακό. Το παραδέχομαι. Ακολούθησαν λίγες ώρες ύπνου και ξεχυθήκαμε στη πόλη σαν τον Δώνη το 1996 στο Άμστερνταμ.
Η θέα από το παράθυρο του ξενοδοχείου. Στα αριστερά οι μιναρέδες του Grand Hussein.
Το Αμμάν είναι μια άναρχη δομικά μεγαλούπολη 4,5 εκατομμυρίων ψυχών, χτισμένη εξ ολοκλήρου σε λόφους. Όπως μας είπε κάποιος αργότερα, οι κύριοι αυτοί λόφοι είναι 7. Όπως λοιπόν όπου καπνός υπάρχει και φωτιά, έτσι και όπου υπάρχει λόφος, υπάρχει ανηφόρα. Εμπρός λοιπόν καλά μας ποδαράκια. Αχ και βαχ κομμένα! Πρώτες εντυπώσεις; Κίνηση, κόρνες, άναρχα κτήρια και δρόμοι, άπειρα μαγαζάκια παντός είδους, μυρωδιές φαγητού αλλά και σκουπιδιών, βαβούρα, πολύς κόσμος, αλλά, το κυριότερο, καινούριες ταξιδιωτικές εμπειρίες! Κάναμε τη πρώτη στάση για καφέ και ναργιλέ στην Κing Feyzal, στο μπαλκόνι ενός ημιτουριστικού καφενείου. Εδώ ήρθε και η πρώτη έκπληξη. Στον αραβικό καφέ προσθέτουν και κάρδαμο, κάτι που βρήκαμε αρκετά εύγεστο σαν αποτέλεσμα. Συνεχίσαμε περιπλανώμενοι και πρακτικά χαμένοι στις αγορές του κέντρου. Κάθε είδος, έχει τη δική του περιοχή εμπορίου. Ρούχα, φρούτα, λαχανικά, είδη σπιτιού, πάγκοι φαγητού, μαχαιράδικα, οπλοπωλεία, ζωνάδικα κλπ. Πάγκοι και μαγαζιά κυριολεκτικά παντού.
Στεγασμένο σκέλος της κεντρικής αγοράς (souk) της πόλης
Στη κεντρική αγορά, δεν μας έκανε εντύπωση η παντελής έλλειψη υγιεινής καθώς κάτι τέτοιο πάνω κάτω το περιμέναμε, αλλά έμεινα σε δύο εικόνες. Πριν αναφερθώ σε αυτές, δεν θα ξεχάσω το πιτσιρικά που μας ακολουθούσε ρίχνοντας μας με το νεροπίστολο του. Αχ και να σε πιάσω μικρέ μπόμπο! Πάμε πίσω στις εικόνες που σας έλεγα. Αρχικά είδα πολλά μαγαζιά εμπορίας μικρών ζώων, στα οποία ήταν κάπως λυπηρό να βλέπεις κουτάβια, γατάκια και πουλιά κάθε είδους στοιβαγμένα σε κοινή θέα στα πεζοδρόμια. Στη συνέχεια, συνάντησα τον απόλυτο πάγκο street food. Αραβική πίτα, λίγη πρασινάδα, ζάαταρ και.. αλειμμένος βραστός εγκέφαλος αρνιού. Δυστυχώς αν και παμφάγος, το ότι ήταν ακόμα σχετικά πρωί, με απέτρεψε ευγενικά.
Κεντρική αγορά στο Αμμάν.
Μετά τη κεντρική αγορά, ανηφορίσαμε προς τη πολυδιαφημισμένη Rainbow street και τα γύρω στενά, η οποία αν και αναφέρεται σε όλους τους ταξιδιωτικούς οδηγούς, την βρήκαμε αδιάφορη άνευρη και οριακά βαρετή. Μόνο δυτικοί τουρίστες και χλιδάτοι ντόπιοι κάνουν τη βόλτα τους εδώ, στο “Κολωνάκι” του Αμμάν. Καταλήξαμε για φαγητό στο Sufra Restaurant που θεωρείται κορυφαίο στη τοπική γαστρονομία. Είναι από τα πιο ακριβά εστιατόρια του Αμμάν, κάτι που φαίνεται και από τον κόσμο που συχνάζει εκεί. Πήραμε χούμους, ένα πιάτο με κοτόπουλο μέσα σε μια πηχτή σούπα από ταχίνι, ένα πιάτο με ψητό κοτόπουλο και καβουρδισμένους ξηρούς καρπούς, καθώς και μια μερίδα ρύζι με κρέας, ψημένα πάνω σε μια κρούστα λίπους. Όλα νόστιμα και η τιμή αν θυμάμαι καλά περίπου στα 15ε το άτομο.
