hydronetta
Member
- Μηνύματα
- 4.164
- Likes
- 14.535
- Επόμενο Ταξίδι
- ???
- Ταξίδι-Όνειρο
- όπου δεν έχω πάει
Κεφ.5 Νταγκεστάν: οροπέδια, κασταρράκτες και βαθιές κοιλάδες
Με το ξημέρωμα ο Timur μας έκανε μια σύντομη περιήγηση σε κάποια “ιστορικά” και μη αξιοθέατα πέριξ του ξενοδοχείου. Εδώ ένα μνημείο, εκεί ο τάδε ρώσος αυτοκράτορας συσκεύτηκε μετά των στρατηγών του, εδώ κάτι ελαφάκια και γελάδες, όλα επαρκώς αδιάφορα για τους μη επαΐοντες.
Εν αντιθέσει αυτό που σκόρπισε κύματα ενθουσιασμού ήταν ο δρόμος επιστροφής προς το Gunib (Гуниб). Ότι δεν μπορέσαμε να δούμε το προηγούμενο βράδυ γιατί το σκέπαζε το πέπλο της νύχτας ξεδιπλωνόνταν μεγαλοπρεπέστατα στα μάτια μας.
Τα σπίτια του Gunib κρεμασμένα θαρρείς στο χείλος του χείλος του γκρεμού κι ολούθε κορυφογραμμές. Οι πλαγιές έσβηναν σ’ένα οροπέδιο μ’αναβαθμίδες όπου κυλούσε το ποτάμι. Τα μάτια μας -σαν άλλου αετού- δεν χόρταιναν την απλωσιά και την μεγαλοπρέπεια του τοπίου.
Σταματήσαμε στη χαριτωμένη πλατεία του Gunib (η πόλη είναι χτισμένη σε επίπεδα) για να επισκεφθούμε το μνημείο για το μεγάλο πατριωτικό πόλεμο 1941-45.
Καλύψαμε μια διαδρομή μέσα από φαράγγια, κοιλάδες, ποτάμια, κωμοπόλεις
πριν αρχίσουμε ν’ανηφορίζουμε στα 2000 μέτρα υψόμετρο στο κατάξερο οροπέδιο της επαρχίας Khuznakh (ένα dejavu με εικόνες κεντρικής Ασίας το έπαθα).
Κάναμε στάση στο φαράγγι Tsolotlinskiy (Цолотлинский каньон) όπου χύνονται δύο μικροί καταρράκτες. Η περιέργειά μου να δω πώς φαίνεται το φαράγγι όλο και πιο πέρα, λίγο έλειψε να με οδηγήσει στο πάτο ενός υπαίθριου απόπατου...
Οδικώς καταλήξαμε στην άκρη του γυμνού οροπεδίου, σ΄ένα μνημείο αφιερωμένο στον Αβάρο πολέμαρχο Χατζή Μουράτ, πρωταγωνιστή της ομώνυμης νουβέλας του Λέοντος Τολστόι.
Eκεί το επίπεδο σκηνικό έδωσε τη θέση του δραματικά σε μια σειρά από βαθιές κοιλάδες. Η πανοραμική θέα ήταν εξίσου μεγαλειώδης με γραφική φωτογραφική πινελιά ένα πέτρινο τζαμί.
Σε μικρή απόσταση, με υπόδειξη του Timur μετά από σύντομη κάθοδο, χαθήκαμε κυριολεκτικά ανάμεσα σε συστάδες βράχων (σπήλαια Matlas/Матласские пещеры) που ορθώνονταν πλάι μας σαν ψηλά τείχη.
Πριν αναχωρήσουμε ζητήσαμε από τον οδηγό μας να χαλαρώσουμε για μερικά λεπτά. Ξαποστάσαμε αγναντεύοντας τους ορεινούς όγκους, απολαμβάνοντας την απόλυτη σιωπή και το πέταγμα των αετών πάνω από τα κεφάλια μας.
Nωρίς το απόγευμα καταλήξαμε στο χωριό Gotsatl’ Bolshoy (Гоцатль Большой), στον ξενώνα της κυρίας Zeynab όπου θα καταλύαμε για το βράδυ.
