interted
Member
- Μηνύματα
- 1.355
- Likes
- 8.200
- Επόμενο Ταξίδι
- ?
- Ταξίδι-Όνειρο
- Ράφτινγκ στον Ουρουμπάμπα
Μέρα 8η
Ο στόχος της ημέρας ήταν ένας. Η ανάβαση του ηφαιστείου Μπρόμο. Το Μπρόμο είναι το ηφαίστειο με την τέλεια κωνική μορφή που παρουσιάζεται σε πολλούς οδηγούς και καρτ-ποστάλ ως η κατ' εξοχήν εικόνα της Ινδονησίας. Ή μάλλον δεν είναι αυτό, όπως θα διαπιστώσουμε λίαν συντόμως.
Ξύπνημα 2:00πμ. Παζάρια με έναν οδηγό GRAB για την δίωρη διαδρομή Προμπολίγκο - Cemoro Lawang, το πιο κοντινό χωριουδάκι στο ηφαίστειο. Ζητάει 400.000, 200 για το πήγαινε και 200 για το δικό του έλα, καθώς θα ήταν δύσκολο να βρει πελάτη να επιστρέφει τέτοια ώρα. Κάποιοι τουρίστες ακολουθούν τα οργανωμένα τουρ από Προμπολίγκο, που δεν είναι το ιδανικό, όπως θα δείτε, και κάποιοι μένουν από το βράδυ στο Cemoro Lawang – μάλλον η καλύτερη επιλογή, αλλά τα λιγοστά δωμάτια είναι υπέρ-κοστολογημένα ή εξαντλούνται νωρίς. Υποχωρώ τελικά και έτσι ξεκινάμε την ανάβαση, με τον οδηγό Τζονιον και την φίλη του Νάντι που του κρατάει παρέα.
Ακούμε Dangdut, δημοφιλή Ιαβανέζικη παραδοσιακή μουσική συνδυασμένη με συνθεσάιζερ και ηλεκτρική κιθάρα. Ο Τζονιον προσπαθεί να μου κάνει ‘κονέ’ με την φίλη του (ο ίδιος παντρεμένος) και η συζήτηση περιστρέφεται στην διασκέδαση των νέων στην Ινδονησία. “Βλέπουμε τηλεόραση. Αυτό είναι όλο”. Τα συντηρητικά στοιχεία της κυβέρνησης έχουν περάσει μια σειρά νόμων, ένας εκ των οποίων η απαγόρευση πώλησης αλκοόλ σε μάρκετ και μικρομάγαζα. Αν δεν πηγαίνεις σε τουριστικά μαγαζιά, οι επιλογές περιορίζονται στο τοπικά παραγόμενο και ορισμένες φορές επικίνδυνο Αρακ και την μαύρη αγορά. Τα παιδιά (που μιλάνε μεταξύ τους τα πιο παραδοσιακά Ιαβανέζικα και όχι Ινδονησιακά) φαίνονται πολύ επικριτικά για την όλη κατάσταση.
4:30πμ σε ένα πολύ κρύο δρόμο με μόνους παρόντες τους υπαλλήλους που πουλάνε το εισιτήριο στην αρχή του δρόμου για το Μπρόμο και έναν μικροπωλητή που πουλάει μάλλινα σκουφιά. Οι Ολλανδοί που είχα βρει την προηγουμένη μέρα μου είχαν μιλήσει για μια “πίσω πορτα” στο Μπρόμο, ένα αφύλακτο μονοπάτι που ξεκινούσε από την άλλη πλευρά του χωριού και εμφανίζονταν στην πολύ χρήσιμη εφαρμογή off-line χαρτών Maps.me (που επίσης μου σύστησαν οι Ολλανδοί). Αποφάσισα να ακολουθήσω το μονοπάτι της εφαρμογής και έτσι μέσα στο σκοτάδι ξεκίνησα την πορεία μου προς το άγνωστο (από διαστροφή/τεμπελιά αλλά και για να μην χάσω το στοιχείο του ενθουσιασμού δεν βλέπω πολλές εικόνες ή διαβάζω λεπτομέρειες για ένα αξιοθέατο – παραλίγο μοιραίο στην συγκεκριμένη περίπτωση).
Πρώτη φάση, κατάβαση των αμμοθίνων της πλαγιάς που περιβάλλει την περιοχή του ηφαιστείου, μια πλαγιά που όπως θα μάθω αργότερα αποτελεί τον κρατήρα ενός αρχαίου ηφαιστείου. Δεύτερη φάση, διάσχιση της ερήμου από λεπτή ηφαιστειακή σκόνη, που ονομάζεται Sea of Sand (Θάλασσα από Άμμο) και στην πραγματικότητα είναι η καλντέρα του αρχαίου ηφαιστείου. Ντουγρού για τον κώνο που διακρίνεται στο βάθος, με αρχαίες κοίτες λάβας να αποτελούν τα μοναδικά χαρακτηριστικά σε ένα απόλυτα άδειο τοπίο, και ήχοι από μηχανάκια-ταξί να διακόπτουν κάποιες στιγμές την απόλυτη ησυχία. Τα μόνα φώτα κάτω από έναν έναστρο ουρανό, κάποιες φωτιές στον μακρινό ορίζοντα. Μετά από κανένα 45-λεπτό βρίσκομαι στους πρόποδες του μεγαλύτερου κώνου και προσπαθώ να βρω τρόπο να αρχίσω την ανάβαση. Εκεί θα αντικρίσω την σουρεαλιστική εικόνα μιας ομάδας πιστών να διαλογίζεται σε ένα μικρό ινδουιστικό ναό, αλλά και, επιτέλους, άλλους χαμένους περιπατητές - δύο ζευγάρια από Γαλλιά και Γερμανία. Προς έκπληξή μου, μαθαίνω ότι κώνος που βλέπαμε μπροστά μας δεν είναι το Μπρόμο, αλλά το μεγάλο αδέρφι Μπατόκ! Το Μπρόμο είναι στα πλάγια, λιγότερο φωτογενές αλλά πολύ πιο ενεργό.
Η ανάβαση στο Μπρόμο μέσω των 250 σκαλιών δεν ήταν εύκολη υπόθεση, αφού ο άνεμος έφερνε όλα τα θειώδη αέρια στο μέρος μας δυσκολεύοντας την αναπνοή. Τελικά φτάσαμε στον κρατήρα την στιγμή που έσκαγε το πρώτο φως του ήλιου. Για να διαπιστώσουμε ότι είμαστε οι μόνοι. Σχεδόν. Ένας ακόμα τύπος με μάσκα και κάμερα βρίσκεται στην μέση της απόστασης του μονοπατιού που διανύει μέρος του χείλος του κρατήρα. Τα πλήθη με τα οργανωμένα τουρ ήταν ακόμα στην άλλη πλευρά της Θάλασσας από Άμμο όπου τους πηγαίνουν για να βγάλουν πανοραμική φωτογραφία ή στον δρόμο τους προς τον κρατήρα. Τι αίσθηση να αντικρίζεις τον κρατήρα υπό βρασμό και να ακούς το μουγκρητό του! Στο χείλος του, ένα ινδουιστικό ιερό με προσφορές έδενε απόλυτα με την πνευματικότητα αυτού του τόπου και το δέος που προκαλεί στους ανθρώπους. Δεν χόρταινα να βγάζω φωτογραφίες και απλά να χαζεύω το τοπίο που είχαν διαμορφώσει γεωλογικές διεργασίες τόσα εκατομμύρια χρόνια πριν. Ο τύπος με την κάμερα ήταν ένας πολύ ευχάριστος Νεοϋορκέζος, ο Τζάκ, ο οποίος ταξίδευε κι αυτός μόνος και έτσι αποφασίσαμε να ενώσουμε δυνάμεις για τον δρόμο της επιστροφής. Γελάσαμε με τους Ινδονήσιους, που ρωτάνε πάντα τις ίδιες ερωτήσεις στους ταξιδιώτες: “Από που είσαι; Σε ποιο ξενοδοχείο μένεις; Γιατί ταξιδεύεις μόνος σου;”. Τελικά φτάσαμε στο χωρίο χωμένοι στο πίσω μέρος ενός 4x4 και από εκεί βρήκα έναν ντόπιο διαθέσιμο να με γυρίσει στο Προμπολίνγκο με την (αρχαία) μηχανή του. Μάλιστα περάσαμε από τα σπιτικό του για να πάρει τα κράνη. Η ώρα όταν έφτασα Προμπολίνγκο ήταν ακόμα 9:30πμ.!!!
Η υπόλοιπη μέρα και η διαδρομή με το τρένο Προμπολίνγκο – Μπανιουγουάνκι κύλισε χωρίς συγκινήσεις. Το ξενοδοχείο Puri Amalia προσέφερε τα βασικά και δωρεάν μετακίνηση από και προς του σταθμούς και εκεί γνώρισα κάποιους Ιταλούς που θα ανέβαιναν το ίδιο βράδυ σε ένα άλλο ηφαίστειο, το Ίτζεν ή το βουνό της μπλε φωτιάς. Αν και το σχετικό γεωλογικό φαινόμενο, μαζί με τους ντόπιους εργάτες που μαζεύουν θειώδη πετρώματα, έχει κάνει το μέρος πολύ δημοφιλές, δεν είχα πλέον κουράγια και έτσι απόλαυσα τον τελευταίο μου και πολύ βαθύ ύπνο στην Ιάβα. (Αργότερα έμαθα για κάποιους Ιταλούς τουρίστες που κάναν την ίδια μέρα και τα δύο ηφαίστεια και στην επιστροφή είχαν βάλει τα κλάματα από την κούραση - επομένως μάλλον μην το δοκιμάσετε).
Ξεκινάμε με το απόλυτο σκότος.
Ηφαιστιογενής βράχος, κάτω από το δεξί πόδι.
Με την παρεά των Γάλλων-Γερμανών.
Αφού φτάσαμε στην κορυφή των σκαλιών. Διακρίνεται η Θάλλασα της ηφαιστειογενούς Άμμου με τον Ινδουιστικό ναό ανάμεσα από τα δέντρα.
Σέλφι με το φωτογενές αδερφάκι του Μπρόμο.
Στο τέλος μείναμε μόνοι με τον Αμερικάνο.
Και τελικά σκάσαν τα πλήθη.
Στο σπίτι του ντόπιου για τα κράνη. Αν και γεράκος ήταν γερός καβαλάρης στις σχεδόν 2 ώρες της επιστροφής.
Σατέ, στο Sumber Hidup, το μοναδικό εστιατόριο που προτείνει το Λόνλι Πλάνετ.
Η πλατεία του Προμπολίνγκο. Χαωτική η διαφορά από τις πλατείες της Ν. Αμερικής. Εδώ δεν παίζουν τόσο σοβαρό ρόλο όσο εκεί.
Ο στόχος της ημέρας ήταν ένας. Η ανάβαση του ηφαιστείου Μπρόμο. Το Μπρόμο είναι το ηφαίστειο με την τέλεια κωνική μορφή που παρουσιάζεται σε πολλούς οδηγούς και καρτ-ποστάλ ως η κατ' εξοχήν εικόνα της Ινδονησίας. Ή μάλλον δεν είναι αυτό, όπως θα διαπιστώσουμε λίαν συντόμως.
Ξύπνημα 2:00πμ. Παζάρια με έναν οδηγό GRAB για την δίωρη διαδρομή Προμπολίγκο - Cemoro Lawang, το πιο κοντινό χωριουδάκι στο ηφαίστειο. Ζητάει 400.000, 200 για το πήγαινε και 200 για το δικό του έλα, καθώς θα ήταν δύσκολο να βρει πελάτη να επιστρέφει τέτοια ώρα. Κάποιοι τουρίστες ακολουθούν τα οργανωμένα τουρ από Προμπολίγκο, που δεν είναι το ιδανικό, όπως θα δείτε, και κάποιοι μένουν από το βράδυ στο Cemoro Lawang – μάλλον η καλύτερη επιλογή, αλλά τα λιγοστά δωμάτια είναι υπέρ-κοστολογημένα ή εξαντλούνται νωρίς. Υποχωρώ τελικά και έτσι ξεκινάμε την ανάβαση, με τον οδηγό Τζονιον και την φίλη του Νάντι που του κρατάει παρέα.
Ακούμε Dangdut, δημοφιλή Ιαβανέζικη παραδοσιακή μουσική συνδυασμένη με συνθεσάιζερ και ηλεκτρική κιθάρα. Ο Τζονιον προσπαθεί να μου κάνει ‘κονέ’ με την φίλη του (ο ίδιος παντρεμένος) και η συζήτηση περιστρέφεται στην διασκέδαση των νέων στην Ινδονησία. “Βλέπουμε τηλεόραση. Αυτό είναι όλο”. Τα συντηρητικά στοιχεία της κυβέρνησης έχουν περάσει μια σειρά νόμων, ένας εκ των οποίων η απαγόρευση πώλησης αλκοόλ σε μάρκετ και μικρομάγαζα. Αν δεν πηγαίνεις σε τουριστικά μαγαζιά, οι επιλογές περιορίζονται στο τοπικά παραγόμενο και ορισμένες φορές επικίνδυνο Αρακ και την μαύρη αγορά. Τα παιδιά (που μιλάνε μεταξύ τους τα πιο παραδοσιακά Ιαβανέζικα και όχι Ινδονησιακά) φαίνονται πολύ επικριτικά για την όλη κατάσταση.
4:30πμ σε ένα πολύ κρύο δρόμο με μόνους παρόντες τους υπαλλήλους που πουλάνε το εισιτήριο στην αρχή του δρόμου για το Μπρόμο και έναν μικροπωλητή που πουλάει μάλλινα σκουφιά. Οι Ολλανδοί που είχα βρει την προηγουμένη μέρα μου είχαν μιλήσει για μια “πίσω πορτα” στο Μπρόμο, ένα αφύλακτο μονοπάτι που ξεκινούσε από την άλλη πλευρά του χωριού και εμφανίζονταν στην πολύ χρήσιμη εφαρμογή off-line χαρτών Maps.me (που επίσης μου σύστησαν οι Ολλανδοί). Αποφάσισα να ακολουθήσω το μονοπάτι της εφαρμογής και έτσι μέσα στο σκοτάδι ξεκίνησα την πορεία μου προς το άγνωστο (από διαστροφή/τεμπελιά αλλά και για να μην χάσω το στοιχείο του ενθουσιασμού δεν βλέπω πολλές εικόνες ή διαβάζω λεπτομέρειες για ένα αξιοθέατο – παραλίγο μοιραίο στην συγκεκριμένη περίπτωση).
Πρώτη φάση, κατάβαση των αμμοθίνων της πλαγιάς που περιβάλλει την περιοχή του ηφαιστείου, μια πλαγιά που όπως θα μάθω αργότερα αποτελεί τον κρατήρα ενός αρχαίου ηφαιστείου. Δεύτερη φάση, διάσχιση της ερήμου από λεπτή ηφαιστειακή σκόνη, που ονομάζεται Sea of Sand (Θάλασσα από Άμμο) και στην πραγματικότητα είναι η καλντέρα του αρχαίου ηφαιστείου. Ντουγρού για τον κώνο που διακρίνεται στο βάθος, με αρχαίες κοίτες λάβας να αποτελούν τα μοναδικά χαρακτηριστικά σε ένα απόλυτα άδειο τοπίο, και ήχοι από μηχανάκια-ταξί να διακόπτουν κάποιες στιγμές την απόλυτη ησυχία. Τα μόνα φώτα κάτω από έναν έναστρο ουρανό, κάποιες φωτιές στον μακρινό ορίζοντα. Μετά από κανένα 45-λεπτό βρίσκομαι στους πρόποδες του μεγαλύτερου κώνου και προσπαθώ να βρω τρόπο να αρχίσω την ανάβαση. Εκεί θα αντικρίσω την σουρεαλιστική εικόνα μιας ομάδας πιστών να διαλογίζεται σε ένα μικρό ινδουιστικό ναό, αλλά και, επιτέλους, άλλους χαμένους περιπατητές - δύο ζευγάρια από Γαλλιά και Γερμανία. Προς έκπληξή μου, μαθαίνω ότι κώνος που βλέπαμε μπροστά μας δεν είναι το Μπρόμο, αλλά το μεγάλο αδέρφι Μπατόκ! Το Μπρόμο είναι στα πλάγια, λιγότερο φωτογενές αλλά πολύ πιο ενεργό.
Η ανάβαση στο Μπρόμο μέσω των 250 σκαλιών δεν ήταν εύκολη υπόθεση, αφού ο άνεμος έφερνε όλα τα θειώδη αέρια στο μέρος μας δυσκολεύοντας την αναπνοή. Τελικά φτάσαμε στον κρατήρα την στιγμή που έσκαγε το πρώτο φως του ήλιου. Για να διαπιστώσουμε ότι είμαστε οι μόνοι. Σχεδόν. Ένας ακόμα τύπος με μάσκα και κάμερα βρίσκεται στην μέση της απόστασης του μονοπατιού που διανύει μέρος του χείλος του κρατήρα. Τα πλήθη με τα οργανωμένα τουρ ήταν ακόμα στην άλλη πλευρά της Θάλασσας από Άμμο όπου τους πηγαίνουν για να βγάλουν πανοραμική φωτογραφία ή στον δρόμο τους προς τον κρατήρα. Τι αίσθηση να αντικρίζεις τον κρατήρα υπό βρασμό και να ακούς το μουγκρητό του! Στο χείλος του, ένα ινδουιστικό ιερό με προσφορές έδενε απόλυτα με την πνευματικότητα αυτού του τόπου και το δέος που προκαλεί στους ανθρώπους. Δεν χόρταινα να βγάζω φωτογραφίες και απλά να χαζεύω το τοπίο που είχαν διαμορφώσει γεωλογικές διεργασίες τόσα εκατομμύρια χρόνια πριν. Ο τύπος με την κάμερα ήταν ένας πολύ ευχάριστος Νεοϋορκέζος, ο Τζάκ, ο οποίος ταξίδευε κι αυτός μόνος και έτσι αποφασίσαμε να ενώσουμε δυνάμεις για τον δρόμο της επιστροφής. Γελάσαμε με τους Ινδονήσιους, που ρωτάνε πάντα τις ίδιες ερωτήσεις στους ταξιδιώτες: “Από που είσαι; Σε ποιο ξενοδοχείο μένεις; Γιατί ταξιδεύεις μόνος σου;”. Τελικά φτάσαμε στο χωρίο χωμένοι στο πίσω μέρος ενός 4x4 και από εκεί βρήκα έναν ντόπιο διαθέσιμο να με γυρίσει στο Προμπολίνγκο με την (αρχαία) μηχανή του. Μάλιστα περάσαμε από τα σπιτικό του για να πάρει τα κράνη. Η ώρα όταν έφτασα Προμπολίνγκο ήταν ακόμα 9:30πμ.!!!
Η υπόλοιπη μέρα και η διαδρομή με το τρένο Προμπολίνγκο – Μπανιουγουάνκι κύλισε χωρίς συγκινήσεις. Το ξενοδοχείο Puri Amalia προσέφερε τα βασικά και δωρεάν μετακίνηση από και προς του σταθμούς και εκεί γνώρισα κάποιους Ιταλούς που θα ανέβαιναν το ίδιο βράδυ σε ένα άλλο ηφαίστειο, το Ίτζεν ή το βουνό της μπλε φωτιάς. Αν και το σχετικό γεωλογικό φαινόμενο, μαζί με τους ντόπιους εργάτες που μαζεύουν θειώδη πετρώματα, έχει κάνει το μέρος πολύ δημοφιλές, δεν είχα πλέον κουράγια και έτσι απόλαυσα τον τελευταίο μου και πολύ βαθύ ύπνο στην Ιάβα. (Αργότερα έμαθα για κάποιους Ιταλούς τουρίστες που κάναν την ίδια μέρα και τα δύο ηφαίστεια και στην επιστροφή είχαν βάλει τα κλάματα από την κούραση - επομένως μάλλον μην το δοκιμάσετε).