Χρήστος85
Member
- Μηνύματα
- 10
- Likes
- 43
- Επόμενο Ταξίδι
- Μαυροβούνιο
- Ταξίδι-Όνειρο
- Όσα σημεία έχει ο χάρτης
Καλησπέρα στο φόρουμ,
Η εν λόγω ταξιδιωτική ιστορία αποτελεί την πρώτη συγγραφική προσπάθεια, στην πρώτη, ελπίζω όχι και τελευταία, έκθεση στην Αμερικανική ήπειρο και δη στο νότιο κομμάτι της, το οποίο είναι και το πιο ενδιαφέρον κατ’ εμέ. Το περιεχόμενο του κειμένου είναι κατά βάση ένας απολογισμός προσωπικών εντυπώσεων και ερεθισμάτων στα οποία εκτέθηκα σ’ένα χρονικό διάστημα δύο εβδομάδων, καθώς επίσης και ερωτημάτων που γεννήθηκαν κατά τη διάρκεια του ταξιδίου, με πρακτικές συμβουλές και λογιστικά στοιχεία σε δευτερεύοντα βαθμό. Σκοπός της ιστορίας είναι η αφετηρία για συζήτηση γύρω από τα γεννηθέντα ερωτήματα και οδηγός για τους μελλοντικούς ταξιδιώτες που σχεδιάζουν ή πρόκειται να ταξιδέψουν σε μία από ή και τις δύο εν λόγω χώρες. Σημείωσις, το φόρουμ είναι φοβερά κατατοπιστικό και συνάμα ενδιαφέρον να συλλέξεις όλες τις μικρές λεπτομέρειες που θα συντελέσουν στον άριστο προγραμματισμό του ταξιδιωτικού σου στόχου.
Τα προσωπικά φίλτρα που οδηγούν στην επιλογή του εκάστοτε ταξιδιωτικού προορισμού, προ λήψεως της τελικής απόφασης, είναι: ιστορία, πολιτισμός, φυσικό περιβάλλον, άνθρωποι και φαγητό. Δίχως σημασίας η σειρά. Εάν στην πορεία εξυπηρετηθούν κατ’ελάχιστον τρία εξ’αυτών των κριτηρίων, θεωρώ το ταξίδι επιτυχημένο. Το ζήτημα φαγητού παραδείγματος χάριν μπορεί να φαντάζει αστείο στον τελικό απολογισμό αλλά προσωπικώς είναι πολύ σημαντικό καθότι καλοφαγάς, πολλώ δε μάλλον το γεγονός ότι σε εισάγει στην κουλτούρα και ιδιαιτερότητα των ανθρώπων της εκάστοτε χώρας επισκέψεως. Στο τέλος της ταξιδιωτικής ιστορίας θα επιχειρίσω μία κατά το δυνατόν αντικειμενική βαθμολόγηση σε κάθε ένα από τα πέντε προσωπικά κριτήρια.
Περού και Βολιβία λοιπόν. Ένας προορισμός (Περού) που ανέκαθεν βρισκόταν καρφιτσωμένος στην κορυφή της ταξιδιωτικής μου λίστας λόγω της μυστηριακής και συνάμα δυσπρόσιτης ταυτότητάς του, καθώς επίσης και ένας δεύτερος (Βολιβία), ο οποίος μάλλον προήλθε από σπόντα αλλά αποδείχθηκε διαμαντάκι. Η εξήγηση θα δωθεί στο κομμάτι Βολιβία. Το συγκεκριμένο ταξίδι ήταν επίσης ανέκαθεν δύσκολο να διεκπαιρεωθεί καθότι κομματάκι κοστοβόρο από τη μία, με λιγοστό διαθέσιμο χρόνο από την άλλη. Το πλήρωμα του χρόνου όμως είχε φτάσει, το ταμείο εύρωστο και η λογική τώρα ή ποτέ.
Το ταξίδι ήταν 15 ημερών καθαρού ταξιδιωτικού χρόνου και κόστισε χονδρικά 5.300 ευρώ, με τη μερίδα του λέοντος να λαμβάνουν τα αεροπορικά εισιτήρια. Τα υπερατλαντικά (Στοκχόλμη - Λίμα και Λα Παζ - Στοκχόλμη) μαζί με δύο πτήσεις εσωτερικού (Λίμα - Κούσκο και Κούσκο - Χουλιάκα) κόστισαν περίπου 3.000 ευρώ επί συνόλου δύο ατόμων. Τα υπερατλαντικά ήταν κουραστικά, δυστυχώς, με 3 ενδιάμεσους σταθμούς το καθ’ένα, αλλά δε γινότανε διαφορετικά· τα δύο εσωτερικά αδιάφορα μεν, με εξοικονόμηση πολύτιμου χρόνου και χρήματος δε. Χαρακτηριστικά ν’αναφέρω: Κούσκο - Χουλιάκα 20 δολλάρια το άτομο με Avianca για 50 περίπου λεπτά δρόμο. Σαφώς και κάποιος μπορεί να βρει πολύ οικονομικότερες τιμές αεροπορικών (με έναν ενδιάμεσο σταθμό) στα υπερατλαντικά αρκεί να είναι ευέλικτος με το χρονικό πλαίσιο και να κλείσει το εισιτήριο της επιστροφής με την ίδια αεροπορική. Σ'ενδεχόμενη περίπτωση επιτροφής μας από την Λίμα, θα είχαμε εξοικονομήσει περισσότερα, μιας και η Λα Παζ είναι λιγότερο προσφιλής προορισμός για τις μεγάλες αεροπορικές και διαθέτει την ιδιαιτερότητα ότι εξ’αιτίας του υψομέτρου τα αεροσκάφη δε μπορούν να πετάξουν με γεμάτο το ντεπόζιτο, με αποτέλεσμα να χρειάζονται ανεφοδιασμό μετά από μία μικρής διάρκειας πτήση σε ένα προορισμό (π.χ. Σάντα Κρουζ) χαμηλότερου υψομέτρου. Το τελευταίο κρατήστε το ως επιφύλαξη μιας και μου το είπε μία συνάδελφος, αλλά προς επιβεβαίωσή του μας έκανε εντύπωση το γεγονός ότι δεν υπήρχε ούτε μία υπερατλαντική πτήση από το αεροδρόμιο του El Alto την ημέρα της αναχώρησής μας.
Το ταξίδι επιμερίζεται σε 4 διανυκτερεύσεις στην Λίμα, 2 στο Κούσκο, 1 απροσδόκητα στο Ollantaytambo και 1 στο Aguas Calientes (ενώ αρχικώς ήτανε κλεισμένα 2 βράδια στο Aguas Calientes, θα εξηγήσω όμως παρακάτω τι συνέβη), 2 βράδια έξω από το Puno (δίπλα στη Λίμνη Titicaca), 3 στην Λα Παζ και 2 βράδια τα οποία τα περάσαμε στο λεωφορείο πηγαίνοντας και επιστρέφοντας από Uyuni. Τώρα που κάνω τον απολογισμό του ταξιδίου και δεδομένου του συνολικού χρόνου των 15 ημερών που είχαμε στη διάθεσή μας, το μόνο που θα άλλαζα θα ήταν μία λιγότερη διανυκτέρευση στην Λίμα και μεταφορά της κατά την παραμονή μας στο Κούσκο. Τα υπόλοιπα θα τα άφηνα ως γίναν. Με λίγα λόγια, ο χρόνος απεδείχθη τι άλλο...λιγοστός, οι ανοιχτές εκκρεμότητες πολλές αλλά τις κρατάω ως υποσχέσεις στο πίσω μέρος του μυαλού έτσι ώστε να τις έχω ως μία ακόμη αφορμή για να επαναλάβω το συγκεκριμένο ταξίδι κάποια στιγμή στο μέλλον...ευτύχως το έτερον μου ήμισυ κοιμάται και δεν ακούει τις σκέψεις μου! Θα καταλάβετε γιατί παρακάτω...
Πάμε λοιπόν τώρα που είναι ακόμη όλα φρέσκα στο μυαλό!
Περού, Λίμα:
Άφιξη στην Λίμα μέσω Παναμά με Copa airlines (δεν έχω προσωπική άποψη μιας και έπεσα ξερός στη διάρκεια των 3 ωρών και κάτι ψιλά πτήση) γύρω στις 7 και 30 το απόγευμα. Το κομμάτι Στοκχόλμη - Πόλη του Παναμά έγινε με Turkish airlines. Εξαιρετική η Turkish, γνωστό και χιλιοειπωμένο, με μοναδική αρνητική εντύπωση τη μηδενική αναφόρα περί Ελληνικού πολιτισμού στα βίντεο προβολής-διαφήμισης σημείων πολιτιστικού ενδιαφέροντος στη γείτονα χώρα. Θα μου πείτε τώρα εσείς και τι σε κόφτει, αλλά έχω και γω τις λόξες μου...βέβαια δεν περίμενα και μία κίνηση καλής θελήσεως από τον εθνικό αερομεταφορέα επιβατών της γείτονος.
Η πρώτη επαφή με την πρωτεύουσα του Περού μάλλον απογοητευτική λόγω της μαυρίλας και του χαοτικού που επικρατούσε στους δρόμους γύρω από το αεροδρόμιο, με την κατάσταση να καλυτερεύει όσο φτάναμε προς το ξενοδοχείο που είχαμε κάνει κράτηση στην περιοχή Miraflores, η οποία παρεπιπτόντως δεν αποτελεί κριτήριο εξαγωγής ασφαλών συμπερασμάτων για την ποιότητα ζωής στην Λίμα! Γρήγορα check-in στο κατάλυμα και περιπλάνηση στους γύρω δρόμους προς αναζήτηση βρώσης και γνωριμίας με τη ντόπια κουζίνα. Στον προγραμματισμό του ταξιδίου είχα σημειώσει μία cevicheria κοντά στο ξενοχοδείο, η οποία απεδείχθη κλειστή επ’άοριστον με αποτέλεσμα να καταφύγουμε σε μία anticucheria (Anticuchos Grimanesa) εκεί κοντά στη γειτονιά. Πρώτο δείγμα νοστιμότατον! Εάν κατάλαβα σωστά anticucho αποτελεί οποιαδήποτε μορφή ψημμένου στα κάρβουνα κρέατος περασμένο σε καλαμάκι, με το πιο δημοφιλές anticucho στην Λίμα να είναι τα κομμάτια καρδιάς μοσχαριού. Στο συγκεκριμένο μαγαζί κάτι το περασμένο της ώρας και κάτι η διστακτικότητα της Μ. μας οδήγησε σε anticucho de pollo, το οποίο μαριναρισμένο και σε συνδυασμό με δύο καυτερά dips απογείωνε τα αισθητήρια στον ουρανίσκο. Τίποτε άξιον αναφοράς για το υπόλοιπο της βραδιάς, γρήγορα στην αγκαλιά του Μορφέα με το χαμόγελο στα χείλη από την καυτερή επίγευση των anticuchos!
Το επόμενο πρωϊνό πραγματοποιήθηκε μία πρώτη επαφή με τον Ειρηνικό καθότι το δέος μεγάλο, η απόσταση από το ξενοδοχείο δε μικρή. Ο ωκεανός απέραντος και επιβλητικός έτσι όπως τα κύμματα του έσκαγαν στις μαύρες ακτές της Περουάνικης πρωτεύουσας, τα δε νερά χλιαρά προς εντύπωσής μου μιας και περίμενα ότι θα ήταν κρύσταλλο τη συγκεκριμένη εποχή του χρόνου. Όχι δεν κολύμπησα, απλώς είχαμε μία χειραψία! Ο ουρανός στην Λίμα ο χαρακτηριστικός γκρίζος για τη δεδομένη εποχή του χρόνου, η ατμόσφαιρα υγρή, αλλά η μυρωδιά της θάλασσας σου έφτιαχνε τη διάθεση για περίπατο στη Malecon. Έτσι κι έγινε λοιπόν και αφού περάσαμε από το φάρο και το πάρκο της αγάπης, το οποίο προσπαθεί να μιμηθεί κάτι από Gaudi, ο δρόμος μας οδήγησε βαθύτερα στη Miraflores και το πάρκο Κέννεντυ. Μία στάση εκεί για ζεστή σοκολάτα στο choco museo, το οποίο είχε λίγο τσιμπημένες τις τιμές αλλά κάτι το πάθος μου για γλυκά κάτι το γεγονός ότι ε! είσαι στην πηγή των κακαο-δενδρων φύγαμε από εκεί με κανα δυο κιλά σοκολάτες στο χέρι
Μ’ αυτά και μ’εκείνα αποφασίσαμε να πάμε εως την Plaza de armas περπατώντας. Αμ δε! Γρήγορα συνειδητοποιήσαμε ότι οι αποστάσεις είναι τεράστιες κι έτσι καταφύγαμε στη λύση του Metropolitano. Σημειωτέον, τα ΜΜΜ στην Λίμα είναι άθλια! Η πόλη έχει περί τα 8 εκ. πληθυσμό, οι δρόμοι είναι συνεχώς μποτιλιαρισμένοι καθώς όλοι χρησιμοποιούν ι.χ. και εάν κάποιος ξένος επιχειρήσει ν'ανέβει στα ιδιωτικά λεωφορεία που εξυπηρετούν διαφορετικά σημεία της πόλεως δίχως τη γνώση ισπανικών, καλή του τύχη...άνετα μπορεί να βρεθεί στη Γη του πυρρός δίχως να το καταλάβει! Το Metropolitano λοιπόν είναι μία κάποια λύσις καθότι χρησιμοποιεί τη δική του λωρίδα, δίχως παρεμβολή των νοτιοαμερικάνων ταλιμπάν των δρόμων. Στην ουσία πρόκειται για ένα υπερυψωμένο λεωφορείο, το οποίο μπορεί να σε φθάσει κάπως γρήγορα και οικονομικά στην Plaza de armas, αλλά σε ώρες αιχμής θυμίζει κάτι από τα αστικά λεωφορεία των Αθηνών ή Θεσσαλονίκης...με λίγα λόγια γνωρίζεσαι με όλες τις μασχάλες των συνεπιβατών.
Plaza de armas! Ένα όμορφο, κεντρικό σημείο αποικιακού χαρακτήρα σημαιοστολισμένο λόγω της επικείμενης εθνικής εορτής των Περουάνων στις 28 Ιουλίου. Γενικότερα, οι Περουάνοι έχουν έντονα ανεπτυγμένο το πατριωτικό στοιχείο και σχεδόν κάθε σπίτι και δημόσιο κτήριο έφερε σ'εμφανές σημείο την περουάνικη σημαία, η οποία παρεπιπτόντως είναι κι αρκετά όμορφη! Η ώρα 12 το μεσημέρι, πετύχαμε αλλαγή σκοπών μπροστά από το δημαρχειακό μέγαρο, γραφική. Δυστυχώς, ο καθεδρικός δεν ήταν επισκέψιμος και συνεπώς καταφύγαμε στην παραπλήσια εκκλησία του Αγίου Φραγκίσκου, η οποία επίσκεψις μαζί με τον εσωτερικό χώρο και τις κατακόμβες συστήνεται ανεπιφύλακτα. Ιδιαίτερη εντύπωση μας έκανε το γεγονός ότι στους περισσότερους χώρους τουριστικής απήχησης στην Λίμα, στο κόμιστρο της εισόδου συμπεριλαμβανόταν και ο ξεναγός με γνώση είτε της ισπανικής είτε της αγγλικής. Πολύ σημαντικό, καθότι διαφορετικά χάσκεις δεξιά-αριστερά χωρίς να καταλαβαίνεις τι βλέπεις. Η εκκλησία λοιπόν είναι αφιερωμένη στον άγιο Φραγκίσκο της Ασίζης, χτισμένη και διακοσμημένη με δυτική τεχνοτροπία μεν αλλά με εντόπια υλικά δε, προσδίδοντας της μία ιδιαίτερη γοητεία. Ο σκοπός της συγκεκριμένος· ο προσηλυτισμός των αυτόχθονων στον ρωμαιοκαθολικισμό! Ο ξεναγός εξόχως αποδοτικός και ήρεμος, σε σημείο που μία ενοχλητική κεντρο-ευρωπαία γραία παραπονούμενη ότι μίλαγε γρήγορα δίχως η ίδια να καταλαβαίνει και ότι δεν την άφηνε να τραβάει φωτογραφίες στο εσωτερικό του χώρου, ενώ απαγορευόταν, τον επέπληττε συνέχεια, αλλά εκείνος πράος δεχότανε την κακόβουλη κριτική της. Προσωπικά, θα την είχα στείλει ως ένα ακόμη έκθεμα στις κατακόμβες!
Η ώρα 6 το απόγευμα και επρόκειτο να συναντήσουμε τη διαδικτυακή μου φίλη Estefania και το σύζυγό της Nilton, οι οποίοι από κοντά φάνηκαν πολύ ενδιαφέρουσες και φιλικές φυσιογνωμίες. Η ιστορία απλή και σύντομη. Με την Estefania διατηρούσαμε φιλική επαφή μέσω του διαδικτύου από τα πρώτα χρόνια ανάπτυξης του φατσοβιβλίου όταν της είχα πει πως το να επισκεφθώ το Περού και το Μάτσου Πίκτσου είναι όνειρο ζωής για εμένα και αντιστοίχως για εκείνη όνειρο αποτελεί η επίσκεψή της σε κάποιο Ελληνικό νησί! Κατ’επιλογή της, βρεθήκαμε οι τέσσερίς μας στην καλύτερη anticucheria (El Tio Mario) της πόλης, στην περιοχή Barranco. Τάχιστα διαπίστωσα το γιατί, μιας και αυτή τη φορά δοκίμασα τα αυθεντικά anticuchos (με την καρδιά μοσχαριού) και ήτο νοστιμότατα! Πρώτη γνωριμία επίσης με το ιερό ποτό των Ίνκας, chicha morada, το οποίο ήταν πολύ γευστικό αλλά δεν ταίριαζε με τη γεύση του μαριναρισμένου κρέατος. Chicha morada είναι το ποτό το οποίο προέρχεται από τη ζύμωση του μωβ καλαμποκιού και χαρακτηρίζεται από μία γλυκιά επίγευση που αφήνει στο στόμα. Για επιδόρπιο, δοκιμάσαμε picarones, τα οποία είναι στην ουσία λουκουμάδες που αντί για μέλι σερβίρονται με συρόπι σύκου. Νοστιμότατα! Συνέχεια σ’ένα παρακείμενο bar για δοκιμή του εθνικού τους ποτού. Pisco sour! Υψηλές οι προσδοκίες καθότι λάτρης του μοσχολέμονου, χαμηλές οι εντυπώσεις μιας κι εάν στην αρχή ήταν γευστικό, όσο αραίωνε ο πάγος ανέδυε όλο και πιο έντονη η μυρωδιά της αυγουλίλας λόγω της μαρέγκας. Προτείνω το pisco με maraquia (passion fruit), το οποίο είναι επίσης ωραιότατο και φυσικά το πέρασα ένα τεστ. Εκεί λοιπόν στο bar, τα παιδιά μας ανοίξανε την καρδιά τους και μας γνωστοποιήσανε την Περουάνικη κοινωνία και καθημερινότητα, η οποία όπως διαπίστωσα λίγο-πολύ δεν απέχει από την Ελληνική· ίσως κατάτι πιο συντηρητική απ’ότι την περίμενα. Τα παιδιά έχουνε όνειρο να σπουδάσουν στο εξωτερικό (Ευρώπη) για καλύτερη ποιότητα ζωής και να μπορούν να ταξιδέψουν ανά τον κόσμο με μεγαλύτερη ευκολία, ξεφεύγοντας από τις καθημερινές δυσκολίες της ζωής στο Περού. Τους εύχομαι τα καλύτερα!
Την επομένη επισκεφθήκαμε το Huaca Pucllana, στο οποίο πας εύκολα περπατώντας μιας και βρίσκεται εντός της συνοικίας Miraflores κι αποτελεί μία λατρευτική πυραμίδα/σημείο επόπτευσης της περιοχής εξ’ολοκλήρου φτιαγμένη από λάσπη, ενισχυμένη με κομμάτια από όστρακα, από έναν προ-Ίνκας λαό προσδιορισμένο ως Lima people. Σκεπτόμενος ότι σε ενδεχόμενο δυνατής βροχόπτωσης δε θα έμενε τίποτα από την πυραμίδα για να δείχνουν στους μελλοντικούς επισκέπτες, ο ξεναγός με αρκετή δόση χιούμορ ανέφερε χαρακτηριστικά “but in Lima…never rains” καθότι έρημος. Σημειωτέον, ο ξεναγός πολύ ενημερωμένος, κατατοπιστικός και με ανεπτυγμένη την αίσθηση του χιούμορ! Κατόπιν, περιπλανηθήκαμε στη γειτονιά Barranco, αρκετά hipster για τα γούστα μου αλλά όμορφη συνοικία, προτού καταλήξουμε για ceviche και θαλασσινά στο Entre las redes, το οποίο μας είχε συστήσει η φίλη μας η Estefania από την προηγουμένη. Δείγμα θετικότατον από την πρώτη ματιά, μιας και έβλεπες μόνο ντόπιους να τρώνε εκεί! Αφού καταβροχθίσαμε 3 μπωλ με αποξηραμένους-αλατισμένους καλαμποκόσπορους πέσαμε με τα μούτρα στις μερίδες μας, οι οποίες απεδείχθησαν νοστιμότατες και πολύ οικονομικές. Βέβαια, το καλύτερο ceviche το δοκίμασα την αυριανή… Πίσω στο ξενοδοχείο, μεσημεριανή σιέστα και ετοιμασία για βραδυνή έξοδο. Εκ των προτέρων είχα κλείσει εισιτήρια για την παράσταση “Brisas del Titicaca”, την οποία συστήνω ανεπιφύλακτα σε όσους είναι λάτρεις της φολκλορικής παράδοσης, μιας και κατά την παράσταση έρχεσαι σε άμεση γνωριμία με τις παραδόσεις και τους χορούς των Περουάνων· όχι μόνον από την περιοχή της λίμνης Titicaca. Τύγχαμε και την προηγουμένη της εθνικής τους επετείου, τραγουδήσαμε τον ύμνο (πολύ παθιασμένοι οι Περουάνοι) και συνειδητοποιήσαμε πόσο γλεντζέδες και χορευταράδες είναι σαν τους Έλληνες! Η παράσταση καλά κράταγε και επειδή αυτοί δεν είχανε σκοπό να το διαλύσουνε, φύγαμε εμείς πέφτοντας στον πιο ανεκδιήγητο ταρίφα! Όχι μόνο δε κατάλαβε που του ζητήσαμε να μας αφήσει, δείχνοντάς του μάλιστα την τοποθεσία του ξενοδοχείου και στο χάρτη και στο κινητό, αλλά ο τύπος αφού πρώτα μας περιέφερε σε όλη την Λίμα νυχτιάτικα είχε και την απαίτηση να τον πληρώσουμε παραπάνω από την αρχικώς συμφωνειθήσα τιμή λόγω της έξτρα κούρσας. Αφού του κατέβασα στα ελληνικά κάμποσα μανουάλια και εξαπτέρυγα του πέταξα 5 παραπάνω soles για να μας αφήσει στην ησυχία μας. Ο συγκεκριμένος ήταν η μοναδική αρνητική εντύπωση που πήραμε από τους ντόπιους. Στο υπόλοιπο του ταξιδιού ήρθαμε σε επαφή κυρίως με ευγενικούς και προσηνείς τύπους. Δε γνωρίζω εάν ήτανε λόγω της αργίας την επομένη, αλλά η πόλη έσφυζε από ζωή γύρω στις 2 και 30 τα μεσάνυχτα!
Προτελευταία μέρα στην Λίμα και αποφασίσαμε να το πάρουμε ποδοράτο από την Miraflores μέχρι το museo Larco για να κάψουμε και καμιά θερμίδα....Που πας ρε Καραμήτρο; Η απόστασις απεδείχθη μακρυνή και σε κάποια φάση αισθάνθηκα σαν να περπατάω από την πλατεία Μεταξουργείου μέχρι τον Βοτανικό...σε ομορφιά εννοώ. Με τα πολλά φτάσαμε στο μουσείο διασχίζοντας σχεδόν όλη την περιοχή Magdalena del Mar και πήραμε μία πιο εμπεριστατωμένη άποψη για την Λίμα. Όχι ότι ήταν επικύνδινη να την περπατήσεις αλλά μια αίσθηση επισφάλειας στην άφηνε! Το μουσείο απεδείχθη διαμάντι και σε εκθέματα και σε όγκο πληροφορίας, μιας και αντιλαμβάνεσαι ότι Περού δε σημαίνει μόνο Ίνκας αλλά περίπου ακόμη 25 προ-Ίνκας πολιτισμούς, αρκετοί από τους οποίους με ανεπτυγμένη μυθιστορία, κοσμογονία, κοινωνική δομή...καθώς επίσης και σεξουαλική θεώρηση...μία επίσκεψη θα σας πείσει! Συστήνεται ανεπιφύλακτα και το καφέ του μουσείου, σ’έναν υπέροχο κήπο και με πολύ δυνατά γλυκά...δοκιμάστε το παραδοσιακό “tres leches” και θα με θυμηθείτε! Στη συνέχεια ταξί, νορμάλ αυτή τη φορά, μέχρι το πάρκο Κέννεντυ για βολταρία μέχρι που μας έπιασε πείνα, καταφεύγοντας στο Punto Azul για ceviche. Ε! όποιος σέβεται τον κοιλιόδουλο εαυτό του σαν κι εμένα οφείλει μία επίσκεψη σ’αυτό το ναό του ceviche. Ο σερβιτόρος με ρώτησε πόσο καυτερό το θέλω και του αποκρίθηκα «όπως ένας Περουάνος». Με την ολοκλήρωση του γεύματος, η κάψα από το συνδυασμό του μοσχολέμονου-κρεμμυδιού-και-καυτερής πιπεριάς που είχα στη μούρη, μου άφησε ανεξίτηλη τη μνήμη και στο στομάχι και στο μυαλό! Προσκυνώ τη χάρη σου ceviche! Μετά από τη χαρά του γεύματος, το πήραμε ποδαράτο μέχρι το ξενοδοχείο περνώντας από το εμπορικό Larcomar, το οποίο βρίσκεται φάτσα με τον ωκεανό και διαθέτει όλες τις γνωστές εμπορικές μάρκες, αλλά οι τιμές των προϊόντων δε διαφέρουν από τις αντίστοιχες στην Ευρώπη.