Τα κυρίως πιάτα που παραγγείλαμε στο Sufra Restaurant
Με τις κοιλιές φουσκωμένες και τα βήματα αργά, κατηφορίσαμε ξανά προς το κέντρο, κάνοντας μια απαραίτητη στάση ανασυγκρότησης για καφέ στο καφενείο απέναντι από το φημισμένο Habbibah sweets. Εντύπωση μας έκαναν οι ουρές ντόπιων για ένα κομμάτι κιουνεφέ. Είχαμε διαβάσει ότι αποτελεί γαστρονομικό διαμάντι της πόλης, αλλά δεν περίμενα να δω κάτι τέτοιο. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα μετά τον καφέ, να στηθούμε και εμείς στην ουρά για το πολυπόθητο νέκταρ της ζωής. Το αποτέλεσμα ήταν εντυπωσιακό καθώς η γεύση και η υφή του κιουνεφέ ήταν πραγματικά αλλού!
Η βιτρίνα με τους μπακλαβάδες του Habbibah sweets.
Βολτάραμε λίγο ακόμα στο κέντρο και καταλήξαμε να μας βρίσκει το σούρουπο αραχτούς στα πεζούλια έξω από το Roman theatre, εντός του οποίου είχε μια μουσική παράσταση, να απολαμβάνουμε το τσιγάρο μας χαζεύοντας τον κόσμο δεξιά και αριστερά. Βέβαια, όντας κοιλιόδουλοι και μπυρολάγνοι πριν ολοκληρωθεί η πρώτη μέρα της νέας μας ταξιδιωτικής περιπέτειας, πήραμε από ενάμιση shawarma για το ξενοδοχείο αλλά και 2-3 τοπικές μπίρες (Carakale Brewing Company) από μια κάβα στο κέντρο της πόλης. Το Σαουαρμάδικο(εκ του τυρόπιτα, τυροπιτάδικο), κάναμε κάνα εικοσάλεπτο να το βρούμε, γιατί ο φίλος που ρωτήσαμε πιο είναι το αγαπημένο του στη περιοχή, φρόντισε να μας απαντήσει με το όνομα του ιδιοκτήτη και όχι του μαγαζιού, κάτι που είχε σαν αποτέλεσμα ψάχνοντάς το να περάσουμε 3 φορές απ’ έξω..
Ημέρα πρώτη τέλος, μετα μουσικής, με τσιγάρο και αγνάντι
Ωχ Αμμάν Αμμάν γειά σου είπαμε και εμείς στις 04.00 περίπου τα ξημερώματα όταν το γεμάτο airbus A320 της Aegean προσγειώθηκε στο αεροδρόμιο Queen Alia της πρωτεύουσας. Μετά τη κλασική, μετά από κάθε πτήση, επίσκεψη στη τουαλέτα, άκουσα τη φιλική ερώτηση της συντρόφου μου σε μια μαντιλοφορούσα καθαρίστρια εάν θεωρείται προκλητικό να φαίνονται τατουάζ σε γυναικεία χέρια. Όμορφο μου κορίτσι, δεν είπες ότι τα τατουάζ που έχεις είναι κάτι νεκροκεφαλές και κάτι διαόλια, για αυτό και η κυρία σου απάντησε ευγενικά, “ανάλογα τις περιστάσεις”. Που να ξέρε.. Ξεμπερδέψαμε σχετικά γρήγορα από τον έλεγχο διαβατηρίων, όπου ξανάκουσα τη συνοδοιπόρο να έχει ανοίξει μια ακατάληπτη συζήτηση με τον υπάλληλο, καθώς είχαν βουλώσει τα αυτιά της από την πτήση και προσπαθούσε να του εξηγήσει ότι δεν ακούει καλά τις σε -ο θεός να τα κάνει- αγγλικά ερωτήσεις του. Ως δια μαγείας όλα λύθηκαν με ένα απλό its my wife sir, is everything ok; το οποίο οδήγησε σε welcome to Jordan χαμογελαστή αντίδραση. Κοίτα να δεις. Αγορά ντόπιας κάρτας sim, απαραίτητο τσιγάρο, αγορά προπληρωμένου ταξί για το ξενοδοχείο και βουρ για το κέντρο της πόλης!
