gkalla
Member
- Μηνύματα
- 1.550
- Likes
- 8.442
- Επόμενο Ταξίδι
- ????
- Ταξίδι-Όνειρο
- Κούβα, Περού, Ν. Ζηλανδία
Βαρσοβία – Part I
Παρόλη την ταλαιπωρία μας ξυπνήσαμε σχετικά νωρίς και αμέσως ρίξαμε μια ματιά στην θέα από το δωμάτιο. Τελικά όσο και να προσπαθούν με τους μοντέρνους ουρανοξύστες, αυτός του “Πατερούλη” είναι αξεπέραστος.
Βγάλαμε τα 3ήμερα ηλεκτρονικά μας εισιτήρια από την πολύ καλή εφαρμογή Jakdojade για όλα τα ΜΜΜ της Πολωνίας και πήγαμε ως το πολυτεχνείο της Βαρσοβίας για να συναντήσουμε τον Πολωνό φίλο μας “D”, να πιούμε ένα γρήγορο καφεδάκι και να συνεννοηθούμε για τα περαιτέρω. Είχαμε να τον δούμε αρκετό καιρό, εγώ από το 2021 ενώ ο @stonerolling από το 2019 αλλά ήταν σαν να μην πέρασε μια μέρα…
Χωρίσαμε, εκείνος για το γραφείο του κι εμείς κατευθείαν για την παλιά πόλη.
Φτασαμε γρήγορα στην Πλατεία Zamkowy, στην είσοδο της παλιάς πόλης, με την Sigismund's Column και φυσικά το Βασιλικό παλάτι. Αδύνατον να πιστέψεις ότι όλο αυτό που βλέπεις είναι σύγχρονό μας και πως η ανακατασκευή τέλειωσε μόλις το 1980. Μόνο αργότερα που είδαμε φωτογραφίες από την ισοπεδωμένη πόλη το χωνέψαμε.
Μείναμε αρκετή ώρα εκεί καθώς πετύχαμε, σ’ ένα παράθυρο του παλατιού έναν σαλπιγκτή που άρχισε να σαλπίζει κάποια εμβατήρια.
Προχωρήσαμε σ’ ένα από τα κεντρικά δρομάκια, στην οδό Świętojańska για να πάρουμε μια καλύτερη εικόνα της παλιάς πόλης και…
εκεί πετύχαμε τον καθεδρικό ναό της Βαρσοβίας, που όσο παράξενος κι αν είναι απ’ έξω, τόσο κλασικά Πολωνικός είναι από μέσα.
Συνεχίσαμε για την κεντρική πλατεία της παλιάς πόλης, Rynek Starego Miasta. Αν και γεμάτη μαγαζιά, εστιατόρια, καφέ και άπειρα τραπεζοκαθίσματα (περισσότερα απ’ ότι θυμόμουν από παλιά) παραμένει εντυπωσιακά όμορφη. Τα ανακατασκευασμένα κτίρια της συναγωνίζονται μεταξύ τους σε ομορφιά ενώ το μικρό άγαλμα της γοργόνας - συμβόλου της πόλης στο κέντρο συμπληρώνει την εικόνα.
Αμέσως μετά κάναμε μια παράκαμψη μπαίνοντας στα παράπλευρα στενάκια. Βρεθήκαμε σε μια μικρή πλατεία (Plac Kanonia) και είδαμε την καμπάνα των ευχών ενώ αμέσως μετά βρεθήκαμε στις παρυφές της παλιά πόλης, σ’ ένα σημείο με ωραία θέα προς το ποτάμι (Dung Hill Lookout Point).
Γυρίσαμε προς το κέντρο και μέσω της οδού Nowomiejska κινηθήκαμε προς το τέλος της παλιάς πόλης.