Πληθωρική η κυρία Zeynab, έφερνε ζάφτι ακούραστα από παιδιά μέχρι τους καλεσμένους της. Φτάνοντας αργά το μεσημέρι μας σέρβιραν μεσημεριανό, πλην όμως δεν μπόρεσα να συγκρατήσω τη μουρμούρα του συνταξιδιώτη μου που σκοτείνιασε: “Για σκυλιά μας περάσανε;” Η αλήθεια το βραστό μοσχάρι δεν ήταν παρά ένα κόκκαλο με ιχνοστοιχεία κρέατος, ο κρεατοζωμός σκέτος χωρίς ούτε ένα λαχανικό ή μανεστρούλα και η μόνη παρηγοριά τα khinkali δεν ήταν γεμιστά αλλά μια σκέτη νερόβραστη ζύμη στο ζωμό του κρέατος (πάρτυ έκαναν τα λιπίδια στο αίμα μας).
Μετά το μεσημεριανό κάναμε μια μικρή βόλτα στο χωριό απολαμβάνοντας τη θέα με τα χρώματα του δειλινού.
Σαν έπεσε το φως επιστρέψαμε στο ξενώνα μας κι αναλωθήκαμε πίνοντας τσάι με τους οικοδεσπότες μας παλεύοντας κι εδώ να κάνουμε διάλογο. Αφού δεν μπόρεσα με ιδιαίτερη επιτυχία να αλιεύσω πληροφορίες για την ζωή επί σοβιετίας (μιας και μου απευθύνονταν στα ρώσικα), το ενδιαφέρον μου τράβηξαν τα εκπαιδευτικά βιβλία των παιδιών της οικογένειας.
Εκτός των ρωσικών οι φυλές του Νταγκεστάν διδάσκονται και τις δικές τους γλώσσες. Η γλώσσα των Αβάρων που μιλούσαν οι οικοδεσπότες μας είχε ξεχωριστό ενδιαφέρον. Κυριλλικό αλφάβητο μεν, αλλά ακουστικά δεν με παρέπεμπε σε καμία γνωστή γλωσσική οικογένεια και η φωνολογία της είχε κάποια πολύ ιδιαίτερα φωνήματα (κάποια εξ’αυτών μου θύμιζαν έντονα τους ήχους “κλικ” των νοτιοαφρικανικών γλωσσών).
Το δείπνο είχε κρεατικά στα κάρβουνα. Ξεροσφύρι… Ούτε καν πατάτες έστω βραστές για συνοδευτικό. Σίγουρα κανείς δεν έρχεται στο Νταγκεστάν για τη gourmet κουζίνα του...
Με το ξημέρωμα ο Timur μας έκανε μια σύντομη περιήγηση σε κάποια “ιστορικά” και μη αξιοθέατα πέριξ του ξενοδοχείου. Εδώ ένα μνημείο, εκεί ο τάδε ρώσος αυτοκράτορας συσκεύτηκε μετά των στρατηγών του, εδώ κάτι ελαφάκια και γελάδες, όλα επαρκώς αδιάφορα για τους μη επαΐοντες.
Εν αντιθέσει αυτό που σκόρπισε κύματα ενθουσιασμού ήταν ο δρόμος επιστροφής προς το Gunib (Гуниб). Ότι δεν μπορέσαμε να δούμε το προηγούμενο βράδυ γιατί το σκέπαζε το πέπλο της νύχτας ξεδιπλωνόνταν μεγαλοπρεπέστατα στα μάτια μας.
Τα σπίτια του Gunib κρεμασμένα θαρρείς στο χείλος του χείλος του γκρεμού κι ολούθε κορυφογραμμές. Οι πλαγιές έσβηναν σ’ένα οροπέδιο μ’αναβαθμίδες όπου κυλούσε το ποτάμι. Τα μάτια μας -σαν άλλου αετού- δεν χόρταιναν την απλωσιά και την μεγαλοπρέπεια του τοπίου.
Σταματήσαμε στη χαριτωμένη πλατεία του Gunib (η πόλη είναι χτισμένη σε επίπεδα) για να επισκεφθούμε το μνημείο για το μεγάλο πατριωτικό πόλεμο 1941-45.
Καλύψαμε μια διαδρομή μέσα από φαράγγια, κοιλάδες, ποτάμια, κωμοπόλεις
πριν αρχίσουμε ν’ανηφορίζουμε στα 2000 μέτρα υψόμετρο στο κατάξερο οροπέδιο της επαρχίας Khuznakh (ένα dejavu με εικόνες κεντρικής Ασίας το έπαθα).
Κάναμε στάση στο φαράγγι Tsolotlinskiy (Цолотлинский каньон) όπου χύνονται δύο μικροί καταρράκτες. Η περιέργειά μου να δω πώς φαίνεται το φαράγγι όλο και πιο πέρα, λίγο έλειψε να με οδηγήσει στο πάτο ενός υπαίθριου απόπατου...
Οδικώς καταλήξαμε στην άκρη του γυμνού οροπεδίου, σ΄ένα μνημείο αφιερωμένο στον Αβάρο πολέμαρχο Χατζή Μουράτ, πρωταγωνιστή της ομώνυμης νουβέλας του Λέοντος Τολστόι.
Eκεί το επίπεδο σκηνικό έδωσε τη θέση του δραματικά σε μια σειρά από βαθιές κοιλάδες. Η πανοραμική θέα ήταν εξίσου μεγαλειώδης με γραφική φωτογραφική πινελιά ένα πέτρινο τζαμί.
Σε μικρή απόσταση, με υπόδειξη του Timur μετά από σύντομη κάθοδο, χαθήκαμε κυριολεκτικά ανάμεσα σε συστάδες βράχων (σπήλαια Matlas/Матласские пещеры) που ορθώνονταν πλάι μας σαν ψηλά τείχη.
Πριν αναχωρήσουμε ζητήσαμε από τον οδηγό μας να χαλαρώσουμε για μερικά λεπτά. Ξαποστάσαμε αγναντεύοντας τους ορεινούς όγκους, απολαμβάνοντας την απόλυτη σιωπή και το πέταγμα των αετών πάνω από τα κεφάλια μας.
Nωρίς το απόγευμα καταλήξαμε στο χωριό Gotsatl’ Bolshoy (Гоцатль Большой), στον ξενώνα της κυρίας Zeynab όπου θα καταλύαμε για το βράδυ.
Πληθωρική η κυρία Zeynab, έφερνε ζάφτι ακούραστα από παιδιά μέχρι τους καλεσμένους της. Φτάνοντας αργά το μεσημέρι μας σέρβιραν μεσημεριανό, πλην όμως δεν μπόρεσα να συγκρατήσω τη μουρμούρα του συνταξιδιώτη μου που σκοτείνιασε: “Για σκυλιά μας περάσανε;” Η αλήθεια το βραστό μοσχάρι δεν ήταν παρά ένα κόκκαλο με ιχνοστοιχεία κρέατος, ο κρεατοζωμός σκέτος χωρίς ούτε ένα λαχανικό ή μανεστρούλα και η μόνη παρηγοριά τα khinkali δεν ήταν γεμιστά αλλά μια σκέτη νερόβραστη ζύμη στο ζωμό του κρέατος (πάρτυ έκαναν τα λιπίδια στο αίμα μας).
Μετά το μεσημεριανό κάναμε μια μικρή βόλτα στο χωριό απολαμβάνοντας τη θέα με τα χρώματα του δειλινού.
Σαν έπεσε το φως επιστρέψαμε στο ξενώνα μας κι αναλωθήκαμε πίνοντας τσάι με τους οικοδεσπότες μας παλεύοντας κι εδώ να κάνουμε διάλογο. Αφού δεν μπόρεσα με ιδιαίτερη επιτυχία να αλιεύσω πληροφορίες για την ζωή επί σοβιετίας (μιας και μου απευθύνονταν στα ρώσικα), το ενδιαφέρον μου τράβηξαν τα εκπαιδευτικά βιβλία των παιδιών της οικογένειας.
Εκτός των ρωσικών οι φυλές του Νταγκεστάν διδάσκονται και τις δικές τους γλώσσες. Η γλώσσα των Αβάρων που μιλούσαν οι οικοδεσπότες μας είχε ξεχωριστό ενδιαφέρον. Κυριλλικό αλφάβητο μεν, αλλά ακουστικά δεν με παρέπεμπε σε καμία γνωστή γλωσσική οικογένεια και η φωνολογία της είχε κάποια πολύ ιδιαίτερα φωνήματα (κάποια εξ’αυτών μου θύμιζαν έντονα τους ήχους “κλικ” των νοτιοαφρικανικών γλωσσών).
Το δείπνο είχε κρεατικά στα κάρβουνα. Ξεροσφύρι… Ούτε καν πατάτες έστω βραστές για συνοδευτικό. Σίγουρα κανείς δεν έρχεται στο Νταγκεστάν για τη gourmet κουζίνα του...