Το πρώτο ξενοδοχείο της μικρής μας περιπέτειας, ήταν το Arab Tower Hotel στο κέντρο της πόλης. Πάλι καλά που είχα ανοιχτό το gps, γιατί ο νυσταγμένος γκαζιάρης οδηγός του λευκού Toyota είχε ακούσει άλλο όνομα ξενοδοχείου στην άλλη γωνιά της πόλης. Φτάσαμε στο ξενοδοχείο με την πόλη έρημη και άδεια, αλλά μόλις ισιώσαμε τα κορμιά μας στο κρεβάτι για 2-3 ώρες πολύτιμου ύπνου και ο Μορφέας υποδεχόταν τα ταλαιπωρημένα μας κορμιά, Αμμάν! Το ξενοδοχείο είναι κοντά στο κεντρικό τζαμί της πόλης Grand Hussein, του οποίου η πρωινή προσευχή (όπως και οι υπόλοιπες κατά τη διάρκεια της μέρας) έπαιζε στη διαπασών από τα μεγάφωνα των πανύψηλων μιναρέδων. Βέβαια, το να βλέπεις το ξημέρωμα και δειλά δειλά τη πόλη να ξυπνάει, σε συνδυασμό με το κάλεσμα για προσευχή, ήταν κομματάκι ειδυλλιακό. Το παραδέχομαι. Ακολούθησαν λίγες ώρες ύπνου και ξεχυθήκαμε στη πόλη σαν τον Δώνη το 1996 στο Άμστερνταμ.
Η θέα από το παράθυρο του ξενοδοχείου. Στα αριστερά οι μιναρέδες του Grand Hussein.
Το Αμμάν είναι μια άναρχη δομικά μεγαλούπολη 4,5 εκατομμυρίων ψυχών, χτισμένη εξ ολοκλήρου σε λόφους. Όπως μας είπε κάποιος αργότερα, οι κύριοι αυτοί λόφοι είναι 7. Όπως λοιπόν όπου καπνός υπάρχει και φωτιά, έτσι και όπου υπάρχει λόφος, υπάρχει ανηφόρα. Εμπρός λοιπόν καλά μας ποδαράκια. Αχ και βαχ κομμένα! Πρώτες εντυπώσεις; Κίνηση, κόρνες, άναρχα κτήρια και δρόμοι, άπειρα μαγαζάκια παντός είδους, μυρωδιές φαγητού αλλά και σκουπιδιών, βαβούρα, πολύς κόσμος, αλλά, το κυριότερο, καινούριες ταξιδιωτικές εμπειρίες! Κάναμε τη πρώτη στάση για καφέ και ναργιλέ στην Κing Feyzal, στο μπαλκόνι ενός ημιτουριστικού καφενείου. Εδώ ήρθε και η πρώτη έκπληξη. Στον αραβικό καφέ προσθέτουν και κάρδαμο, κάτι που βρήκαμε αρκετά εύγεστο σαν αποτέλεσμα. Συνεχίσαμε περιπλανώμενοι και πρακτικά χαμένοι στις αγορές του κέντρου. Κάθε είδος, έχει τη δική του περιοχή εμπορίου. Ρούχα, φρούτα, λαχανικά, είδη σπιτιού, πάγκοι φαγητού, μαχαιράδικα, οπλοπωλεία, ζωνάδικα κλπ. Πάγκοι και μαγαζιά κυριολεκτικά παντού.
Στεγασμένο σκέλος της κεντρικής αγοράς (souk) της πόλης
Στη κεντρική αγορά, δεν μας έκανε εντύπωση η παντελής έλλειψη υγιεινής καθώς κάτι τέτοιο πάνω κάτω το περιμέναμε, αλλά έμεινα σε δύο εικόνες. Πριν αναφερθώ σε αυτές, δεν θα ξεχάσω το πιτσιρικά που μας ακολουθούσε ρίχνοντας μας με το νεροπίστολο του. Αχ και να σε πιάσω μικρέ μπόμπο! Πάμε πίσω στις εικόνες που σας έλεγα. Αρχικά είδα πολλά μαγαζιά εμπορίας μικρών ζώων, στα οποία ήταν κάπως λυπηρό να βλέπεις κουτάβια, γατάκια και πουλιά κάθε είδους στοιβαγμένα σε κοινή θέα στα πεζοδρόμια. Στη συνέχεια, συνάντησα τον απόλυτο πάγκο street food. Αραβική πίτα, λίγη πρασινάδα, ζάαταρ και.. αλειμμένος βραστός εγκέφαλος αρνιού. Δυστυχώς αν και παμφάγος, το ότι ήταν ακόμα σχετικά πρωί, με απέτρεψε ευγενικά.
Κεντρική αγορά στο Αμμάν.
Μετά τη κεντρική αγορά, ανηφορίσαμε προς τη πολυδιαφημισμένη Rainbow street και τα γύρω στενά, η οποία αν και αναφέρεται σε όλους τους ταξιδιωτικούς οδηγούς, την βρήκαμε αδιάφορη άνευρη και οριακά βαρετή. Μόνο δυτικοί τουρίστες και χλιδάτοι ντόπιοι κάνουν τη βόλτα τους εδώ, στο “Κολωνάκι” του Αμμάν. Καταλήξαμε για φαγητό στο Sufra Restaurant που θεωρείται κορυφαίο στη τοπική γαστρονομία. Είναι από τα πιο ακριβά εστιατόρια του Αμμάν, κάτι που φαίνεται και από τον κόσμο που συχνάζει εκεί. Πήραμε χούμους, ένα πιάτο με κοτόπουλο μέσα σε μια πηχτή σούπα από ταχίνι, ένα πιάτο με ψητό κοτόπουλο και καβουρδισμένους ξηρούς καρπούς, καθώς και μια μερίδα ρύζι με κρέας, ψημένα πάνω σε μια κρούστα λίπους. Όλα νόστιμα και η τιμή αν θυμάμαι καλά περίπου στα 15ε το άτομο.
Τα κυρίως πιάτα που παραγγείλαμε στο Sufra Restaurant
Με τις κοιλιές φουσκωμένες και τα βήματα αργά, κατηφορίσαμε ξανά προς το κέντρο, κάνοντας μια απαραίτητη στάση ανασυγκρότησης για καφέ στο καφενείο απέναντι από το φημισμένο Habbibah sweets. Εντύπωση μας έκαναν οι ουρές ντόπιων για ένα κομμάτι κιουνεφέ. Είχαμε διαβάσει ότι αποτελεί γαστρονομικό διαμάντι της πόλης, αλλά δεν περίμενα να δω κάτι τέτοιο. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα μετά τον καφέ, να στηθούμε και εμείς στην ουρά για το πολυπόθητο νέκταρ της ζωής. Το αποτέλεσμα ήταν εντυπωσιακό καθώς η γεύση και η υφή του κιουνεφέ ήταν πραγματικά αλλού!
Η βιτρίνα με τους μπακλαβάδες του Habbibah sweets.
Βολτάραμε λίγο ακόμα στο κέντρο και καταλήξαμε να μας βρίσκει το σούρουπο αραχτούς στα πεζούλια έξω από το Roman theatre, εντός του οποίου είχε μια μουσική παράσταση, να απολαμβάνουμε το τσιγάρο μας χαζεύοντας τον κόσμο δεξιά και αριστερά. Βέβαια, όντας κοιλιόδουλοι και μπυρολάγνοι πριν ολοκληρωθεί η πρώτη μέρα της νέας μας ταξιδιωτικής περιπέτειας, πήραμε από ενάμιση shawarma για το ξενοδοχείο αλλά και 2-3 τοπικές μπίρες (Carakale Brewing Company) από μια κάβα στο κέντρο της πόλης. Το Σαουαρμάδικο(εκ του τυρόπιτα, τυροπιτάδικο), κάναμε κάνα εικοσάλεπτο να το βρούμε, γιατί ο φίλος που ρωτήσαμε πιο είναι το αγαπημένο του στη περιοχή, φρόντισε να μας απαντήσει με το όνομα του ιδιοκτήτη και όχι του μαγαζιού, κάτι που είχε σαν αποτέλεσμα ψάχνοντάς το να περάσουμε 3 φορές απ’ έξω..
Ημέρα πρώτη τέλος, μετα μουσικής, με τσιγάρο και αγνάντι