Σύντομα φτάσαμε στο Barbican, στα τούβλινα τείχη της πόλης με την όμορφη πύλη και βγήκαμε προς την νέα (παλιά) πόλη, περιοχή που την ήξερα καλά καθώς εδώ έμενα την προηγούμενη φορά που είχα βρεθεί στην Βαρσοβία.
Αμέσως πιάσαμε την οδό Freta τον βασικό δρόμο της περιοχής, με τα εξαιρετικά κτίρια και τα λογής λογής μαγαζάκια κι εστιατόρια.
Το σπίτι - μουσείο της Μαρίας Κιουρί που βρίσκεται εκεί το είχα επισκεφτεί παλιότερα και καθώς δεν μου είχε κάνει ιδιαίτερη εντύπωση δεν το συζητήσαμε καν να μπούμε μέσα. Μια δυο φωτογραφίες ήταν αρκετές και η βόλτα συνεχίστηκε.
Φτάνοντας δίπλα στην πλατεία Rynek Nowego Miasta με την όμορφη εκκλησία του St Casimir κάναμε ένα μικρό διάλειμμα στην δροσιά, κάτω από τα σκιερά δέντρα και παρέα με κανά δυο άστεγους που έπαιρναν τον υπνάκο τους στα διπλανά παγκάκια.
Έχοντας πάρει τις ανάσες μας ξεκινήσαμε να δούμε την παλιά πόλη περιμετρικά. Ο φούρνος που συναντήσαμε όμως, μας “ανάγκασε” σε νέο διάλειμμα, αυτή τη φορά για μερικά κομμάτια πίτσας (Όχι άλλη πίτσα ρε Δημήτρη, έλεος!!!)
Η περίμετρος των τειχών της πόλης “έκρυβε” πολλές ιδιαίτερες γωνιές όπως το Mały Powstaniec, το παιδί πολεμιστή με πλήρη εξάρτηση, το Zegar Zygmunta, τον ανάγλυφο ζωδιακό κύκλο με τις φάσεις της σελήνης καθώς και το μνημείο του Jan Kiliński, του Πολωνού παπουτσή που έγινε ήρωας στην εξέγερση του 1794.
Πλησιάζοντας προς την πλατεία του βασιλικού παλατιού διακρίναμε τα καμπαναριά του καθεδρικού και της γειτονικής εκκλησίας του St Martin.
Φτάνοντας στην Πλατεία Zamkowy αρχίσαμε να ακολουθούμε την Βασιλική οδό (Krakowskie Przedmieście), έναν δρόμο με άπειρα αξιοθέατα που συνδέει το κέντρο της σύγχρονης πόλης με την παλιά.
Ο κόσμος που περπατούσε στην βασιλική οδό ήταν πολύς αλλά το εύρος του δρόμου είναι τέτοιο που όσοι άνθρωποι κι αν τον διασχίζουν δεν ενοχλούν. Στα πρώτα βήματα μας συναντήσαμε την εκκλησία της Αγίας Άννας με το ξεχωριστό καμπαναριό της.
Λίγο πιο κάτω κι ενώ είχε αρχίσει να μας ενοχλεί κάπως η ζέστη και ο ήλιος είδαμε το μνημείο του Adam Mickiewicz και την καρμελιτική εκκλησία Kościół Karmelitów Bosych την αίγλη της οποίας έκρυβαν τα παρκαρισμένα αυτοκίνητα που ήταν παρκαρισμένα στην είσοδό της.
Το Προεδρικό παλάτι (που βρισκόταν εκεί δίπλα) ήταν μάλλον η αιτία για τα παρκαρισμένα αυτοκίνητα.
Ακολούθως αποφασίσαμε να κάνουμε μια παράκαμψη από την Βασιλική οδό, εν μέρει για να δούμε το πάρκο Saxon αλλά κυρίως για να αναζητήσουμε καταφύγιο στην σκιά του.
