interted
Member
- Μηνύματα
- 1.355
- Likes
- 8.200
- Επόμενο Ταξίδι
- ?
- Ταξίδι-Όνειρο
- Ράφτινγκ στον Ουρουμπάμπα
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Πρόλογος
- Μέρα 1η
- Μέρα 2η
- Μέρα 3η
- Μέρα 4η
- Μέρα 5η
- Μέρα 6η
- Μέρα 7η
- Μέρα 8η
- Μέρα 9η - Bali
- Μέρα 10η
- Μέρα 11η
- Μέρα 12η
- Μέρα 13η
- Μέρα 14η
- Μέρα 15η
- Μέρα 16η
- Ημίχρονο
- Μέρα 17η - Ι
- Μέρα 17η - ΙΙ
- Μέρα 18η
- Μέρα 19η
- Μέρα 20η
- Μέρα 21η
- Μέρα 22η
- Μέρα 23η
- Μέρες 24-25
- Μέρα 26η
- Μέρα 27η
- Μέρα 28η
- Μέρα 29η
- Μέρα 30η - Ι
- Μέρα 30η - ΙΙ
- Μέρα 31η - Ι
- Μέρα 31η - ΙΙ
- Ασφάλεια
Ο συνομιλητής μου είναι 19 χρονών και υπεύθυνος για τις μασαζοκαρέκλες του αεροδρομίου, σε μια από τις οποίες κάθομαι.
- Από που είσαι;
- Ελλάδα, απαντάω.
- Είσαι Χριστιανός;
- Ναι.
- Κι εγώ. Έχεις ταξιδέψει στον Ευφράτη ποταμό;
- Όχι, απαντάω, λίγο παραξενεμένος.
Γράφει κάτι στο κινητό του στο google translate και μου δείχνει την μετάφραση στα Αγγλικά:
“Honest” (Με ειλικρίνεια)
Παρ’ ότι φαίνεται οτι ξέρει κάποια Αγγλικά, συνεχίζει να γράφει στο κινητό και να καταγράφει επίσης τις απαντήσεις μου ηχητικά (μάλλον για να μην παρεξηγηθεί):
“Σου αρέσει η μασαζοκαρέκλα; Εγώ τις μισώ!”, κοκκινίζει και ξεκαρδίζεται στα γέλια.
- Καλή είναι, λέω χωρίς να είμαι και τελείως σίγουρος. Προηγουμένως είχα κάνει μασάζ ποδιών, όπου μια Μουσουλμάνα μαντηλοφορούσα είχε δείξει ιδιαίτερη φροντίδα και στο τέλος αισθανόμουν σαν να φοράω καινούργια παπούτσια – καμία σχέση με την μασαζοκαρέκλα. Η κοπελίτσα δεν είχε πει λέξη, και στο τέλος είχε απλά κάτσει στην άκρη και με άφησε να αναρωτιέμαι αν είχε τελειώσει και έπρεπε να πληρώσω.
“Στην χώρα σου έχεις χιόνι;”, κι αφού του δείχνω κάποιες φωτό που είχα φροντίσει να έχω στο κινητό, μια και είναι σχεδόν απίθανο να έχουν δει ποτέ ζωντανά, με ρωτάει πάλι “Μπορεί να φάει κανείς χιόνι;”. “Ναι, άμα θες – δεν έχει πολύ καλή γεύση”
- Πως σε λένε; τον ρωτάω.
- Εφράτ, μου λέει και χαχανίζει για το αργοπορημένο αστείο. Ξύπνιος ο Εφράτ.
“Γιατί ταξιδεύεις;”, μου δείχνει πάλι στο κινητό.
- Χμμ... . Δύσκολη ερώτηση αυτή. Ειδικά όταν στην ρωτάει ένας πιτσιρικάς που πιθανότατα το πιο μακρινό ταξίδι που έχει κάνει είναι από το χωριό του στην ενδοχώρα του νησιού Φλόρες της Ινδονησίας, μέχρι το λιμάνι του Λαμπουανμπάτζο που βρίσκεται το αεροδρόμιο. Τι είναι το πιο βασικό να του πεις; “Για να δω κάτι διαφορετικό” αποφασίζω. “Να, κάτι σαν το χιόνι που λέγαμε πριν.” Φαίνεται να συμφωνεί. “Και τι άλλο;” “Για να χτίζω αναμνήσεις. Και για να στέλνω φωτογραφίες στην μάνα μου”, λέω. “Και αυτό κάνει την μαμά σου χαρούμενη;”, λέει και με κοιτάζει. “Ελπίζω” λέω γελώντας.
“Πόσο χρονών με κάνεις;”. Η αλήθεια είναι ότι δεν φαίνεται πάνω από 20. "20" του λέω “γιατί ρωτάς;”. “Α, μου λέει, νομίζω ότι εμείς οι Ινδονήσιοι φαινόμαστε μεγαλύτεροι από ότι είμαστε, ενώ εσείς οι Ευρωπαίοι φαίνεστε μικρότεροι”. Δεν συμφωνώ σε αυτό, η εντύπωση μου ήταν ότι οι Ινδονήσιοι δείχνουν μικρότεροι από ότι είναι, κυρίως λόγω του μικρού σουλουπιού τους. Από την άλλη φαίνονται πιο ώριμοι για την ηλικία τους (λογικό αφού παντρεύονται και κάνουν παιδιά πολύ νωρίς). “Σου φαίνονται όλοι οι Ινδονήσιοι ίδιοι;” μου λέει ντροπαλά. “Στην αρχή ναι Εφράτ, μετά από μερικές βδομάδες άρχισα να ξεχωρίζω διαφορές”. “Εμένα όλοι οι Ευρωπαίοι μου φαίνονται ίδιοι”...
Σκέφτομαι αυτή την ισοπέδωση των Ευρωπαίων για λίγο. Η αλήθεια είναι ότι όποιος με βλέπει στον δρόμο και ζητάει να βγει φωτογραφία μαζί μου, θα καμαρώνει μετά για την φωτογραφία του με τον `λευκό’. Ανεξάρτητα ποιος είναι ο λευκός, αν είναι όμορφος ή άσχημος, ευγενής ή άξεστος, φτωχός ή πλούσιος, η μητέρα Τερέζα ή ο Ντόναλντ Τραμπ. Η απόλυτη ανωνυμία δηλαδή...
Το ταξίδι μου είχε ξεκινήσει 20 μέρες πριν, από την Τζακάρτα, την πρωτεύουσα της Ινδονησίας. Αφού περιπλανήθηκα στην Ιάβα, πέρασα λίγες μέρες στο Μπαλί και λίγες στο Λομπόκ, είχα φτάσει στο νησί Φλόρες, το οποίο τώρα ετοιμαζόμουν να εγκαταλείψω. Κι αυτό γιατί για τις τελευταίες 10 μέρες του ταξιδιού είχα ένα συγκεκριμένο στόχο: Να ζήσω με τους λεγόμενους νομάδες της θάλασσας, τους Μπατζάο. Τους ανθρώπους που εδώ και αιώνες έχουν αντικαταστήσει την στεραιά γη με το υγρό στοιχείο και οι απογονοί τους δεν θέλουν να σπάσουν αυτή την παράδοση και ζούνε σε χωριά πάνω στην θάλασσα.
Ένα εκ των χωριών ονομάζεται Σαμπέλα και βρίσκεται σε κάποια μικροσκοπικά νησάκια στο Νοτιοανατολικό άκρο του νησιού Σουλαβέσι. Το νησί Σουλαβέσι είναι, όχι μόνο ένα από τα μεγαλύτερα νησιά της Ινδονησίας, αλλά και του κόσμου (δεν είναι δύσκολο αυτό για Ινδονησιακό νησί) και εκτός του παράξενου σχήματος και του δύσκολου ονόματος, θα μου βάλει και αρκετες δύσκολίες στο να φτάσω σε αυτό. Λόγω ενός σεισμού... Στην χώρα με πάνω από εκατό ενεργά ηφαίστεια... και υπάρχουν και τα τσουνάμι....
- Χάτι-χάτι, μου λέει ο Εφρατ. Σημαίνει, ‘με προσοχή’
- Από που είσαι;
- Ελλάδα, απαντάω.
- Είσαι Χριστιανός;
- Ναι.
- Κι εγώ. Έχεις ταξιδέψει στον Ευφράτη ποταμό;
- Όχι, απαντάω, λίγο παραξενεμένος.
Γράφει κάτι στο κινητό του στο google translate και μου δείχνει την μετάφραση στα Αγγλικά:
“Honest” (Με ειλικρίνεια)
Παρ’ ότι φαίνεται οτι ξέρει κάποια Αγγλικά, συνεχίζει να γράφει στο κινητό και να καταγράφει επίσης τις απαντήσεις μου ηχητικά (μάλλον για να μην παρεξηγηθεί):
“Σου αρέσει η μασαζοκαρέκλα; Εγώ τις μισώ!”, κοκκινίζει και ξεκαρδίζεται στα γέλια.
- Καλή είναι, λέω χωρίς να είμαι και τελείως σίγουρος. Προηγουμένως είχα κάνει μασάζ ποδιών, όπου μια Μουσουλμάνα μαντηλοφορούσα είχε δείξει ιδιαίτερη φροντίδα και στο τέλος αισθανόμουν σαν να φοράω καινούργια παπούτσια – καμία σχέση με την μασαζοκαρέκλα. Η κοπελίτσα δεν είχε πει λέξη, και στο τέλος είχε απλά κάτσει στην άκρη και με άφησε να αναρωτιέμαι αν είχε τελειώσει και έπρεπε να πληρώσω.
“Στην χώρα σου έχεις χιόνι;”, κι αφού του δείχνω κάποιες φωτό που είχα φροντίσει να έχω στο κινητό, μια και είναι σχεδόν απίθανο να έχουν δει ποτέ ζωντανά, με ρωτάει πάλι “Μπορεί να φάει κανείς χιόνι;”. “Ναι, άμα θες – δεν έχει πολύ καλή γεύση”
- Πως σε λένε; τον ρωτάω.
- Εφράτ, μου λέει και χαχανίζει για το αργοπορημένο αστείο. Ξύπνιος ο Εφράτ.
“Γιατί ταξιδεύεις;”, μου δείχνει πάλι στο κινητό.
- Χμμ... . Δύσκολη ερώτηση αυτή. Ειδικά όταν στην ρωτάει ένας πιτσιρικάς που πιθανότατα το πιο μακρινό ταξίδι που έχει κάνει είναι από το χωριό του στην ενδοχώρα του νησιού Φλόρες της Ινδονησίας, μέχρι το λιμάνι του Λαμπουανμπάτζο που βρίσκεται το αεροδρόμιο. Τι είναι το πιο βασικό να του πεις; “Για να δω κάτι διαφορετικό” αποφασίζω. “Να, κάτι σαν το χιόνι που λέγαμε πριν.” Φαίνεται να συμφωνεί. “Και τι άλλο;” “Για να χτίζω αναμνήσεις. Και για να στέλνω φωτογραφίες στην μάνα μου”, λέω. “Και αυτό κάνει την μαμά σου χαρούμενη;”, λέει και με κοιτάζει. “Ελπίζω” λέω γελώντας.
“Πόσο χρονών με κάνεις;”. Η αλήθεια είναι ότι δεν φαίνεται πάνω από 20. "20" του λέω “γιατί ρωτάς;”. “Α, μου λέει, νομίζω ότι εμείς οι Ινδονήσιοι φαινόμαστε μεγαλύτεροι από ότι είμαστε, ενώ εσείς οι Ευρωπαίοι φαίνεστε μικρότεροι”. Δεν συμφωνώ σε αυτό, η εντύπωση μου ήταν ότι οι Ινδονήσιοι δείχνουν μικρότεροι από ότι είναι, κυρίως λόγω του μικρού σουλουπιού τους. Από την άλλη φαίνονται πιο ώριμοι για την ηλικία τους (λογικό αφού παντρεύονται και κάνουν παιδιά πολύ νωρίς). “Σου φαίνονται όλοι οι Ινδονήσιοι ίδιοι;” μου λέει ντροπαλά. “Στην αρχή ναι Εφράτ, μετά από μερικές βδομάδες άρχισα να ξεχωρίζω διαφορές”. “Εμένα όλοι οι Ευρωπαίοι μου φαίνονται ίδιοι”...
Σκέφτομαι αυτή την ισοπέδωση των Ευρωπαίων για λίγο. Η αλήθεια είναι ότι όποιος με βλέπει στον δρόμο και ζητάει να βγει φωτογραφία μαζί μου, θα καμαρώνει μετά για την φωτογραφία του με τον `λευκό’. Ανεξάρτητα ποιος είναι ο λευκός, αν είναι όμορφος ή άσχημος, ευγενής ή άξεστος, φτωχός ή πλούσιος, η μητέρα Τερέζα ή ο Ντόναλντ Τραμπ. Η απόλυτη ανωνυμία δηλαδή...
Το ταξίδι μου είχε ξεκινήσει 20 μέρες πριν, από την Τζακάρτα, την πρωτεύουσα της Ινδονησίας. Αφού περιπλανήθηκα στην Ιάβα, πέρασα λίγες μέρες στο Μπαλί και λίγες στο Λομπόκ, είχα φτάσει στο νησί Φλόρες, το οποίο τώρα ετοιμαζόμουν να εγκαταλείψω. Κι αυτό γιατί για τις τελευταίες 10 μέρες του ταξιδιού είχα ένα συγκεκριμένο στόχο: Να ζήσω με τους λεγόμενους νομάδες της θάλασσας, τους Μπατζάο. Τους ανθρώπους που εδώ και αιώνες έχουν αντικαταστήσει την στεραιά γη με το υγρό στοιχείο και οι απογονοί τους δεν θέλουν να σπάσουν αυτή την παράδοση και ζούνε σε χωριά πάνω στην θάλασσα.
Ένα εκ των χωριών ονομάζεται Σαμπέλα και βρίσκεται σε κάποια μικροσκοπικά νησάκια στο Νοτιοανατολικό άκρο του νησιού Σουλαβέσι. Το νησί Σουλαβέσι είναι, όχι μόνο ένα από τα μεγαλύτερα νησιά της Ινδονησίας, αλλά και του κόσμου (δεν είναι δύσκολο αυτό για Ινδονησιακό νησί) και εκτός του παράξενου σχήματος και του δύσκολου ονόματος, θα μου βάλει και αρκετες δύσκολίες στο να φτάσω σε αυτό. Λόγω ενός σεισμού... Στην χώρα με πάνω από εκατό ενεργά ηφαίστεια... και υπάρχουν και τα τσουνάμι....
- Χάτι-χάτι, μου λέει ο Εφρατ. Σημαίνει, ‘με προσοχή’
Attachments
-
395 KB Προβολές: 0