Τελευταία μέρα στην Λίμα και προτού κατευθυνθούμε στο αεροδρόμιο για Κούσκο, κάναμε μία πρωϊνή και γρήγορη επίσκεψη στο πλησίον του ξενοδοχείου μουσείο “of memory, tolerance and social inclusion”, το οποίο απευθύνεται κυρίως σε ισπανόφωνους και περιλαμβάνει αναδρομές από τα χρόνια πολιτικής αστάθειας στο Περού (1980-2000) και την προσπάθεια εξάπλωσης της κομμουνιστικής ιδέας· εάν κατάλαβα καλά καθότι δεν είμαι και γνώστης της ισπανικής. Με λίγα λόγια, πάλι ο απλός κοσμάκης την πλήρωσε, κυρίως στα υψίπεδα της χώρας, στη βίαιη πρσπάθεια εγκαθίδρυσης μίας πολιτικής ιδέας, καθώς επίσης απεδείχθη για μία ακόμη φορά η γνωστή «μέριμνα» επί των ξένων ζητημάτων από τους γνωστούς «ειρηνοποιούς» αυτού του αιώνα Αμερικάνους (των ΗΠΑ).
Γενικές εντυπώσεις από την Λίμα:
Αχανής πόλη, δίχως όμως ανεπτυγμένη συγκοινωνία και με τα σημεία ενδιαφέροντος έτσι διάσπαρτα καθώς είναι, ετοιμαστείτε είτε για ποδαρόδρομο είτε για γρήγορη εκμάθηση της ισπανικής. Το ταξί δουλεύει στο φουλ και σ’ένα βαθμό οικονομικά αρκεί να ξέρεις έστω τα νούμερα στα ισπανικά και να συμφωνήσεις στο ποσό πριν την κούρσα. Παζάρι όπωσδηποτε! Οι άνθρωποι αλλέγροι, κοινωνικοί και γενικότερα έβλεπες πολύ κόσμο να κυκλοφορεί έξω στους δρόμους. Η πόλη έχει «ζωή». Δυστυχώς, η επικοινωνία στα αγγλικά είναι δύσκολη αλλά μετά από μια-δυο μέρες χαροπάλη παίρνεις το αντίστοιχο pre-lower στα ισπανικά . Η κουζίνα πολλή δυνατή...θα το διαπιστώσατε βέβαια! Εάν ξαναπήγαινα δε θα αφιέρωνα παραπάνω από 2 βράδια.
Cusco, Ollantaytambo, Machu Picchu, Peru:
Μετά από περίπου 45 λεπτά πτήση φτάσαμε στο Κούσκο πετώντας πάνω από τις επιβλητικές οροσειρές των Άνδεων, για την ονομασία των οποίων ερίζουν δύο εκδοχές· θρυλείτε ότι το όνομα Andes επικράτησε είτε από την ονομασία “andenes” που χρησιμοποιούσαν οι κονκισταδόρες για να περιγράψουν τις περίφημες ταράτσες των Ίνκας που χρησιμοποιούσαν για την καλλιέργεια της γης, είτε από τη λέξη quechua “antisuyo” που αποτελούσε μέρος της αυτοκρατορίας των Ίνκας και αποκρινόντουσαν οι δύσμοιροι όταν τους ρωτούσαν οι Ισπανοί κατακτητές που βρίσκεται ο χρυσός. Η προσμονή τεράστια, η αγωνία μη μας πιάσει η νόσος των ορειβατών μεγάλη αλλά και η ταλαιπώρια των προηγούμενων ημερών συσσωρευμένη, μιας και το jet lag με είχε χτυπήσει αλύπητα με αποτέλεσμα να κάνω αλλοπρόσαλο ύπνο γι’αρκετά βράδια στη σειρά...Η προσμονή λογική, η ταλαιπωρία επιλύθηκε με το πέρασμα των ημερών, για τη νόσο του υψομέτρου (soroche) τι γίνεται; Λύσις υπάρχει κι αποτελεί ένα συνδυασμό παραγόντων, ο οποίος και πάλι δεν εγγυάται ότι το υψόμετρο δε θα σε επηρεάσει και θα τη γλιτώσεις...Οι συμβουλές διαθέσιμες με μια γρήγορη αναζήτηση στο διαδίκτυο: την πρώτη μέρα την περνάμε χαλαρά, χωρίς πολλά πολλά, για να εγκλιματιστεί ο οργανισμός στο υψόμετρο, συχνή ενυδάτωση, αποφυγή κατανάλωσης αλκοολούχων, δεν τρώμε βαριά για να μην πάει το αίμα στο στομάχι και τέλος χάπια για το υψόμετρο κι αρκετά φύλλα κόκκας (είτε μασώντας τα είτε ως τσάι). Τα χάπια τα προμηθευτήκαμε από ένα φαρμακείο στην Λίμα και καθ’υπόδειξην της ρεσεψιονίστ, πήραμε ένα πριν αναχωρήσουμε για Κούσκο και έκτοτε κάθε 8 ώρες για ένα διάστημα τριών ημερών. Mate de coca καταναλώναμε συνέχεια, όχι επειδή σώνει και καλά κάνει τίποτα, ούτως ή άλλως δεν έχει αποδειχθεί επιστημονικά η συμβολή του στο soroche παρά τις βαθιές πεποιθήσεις περί του αντιθέτου των ντόπιων, αλλά γιατί μας άρεσε και σε χαλάρωνε. Ειδικότερα, διάβασα ότι το mate de coca χαλαρώνει το μαλακό ιστό στη δίοδο προς τους πνεύμονες, καθώς επίσης εκκρίνει χημικά προς αποτελεσματικότερη πέψη των υδατανθράκων πάνω στους οποίους βασίζεται κατ’αποκλειστικότητα η διατροφή (πατάτα και καλαμπόκι) των ιθαγενών των Άνδεων, περιορίζοντας κατ’αυτό τον τρόπο το αίμα που πάει προς το στομάχι. Επίσης, καταπολεμά την αίσθηση της πείνας....βέβαια σ'εμένα δεν έπιασε Σε καμία περίπτωση όμως δεν οδηγεί σε παραπάνω οξυγόνωση του εγκεφάλου. Ευτυχώς, εμάς δε μας επηρέσε σχεδόν καθόλου το υψόμετρο, αλλά και πάλι μία μάχη των πνευμόνων να πάρουν ανάσα την καταλάβαινες ανά περιόδους και ειδικότερα, πιο έντονα το νοιώσαμε στη λίμνη Τιτικάκα (3800 μέτρα από τη θάλασσα γαρ).
Η κεντρική πλατεία (μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς) με δεσπόζουσες τις δύο εκκλησιές αποικιακού ρυθμού και το ιστορικό κέντρο του Κούσκο ένα ποίημα, σε αντίθεση με όλο τον υπόλοιπο ιστό γύρω από αυτά, όπου εάν ζούσαν τη σήμερον οι Ίνκας θα τους είχαν πάρει το σκαλπ για το κιτσαριό! Περιπλανηθήκαμε στην κεντρική πλατεία και στα γύρω σοκάκια όπου βρίθουν τα τουριστομάγαζα, ώσπου μας έκοψε μία πείνα και για μία ακόμη φορά η συμβουλή της φίλης Estefania απεδείχθη χρυσός...φαγητό στο Cicciolina...ναι η γνωστή γυμνόστηθη και επίδοξη πρωθυπουργός της γείτονος χώρας, εκ των αριστερών μας, η οποία κατά την προεκλογική της περίοδο άφηνε τους επίδοξους ψηφοφόρους να της ψηλαφίσουν (σικ) τα στήθη...ώρες ώρες πιστεύω ότι δεν είμαστε η μοναδική γραφικότητα λαού πάνω σ’αυτόν τον πλανήτη! Το μαγαζί, στα καθέκαστα, ένας γαστριμαργικός ναός σ’ένα φοβερά καλαίσθητο και ζεστό χώρο, ο οποίος επιβάλει μία επίσκεψη από τους μερακλήδες του είδους. Οι τιμές κατάτι τσιμπημένες σε σύγκριση με την υπόλοιπη περιοχή αλλά τα πιάτα σε αποζημιώνουν και με το παραπάνω. Σημειωτέον, δοκιμάστε ότι γράφει στο μενού...απλά προσκυνάς! Κι εκεί που σέρναμε τα κουφάρια μας βαριά βαριά από την κούραση και το δικό μου από το φαγητό (δάσκαλε που δίδασκες....άλλα δε μας έλεγες παραπάνω για το soroche) πηγαίνοντας να κατακλιθούμε, που έλεγε και η Κατακουζήνα, είτε μπαίναμε στο δωμάτιο του ξενοδοχείου είτε σε ψυγειο-καταψήκτη της bofrost το ίδιο και το αυτό! Το δωμάτιο σε μια γωνιά να μη το ‘χει δει ποτέ ο ήλιος και το φως της ημέρας, η θέρμανση να μη λειτουργεί και το ζεστό νερό στο μπάνιο να πάει και να ‘ρχετε...Μπαίνει η κακομοίρα η Μ. να κάνει ένα ντους να χαλαρώσει· τίποτα, πάει να στεγνώσει τα μαλλιά από τη ψυχρολουσία, το πιστολάκι να μη δουλεύει...φορτώνει στο κρανίο και όπως καθόμουν στο λόμπυ για να έχω καλύτερη πρόσβαση στο διαδίκτυο, γιατί στο δωμάτιο δεν, ποιος την είδε και δε την φοβήθηκε...με μπικουτί και ρόλλευ μπήκε η τρελή στο τρόλλευ αρχίζει και κατεβάζει ευχέλαια στο ρεσεψιονίστ, που εδώ που τα λέμε τα χρειαζότανε γιατί ήτανε εριστικός εξ αρχής. Με τα πολλά φέρανε ένα σώμα στο δωμάτιο μπας και ζεστάνει το ρημάδι και κάτι κάνανε με το θερμοσίφωνα και το ζεστό νερό ήρθε, αφότου πρωτίστως άδειαζες ένα φράγμα του Μαραθώνα. Τέλος πάντων, το βράδυ βγήκε κάτω από 4-5 κουβέρτες και το πρωί μετά από ένα καλό πρωϊνό, το μοναδικό δυνατό χαρτί του ξενοδοχείου μαζί με τον εσωτερικό κήπο και την τοποθεσία του, ήμασταν έτοιμοι για εξόρμησις.
Είχαμε κλείσει από την προηγουμένη ένα ολοήμερο τουρ στην ιερή κοιλάδα με παραλαβή από το ξενοδοχείο κι επιστροφή στο Κούσκο αργά το βράδυ. Η συνεννόηση με το γραφείο μπουζούκι ...μέσω google translate, η δε παραλάβη το επόμενο πρωί με μια ώρα καθυστέρηση από το χεράκι κι αφού μαζέψαμε όλα τα καλά παιδάκια από τα γύρω τα hostel φτάσαμε όλοι μαζί στο σχολείο ε... στο λεωφορείο ήθελα να πω. Φοβερή οργάνωσις. Εντάξει καταλαβαίνω ότι το λεωφορείο δε μπορεί να μπει στα στενοσόκακα, αλλά γιατί δε λένε στον κόσμο να βρεθεί την τάδε ώρα στο τάδε σημείο, έτσι ώστε να μη χάνεις πολύτιμο χρόνο...πυρηνική φυσική μάλλον. Ευτυχώς, η ξεναγός ήταν αξιοπρεπέστατη, φοβερά παθιασμένη και ενημερωμένη πάνω στο αντικείμενό της, με καλή γνώση των αγγλικών και παρ’όλο που ήμασταν οι μοναδικοί μη ισπανόφωνοι στο γκρουπ, μοίραζε με επιμέλεια το χρόνο επεξήγησης μεταξύ ισπανικών και αγγλικών. Η γλυκήτατη Λίλυ, μία Περουάνα, η οποία γνώριζε επίσης και quechua καθώς επίσης και όλο το ιστορικό γίγνεσθαι γύρω από την αυτοκρατορία των Ίνκας, μ’ένα μπόι 1.50 με τα χέρια στην ανάταση. Γενικότερα, οι Περουάνοι είναι αρκετά μικροσκοπικοί και ενδεικτικά αναφέρω ότι σε πολλά από τα κρεββάτια των ξενοδοχείων τα πόδια μου έχασκαν. Το τουρ περιελάμβανε το Pisaq, με τις φοβερές ταράτσες του (andenes), στην κορυφή της ιερής κοιλάδας, διαδρομή κατά μήκος του ιερού ποταμού Urubamba, ο οποίος προσωπικά τη σήμερον μου φάνηκε γατάκι μπροστά στο ένδοξο παρελθόν του, στάση σ’ένα μάλλον αδιάφορο μέρος για μεσημεριανό με πολλές επιλογές (buffet) όμως, το Ollantaytambo με τον υπέροχο ναό του ήλιου και το γραφικό χωριό Chincero πάνω στα βουνά κατά την επιστροφή προς Κούσκο. Η ιερή κοιλάδα των Ίνκας αποτελεί από τα πιο εντυπωσιακά φυσικά μέρη που έχω επισκεφθεί! Οι χιονοσκέπαστες, πανύψηλες κορφές των γύρω βουνών (cordillera de los Andes), οι οποίες αποτελούσαν προστάτιδες δυνάμεις (apu) των εκάστοτε αυτοκρατόρων των Ίνκας, σε συνδυασμό με το ποτάμι που διασχίζει την κοιλάδα σε υψόμετρο κατάτι λιγότερο των 3000 μέτρων συντελούν σ’ένα μοναδίκο φυσικό τοπίο. Με λίγα λόγια μένεις με το στόμα ανοιχτό και ρουφάς με τα μάτια!
Λίγα λόγια και για το Ollantaytambo…αξίζει κάποιος να αφιερώσει μία διανυκτέρευση εκεί και να επισκεφθεί με την ησυχία του το ναό του ηλίου, ο οποίος είναι χτισμένος σ’ένα εντυπωσιακό σημείο από το λαό Tiahuanaco, που προ-υπήρξε των Ίνκας και τους μετέδωσε μπόλικη γνώση γύρω από τη λατρεία του θεού ηλίου και την παρατήρηση των ουράνιων φυσικών φαινομένων. Το διαμαντάκι στην όλη τοποθεσία είναι η εγχάραξη ενός προσώπου στην απέναντι πλαγιά, απ’όπου οι ακτίνες του ηλίου αντανακλούν κατά το καλοκαιρινό (21η του Ιούνη) ηλιοστάσιο για μας, χειμερινό για τους Περουάνους, δημιουργώντας μία ευθυγραμμισμένη σκιά από 2 αντιδιαμετρικώς τοποθετημένα κεφάλια πούμα, σηματοδοτώντας κατ’αυτόν τον τρόπο την έναρξη της αγροτικής περιόδου...Πόσο μπροστά αυτοί οι άνθρωποι και πόσο αδαείς οι κονκισταδόρες που δίχως να καταλαβαίνουν τη σημασία των κεφαλιών πούμα, είτε για λόγους αφορισμού της παγανιστικής λατρείας, πήγαν και τα κούρεψαν...Τι μου θυμίζει...α! τους σύγχρονους βανδάλους του Ισλαμικού Κράτους!
Στο δρόμο της επιστροφής σταματήσαμε και σε μία εκκλησία στο Chincero, η οποία είναι χτισμένη πάνω στη βάση ενός πρώτερου ναού των Ίνκας και η σημειολογία της ήταν κατ’εμέ διττή. Αφενός μεν εξυπηρετούσε στο να υποδείξει στους ιθαγενείς ότι ο Ρωμαιοκαθολικισμός είναι πιο ισχυρός από την πρώτερη λατρεία, αφετέρου δε βοηθούσε στην πιο εύκολη οικειοποίηση της νέας θρησκείας με τη λογική ότι στις βάσεις της προηγούμενης «χτίζεται» μία νέα...και με το καλό και με το άγριο δηλαδή θα σας κάνουμε χριστιανούς! Όπως και να ‘χει, η ρωμαιοκαθολική εκκλησία χρησιμοποίησε διάφορα τρικ για να προσηλυτίσει νέους φορολογούμενους...ε με συγχωρείτε πιστούς ήθελα να πω!
Στην επιστροφή σταματήσαμε και σε μία τοπική, ιδιωτική επιχείριση κλωστοϋφαντουργίας, όπου η καλή Περουάνα Σεραφίνα, η οποία παρακαλώ ομιλεί 5 γλώσσες, αφού μας εξήγησε πως γίνεται η επεξεργασία του μαλλιού και η εγχρωμάτωσή του, μας τα τσέπωσε με τακτ για 3 μάλλινα, αλπάκα υποτίθεται, τα οποία εμείς οι αδαείς φάγαμε ως αμάσητα. Προσωπική συμβουλή, εάν πάτε Βολιβία ψωνίστε από εκεί μάλλινα από 100% μαλλί αλπάκα, καθότι πιο ποιοτικά και βεβαίως βεβαίως πιο φθηνά! Το αυθεντικό αλπάκα το καταλαβαίνεις από το βάρος του και από τις πολλές λεπτές-λεπτές τριχίτσες που πετάνε εδώ κι εκεί...τα υπόλοιπα είναι είτε από μαλλί λάμα είτε ακόμη από προβάτου. Όχι ότι είναι άσχημα, πρέπει κι αυτά να είναι χειροποίητα, απλώς δεν είναι από μαλλί αλπάκα!
Χορτασμένοι από εικόνες και συναισθήματα φτάσαμε με τα πολλά στο ψυγείο μας!
Την επομένη αφού περιτρυγιρίσαμε τα στενά στο Κούσκο για να σκοτώσουμε το χρόνο μας, πήγαμε έως το σταθμό των ιδιόκτητων λεωφορείων (collectivos), τα οποία έχουν προταθεί κι εδώ στο φόρουμ ως ένας οικονομικός τρόπος για να φθάσεις στο σταθμό των τρένων του Ollantaytambo. Ε! Την πατήσαμε! Όχι στην τιμή, καθώς πράγματι τα 10 soles το άτομο είναι η καλύτερη τιμή της αγοράς που παίζει, αλλά στο χρόνο μέχρι να φθάσεις στο Ollantaytambo. Είχα σημειώσει ότι η απόσταση είναι περίπου 90 λεπτά μέχρι το σταθμό και για ασφάλεια ήμασταν εκεί 45 λεπτά νωρίτερα. Αυτό που δεν είχα υπολογίσει, ήταν το γεγονός ότι οι τύποι περίμεναν μέχρι να πληρωθούν όλες οι διαθέσιμες θέσεις, δεκτόν γιατί δε το είχαμε μισθώσει το όχημα ιδιωτικώς, αλλά επίσης και τις 15 χιλιάδες ενδιάμεσες στάσεις που έκανε ο οδηγός μέχρι να φτάσουμε...για να ανεβάσει κόσμο, να κατεβάσει κόσμο, να προσευχηθεί, να αφοδεύσει,να να να. Αποτέλεσμα...φτάσαμε 10 λεπτά μετά την προγραμματισμένη αναχώρηση του τρένου για το Μάτσου Πίκτσου!
Τρέχοντας πανικόβλητοι με τα backpacks και με την ανάσα κομμένη, συναντάγαμε όλο και περισσότερο κόσμο προς την είσοδο της αποβάθρας, έως ότου δυο κοπέλες που μας είδαν να τρέχουμε σαν τον κέρμιτ το βάτραχο μας είπαν να χαλαρώσουμε και πως το δρομολόγιο είχε ακυρωθεί λογω του πρωϊνού ατυχήματος μεταξύ των τρένων της Perurail και της Incarail....Καλέ μου άνθρωπε, πως το είπες αυτό; ακυρώθηκε; Τυχεροί μεσ’την ατυχία μας, το δρομολόγιο είχε πράγματι ακυρωθεί και όπως απεδείχθη κι όλα τα επόμενα εκείνης της ημέρας. Η ιστορία έχει ως εξής: κάποιοι ντόπιοι, οι οποίοι διαμαρτυρόμενοι για τη μη επιβίβασή τους σ’έναν από τους επόμενους σταθμούς του Ollantaytambo, θεώρησαν ορθόν να διαμαρτυρηθούν στεκόμενοι πάνω στις γραμμές με αποτέλεσμα να σταματήσουν όλα τα εν κινήσει τρένα. Λογικά δεν πρέπει να υπήρξε σωστή ενημέρωση κι ένα από τα τρένα της Incarail πήγε και καρφώθηκε πάνω σ’ένα σταματημένο της Perurail. Αποτέλεσμα...κάποιοι σοβαρά τραυματισμένοι να έχουν καταλήξει στα τοπικά νοσοκομεία, κάποιοι λιγότερο, αλλά ευτύχως απ’όσο ενημερωθήκαμε κανείς θανάσιμα...τι απέγιναν οι βαριά τραυματίες στη συνέχεια δεν το γνωρίζω! Περιττό ν’αναφέρω το χάος που προέκυψε με τους επιβάτες όλων των επόμενων, προγραμματισμένων δρομολογίων, με συνέπεια αρκετοί εξ’αυτών να μη μπορέσουν να βρεθούν στο Aguas Calientes και δη στο Μάτσου Πίκτσου, διότι κανείς δεν πάει να δει το χωριό στους πρόποδες του βουνού. Εκείνη τη στιγμή μου πέρασε η εικόνα από το μυαλό με τα καραγκιοζιλίκια των συνδικαλιστών που πάνε και κλείνουν την Ακρόπολη και άνθρωποι που έρχονται από χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά, με μία και μόνο ευκαιρία να τη δουν, μένουν με το παγωτό στο χέρι....τουλάχιστον τη βλέπουν από τη Διονυσείου Αρεοπαγίτου, το Μάτσου Πίκτσου όμως...Για καλή μας τύχη όμως και παρά τη χαζομάρα μας να φθάσουμε αργοπορημένοι, ασχέτως τελικά του συμβάντος, μπορέσαμε ν’αλλάξουμε τα εισιτήρια για το πρώτο πρωινό τρένο της επομένης κι ευτυχώς όλα κύλησαν ομαλώς. Πλείστοι άλλοι όμως δεν ήταν τόσο τυχεροί!
Στο σημείο αυτό να αναφέρω ότι οι 2 κοπέλες που μας ενημέρωσαν για το συμβάν αποφάσισαν μέσα στη φούρια τους, μαζί με άλλες 2, να πάνε οδικώς μέχρι τον υδροηλεκτρικό σταθμό κι από εκεί με τα πόδια μέχρι το Aguas Calientes…Μην το επιχειρήσει κανείς...Όχι μόνο ο επιτήδειος τους τσέπωσε από 150 soles (περίπου 50 δολλάρια) της καθεμιάς, αλλά μετά από 4 ώρες οδήγηση σε κατσικόδρομο κι αφού σταματούσε κάθε τόσο να προσευχηθεί, έπρεπε να περπατήσουνε 3 ώρες με τα σακίδια στην πλάτη μέχρι το Aguas Calientes μέσα στη νυχτιά και τη ζούγκλα. Όπως μας ανέφεραν την επομένη που τις τρακάραμε στο Μάτσου Πίκτσου, μέσα από τα δένδρα ακούγονταν “hey sexy girls” και πρέπει να βάρεσαν τα πόδια στην πλάτη. Μάθημα: ο λύκος στην αναμπουμπούλα χαίρεται!
Πίσω σε μας, αφού βρήκαμε ένα αξιοπρεπέστατο κατάλυμα κοντά στο σταθμό να βγάλουμε το βράδυ, πήγαμε για φαγητό σ’ένα παρακείμενο παραδοσιακό μαγαζί (Apu Veronica). Το μαγαζί δε σου γέμιζε το μάτι, ειδικά με τη ραθυμία του προσωπικού, αλλά τελικώς το φαγητό σε αποζημίωνε. Εκεί δοκίμασα κρέας από αλπάκα, το οποίο παρ’ότι σφιχτό ήταν νόστιμο και σε συνδυασμό με κάποιες σως (γύρω στις 5 πρέπει να φέρανε μαζί με το κρέας) απολαυστικότατο. Εν συνεχεία, κατευθυνθήκαμε στο ξενοδοχείο για ύπνο. Περιττό ν'αναφέρω ότι δεν κλείσαμε μάτι από το άγχος και μόνο υπό τη σκέψη πως τα τρένα μπορεί να μη λειτουργούσαν την αυριανή και τι θα κάναμε σ’αυτό το ενδεχόμενο!
Ευτυχώς, όλα κύλησαν κατ’ευχήν και γρήγορα γρήγορα επιβιβαστήκαμε τα χαράματα. Στο πρώτο κομμάτι της διαδρομής η νυχτιά δε σ’άφηνε ν’απολαύσεις αυτό που θ’ακολουθούσε...Όσο το σκότος έσπαγε όμως, ένα απίστευτο τοπίο αποκαλυπτόταν γύρω από τις πανύψηλες και καταπράσινες αυτή τη φορά κορφές! Μία από τις πιο εντυπωσιακές διαδρομές με τρένο, την οποία φυσικά χρυσοπληρώνεις με το αζημίωτο...ένας συμφορουμίτης είχε αναφερθεί προηγουμένως στο συνολικό κόστος επισκέψεως στο Μάτσου Πίκτσου, το οποίον ποσόν ανέρχεται στα 235 δολλάρια έκαστος (70 με το τρένο να πας, 55 να γυρίσεις, 86 το εισιτήριο για τον αρχαιολογικό μαζί με το τρεκ στο βουνό κι άλλα 24 ν'ανέβεις και να κατέβεις με το λεωφορείο)...Καθότι βεβαίως βεβαίως πρόκειται γι’ένα από τα επτά σύγχρονα θαύματα του κόσμου, τα σκας και λες κι ευχαριστώ!
Άμα τη αφίξει μας στο Aguas Calientes, σπεύσαμε άρον άρον να κάνουμε check-in αφού πρώτα διασχίσαμε όλο το χωριό μέχρι να βρούμε το ξενοδοχείο...και τελικώς, βουρ για το Μάτσου Πίκτσου! Ανεβαίνοντας το γνωστό κατσικόδρομο μέχρι την είσοδο του αρχαιολογικού χώρου κι αφού προσευχηθήκαμε πολλές φορές στον Inti και την Pachamama να μη φύγουμε στο κενό και συναντήσουμε τους προγόνους των χτιστάδων αυτού του ιερού μέρους, η προσμονή μας ολοένα κι αυξανόταν. Για το Μάτσου Πίκτσου τι να πρωτοαναφέρω...οι προλαλήσαντες τα έχουν πει όλα...το μέρος το τρως με τα μάτια και το ρουφάς ως το μεδούλι μέχρι να έρθει η αποφράδα στιγμή να πάρεις ξανά τον κατήφορο και σφηνωθεί βαθειά στο μυαλό σου η υπόσχεση για επιστροφή!