Έτσι περάσαμε από την πλατεία Marszałka Józefa Piłsudskiego βλέποντας στο βάθος το πανόραμα ουρανοξυστών της πόλης ενώ στο όριο μεταξύ πλατείας και πάρκου είδαμε και το μνημείο του άγνωστου στρατιώτη της Πολωνίας.
Μπήκαμε στον Saxon Garden, το πρώτο από τα πολλά, μεγάλα και πολύ προσεγμένα πάρκα της πόλης κι αρχίσαμε να περιδιαβαίνουμε στα δρομάκια, στους ανθόκηπους και τις λιμνούλες του. Κοντά στο υδραγωγείο με την μορφή ρωμαϊκού ναού της Εστίας (Vesta Water Tower) κάναμε ένα μικρό διάλειμμα γιατί, η αλήθεια είναι, μας είχε αιφνιδιάσει η έντονη ηλιοφάνεια και ζέστη της ημέρας.
Ξεκουραστήκαμε και επιστρέψαμε στην Βασιλική οδό, στο σημείο που έχει την έδρα του το Πανεπιστήμιο της Βαρσοβίας, σ ένα ακόμη παλάτι (Czetwertyński-Uruski Palace) που έχει αλλάξει χρήση προς όφελος του λαού.
Ο Ναός του Τίμιου Σταυρού ήταν το επόμενο σημείο που σταθήκαμε, όχι τόσο για τον ίδιο τον ναό, όσο για να θαυμάσουμε το παλάτι Staszic και το μνημείο του Κοπέρνικου που βρίσκονταν διαγώνια απέναντι του.
Από το παλάτι Staszic και μετά η βασιλική οδός αλλάζει όνομα και πια λέγεται Nowy Świat. Εκτός από όνομα αρχίζει σιγά σιγά να αλλάζει και χαρακτήρα με τα κτίρια να παρουσιάζουν πιο σύγχρονη μορφή. Αρκετά από αυτά ήταν εντυπωσιακά όπως το το Θέατρο Sabat Theatre of Małgorzata Potocka στην κάθετη οδό Foksal, δρόμος με αρκετά εστιατόρια και καφέ.
Απέναντι υπήρχε μια πλαϊνή είσοδος για την εναλλακτική περιοχή Pawilony με τα μπαράκια που βρίσκονται στους εσωτερικούς ακάλυπτους των κτιρίων της περιοχής, οπότε δεν χάσαμε ευκαιρία να την τσεκάρουμε ώστε να πάρουμε μια ιδέα για τις βραδινές μας εξόδους. Δεν είδαμε βέβαια πολλά μεσημεριάτικα καθώς επικρατούσε απόλυτη ησυχία. Μόνο σε κάποια από τα κτίρια γινόντουσαν καλλιτεχνικές εργασίες με νεαρόκοσμο να επιμελείται κάποιες τοιχογραφίες…
Σχετικά εξουθενωμένοι από το περπάτημα, την πείνα και την ζέστη ψάξαμε σ’ αυτά τα ενδιάμεσα στενάκια, πίσω από τα κτίρια, να βρούμε ένα μέρος να καλύψουμε τις ανάγκες μας. Ήταν καιρός πια για μια παγωμένη μπύρα ή και δύο. Όπως βλέπετε τον στρώνω σιγά σιγά με τις μπύρες. Αν και στο θέμα φαγητό όχι. Πάλι πίτσα έφαγε.
Αρκετά αργότερα αναχωρήσαμε από εκεί για να συναντηθούμε πάλι με τον “D”, στον εσωτερικό κήπο μιας μπυραρίας. Συνεχίσαμε με μερικές ακόμη μπύρες (εγώ) και βότκες (ο @stonerolling) οι οποίες έρχονταν δυο δυο λόγω happy hour. Αρχίσαμε να καταλαβαίνουμε πως ο “D” έψαχνε τις εκπτώσεις και τις προσφορές συνεχώς αλλά θα καταλαβαίναμε αργότερα το πόσο πολύ εθισμένος ήταν.
Στην διάρκεια της παραμονής μας στην μπυραρία μας πλησίασε ένας νεαρός από το διπλανό τραπέζι και μας ρώτησε αν μιλάμε ελληνικά. Χάρηκε όταν του είπαμε ναι και μάλλον κέρδισε το στοίχημα που είχε βάλει με την φίλη του. Δεν μου είχε ξανατύχει κάτι τέτοιο. Συνήθως όταν μας ακούν να μιλάμε μας μπερδεύουν με Ισπανούς.
Αφού κατεβάσαμε κάμποσα ποτήρια απ’ ότι έπινε ο καθένας, φύγαμε προς το διαμέρισμα και τότε έγινε ένα μικρό θαύμα. Μπροστά μας βρέθηκε ένα ζαχαροπλαστείο, εξειδικευμένο στα pasteis de nata οπότε δεν χάσαμε την ευκαιρία. Πήραμε κάμποσα για να γλυκαθούμε.
Στο διαμέρισμα τα τσακίσαμε, κάναμε και μια καλή απογευματινοβραδινή σιέστα αλλά αμέσως μόλις νύχτωσε ξαναπήραμε το δρόμο για την επιστροφή στον “τόπο του εγκλήματος”, το Pawilony.
Η μέρα ήταν “δύσκολη” (Δευτέρα) οπότε τα πράγματα ήταν σαφώς υποτονικά. Λίγος κόσμος, αρκετά μαγαζιά κλειστά και πολύ ήσυχη και χαλαρή διάθεση. Ήπιαμε βέβαια 1-2 ποτάκια αλλά γύρω στη 01:00 άρχισαν τα κλείνουν και αυτά τα μαγαζιά που υπήρχαν.
Πήραμε έτσι το δρόμο της επιστροφής για το διαμέρισμα, αποφεύγοντας αριστοτεχνικά κάθε λίγο και λιγάκι τους διάφορους κράχτες των στριπτιτζάδικων που μας πλεύριζαν. Μας κακοχαρακτήρισαν μάλλον…
Διαδρομή 1ης μέρας στη Βαρσοβία
Παρόλη την ταλαιπωρία μας ξυπνήσαμε σχετικά νωρίς και αμέσως ρίξαμε μια ματιά στην θέα από το δωμάτιο. Τελικά όσο και να προσπαθούν με τους μοντέρνους ουρανοξύστες, αυτός του “Πατερούλη” είναι αξεπέραστος.
Βγάλαμε τα 3ήμερα ηλεκτρονικά μας εισιτήρια από την πολύ καλή εφαρμογή Jakdojade για όλα τα ΜΜΜ της Πολωνίας και πήγαμε ως το πολυτεχνείο της Βαρσοβίας για να συναντήσουμε τον Πολωνό φίλο μας “D”, να πιούμε ένα γρήγορο καφεδάκι και να συνεννοηθούμε για τα περαιτέρω. Είχαμε να τον δούμε αρκετό καιρό, εγώ από το 2021 ενώ ο @stonerolling από το 2019 αλλά ήταν σαν να μην πέρασε μια μέρα…
Χωρίσαμε, εκείνος για το γραφείο του κι εμείς κατευθείαν για την παλιά πόλη.
Φτασαμε γρήγορα στην Πλατεία Zamkowy, στην είσοδο της παλιάς πόλης, με την Sigismund's Column και φυσικά το Βασιλικό παλάτι. Αδύνατον να πιστέψεις ότι όλο αυτό που βλέπεις είναι σύγχρονό μας και πως η ανακατασκευή τέλειωσε μόλις το 1980. Μόνο αργότερα που είδαμε φωτογραφίες από την ισοπεδωμένη πόλη το χωνέψαμε.
Μείναμε αρκετή ώρα εκεί καθώς πετύχαμε, σ’ ένα παράθυρο του παλατιού έναν σαλπιγκτή που άρχισε να σαλπίζει κάποια εμβατήρια.
Προχωρήσαμε σ’ ένα από τα κεντρικά δρομάκια, στην οδό Świętojańska για να πάρουμε μια καλύτερη εικόνα της παλιάς πόλης και…
εκεί πετύχαμε τον καθεδρικό ναό της Βαρσοβίας, που όσο παράξενος κι αν είναι απ’ έξω, τόσο κλασικά Πολωνικός είναι από μέσα.
Συνεχίσαμε για την κεντρική πλατεία της παλιάς πόλης, Rynek Starego Miasta. Αν και γεμάτη μαγαζιά, εστιατόρια, καφέ και άπειρα τραπεζοκαθίσματα (περισσότερα απ’ ότι θυμόμουν από παλιά) παραμένει εντυπωσιακά όμορφη. Τα ανακατασκευασμένα κτίρια της συναγωνίζονται μεταξύ τους σε ομορφιά ενώ το μικρό άγαλμα της γοργόνας - συμβόλου της πόλης στο κέντρο συμπληρώνει την εικόνα.
Αμέσως μετά κάναμε μια παράκαμψη μπαίνοντας στα παράπλευρα στενάκια. Βρεθήκαμε σε μια μικρή πλατεία (Plac Kanonia) και είδαμε την καμπάνα των ευχών ενώ αμέσως μετά βρεθήκαμε στις παρυφές της παλιά πόλης, σ’ ένα σημείο με ωραία θέα προς το ποτάμι (Dung Hill Lookout Point).
Γυρίσαμε προς το κέντρο και μέσω της οδού Nowomiejska κινηθήκαμε προς το τέλος της παλιάς πόλης.
Σύντομα φτάσαμε στο Barbican, στα τούβλινα τείχη της πόλης με την όμορφη πύλη και βγήκαμε προς την νέα (παλιά) πόλη, περιοχή που την ήξερα καλά καθώς εδώ έμενα την προηγούμενη φορά που είχα βρεθεί στην Βαρσοβία.
Αμέσως πιάσαμε την οδό Freta τον βασικό δρόμο της περιοχής, με τα εξαιρετικά κτίρια και τα λογής λογής μαγαζάκια κι εστιατόρια.
Το σπίτι - μουσείο της Μαρίας Κιουρί που βρίσκεται εκεί το είχα επισκεφτεί παλιότερα και καθώς δεν μου είχε κάνει ιδιαίτερη εντύπωση δεν το συζητήσαμε καν να μπούμε μέσα. Μια δυο φωτογραφίες ήταν αρκετές και η βόλτα συνεχίστηκε.
Φτάνοντας δίπλα στην πλατεία Rynek Nowego Miasta με την όμορφη εκκλησία του St Casimir κάναμε ένα μικρό διάλειμμα στην δροσιά, κάτω από τα σκιερά δέντρα και παρέα με κανά δυο άστεγους που έπαιρναν τον υπνάκο τους στα διπλανά παγκάκια.
Έχοντας πάρει τις ανάσες μας ξεκινήσαμε να δούμε την παλιά πόλη περιμετρικά. Ο φούρνος που συναντήσαμε όμως, μας “ανάγκασε” σε νέο διάλειμμα, αυτή τη φορά για μερικά κομμάτια πίτσας (Όχι άλλη πίτσα ρε Δημήτρη, έλεος!!!)
Η περίμετρος των τειχών της πόλης “έκρυβε” πολλές ιδιαίτερες γωνιές όπως το Mały Powstaniec, το παιδί πολεμιστή με πλήρη εξάρτηση, το Zegar Zygmunta, τον ανάγλυφο ζωδιακό κύκλο με τις φάσεις της σελήνης καθώς και το μνημείο του Jan Kiliński, του Πολωνού παπουτσή που έγινε ήρωας στην εξέγερση του 1794.
Πλησιάζοντας προς την πλατεία του βασιλικού παλατιού διακρίναμε τα καμπαναριά του καθεδρικού και της γειτονικής εκκλησίας του St Martin.
Φτάνοντας στην Πλατεία Zamkowy αρχίσαμε να ακολουθούμε την Βασιλική οδό (Krakowskie Przedmieście), έναν δρόμο με άπειρα αξιοθέατα που συνδέει το κέντρο της σύγχρονης πόλης με την παλιά.
Ο κόσμος που περπατούσε στην βασιλική οδό ήταν πολύς αλλά το εύρος του δρόμου είναι τέτοιο που όσοι άνθρωποι κι αν τον διασχίζουν δεν ενοχλούν. Στα πρώτα βήματα μας συναντήσαμε την εκκλησία της Αγίας Άννας με το ξεχωριστό καμπαναριό της.
Λίγο πιο κάτω κι ενώ είχε αρχίσει να μας ενοχλεί κάπως η ζέστη και ο ήλιος είδαμε το μνημείο του Adam Mickiewicz και την καρμελιτική εκκλησία Kościół Karmelitów Bosych την αίγλη της οποίας έκρυβαν τα παρκαρισμένα αυτοκίνητα που ήταν παρκαρισμένα στην είσοδό της.
Το Προεδρικό παλάτι (που βρισκόταν εκεί δίπλα) ήταν μάλλον η αιτία για τα παρκαρισμένα αυτοκίνητα.
Ακολούθως αποφασίσαμε να κάνουμε μια παράκαμψη από την Βασιλική οδό, εν μέρει για να δούμε το πάρκο Saxon αλλά κυρίως για να αναζητήσουμε καταφύγιο στην σκιά του.
Έτσι περάσαμε από την πλατεία Marszałka Józefa Piłsudskiego βλέποντας στο βάθος το πανόραμα ουρανοξυστών της πόλης ενώ στο όριο μεταξύ πλατείας και πάρκου είδαμε και το μνημείο του άγνωστου στρατιώτη της Πολωνίας.
Μπήκαμε στον Saxon Garden, το πρώτο από τα πολλά, μεγάλα και πολύ προσεγμένα πάρκα της πόλης κι αρχίσαμε να περιδιαβαίνουμε στα δρομάκια, στους ανθόκηπους και τις λιμνούλες του. Κοντά στο υδραγωγείο με την μορφή ρωμαϊκού ναού της Εστίας (Vesta Water Tower) κάναμε ένα μικρό διάλειμμα γιατί, η αλήθεια είναι, μας είχε αιφνιδιάσει η έντονη ηλιοφάνεια και ζέστη της ημέρας.
Ξεκουραστήκαμε και επιστρέψαμε στην Βασιλική οδό, στο σημείο που έχει την έδρα του το Πανεπιστήμιο της Βαρσοβίας, σ ένα ακόμη παλάτι (Czetwertyński-Uruski Palace) που έχει αλλάξει χρήση προς όφελος του λαού.
Ο Ναός του Τίμιου Σταυρού ήταν το επόμενο σημείο που σταθήκαμε, όχι τόσο για τον ίδιο τον ναό, όσο για να θαυμάσουμε το παλάτι Staszic και το μνημείο του Κοπέρνικου που βρίσκονταν διαγώνια απέναντι του.
Από το παλάτι Staszic και μετά η βασιλική οδός αλλάζει όνομα και πια λέγεται Nowy Świat. Εκτός από όνομα αρχίζει σιγά σιγά να αλλάζει και χαρακτήρα με τα κτίρια να παρουσιάζουν πιο σύγχρονη μορφή. Αρκετά από αυτά ήταν εντυπωσιακά όπως το το Θέατρο Sabat Theatre of Małgorzata Potocka στην κάθετη οδό Foksal, δρόμος με αρκετά εστιατόρια και καφέ.
Απέναντι υπήρχε μια πλαϊνή είσοδος για την εναλλακτική περιοχή Pawilony με τα μπαράκια που βρίσκονται στους εσωτερικούς ακάλυπτους των κτιρίων της περιοχής, οπότε δεν χάσαμε ευκαιρία να την τσεκάρουμε ώστε να πάρουμε μια ιδέα για τις βραδινές μας εξόδους. Δεν είδαμε βέβαια πολλά μεσημεριάτικα καθώς επικρατούσε απόλυτη ησυχία. Μόνο σε κάποια από τα κτίρια γινόντουσαν καλλιτεχνικές εργασίες με νεαρόκοσμο να επιμελείται κάποιες τοιχογραφίες…
Σχετικά εξουθενωμένοι από το περπάτημα, την πείνα και την ζέστη ψάξαμε σ’ αυτά τα ενδιάμεσα στενάκια, πίσω από τα κτίρια, να βρούμε ένα μέρος να καλύψουμε τις ανάγκες μας. Ήταν καιρός πια για μια παγωμένη μπύρα ή και δύο. Όπως βλέπετε τον στρώνω σιγά σιγά με τις μπύρες. Αν και στο θέμα φαγητό όχι. Πάλι πίτσα έφαγε.
Αρκετά αργότερα αναχωρήσαμε από εκεί για να συναντηθούμε πάλι με τον “D”, στον εσωτερικό κήπο μιας μπυραρίας. Συνεχίσαμε με μερικές ακόμη μπύρες (εγώ) και βότκες (ο @stonerolling) οι οποίες έρχονταν δυο δυο λόγω happy hour. Αρχίσαμε να καταλαβαίνουμε πως ο “D” έψαχνε τις εκπτώσεις και τις προσφορές συνεχώς αλλά θα καταλαβαίναμε αργότερα το πόσο πολύ εθισμένος ήταν.
Στην διάρκεια της παραμονής μας στην μπυραρία μας πλησίασε ένας νεαρός από το διπλανό τραπέζι και μας ρώτησε αν μιλάμε ελληνικά. Χάρηκε όταν του είπαμε ναι και μάλλον κέρδισε το στοίχημα που είχε βάλει με την φίλη του. Δεν μου είχε ξανατύχει κάτι τέτοιο. Συνήθως όταν μας ακούν να μιλάμε μας μπερδεύουν με Ισπανούς.
Αφού κατεβάσαμε κάμποσα ποτήρια απ’ ότι έπινε ο καθένας, φύγαμε προς το διαμέρισμα και τότε έγινε ένα μικρό θαύμα. Μπροστά μας βρέθηκε ένα ζαχαροπλαστείο, εξειδικευμένο στα pasteis de nata οπότε δεν χάσαμε την ευκαιρία. Πήραμε κάμποσα για να γλυκαθούμε.
Στο διαμέρισμα τα τσακίσαμε, κάναμε και μια καλή απογευματινοβραδινή σιέστα αλλά αμέσως μόλις νύχτωσε ξαναπήραμε το δρόμο για την επιστροφή στον “τόπο του εγκλήματος”, το Pawilony.
Η μέρα ήταν “δύσκολη” (Δευτέρα) οπότε τα πράγματα ήταν σαφώς υποτονικά. Λίγος κόσμος, αρκετά μαγαζιά κλειστά και πολύ ήσυχη και χαλαρή διάθεση. Ήπιαμε βέβαια 1-2 ποτάκια αλλά γύρω στη 01:00 άρχισαν τα κλείνουν και αυτά τα μαγαζιά που υπήρχαν.
Πήραμε έτσι το δρόμο της επιστροφής για το διαμέρισμα, αποφεύγοντας αριστοτεχνικά κάθε λίγο και λιγάκι τους διάφορους κράχτες των στριπτιτζάδικων που μας πλεύριζαν. Μας κακοχαρακτήρισαν μάλλον…
Διαδρομή 1ης μέρας στη Βαρσοβία