Πολυ ωραιο το σημερινο κεφαλαιο το κολυμπι με τα δελφινια , η μεταμορφωση σου σε βατραχανθρωπο . Μου εφιαξες τη μερα .
Τι εγινε στη συνεχεια!! Γιατι παθατε την πλακα σας?
Εγώ ομολογώ ότι σε έχω ακολουθήσει έως το Κάιρο για την ώρα σκοπεύω όμως να σε έχω από κοντά έως το τέλος του ταξιδιού σου, για την ώρα θέλω να σε ευχαριστήσω γιατί μου κάνεις πολύ ωραία παρέα με τον πρωινό μου καφέ, οι συνάδελφοι μου με βλέπουν προσηλωμένη στην οθόνη και με ρωτάνε "πάλι κρουαζιέρα στην Αίγυπτο;"
Περνώντας τα τείχη τα οποία χώριζαν τον εξωτερικό κόσμο των κοινών αιγυπτίων θνητών από αυτόν που ήταν φτιαγμένος αποκλειστικά για τους προνομιούχους δυτικούς τουρίστες, αντικρίσαμε μια πόλη λες και ήταν βγαλμένη από τις Χίλιες και μια Νύχτες. Τρούλοι, θόλοι, αψιδωτά ανοίγματα, καφασωτά παράθυρα, αραβουργήματα από γύψο τα οποία κάλυπταν εξωτερικές επιφάνειες. Όμως τα χρώματα με τα οποία ήταν βαμμένες οι εξωτερικές επιφάνειες πρόδιδαν το τεχνητό του πράγματος. Θα έλεγε κανείς ότι ακολούθησαν τις οδηγίες του artistic director της εταιρείας Disney. Κομμάτι ζαχαρωμένη και ψεύτικη έβγαινε η όλη εντύπωση. Περπατήσαμε κατά μήκος του souk όπου είχε ξανά όλα τα προϊόντα που βλέπαμε όλο αυτόν τον καιρό. Τα βήματα μας οδήγησαν στο χλιδατο Intercontinental. Η πισίνα του απλώς αχανής, όπως άλλωστε και όλοι οι υπόλοιποι κοινόχρηστοι χώροι του. Η παράλια του όπως και οι υπόλοιπες, χιλιόμετρα ακτών σε ευθεία γραμμή η ακροθαλασσιά φαρδιά και αμμώδης . Πελάτες ελάχιστοι. Μια σιγαλιά μας τύλιγε καθώς τριγυρίζαμε στις τεράστιες αίθουσες του. Την ώρα που φεύγαμε άναβαν τους πυρσούς της εισόδου. Για ποιους άραγε; Είπαμε να κάνουμε μια βόλτα κατά μήκος της corniche. Είδαμε το κτίριο του τελωνείου το οποίο είχε αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά από αιγυπτιακό μιναρέ το οποίο μας προϊδέασε ότι κάποια στιγμή τα σχέδια για αυτήν την τεχνητή πόλη θα ήταν μεγάλα. Μόνοι μας κάναμε τη βόλτα στην προκυμαία και βλέπαμε κάτι λίγες παρέες οι οποίες έβγαιναν από τα νοικιασμένα σκάφη, με τα οποία είχαν μόλις επιστρέψει από το diving, και οι οποίες χανόντουσαν μόλις πατούσαν το πόδι τους στην στεριά. Σαν να ήταν από ατμό και διαλυόντουσαν. Μόνοι μας προχωρούσαμε χαζεύοντας τα άδεια μπαράκια και εστιατόρια. Μάλλον δεν ήμασταν και εντελώς μόνοι: κάθε πενήντα μέτρα ακροβολισμένοι ένστολοι οδοκαθαριστές με σκούπα και φαράσι ανά χείρας μας κοίταζαν με ελπίδα στα μάτια μπας και πετάξουμε κάποιο σκουπιδακι, κάποια γόπα, έτσι ώστε να δικαιολογήσουν τον ρόλο τους. Τέτοια υπαρξιακή αγωνιά σε μάτια έχω πολύ καιρό να δω. Αλλά που να τολμήσουμε να βρωμίσουμε το δάπεδο. Ο χαρακτηρισμός πεντακάθαρος, ούτε κατ’ ελάχιστον δεν αποδίδει την καθαριότητα των πεζοδρομίων: είμαι σίγουρη ότι κάθε πρωί θα το στίλβωναν με Overlay. Έχοντας ηδη δει την μεγαλυτερη ατραξιον του μερους, δηλαδή μαζεμένους σε εαρινή σύναξη την συντριπτική πλειοψηφία των οδοκαθαριστών που διαθέτει η Αίγυπτος, σκεφτήκαμε να πιούμε και έναν καφέ για να περάσει λίγο η ώρα. Τα πλάνα μας που έλεγαν να βρούμε κάποιο εστιατόριο και να δειπνήσουμε εκεί είχαν μόλις ανατραπεί. Όχι ότι δεν υπήρχαν εν λειτουργία εστιατόρια, υπήρχαν και μάλιστα αρκετά για να διαλέξει κανείς από μια αρκετά μεγάλη ποικιλία: ψαροταβέρνα, αιγυπτιακό, σουσι, TGI Friday. Και ήταν όλα ανοικτά. Αλλά χωρίς ούτε έναν πελάτη. Κανένα κέφι για να φάμε έξω. Καθίσαμε λοιπόν για καφέ. Κάθε φορα που ο αφέντης έριχνε τη στάχτη του τσιγάρου του στο τασάκι έφθανε ο σερβιτόρος να το αλλάξει. Μόλις ήπια τη μισή κόκα κόλα μου ο σερβιτόρος θεώρησε πως όφειλα να την έχω τελειώσει και ορμούσε να μου πάρει το ποτήρι. Ένα άγχος εγώ! Μπας και ξεχνιόμουνα στην κουβέντα και έχανα το υπόλοιπον της Κόκα Κόλας μου! Εξαντλημένοι από την τόση περιποίηση είπαμε να κάνουμε ακόμη μια βόλτα περιμένοντας με κάποια ανυπομονησία τον χριστιανό να έρθει να μας πάρει από εκεί μέσα. Παρατηρούσαμε ότι ακόμη δεν είχε ολοκληρωθεί ούτε καν το παραθαλάσσιο μέτωπο της πόλης. Νέα κτίρια κτιζόντουσαν, αλλά κυρίως μας έκαναν εντύπωση ότι έφτιαχναν κανάλια και λιμνούλες στις οποίες εισχωρούσε το θαλάσσιο νερό. Γύρω από αυτές τις μικρές λιμνοθάλασσες ακόμη δεν είχαν κτισθεί κτίρια, αλλά όπου νάνε θα γινόταν και αυτό. Κατά τη διάρκεια της τελευταίας αυτής βόλτας χάθηκαν και οι ελάχιστοι τελευταίοι τουρίστες με αποτέλεσμα να γυροφέρνουμε ολομόναχοι, να ακούμε τον ήχο από τα βήματα μας και να φοβόμαστε ότι κάποια κατάρα βγαλμένη από τα παραμυθία της Χαλιμας θα μας υποχρέωνε να εντοιχιστούμε και εμείς σε κάποια από τις αψίδες και να περιμένουμε ποτέ θα έρθει το επόμενο ζευγάρι να πάρει τη θέση μας. Βλέπετε η ύπαρξη τόσων οδοκαθαριστών δε μας έπειθε και υποθέσαμε ότι επρόκειτο για κάποιες ταλαίπωρες ψυχές, οι οποίες παγιδεύτηκαν από κάποιο κακόβουλο πνεύμα ,το οποίο είχε στην κατοχή του την πόλη αυτή και τιμωρούσε κατ’ αυτόν τον τρόπο τους παρείσακτους. Αντί η Κίρκη να μας μεταμορφώσει σε γουρούνια θα μας μεταμόρφωνε σε οδοκαθαριστές, οι οποίοι θα απελευθερώνονταν μόνο εφόσον θα μάζευαν από το πάτωμα της πόλης αυτής πενήντα δίχως πάτο πίθους γεμάτους αποτσίγαρα. Τέτοια λέγαμε μεταξύ μας και αναρωτιόμασταν ποτέ θα έρθει επιτέλους ο χριστιανός να μας πάρει. Είκοσι λεπτά πριν το ραντεβού εμείς εκεί: Στην μεγάλη πύλη, παρέα με τους φρουρούς με τα καλασνικοφ να τον περιμένουμε. Ευτυχώς ο άνθρωπος έφτασε ένα τέταρτο νωρίτερα, ορμηξαμε στο αυτοκίνητο και την κάναμε δρομαίως όσο πιο γρήγορα μπορούσαμε…