Πήγαμε μέχρι τα μισά του Inca trail, το οποίο σε οδηγεί στην πύλη του ηλίου, ανεβήκαμε μέχρι την κορφή του βουνού (Μάτσου Πίκτσου) στα 3060 μέτρα όπου δυστυχώς δεν απολαύσαμε την πανοραμική θέα λόγω του άσπρου πέπλου από σύννεφα που είχε σκεπάσει τα γύρω βουνά, αλλά και μόνο η διαδρομή σε ηλέκτριζε αφού σου έβγαζε το λάδι πρώτα (500 περίπου μέτρα ανάβαση μόνο σκαλοπάτι αλλά αξίζει τον κόπο), πήγαμε απ’εδώ πήγαμε απ’εκεί και πάλι δεν το χορτάσαμε. Σημειωτέον, ν’αναφέρω ότι έαν πληρώσεις τιμή εισιτηρίου συμπεριλαμβανομένου οιαδήποτε τρεκ, δικαιούσαι δύο εισόδους-εξόδους στο χώρο. Διαφορετικά, εάν έχεις απλό τύπο εισιτηρίου και κάνεις το λάθος να βγεις μία φορά γιοκ! Έτσι την πάτησε ένα ζευγάρι ξένων και δε μπορούσαν να ξαναπεράσουν μέσα. Στη δεύτερη διέλευσή μας πήραμε ξεναγό για να μάθουμε και κάτι για τον τόπο, ο οποίος ξεναγός τελικά απεδείχθη φύρα για τα 50 δολλάρια που πήρε...πιο πολύ διαφήμιζε το βιβλίο του που είχε γράψει πάνω στο Μάτσου Πίκτσου και το διαφήμιζε ως ταινία του Χόλυγουντ, παρά σ’έκανε να αισθανθείς το δέος γι’αυτόν το σημαίνοντα, ιστορικό χώρο!
Κάποιες προσωπικές απόψεις κι ερωτήματα περί του χώρου:
· Εάν υπήρχε μία ζυγαριά ιστορικής βαρύτητας, κατά πάσα πιθανότητα το Tiahuanaco θα ζύγιζε πιο πολύ από το Μάτσου Πίκτσου. Το Μάτσου Πίκτσου κερδίζει στα σημεία λόγω του περιβάλλοντος φυσικού τοπίου (μ-ο-ν-α-δ-ι-κ-ό) και της καλύτερης διατήρησης του χώρου, αλλά οι Ίνκας δανείστηκαν πολλά στοιχεία από το λαό του Tiahuanaco και ως σώφρονες καθώς ήσαν τα ενσωμάτωσαν και στο δικό τους πολιτισμό.
· Τη χρονική στιγμή που οι Ευρωπαίοι πίστευαν πως η Γη ήταν επίπεδη, οι Ίνκας με την παρατήρηση της περιστροφής του ήλιου και προβλέποντας τις ισημερίες και τα ηλιοστάσια γνώριζαν πως η Γη ήτο σφαιρική προ πολλού. Η τραγική ειρωνεία...τελικά η αυτοκρατορία των Ίνκας κατέπεσε στα χέρια των μέχρι πρότινος “flat-earth believers” και μάλιστα σχετικά αναίμακτα λόγω τεχνολογικής υπεροχής (βλέπε μπαρούτι).
· Θα ήθελα να γνώριζα τον πολιτισμικό και ιστορικό αντίκτυπο, εάν οι Ίνκας είχαν επικρατήσει των κονκισταδόρων. Βέβαια, αργά η γρήγορα θα είχαν έρθει σε επαφή με κάποιον πιο προηγμένο πολιτισμό κι έτσι τεχνολογικά ανοχύρωτοι καθώς ήταν, σε συνδυασμό με το σφετερισμό του θρόνου μεταξύ Αταχουάλπα και του αδερφού του λίγο πριν το τέλος, θα είχαν γνωρίσει πάνω-κάτω την ίδια μοίρα!
· Τι κρίμα που δεν είχαν ανεπτυγμένη μορφή γραφής επίσης...θα γνωρίζαμε πολλά περισσότερα!
· Δε μπορώ να φανταστώ πως θα έμοιαζε αυτό το μέρος στην ακμή του...μακάρι να υπήρχε μία χρόνοκάψουλα· πολλώ δε μάλλον εάν είχε ολοκληρωθεί η κατασκευή του καθότι ημιτελές. Βέβαια το ερώτημα τίθεται κι αντιστρόφως...τι θα είχε συμβεί στο χώρο εάν τον είχαν βρει πρώτερα οι Ισπανοί...
· Τελικώς, ο Hiram Bingham απεδείχθη ένας ακόμη πλιατσικολόγος, λόρδος Έλγιν του περασμένου αιώνα, καθότι 80% των ευρημάτων δε βρίσκονται στο φυσικό τους χώρο αλλά σε κάποια αίθουσα του πανεπιστημίου Yale της Αμερικής. Απ’όσο ρώτησα τον ξεναγό, τα αισθήματα των Περουάνων είναι ανάμεικτα γι’αυτόν τον τύπο, καθώς ναι μεν από τη μία προκάλεσε «άθελά» του κάποιες φθορές στο χώρο, συν το πλιάτσικο, από την άλλη δε ανέδειξε σ’όλον τον κόσμο αυτό το παντοτινό διαμάντι...Βεβαίως βεβαίως εάν δεν υπήρχε η αρωγή ενός πιτσιρικά, ο οποίος ζούσε στους πρόποδες του βουνού και τους έδειξε το μέρος, ακόμη θα το ψάχνανε!
Μ’ αυτά τα ερωτήματα και με το νου γεμάτο με εικόνες και συναισθήματα, αλλά ουχί χορτασμένο, πήραμε τον κατήφορο για το χωριό κάπως στενάχωροι που αφήναμε πίσω ένα μέρος απαράμιλλης ομορφιάς. Γοργά γοργά κάτσαμε για φαγητό, πέσαμε μάλλον κατάκοποι σε γλυκό όμως λήθαργο και ξυπνήσαμε πουρνό-πουρνό για την επιστροφή στο Ollantaytambo και τελικώς στο αεροδρόμιο του Κούσκο. Ξανά με collectivo, αλλά ευτυχώς όλα κύλησαν ομαλά αυτή τη φορά. Μαντέψτε ποιες τρακάραμε πάλι....τις κοπέλες από την ημέρα του συμβάντος με τα τρένα, οι οποίες απεδείχθησαν πολύ φιλικές φυσιογνωμίες, λάτρεις της Ελλάδος και από τη μεταξύ μας συζήτηση είχαν πραγματοποιήσει ένα γεμάτο πρόγραμμα διάρκειας ενός μηνός σε Περού και Βολιβία (ζήλεψα...)!
Κοινότητα Luquina, lake Titicaca, Peru:
Κατά τον προγραμματισμό του ταξιδίου είχε επισημανθεί με κεφαλαία γράμματα το «ΑΠΕΦΥΓΕ ΤΗ ΔΙΑΜΟΝΗ ΣΤΟ ΠΟΥΝΟ», καθότι πολλές οι αναφορές εδώ στο φόρουμ με διόλου κολακευτικά λόγια. Ναι αλλά δε θα επισκεφθούμε τη σε μεγαλύτερο υψόμετρο πλωτή λίμνη στον κόσμο με τα πλωτά νησιά των Uros; Κι εάν ναι, που μένουμε; Ψάχνοντας λοιπόν στο booking για καταλύματα γύρω από τη λίμνη, από τη μεριά του Περού, τράκαρα ένα μέρος στην κοινότητα Luquina, καμιά ώρα έξω από το Πούνο δεξιά όπως κοιτάμε στο χάρτη, με αρκετά συμπαθητικές φωτογραφίες, πολύ καλές κριτικές (αν και λίγες) κι αρκετά οικονομικό. Κάτι μου έκανε κλικ και το έκλεισα για 2 βράδια. Ε! Προσωπικά δεν το μετάνιωσα στιγμή και μακάρι να είχαμε χρόνο να μέναμε κανα δυο βράδια παραπάνω....βέβαια η Μ. δε ξέρω πως θα την πάλευε!
Άφιξη λοιπόν στο αεροδρόμιο της Χουλιάκα, σ’ένα μικρό μεν νεότευκτο δε έτσι όπως μου φάνηκε αεροδρόμιο, χωρίς κανένα πρόβλημα. Εκεί μας περίμενε ο άνθρωπος που είχε σταλεί από το ξενοδοχείο να μας παραλάβει, καθότι η απόστασις σχετικά μεγάλη (μία ώρα μέχρι το Πούνο κι από εκεί άλλη μία μέχρι το κατάλυμα) και δεν ήμασταν για να ψάχνουμε το πως θα πάμε μέχρι εκεί. Κατά τη διέλευσή μας μέσα από την Χουλιάκα και μετά από καμιά ώρα από το Πούνο έλεγα από μέσα μου πάλι καλά που δεν έκανα κανα αστείο να κλείσω διανυκτέρευση σ’ένα απ’αυτά τα δύο μέρη. Οι δύο αυτές κωμοπόλεις που λέτε είναι πραγματικά κακόγουστες και δεν υπάρχει λόγος να τις αφιερώσει κανείς παραπάνω από 5 λεπτά...και στις δύο μαζί. Βέβαια αυτή είναι η προσωπική και μόνο άποψη! Εντύπωση μας έκανε το γεγονός, κυρίως σ’αυτές τις δύο κωμοπόλεις αλλά και στο υπόλοιπο ταξίδι μας προς Βολιβία και στα πέριξ της Λα Παζ, πως οι άνθρωποι δεν ενδιαφέρονται καθόλου για την κατασκευή των σπιτιών τους και πως άπαξ και μπουν τα τούβλα...αυτό ήταν, πάει και τελείωσε! Ούτε να το σοφατίσουν, ούτε να το βάψουν, ούτε να καλλωπίσουν την πρόσοψη τουλάχιστον βρε αδερφέ! Εντάξει, το καταλαβαίνω ότι τα οικονομικά μεγέθη είναι μικρότερα κι ότι το κόστος ίσως να είναι και δυσβάσταχτο, αλλά κι σ’άλλες χώρες με οικονομικές δυσκολίες που έχουμε επισκεφθεί οι άνθρωποι ήσανε νοικοκυραίοι κι είχαν τα σπίτια τους πένα! Εδώ πιο πολύ σε αδιαφορία μου έκανε η φάση...
Με τα πολλά κι αφού τρακάραμε 2-3 φορές κοπάδια ζώων στο δρόμο μας, φτάσαμε στο κομμάτι της χερσονήσου έξω από το Πούνο όπου είχαμε κάνει κράτηση. Με το που αντίκρυσα την κοινότητα, με τα σπίτια διάσπαρτα χτισμένα στην πλαγιά και φάτσα με τη λίμνη, ερωτεύτηκα! Το όλο σκηνικό μου θύμισε το χωριό μου (ορεινή Ναυπακτία, απλώς αντί για λίμνη περνά ο Εύηνος) και μέσα μου ξύπνησαν θετικά συναισθήματα...ε! δεν άργησαν και να επιβεβαιωθούν. Στο δρόμο που μας άφησε το ταξί μας προϋπάντησε ο πατέρας της φαμίλιας στην οποία άνηκε η επιχείριση κι αγκαλιάζοντάς μας σ’έκανε να νοιώσεις φιλόξενος από την πρώτη στιγμή. Κατόπιν ακολούθησε γνωριμία μ’όλη την οικογένεια και τον Guido, ο οποίος τρέχει την επιχείριση και ήταν ο μόνος με στοιχειώδη γνώση της αγγλικής. Αφότου συνεννοηθήκαμε για τα καθέκαστα, μας ενημέρωσε πως το δείπνο θα ήτο έτοιμο για σερβίρισμα σε μία ώρα. Ε! μέχρι και το σερβίρισμα μου είχε σπάσει η μύτη από το τσικάλι της μητέρας του Guido που στωϊκά ετοίμαζε τη σούπα. Το δείπνο ήτανε πράγματι πεντανόστιμο κι εκτός της σούπας με κινόα περιελάμβανε επίσης κι ένα κυρίως πιάτο με διάφορα είδη πατάτας, ρύζι, λαχανικά από τον κήπο τους και το χαρακτηριστικό καλαμπόκι των Άνδεων, το οποίο δεν έχει καμία σχέση μ’αυτά που τρώμε στον υπόλοιπο κόσμο! Χορτάτοι πέσαμε για ύπνο κάτω από 4-5 κουβέρτες από μαλλί αλπάκα, καθότι το κρύο έξω ξούριζε Καρπενησιώτικα που λέμε και στο χωριό μου!
Το πρωί μας είχανε στρώσει για πρωϊνό σ’ένα τραπέζι στον επάνω όροφο των μισοτελειωμένων δωματίων που ετοιμάζει ο Guido με θέα τη λίμνη και το απέναντι νησάκι Taquile. Το πρωϊνό και η θέα στη λίμνη εκπληκτικά! Η συνέχεια περιελάμβανε βαρκάδα μέχρι τ’απέναντι, αυθεντικά πλωτά νησάκια των Uros, με τη ψαρότρατα του Guido, ο οποίος όπως μας εξήγησε τα κοντινά στο Πούνο νησάκια είναι καθαρά τουριστικού χαρακτήρα με τις οικογένειες να μη μένουν καν εκεί αλλά αντ'αυτού στην πόλη. Μέχρι να φτάσουμε στο νησάκι (καμιά 40αριά λεπτά από το σπίτι), πιάσαμε την κουβέντα με τον Guido ο οποίος σπουδάζει τουριστικά επαγγέλματα στο Πούνο κι έχει όνειρα να επεκτείνει την οικογενειακή επιχείριση με περισσότερα δωμάτια και δραστηριότητες...κι όπως φαίνεται θα το πετύχει μιας και το αγαπάει το αντικείμενο! Στο νησάκι λοιπόν μας υποδέχθηκαν τα μέλη τριών οικογενειών που κατοικούν σ’αυτό και μετά από μία σύντομη περιγραφή για το πως αυτά τα νησάκια είναι κατασκευασμένα, μας έδειξαν τις καλύβες τους οι οποίες διέθεταν και τηλεόραση συν τοις άλλοις με ηλεκτροδότηση από παρακείμενους ηλιακούς συλλέκτες! Φυσικά ένας από τους οικονομικούς τους πόρους είναι και ο τουρισμός, με αποτέλεσμα να ψωνίσουμε ένα μικρό υφαντό από τις χειροτεχνίες των γυναικών της φαμίλιας. Χαζέψαμε λίγο χρόνο ακόμη στο νησάκι, βγάλαμε και τις αναμνηστικές φωτογραφίες και μετά από ακόμη 40 λεπτά βαρκάδα επιστρέψαμε στη βάση μας. Μεσημεριανό (ωραιότατο) και σιέστα.
Το απόγευμα είχε κανονισθεί μία μίνι καλλιτεχνική ψυχαγώγηση από τον πολιτιστικό σύλλογο στο προαύλιο του σχολειού για όλους τους τουρίστες που φιλοξενούνταν στα διάφορα καταλύματα της κοινότητας. Αφότου ο Guido μας έντυσε με παραδοσιακές φορεσιές (γουστόζικες και πολύχρωμες), η μια από τις δυο του κόρες μας οδήγησε στον χώρο κι εντός μερικών λεπτών διάφορες γυναίκες κι άνδρες της κοινότητας, επίσης παραδοσιακά ντυμένοι, άρχισαν να χορεύουν υπό τους ήχους πνευστών και κρουστών της μπάντας. Στη συνέχεια δόθηκε η ευκαιρία να χορέψουμε κι εμείς (όλοι οι ξένοι) πάνω στα βήματα που είχαμε αποστηθίσει και πρέπει να έπεσε πολύ γέλιο από τους ντόπιους! Χαρωποί και με το φως της ημέρας να ‘χει πέσει, επιστρέψαμε για το δείπνο υπό την παρέα ενός ζεύγους Γάλλων άρτι αφιχθέντες εκείνο το δειλινό. Πριν κατακλιθούμε χάζεψα για κανα δεκάλεπτο τον έναστρο ουρανό και ένιωσα γι ακόμη μία φορά σα να βρίσκομαι στο χωριό μου, όπου το σχεδόν μηδενικό φως σου επιτρέπει να έχεις το κεφάλι σου συνεχώς στραμμένο προς τα πάνω! Έτσι κι εκεί! Το επόμενο πρωί κι αφου αποχαιρετηθήκαμε με τον Guido και τα υπόλοιπα μέλη της φαμίλιας πήραμε το ταξί για το Πούνο απ’όπου θα πέρναμε το λεωφορείο για Λα Παζ.
Γενικές εντυπώσεις από την κοινότητα Luquina:
Το μέρος ενδείκνυται εξ’ολοκλήρου για όσους θέλουν να επισκεφθούν τη λίμνη Τιτικάκα και παράλληλα ν’αποφύγουν είτε το Πούνο είτε την Χουλιάκα. Το όλο σκηνικό βασίζεται στον αγροτουρισμό, καθώς σου δίδεται η ευκαιρεία να βοηθήσεις τους ντόπιους στις καθημερινές, αγροτικές τους εργασίες και παράλληλα να έρθεις σ’επαφή από πρώτο χέρι με τον καθημερινό μόχθο! Οι κάτοικοι της κοινότητας είναι ζεστοί, φιλικοί και κοιτάνε να κάνουν τον ξένο να νοιώσει σαν το σπίτι του. Βέβαια να είστε έτοιμοι, όσοι το επιχειρίσετε, για μπόλικο κρύο, καθότι πέραν από τις βελέντζες δεν υπάρχει τίποτε άλλο για να ζεσταθείτε· τουλάχιστον στο εσωτερικό των δωματίων του Guido. Περιττό ν’αναφέρω ότι και το νερό ήταν κρύσταλλο...το πιο γρήγορο ντους που έχω κάνει στη ζωή μου .
La Paz & Uyuni, Bolivia:
Αφότου σκοτώσαμε περίπου δυο ώρες στο Πούνο επιβιβαστήκαμε στο λεωφορείο (Titicaca Express, 20 δολλάρια το άτομο) που θα μας πήγαινε εώς την Λα Παζ. Η διαδρομή μέχρι τα σύνορα παράλληλα με τη λίμνη μεν, αδιάφορη και με πολύ κορνάρισμα από τον οδηγό δε. Ο έλεγχος στα σύνορα (συνοριακός σταθμός Κασάνι) εύκολος και γρήγορος, σε βαθμό που θα μπορούσες να περάσεις με το ΑΚ-47 και τα φυσεκλίκια ζωσμένα στα στήθια δίχως ενόχληση! Με το πέρας των διαδικαστικών, αλλάξαμε λεωφορείο και περνώντας από την Copacabana αρχίσαμε ν’ανηφορίζουμε τις Βολιβιάνικες πλαγιές προς Λα Παζ. Το υψόμετρο ολοένα κι αυξανόταν και ο συνδυασμός του σούρουπου με την εκδήλωση καταιγίδας μέσα μακριά στο βάθος συνέθεται ένα άκρως εντυπωσιακό σκηνικό...άστραφτε και φωτίζονταν όλη η ατμόσφαιρα. Σ’έπιανε δέος! Με τα πολλά κι αφού φάγαμε μερικές ψιχάλες στο δρόμο, φτάσαμε στην Λα Παζ αρκετά πιο αργά από την προγραμματισμένη ώρα άφιξης. Ευτυχώς είχα τη φαεινή ιδέα και είχα κλείσει κατάλυμα δίπλα στον τερματικό, έτσι ώστε να εξυπηρετούμαστε εύκολα κι όλα τα σημεία ενδιαφέροντος να είναι προσβάσιμα με τα πόδια. Γρήγορα check-in, πλύσιμο και σανίδωμα! Πάνω που μας είχε γλυκοπάρει ο ύπνος, μύρισα καπνό κι έντρομοι πεταχτήκαμε πάνω κι αρχίσαμε να κατεβαίνουμε δυο δυο τα σκαλιά από τον 4ο με τα βρακιά...Τελικώς, η φωτιά ήταν απ’έξώ από το κτήριο στην προσπάθεια του ρεσεψιονίστ με κάτι άλλους ρέμαλους φίλους του που είχε μαζέψει να ζεσταθούν όλοι μαζί...Οκ, ρε φίλε! Άναψε τη αλλά κλείσε την πόρτα της εισόδου για να μη καπνίσει όλο το κλιμακοστάσιο και τα δωμάτια μέχρι απάνω...τόσο μυαλό θέλει; Τέλος πάντων, ξανανεβήκαμε στο δωμάτιό μας και κατάκοποι πέσαμε σε βαθύ ύπνο αυτή τη φορά!
Την επομένη σηκωθήκαμε αρκετά πιο αργά από το συνηθισμένο και είπαμε να κατηφορίσουμε προς το κέντρο, με σκοπό να βρούμε γραφείο να κλείσουμε μονοήμερη για Tiahuanaco και να φάμε τον υπόλοιπο χρόνο μέχρι το βραδινό δρομολόγιο που θα μας πήγαινε στο Uyuni. Στο σημείο αυτό, να ευχαριστήσω τον συμφορουμίτη Γιώργο για τη συμβουλή του να χρησιμοποιήσουμε λεωφορείο για το Uyuni, το οποίο λεωφορείον όπως απεδείχθη (και θα περιγράψω σε λίγο) ήταν εμπειρίας business class πτήση! Γρήγορα λοιπόν φτάσαμε στην πλατεία με το ναό του Αγίου Φραγκίσκου, μεγάλη η χάρη του απ’ότι φαίνεται σ’αυτές τις δυο χώρες, έχοντας περιδρομιάσει saltenas απ’όποια πωλήτρια συναντούσαμε στο δρόμο μας . Στ’αριστερά της εκκλησίας κι όπως ανηφορίζεις για την Mercado de las brujas έχει ένα σωρό ταξιδιωτικά πρακτορεία...εμείς μπήκαμε στο πρώτο που συναντήσαμε και κλείσαμε τουρ για Tiahuanaco την μεθεπομένη προς 160 μπολιβιάνος στο σύνολο, ήτοι 10 ευρώ περίπου το άτομο. Περπατήσαμε αρκετά στη γύρω από την Mercado de las brujas περιοχή, φάγαμε, ψωνίσαμε τ’αυθεντικά ρούχα από αλπάκα αυτή τη φορά (όπως προείπα αρκετά πιο οικονομικά σε σχέση με το Περού), βγήκαμε στην πλατεία Murillo με τον καθεδρικό και τα κυβερνητικά κτήρια δεξιά-αριστερά, αλλά και πάλι είχαμε αρκετή ώρα μέχρι το νυχτερινό δρομολόγιο για το Uyuni. Τι άλλο μπορούμε να κάνουμε λοιπόν αναρωτηθήκαμε; Πετάω την ιδέα να πάμε να πάρουμε το τελεφερίκ από τον πρώτο σταθμό που θα τρακάραμε για να χαζέψουμε και την πόλη αφ’υψηλού. Ε! Καταλήξαμε σα τα χαζά στο λούνα πάρκ να πηγαίνουμε από εδώ κι από εκεί...Με λίγα λόγια, το αρκετά ανεπτυγμένο και νεότευκτο δίκτυο τελεφερίκ που εξυπηρετεί τους κατοίκους της Λα Παζ σου δίνει μία πρώτης τάξεως ευκαιρεία να δεις αφ’υψηλού σχεδόν όλα τα κομμάτια της πόλης, περνώντας πάνω από γειτονιές, σπίτια και λόφους! Ειδικότερα, η Λα Παζ έτσι όπως παράξενα είναι χτισμένη αμφιθεατρικά στις γύρω πλαγιές και με το κέντρο ν’απέχει από τις επάνω γειτονιές (π.χ. El Alto) κοντά 600 μέτρα σε υψόμετρο, δε θα μπορούσε να υποστηρίξει καλύτερα άλλον τρόπο συγκοινωνίας πέραν των συμβατικών μέσων (λεωφορεία-ταξί). Φοβερή ιδέα και παράλληλα φιλική προς το περιβάλλον, καθώς όλοι οι κλωβοί κινόντουσαν με ηλιακή ενέργεια (άπλετο το φως στην Λα Παζ) από το συλλέκτη που διέθεταν πάνω στην οροφή τους! Προς τον κατήφορο για το σταθμό κοντά στον τερματικό των λεωφορείων πιάσαμε και το ηλιοβασίλεμα, το οποίο ήταν φοβερά εντυπωσιακό έτσι όπως δημιουργούσε κάτι ιδιαίτερους μπλε φωτισμούς γύρω από τις χιονισμένες βουνοκορφές που αγκαλιάζουν την Λα Παζ απ’τη μια μεριά της...Βέβαια, που να ξέραμε τι ηλιοβασίλεμα θ’αντικρύζαμε την επομένη στο Uyuni!
Έχοντας σκοτεινιάσει για τα καλά, βρήκαμε το λόμπυ της εταιρείας λεωφορείων με την οποία θα κάναμε το διάρκειας περίπου 10 ωρών νυχτερινό δρομολόγιο για την πόλη που βρίσκεται δίπλα στη μεγαλύτερη ξηρή λίμνη στον κόσμο. Το Salar de Uyuni! Μετά από το σχετικό ψάξιμο στο διαδίκτυο, καταλήξαμε στην Todo turismo, η οποία συστήνεται ανεπιφύλακτα! Στις παροχές συμπεριλαμβάνεται γεύμα κατά την αναχώρηση, πρωϊνό λίγο πριν την άφιξη, θέρμανση (πολύ σημαντικό), κουβέρτα, πλήρως λειτουργική και καθαρή τουαλέτα και το καλύτερο...ανακλινόμενο κάθισμα σε βαθμό σχεδόν οριζοντίωσης! Το κόστος: 78 δολλάρια το άτομο για τη διαδρομή La Paz – Uyuni – La Paz. Γενικότερα, υπάρχουν αρκετές εταιρείες απ’όσο πήρε το μάτι μας που κάνουν το εν λόγω δρομολόγιο...οπότε ίσως παίζουν και πιο οικονομικά πακέτα, αλλά η συγκεκριμένη άξιζε μέχρι και το τελευταίο «πράσινο». Μας σέρβιραν, φάγαμε και οριζοντιωθήκαμε. Ξυπνήσαμε σ’ενα υπαίθριο πάρκινγκ κανά μισάωρο έξω από το Uyuni για ξεμούδιασμα και για να απολαύσουμε την ανατολή (εκπληκτική). Βέβαια το κρύο έξω ξούριζε και μετά από μερικές φωτογραφίες μπήκαμε γοργά γοργά πάλι μέσα στο λεωφορείο.
Φτάνοντας στο Uyuni, το πρώτο πράγμα ήτανε να πάμε στο ταξιδιωτικό γραφείο με το οποίο είχαμε έρθει σε συμφωνία για το ημερίσιο τουρ που παρείχανε. Το συγκεκριμένο πρακτορείο λοιπόν το έχει προτείνει και συμφορουμίτης καθώς επίσης και πλήθος άλλου κόσμου στο tripadvisor και ήτο το Red planet expeditions. Το κόστος ήταν 70 δολλάρια το άτομο για μία ημέρα (πολλά-λίγα δε γνωρίζω τι παίζει στην εν λόγω αγορά) και μείναμε απόλυτα ικανοποιημένοι κι από τις παροχές και από τους οδηγούς, οι οποίοι απεδείχθησαν φοβερά αλάνια! Αφότου καταθέσαμε τον όβολόν μας, καθίσαμε σε μία παρακείμενη καφετέρια για τον αναγκαίο καφέ προκειμένου ν’ανοίξει το μάτι πριν την αναχώρηση. Εκεί που περιμέναμε κανα πεντάλεπτο χωρίς να έχει εμφανισθεί κανείς, σκάει μύτη μία νταρντάνα Βολιβιάνα με κάτι κοτσίδες 3 χιλιόμετρα η καθεμιά κι αναρωτήθηκα εάν έρχεται για παραγγελία ή να μας αρχίσει στις γρήγορες που τη σηκώσαμε από το κρεββάτι, έτσι τσαλακωμένη που ήταν η μούρη της. Τελικά πήρε την παραγγελία και μας έφερε τους καφέδες (μεγάλη απογοήτευση στην Βολιβία ο εσπρέσσο) και μία νοστιμότατη ομελέτα με μπόλικο χωριάτικο κρεμμυδάκι, την οποία εγώ απόλαυσα αλλά η Μ. δεν είχε την ίδια άποψη αργότερα...
Η ώρα πέρασε, οι οδηγοί έφτασαν, το τζιπ φορτώθηκε κι εκεί που ήμασταν έτοιμοι προς αναχώρηση, πετάγεται η κινεζο-αμερικάνα που ήταν στην παρέα κι αποδείχθηκε τελικώς μεγάλο φρούτο πως δεν έχει το χαρακτηριστικό δεινοσαυράκι για να βγάλει τις τυπικές φωτογραφίες με την προοπτική στην αλυκή...Ευτυχώς, το hostel της δεν ήταν μακριά και εντός των επόμενων πέντε λεπτών είχαμε σαλπάρει! Πρώτη στάση το νεκροταφείο των τρένων, το οποίο όπως μας εξήγησε ο Λούσιο ο ξεναγός μας αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα περιθωριοποίησης όταν κάτι πάψει να είναι πια προσοδοφόρο ή εκμεταλεύσιμο σ’αυτή την περίπτωση. Με λίγα λόγια, τα τρένα μετέφεραν τα μεταλεύματα από το Ποτοσί και τα γύρω μεταλλεία στην Αντοφαγάστα (πονεμένη ιστορία αυτή για τους Βολιβιάνους) κι από εκεί μέσω πλοίων στον υπόλοιπο κόσμο. Λίγο μετά τον 2ο παγκόσμιο πόλεμο όμως, τα μεταλλεία «στέγνωσαν» (πόσες γενιές φάγανε απ’αυτά ένας Θεός ξέρει) με αποτέλεσμα να μείνουν τα τρένα εκεί και να σαπίζουν...και να βγάζουν φωτογραφίες οι τουρίστες! Επόμενη στάση σ’ένα μικρό οικισμό, το Colchani, στον οποίο γίνεται η επεξεργασία του άλατος και διοχετεύεται προς την αγορά της υπόλοιπης Βολιβίας. Εκεί φάγαμε και μεσημεριανό παρέα με την αμερικάνα που το μόνο που την ένοιαζε ήτανε να βγάζει ένα εκατομμύριο φωτογραφίες το δευτερόλεπτο. Στη συνέχεια περάσαμε από το ξενοδοχείο τ’αλατιού, που εκείνη την ώρα έμοιαζε με μια τεράστια τραπεζαρία έτσι όπως τρώγανε όλα τα μιλιούνια από τα υπόλοιπα πρακτορεία, με τις απαραίτητες φωτογραφίες μπροστά από τις σημαίες των χωρών λόγω της διεξαγωγής του ράλλυ Παρίσι-Ντακάρ που είχε διοργανωθεί πριν κανα δυο χρόνια στην νοτιοαμερικάνικη ήπειρο.
Η συνέχεια του προγράμματος περιελάμβανε διαδρομή μέχρι το νησάκι με τους κάκτους, κάπου σε κάποιο σημείο αυτής της αχανούς, λευκής εκτάσεως που ομοιάζε με εξωγήινο μέρος κι όχι κομμάτι τουτουνού εδώ του κόσμου. Ο δρόμος δυστυχώς δεν ήτο προσπελάσιμος λόγω της στάθμης του ύδατος που σ’εμπόδιζε ν’αναπτύξεις ταχύτητα και να φθάσεις στο νησί εντός εύλογου χρονικού διαστήματος. Δεν πτοηθήκαμε απ’το γεγονός και σταματήσαμε σ’ένα απόμερο σημείο να τραβήξουμε φωτογραφίες με τον αντικατοπτρισμό που δημιουργούνταν από τις λίμνες του νερού στ’αλάτι. Το σκηνικό ήτανε βγαλμένο από ταινία φαντασίας....μία λευκή επιφάνεια η οποία χανότανε στο μάτι και γύρω γύρω χιονοσκέπαστες και μη βουνοκορφές, οι οποίες αντανακλούσανε στο νερό και χρησίμευαν επίσης κι ως οδοδείκτες όπως μας εξήγησε ο Λούσιο. Μετά από κανα μισάωρο και βάλε φωτογράφισης της αμερικάνας, πήραμε το δρόμο προς τα πίσω με σκοπό να βρούμε σημείο για να απολαύσουμε το ηλιοβασίλεμα, το οποίο στην αλυκή είναι όλα τα λεφτά. Η επιστροφή περιείχε πολύ κουβέντα με τον Λούσιο γύρω από εύρος θεμάτων που αφορούν την πολιτική κι όχι μόνο σκηνή της Βολιβίας· ο οποίος Λούσιο απεδείχθη ο άνθρωπος-όστρακο, δηλαδή ήθελε λιγάκι το χρόνο του στην αρχή κι αφότου σε ζύγιζε τι σόι ταξιδιώτης είσαι είτε σου ανοιγότανε κατάκαρδα είτε σε χειριζότανε ψυχρά αλλά επαγγελματικά (βλέπε αμερικάνα)!
Μετά από αρκετό δρόμο επιστροφής, φτάσαμε σ’ένα σημείο στα όρια της αλυκής, εκεί όπου μαζεύονται οι περισσότεροι κατά την επιστροφή στο Uyuni, κανά εικοσάλεπτο πριν τη δύση του ηλίου. Διάφοροι χρωματισμοί είχαν αρχίσει να εκρήγνυνται στον ουρανό και να αντικατοπτρίζονται ως δύο παράλληλοι κόσμοι στις σχηματισμένες λίμνες νερού εδώ κι εκεί. Απ’όσο κατάλαβα, η σκέδαση του φωτός πρέπει να είναι εντονότερη κοντά στο υπεριώδες φάσμα, λόγω του υψομέτρου (, με αποτέλεσμα ο ουρανός να παίρνει μοναδικούς μπλε φωτισμούς....αναμφίβολα από τα πιο εντυπωσιάκα ηλιοβασιλέματα που έχω πετύχει! Εκεί καθίσαμε περίπου κανα μισάωρο, ώσπου το τσουχτερό κρύο που είχε αρχίσει να το νοιώθεις έντονα στο πετσί σου καθώς επίσης και το λεωφορείο της επιστροφής επίσπευσε το γυρισμό μας.
Φτάσαμε, εναγκαλιστήκαμε με τον Λούσιο και τον Βίκτορ, τον οδηγό του τζιπ ο οποίος είχε όρεξη για κουβέντα κι αυτός αλλά η μηδαμινή γνώση του εις την αγγλική τον εμπόδιζε τον κακομοίρη, χαιρετηθήκαμε και επιβιβαστήκαμε στο λεωφορείο της επιστροφής. Το ταξίδι του γυρισμού χωρίς κανένα πρόβλημα, ακριβώς όπως του πηγαιμού. Φτάνοντας στην Λα Παζ πάνω που είχε χαράξει, κάναμε ένα ζεστό μπάνιο να φύγει η συσσωρευμένη βρωμιά δύο ημερών και την πέσαμε για λίγο προς συμπλήρωση μερικών ακόμη ωρών ύπνου. Η υπόλοιπη μέρα στην Λα Παζ κύλησε χωρίς πολλά,συνταρακτικά κι ενδιαφέροντα πράγματα, εκτός της επισκέψεώς μας στην valle de la luna (όμορφο μέρος αλλά όχι κάτι το φοβερό, κανα μισάωρο με collectivo από το κέντρο της Λα Παζ) και τα τέσσερα μουσεία (μουσείο πολύτιμων λίθων, ναυτικό μουσείο, το σπίτι του Murillo και το μουσείο Costumbrista) τα οποία βρίσκονται δίπλα-δίπλα και τα επισκέφθεσαι μ΄ένα εισιτήριο. Δε λένε και πολλά όμως. Εδώ ν’αναφέρω ότι οι κονκισταδόρες και οι μετέπειτα «γυπαετοί» δυτικοί τους άφησαν σ’ένδοια ευρημάτων φτιαγμένα από χρυσό κι άλλους πολύτιμους λίθους, με αποτέλεσμα το μουσείο του χρυσού να περιέχει πολύ μικρό αριθμό εκθεμάτων και κυρίως ότι έχει βρεθεί μετά την ανεξαρτησία της Βολιβίας! Να ‘ναι καλά οι φούρνοι των σπανιόλων που τα ‘λιωσαν όλα!
Η επόμενη και προτελευταία μέρα του ταξιδιού ήταν προγραμματισμένη για τον ίσως πιο σημαντικό, τουλάχιστον σε βαθμό ιστορικής σημασίας, αρχαιολογικό χώρο ολόκληρης της νοτιοαμερικάνικης ηπείρου. Σίγουρα στους προ-Ίνκας χρόνους. Το Tiahuanaco! Μας μάζεψε το πρωί λοιπόν από το ξενοδοχείο ο οδηγός μας γι’αυτό το ημερίσιο τουρ και καθώς κατευθυνόμασταν για το λεωφορείο μας ρωτάει από πούθε ερχόμεθα. Του αποκρινόμαστε “Greece” και η απάντησή του ήταν “ohh excellent…Petropolis (!) mmm”...Αναμφίβολα εννοούσε την ακρόπολη, αλλά από εκεί τη ψιλιάστηκα για το τι θα επακολουθούσε...Ο άνθρωπος ήτανε κάπως προχωρημένης ηλικίας κι απ’ότι φάνηκε στη συνέχεια τα περισσότερα κομμάτια της ξενάγησης του ήταν λόγια αποστήθισης, δίχως να γνωρίζει πολλά πολλά γι’αυτό το μέρος και χωρίς να είναι διαδραστικός με το κοινό. Η ξενάγηση του ήταν κατά κάποιο τρόπο μία ξεπέτα! Με τα πολλά, φτάσαμε στο χώρο και η πρώτη στάση ήταν το μουσείο κεραμικών ευρημάτων....ή μήπως να έλεγα καλύτερα το ψυγείο κεραμικών ευρημάτων; Τι ψόφος ήτανε αυτός εκεί μέσα; Έκοβες πέταλα...Ο χωρος εκτός από το κρύο, ήτανε άθλια φωτισμένος και τα ευρήματα ήσανε τοποθετημένα σ’ότι τύπου προθήκες είχανε βρει! Καλά ρε μάγκες, κοντά 13 ευρώ είσοδο απ’το κάθε άτομο παίρνετε και ως μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO σίγουρα λαμβάνετε επιδοτήσεις...φτιάχτε λίγο το φωτισμό και τοποθετήστε πιο της προκοπής λίγο τα εκθέματα από τον πιο σημαντικό χώρο της Βολιβίας όπως αποφαίνεσθαι...τι να πω; Αυτό που μου έμεινε απ’το μουσείο ήτανε η πεποίθηση ότι κατά τους προϊστορικούς χρόνους όλη η έκταση από τις Περουάνικες ακτές της λίμνης Τιτικάκα μέχρι κάτω στο Salar de Uyuni, το οποίο βρίσκεται δίπλα στα σύνορα με την Χιλή, ήτανε μία αχανής λίμνη, τα νερά της οποίας με το πέρασμα των χρόνων σιγά-σιγά αποτραβήχτηκαν μέχρι τα σημερινά, γνωστά τους όρια! Το Tiahuanaco λοιπόν πιστεύεται ότι ήτανε χτισμένο δίπλα στις τότε ακτές της λίμνης Τιτικάκα, η οποία τη σήμερον απέχει περίπου 15 χιλιόμετρα από το χώρο. Εντυπωσιακή ήτανε επίσης και η μούμια, με αφαίρεση των εντοσθίων και τοποθέτηση του σώματος σε εμβρυακή στάση, που αποτελούσε το σύνηθη τρόπο ταφής των κληρικών και ανώτερων αξιοματούχων εκείνου του τόπου.
Επόμενος σταθμός το μνημείο Kalasasaya με τους δύο μεγαληθικούς στύλους, ο ένας αρσενικού φύλλου κι ο άλλος ερμαφρόδιτος, οι οποίοι αναπαριστούν ιερείς που βαστούν στο ένα χέρι το κύπελο με τη chicha προσφορά στον θεό ήλιο και στ’άλλο το κύπελο με τα βαρβιτουρικά (φύλλα κόκας, γλυκάνισο κ.ά.) που εισέπνεαν για να έρθουν σ’επαφή με τους θεούς που υπηρετούσαν! Εντυπωσιακά και τα δύο. Στο χώρο επίσης βρίσκεται και η Puerta del Sol, εάν και σε λάθος σημείο σε σχέση με το παρελθόν καταπώς πιστεύεται, η οποία πόρτα είναι λαξευμένη εξολοκλήρου απ'ένα μπλοκ ανδεσίτη και συνολικού βάρους περίπου 10 τόνων. Δυστυχώς, ευρέθη ξαπλωμένη και φέροντας ρωγμή στο ένα μέρος της, αλλά παρ’όλα αυτά έχει αναστηλωθεί και ο διάκοσμος της μετώπης της είναι σε πολύ μεγάλο βαθμό ευδιάκριτος. Στη μέση δεσπόζει ο Viracocha (ο Θεός/δημιουργός) με τις ανθρωπόμορφες και ζωόμορφες φιγούρες δεξιά κι αριστερά του που συναθροιστικά πιστέυεται ότι αποτελούν το ημερολόγιο του Tiahuanaco! Εκεί λοιπόν ο ξεναγός μας εφήρμοσε κάτι δικά του μαθηματικά και υπολογισμούς και έβγαλε ένα σύνολο 364 ημερών βάσει των απεικονίσεων στη μετώπη της πόρτας, οι οποίες απεικονίσεις στο άθροισμα με τη φιγούρα του Viracocha στο κέντρο μας δίνουν στο σύνολο 365, όσες και οι ημέρες που καταμετρούμε ως ένα ημερολογιακό έτος τη σήμερον...Ε! γράψτε λάθος! Σ’ένα βίντεο που παρακολουθήσαμε στο διαδίκτυο, καθώς επίσης κι από πηγές που διάβασα αλλού, ο λαός του Tiahuanaco είχε διαφορετικό μετρικό σύστημα και οι μέρες ενός ημερολογιακού έτους τους ανέρχονταν περίπου σε 290· εάν θυμάμαι καλά. Σε καμία περίπτωση όμως 365! Σε βάθος χρόνου δε, το ημερολόγιο τους έχει απόκλιση περίπου 2 ημερών πραγματικού χρόνου και ο σκοπός του ήτο ο καθορισμός των αγροτικών περιόδων και ο εορτασμός του θεού ήλιου την ημέρα του χειμερινού (καλοκαιρινό γι' εμάς) ηλιοστασίου.
Επόμενη στάση, η παρακείμενη πυραμίδα Akapana στην οποία εβρίσκοντο τα δώματα των αρχιερέων που είχαν αφιερώσει τη ζωή τους στην τελετουργία του θεού ηλίου και κατά το παρελθόν αποτελούταν από επτά επίπεδα. Ο αριθμός επτά κρύβει ένα βαθύ συμβολισμό για το λαό του Tiahuanaco, καθώς πιστεύεται ότι αποτελεί το άθροισμα των τριών κόσμων (γη = απο εκεί που ερχόμαστε, κόσμος = εκεί όπου ζούμε, ουρανός = εκεί που πάει η ψυχή μεταθάνατον) και των τεσσάρων στοιχείων (αέρας, φωτιά, νερό, γη)! Οι βαθμίδες της πυραμίδος έχουν σχεδόν καταστραφεί εκτός από τα δύο πρώτα επίπεδα και μερικά σκαλοπάτια στην είσοδο από την οποία πιστεύετο ότι ανέρχονταν οι αξιωματούχοι. Δίπλα από την πυραμίδα και στην ανατολική πλευρά της Kalasasaya βρίσκεται ο ναός semisubterranao, στους τοίχους του οποίου βρίσκονται λαξευμένες περίπου 150 κεφαλές προσώπων τα οποία διετέλεσαν είτε αρχιερείς είτε ανώτατοι κληρικοί του λαού Tiahuanaco. Δύο απο τις κεφαλές φέρουν κατά τις θεωρίες συνωμοσίας εξωγήινα χαρακτηριστικά και πιστεύεται ότι εξωγήινοι τους βοήθησαν να κουβαλήσουν τους τεράστιους ογκόλιθους από τις πλαγιές παρακείμενου βουνού σε απόσταση 40 χιλιομέτρων και να χτίσουν το αρχαιολογικό σύμπλεγμα! Οι φωνές της λογικής αναφέρουν ότι τα πρόσωπα αποτελούν αρχιερείς των Tiahuanaco προερχόμενους από φυλές στις Βολιβιάνικες ζούγκλες του αμαζονίου, με τις οποίες είχαν έρθει σε επαφή κατά το απώγειο του πολιτισμού τους και γι’αυτό διαφέρουν στα χαρακτηριστικά του προσώπου από τις υπόλοιπες κεφαλές. Διαλέχτε και πάρτε! Κατόπιν, περάσαμε μία επίσκεψη από το μουσείο στο οποίο ήτανε τοποθετημένα πλείστα όσα μεγαλιθικά ευρήματα είχαν ανακαλυφθεί κατά τις ανασκαφές στους γύρω χώρους των ναών, με πιο εντυπωσιακό εύρημα ένα λαξευμένο μονόλιθο ν’απεικονίζει αρχιερέα να βαστά τα ιερά κύπελα ανά χείρας και συνολικού βάρους 10 τόνων. Δε θυμάμαι το συνολικό ύψος του, αλλά ήτο εντυπωσιακό. Πριν την τελική αναχώρηση, περάσαμε κι από το ναό Pumapunku ο οποίος δυστυχώς δε βρίσκεται σε καλή κατάσταση αλλά στο χώρο του οποίου εβρίσκοντο οι μεγαλύτερες λίθινες πλατφόρμες που έχουν βρεθεί σ’όλο το σύμπλεγμα, με τη βαρύτερη εκ των οποίων να ζυγίζει 131 τόνους...Σοκ! Μία γρήγορη στάση για μεσημεριανό σ’ένα παρακείμενο εστιατόριο (αρκετά καλό) και γρήγορα πίσω στην Λα Παζ.
Το υπόλοιπο της ημέρας και η μισή επομένη πριν την πτήση κύλησαν νωχελικά, με σουλάτσο στο κέντρο της πόλεως, δίχως κάτι άξιον αναφοράς. Η πτήση της επιστροφής (με Boliviana το κομμάτι La Paz – Santa Cruz - Madrid) στην ώρα της, μ’ένα παλιό αεροσκάφος μεν, το εσωτερικό θύμιζε έντονα δεκαετία 90, αλλά με άπλετο χώρο μεταξύ των καθισμάτων και εξαιρετικό service από το προσωπικό δε. Στο μεγαλύτερο κομμάτι της πτήσεως έπεσα ξερός να πω τη μαύρη μου αλήθεια. Από Μαδρίτη μέχρι Στοκχόλμη πετάξαμε με TAP χωρίς κάποιο πρόβλημα. Στην Μαδρίτη είχαμε κι ένα κενό περίπου 8 ωρών μεταξύ των πτήσεων, το οποίο κι εκμεταλευτήκαμε για να πεταχτούμε μέχρι το κέντρο της πόλης και να κόψουμε μερικές βόλτες μέχρι να επιστρέψουμε στο αεροδρόμιο.
Γενικές εντυπώσεις από την Βολιβία:
Με το Περού να λαμβάνει τη μερίδα του λέοντος τουριστικά, η Βολιβία δέχεται μικρότερο αριθμό επισκεπτών, συγκριτικά, αλλά σε καμία περίπτωση δεν έχει να ζηλέψει σε κάτι από τη γείτονα. Η Βολιβία μου έδωσε την εντύπωση μίας χώρας η οποία είτε δεν έχει ανακαλύψει τον πλούτο της είτε δε γουστάρει να τον εκμεταλευτεί προς το ξένο επισκέπτη. Αυτό, δεν είναι απαραιτήτως κακό και το μέρος έως ένα βαθμό αποπνέει μία γνησιότητα...απ'όσο πρόλαβα να δω κι απ'όσα μέρη επισκεφθήκαμε εντός 5-6 ημερών. Γενικότερα, η Βολιβία στο άκουσμα της ως ταξιδιωτικός προορισμός της νοτίου Αμερικής πρέπει να είναι από τους λιγότερο δημοφιλής αλλά πλούσιος σ'εμπειρίες και παραστάσεις προς διάθεση. Η δε Λα Παζ μας άρεσε πολύ περισσότερο ως πρωτεύουσα κράτους από την Λίμα και πράγματι είναι πολλή φιλική προς τον επισκέπτη, με αρκετά ενδιαφέροντα σημεία και μέρη ν'ανακαλύψεις. Οι Βολιβιάνοι ως άνθρωποι αρκετά πιο χαλαροί από τους Περουάνους και οι ρυθμοί ζωής τους σε λιγότερη ένταση συγκριτικά με το Περού. Η επικοινωνία το ίδιο δύσκολη παρ'όλα αυτά. Η βολιβιάνικη κουζίνα σε μεγάλο βαθμό απογοητευτική προς μέτρια μ'εξαίρεση τις επιλογές από τους πλανόδιους και τα υπέροχα saltenas!
Όπως υποσχέθηκα και στην αρχή της ιστορίας θα επιχειρίσω μία κατά το δυνατόν αντικειμενική βαθμολόγηση στο κάθε ένα από τα πέντε προσωπικά κριτήρια του εκάστοτε ταξιδιωτικού προορισμού. Οι βαθμοί είναι καθαρά υποκειμενικοί και σύμφωνοι με τα βιώματα του ταξιδιωτικού χρόνου των 15 ημερών. Σε μία κλίμακα από το 0 έως το 10, με το 10 ν'αποτελεί το μέγιστο βαθμό, έχουμε λοιπόν:
Ιστορία: Περού --> 8.5 (από τις πιο πλούσιες ιστορικά χώρες που έχω επισκεφθεί!)
Βολιβία --> 7 (χάνει αρκετά λόγω της προχειρότητας με την οποία οι ίδιοι οι Βολιβιάνοι αντιμετωπίζουν τον ιστορικό τους πλούτο, αλλά σε καμία περίπτωση δεν είναι μία φτωχή ιστορικά χώρα)
Πολιτισμός: Περού & Βολιβία --> 6 (Αναμφίβολα το ένδοξο παρελθόν συνεισφέρει αλλά οι ντόπιοι ζουν στις δάφνες του. Λιγοστές προσπάθειες για τη δημιουργία σύγχρονου πολιτισμού...ίσως δε θα έπρεπε να είμαι και τόσο αυστηρός λόγω της κονκισταδόρικης περιόδου, καθώς και της πολιτικής αστάθειας μετέπειτα, αλλά μου έκανε αλγεινή εντύπωση το γεγονός ότι οι ίδιοι οι γηγενείς δε σέβονται το φυσικό τους περιβάλλον, π.χ. ρύπανση. Είναι κι αυτό δείγμα πολιτισμού!)
Φυσικό περιβάλλον: Περού & Βολιβία --> 8 (Από τα πιο εντυπωσιακά μέρη που έχω επισκεφθεί με τεράστια γκάμα σε εναλλαγή φυσικών τοπίων. Ειδικότερα, το Μάτσου Πίκτσου και το Salar de Uyuni είναι σχεδόν απόκοσμα μέρη τα οποία έχεις την εντύπωση ότι δεν ανήκουν σε τούτον εδώ τον κόσμο!)
Άνθρωποι: Περού & Βολιβία --> 7 (Η βαθμολόγηση χάνει αρκετά λόγω της δυσκολίας στην επικοινωνία, αλλά οι γενικότερες εντυπώσεις είναι άκρως ικανοποιητικές. Οι άνθρωποι και στις δύο χώρες φάνηκαν φιλικοί, κοινωνικοί και σε μεγάλο βαθμό ντόμπροι!)
Κουζίνα: Περού --> 8 (Άριστη, μεγάλο εύρος επιλογών, πολλή καλή πρώτη ύλη και σε πολύ μεγάλο βαθμό αυθεντική. Αρκετά οικονομική επίσης!)
Βολιβία --> 5 (Δυστυχώς, όχι τόσο επιτηδευμένη και πολυποίκιλη όσο η Περουάνικη...ίσως φταίει και το γεγονός ότι η χώρα δε βρέχεται από κάποιον ωκεανό!)
Ελπίζω να απολαύσατε την ιστορία μας! Καλά ταξίδια σε όλη την κοινότητα!
- Τ Ε Λ Ο Σ-
Η εν λόγω ταξιδιωτική ιστορία αποτελεί την πρώτη συγγραφική προσπάθεια, στην πρώτη, ελπίζω όχι και τελευταία, έκθεση στην Αμερικανική ήπειρο και δη στο νότιο κομμάτι της, το οποίο είναι και το πιο ενδιαφέρον κατ’ εμέ. Το περιεχόμενο του κειμένου είναι κατά βάση ένας απολογισμός προσωπικών εντυπώσεων και ερεθισμάτων στα οποία εκτέθηκα σ’ένα χρονικό διάστημα δύο εβδομάδων, καθώς επίσης και ερωτημάτων που γεννήθηκαν κατά τη διάρκεια του ταξιδίου, με πρακτικές συμβουλές και λογιστικά στοιχεία σε δευτερεύοντα βαθμό. Σκοπός της ιστορίας είναι η αφετηρία για συζήτηση γύρω από τα γεννηθέντα ερωτήματα και οδηγός για τους μελλοντικούς ταξιδιώτες που σχεδιάζουν ή πρόκειται να ταξιδέψουν σε μία από ή και τις δύο εν λόγω χώρες. Σημείωσις, το φόρουμ είναι φοβερά κατατοπιστικό και συνάμα ενδιαφέρον να συλλέξεις όλες τις μικρές λεπτομέρειες που θα συντελέσουν στον άριστο προγραμματισμό του ταξιδιωτικού σου στόχου.
Τα προσωπικά φίλτρα που οδηγούν στην επιλογή του εκάστοτε ταξιδιωτικού προορισμού, προ λήψεως της τελικής απόφασης, είναι: ιστορία, πολιτισμός, φυσικό περιβάλλον, άνθρωποι και φαγητό. Δίχως σημασίας η σειρά. Εάν στην πορεία εξυπηρετηθούν κατ’ελάχιστον τρία εξ’αυτών των κριτηρίων, θεωρώ το ταξίδι επιτυχημένο. Το ζήτημα φαγητού παραδείγματος χάριν μπορεί να φαντάζει αστείο στον τελικό απολογισμό αλλά προσωπικώς είναι πολύ σημαντικό καθότι καλοφαγάς, πολλώ δε μάλλον το γεγονός ότι σε εισάγει στην κουλτούρα και ιδιαιτερότητα των ανθρώπων της εκάστοτε χώρας επισκέψεως. Στο τέλος της ταξιδιωτικής ιστορίας θα επιχειρίσω μία κατά το δυνατόν αντικειμενική βαθμολόγηση σε κάθε ένα από τα πέντε προσωπικά κριτήρια.
Περού και Βολιβία λοιπόν. Ένας προορισμός (Περού) που ανέκαθεν βρισκόταν καρφιτσωμένος στην κορυφή της ταξιδιωτικής μου λίστας λόγω της μυστηριακής και συνάμα δυσπρόσιτης ταυτότητάς του, καθώς επίσης και ένας δεύτερος (Βολιβία), ο οποίος μάλλον προήλθε από σπόντα αλλά αποδείχθηκε διαμαντάκι. Η εξήγηση θα δωθεί στο κομμάτι Βολιβία. Το συγκεκριμένο ταξίδι ήταν επίσης ανέκαθεν δύσκολο να διεκπαιρεωθεί καθότι κομματάκι κοστοβόρο από τη μία, με λιγοστό διαθέσιμο χρόνο από την άλλη. Το πλήρωμα του χρόνου όμως είχε φτάσει, το ταμείο εύρωστο και η λογική τώρα ή ποτέ.
Το ταξίδι ήταν 15 ημερών καθαρού ταξιδιωτικού χρόνου και κόστισε χονδρικά 5.300 ευρώ, με τη μερίδα του λέοντος να λαμβάνουν τα αεροπορικά εισιτήρια. Τα υπερατλαντικά (Στοκχόλμη - Λίμα και Λα Παζ - Στοκχόλμη) μαζί με δύο πτήσεις εσωτερικού (Λίμα - Κούσκο και Κούσκο - Χουλιάκα) κόστισαν περίπου 3.000 ευρώ επί συνόλου δύο ατόμων. Τα υπερατλαντικά ήταν κουραστικά, δυστυχώς, με 3 ενδιάμεσους σταθμούς το καθ’ένα, αλλά δε γινότανε διαφορετικά· τα δύο εσωτερικά αδιάφορα μεν, με εξοικονόμηση πολύτιμου χρόνου και χρήματος δε. Χαρακτηριστικά ν’αναφέρω: Κούσκο - Χουλιάκα 20 δολλάρια το άτομο με Avianca για 50 περίπου λεπτά δρόμο. Σαφώς και κάποιος μπορεί να βρει πολύ οικονομικότερες τιμές αεροπορικών (με έναν ενδιάμεσο σταθμό) στα υπερατλαντικά αρκεί να είναι ευέλικτος με το χρονικό πλαίσιο και να κλείσει το εισιτήριο της επιστροφής με την ίδια αεροπορική. Σ'ενδεχόμενη περίπτωση επιτροφής μας από την Λίμα, θα είχαμε εξοικονομήσει περισσότερα, μιας και η Λα Παζ είναι λιγότερο προσφιλής προορισμός για τις μεγάλες αεροπορικές και διαθέτει την ιδιαιτερότητα ότι εξ’αιτίας του υψομέτρου τα αεροσκάφη δε μπορούν να πετάξουν με γεμάτο το ντεπόζιτο, με αποτέλεσμα να χρειάζονται ανεφοδιασμό μετά από μία μικρής διάρκειας πτήση σε ένα προορισμό (π.χ. Σάντα Κρουζ) χαμηλότερου υψομέτρου. Το τελευταίο κρατήστε το ως επιφύλαξη μιας και μου το είπε μία συνάδελφος, αλλά προς επιβεβαίωσή του μας έκανε εντύπωση το γεγονός ότι δεν υπήρχε ούτε μία υπερατλαντική πτήση από το αεροδρόμιο του El Alto την ημέρα της αναχώρησής μας.
Το ταξίδι επιμερίζεται σε 4 διανυκτερεύσεις στην Λίμα, 2 στο Κούσκο, 1 απροσδόκητα στο Ollantaytambo και 1 στο Aguas Calientes (ενώ αρχικώς ήτανε κλεισμένα 2 βράδια στο Aguas Calientes, θα εξηγήσω όμως παρακάτω τι συνέβη), 2 βράδια έξω από το Puno (δίπλα στη Λίμνη Titicaca), 3 στην Λα Παζ και 2 βράδια τα οποία τα περάσαμε στο λεωφορείο πηγαίνοντας και επιστρέφοντας από Uyuni. Τώρα που κάνω τον απολογισμό του ταξιδίου και δεδομένου του συνολικού χρόνου των 15 ημερών που είχαμε στη διάθεσή μας, το μόνο που θα άλλαζα θα ήταν μία λιγότερη διανυκτέρευση στην Λίμα και μεταφορά της κατά την παραμονή μας στο Κούσκο. Τα υπόλοιπα θα τα άφηνα ως γίναν. Με λίγα λόγια, ο χρόνος απεδείχθη τι άλλο...λιγοστός, οι ανοιχτές εκκρεμότητες πολλές αλλά τις κρατάω ως υποσχέσεις στο πίσω μέρος του μυαλού έτσι ώστε να τις έχω ως μία ακόμη αφορμή για να επαναλάβω το συγκεκριμένο ταξίδι κάποια στιγμή στο μέλλον...ευτύχως το έτερον μου ήμισυ κοιμάται και δεν ακούει τις σκέψεις μου! Θα καταλάβετε γιατί παρακάτω...
Πάμε λοιπόν τώρα που είναι ακόμη όλα φρέσκα στο μυαλό!
Περού, Λίμα:
Άφιξη στην Λίμα μέσω Παναμά με Copa airlines (δεν έχω προσωπική άποψη μιας και έπεσα ξερός στη διάρκεια των 3 ωρών και κάτι ψιλά πτήση) γύρω στις 7 και 30 το απόγευμα. Το κομμάτι Στοκχόλμη - Πόλη του Παναμά έγινε με Turkish airlines. Εξαιρετική η Turkish, γνωστό και χιλιοειπωμένο, με μοναδική αρνητική εντύπωση τη μηδενική αναφόρα περί Ελληνικού πολιτισμού στα βίντεο προβολής-διαφήμισης σημείων πολιτιστικού ενδιαφέροντος στη γείτονα χώρα. Θα μου πείτε τώρα εσείς και τι σε κόφτει, αλλά έχω και γω τις λόξες μου...βέβαια δεν περίμενα και μία κίνηση καλής θελήσεως από τον εθνικό αερομεταφορέα επιβατών της γείτονος.
Η πρώτη επαφή με την πρωτεύουσα του Περού μάλλον απογοητευτική λόγω της μαυρίλας και του χαοτικού που επικρατούσε στους δρόμους γύρω από το αεροδρόμιο, με την κατάσταση να καλυτερεύει όσο φτάναμε προς το ξενοδοχείο που είχαμε κάνει κράτηση στην περιοχή Miraflores, η οποία παρεπιπτόντως δεν αποτελεί κριτήριο εξαγωγής ασφαλών συμπερασμάτων για την ποιότητα ζωής στην Λίμα! Γρήγορα check-in στο κατάλυμα και περιπλάνηση στους γύρω δρόμους προς αναζήτηση βρώσης και γνωριμίας με τη ντόπια κουζίνα. Στον προγραμματισμό του ταξιδίου είχα σημειώσει μία cevicheria κοντά στο ξενοχοδείο, η οποία απεδείχθη κλειστή επ’άοριστον με αποτέλεσμα να καταφύγουμε σε μία anticucheria (Anticuchos Grimanesa) εκεί κοντά στη γειτονιά. Πρώτο δείγμα νοστιμότατον! Εάν κατάλαβα σωστά anticucho αποτελεί οποιαδήποτε μορφή ψημμένου στα κάρβουνα κρέατος περασμένο σε καλαμάκι, με το πιο δημοφιλές anticucho στην Λίμα να είναι τα κομμάτια καρδιάς μοσχαριού. Στο συγκεκριμένο μαγαζί κάτι το περασμένο της ώρας και κάτι η διστακτικότητα της Μ. μας οδήγησε σε anticucho de pollo, το οποίο μαριναρισμένο και σε συνδυασμό με δύο καυτερά dips απογείωνε τα αισθητήρια στον ουρανίσκο. Τίποτε άξιον αναφοράς για το υπόλοιπο της βραδιάς, γρήγορα στην αγκαλιά του Μορφέα με το χαμόγελο στα χείλη από την καυτερή επίγευση των anticuchos!
Το επόμενο πρωϊνό πραγματοποιήθηκε μία πρώτη επαφή με τον Ειρηνικό καθότι το δέος μεγάλο, η απόσταση από το ξενοδοχείο δε μικρή. Ο ωκεανός απέραντος και επιβλητικός έτσι όπως τα κύμματα του έσκαγαν στις μαύρες ακτές της Περουάνικης πρωτεύουσας, τα δε νερά χλιαρά προς εντύπωσής μου μιας και περίμενα ότι θα ήταν κρύσταλλο τη συγκεκριμένη εποχή του χρόνου. Όχι δεν κολύμπησα, απλώς είχαμε μία χειραψία! Ο ουρανός στην Λίμα ο χαρακτηριστικός γκρίζος για τη δεδομένη εποχή του χρόνου, η ατμόσφαιρα υγρή, αλλά η μυρωδιά της θάλασσας σου έφτιαχνε τη διάθεση για περίπατο στη Malecon. Έτσι κι έγινε λοιπόν και αφού περάσαμε από το φάρο και το πάρκο της αγάπης, το οποίο προσπαθεί να μιμηθεί κάτι από Gaudi, ο δρόμος μας οδήγησε βαθύτερα στη Miraflores και το πάρκο Κέννεντυ. Μία στάση εκεί για ζεστή σοκολάτα στο choco museo, το οποίο είχε λίγο τσιμπημένες τις τιμές αλλά κάτι το πάθος μου για γλυκά κάτι το γεγονός ότι ε! είσαι στην πηγή των κακαο-δενδρων φύγαμε από εκεί με κανα δυο κιλά σοκολάτες στο χέρι
Μ’ αυτά και μ’εκείνα αποφασίσαμε να πάμε εως την Plaza de armas περπατώντας. Αμ δε! Γρήγορα συνειδητοποιήσαμε ότι οι αποστάσεις είναι τεράστιες κι έτσι καταφύγαμε στη λύση του Metropolitano. Σημειωτέον, τα ΜΜΜ στην Λίμα είναι άθλια! Η πόλη έχει περί τα 8 εκ. πληθυσμό, οι δρόμοι είναι συνεχώς μποτιλιαρισμένοι καθώς όλοι χρησιμοποιούν ι.χ. και εάν κάποιος ξένος επιχειρήσει ν'ανέβει στα ιδιωτικά λεωφορεία που εξυπηρετούν διαφορετικά σημεία της πόλεως δίχως τη γνώση ισπανικών, καλή του τύχη...άνετα μπορεί να βρεθεί στη Γη του πυρρός δίχως να το καταλάβει! Το Metropolitano λοιπόν είναι μία κάποια λύσις καθότι χρησιμοποιεί τη δική του λωρίδα, δίχως παρεμβολή των νοτιοαμερικάνων ταλιμπάν των δρόμων. Στην ουσία πρόκειται για ένα υπερυψωμένο λεωφορείο, το οποίο μπορεί να σε φθάσει κάπως γρήγορα και οικονομικά στην Plaza de armas, αλλά σε ώρες αιχμής θυμίζει κάτι από τα αστικά λεωφορεία των Αθηνών ή Θεσσαλονίκης...με λίγα λόγια γνωρίζεσαι με όλες τις μασχάλες των συνεπιβατών.
Plaza de armas! Ένα όμορφο, κεντρικό σημείο αποικιακού χαρακτήρα σημαιοστολισμένο λόγω της επικείμενης εθνικής εορτής των Περουάνων στις 28 Ιουλίου. Γενικότερα, οι Περουάνοι έχουν έντονα ανεπτυγμένο το πατριωτικό στοιχείο και σχεδόν κάθε σπίτι και δημόσιο κτήριο έφερε σ'εμφανές σημείο την περουάνικη σημαία, η οποία παρεπιπτόντως είναι κι αρκετά όμορφη! Η ώρα 12 το μεσημέρι, πετύχαμε αλλαγή σκοπών μπροστά από το δημαρχειακό μέγαρο, γραφική. Δυστυχώς, ο καθεδρικός δεν ήταν επισκέψιμος και συνεπώς καταφύγαμε στην παραπλήσια εκκλησία του Αγίου Φραγκίσκου, η οποία επίσκεψις μαζί με τον εσωτερικό χώρο και τις κατακόμβες συστήνεται ανεπιφύλακτα. Ιδιαίτερη εντύπωση μας έκανε το γεγονός ότι στους περισσότερους χώρους τουριστικής απήχησης στην Λίμα, στο κόμιστρο της εισόδου συμπεριλαμβανόταν και ο ξεναγός με γνώση είτε της ισπανικής είτε της αγγλικής. Πολύ σημαντικό, καθότι διαφορετικά χάσκεις δεξιά-αριστερά χωρίς να καταλαβαίνεις τι βλέπεις. Η εκκλησία λοιπόν είναι αφιερωμένη στον άγιο Φραγκίσκο της Ασίζης, χτισμένη και διακοσμημένη με δυτική τεχνοτροπία μεν αλλά με εντόπια υλικά δε, προσδίδοντας της μία ιδιαίτερη γοητεία. Ο σκοπός της συγκεκριμένος· ο προσηλυτισμός των αυτόχθονων στον ρωμαιοκαθολικισμό! Ο ξεναγός εξόχως αποδοτικός και ήρεμος, σε σημείο που μία ενοχλητική κεντρο-ευρωπαία γραία παραπονούμενη ότι μίλαγε γρήγορα δίχως η ίδια να καταλαβαίνει και ότι δεν την άφηνε να τραβάει φωτογραφίες στο εσωτερικό του χώρου, ενώ απαγορευόταν, τον επέπληττε συνέχεια, αλλά εκείνος πράος δεχότανε την κακόβουλη κριτική της. Προσωπικά, θα την είχα στείλει ως ένα ακόμη έκθεμα στις κατακόμβες!
Η ώρα 6 το απόγευμα και επρόκειτο να συναντήσουμε τη διαδικτυακή μου φίλη Estefania και το σύζυγό της Nilton, οι οποίοι από κοντά φάνηκαν πολύ ενδιαφέρουσες και φιλικές φυσιογνωμίες. Η ιστορία απλή και σύντομη. Με την Estefania διατηρούσαμε φιλική επαφή μέσω του διαδικτύου από τα πρώτα χρόνια ανάπτυξης του φατσοβιβλίου όταν της είχα πει πως το να επισκεφθώ το Περού και το Μάτσου Πίκτσου είναι όνειρο ζωής για εμένα και αντιστοίχως για εκείνη όνειρο αποτελεί η επίσκεψή της σε κάποιο Ελληνικό νησί! Κατ’επιλογή της, βρεθήκαμε οι τέσσερίς μας στην καλύτερη anticucheria (El Tio Mario) της πόλης, στην περιοχή Barranco. Τάχιστα διαπίστωσα το γιατί, μιας και αυτή τη φορά δοκίμασα τα αυθεντικά anticuchos (με την καρδιά μοσχαριού) και ήτο νοστιμότατα! Πρώτη γνωριμία επίσης με το ιερό ποτό των Ίνκας, chicha morada, το οποίο ήταν πολύ γευστικό αλλά δεν ταίριαζε με τη γεύση του μαριναρισμένου κρέατος. Chicha morada είναι το ποτό το οποίο προέρχεται από τη ζύμωση του μωβ καλαμποκιού και χαρακτηρίζεται από μία γλυκιά επίγευση που αφήνει στο στόμα. Για επιδόρπιο, δοκιμάσαμε picarones, τα οποία είναι στην ουσία λουκουμάδες που αντί για μέλι σερβίρονται με συρόπι σύκου. Νοστιμότατα! Συνέχεια σ’ένα παρακείμενο bar για δοκιμή του εθνικού τους ποτού. Pisco sour! Υψηλές οι προσδοκίες καθότι λάτρης του μοσχολέμονου, χαμηλές οι εντυπώσεις μιας κι εάν στην αρχή ήταν γευστικό, όσο αραίωνε ο πάγος ανέδυε όλο και πιο έντονη η μυρωδιά της αυγουλίλας λόγω της μαρέγκας. Προτείνω το pisco με maraquia (passion fruit), το οποίο είναι επίσης ωραιότατο και φυσικά το πέρασα ένα τεστ. Εκεί λοιπόν στο bar, τα παιδιά μας ανοίξανε την καρδιά τους και μας γνωστοποιήσανε την Περουάνικη κοινωνία και καθημερινότητα, η οποία όπως διαπίστωσα λίγο-πολύ δεν απέχει από την Ελληνική· ίσως κατάτι πιο συντηρητική απ’ότι την περίμενα. Τα παιδιά έχουνε όνειρο να σπουδάσουν στο εξωτερικό (Ευρώπη) για καλύτερη ποιότητα ζωής και να μπορούν να ταξιδέψουν ανά τον κόσμο με μεγαλύτερη ευκολία, ξεφεύγοντας από τις καθημερινές δυσκολίες της ζωής στο Περού. Τους εύχομαι τα καλύτερα!
Την επομένη επισκεφθήκαμε το Huaca Pucllana, στο οποίο πας εύκολα περπατώντας μιας και βρίσκεται εντός της συνοικίας Miraflores κι αποτελεί μία λατρευτική πυραμίδα/σημείο επόπτευσης της περιοχής εξ’ολοκλήρου φτιαγμένη από λάσπη, ενισχυμένη με κομμάτια από όστρακα, από έναν προ-Ίνκας λαό προσδιορισμένο ως Lima people. Σκεπτόμενος ότι σε ενδεχόμενο δυνατής βροχόπτωσης δε θα έμενε τίποτα από την πυραμίδα για να δείχνουν στους μελλοντικούς επισκέπτες, ο ξεναγός με αρκετή δόση χιούμορ ανέφερε χαρακτηριστικά “but in Lima…never rains” καθότι έρημος. Σημειωτέον, ο ξεναγός πολύ ενημερωμένος, κατατοπιστικός και με ανεπτυγμένη την αίσθηση του χιούμορ! Κατόπιν, περιπλανηθήκαμε στη γειτονιά Barranco, αρκετά hipster για τα γούστα μου αλλά όμορφη συνοικία, προτού καταλήξουμε για ceviche και θαλασσινά στο Entre las redes, το οποίο μας είχε συστήσει η φίλη μας η Estefania από την προηγουμένη. Δείγμα θετικότατον από την πρώτη ματιά, μιας και έβλεπες μόνο ντόπιους να τρώνε εκεί! Αφού καταβροχθίσαμε 3 μπωλ με αποξηραμένους-αλατισμένους καλαμποκόσπορους πέσαμε με τα μούτρα στις μερίδες μας, οι οποίες απεδείχθησαν νοστιμότατες και πολύ οικονομικές. Βέβαια, το καλύτερο ceviche το δοκίμασα την αυριανή… Πίσω στο ξενοδοχείο, μεσημεριανή σιέστα και ετοιμασία για βραδυνή έξοδο. Εκ των προτέρων είχα κλείσει εισιτήρια για την παράσταση “Brisas del Titicaca”, την οποία συστήνω ανεπιφύλακτα σε όσους είναι λάτρεις της φολκλορικής παράδοσης, μιας και κατά την παράσταση έρχεσαι σε άμεση γνωριμία με τις παραδόσεις και τους χορούς των Περουάνων· όχι μόνον από την περιοχή της λίμνης Titicaca. Τύγχαμε και την προηγουμένη της εθνικής τους επετείου, τραγουδήσαμε τον ύμνο (πολύ παθιασμένοι οι Περουάνοι) και συνειδητοποιήσαμε πόσο γλεντζέδες και χορευταράδες είναι σαν τους Έλληνες! Η παράσταση καλά κράταγε και επειδή αυτοί δεν είχανε σκοπό να το διαλύσουνε, φύγαμε εμείς πέφτοντας στον πιο ανεκδιήγητο ταρίφα! Όχι μόνο δε κατάλαβε που του ζητήσαμε να μας αφήσει, δείχνοντάς του μάλιστα την τοποθεσία του ξενοδοχείου και στο χάρτη και στο κινητό, αλλά ο τύπος αφού πρώτα μας περιέφερε σε όλη την Λίμα νυχτιάτικα είχε και την απαίτηση να τον πληρώσουμε παραπάνω από την αρχικώς συμφωνειθήσα τιμή λόγω της έξτρα κούρσας. Αφού του κατέβασα στα ελληνικά κάμποσα μανουάλια και εξαπτέρυγα του πέταξα 5 παραπάνω soles για να μας αφήσει στην ησυχία μας. Ο συγκεκριμένος ήταν η μοναδική αρνητική εντύπωση που πήραμε από τους ντόπιους. Στο υπόλοιπο του ταξιδιού ήρθαμε σε επαφή κυρίως με ευγενικούς και προσηνείς τύπους. Δε γνωρίζω εάν ήτανε λόγω της αργίας την επομένη, αλλά η πόλη έσφυζε από ζωή γύρω στις 2 και 30 τα μεσάνυχτα!
Προτελευταία μέρα στην Λίμα και αποφασίσαμε να το πάρουμε ποδοράτο από την Miraflores μέχρι το museo Larco για να κάψουμε και καμιά θερμίδα....Που πας ρε Καραμήτρο; Η απόστασις απεδείχθη μακρυνή και σε κάποια φάση αισθάνθηκα σαν να περπατάω από την πλατεία Μεταξουργείου μέχρι τον Βοτανικό...σε ομορφιά εννοώ. Με τα πολλά φτάσαμε στο μουσείο διασχίζοντας σχεδόν όλη την περιοχή Magdalena del Mar και πήραμε μία πιο εμπεριστατωμένη άποψη για την Λίμα. Όχι ότι ήταν επικύνδινη να την περπατήσεις αλλά μια αίσθηση επισφάλειας στην άφηνε! Το μουσείο απεδείχθη διαμάντι και σε εκθέματα και σε όγκο πληροφορίας, μιας και αντιλαμβάνεσαι ότι Περού δε σημαίνει μόνο Ίνκας αλλά περίπου ακόμη 25 προ-Ίνκας πολιτισμούς, αρκετοί από τους οποίους με ανεπτυγμένη μυθιστορία, κοσμογονία, κοινωνική δομή...καθώς επίσης και σεξουαλική θεώρηση...μία επίσκεψη θα σας πείσει! Συστήνεται ανεπιφύλακτα και το καφέ του μουσείου, σ’έναν υπέροχο κήπο και με πολύ δυνατά γλυκά...δοκιμάστε το παραδοσιακό “tres leches” και θα με θυμηθείτε! Στη συνέχεια ταξί, νορμάλ αυτή τη φορά, μέχρι το πάρκο Κέννεντυ για βολταρία μέχρι που μας έπιασε πείνα, καταφεύγοντας στο Punto Azul για ceviche. Ε! όποιος σέβεται τον κοιλιόδουλο εαυτό του σαν κι εμένα οφείλει μία επίσκεψη σ’αυτό το ναό του ceviche. Ο σερβιτόρος με ρώτησε πόσο καυτερό το θέλω και του αποκρίθηκα «όπως ένας Περουάνος». Με την ολοκλήρωση του γεύματος, η κάψα από το συνδυασμό του μοσχολέμονου-κρεμμυδιού-και-καυτερής πιπεριάς που είχα στη μούρη, μου άφησε ανεξίτηλη τη μνήμη και στο στομάχι και στο μυαλό! Προσκυνώ τη χάρη σου ceviche! Μετά από τη χαρά του γεύματος, το πήραμε ποδαράτο μέχρι το ξενοδοχείο περνώντας από το εμπορικό Larcomar, το οποίο βρίσκεται φάτσα με τον ωκεανό και διαθέτει όλες τις γνωστές εμπορικές μάρκες, αλλά οι τιμές των προϊόντων δε διαφέρουν από τις αντίστοιχες στην Ευρώπη.
Τελευταία μέρα στην Λίμα και προτού κατευθυνθούμε στο αεροδρόμιο για Κούσκο, κάναμε μία πρωϊνή και γρήγορη επίσκεψη στο πλησίον του ξενοδοχείου μουσείο “of memory, tolerance and social inclusion”, το οποίο απευθύνεται κυρίως σε ισπανόφωνους και περιλαμβάνει αναδρομές από τα χρόνια πολιτικής αστάθειας στο Περού (1980-2000) και την προσπάθεια εξάπλωσης της κομμουνιστικής ιδέας· εάν κατάλαβα καλά καθότι δεν είμαι και γνώστης της ισπανικής. Με λίγα λόγια, πάλι ο απλός κοσμάκης την πλήρωσε, κυρίως στα υψίπεδα της χώρας, στη βίαιη πρσπάθεια εγκαθίδρυσης μίας πολιτικής ιδέας, καθώς επίσης απεδείχθη για μία ακόμη φορά η γνωστή «μέριμνα» επί των ξένων ζητημάτων από τους γνωστούς «ειρηνοποιούς» αυτού του αιώνα Αμερικάνους (των ΗΠΑ).
Γενικές εντυπώσεις από την Λίμα:
Αχανής πόλη, δίχως όμως ανεπτυγμένη συγκοινωνία και με τα σημεία ενδιαφέροντος έτσι διάσπαρτα καθώς είναι, ετοιμαστείτε είτε για ποδαρόδρομο είτε για γρήγορη εκμάθηση της ισπανικής. Το ταξί δουλεύει στο φουλ και σ’ένα βαθμό οικονομικά αρκεί να ξέρεις έστω τα νούμερα στα ισπανικά και να συμφωνήσεις στο ποσό πριν την κούρσα. Παζάρι όπωσδηποτε! Οι άνθρωποι αλλέγροι, κοινωνικοί και γενικότερα έβλεπες πολύ κόσμο να κυκλοφορεί έξω στους δρόμους. Η πόλη έχει «ζωή». Δυστυχώς, η επικοινωνία στα αγγλικά είναι δύσκολη αλλά μετά από μια-δυο μέρες χαροπάλη παίρνεις το αντίστοιχο pre-lower στα ισπανικά . Η κουζίνα πολλή δυνατή...θα το διαπιστώσατε βέβαια! Εάν ξαναπήγαινα δε θα αφιέρωνα παραπάνω από 2 βράδια.
Cusco, Ollantaytambo, Machu Picchu, Peru:
Μετά από περίπου 45 λεπτά πτήση φτάσαμε στο Κούσκο πετώντας πάνω από τις επιβλητικές οροσειρές των Άνδεων, για την ονομασία των οποίων ερίζουν δύο εκδοχές· θρυλείτε ότι το όνομα Andes επικράτησε είτε από την ονομασία “andenes” που χρησιμοποιούσαν οι κονκισταδόρες για να περιγράψουν τις περίφημες ταράτσες των Ίνκας που χρησιμοποιούσαν για την καλλιέργεια της γης, είτε από τη λέξη quechua “antisuyo” που αποτελούσε μέρος της αυτοκρατορίας των Ίνκας και αποκρινόντουσαν οι δύσμοιροι όταν τους ρωτούσαν οι Ισπανοί κατακτητές που βρίσκεται ο χρυσός. Η προσμονή τεράστια, η αγωνία μη μας πιάσει η νόσος των ορειβατών μεγάλη αλλά και η ταλαιπώρια των προηγούμενων ημερών συσσωρευμένη, μιας και το jet lag με είχε χτυπήσει αλύπητα με αποτέλεσμα να κάνω αλλοπρόσαλο ύπνο γι’αρκετά βράδια στη σειρά...Η προσμονή λογική, η ταλαιπωρία επιλύθηκε με το πέρασμα των ημερών, για τη νόσο του υψομέτρου (soroche) τι γίνεται; Λύσις υπάρχει κι αποτελεί ένα συνδυασμό παραγόντων, ο οποίος και πάλι δεν εγγυάται ότι το υψόμετρο δε θα σε επηρεάσει και θα τη γλιτώσεις...Οι συμβουλές διαθέσιμες με μια γρήγορη αναζήτηση στο διαδίκτυο: την πρώτη μέρα την περνάμε χαλαρά, χωρίς πολλά πολλά, για να εγκλιματιστεί ο οργανισμός στο υψόμετρο, συχνή ενυδάτωση, αποφυγή κατανάλωσης αλκοολούχων, δεν τρώμε βαριά για να μην πάει το αίμα στο στομάχι και τέλος χάπια για το υψόμετρο κι αρκετά φύλλα κόκκας (είτε μασώντας τα είτε ως τσάι). Τα χάπια τα προμηθευτήκαμε από ένα φαρμακείο στην Λίμα και καθ’υπόδειξην της ρεσεψιονίστ, πήραμε ένα πριν αναχωρήσουμε για Κούσκο και έκτοτε κάθε 8 ώρες για ένα διάστημα τριών ημερών. Mate de coca καταναλώναμε συνέχεια, όχι επειδή σώνει και καλά κάνει τίποτα, ούτως ή άλλως δεν έχει αποδειχθεί επιστημονικά η συμβολή του στο soroche παρά τις βαθιές πεποιθήσεις περί του αντιθέτου των ντόπιων, αλλά γιατί μας άρεσε και σε χαλάρωνε. Ειδικότερα, διάβασα ότι το mate de coca χαλαρώνει το μαλακό ιστό στη δίοδο προς τους πνεύμονες, καθώς επίσης εκκρίνει χημικά προς αποτελεσματικότερη πέψη των υδατανθράκων πάνω στους οποίους βασίζεται κατ’αποκλειστικότητα η διατροφή (πατάτα και καλαμπόκι) των ιθαγενών των Άνδεων, περιορίζοντας κατ’αυτό τον τρόπο το αίμα που πάει προς το στομάχι. Επίσης, καταπολεμά την αίσθηση της πείνας....βέβαια σ'εμένα δεν έπιασε Σε καμία περίπτωση όμως δεν οδηγεί σε παραπάνω οξυγόνωση του εγκεφάλου. Ευτυχώς, εμάς δε μας επηρέσε σχεδόν καθόλου το υψόμετρο, αλλά και πάλι μία μάχη των πνευμόνων να πάρουν ανάσα την καταλάβαινες ανά περιόδους και ειδικότερα, πιο έντονα το νοιώσαμε στη λίμνη Τιτικάκα (3800 μέτρα από τη θάλασσα γαρ).
Η κεντρική πλατεία (μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς) με δεσπόζουσες τις δύο εκκλησιές αποικιακού ρυθμού και το ιστορικό κέντρο του Κούσκο ένα ποίημα, σε αντίθεση με όλο τον υπόλοιπο ιστό γύρω από αυτά, όπου εάν ζούσαν τη σήμερον οι Ίνκας θα τους είχαν πάρει το σκαλπ για το κιτσαριό! Περιπλανηθήκαμε στην κεντρική πλατεία και στα γύρω σοκάκια όπου βρίθουν τα τουριστομάγαζα, ώσπου μας έκοψε μία πείνα και για μία ακόμη φορά η συμβουλή της φίλης Estefania απεδείχθη χρυσός...φαγητό στο Cicciolina...ναι η γνωστή γυμνόστηθη και επίδοξη πρωθυπουργός της γείτονος χώρας, εκ των αριστερών μας, η οποία κατά την προεκλογική της περίοδο άφηνε τους επίδοξους ψηφοφόρους να της ψηλαφίσουν (σικ) τα στήθη...ώρες ώρες πιστεύω ότι δεν είμαστε η μοναδική γραφικότητα λαού πάνω σ’αυτόν τον πλανήτη! Το μαγαζί, στα καθέκαστα, ένας γαστριμαργικός ναός σ’ένα φοβερά καλαίσθητο και ζεστό χώρο, ο οποίος επιβάλει μία επίσκεψη από τους μερακλήδες του είδους. Οι τιμές κατάτι τσιμπημένες σε σύγκριση με την υπόλοιπη περιοχή αλλά τα πιάτα σε αποζημιώνουν και με το παραπάνω. Σημειωτέον, δοκιμάστε ότι γράφει στο μενού...απλά προσκυνάς! Κι εκεί που σέρναμε τα κουφάρια μας βαριά βαριά από την κούραση και το δικό μου από το φαγητό (δάσκαλε που δίδασκες....άλλα δε μας έλεγες παραπάνω για το soroche) πηγαίνοντας να κατακλιθούμε, που έλεγε και η Κατακουζήνα, είτε μπαίναμε στο δωμάτιο του ξενοδοχείου είτε σε ψυγειο-καταψήκτη της bofrost το ίδιο και το αυτό! Το δωμάτιο σε μια γωνιά να μη το ‘χει δει ποτέ ο ήλιος και το φως της ημέρας, η θέρμανση να μη λειτουργεί και το ζεστό νερό στο μπάνιο να πάει και να ‘ρχετε...Μπαίνει η κακομοίρα η Μ. να κάνει ένα ντους να χαλαρώσει· τίποτα, πάει να στεγνώσει τα μαλλιά από τη ψυχρολουσία, το πιστολάκι να μη δουλεύει...φορτώνει στο κρανίο και όπως καθόμουν στο λόμπυ για να έχω καλύτερη πρόσβαση στο διαδίκτυο, γιατί στο δωμάτιο δεν, ποιος την είδε και δε την φοβήθηκε...με μπικουτί και ρόλλευ μπήκε η τρελή στο τρόλλευ αρχίζει και κατεβάζει ευχέλαια στο ρεσεψιονίστ, που εδώ που τα λέμε τα χρειαζότανε γιατί ήτανε εριστικός εξ αρχής. Με τα πολλά φέρανε ένα σώμα στο δωμάτιο μπας και ζεστάνει το ρημάδι και κάτι κάνανε με το θερμοσίφωνα και το ζεστό νερό ήρθε, αφότου πρωτίστως άδειαζες ένα φράγμα του Μαραθώνα. Τέλος πάντων, το βράδυ βγήκε κάτω από 4-5 κουβέρτες και το πρωί μετά από ένα καλό πρωϊνό, το μοναδικό δυνατό χαρτί του ξενοδοχείου μαζί με τον εσωτερικό κήπο και την τοποθεσία του, ήμασταν έτοιμοι για εξόρμησις.
Είχαμε κλείσει από την προηγουμένη ένα ολοήμερο τουρ στην ιερή κοιλάδα με παραλαβή από το ξενοδοχείο κι επιστροφή στο Κούσκο αργά το βράδυ. Η συνεννόηση με το γραφείο μπουζούκι ...μέσω google translate, η δε παραλάβη το επόμενο πρωί με μια ώρα καθυστέρηση από το χεράκι κι αφού μαζέψαμε όλα τα καλά παιδάκια από τα γύρω τα hostel φτάσαμε όλοι μαζί στο σχολείο ε... στο λεωφορείο ήθελα να πω. Φοβερή οργάνωσις. Εντάξει καταλαβαίνω ότι το λεωφορείο δε μπορεί να μπει στα στενοσόκακα, αλλά γιατί δε λένε στον κόσμο να βρεθεί την τάδε ώρα στο τάδε σημείο, έτσι ώστε να μη χάνεις πολύτιμο χρόνο...πυρηνική φυσική μάλλον. Ευτυχώς, η ξεναγός ήταν αξιοπρεπέστατη, φοβερά παθιασμένη και ενημερωμένη πάνω στο αντικείμενό της, με καλή γνώση των αγγλικών και παρ’όλο που ήμασταν οι μοναδικοί μη ισπανόφωνοι στο γκρουπ, μοίραζε με επιμέλεια το χρόνο επεξήγησης μεταξύ ισπανικών και αγγλικών. Η γλυκήτατη Λίλυ, μία Περουάνα, η οποία γνώριζε επίσης και quechua καθώς επίσης και όλο το ιστορικό γίγνεσθαι γύρω από την αυτοκρατορία των Ίνκας, μ’ένα μπόι 1.50 με τα χέρια στην ανάταση. Γενικότερα, οι Περουάνοι είναι αρκετά μικροσκοπικοί και ενδεικτικά αναφέρω ότι σε πολλά από τα κρεββάτια των ξενοδοχείων τα πόδια μου έχασκαν. Το τουρ περιελάμβανε το Pisaq, με τις φοβερές ταράτσες του (andenes), στην κορυφή της ιερής κοιλάδας, διαδρομή κατά μήκος του ιερού ποταμού Urubamba, ο οποίος προσωπικά τη σήμερον μου φάνηκε γατάκι μπροστά στο ένδοξο παρελθόν του, στάση σ’ένα μάλλον αδιάφορο μέρος για μεσημεριανό με πολλές επιλογές (buffet) όμως, το Ollantaytambo με τον υπέροχο ναό του ήλιου και το γραφικό χωριό Chincero πάνω στα βουνά κατά την επιστροφή προς Κούσκο. Η ιερή κοιλάδα των Ίνκας αποτελεί από τα πιο εντυπωσιακά φυσικά μέρη που έχω επισκεφθεί! Οι χιονοσκέπαστες, πανύψηλες κορφές των γύρω βουνών (cordillera de los Andes), οι οποίες αποτελούσαν προστάτιδες δυνάμεις (apu) των εκάστοτε αυτοκρατόρων των Ίνκας, σε συνδυασμό με το ποτάμι που διασχίζει την κοιλάδα σε υψόμετρο κατάτι λιγότερο των 3000 μέτρων συντελούν σ’ένα μοναδίκο φυσικό τοπίο. Με λίγα λόγια μένεις με το στόμα ανοιχτό και ρουφάς με τα μάτια!
Λίγα λόγια και για το Ollantaytambo…αξίζει κάποιος να αφιερώσει μία διανυκτέρευση εκεί και να επισκεφθεί με την ησυχία του το ναό του ηλίου, ο οποίος είναι χτισμένος σ’ένα εντυπωσιακό σημείο από το λαό Tiahuanaco, που προ-υπήρξε των Ίνκας και τους μετέδωσε μπόλικη γνώση γύρω από τη λατρεία του θεού ηλίου και την παρατήρηση των ουράνιων φυσικών φαινομένων. Το διαμαντάκι στην όλη τοποθεσία είναι η εγχάραξη ενός προσώπου στην απέναντι πλαγιά, απ’όπου οι ακτίνες του ηλίου αντανακλούν κατά το καλοκαιρινό (21η του Ιούνη) ηλιοστάσιο για μας, χειμερινό για τους Περουάνους, δημιουργώντας μία ευθυγραμμισμένη σκιά από 2 αντιδιαμετρικώς τοποθετημένα κεφάλια πούμα, σηματοδοτώντας κατ’αυτόν τον τρόπο την έναρξη της αγροτικής περιόδου...Πόσο μπροστά αυτοί οι άνθρωποι και πόσο αδαείς οι κονκισταδόρες που δίχως να καταλαβαίνουν τη σημασία των κεφαλιών πούμα, είτε για λόγους αφορισμού της παγανιστικής λατρείας, πήγαν και τα κούρεψαν...Τι μου θυμίζει...α! τους σύγχρονους βανδάλους του Ισλαμικού Κράτους!
Στο δρόμο της επιστροφής σταματήσαμε και σε μία εκκλησία στο Chincero, η οποία είναι χτισμένη πάνω στη βάση ενός πρώτερου ναού των Ίνκας και η σημειολογία της ήταν κατ’εμέ διττή. Αφενός μεν εξυπηρετούσε στο να υποδείξει στους ιθαγενείς ότι ο Ρωμαιοκαθολικισμός είναι πιο ισχυρός από την πρώτερη λατρεία, αφετέρου δε βοηθούσε στην πιο εύκολη οικειοποίηση της νέας θρησκείας με τη λογική ότι στις βάσεις της προηγούμενης «χτίζεται» μία νέα...και με το καλό και με το άγριο δηλαδή θα σας κάνουμε χριστιανούς! Όπως και να ‘χει, η ρωμαιοκαθολική εκκλησία χρησιμοποίησε διάφορα τρικ για να προσηλυτίσει νέους φορολογούμενους...ε με συγχωρείτε πιστούς ήθελα να πω!
Στην επιστροφή σταματήσαμε και σε μία τοπική, ιδιωτική επιχείριση κλωστοϋφαντουργίας, όπου η καλή Περουάνα Σεραφίνα, η οποία παρακαλώ ομιλεί 5 γλώσσες, αφού μας εξήγησε πως γίνεται η επεξεργασία του μαλλιού και η εγχρωμάτωσή του, μας τα τσέπωσε με τακτ για 3 μάλλινα, αλπάκα υποτίθεται, τα οποία εμείς οι αδαείς φάγαμε ως αμάσητα. Προσωπική συμβουλή, εάν πάτε Βολιβία ψωνίστε από εκεί μάλλινα από 100% μαλλί αλπάκα, καθότι πιο ποιοτικά και βεβαίως βεβαίως πιο φθηνά! Το αυθεντικό αλπάκα το καταλαβαίνεις από το βάρος του και από τις πολλές λεπτές-λεπτές τριχίτσες που πετάνε εδώ κι εκεί...τα υπόλοιπα είναι είτε από μαλλί λάμα είτε ακόμη από προβάτου. Όχι ότι είναι άσχημα, πρέπει κι αυτά να είναι χειροποίητα, απλώς δεν είναι από μαλλί αλπάκα!
Χορτασμένοι από εικόνες και συναισθήματα φτάσαμε με τα πολλά στο ψυγείο μας!
Την επομένη αφού περιτρυγιρίσαμε τα στενά στο Κούσκο για να σκοτώσουμε το χρόνο μας, πήγαμε έως το σταθμό των ιδιόκτητων λεωφορείων (collectivos), τα οποία έχουν προταθεί κι εδώ στο φόρουμ ως ένας οικονομικός τρόπος για να φθάσεις στο σταθμό των τρένων του Ollantaytambo. Ε! Την πατήσαμε! Όχι στην τιμή, καθώς πράγματι τα 10 soles το άτομο είναι η καλύτερη τιμή της αγοράς που παίζει, αλλά στο χρόνο μέχρι να φθάσεις στο Ollantaytambo. Είχα σημειώσει ότι η απόσταση είναι περίπου 90 λεπτά μέχρι το σταθμό και για ασφάλεια ήμασταν εκεί 45 λεπτά νωρίτερα. Αυτό που δεν είχα υπολογίσει, ήταν το γεγονός ότι οι τύποι περίμεναν μέχρι να πληρωθούν όλες οι διαθέσιμες θέσεις, δεκτόν γιατί δε το είχαμε μισθώσει το όχημα ιδιωτικώς, αλλά επίσης και τις 15 χιλιάδες ενδιάμεσες στάσεις που έκανε ο οδηγός μέχρι να φτάσουμε...για να ανεβάσει κόσμο, να κατεβάσει κόσμο, να προσευχηθεί, να αφοδεύσει,να να να. Αποτέλεσμα...φτάσαμε 10 λεπτά μετά την προγραμματισμένη αναχώρηση του τρένου για το Μάτσου Πίκτσου!
Τρέχοντας πανικόβλητοι με τα backpacks και με την ανάσα κομμένη, συναντάγαμε όλο και περισσότερο κόσμο προς την είσοδο της αποβάθρας, έως ότου δυο κοπέλες που μας είδαν να τρέχουμε σαν τον κέρμιτ το βάτραχο μας είπαν να χαλαρώσουμε και πως το δρομολόγιο είχε ακυρωθεί λογω του πρωϊνού ατυχήματος μεταξύ των τρένων της Perurail και της Incarail....Καλέ μου άνθρωπε, πως το είπες αυτό; ακυρώθηκε; Τυχεροί μεσ’την ατυχία μας, το δρομολόγιο είχε πράγματι ακυρωθεί και όπως απεδείχθη κι όλα τα επόμενα εκείνης της ημέρας. Η ιστορία έχει ως εξής: κάποιοι ντόπιοι, οι οποίοι διαμαρτυρόμενοι για τη μη επιβίβασή τους σ’έναν από τους επόμενους σταθμούς του Ollantaytambo, θεώρησαν ορθόν να διαμαρτυρηθούν στεκόμενοι πάνω στις γραμμές με αποτέλεσμα να σταματήσουν όλα τα εν κινήσει τρένα. Λογικά δεν πρέπει να υπήρξε σωστή ενημέρωση κι ένα από τα τρένα της Incarail πήγε και καρφώθηκε πάνω σ’ένα σταματημένο της Perurail. Αποτέλεσμα...κάποιοι σοβαρά τραυματισμένοι να έχουν καταλήξει στα τοπικά νοσοκομεία, κάποιοι λιγότερο, αλλά ευτύχως απ’όσο ενημερωθήκαμε κανείς θανάσιμα...τι απέγιναν οι βαριά τραυματίες στη συνέχεια δεν το γνωρίζω! Περιττό ν’αναφέρω το χάος που προέκυψε με τους επιβάτες όλων των επόμενων, προγραμματισμένων δρομολογίων, με συνέπεια αρκετοί εξ’αυτών να μη μπορέσουν να βρεθούν στο Aguas Calientes και δη στο Μάτσου Πίκτσου, διότι κανείς δεν πάει να δει το χωριό στους πρόποδες του βουνού. Εκείνη τη στιγμή μου πέρασε η εικόνα από το μυαλό με τα καραγκιοζιλίκια των συνδικαλιστών που πάνε και κλείνουν την Ακρόπολη και άνθρωποι που έρχονται από χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά, με μία και μόνο ευκαιρία να τη δουν, μένουν με το παγωτό στο χέρι....τουλάχιστον τη βλέπουν από τη Διονυσείου Αρεοπαγίτου, το Μάτσου Πίκτσου όμως...Για καλή μας τύχη όμως και παρά τη χαζομάρα μας να φθάσουμε αργοπορημένοι, ασχέτως τελικά του συμβάντος, μπορέσαμε ν’αλλάξουμε τα εισιτήρια για το πρώτο πρωινό τρένο της επομένης κι ευτυχώς όλα κύλησαν ομαλώς. Πλείστοι άλλοι όμως δεν ήταν τόσο τυχεροί!
Στο σημείο αυτό να αναφέρω ότι οι 2 κοπέλες που μας ενημέρωσαν για το συμβάν αποφάσισαν μέσα στη φούρια τους, μαζί με άλλες 2, να πάνε οδικώς μέχρι τον υδροηλεκτρικό σταθμό κι από εκεί με τα πόδια μέχρι το Aguas Calientes…Μην το επιχειρήσει κανείς...Όχι μόνο ο επιτήδειος τους τσέπωσε από 150 soles (περίπου 50 δολλάρια) της καθεμιάς, αλλά μετά από 4 ώρες οδήγηση σε κατσικόδρομο κι αφού σταματούσε κάθε τόσο να προσευχηθεί, έπρεπε να περπατήσουνε 3 ώρες με τα σακίδια στην πλάτη μέχρι το Aguas Calientes μέσα στη νυχτιά και τη ζούγκλα. Όπως μας ανέφεραν την επομένη που τις τρακάραμε στο Μάτσου Πίκτσου, μέσα από τα δένδρα ακούγονταν “hey sexy girls” και πρέπει να βάρεσαν τα πόδια στην πλάτη. Μάθημα: ο λύκος στην αναμπουμπούλα χαίρεται!
Πίσω σε μας, αφού βρήκαμε ένα αξιοπρεπέστατο κατάλυμα κοντά στο σταθμό να βγάλουμε το βράδυ, πήγαμε για φαγητό σ’ένα παρακείμενο παραδοσιακό μαγαζί (Apu Veronica). Το μαγαζί δε σου γέμιζε το μάτι, ειδικά με τη ραθυμία του προσωπικού, αλλά τελικώς το φαγητό σε αποζημίωνε. Εκεί δοκίμασα κρέας από αλπάκα, το οποίο παρ’ότι σφιχτό ήταν νόστιμο και σε συνδυασμό με κάποιες σως (γύρω στις 5 πρέπει να φέρανε μαζί με το κρέας) απολαυστικότατο. Εν συνεχεία, κατευθυνθήκαμε στο ξενοδοχείο για ύπνο. Περιττό ν'αναφέρω ότι δεν κλείσαμε μάτι από το άγχος και μόνο υπό τη σκέψη πως τα τρένα μπορεί να μη λειτουργούσαν την αυριανή και τι θα κάναμε σ’αυτό το ενδεχόμενο!
Ευτυχώς, όλα κύλησαν κατ’ευχήν και γρήγορα γρήγορα επιβιβαστήκαμε τα χαράματα. Στο πρώτο κομμάτι της διαδρομής η νυχτιά δε σ’άφηνε ν’απολαύσεις αυτό που θ’ακολουθούσε...Όσο το σκότος έσπαγε όμως, ένα απίστευτο τοπίο αποκαλυπτόταν γύρω από τις πανύψηλες και καταπράσινες αυτή τη φορά κορφές! Μία από τις πιο εντυπωσιακές διαδρομές με τρένο, την οποία φυσικά χρυσοπληρώνεις με το αζημίωτο...ένας συμφορουμίτης είχε αναφερθεί προηγουμένως στο συνολικό κόστος επισκέψεως στο Μάτσου Πίκτσου, το οποίον ποσόν ανέρχεται στα 235 δολλάρια έκαστος (70 με το τρένο να πας, 55 να γυρίσεις, 86 το εισιτήριο για τον αρχαιολογικό μαζί με το τρεκ στο βουνό κι άλλα 24 ν'ανέβεις και να κατέβεις με το λεωφορείο)...Καθότι βεβαίως βεβαίως πρόκειται γι’ένα από τα επτά σύγχρονα θαύματα του κόσμου, τα σκας και λες κι ευχαριστώ!
Άμα τη αφίξει μας στο Aguas Calientes, σπεύσαμε άρον άρον να κάνουμε check-in αφού πρώτα διασχίσαμε όλο το χωριό μέχρι να βρούμε το ξενοδοχείο...και τελικώς, βουρ για το Μάτσου Πίκτσου! Ανεβαίνοντας το γνωστό κατσικόδρομο μέχρι την είσοδο του αρχαιολογικού χώρου κι αφού προσευχηθήκαμε πολλές φορές στον Inti και την Pachamama να μη φύγουμε στο κενό και συναντήσουμε τους προγόνους των χτιστάδων αυτού του ιερού μέρους, η προσμονή μας ολοένα κι αυξανόταν. Για το Μάτσου Πίκτσου τι να πρωτοαναφέρω...οι προλαλήσαντες τα έχουν πει όλα...το μέρος το τρως με τα μάτια και το ρουφάς ως το μεδούλι μέχρι να έρθει η αποφράδα στιγμή να πάρεις ξανά τον κατήφορο και σφηνωθεί βαθειά στο μυαλό σου η υπόσχεση για επιστροφή!
Πήγαμε μέχρι τα μισά του Inca trail, το οποίο σε οδηγεί στην πύλη του ηλίου, ανεβήκαμε μέχρι την κορφή του βουνού (Μάτσου Πίκτσου) στα 3060 μέτρα όπου δυστυχώς δεν απολαύσαμε την πανοραμική θέα λόγω του άσπρου πέπλου από σύννεφα που είχε σκεπάσει τα γύρω βουνά, αλλά και μόνο η διαδρομή σε ηλέκτριζε αφού σου έβγαζε το λάδι πρώτα (500 περίπου μέτρα ανάβαση μόνο σκαλοπάτι αλλά αξίζει τον κόπο), πήγαμε απ’εδώ πήγαμε απ’εκεί και πάλι δεν το χορτάσαμε. Σημειωτέον, ν’αναφέρω ότι έαν πληρώσεις τιμή εισιτηρίου συμπεριλαμβανομένου οιαδήποτε τρεκ, δικαιούσαι δύο εισόδους-εξόδους στο χώρο. Διαφορετικά, εάν έχεις απλό τύπο εισιτηρίου και κάνεις το λάθος να βγεις μία φορά γιοκ! Έτσι την πάτησε ένα ζευγάρι ξένων και δε μπορούσαν να ξαναπεράσουν μέσα. Στη δεύτερη διέλευσή μας πήραμε ξεναγό για να μάθουμε και κάτι για τον τόπο, ο οποίος ξεναγός τελικά απεδείχθη φύρα για τα 50 δολλάρια που πήρε...πιο πολύ διαφήμιζε το βιβλίο του που είχε γράψει πάνω στο Μάτσου Πίκτσου και το διαφήμιζε ως ταινία του Χόλυγουντ, παρά σ’έκανε να αισθανθείς το δέος γι’αυτόν το σημαίνοντα, ιστορικό χώρο!
Κάποιες προσωπικές απόψεις κι ερωτήματα περί του χώρου:
· Εάν υπήρχε μία ζυγαριά ιστορικής βαρύτητας, κατά πάσα πιθανότητα το Tiahuanaco θα ζύγιζε πιο πολύ από το Μάτσου Πίκτσου. Το Μάτσου Πίκτσου κερδίζει στα σημεία λόγω του περιβάλλοντος φυσικού τοπίου (μ-ο-ν-α-δ-ι-κ-ό) και της καλύτερης διατήρησης του χώρου, αλλά οι Ίνκας δανείστηκαν πολλά στοιχεία από το λαό του Tiahuanaco και ως σώφρονες καθώς ήσαν τα ενσωμάτωσαν και στο δικό τους πολιτισμό.
· Τη χρονική στιγμή που οι Ευρωπαίοι πίστευαν πως η Γη ήταν επίπεδη, οι Ίνκας με την παρατήρηση της περιστροφής του ήλιου και προβλέποντας τις ισημερίες και τα ηλιοστάσια γνώριζαν πως η Γη ήτο σφαιρική προ πολλού. Η τραγική ειρωνεία...τελικά η αυτοκρατορία των Ίνκας κατέπεσε στα χέρια των μέχρι πρότινος “flat-earth believers” και μάλιστα σχετικά αναίμακτα λόγω τεχνολογικής υπεροχής (βλέπε μπαρούτι).
· Θα ήθελα να γνώριζα τον πολιτισμικό και ιστορικό αντίκτυπο, εάν οι Ίνκας είχαν επικρατήσει των κονκισταδόρων. Βέβαια, αργά η γρήγορα θα είχαν έρθει σε επαφή με κάποιον πιο προηγμένο πολιτισμό κι έτσι τεχνολογικά ανοχύρωτοι καθώς ήταν, σε συνδυασμό με το σφετερισμό του θρόνου μεταξύ Αταχουάλπα και του αδερφού του λίγο πριν το τέλος, θα είχαν γνωρίσει πάνω-κάτω την ίδια μοίρα!
· Τι κρίμα που δεν είχαν ανεπτυγμένη μορφή γραφής επίσης...θα γνωρίζαμε πολλά περισσότερα!
· Δε μπορώ να φανταστώ πως θα έμοιαζε αυτό το μέρος στην ακμή του...μακάρι να υπήρχε μία χρόνοκάψουλα· πολλώ δε μάλλον εάν είχε ολοκληρωθεί η κατασκευή του καθότι ημιτελές. Βέβαια το ερώτημα τίθεται κι αντιστρόφως...τι θα είχε συμβεί στο χώρο εάν τον είχαν βρει πρώτερα οι Ισπανοί...
· Τελικώς, ο Hiram Bingham απεδείχθη ένας ακόμη πλιατσικολόγος, λόρδος Έλγιν του περασμένου αιώνα, καθότι 80% των ευρημάτων δε βρίσκονται στο φυσικό τους χώρο αλλά σε κάποια αίθουσα του πανεπιστημίου Yale της Αμερικής. Απ’όσο ρώτησα τον ξεναγό, τα αισθήματα των Περουάνων είναι ανάμεικτα γι’αυτόν τον τύπο, καθώς ναι μεν από τη μία προκάλεσε «άθελά» του κάποιες φθορές στο χώρο, συν το πλιάτσικο, από την άλλη δε ανέδειξε σ’όλον τον κόσμο αυτό το παντοτινό διαμάντι...Βεβαίως βεβαίως εάν δεν υπήρχε η αρωγή ενός πιτσιρικά, ο οποίος ζούσε στους πρόποδες του βουνού και τους έδειξε το μέρος, ακόμη θα το ψάχνανε!
Μ’ αυτά τα ερωτήματα και με το νου γεμάτο με εικόνες και συναισθήματα, αλλά ουχί χορτασμένο, πήραμε τον κατήφορο για το χωριό κάπως στενάχωροι που αφήναμε πίσω ένα μέρος απαράμιλλης ομορφιάς. Γοργά γοργά κάτσαμε για φαγητό, πέσαμε μάλλον κατάκοποι σε γλυκό όμως λήθαργο και ξυπνήσαμε πουρνό-πουρνό για την επιστροφή στο Ollantaytambo και τελικώς στο αεροδρόμιο του Κούσκο. Ξανά με collectivo, αλλά ευτυχώς όλα κύλησαν ομαλά αυτή τη φορά. Μαντέψτε ποιες τρακάραμε πάλι....τις κοπέλες από την ημέρα του συμβάντος με τα τρένα, οι οποίες απεδείχθησαν πολύ φιλικές φυσιογνωμίες, λάτρεις της Ελλάδος και από τη μεταξύ μας συζήτηση είχαν πραγματοποιήσει ένα γεμάτο πρόγραμμα διάρκειας ενός μηνός σε Περού και Βολιβία (ζήλεψα...)!
Κοινότητα Luquina, lake Titicaca, Peru:
Κατά τον προγραμματισμό του ταξιδίου είχε επισημανθεί με κεφαλαία γράμματα το «ΑΠΕΦΥΓΕ ΤΗ ΔΙΑΜΟΝΗ ΣΤΟ ΠΟΥΝΟ», καθότι πολλές οι αναφορές εδώ στο φόρουμ με διόλου κολακευτικά λόγια. Ναι αλλά δε θα επισκεφθούμε τη σε μεγαλύτερο υψόμετρο πλωτή λίμνη στον κόσμο με τα πλωτά νησιά των Uros; Κι εάν ναι, που μένουμε; Ψάχνοντας λοιπόν στο booking για καταλύματα γύρω από τη λίμνη, από τη μεριά του Περού, τράκαρα ένα μέρος στην κοινότητα Luquina, καμιά ώρα έξω από το Πούνο δεξιά όπως κοιτάμε στο χάρτη, με αρκετά συμπαθητικές φωτογραφίες, πολύ καλές κριτικές (αν και λίγες) κι αρκετά οικονομικό. Κάτι μου έκανε κλικ και το έκλεισα για 2 βράδια. Ε! Προσωπικά δεν το μετάνιωσα στιγμή και μακάρι να είχαμε χρόνο να μέναμε κανα δυο βράδια παραπάνω....βέβαια η Μ. δε ξέρω πως θα την πάλευε!
Άφιξη λοιπόν στο αεροδρόμιο της Χουλιάκα, σ’ένα μικρό μεν νεότευκτο δε έτσι όπως μου φάνηκε αεροδρόμιο, χωρίς κανένα πρόβλημα. Εκεί μας περίμενε ο άνθρωπος που είχε σταλεί από το ξενοδοχείο να μας παραλάβει, καθότι η απόστασις σχετικά μεγάλη (μία ώρα μέχρι το Πούνο κι από εκεί άλλη μία μέχρι το κατάλυμα) και δεν ήμασταν για να ψάχνουμε το πως θα πάμε μέχρι εκεί. Κατά τη διέλευσή μας μέσα από την Χουλιάκα και μετά από καμιά ώρα από το Πούνο έλεγα από μέσα μου πάλι καλά που δεν έκανα κανα αστείο να κλείσω διανυκτέρευση σ’ένα απ’αυτά τα δύο μέρη. Οι δύο αυτές κωμοπόλεις που λέτε είναι πραγματικά κακόγουστες και δεν υπάρχει λόγος να τις αφιερώσει κανείς παραπάνω από 5 λεπτά...και στις δύο μαζί. Βέβαια αυτή είναι η προσωπική και μόνο άποψη! Εντύπωση μας έκανε το γεγονός, κυρίως σ’αυτές τις δύο κωμοπόλεις αλλά και στο υπόλοιπο ταξίδι μας προς Βολιβία και στα πέριξ της Λα Παζ, πως οι άνθρωποι δεν ενδιαφέρονται καθόλου για την κατασκευή των σπιτιών τους και πως άπαξ και μπουν τα τούβλα...αυτό ήταν, πάει και τελείωσε! Ούτε να το σοφατίσουν, ούτε να το βάψουν, ούτε να καλλωπίσουν την πρόσοψη τουλάχιστον βρε αδερφέ! Εντάξει, το καταλαβαίνω ότι τα οικονομικά μεγέθη είναι μικρότερα κι ότι το κόστος ίσως να είναι και δυσβάσταχτο, αλλά κι σ’άλλες χώρες με οικονομικές δυσκολίες που έχουμε επισκεφθεί οι άνθρωποι ήσανε νοικοκυραίοι κι είχαν τα σπίτια τους πένα! Εδώ πιο πολύ σε αδιαφορία μου έκανε η φάση...
Με τα πολλά κι αφού τρακάραμε 2-3 φορές κοπάδια ζώων στο δρόμο μας, φτάσαμε στο κομμάτι της χερσονήσου έξω από το Πούνο όπου είχαμε κάνει κράτηση. Με το που αντίκρυσα την κοινότητα, με τα σπίτια διάσπαρτα χτισμένα στην πλαγιά και φάτσα με τη λίμνη, ερωτεύτηκα! Το όλο σκηνικό μου θύμισε το χωριό μου (ορεινή Ναυπακτία, απλώς αντί για λίμνη περνά ο Εύηνος) και μέσα μου ξύπνησαν θετικά συναισθήματα...ε! δεν άργησαν και να επιβεβαιωθούν. Στο δρόμο που μας άφησε το ταξί μας προϋπάντησε ο πατέρας της φαμίλιας στην οποία άνηκε η επιχείριση κι αγκαλιάζοντάς μας σ’έκανε να νοιώσεις φιλόξενος από την πρώτη στιγμή. Κατόπιν ακολούθησε γνωριμία μ’όλη την οικογένεια και τον Guido, ο οποίος τρέχει την επιχείριση και ήταν ο μόνος με στοιχειώδη γνώση της αγγλικής. Αφότου συνεννοηθήκαμε για τα καθέκαστα, μας ενημέρωσε πως το δείπνο θα ήτο έτοιμο για σερβίρισμα σε μία ώρα. Ε! μέχρι και το σερβίρισμα μου είχε σπάσει η μύτη από το τσικάλι της μητέρας του Guido που στωϊκά ετοίμαζε τη σούπα. Το δείπνο ήτανε πράγματι πεντανόστιμο κι εκτός της σούπας με κινόα περιελάμβανε επίσης κι ένα κυρίως πιάτο με διάφορα είδη πατάτας, ρύζι, λαχανικά από τον κήπο τους και το χαρακτηριστικό καλαμπόκι των Άνδεων, το οποίο δεν έχει καμία σχέση μ’αυτά που τρώμε στον υπόλοιπο κόσμο! Χορτάτοι πέσαμε για ύπνο κάτω από 4-5 κουβέρτες από μαλλί αλπάκα, καθότι το κρύο έξω ξούριζε Καρπενησιώτικα που λέμε και στο χωριό μου!
Το πρωί μας είχανε στρώσει για πρωϊνό σ’ένα τραπέζι στον επάνω όροφο των μισοτελειωμένων δωματίων που ετοιμάζει ο Guido με θέα τη λίμνη και το απέναντι νησάκι Taquile. Το πρωϊνό και η θέα στη λίμνη εκπληκτικά! Η συνέχεια περιελάμβανε βαρκάδα μέχρι τ’απέναντι, αυθεντικά πλωτά νησάκια των Uros, με τη ψαρότρατα του Guido, ο οποίος όπως μας εξήγησε τα κοντινά στο Πούνο νησάκια είναι καθαρά τουριστικού χαρακτήρα με τις οικογένειες να μη μένουν καν εκεί αλλά αντ'αυτού στην πόλη. Μέχρι να φτάσουμε στο νησάκι (καμιά 40αριά λεπτά από το σπίτι), πιάσαμε την κουβέντα με τον Guido ο οποίος σπουδάζει τουριστικά επαγγέλματα στο Πούνο κι έχει όνειρα να επεκτείνει την οικογενειακή επιχείριση με περισσότερα δωμάτια και δραστηριότητες...κι όπως φαίνεται θα το πετύχει μιας και το αγαπάει το αντικείμενο! Στο νησάκι λοιπόν μας υποδέχθηκαν τα μέλη τριών οικογενειών που κατοικούν σ’αυτό και μετά από μία σύντομη περιγραφή για το πως αυτά τα νησάκια είναι κατασκευασμένα, μας έδειξαν τις καλύβες τους οι οποίες διέθεταν και τηλεόραση συν τοις άλλοις με ηλεκτροδότηση από παρακείμενους ηλιακούς συλλέκτες! Φυσικά ένας από τους οικονομικούς τους πόρους είναι και ο τουρισμός, με αποτέλεσμα να ψωνίσουμε ένα μικρό υφαντό από τις χειροτεχνίες των γυναικών της φαμίλιας. Χαζέψαμε λίγο χρόνο ακόμη στο νησάκι, βγάλαμε και τις αναμνηστικές φωτογραφίες και μετά από ακόμη 40 λεπτά βαρκάδα επιστρέψαμε στη βάση μας. Μεσημεριανό (ωραιότατο) και σιέστα.
Το απόγευμα είχε κανονισθεί μία μίνι καλλιτεχνική ψυχαγώγηση από τον πολιτιστικό σύλλογο στο προαύλιο του σχολειού για όλους τους τουρίστες που φιλοξενούνταν στα διάφορα καταλύματα της κοινότητας. Αφότου ο Guido μας έντυσε με παραδοσιακές φορεσιές (γουστόζικες και πολύχρωμες), η μια από τις δυο του κόρες μας οδήγησε στον χώρο κι εντός μερικών λεπτών διάφορες γυναίκες κι άνδρες της κοινότητας, επίσης παραδοσιακά ντυμένοι, άρχισαν να χορεύουν υπό τους ήχους πνευστών και κρουστών της μπάντας. Στη συνέχεια δόθηκε η ευκαιρία να χορέψουμε κι εμείς (όλοι οι ξένοι) πάνω στα βήματα που είχαμε αποστηθίσει και πρέπει να έπεσε πολύ γέλιο από τους ντόπιους! Χαρωποί και με το φως της ημέρας να ‘χει πέσει, επιστρέψαμε για το δείπνο υπό την παρέα ενός ζεύγους Γάλλων άρτι αφιχθέντες εκείνο το δειλινό. Πριν κατακλιθούμε χάζεψα για κανα δεκάλεπτο τον έναστρο ουρανό και ένιωσα γι ακόμη μία φορά σα να βρίσκομαι στο χωριό μου, όπου το σχεδόν μηδενικό φως σου επιτρέπει να έχεις το κεφάλι σου συνεχώς στραμμένο προς τα πάνω! Έτσι κι εκεί! Το επόμενο πρωί κι αφου αποχαιρετηθήκαμε με τον Guido και τα υπόλοιπα μέλη της φαμίλιας πήραμε το ταξί για το Πούνο απ’όπου θα πέρναμε το λεωφορείο για Λα Παζ.
Γενικές εντυπώσεις από την κοινότητα Luquina:
Το μέρος ενδείκνυται εξ’ολοκλήρου για όσους θέλουν να επισκεφθούν τη λίμνη Τιτικάκα και παράλληλα ν’αποφύγουν είτε το Πούνο είτε την Χουλιάκα. Το όλο σκηνικό βασίζεται στον αγροτουρισμό, καθώς σου δίδεται η ευκαιρεία να βοηθήσεις τους ντόπιους στις καθημερινές, αγροτικές τους εργασίες και παράλληλα να έρθεις σ’επαφή από πρώτο χέρι με τον καθημερινό μόχθο! Οι κάτοικοι της κοινότητας είναι ζεστοί, φιλικοί και κοιτάνε να κάνουν τον ξένο να νοιώσει σαν το σπίτι του. Βέβαια να είστε έτοιμοι, όσοι το επιχειρίσετε, για μπόλικο κρύο, καθότι πέραν από τις βελέντζες δεν υπάρχει τίποτε άλλο για να ζεσταθείτε· τουλάχιστον στο εσωτερικό των δωματίων του Guido. Περιττό ν’αναφέρω ότι και το νερό ήταν κρύσταλλο...το πιο γρήγορο ντους που έχω κάνει στη ζωή μου .
La Paz & Uyuni, Bolivia:
Αφότου σκοτώσαμε περίπου δυο ώρες στο Πούνο επιβιβαστήκαμε στο λεωφορείο (Titicaca Express, 20 δολλάρια το άτομο) που θα μας πήγαινε εώς την Λα Παζ. Η διαδρομή μέχρι τα σύνορα παράλληλα με τη λίμνη μεν, αδιάφορη και με πολύ κορνάρισμα από τον οδηγό δε. Ο έλεγχος στα σύνορα (συνοριακός σταθμός Κασάνι) εύκολος και γρήγορος, σε βαθμό που θα μπορούσες να περάσεις με το ΑΚ-47 και τα φυσεκλίκια ζωσμένα στα στήθια δίχως ενόχληση! Με το πέρας των διαδικαστικών, αλλάξαμε λεωφορείο και περνώντας από την Copacabana αρχίσαμε ν’ανηφορίζουμε τις Βολιβιάνικες πλαγιές προς Λα Παζ. Το υψόμετρο ολοένα κι αυξανόταν και ο συνδυασμός του σούρουπου με την εκδήλωση καταιγίδας μέσα μακριά στο βάθος συνέθεται ένα άκρως εντυπωσιακό σκηνικό...άστραφτε και φωτίζονταν όλη η ατμόσφαιρα. Σ’έπιανε δέος! Με τα πολλά κι αφού φάγαμε μερικές ψιχάλες στο δρόμο, φτάσαμε στην Λα Παζ αρκετά πιο αργά από την προγραμματισμένη ώρα άφιξης. Ευτυχώς είχα τη φαεινή ιδέα και είχα κλείσει κατάλυμα δίπλα στον τερματικό, έτσι ώστε να εξυπηρετούμαστε εύκολα κι όλα τα σημεία ενδιαφέροντος να είναι προσβάσιμα με τα πόδια. Γρήγορα check-in, πλύσιμο και σανίδωμα! Πάνω που μας είχε γλυκοπάρει ο ύπνος, μύρισα καπνό κι έντρομοι πεταχτήκαμε πάνω κι αρχίσαμε να κατεβαίνουμε δυο δυο τα σκαλιά από τον 4ο με τα βρακιά...Τελικώς, η φωτιά ήταν απ’έξώ από το κτήριο στην προσπάθεια του ρεσεψιονίστ με κάτι άλλους ρέμαλους φίλους του που είχε μαζέψει να ζεσταθούν όλοι μαζί...Οκ, ρε φίλε! Άναψε τη αλλά κλείσε την πόρτα της εισόδου για να μη καπνίσει όλο το κλιμακοστάσιο και τα δωμάτια μέχρι απάνω...τόσο μυαλό θέλει; Τέλος πάντων, ξανανεβήκαμε στο δωμάτιό μας και κατάκοποι πέσαμε σε βαθύ ύπνο αυτή τη φορά!
Την επομένη σηκωθήκαμε αρκετά πιο αργά από το συνηθισμένο και είπαμε να κατηφορίσουμε προς το κέντρο, με σκοπό να βρούμε γραφείο να κλείσουμε μονοήμερη για Tiahuanaco και να φάμε τον υπόλοιπο χρόνο μέχρι το βραδινό δρομολόγιο που θα μας πήγαινε στο Uyuni. Στο σημείο αυτό, να ευχαριστήσω τον συμφορουμίτη Γιώργο για τη συμβουλή του να χρησιμοποιήσουμε λεωφορείο για το Uyuni, το οποίο λεωφορείον όπως απεδείχθη (και θα περιγράψω σε λίγο) ήταν εμπειρίας business class πτήση! Γρήγορα λοιπόν φτάσαμε στην πλατεία με το ναό του Αγίου Φραγκίσκου, μεγάλη η χάρη του απ’ότι φαίνεται σ’αυτές τις δυο χώρες, έχοντας περιδρομιάσει saltenas απ’όποια πωλήτρια συναντούσαμε στο δρόμο μας . Στ’αριστερά της εκκλησίας κι όπως ανηφορίζεις για την Mercado de las brujas έχει ένα σωρό ταξιδιωτικά πρακτορεία...εμείς μπήκαμε στο πρώτο που συναντήσαμε και κλείσαμε τουρ για Tiahuanaco την μεθεπομένη προς 160 μπολιβιάνος στο σύνολο, ήτοι 10 ευρώ περίπου το άτομο. Περπατήσαμε αρκετά στη γύρω από την Mercado de las brujas περιοχή, φάγαμε, ψωνίσαμε τ’αυθεντικά ρούχα από αλπάκα αυτή τη φορά (όπως προείπα αρκετά πιο οικονομικά σε σχέση με το Περού), βγήκαμε στην πλατεία Murillo με τον καθεδρικό και τα κυβερνητικά κτήρια δεξιά-αριστερά, αλλά και πάλι είχαμε αρκετή ώρα μέχρι το νυχτερινό δρομολόγιο για το Uyuni. Τι άλλο μπορούμε να κάνουμε λοιπόν αναρωτηθήκαμε; Πετάω την ιδέα να πάμε να πάρουμε το τελεφερίκ από τον πρώτο σταθμό που θα τρακάραμε για να χαζέψουμε και την πόλη αφ’υψηλού. Ε! Καταλήξαμε σα τα χαζά στο λούνα πάρκ να πηγαίνουμε από εδώ κι από εκεί...Με λίγα λόγια, το αρκετά ανεπτυγμένο και νεότευκτο δίκτυο τελεφερίκ που εξυπηρετεί τους κατοίκους της Λα Παζ σου δίνει μία πρώτης τάξεως ευκαιρεία να δεις αφ’υψηλού σχεδόν όλα τα κομμάτια της πόλης, περνώντας πάνω από γειτονιές, σπίτια και λόφους! Ειδικότερα, η Λα Παζ έτσι όπως παράξενα είναι χτισμένη αμφιθεατρικά στις γύρω πλαγιές και με το κέντρο ν’απέχει από τις επάνω γειτονιές (π.χ. El Alto) κοντά 600 μέτρα σε υψόμετρο, δε θα μπορούσε να υποστηρίξει καλύτερα άλλον τρόπο συγκοινωνίας πέραν των συμβατικών μέσων (λεωφορεία-ταξί). Φοβερή ιδέα και παράλληλα φιλική προς το περιβάλλον, καθώς όλοι οι κλωβοί κινόντουσαν με ηλιακή ενέργεια (άπλετο το φως στην Λα Παζ) από το συλλέκτη που διέθεταν πάνω στην οροφή τους! Προς τον κατήφορο για το σταθμό κοντά στον τερματικό των λεωφορείων πιάσαμε και το ηλιοβασίλεμα, το οποίο ήταν φοβερά εντυπωσιακό έτσι όπως δημιουργούσε κάτι ιδιαίτερους μπλε φωτισμούς γύρω από τις χιονισμένες βουνοκορφές που αγκαλιάζουν την Λα Παζ απ’τη μια μεριά της...Βέβαια, που να ξέραμε τι ηλιοβασίλεμα θ’αντικρύζαμε την επομένη στο Uyuni!
Έχοντας σκοτεινιάσει για τα καλά, βρήκαμε το λόμπυ της εταιρείας λεωφορείων με την οποία θα κάναμε το διάρκειας περίπου 10 ωρών νυχτερινό δρομολόγιο για την πόλη που βρίσκεται δίπλα στη μεγαλύτερη ξηρή λίμνη στον κόσμο. Το Salar de Uyuni! Μετά από το σχετικό ψάξιμο στο διαδίκτυο, καταλήξαμε στην Todo turismo, η οποία συστήνεται ανεπιφύλακτα! Στις παροχές συμπεριλαμβάνεται γεύμα κατά την αναχώρηση, πρωϊνό λίγο πριν την άφιξη, θέρμανση (πολύ σημαντικό), κουβέρτα, πλήρως λειτουργική και καθαρή τουαλέτα και το καλύτερο...ανακλινόμενο κάθισμα σε βαθμό σχεδόν οριζοντίωσης! Το κόστος: 78 δολλάρια το άτομο για τη διαδρομή La Paz – Uyuni – La Paz. Γενικότερα, υπάρχουν αρκετές εταιρείες απ’όσο πήρε το μάτι μας που κάνουν το εν λόγω δρομολόγιο...οπότε ίσως παίζουν και πιο οικονομικά πακέτα, αλλά η συγκεκριμένη άξιζε μέχρι και το τελευταίο «πράσινο». Μας σέρβιραν, φάγαμε και οριζοντιωθήκαμε. Ξυπνήσαμε σ’ενα υπαίθριο πάρκινγκ κανά μισάωρο έξω από το Uyuni για ξεμούδιασμα και για να απολαύσουμε την ανατολή (εκπληκτική). Βέβαια το κρύο έξω ξούριζε και μετά από μερικές φωτογραφίες μπήκαμε γοργά γοργά πάλι μέσα στο λεωφορείο.
Φτάνοντας στο Uyuni, το πρώτο πράγμα ήτανε να πάμε στο ταξιδιωτικό γραφείο με το οποίο είχαμε έρθει σε συμφωνία για το ημερίσιο τουρ που παρείχανε. Το συγκεκριμένο πρακτορείο λοιπόν το έχει προτείνει και συμφορουμίτης καθώς επίσης και πλήθος άλλου κόσμου στο tripadvisor και ήτο το Red planet expeditions. Το κόστος ήταν 70 δολλάρια το άτομο για μία ημέρα (πολλά-λίγα δε γνωρίζω τι παίζει στην εν λόγω αγορά) και μείναμε απόλυτα ικανοποιημένοι κι από τις παροχές και από τους οδηγούς, οι οποίοι απεδείχθησαν φοβερά αλάνια! Αφότου καταθέσαμε τον όβολόν μας, καθίσαμε σε μία παρακείμενη καφετέρια για τον αναγκαίο καφέ προκειμένου ν’ανοίξει το μάτι πριν την αναχώρηση. Εκεί που περιμέναμε κανα πεντάλεπτο χωρίς να έχει εμφανισθεί κανείς, σκάει μύτη μία νταρντάνα Βολιβιάνα με κάτι κοτσίδες 3 χιλιόμετρα η καθεμιά κι αναρωτήθηκα εάν έρχεται για παραγγελία ή να μας αρχίσει στις γρήγορες που τη σηκώσαμε από το κρεββάτι, έτσι τσαλακωμένη που ήταν η μούρη της. Τελικά πήρε την παραγγελία και μας έφερε τους καφέδες (μεγάλη απογοήτευση στην Βολιβία ο εσπρέσσο) και μία νοστιμότατη ομελέτα με μπόλικο χωριάτικο κρεμμυδάκι, την οποία εγώ απόλαυσα αλλά η Μ. δεν είχε την ίδια άποψη αργότερα...
Η ώρα πέρασε, οι οδηγοί έφτασαν, το τζιπ φορτώθηκε κι εκεί που ήμασταν έτοιμοι προς αναχώρηση, πετάγεται η κινεζο-αμερικάνα που ήταν στην παρέα κι αποδείχθηκε τελικώς μεγάλο φρούτο πως δεν έχει το χαρακτηριστικό δεινοσαυράκι για να βγάλει τις τυπικές φωτογραφίες με την προοπτική στην αλυκή...Ευτυχώς, το hostel της δεν ήταν μακριά και εντός των επόμενων πέντε λεπτών είχαμε σαλπάρει! Πρώτη στάση το νεκροταφείο των τρένων, το οποίο όπως μας εξήγησε ο Λούσιο ο ξεναγός μας αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα περιθωριοποίησης όταν κάτι πάψει να είναι πια προσοδοφόρο ή εκμεταλεύσιμο σ’αυτή την περίπτωση. Με λίγα λόγια, τα τρένα μετέφεραν τα μεταλεύματα από το Ποτοσί και τα γύρω μεταλλεία στην Αντοφαγάστα (πονεμένη ιστορία αυτή για τους Βολιβιάνους) κι από εκεί μέσω πλοίων στον υπόλοιπο κόσμο. Λίγο μετά τον 2ο παγκόσμιο πόλεμο όμως, τα μεταλλεία «στέγνωσαν» (πόσες γενιές φάγανε απ’αυτά ένας Θεός ξέρει) με αποτέλεσμα να μείνουν τα τρένα εκεί και να σαπίζουν...και να βγάζουν φωτογραφίες οι τουρίστες! Επόμενη στάση σ’ένα μικρό οικισμό, το Colchani, στον οποίο γίνεται η επεξεργασία του άλατος και διοχετεύεται προς την αγορά της υπόλοιπης Βολιβίας. Εκεί φάγαμε και μεσημεριανό παρέα με την αμερικάνα που το μόνο που την ένοιαζε ήτανε να βγάζει ένα εκατομμύριο φωτογραφίες το δευτερόλεπτο. Στη συνέχεια περάσαμε από το ξενοδοχείο τ’αλατιού, που εκείνη την ώρα έμοιαζε με μια τεράστια τραπεζαρία έτσι όπως τρώγανε όλα τα μιλιούνια από τα υπόλοιπα πρακτορεία, με τις απαραίτητες φωτογραφίες μπροστά από τις σημαίες των χωρών λόγω της διεξαγωγής του ράλλυ Παρίσι-Ντακάρ που είχε διοργανωθεί πριν κανα δυο χρόνια στην νοτιοαμερικάνικη ήπειρο.
Η συνέχεια του προγράμματος περιελάμβανε διαδρομή μέχρι το νησάκι με τους κάκτους, κάπου σε κάποιο σημείο αυτής της αχανούς, λευκής εκτάσεως που ομοιάζε με εξωγήινο μέρος κι όχι κομμάτι τουτουνού εδώ του κόσμου. Ο δρόμος δυστυχώς δεν ήτο προσπελάσιμος λόγω της στάθμης του ύδατος που σ’εμπόδιζε ν’αναπτύξεις ταχύτητα και να φθάσεις στο νησί εντός εύλογου χρονικού διαστήματος. Δεν πτοηθήκαμε απ’το γεγονός και σταματήσαμε σ’ένα απόμερο σημείο να τραβήξουμε φωτογραφίες με τον αντικατοπτρισμό που δημιουργούνταν από τις λίμνες του νερού στ’αλάτι. Το σκηνικό ήτανε βγαλμένο από ταινία φαντασίας....μία λευκή επιφάνεια η οποία χανότανε στο μάτι και γύρω γύρω χιονοσκέπαστες και μη βουνοκορφές, οι οποίες αντανακλούσανε στο νερό και χρησίμευαν επίσης κι ως οδοδείκτες όπως μας εξήγησε ο Λούσιο. Μετά από κανα μισάωρο και βάλε φωτογράφισης της αμερικάνας, πήραμε το δρόμο προς τα πίσω με σκοπό να βρούμε σημείο για να απολαύσουμε το ηλιοβασίλεμα, το οποίο στην αλυκή είναι όλα τα λεφτά. Η επιστροφή περιείχε πολύ κουβέντα με τον Λούσιο γύρω από εύρος θεμάτων που αφορούν την πολιτική κι όχι μόνο σκηνή της Βολιβίας· ο οποίος Λούσιο απεδείχθη ο άνθρωπος-όστρακο, δηλαδή ήθελε λιγάκι το χρόνο του στην αρχή κι αφότου σε ζύγιζε τι σόι ταξιδιώτης είσαι είτε σου ανοιγότανε κατάκαρδα είτε σε χειριζότανε ψυχρά αλλά επαγγελματικά (βλέπε αμερικάνα)!
Μετά από αρκετό δρόμο επιστροφής, φτάσαμε σ’ένα σημείο στα όρια της αλυκής, εκεί όπου μαζεύονται οι περισσότεροι κατά την επιστροφή στο Uyuni, κανά εικοσάλεπτο πριν τη δύση του ηλίου. Διάφοροι χρωματισμοί είχαν αρχίσει να εκρήγνυνται στον ουρανό και να αντικατοπτρίζονται ως δύο παράλληλοι κόσμοι στις σχηματισμένες λίμνες νερού εδώ κι εκεί. Απ’όσο κατάλαβα, η σκέδαση του φωτός πρέπει να είναι εντονότερη κοντά στο υπεριώδες φάσμα, λόγω του υψομέτρου (, με αποτέλεσμα ο ουρανός να παίρνει μοναδικούς μπλε φωτισμούς....αναμφίβολα από τα πιο εντυπωσιάκα ηλιοβασιλέματα που έχω πετύχει! Εκεί καθίσαμε περίπου κανα μισάωρο, ώσπου το τσουχτερό κρύο που είχε αρχίσει να το νοιώθεις έντονα στο πετσί σου καθώς επίσης και το λεωφορείο της επιστροφής επίσπευσε το γυρισμό μας.
Φτάσαμε, εναγκαλιστήκαμε με τον Λούσιο και τον Βίκτορ, τον οδηγό του τζιπ ο οποίος είχε όρεξη για κουβέντα κι αυτός αλλά η μηδαμινή γνώση του εις την αγγλική τον εμπόδιζε τον κακομοίρη, χαιρετηθήκαμε και επιβιβαστήκαμε στο λεωφορείο της επιστροφής. Το ταξίδι του γυρισμού χωρίς κανένα πρόβλημα, ακριβώς όπως του πηγαιμού. Φτάνοντας στην Λα Παζ πάνω που είχε χαράξει, κάναμε ένα ζεστό μπάνιο να φύγει η συσσωρευμένη βρωμιά δύο ημερών και την πέσαμε για λίγο προς συμπλήρωση μερικών ακόμη ωρών ύπνου. Η υπόλοιπη μέρα στην Λα Παζ κύλησε χωρίς πολλά,συνταρακτικά κι ενδιαφέροντα πράγματα, εκτός της επισκέψεώς μας στην valle de la luna (όμορφο μέρος αλλά όχι κάτι το φοβερό, κανα μισάωρο με collectivo από το κέντρο της Λα Παζ) και τα τέσσερα μουσεία (μουσείο πολύτιμων λίθων, ναυτικό μουσείο, το σπίτι του Murillo και το μουσείο Costumbrista) τα οποία βρίσκονται δίπλα-δίπλα και τα επισκέφθεσαι μ΄ένα εισιτήριο. Δε λένε και πολλά όμως. Εδώ ν’αναφέρω ότι οι κονκισταδόρες και οι μετέπειτα «γυπαετοί» δυτικοί τους άφησαν σ’ένδοια ευρημάτων φτιαγμένα από χρυσό κι άλλους πολύτιμους λίθους, με αποτέλεσμα το μουσείο του χρυσού να περιέχει πολύ μικρό αριθμό εκθεμάτων και κυρίως ότι έχει βρεθεί μετά την ανεξαρτησία της Βολιβίας! Να ‘ναι καλά οι φούρνοι των σπανιόλων που τα ‘λιωσαν όλα!
Η επόμενη και προτελευταία μέρα του ταξιδιού ήταν προγραμματισμένη για τον ίσως πιο σημαντικό, τουλάχιστον σε βαθμό ιστορικής σημασίας, αρχαιολογικό χώρο ολόκληρης της νοτιοαμερικάνικης ηπείρου. Σίγουρα στους προ-Ίνκας χρόνους. Το Tiahuanaco! Μας μάζεψε το πρωί λοιπόν από το ξενοδοχείο ο οδηγός μας γι’αυτό το ημερίσιο τουρ και καθώς κατευθυνόμασταν για το λεωφορείο μας ρωτάει από πούθε ερχόμεθα. Του αποκρινόμαστε “Greece” και η απάντησή του ήταν “ohh excellent…Petropolis (!) mmm”...Αναμφίβολα εννοούσε την ακρόπολη, αλλά από εκεί τη ψιλιάστηκα για το τι θα επακολουθούσε...Ο άνθρωπος ήτανε κάπως προχωρημένης ηλικίας κι απ’ότι φάνηκε στη συνέχεια τα περισσότερα κομμάτια της ξενάγησης του ήταν λόγια αποστήθισης, δίχως να γνωρίζει πολλά πολλά γι’αυτό το μέρος και χωρίς να είναι διαδραστικός με το κοινό. Η ξενάγηση του ήταν κατά κάποιο τρόπο μία ξεπέτα! Με τα πολλά, φτάσαμε στο χώρο και η πρώτη στάση ήταν το μουσείο κεραμικών ευρημάτων....ή μήπως να έλεγα καλύτερα το ψυγείο κεραμικών ευρημάτων; Τι ψόφος ήτανε αυτός εκεί μέσα; Έκοβες πέταλα...Ο χωρος εκτός από το κρύο, ήτανε άθλια φωτισμένος και τα ευρήματα ήσανε τοποθετημένα σ’ότι τύπου προθήκες είχανε βρει! Καλά ρε μάγκες, κοντά 13 ευρώ είσοδο απ’το κάθε άτομο παίρνετε και ως μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO σίγουρα λαμβάνετε επιδοτήσεις...φτιάχτε λίγο το φωτισμό και τοποθετήστε πιο της προκοπής λίγο τα εκθέματα από τον πιο σημαντικό χώρο της Βολιβίας όπως αποφαίνεσθαι...τι να πω; Αυτό που μου έμεινε απ’το μουσείο ήτανε η πεποίθηση ότι κατά τους προϊστορικούς χρόνους όλη η έκταση από τις Περουάνικες ακτές της λίμνης Τιτικάκα μέχρι κάτω στο Salar de Uyuni, το οποίο βρίσκεται δίπλα στα σύνορα με την Χιλή, ήτανε μία αχανής λίμνη, τα νερά της οποίας με το πέρασμα των χρόνων σιγά-σιγά αποτραβήχτηκαν μέχρι τα σημερινά, γνωστά τους όρια! Το Tiahuanaco λοιπόν πιστεύεται ότι ήτανε χτισμένο δίπλα στις τότε ακτές της λίμνης Τιτικάκα, η οποία τη σήμερον απέχει περίπου 15 χιλιόμετρα από το χώρο. Εντυπωσιακή ήτανε επίσης και η μούμια, με αφαίρεση των εντοσθίων και τοποθέτηση του σώματος σε εμβρυακή στάση, που αποτελούσε το σύνηθη τρόπο ταφής των κληρικών και ανώτερων αξιοματούχων εκείνου του τόπου.
Επόμενος σταθμός το μνημείο Kalasasaya με τους δύο μεγαληθικούς στύλους, ο ένας αρσενικού φύλλου κι ο άλλος ερμαφρόδιτος, οι οποίοι αναπαριστούν ιερείς που βαστούν στο ένα χέρι το κύπελο με τη chicha προσφορά στον θεό ήλιο και στ’άλλο το κύπελο με τα βαρβιτουρικά (φύλλα κόκας, γλυκάνισο κ.ά.) που εισέπνεαν για να έρθουν σ’επαφή με τους θεούς που υπηρετούσαν! Εντυπωσιακά και τα δύο. Στο χώρο επίσης βρίσκεται και η Puerta del Sol, εάν και σε λάθος σημείο σε σχέση με το παρελθόν καταπώς πιστεύεται, η οποία πόρτα είναι λαξευμένη εξολοκλήρου απ'ένα μπλοκ ανδεσίτη και συνολικού βάρους περίπου 10 τόνων. Δυστυχώς, ευρέθη ξαπλωμένη και φέροντας ρωγμή στο ένα μέρος της, αλλά παρ’όλα αυτά έχει αναστηλωθεί και ο διάκοσμος της μετώπης της είναι σε πολύ μεγάλο βαθμό ευδιάκριτος. Στη μέση δεσπόζει ο Viracocha (ο Θεός/δημιουργός) με τις ανθρωπόμορφες και ζωόμορφες φιγούρες δεξιά κι αριστερά του που συναθροιστικά πιστέυεται ότι αποτελούν το ημερολόγιο του Tiahuanaco! Εκεί λοιπόν ο ξεναγός μας εφήρμοσε κάτι δικά του μαθηματικά και υπολογισμούς και έβγαλε ένα σύνολο 364 ημερών βάσει των απεικονίσεων στη μετώπη της πόρτας, οι οποίες απεικονίσεις στο άθροισμα με τη φιγούρα του Viracocha στο κέντρο μας δίνουν στο σύνολο 365, όσες και οι ημέρες που καταμετρούμε ως ένα ημερολογιακό έτος τη σήμερον...Ε! γράψτε λάθος! Σ’ένα βίντεο που παρακολουθήσαμε στο διαδίκτυο, καθώς επίσης κι από πηγές που διάβασα αλλού, ο λαός του Tiahuanaco είχε διαφορετικό μετρικό σύστημα και οι μέρες ενός ημερολογιακού έτους τους ανέρχονταν περίπου σε 290· εάν θυμάμαι καλά. Σε καμία περίπτωση όμως 365! Σε βάθος χρόνου δε, το ημερολόγιο τους έχει απόκλιση περίπου 2 ημερών πραγματικού χρόνου και ο σκοπός του ήτο ο καθορισμός των αγροτικών περιόδων και ο εορτασμός του θεού ήλιου την ημέρα του χειμερινού (καλοκαιρινό γι' εμάς) ηλιοστασίου.
Επόμενη στάση, η παρακείμενη πυραμίδα Akapana στην οποία εβρίσκοντο τα δώματα των αρχιερέων που είχαν αφιερώσει τη ζωή τους στην τελετουργία του θεού ηλίου και κατά το παρελθόν αποτελούταν από επτά επίπεδα. Ο αριθμός επτά κρύβει ένα βαθύ συμβολισμό για το λαό του Tiahuanaco, καθώς πιστεύεται ότι αποτελεί το άθροισμα των τριών κόσμων (γη = απο εκεί που ερχόμαστε, κόσμος = εκεί όπου ζούμε, ουρανός = εκεί που πάει η ψυχή μεταθάνατον) και των τεσσάρων στοιχείων (αέρας, φωτιά, νερό, γη)! Οι βαθμίδες της πυραμίδος έχουν σχεδόν καταστραφεί εκτός από τα δύο πρώτα επίπεδα και μερικά σκαλοπάτια στην είσοδο από την οποία πιστεύετο ότι ανέρχονταν οι αξιωματούχοι. Δίπλα από την πυραμίδα και στην ανατολική πλευρά της Kalasasaya βρίσκεται ο ναός semisubterranao, στους τοίχους του οποίου βρίσκονται λαξευμένες περίπου 150 κεφαλές προσώπων τα οποία διετέλεσαν είτε αρχιερείς είτε ανώτατοι κληρικοί του λαού Tiahuanaco. Δύο απο τις κεφαλές φέρουν κατά τις θεωρίες συνωμοσίας εξωγήινα χαρακτηριστικά και πιστεύεται ότι εξωγήινοι τους βοήθησαν να κουβαλήσουν τους τεράστιους ογκόλιθους από τις πλαγιές παρακείμενου βουνού σε απόσταση 40 χιλιομέτρων και να χτίσουν το αρχαιολογικό σύμπλεγμα! Οι φωνές της λογικής αναφέρουν ότι τα πρόσωπα αποτελούν αρχιερείς των Tiahuanaco προερχόμενους από φυλές στις Βολιβιάνικες ζούγκλες του αμαζονίου, με τις οποίες είχαν έρθει σε επαφή κατά το απώγειο του πολιτισμού τους και γι’αυτό διαφέρουν στα χαρακτηριστικά του προσώπου από τις υπόλοιπες κεφαλές. Διαλέχτε και πάρτε! Κατόπιν, περάσαμε μία επίσκεψη από το μουσείο στο οποίο ήτανε τοποθετημένα πλείστα όσα μεγαλιθικά ευρήματα είχαν ανακαλυφθεί κατά τις ανασκαφές στους γύρω χώρους των ναών, με πιο εντυπωσιακό εύρημα ένα λαξευμένο μονόλιθο ν’απεικονίζει αρχιερέα να βαστά τα ιερά κύπελα ανά χείρας και συνολικού βάρους 10 τόνων. Δε θυμάμαι το συνολικό ύψος του, αλλά ήτο εντυπωσιακό. Πριν την τελική αναχώρηση, περάσαμε κι από το ναό Pumapunku ο οποίος δυστυχώς δε βρίσκεται σε καλή κατάσταση αλλά στο χώρο του οποίου εβρίσκοντο οι μεγαλύτερες λίθινες πλατφόρμες που έχουν βρεθεί σ’όλο το σύμπλεγμα, με τη βαρύτερη εκ των οποίων να ζυγίζει 131 τόνους...Σοκ! Μία γρήγορη στάση για μεσημεριανό σ’ένα παρακείμενο εστιατόριο (αρκετά καλό) και γρήγορα πίσω στην Λα Παζ.
Το υπόλοιπο της ημέρας και η μισή επομένη πριν την πτήση κύλησαν νωχελικά, με σουλάτσο στο κέντρο της πόλεως, δίχως κάτι άξιον αναφοράς. Η πτήση της επιστροφής (με Boliviana το κομμάτι La Paz – Santa Cruz - Madrid) στην ώρα της, μ’ένα παλιό αεροσκάφος μεν, το εσωτερικό θύμιζε έντονα δεκαετία 90, αλλά με άπλετο χώρο μεταξύ των καθισμάτων και εξαιρετικό service από το προσωπικό δε. Στο μεγαλύτερο κομμάτι της πτήσεως έπεσα ξερός να πω τη μαύρη μου αλήθεια. Από Μαδρίτη μέχρι Στοκχόλμη πετάξαμε με TAP χωρίς κάποιο πρόβλημα. Στην Μαδρίτη είχαμε κι ένα κενό περίπου 8 ωρών μεταξύ των πτήσεων, το οποίο κι εκμεταλευτήκαμε για να πεταχτούμε μέχρι το κέντρο της πόλης και να κόψουμε μερικές βόλτες μέχρι να επιστρέψουμε στο αεροδρόμιο.
Γενικές εντυπώσεις από την Βολιβία:
Με το Περού να λαμβάνει τη μερίδα του λέοντος τουριστικά, η Βολιβία δέχεται μικρότερο αριθμό επισκεπτών, συγκριτικά, αλλά σε καμία περίπτωση δεν έχει να ζηλέψει σε κάτι από τη γείτονα. Η Βολιβία μου έδωσε την εντύπωση μίας χώρας η οποία είτε δεν έχει ανακαλύψει τον πλούτο της είτε δε γουστάρει να τον εκμεταλευτεί προς το ξένο επισκέπτη. Αυτό, δεν είναι απαραιτήτως κακό και το μέρος έως ένα βαθμό αποπνέει μία γνησιότητα...απ'όσο πρόλαβα να δω κι απ'όσα μέρη επισκεφθήκαμε εντός 5-6 ημερών. Γενικότερα, η Βολιβία στο άκουσμα της ως ταξιδιωτικός προορισμός της νοτίου Αμερικής πρέπει να είναι από τους λιγότερο δημοφιλής αλλά πλούσιος σ'εμπειρίες και παραστάσεις προς διάθεση. Η δε Λα Παζ μας άρεσε πολύ περισσότερο ως πρωτεύουσα κράτους από την Λίμα και πράγματι είναι πολλή φιλική προς τον επισκέπτη, με αρκετά ενδιαφέροντα σημεία και μέρη ν'ανακαλύψεις. Οι Βολιβιάνοι ως άνθρωποι αρκετά πιο χαλαροί από τους Περουάνους και οι ρυθμοί ζωής τους σε λιγότερη ένταση συγκριτικά με το Περού. Η επικοινωνία το ίδιο δύσκολη παρ'όλα αυτά. Η βολιβιάνικη κουζίνα σε μεγάλο βαθμό απογοητευτική προς μέτρια μ'εξαίρεση τις επιλογές από τους πλανόδιους και τα υπέροχα saltenas!
Όπως υποσχέθηκα και στην αρχή της ιστορίας θα επιχειρίσω μία κατά το δυνατόν αντικειμενική βαθμολόγηση στο κάθε ένα από τα πέντε προσωπικά κριτήρια του εκάστοτε ταξιδιωτικού προορισμού. Οι βαθμοί είναι καθαρά υποκειμενικοί και σύμφωνοι με τα βιώματα του ταξιδιωτικού χρόνου των 15 ημερών. Σε μία κλίμακα από το 0 έως το 10, με το 10 ν'αποτελεί το μέγιστο βαθμό, έχουμε λοιπόν:
Ιστορία: Περού --> 8.5 (από τις πιο πλούσιες ιστορικά χώρες που έχω επισκεφθεί!)
Βολιβία --> 7 (χάνει αρκετά λόγω της προχειρότητας με την οποία οι ίδιοι οι Βολιβιάνοι αντιμετωπίζουν τον ιστορικό τους πλούτο, αλλά σε καμία περίπτωση δεν είναι μία φτωχή ιστορικά χώρα)
Πολιτισμός: Περού & Βολιβία --> 6 (Αναμφίβολα το ένδοξο παρελθόν συνεισφέρει αλλά οι ντόπιοι ζουν στις δάφνες του. Λιγοστές προσπάθειες για τη δημιουργία σύγχρονου πολιτισμού...ίσως δε θα έπρεπε να είμαι και τόσο αυστηρός λόγω της κονκισταδόρικης περιόδου, καθώς και της πολιτικής αστάθειας μετέπειτα, αλλά μου έκανε αλγεινή εντύπωση το γεγονός ότι οι ίδιοι οι γηγενείς δε σέβονται το φυσικό τους περιβάλλον, π.χ. ρύπανση. Είναι κι αυτό δείγμα πολιτισμού!)
Φυσικό περιβάλλον: Περού & Βολιβία --> 8 (Από τα πιο εντυπωσιακά μέρη που έχω επισκεφθεί με τεράστια γκάμα σε εναλλαγή φυσικών τοπίων. Ειδικότερα, το Μάτσου Πίκτσου και το Salar de Uyuni είναι σχεδόν απόκοσμα μέρη τα οποία έχεις την εντύπωση ότι δεν ανήκουν σε τούτον εδώ τον κόσμο!)
Άνθρωποι: Περού & Βολιβία --> 7 (Η βαθμολόγηση χάνει αρκετά λόγω της δυσκολίας στην επικοινωνία, αλλά οι γενικότερες εντυπώσεις είναι άκρως ικανοποιητικές. Οι άνθρωποι και στις δύο χώρες φάνηκαν φιλικοί, κοινωνικοί και σε μεγάλο βαθμό ντόμπροι!)
Κουζίνα: Περού --> 8 (Άριστη, μεγάλο εύρος επιλογών, πολλή καλή πρώτη ύλη και σε πολύ μεγάλο βαθμό αυθεντική. Αρκετά οικονομική επίσης!)
Βολιβία --> 5 (Δυστυχώς, όχι τόσο επιτηδευμένη και πολυποίκιλη όσο η Περουάνικη...ίσως φταίει και το γεγονός ότι η χώρα δε βρέχεται από κάποιον ωκεανό!)
Ελπίζω να απολαύσατε την ιστορία μας! Καλά ταξίδια σε όλη την κοινότητα!
- Τ Ε Λ Ο Σ-
Attachments
-
256,2 KB Προβολές: 0
-
271 KB Προβολές: 0
-
169,1 KB Προβολές: 0
-
323,4 KB Προβολές: 0
-
164,6 KB Προβολές: 0
-
116,4 KB Προβολές: 0
Last edited: