gkalla
Member
- Μηνύματα
- 1.495
- Likes
- 8.196
- Επόμενο Ταξίδι
- ????
- Ταξίδι-Όνειρο
- Κούβα, Περού, Ν. Ζηλανδία
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Πόλη του Ληξουρίου και ανατολικό τμήμα της Παλλικής.
- Κατω(γ)ή και νότιο τμήμα της Παλλικής
- Ανω(γ)ή και δυτικό τμήμα της Παλλικής
- Άλλες πληροφορίες για την Παλλική (Ληξούρι)
- Θηνιά, Μύρτος και Έρισος
- Πύλαρος, Σάμη, Ελειός - Πρόννοι
- Λειβαθώ, Οροπέδιο Ομαλών
- Κρανιά (Αργοστόλι)
- Άλλες πληροφορίες για την Κεφαλλονιά ( πλην Ληξουρίου)
Θηνιά, Μύρτος και Έρισος
Φεύγοντας από την Παλλική, η πρώτη περιοχή που συναντάς είναι η Θηνιά, η μικρότερη, σε έκταση, επαρχία της Κεφαλλονιάς.
Το χαρακτηριστικό στοιχείο αυτής της κατά βάση ορεινής περιοχής είναι η Αγία Δυνατή ένα βουνό που διαχωρίζεται ελαφρώς από το κεντρικό βουνό του Αίνου. Ανάμεσα λοιπόν στους λόφους που οριοθετούν ανατολικά το σύνορο προς την Παλλική και στην Αγία Δυνατή βρίσκεται μια κοιλάδα που καταλήγει στην θάλασσα η οποία μαζί με τις παρυφές των ορεινών όγκων αποτελούν την Θηνιά. Τα περισσότερα χωριά της περιοχής βρίσκονται στις πλαγιές της Αγίας Δυνατής και στην πλειοψηφία τους είναι μικρά και σχετικά άγνωστα. Το Νύφι με το αστείο όνομα, τα Καρδακάτα, η Ρίζα, τα Πετρικάτα και τα Κοντογουράτα (το χωριό του Τρίτση) είναι χωριά που δεν δέχονται πρακτικά καθόλου τουρίστες. Οι βασικοί τους επισκέπτες είναι οι ντόπιοι που επιστρέφουν στα χωριά τους για διακοπές. Αντιθέτως ο Αγκώνας που βρίσκεται πάνω στον κεντρικό δρόμο έχει μεγαλύτερη επισκεψιμότητα, ενώ παλιότερα είχε χαρακτηριστεί ως το καθαρότερο χωριό του νησιού. Μια – δυο ταβέρνες με ωραία θέα, λίγα καταλύματα αλλά και μίνι μάρκετ το καθιστούν ως τον «κόμβο» της περιοχής.
Το μόνο παραλιακό (σχεδόν) χωριό της Θηνιάς είναι τα Ζόλα. Αναπτύσσεται κυρίως στην πλαγιά του λόφου και ανάμεσα σε δυο παραλίες, το Βούτι και την Αγία Κυριακή.
Το Βούτι έγινε πιο γνωστό κυρίως τα τελευταία χρόνια και είναι μια μικρή παραλία, περίπου 1 χμ. μακριά από τα Ζόλα. Ο δρόμος για εκεί είναι μεικτός με την άσφαλτο να δίνει τη θέση της στο τσιμέντο, για να καταλήξει σε χώμα. Η καντίνα που υπάρχει εκεί καλύπτει τις βασικές ανάγκες των λουόμενων.
Στην θάλασσα που καταλήγει ο δρόμος που διασχίζει τα Ζόλα υπάρχει ένα μικρό λιμανάκι όπου προστατεύουν τις βάρκες τους οι ντόπιοι ψαράδες και απ’ όπου ξεκινούν τα σκάφη που μεταφέρουν τους επισκέπτες στις παραλίες της βόρειας Παλλικής (Καμάρι, Φτέρη, Μαντά και Αμίδι).
Στο λιμανάκι λοιπόν βρίσκεται μια μικρή, παραδοσιακή ψαροταβέρνα «Η καλύβα του ψαρά», ένα από τα αγαπημένα μου ταβερνάκια στο νησί.
Οι επιλογές του πελάτη είναι συγκεκριμένες. Ψάρια ανάλογα με τον αριθμό των συνδαιτημόνων, πατάτες και σαλάτα. Εξηγούμαι. Ψάρια από αυτά που ψαρεύτηκαν το πρωί, όποια κι αν είναι αυτά, πατάτες τηγανητές, ντόπιες, πολύ νόστιμες, χωριάτικη σαλάτα από τον κήπο και τέλος. Αν είσαι πολύ τυχερός μπορεί να βρεις κανένα αμπελοφάσουλο και κανένα βραστό κολοκυθάκι, από τον κήπο κι αυτά. Σε φάση, «έπιασα το τζάκποτ στο τζόκερ», μπορεί να πετύχεις ψαρόσουπα, με τον ιδιαίτερο τρόπο που την μαγειρεύουν εδώ. Κρασί μόνο λευκό, χύμα, της περιοχής (τοπική ποικιλία, θηνιάτικο, ωραιότατο), μπύρα μόνο ένα είδος, αναψυκτικά επίσης. Αν αρχίσεις να ζητάς καλαμαράκια, αστακούς και τα τοιαύτα, στην καλύτερη περίπτωση σου προτείνουν να έρθεις όταν είναι η εποχή τους, στην χειρότερη σε διώχνουν να πας να τα βρεις σε άλλες ταβέρνες (εμείς δεν πουλάμε κατεψυγμένα).
Δίπλα ακριβώς αρχίζει η μεγάλη παραλία της Αγίας Κυριακής, πιο εντυπωσιακή στο μάτι από ψηλά παρά από κοντά. Άμμος κατά τόπους αλλά κυρίως βότσαλο, αρκετά βαθιά και πολύ συχνά κυματιστή λόγω άμεσης έκθεσης στο βορά και στον μαΐστρο (τον άνεμο που κατά 90% φυσά τα καλοκαίρια στο νησί), είναι μια παραλία που δεν προτιμάται από πολύ κόσμο.
Οι περισσότεροι που την επισκέπτονται συγκεντρώνονται στην δυτική πλευρά της παραλίας, ακριβώς κάτω από το χωριό του Αγκώνα. Εκεί υπάρχει beach bar, ομπρέλες και λοιπά, ενώ η υπόλοιπη παραλία δεν διαθέτει τέτοιου τύπου ανέσεις.
Βγαίνοντας από την Θηνιά ξεκινά η περιοχή της Πυλάρου. Ο δρόμος χαραγμένος πάνω στην απότομη πλαγιά, ατενίζει από ψηλά το πέλαγος και ακολουθώντας την μορφολογία του βουνού, στο μεγαλύτερο μέρος του γεμάτος στροφές και φουρκέτες. Τα ημιάγρια γίδια που βόσκουν εκεί συνήθως αρέσκονται να ξαπλώνουν στο οδόστρωμα και συχνά παρασύρουν πέτρες από την πλαγιά γι’ αυτό χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή στην οδήγηση, ιδιαίτερα τις νυχτερινές ώρες. Σε κάποιο σημείο της διαδρομή υπάρχει και ένα παρατηρητήριο που βλέπει πολύ καλά προς τον Μύρτο, την διασημότερη παραλία του νησιού. Αξίζει να δεις, να απολαύσεις τα χρώματα και το απέραντο γαλάζιο και να συνεχίσεις.
Μετά από περίπου 2 χμ., στο χωριό Διβαράτα, στρίβεις αριστερά και μετά από άλλα 2,5 χιλιόμετρα κατηφορικού και φιδογυριστού δρόμου φτάνεις στην παραλία. Η πλατιά και ολόλευκη βοτσαλωτή παραλία σε συνδυασμό με τα, ιδιαιτέρου χρώματος, νερά της, την έχει κάνει διάσημη σε όλον τον κόσμο (έχω συναντήσει αφίσες με την φωτογραφία του Μύρτου σε πολλές γωνιές του κόσμου).
Αν είστε τυχεροί και την πετύχετε ήρεμη επιβάλλεται μια επίσκεψη. Προσοχή όμως, αν είναι ταραγμένη τότε καλό είναι να είστε πολύ προσεχτικοί. Το κύμα εδώ (σε συνδυασμό με τα υπόγεια ρεύματα) δεν αστειεύεται. Κάθε χρόνο υπάρχουν πνιγμοί παρόλο που πάντα υπάρχει ναυαγοσώστης. Ακόμη, καλό είναι να πάτε στην παραλία νωρίς (πριν τις 10:00-10:30), καθώς το πρόβλημα του παρκαρίσματος και της κίνησης στον δρόμο, είναι σοβαρό. Αν δεν θέλετε να κάνετε πεζοπορία από τα Διβαράτα, τότε ξυπνήστε νωρίς.
Φεύγοντας από τον Μύρτο και κινούμενος ξανά προς τον Βορρά συναντάς την νέα γέφυρα του Χάρακα, που κατασκευάστηκε πρόσφατα, καθώς ο δρόμος, στην απόκρημνη αυτή περιοχή, κατολίσθησε το 2014. Εκεί υπάρχει ένα ακόμη παρατηρητήριο προς την παραλία, ενώ αμέσως μετά συναντάς ένα σπίτι πάνω στο δρόμο που είναι κρεμασμένο στο γκρεμό. Είναι γνωστό ως το «Σπίτι του Ωκεανογράφου» μόνο που πια έχει πωληθεί και τα τελευταία χρόνια ενοικιάζεται σε πολύ υψηλές τιμές. Σε όλη αυτή την διαδρομή (αλλά και πριν τον Μύρτο), στο τέρμα του γκρεμού, υπάρχουν κάμποσες παραλίες, μικρές και μεγάλες, επισκέψιμες μόνο δια θαλάσσης. Γενικά μιλώντας, τα δυτικά (και όχι μόνο) παράλια του νησιού προσφέρονται για επίσκεψη με φουσκωτό ή ιστιοπλοϊκό καθώς υπάρχουν πολλές τέτοιες παραλίες που μπορείς να απολαύσεις μόνος ή με την παρέα σου.
Ακολουθεί η Έρισος. Η υποδοχή είναι η καλύτερη δυνατή. Αμέσως, σχεδόν, συναντάς την πανέμορφη Άσσο, για μένα ίσως το πιο ωραίο χωριό του νησιού. (ως τώρα, γιατί μετά τις τελευταίες καταστροφές που προκάλεσε η κακοκαιρία και τα άπειρα μπάζα που κυριολεκτικά έθαψαν το μισό χωριό, αυτό μετράει ακόμη τις πληγές του)
Η πρώτη εικόνα από μακριά σε προϊδεάζει για την ιδιαιτερότητα αυτού του μέρους. Βλέπει κανείς στην δεξιά πλευρά τα σπίτια του χωριού, που αμέσως μετά, μέσω μια στενής λωρίδας γης, ενώνεται με ένα πευκόφυτο λόφο, στεφανωμένο με ένα κάστρο.
Φτάνοντας ανακαλύπτεις και άλλα όμορφα στοιχεία. Ανακαλύπτεις το μικρό σχετικά κλειστό κολπάκι, με τις δυο μικρές παραλίες του, ανάμεσα στο χωριό και το κάστρο.
Θαυμάζεις τα όμορφα, παραδοσιακά σπίτια του χωριού, είτε είναι παλιά που γλύτωσαν από την μανία του εγκέλαδου, είτε ερείπια, είτε σύγχρονα που όμως ακολουθούν πιστά την παραδοσιακή αρχιτεκτονική.
Ωραίες αυλές και ανθισμένες μπουκαμβίλιες, σε όλα τα χρώματα, που σκαρφαλώνουν στα σπίτια και τους μαντρότοιχους, συμπληρώνουν μια ομολογουμένως όμορφη εικόνα και καταφέρνουν να δείξουν πως θα ήταν τα χωριά του νησιού χωρίς τις επαναλαμβανόμενες καταστροφές.
Πολλά μαγαζάκια αναπτύσσονται κατά μήκος της παραλίας αλλά και εσωτερικά προσφέροντας φαγητό και καφέ στους επισκέπτες ενώ τα καταλύματα αυξάνονται κάθε χρόνο χωρίς όμως να αλλοιώνουν την εικόνα του χωριού. Επίσης, δύο - τρία πάρκινγκ, στις παρυφές του χωριού, εξυπηρετούν (μετά βίας) τον όλο και αυξανόμενο όγκο επισκεπτών.
Από το κοντινότερο πάρκινγκ στο χωριό ξεκινά ο δρόμος για το Κάστρο της Άσσου. Δεν επιτρέπεται η κίνηση οχημάτων σ’ αυτόν τον δρόμο αν και έχω δει μια δυο φορές να ανεβαίνουν μηχανάκια.
Η διαδρομή είναι συνεχώς ανηφορική και συνήθως χρειάζεται περίπου μισή ώρα για να φτάσει κανείς στην κορυφή. Ανεβαίνοντας το πευκόφυτο λόφο από την βορινή πλευρά απολαμβάνεις τη θέα προς το χωριό ενώ από την νότια πλευρά (με είσοδο από το Πορτέλο), προς την θάλασσα και τον όρμο της Αγίας Κυριακής.
Το ενετικό κάστρο του 16ου αιώνα έχει δωρεάν είσοδο και καλύπτει πρακτικά όλη την έκταση του λόφου (440 στρέμματα!). Στο εσωτερικό του λίγα πράγματα έχουν απομείνει. Ο επισκέπτης μπορεί να δει την ερειπωμένη καθολική εκκλησία του Αγίου Μάρκου, την επίσης ερειπωμένη Οικία του Ύπατου Αρμοστή της Γαληνότατης Δημοκρατίας καθώς και τα επισκευασμένα κτίρια των μη ενεργών, πλέον, αγροτικών φυλακών. Στο κάστρο επίσης βρίσκεται και η ορθόδοξη εκκλησία του Προφήτη Ηλία που οικοδομήθηκε το 1880 πάνω στα ερείπια μιας παλιότερης εκκλησίας.
Επιστρέφοντας και πάλι στον δρόμο προς τον Βορρά, βάζουμε πλώρη για το Φισκάρδο. Στην διαδρομή, κάνοντας μια παράκαμψη στο ύψος του χωριού Μάγγανος, μπορείς να δεις τις παραλίες Αγία Ιερουσαλήμ (που διαθέτει ταβερνάκι) και Αλατιές.
Στο χωριό Αντιπάτα (της Ερίσου, γιατί έχει και στην Πύλαρο) μπορείς να κατευθυνθείς προς την παραλία Δαφνούδι. Η εν λόγω παραλία έχει γίνει πολύ της μοδός τελευταία, κυρίως ανάμεσα στους νέους, και χρειάζεται επιπλέον του δρόμου περίπου 500 μ. περπάτημα μέσα από την δασωμένη πλαγιά αλλά με καλό σχετικά μονοπάτι. Και οι 3 αυτές παραλίες είναι με βότσαλο και καθαρά κρυστάλλινα νερά, με πιο ιδιαίτερη το Δαφνούδι.
Φτάνοντας πια στις παρυφές του Φισκάρδου υπάρχει ακόμη μια παραλία (παλιότερα ήταν αυτή που επέλεγαν οι περισσότεροι στην περιοχή), η Έμπλυση. Εδώ το βότσαλο είναι μεγάλο ενώ τα βράχια στο πλάι της παραλίας σχηματίζουν κάποιες επίπεδες πλάκες, τις οποίες προτιμούν πολλοί για να βουτήξουν από εκεί.
Το Φισκάρδο είναι το μοναδικό χωριό που γλύτωσε σε μεγάλο βαθμό από τις καταστροφικές συνέπειες του σεισμού του ’53 (εξαιτίας της απόστασης από το επίκεντρο αλλά και του βραχώδους υποβάθρου του) και διατήρησε την παραδοσιακή του μορφή. Είναι φυσικά, διατηρητέος οικισμός, χτισμένος τον 18ο αιώνα, με όμορφα πολύχρωμα, δίπατα σπίτια και έχει πάρει το όνομα του από τον Νορμανδό Σταυροφόρο Ροβέρτο Γυισκάρδο που πολιόρκησε την περιοχή το 1085. Είναι επίσης ο τόπος καταγωγής του αγαπημένου μου Νίκου Καββαδία.
Βρίσκεται στο βορειότερο μέρος του νησιού, ακριβώς απέναντι από την Ιθάκη και διαθέτει και σύνδεση με την Λευκάδα (παλιότερα και με την Ιθάκη). Το χωριό ακολουθεί την μορφολογία της ακτής και τα μικρά κολπάκια της, όπως και τα ταβερνάκια και τα άλλα τουριστικά καταστήματα. Οι μικροί κόλποι είναι συνήθως γεμάτοι με πάσης φύσεως σκάφη, από ταπεινές βαρκούλες ως πολυτελείς θαλαμηγούς.
Το διεθνές και ντόπιο τζετ σετ ανακάλυψε την περιοχή εδώ και πολλά χρόνια λόγω και των διθυραμβικών σχολίων κάποιων χολυγουντιανών ηθοποιών που είχαν επισκεφτεί την περιοχή. Η ομορφιά του χωριού αλλά και οι μαγειρικές ικανότητες των τοπικών καταστηματαρχών ήταν τα σημεία κλειδιά για την ανάπτυξη του χωριού. Έτσι ότι δεν κατάφερε ο σεισμός προσπαθεί (και κοντεύει) να το καταφέρει ο υπερτουρισμός από τον οποίο πάσχει η περιοχή εδώ και πολλά χρόνια. Οι ταπεινές μαγείρισσες έχουν μετατραπεί σε διάσημες τηλεπερσόνες και κυκλοφορούν ανάμεσα στα τραπέζια φορώντας αιθέρια φορέματα της γαλλικής και ιταλικής μόδας ενώ φυσικά οι τιμές έχουν γίνει κι αυτές, τιμές Παρισιού. Πληρώνεις τα γεμιστά όσο τον φασιανό και τον γαύρο κάτι παραπάνω από αστακό.
Οι 2 μικρές παραλίες του χωριού δεν επιλέγονται από πολλούς για κολύμπι (ίσως λόγω των σκαφών) αλλά λίγο πιο έξω από το χωριό προς το νότο πια και στο ανατολικό κομμάτι της Ερίσου, που βλέπει προς την Ιθάκη συναντάς την παραλία Φώκι. Βρίσκεται σ’ ένα κολπάκι που μοιάζει με μικροσκοπικό φιόρδ και προσεγγίζεται εύκολα μέσα από έναν ελαιώνα και μάλλον είναι η πιο γραφική παραλία της περιοχής. Το ομώνυμο ταβερνάκι πάνω στον δρόμο είναι μια πιο συμπαθής και σίγουρα οικονομικότερη λύση για φαγητό.
Μετά το Φώκι υπάρχουν 2 επιλογές. Ή επιλέγεις τον δρόμο που περνά από τα Τσελεντάτα, τα Ματσουκάτα και επιστρέφει προς τον Μάγγανο ενώ κατόπιν ακολουθεί την ίδια διαδρομή πάλι προς τον Μύρτο ή ακολουθείς την ορεινή, σαφώς πιο δύσκολη διαδρομή, διασχίζοντας χωριά όπως την Ευρετή, τα Βεντουράτα, τις Βασιλικιάδες, τα Μεσουβούνια, την Καρυά, τα Κομιτάτα μπαίνοντας στο ανατολικό κομμάτι της Πυλάρου και καταλήγοντας στην Αγία Ευφημία.
Σ’ αυτές τις ανατολικές περιοχές της Ερίσου υπάρχουν πάνω από δέκα παραλίες, προσβάσιμες με όχημα ή με τα πόδια που ομολογώ δεν έχω επισκεφτεί καμιά τους. Τις έχω μόνο δει από μακριά και δεν μπορώ να εκφέρω γνώμη. Να αναφέρω μόνο πως επισκέψιμες με όχημα (εύκολα ή δύσκολα) είναι οι εξής: Καμίνι (από τα Βεντουράτα), Κακόγκιλος, Αγία Σοφία και Χοργοτά ή Γοργοτά (από τα Κομιτάτα), Γιαγάνα (από το Νεοχώρι)
Χάρτης βασικής διαδρομής
Φεύγοντας από την Παλλική, η πρώτη περιοχή που συναντάς είναι η Θηνιά, η μικρότερη, σε έκταση, επαρχία της Κεφαλλονιάς.
Το χαρακτηριστικό στοιχείο αυτής της κατά βάση ορεινής περιοχής είναι η Αγία Δυνατή ένα βουνό που διαχωρίζεται ελαφρώς από το κεντρικό βουνό του Αίνου. Ανάμεσα λοιπόν στους λόφους που οριοθετούν ανατολικά το σύνορο προς την Παλλική και στην Αγία Δυνατή βρίσκεται μια κοιλάδα που καταλήγει στην θάλασσα η οποία μαζί με τις παρυφές των ορεινών όγκων αποτελούν την Θηνιά. Τα περισσότερα χωριά της περιοχής βρίσκονται στις πλαγιές της Αγίας Δυνατής και στην πλειοψηφία τους είναι μικρά και σχετικά άγνωστα. Το Νύφι με το αστείο όνομα, τα Καρδακάτα, η Ρίζα, τα Πετρικάτα και τα Κοντογουράτα (το χωριό του Τρίτση) είναι χωριά που δεν δέχονται πρακτικά καθόλου τουρίστες. Οι βασικοί τους επισκέπτες είναι οι ντόπιοι που επιστρέφουν στα χωριά τους για διακοπές. Αντιθέτως ο Αγκώνας που βρίσκεται πάνω στον κεντρικό δρόμο έχει μεγαλύτερη επισκεψιμότητα, ενώ παλιότερα είχε χαρακτηριστεί ως το καθαρότερο χωριό του νησιού. Μια – δυο ταβέρνες με ωραία θέα, λίγα καταλύματα αλλά και μίνι μάρκετ το καθιστούν ως τον «κόμβο» της περιοχής.
Το μόνο παραλιακό (σχεδόν) χωριό της Θηνιάς είναι τα Ζόλα. Αναπτύσσεται κυρίως στην πλαγιά του λόφου και ανάμεσα σε δυο παραλίες, το Βούτι και την Αγία Κυριακή.
Το Βούτι έγινε πιο γνωστό κυρίως τα τελευταία χρόνια και είναι μια μικρή παραλία, περίπου 1 χμ. μακριά από τα Ζόλα. Ο δρόμος για εκεί είναι μεικτός με την άσφαλτο να δίνει τη θέση της στο τσιμέντο, για να καταλήξει σε χώμα. Η καντίνα που υπάρχει εκεί καλύπτει τις βασικές ανάγκες των λουόμενων.
Στην θάλασσα που καταλήγει ο δρόμος που διασχίζει τα Ζόλα υπάρχει ένα μικρό λιμανάκι όπου προστατεύουν τις βάρκες τους οι ντόπιοι ψαράδες και απ’ όπου ξεκινούν τα σκάφη που μεταφέρουν τους επισκέπτες στις παραλίες της βόρειας Παλλικής (Καμάρι, Φτέρη, Μαντά και Αμίδι).
Στο λιμανάκι λοιπόν βρίσκεται μια μικρή, παραδοσιακή ψαροταβέρνα «Η καλύβα του ψαρά», ένα από τα αγαπημένα μου ταβερνάκια στο νησί.
Οι επιλογές του πελάτη είναι συγκεκριμένες. Ψάρια ανάλογα με τον αριθμό των συνδαιτημόνων, πατάτες και σαλάτα. Εξηγούμαι. Ψάρια από αυτά που ψαρεύτηκαν το πρωί, όποια κι αν είναι αυτά, πατάτες τηγανητές, ντόπιες, πολύ νόστιμες, χωριάτικη σαλάτα από τον κήπο και τέλος. Αν είσαι πολύ τυχερός μπορεί να βρεις κανένα αμπελοφάσουλο και κανένα βραστό κολοκυθάκι, από τον κήπο κι αυτά. Σε φάση, «έπιασα το τζάκποτ στο τζόκερ», μπορεί να πετύχεις ψαρόσουπα, με τον ιδιαίτερο τρόπο που την μαγειρεύουν εδώ. Κρασί μόνο λευκό, χύμα, της περιοχής (τοπική ποικιλία, θηνιάτικο, ωραιότατο), μπύρα μόνο ένα είδος, αναψυκτικά επίσης. Αν αρχίσεις να ζητάς καλαμαράκια, αστακούς και τα τοιαύτα, στην καλύτερη περίπτωση σου προτείνουν να έρθεις όταν είναι η εποχή τους, στην χειρότερη σε διώχνουν να πας να τα βρεις σε άλλες ταβέρνες (εμείς δεν πουλάμε κατεψυγμένα).
Δίπλα ακριβώς αρχίζει η μεγάλη παραλία της Αγίας Κυριακής, πιο εντυπωσιακή στο μάτι από ψηλά παρά από κοντά. Άμμος κατά τόπους αλλά κυρίως βότσαλο, αρκετά βαθιά και πολύ συχνά κυματιστή λόγω άμεσης έκθεσης στο βορά και στον μαΐστρο (τον άνεμο που κατά 90% φυσά τα καλοκαίρια στο νησί), είναι μια παραλία που δεν προτιμάται από πολύ κόσμο.
Οι περισσότεροι που την επισκέπτονται συγκεντρώνονται στην δυτική πλευρά της παραλίας, ακριβώς κάτω από το χωριό του Αγκώνα. Εκεί υπάρχει beach bar, ομπρέλες και λοιπά, ενώ η υπόλοιπη παραλία δεν διαθέτει τέτοιου τύπου ανέσεις.
Βγαίνοντας από την Θηνιά ξεκινά η περιοχή της Πυλάρου. Ο δρόμος χαραγμένος πάνω στην απότομη πλαγιά, ατενίζει από ψηλά το πέλαγος και ακολουθώντας την μορφολογία του βουνού, στο μεγαλύτερο μέρος του γεμάτος στροφές και φουρκέτες. Τα ημιάγρια γίδια που βόσκουν εκεί συνήθως αρέσκονται να ξαπλώνουν στο οδόστρωμα και συχνά παρασύρουν πέτρες από την πλαγιά γι’ αυτό χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή στην οδήγηση, ιδιαίτερα τις νυχτερινές ώρες. Σε κάποιο σημείο της διαδρομή υπάρχει και ένα παρατηρητήριο που βλέπει πολύ καλά προς τον Μύρτο, την διασημότερη παραλία του νησιού. Αξίζει να δεις, να απολαύσεις τα χρώματα και το απέραντο γαλάζιο και να συνεχίσεις.
Μετά από περίπου 2 χμ., στο χωριό Διβαράτα, στρίβεις αριστερά και μετά από άλλα 2,5 χιλιόμετρα κατηφορικού και φιδογυριστού δρόμου φτάνεις στην παραλία. Η πλατιά και ολόλευκη βοτσαλωτή παραλία σε συνδυασμό με τα, ιδιαιτέρου χρώματος, νερά της, την έχει κάνει διάσημη σε όλον τον κόσμο (έχω συναντήσει αφίσες με την φωτογραφία του Μύρτου σε πολλές γωνιές του κόσμου).
Αν είστε τυχεροί και την πετύχετε ήρεμη επιβάλλεται μια επίσκεψη. Προσοχή όμως, αν είναι ταραγμένη τότε καλό είναι να είστε πολύ προσεχτικοί. Το κύμα εδώ (σε συνδυασμό με τα υπόγεια ρεύματα) δεν αστειεύεται. Κάθε χρόνο υπάρχουν πνιγμοί παρόλο που πάντα υπάρχει ναυαγοσώστης. Ακόμη, καλό είναι να πάτε στην παραλία νωρίς (πριν τις 10:00-10:30), καθώς το πρόβλημα του παρκαρίσματος και της κίνησης στον δρόμο, είναι σοβαρό. Αν δεν θέλετε να κάνετε πεζοπορία από τα Διβαράτα, τότε ξυπνήστε νωρίς.
Φεύγοντας από τον Μύρτο και κινούμενος ξανά προς τον Βορρά συναντάς την νέα γέφυρα του Χάρακα, που κατασκευάστηκε πρόσφατα, καθώς ο δρόμος, στην απόκρημνη αυτή περιοχή, κατολίσθησε το 2014. Εκεί υπάρχει ένα ακόμη παρατηρητήριο προς την παραλία, ενώ αμέσως μετά συναντάς ένα σπίτι πάνω στο δρόμο που είναι κρεμασμένο στο γκρεμό. Είναι γνωστό ως το «Σπίτι του Ωκεανογράφου» μόνο που πια έχει πωληθεί και τα τελευταία χρόνια ενοικιάζεται σε πολύ υψηλές τιμές. Σε όλη αυτή την διαδρομή (αλλά και πριν τον Μύρτο), στο τέρμα του γκρεμού, υπάρχουν κάμποσες παραλίες, μικρές και μεγάλες, επισκέψιμες μόνο δια θαλάσσης. Γενικά μιλώντας, τα δυτικά (και όχι μόνο) παράλια του νησιού προσφέρονται για επίσκεψη με φουσκωτό ή ιστιοπλοϊκό καθώς υπάρχουν πολλές τέτοιες παραλίες που μπορείς να απολαύσεις μόνος ή με την παρέα σου.
Ακολουθεί η Έρισος. Η υποδοχή είναι η καλύτερη δυνατή. Αμέσως, σχεδόν, συναντάς την πανέμορφη Άσσο, για μένα ίσως το πιο ωραίο χωριό του νησιού. (ως τώρα, γιατί μετά τις τελευταίες καταστροφές που προκάλεσε η κακοκαιρία και τα άπειρα μπάζα που κυριολεκτικά έθαψαν το μισό χωριό, αυτό μετράει ακόμη τις πληγές του)
Η πρώτη εικόνα από μακριά σε προϊδεάζει για την ιδιαιτερότητα αυτού του μέρους. Βλέπει κανείς στην δεξιά πλευρά τα σπίτια του χωριού, που αμέσως μετά, μέσω μια στενής λωρίδας γης, ενώνεται με ένα πευκόφυτο λόφο, στεφανωμένο με ένα κάστρο.
Φτάνοντας ανακαλύπτεις και άλλα όμορφα στοιχεία. Ανακαλύπτεις το μικρό σχετικά κλειστό κολπάκι, με τις δυο μικρές παραλίες του, ανάμεσα στο χωριό και το κάστρο.
Θαυμάζεις τα όμορφα, παραδοσιακά σπίτια του χωριού, είτε είναι παλιά που γλύτωσαν από την μανία του εγκέλαδου, είτε ερείπια, είτε σύγχρονα που όμως ακολουθούν πιστά την παραδοσιακή αρχιτεκτονική.
Ωραίες αυλές και ανθισμένες μπουκαμβίλιες, σε όλα τα χρώματα, που σκαρφαλώνουν στα σπίτια και τους μαντρότοιχους, συμπληρώνουν μια ομολογουμένως όμορφη εικόνα και καταφέρνουν να δείξουν πως θα ήταν τα χωριά του νησιού χωρίς τις επαναλαμβανόμενες καταστροφές.
Πολλά μαγαζάκια αναπτύσσονται κατά μήκος της παραλίας αλλά και εσωτερικά προσφέροντας φαγητό και καφέ στους επισκέπτες ενώ τα καταλύματα αυξάνονται κάθε χρόνο χωρίς όμως να αλλοιώνουν την εικόνα του χωριού. Επίσης, δύο - τρία πάρκινγκ, στις παρυφές του χωριού, εξυπηρετούν (μετά βίας) τον όλο και αυξανόμενο όγκο επισκεπτών.
Από το κοντινότερο πάρκινγκ στο χωριό ξεκινά ο δρόμος για το Κάστρο της Άσσου. Δεν επιτρέπεται η κίνηση οχημάτων σ’ αυτόν τον δρόμο αν και έχω δει μια δυο φορές να ανεβαίνουν μηχανάκια.
Η διαδρομή είναι συνεχώς ανηφορική και συνήθως χρειάζεται περίπου μισή ώρα για να φτάσει κανείς στην κορυφή. Ανεβαίνοντας το πευκόφυτο λόφο από την βορινή πλευρά απολαμβάνεις τη θέα προς το χωριό ενώ από την νότια πλευρά (με είσοδο από το Πορτέλο), προς την θάλασσα και τον όρμο της Αγίας Κυριακής.
Το ενετικό κάστρο του 16ου αιώνα έχει δωρεάν είσοδο και καλύπτει πρακτικά όλη την έκταση του λόφου (440 στρέμματα!). Στο εσωτερικό του λίγα πράγματα έχουν απομείνει. Ο επισκέπτης μπορεί να δει την ερειπωμένη καθολική εκκλησία του Αγίου Μάρκου, την επίσης ερειπωμένη Οικία του Ύπατου Αρμοστή της Γαληνότατης Δημοκρατίας καθώς και τα επισκευασμένα κτίρια των μη ενεργών, πλέον, αγροτικών φυλακών. Στο κάστρο επίσης βρίσκεται και η ορθόδοξη εκκλησία του Προφήτη Ηλία που οικοδομήθηκε το 1880 πάνω στα ερείπια μιας παλιότερης εκκλησίας.
Επιστρέφοντας και πάλι στον δρόμο προς τον Βορρά, βάζουμε πλώρη για το Φισκάρδο. Στην διαδρομή, κάνοντας μια παράκαμψη στο ύψος του χωριού Μάγγανος, μπορείς να δεις τις παραλίες Αγία Ιερουσαλήμ (που διαθέτει ταβερνάκι) και Αλατιές.
Στο χωριό Αντιπάτα (της Ερίσου, γιατί έχει και στην Πύλαρο) μπορείς να κατευθυνθείς προς την παραλία Δαφνούδι. Η εν λόγω παραλία έχει γίνει πολύ της μοδός τελευταία, κυρίως ανάμεσα στους νέους, και χρειάζεται επιπλέον του δρόμου περίπου 500 μ. περπάτημα μέσα από την δασωμένη πλαγιά αλλά με καλό σχετικά μονοπάτι. Και οι 3 αυτές παραλίες είναι με βότσαλο και καθαρά κρυστάλλινα νερά, με πιο ιδιαίτερη το Δαφνούδι.
Φτάνοντας πια στις παρυφές του Φισκάρδου υπάρχει ακόμη μια παραλία (παλιότερα ήταν αυτή που επέλεγαν οι περισσότεροι στην περιοχή), η Έμπλυση. Εδώ το βότσαλο είναι μεγάλο ενώ τα βράχια στο πλάι της παραλίας σχηματίζουν κάποιες επίπεδες πλάκες, τις οποίες προτιμούν πολλοί για να βουτήξουν από εκεί.
Το Φισκάρδο είναι το μοναδικό χωριό που γλύτωσε σε μεγάλο βαθμό από τις καταστροφικές συνέπειες του σεισμού του ’53 (εξαιτίας της απόστασης από το επίκεντρο αλλά και του βραχώδους υποβάθρου του) και διατήρησε την παραδοσιακή του μορφή. Είναι φυσικά, διατηρητέος οικισμός, χτισμένος τον 18ο αιώνα, με όμορφα πολύχρωμα, δίπατα σπίτια και έχει πάρει το όνομα του από τον Νορμανδό Σταυροφόρο Ροβέρτο Γυισκάρδο που πολιόρκησε την περιοχή το 1085. Είναι επίσης ο τόπος καταγωγής του αγαπημένου μου Νίκου Καββαδία.
Βρίσκεται στο βορειότερο μέρος του νησιού, ακριβώς απέναντι από την Ιθάκη και διαθέτει και σύνδεση με την Λευκάδα (παλιότερα και με την Ιθάκη). Το χωριό ακολουθεί την μορφολογία της ακτής και τα μικρά κολπάκια της, όπως και τα ταβερνάκια και τα άλλα τουριστικά καταστήματα. Οι μικροί κόλποι είναι συνήθως γεμάτοι με πάσης φύσεως σκάφη, από ταπεινές βαρκούλες ως πολυτελείς θαλαμηγούς.
Το διεθνές και ντόπιο τζετ σετ ανακάλυψε την περιοχή εδώ και πολλά χρόνια λόγω και των διθυραμβικών σχολίων κάποιων χολυγουντιανών ηθοποιών που είχαν επισκεφτεί την περιοχή. Η ομορφιά του χωριού αλλά και οι μαγειρικές ικανότητες των τοπικών καταστηματαρχών ήταν τα σημεία κλειδιά για την ανάπτυξη του χωριού. Έτσι ότι δεν κατάφερε ο σεισμός προσπαθεί (και κοντεύει) να το καταφέρει ο υπερτουρισμός από τον οποίο πάσχει η περιοχή εδώ και πολλά χρόνια. Οι ταπεινές μαγείρισσες έχουν μετατραπεί σε διάσημες τηλεπερσόνες και κυκλοφορούν ανάμεσα στα τραπέζια φορώντας αιθέρια φορέματα της γαλλικής και ιταλικής μόδας ενώ φυσικά οι τιμές έχουν γίνει κι αυτές, τιμές Παρισιού. Πληρώνεις τα γεμιστά όσο τον φασιανό και τον γαύρο κάτι παραπάνω από αστακό.
Οι 2 μικρές παραλίες του χωριού δεν επιλέγονται από πολλούς για κολύμπι (ίσως λόγω των σκαφών) αλλά λίγο πιο έξω από το χωριό προς το νότο πια και στο ανατολικό κομμάτι της Ερίσου, που βλέπει προς την Ιθάκη συναντάς την παραλία Φώκι. Βρίσκεται σ’ ένα κολπάκι που μοιάζει με μικροσκοπικό φιόρδ και προσεγγίζεται εύκολα μέσα από έναν ελαιώνα και μάλλον είναι η πιο γραφική παραλία της περιοχής. Το ομώνυμο ταβερνάκι πάνω στον δρόμο είναι μια πιο συμπαθής και σίγουρα οικονομικότερη λύση για φαγητό.
Μετά το Φώκι υπάρχουν 2 επιλογές. Ή επιλέγεις τον δρόμο που περνά από τα Τσελεντάτα, τα Ματσουκάτα και επιστρέφει προς τον Μάγγανο ενώ κατόπιν ακολουθεί την ίδια διαδρομή πάλι προς τον Μύρτο ή ακολουθείς την ορεινή, σαφώς πιο δύσκολη διαδρομή, διασχίζοντας χωριά όπως την Ευρετή, τα Βεντουράτα, τις Βασιλικιάδες, τα Μεσουβούνια, την Καρυά, τα Κομιτάτα μπαίνοντας στο ανατολικό κομμάτι της Πυλάρου και καταλήγοντας στην Αγία Ευφημία.
Σ’ αυτές τις ανατολικές περιοχές της Ερίσου υπάρχουν πάνω από δέκα παραλίες, προσβάσιμες με όχημα ή με τα πόδια που ομολογώ δεν έχω επισκεφτεί καμιά τους. Τις έχω μόνο δει από μακριά και δεν μπορώ να εκφέρω γνώμη. Να αναφέρω μόνο πως επισκέψιμες με όχημα (εύκολα ή δύσκολα) είναι οι εξής: Καμίνι (από τα Βεντουράτα), Κακόγκιλος, Αγία Σοφία και Χοργοτά ή Γοργοτά (από τα Κομιτάτα), Γιαγάνα (από το Νεοχώρι)
Χάρτης βασικής διαδρομής
Last edited: