Κυριακή στο Τρόντχαϊμ
Το παιδί που μας φιλοξενεί έχει σηκωθεί από νωρίς, έχει επιστρέψει το αυτοκίνητο στην εταιρεία, και έχει γυρίσει με τα πόδια, πριν μας ξυπνήσει! Ευτυχώς, γιατί κάτω από το σπίτι που παρκάραμε ισχύει το σύστημα της ελεγχόμενης στάθμευσης, και δεν είχαμε περιθώριο για 2ο πρόστιμο! Παρεμπιπτόντως η ελεγχόμενη στάθμευση ισχύει παντού στο κέντρο της πόλης, ακόμη και τα Σαββατοκύριακα, αλλά οι περισσότερες θέσεις παραμένουν κενές (τουλάχιστον το καλοκαίρι), αφού ο κόσμος προτιμά το ποδήλατο ή να περπατήσει.
Έχουμε άμεση ανάγκη για καφέ και περπατάμε στους μουσκεμένους -λόγω μιας δυνατής βροχής νωρίτερα το πρωί που κοιμόμασταν- δρόμους μέχρι ένα φούρνο-καφετέρια δεκαπέντε περίπου λεπτά από το σπίτι. Τρώμε κάτι σαν τυρόπιτα και πίνουμε το ζεστό πάντα καπουτσίνο μας! Ο φούρνος είναι στη ήσυχη συνοικία Ρόζενμποργκ (Rosenborg), γνωστή στους Έλληνες από την ομώνυμη ποδοσφαιρική ομάδα. Το γήπεδο της ομάδας όμως δεν βρίσκεται εντός της συνοικίας, και σχεδιάζουμε μία από τις προσεχείς ημέρες να περπατήσουμε ως αυτό (κάτι που τελικά δεν έγινε).
Μετά τον καφέ ξεκινά η περιήγησή μας στην όμορφη αυτή σκανδιναβική πόλη. Από το Ρόζενμποργκ κατευθυνόμαστε στο φρούριο της πόλης, το Kristiansten Festning. Πρόκειται για ένα άχαρο πέτρινο οικοδόμημα σε ένα λόφο της πόλης που χαρίζει όμως απαράμιλλη θέα προς το Τροντχάιμ και τα περίχωρά του και όλο το Trondheimfjorden και τα γύρω βουνά. Το φρούριο αυτό ήταν ο τόπος εκτέλεσης των αγωνιστών της νορβηγικής εθνικής αντίστασης.
Κατεβαίνουμε από έναν ήσυχο δρόμο που περνάει δίπλα από την φοιτητική εστία του πανεπιστημίου της πόλης, τη Singsaker Studenterhjem. Η εστία βρίσκεται σε μια εξαιρετική τοποθεσία που θυμίζει προάστιο, σε μια όμορφη αραιοκατοικημένη γειτονιά (Singsaker είναι το όνομα της γειτονιάς) μέσα στο πράσινο, κοντά στο πανεπιστήμιο και σχετικά κοντά στο κέντρο της πόλης. Συνεχίζουμε μέσω μιας οδού με πανέμορφα σπίτια με κήπους αριστερά και δεξιά, και ο δρόμος μας βγάζει στο πανεπιστήμιο της πόλης, το Νορβηγικό Πανεπιστήμιο Επιστήμης και Τεχνολογίας, γνωστό ως NTNU, Norges teknisk-naturvitenskapelige universitet (Norwegian University of Science and Technology). Πρόκειται για από τα πιο γνωστά τεχνολογικά ιδρύματα στην Ευρώπη, με πλήθος ερευνητικών προγραμμάτων σε εξέλιξη, που φιλοξενεί περίπου 30.000 προπτυχιακούς και μεταπτυχιακούς φοιτητές. Περιττό να αναφέρω ότι το κτήριο του πανεπιστημίου είναι εντυπωσιακό και περιβάλλεται από πράσινο, σε μια τοποθεσία που χαίρει ηρεμίας!
Η πόλη φαντάζει απίστευτα καθαρή μετά την πρωινή βροχή, ενώ η ατμόσφαιρα είναι ολοκάθαρη, κάτι που μας κάνει να συνεχίσουμε ακούραστοι το περπάτημα. Πλησιάζουμε κέντρο και βλέπουμε τις παλιές προβλήτες στον ποταμό Νίντελβα με τα πολύχρωμα σπιτάκια, που έχουν δίκαια ανακηρυχτεί σε μνημείο πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO. Πραγματικά χάρμα οφθαλμών, ενώ ο ποταμός Νίντελβα που περιβάλλει το κέντρο της πόλης αριστερά και δεξιά (στην ουσία το κέντρο της πόλης είναι το δέλτα που σχηματίζει ο Νίντελβα) συνεισφέρει στην ομορφιά του σκηνικού. Το κέντρο συνδέεται με την υπόλοιπη πόλη με διάφορες γέφυρες. Μία από αυτές είναι η Gamle Bybro που χρονολογείται από το 1861 και είναι πλέον ανοιχτή μόνο σε πεζούς και ποδήλατα, και αποτελεί σφραγίδα για την πόλη. Σε αυτή τη γέφυρα ξεκινά η γειτονιά Μπακλαντέ, την οποία αποφασίζουμε να επισκεφθούμε αργότερα.
Συνεχίζουμε το περπάτημα περνώντας και άλλες γέφυρες και ενώ έχει συννεφιάσει ειρωνικά φτάνουμε στην περιοχή Solsiden (την πλευρά του ήλιου, όπως ξαναέγραψα). Περιοχή με πλήθος καταστήματα και γεμάτη κόσμο, ένεκα Κυριακής μεσημέρι. Κατευθυνόμαστε σε μία καφετέρια όπου καθόμαστε για φαγητό. Προσέξτε το νορβηγικό σύστημα: Παραγγέλνεις στο ταμείο όπου και πληρώνεις, σου δίνουν αν έχεις παραγγήλλει τίποτα επιπλέον (εμείς τυπικά μπίρα, τι άλλο; ), και πληρώνεις. Όταν ετοιμαστεί το πιάτο στο φέρνει ο σερβιτόρος. Όλοι οι Νορβηγοί πληρώνουν με μια κάρτα σαν χρεωστική που δεν είναι ακριβώς χρεωστική, πιο πολύ είναι σαν πολυκάρτα με ταυτότητα συνδεδεμένη με τον τραπεζικό τους λογαριασμό (θυμίζει την κάρτα που σκέφτεται να θεσμοθετήσει η ελληνική κυβέρνηση). Εμείς πληρώνουμε με μία τυπική χρεωστική κάρτα που τότε ακόμη (Σεπτέμβρης 2009) δεν είχε τσιπάκι, οπότε δεν χρειαζόταν να πληκτρολογήσουμε κωδικό πρόσβασης. Παρόλα αυτά η υπάλληλος σου ζητούσε να πληκτρολογήσεις ο ίδιος το ποσό (μόλις αντιλήφθηκε πως δεν είχα την οικειότητα με το μηχάνημα το πληκτρολόγησε η ίδια), κάτι που δεν κατάλαβα, αλλά ο «ντόπιος» φίλος μας εξήγησε στη συνέχεια ότι το κάνεις ο ίδιος ώστε να αφήσεις πουρμπουάρ, αν το επιθυμείς. Γευόμαστε λοιπόν ένα ακόμη μη-νορβηγικό πιάτο (νόστιμη και χορταστική η μερίδα μας), επισκεπτόμαστε τις μεικτές(!) τουαλέτες, και την κάνουμε για ολίγο ακόμη περπάτημα. Α, ήπιαμε και δεύτερη μπίρα πρώτα, για να μην ξεχνιόμαστε!
Η βόλτα μάς φέρνει σε ένα καφέ με τραπεζάκια στο πεζοδρόμιο, σε μια γειτονιά με ξύλινα σπιτάκια (δεν είμαι σίγουρος αν ήταν στο Μπακλαντέ ή αλλού), όπου ένας ακόμη καπουτσίνο θα μας αναζωογονήσει! Έχει έρθει το απόγευμα όταν επιστρέφουμε σπίτι. Σε ένα κατάστημα σαν μίνι-μάρκετ λέω να σταματήσουμε να πάρουμε μπίρες, αλλά προς έκπληξή μας ο φίλος μας μας ενημερώνει ότι απαγορεύεται η πώληση αλκοόλ μετά τις 18:00! Γνώριζα ήδη ότι στα σουπερ μάρκετ και συναφή καταστήματα απαγορεύεται η πώληση αλκοόλ, αλλά μετά τις 20.00! Αυτό που τελικά ισχύει είναι 20:00 καθημερινές και 18:00 Σαββατοκύριακα! Μία απόφαση της κυβέρνησης ώστε να καταπολεμηθεί η μεγάλη κατανάλωση αλκοόλ, μία απόφαση αμφισβητούμενου αποτελέσματος κατά τη γνώμη μου, αφού οι Νορβηγοί κάνουν προμήθειες στη διάρκεια της ημέρας, και ειδικά Παρασκευές και Σάββατα μαζεύονται σε σπίτια φίλων από νωρίς το βράδυ και πίνουν, και βγαίνουν πολύ αργότερα, αφού ήδη έχουν πιει αρκετά!
Φτάνουμε στο σπίτι όπου τιμάμε λίγο τσίπουρο που έχουμε φέρει από Ελλάδα (προσοχή στο αεροδρόμιο: Απαγορεύεται να φέρεις στη Νορβηγία περισσότερα από 1 λίτρο αλκοόλ, 1 μπουκάλι κρασί και 4 λίτρα μπίρα, αν θυμάμαι καλά – εξαιρούνται βέβαια προϊόντα από τα duty-free). Μετά από τόσες ώρες περπατήματος η ξεκούραση είναι επιβεβλημένη.
Αργά το βράδυ αφήνουμε τον οικοδεσπότη μας να ξεκουραστεί και ξεκινάμε τη βόλτα μας προς το κέντρο για ένα ποτό, όπου όμως τα πάντα είναι έρημα! Κατευθυνόμαστε τελικά και πάλι προς τη σύγχρονη συνοικία Solsiden που είναι πολύ κοντά στο διαμέρισμα που μένουμε, για να επαληθεύσουμε και εκεί το γεγονός ότι παντού υπάρχουν μόνο μία ή δύο παρέες! Να πω εδώ ότι το Solsiden ήταν το μόνο μέρος που μου θύμισε κάπως τα νεανικά στέκια στην Ελλάδα, με όμορφα πολυτελή μπαράκια και εστιατόρια το ένα δίπλα στο άλλο. Δεν πτοούμαστε -εγώ τουλάχιστον- και μπαίνουμε σε ένα όμορφο μπαράκι. Εκεί έρχομαι αντιμέτωπος με μια περίεργη κατάσταση: τον συνταξιδιώτη μου έχει πιάσει μια κρίση νοσταλγίας για την Ελλάδα, και συνεχώς γκρινιάζει και του φταίνε τα πάντα! Του έφταιγε και το γεγονός ότι πουθενά δεν είχε κόσμο, σε αντίθεση με Κυριακή βράδυ στην Αθήνα! Έχω ακούσει και από άλλους όταν είναι εξωτερικό ότι πολλές φορές σε κάποιο σημείο του ταξιδιού υπάρχει μία τέτοια «κρίση» και οφείλεται στο γεγονός ότι έχεις βγει εξολοκλήρου από το πρόγραμμά σου, και θέλοντας να εκμεταλλευτείς πλήρως τον χρόνο σου έχεις γεμάτο πρόγραμμα που δεν σου επιτρέπει να ξεκουραστείς! Πράγματι, και οι 5 μέρες μας ήταν πλήρως γεμάτες, και εγώ αισθανόμουν μεγάλη κούραση, αλλά αντίθετα με το φίλο μου η Ελλάδα δεν μου είχε λείψει καθόλου! Εν πάση περιπτώσει, την επόμενη ημέρα του είχε ευτυχώς περάσει! Απρόσμενα θα ήμουν εγώ που θα έφερνα την Ελλάδα στο προσκήνιο!
Το παιδί που μας φιλοξενεί έχει σηκωθεί από νωρίς, έχει επιστρέψει το αυτοκίνητο στην εταιρεία, και έχει γυρίσει με τα πόδια, πριν μας ξυπνήσει! Ευτυχώς, γιατί κάτω από το σπίτι που παρκάραμε ισχύει το σύστημα της ελεγχόμενης στάθμευσης, και δεν είχαμε περιθώριο για 2ο πρόστιμο! Παρεμπιπτόντως η ελεγχόμενη στάθμευση ισχύει παντού στο κέντρο της πόλης, ακόμη και τα Σαββατοκύριακα, αλλά οι περισσότερες θέσεις παραμένουν κενές (τουλάχιστον το καλοκαίρι), αφού ο κόσμος προτιμά το ποδήλατο ή να περπατήσει.
Έχουμε άμεση ανάγκη για καφέ και περπατάμε στους μουσκεμένους -λόγω μιας δυνατής βροχής νωρίτερα το πρωί που κοιμόμασταν- δρόμους μέχρι ένα φούρνο-καφετέρια δεκαπέντε περίπου λεπτά από το σπίτι. Τρώμε κάτι σαν τυρόπιτα και πίνουμε το ζεστό πάντα καπουτσίνο μας! Ο φούρνος είναι στη ήσυχη συνοικία Ρόζενμποργκ (Rosenborg), γνωστή στους Έλληνες από την ομώνυμη ποδοσφαιρική ομάδα. Το γήπεδο της ομάδας όμως δεν βρίσκεται εντός της συνοικίας, και σχεδιάζουμε μία από τις προσεχείς ημέρες να περπατήσουμε ως αυτό (κάτι που τελικά δεν έγινε).
Μετά τον καφέ ξεκινά η περιήγησή μας στην όμορφη αυτή σκανδιναβική πόλη. Από το Ρόζενμποργκ κατευθυνόμαστε στο φρούριο της πόλης, το Kristiansten Festning. Πρόκειται για ένα άχαρο πέτρινο οικοδόμημα σε ένα λόφο της πόλης που χαρίζει όμως απαράμιλλη θέα προς το Τροντχάιμ και τα περίχωρά του και όλο το Trondheimfjorden και τα γύρω βουνά. Το φρούριο αυτό ήταν ο τόπος εκτέλεσης των αγωνιστών της νορβηγικής εθνικής αντίστασης.
Κατεβαίνουμε από έναν ήσυχο δρόμο που περνάει δίπλα από την φοιτητική εστία του πανεπιστημίου της πόλης, τη Singsaker Studenterhjem. Η εστία βρίσκεται σε μια εξαιρετική τοποθεσία που θυμίζει προάστιο, σε μια όμορφη αραιοκατοικημένη γειτονιά (Singsaker είναι το όνομα της γειτονιάς) μέσα στο πράσινο, κοντά στο πανεπιστήμιο και σχετικά κοντά στο κέντρο της πόλης. Συνεχίζουμε μέσω μιας οδού με πανέμορφα σπίτια με κήπους αριστερά και δεξιά, και ο δρόμος μας βγάζει στο πανεπιστήμιο της πόλης, το Νορβηγικό Πανεπιστήμιο Επιστήμης και Τεχνολογίας, γνωστό ως NTNU, Norges teknisk-naturvitenskapelige universitet (Norwegian University of Science and Technology). Πρόκειται για από τα πιο γνωστά τεχνολογικά ιδρύματα στην Ευρώπη, με πλήθος ερευνητικών προγραμμάτων σε εξέλιξη, που φιλοξενεί περίπου 30.000 προπτυχιακούς και μεταπτυχιακούς φοιτητές. Περιττό να αναφέρω ότι το κτήριο του πανεπιστημίου είναι εντυπωσιακό και περιβάλλεται από πράσινο, σε μια τοποθεσία που χαίρει ηρεμίας!
Η πόλη φαντάζει απίστευτα καθαρή μετά την πρωινή βροχή, ενώ η ατμόσφαιρα είναι ολοκάθαρη, κάτι που μας κάνει να συνεχίσουμε ακούραστοι το περπάτημα. Πλησιάζουμε κέντρο και βλέπουμε τις παλιές προβλήτες στον ποταμό Νίντελβα με τα πολύχρωμα σπιτάκια, που έχουν δίκαια ανακηρυχτεί σε μνημείο πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO. Πραγματικά χάρμα οφθαλμών, ενώ ο ποταμός Νίντελβα που περιβάλλει το κέντρο της πόλης αριστερά και δεξιά (στην ουσία το κέντρο της πόλης είναι το δέλτα που σχηματίζει ο Νίντελβα) συνεισφέρει στην ομορφιά του σκηνικού. Το κέντρο συνδέεται με την υπόλοιπη πόλη με διάφορες γέφυρες. Μία από αυτές είναι η Gamle Bybro που χρονολογείται από το 1861 και είναι πλέον ανοιχτή μόνο σε πεζούς και ποδήλατα, και αποτελεί σφραγίδα για την πόλη. Σε αυτή τη γέφυρα ξεκινά η γειτονιά Μπακλαντέ, την οποία αποφασίζουμε να επισκεφθούμε αργότερα.
Συνεχίζουμε το περπάτημα περνώντας και άλλες γέφυρες και ενώ έχει συννεφιάσει ειρωνικά φτάνουμε στην περιοχή Solsiden (την πλευρά του ήλιου, όπως ξαναέγραψα). Περιοχή με πλήθος καταστήματα και γεμάτη κόσμο, ένεκα Κυριακής μεσημέρι. Κατευθυνόμαστε σε μία καφετέρια όπου καθόμαστε για φαγητό. Προσέξτε το νορβηγικό σύστημα: Παραγγέλνεις στο ταμείο όπου και πληρώνεις, σου δίνουν αν έχεις παραγγήλλει τίποτα επιπλέον (εμείς τυπικά μπίρα, τι άλλο; ), και πληρώνεις. Όταν ετοιμαστεί το πιάτο στο φέρνει ο σερβιτόρος. Όλοι οι Νορβηγοί πληρώνουν με μια κάρτα σαν χρεωστική που δεν είναι ακριβώς χρεωστική, πιο πολύ είναι σαν πολυκάρτα με ταυτότητα συνδεδεμένη με τον τραπεζικό τους λογαριασμό (θυμίζει την κάρτα που σκέφτεται να θεσμοθετήσει η ελληνική κυβέρνηση). Εμείς πληρώνουμε με μία τυπική χρεωστική κάρτα που τότε ακόμη (Σεπτέμβρης 2009) δεν είχε τσιπάκι, οπότε δεν χρειαζόταν να πληκτρολογήσουμε κωδικό πρόσβασης. Παρόλα αυτά η υπάλληλος σου ζητούσε να πληκτρολογήσεις ο ίδιος το ποσό (μόλις αντιλήφθηκε πως δεν είχα την οικειότητα με το μηχάνημα το πληκτρολόγησε η ίδια), κάτι που δεν κατάλαβα, αλλά ο «ντόπιος» φίλος μας εξήγησε στη συνέχεια ότι το κάνεις ο ίδιος ώστε να αφήσεις πουρμπουάρ, αν το επιθυμείς. Γευόμαστε λοιπόν ένα ακόμη μη-νορβηγικό πιάτο (νόστιμη και χορταστική η μερίδα μας), επισκεπτόμαστε τις μεικτές(!) τουαλέτες, και την κάνουμε για ολίγο ακόμη περπάτημα. Α, ήπιαμε και δεύτερη μπίρα πρώτα, για να μην ξεχνιόμαστε!
Η βόλτα μάς φέρνει σε ένα καφέ με τραπεζάκια στο πεζοδρόμιο, σε μια γειτονιά με ξύλινα σπιτάκια (δεν είμαι σίγουρος αν ήταν στο Μπακλαντέ ή αλλού), όπου ένας ακόμη καπουτσίνο θα μας αναζωογονήσει! Έχει έρθει το απόγευμα όταν επιστρέφουμε σπίτι. Σε ένα κατάστημα σαν μίνι-μάρκετ λέω να σταματήσουμε να πάρουμε μπίρες, αλλά προς έκπληξή μας ο φίλος μας μας ενημερώνει ότι απαγορεύεται η πώληση αλκοόλ μετά τις 18:00! Γνώριζα ήδη ότι στα σουπερ μάρκετ και συναφή καταστήματα απαγορεύεται η πώληση αλκοόλ, αλλά μετά τις 20.00! Αυτό που τελικά ισχύει είναι 20:00 καθημερινές και 18:00 Σαββατοκύριακα! Μία απόφαση της κυβέρνησης ώστε να καταπολεμηθεί η μεγάλη κατανάλωση αλκοόλ, μία απόφαση αμφισβητούμενου αποτελέσματος κατά τη γνώμη μου, αφού οι Νορβηγοί κάνουν προμήθειες στη διάρκεια της ημέρας, και ειδικά Παρασκευές και Σάββατα μαζεύονται σε σπίτια φίλων από νωρίς το βράδυ και πίνουν, και βγαίνουν πολύ αργότερα, αφού ήδη έχουν πιει αρκετά!
Φτάνουμε στο σπίτι όπου τιμάμε λίγο τσίπουρο που έχουμε φέρει από Ελλάδα (προσοχή στο αεροδρόμιο: Απαγορεύεται να φέρεις στη Νορβηγία περισσότερα από 1 λίτρο αλκοόλ, 1 μπουκάλι κρασί και 4 λίτρα μπίρα, αν θυμάμαι καλά – εξαιρούνται βέβαια προϊόντα από τα duty-free). Μετά από τόσες ώρες περπατήματος η ξεκούραση είναι επιβεβλημένη.
Αργά το βράδυ αφήνουμε τον οικοδεσπότη μας να ξεκουραστεί και ξεκινάμε τη βόλτα μας προς το κέντρο για ένα ποτό, όπου όμως τα πάντα είναι έρημα! Κατευθυνόμαστε τελικά και πάλι προς τη σύγχρονη συνοικία Solsiden που είναι πολύ κοντά στο διαμέρισμα που μένουμε, για να επαληθεύσουμε και εκεί το γεγονός ότι παντού υπάρχουν μόνο μία ή δύο παρέες! Να πω εδώ ότι το Solsiden ήταν το μόνο μέρος που μου θύμισε κάπως τα νεανικά στέκια στην Ελλάδα, με όμορφα πολυτελή μπαράκια και εστιατόρια το ένα δίπλα στο άλλο. Δεν πτοούμαστε -εγώ τουλάχιστον- και μπαίνουμε σε ένα όμορφο μπαράκι. Εκεί έρχομαι αντιμέτωπος με μια περίεργη κατάσταση: τον συνταξιδιώτη μου έχει πιάσει μια κρίση νοσταλγίας για την Ελλάδα, και συνεχώς γκρινιάζει και του φταίνε τα πάντα! Του έφταιγε και το γεγονός ότι πουθενά δεν είχε κόσμο, σε αντίθεση με Κυριακή βράδυ στην Αθήνα! Έχω ακούσει και από άλλους όταν είναι εξωτερικό ότι πολλές φορές σε κάποιο σημείο του ταξιδιού υπάρχει μία τέτοια «κρίση» και οφείλεται στο γεγονός ότι έχεις βγει εξολοκλήρου από το πρόγραμμά σου, και θέλοντας να εκμεταλλευτείς πλήρως τον χρόνο σου έχεις γεμάτο πρόγραμμα που δεν σου επιτρέπει να ξεκουραστείς! Πράγματι, και οι 5 μέρες μας ήταν πλήρως γεμάτες, και εγώ αισθανόμουν μεγάλη κούραση, αλλά αντίθετα με το φίλο μου η Ελλάδα δεν μου είχε λείψει καθόλου! Εν πάση περιπτώσει, την επόμενη ημέρα του είχε ευτυχώς περάσει! Απρόσμενα θα ήμουν εγώ που θα έφερνα την Ελλάδα στο προσκήνιο!