Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Κεφάλαιο 2ο
- Κεφάλαιο 3ο]Ξεκιναμε την περιηγηση κατά τις εννιαμισυ, με κατευθυνση ανατολικα.Μια φευγαλεα ματια στο «αστικο» κομματι του νησιου : Αμπεναμ, Ματαραμ, Κακρανεγκαρα.Ο Μιχαλακης θελει να μας μυησει στις μουσικες του Λομποκ, η κασετα παιζει παραδοσιακα τραγουδια, αυτος σταματαει να μιλαει ΜΟΝΟ για να τα σιγοτραγουδησει και να μας εξηγησει την ιστορια κάθε τραγουδιου.Καλο το Λομποκεζικο εθνικ, αλλα μετα από κανενα μισαωρο, αρχιζει να μας «γρατζουναει» τα σωθικα.Πριν από μια σιδερενια γεφυρα, σταματαει το αυτοκινητο για να δουμε το αξιοθεατο.Ποιο αξιοθεατο ? Η γεφυρα είναι, κατά τη γνωμη του, αξιοθεατη.[I]Η μεγαλυτερη σε ολο το Λομποκ! [/I]λεει και το υφος του τον προδιδει.Το σκουριασμενο κατασκευασμα είναι αξιοθρηνητο κι ο Μιχαλακης, προφανως, αγνοει ότι, στη χωρα μας «παραμυθιαζαμε» τουριστες, πολύ πριν από αυτόν.Ακομα πιο προφανως αγνοει, ότι μολις εγκαινιασαμε τη γεφυρα Ριου-Αντιρριου.Μολις μαθαινει γι’ αυτην, με κοιταει καχυποπτα.Eιναι προφανες ότι νομιζει πως τον κοροιδευω. «[I]Κι εγω λεω υπερβολες, αλλα αυτος ο Ελληνας το παρακανε», [/I
- Κεφάλαιο 4ο
Μετα από κανα διωρο εχουμε καταληξει στο Μπαγκσιτ, τρια χιλιομετρα βορεια του Σενγκιγκι, μακρια από τους πλεοναζοντες μικροπωλητες.Ένα χιλιομετρο αμμουδια, στην αρχη της δυο τρια ακριβα ξενοδοχεια, στο τελος το Windy‘s με τα συμπαθητικα μπανγκαλοουζ.Εδω ειμαστε.Ακριβως μπροστα μας είναι το καλυτερο σημειο αυτης της παραλιας για σνορκελινγκ.Φαινομενικα ερημη παραλια (τρεις τεσσερις παρεες σε μηκος χιλιων μετρων).Φαινομενικα!Με το που πατας το ποδι σου στην αμμο, πλανοδιοι ξεφυτρωνουν από τους ισκιους, διασχιζουν ολη την αμμουδια και ελπιζουν…Tο ότι πουλανε ακριβως τα ιδια πραγματα, δεν δειχνει να δημιουργει κανεναν ανταγωνισμο μεταξυ τους κι όταν το παιρνουν αποφαση, πως δε θα πουλησουν, γινομαστε μια παρεα, πλανοδιοι και λουομενοι.Μονο ενας αποτελει προβλημα, αθελα του.Είναι ενας, απροσδιοριστης ηλικιας ανθρωπακος, γυρω στο 1,40 υψος, ραχιτικος οσο δεν παει άλλο, αποστεωμενος, απλανης και ανεκφραστος.Και μονο το γεγονος ότι ξεκιναει να διασχισει πεντακοσια μετρα στην αμμο, μεσα στο λιοπυρι, μηπως και πουλησει ένα ξυλινο βατραχακι, ασκει μια πιεση στις καλοθρεμμενες ευαισθησιες μας.
Βουταω να χαζεψω τα ψαρακια με το καινουργιο μου, Λομποκεζικο, αδιαβροχο ρολοι. Βγαινοντας, ζουλαω το «κρυσταλλο» και το νερο βγαινει από το κουρντιστιρι.Το απογευμα συνανταω αυτόν που μου το πουλησε, το βλεπει και μου λεει «αυτό μπαζει νερα, θελεις ένα άλλο, ακομα πιο αδιαβροχο?»
Το Λομποκ, επεσε θυμα των υψηλων προσδοκιων αυξησης του τουρισμου, που αντι να αυξηθει, μειωθηκε.Εκατονταδες καταλυματα και χιλιαδες ανθρωποι, εχουν να μοιραστουν πολύ λιγοτερους τουριστες, απ’ οσους χρειαζονται.Εστιατορια που θα συγκαταλεγονταν ανετα στα καλυτερα της Αθηνας, παρακαλανε για μια παρεα, την οποια μαλιστα, θα χρεωσουν με ψιχουλα.Το εστιατοριο του Alang-Alang, δεκα μετρα πανω από την αμμουδια, με το Μπαλι φατσα-καρτα, εχει τοσο προσωπικο που δεν ξερει τι να το κανει.Κάθε τραπεζι φωτιζεται από τεσσερις πυρσους και εχει έναν αποκλειστικο ψηστη και δυο σερβοτορους (διακριτικοτατους).Οσον αφορα το κοστος, με τοσα λεφτα δεν τρως ουτε σουβλακι στον Καβουρα.Στην παραλια από κατω, λεπτες σκυμμενες φιγουρες μαζευουν οστρακα από το βυθο που αφησε «εκτεθειμενο» η αμπωτη.Το λεπτο αρωμα στην ατμοσφαιρα, ερχεται από φυτικο – και αποτελεσματικο – αντικουνουπικο (κριμα που «παστωθηκα» στο antibroom).Ο μαιτρ αντιλαμβανεται ότι μας αρεσει η Τρεισι Τσαπμαν και ολο το βραδυ δεν παιζει τιποτ’ άλλο.Φευγοντας, περναμε από τη ρεσεψιον, ενας υπαλληλος πεταγεται ορθιος και ρωταει αν εχουμε δικο μας μεταφορικο μεσον.Μολονοτι του εξηγουμε ότι μενουμε πολύ κοντα, κανει νοημα κι ένα αυτοκινητο του ξενοδοχειου ερχεται μπροστα στην εισοδο.Κοιτιομαστε… ρε μπας και μας περνανε για αλλους?
Στα μπαγκαλοουζ, εκτος του προσωπικου, παρεπιδημει κι ενας τυπακος «γενικων καθηκοντων», μεταξυ των οποιων και η ημερησια ενοικιαση αυτοκινητου, με οδηγο τον ιδιο.Στην πρωτη γνωριμια, κανει λες και βρηκε τα ξενιτεμενα του αδερφια.Λογω ομοιοτητας μ’ ένα φιλο, τον «βαφτιζουμε» Μιχαλακη και κανονιζουμε ημερησια εκδρομη, με τον ορο, όμως, ότι τη διαδρομη θα την καθορισουμε εμεις (κρισιμη λεπτομερεια, αν δε θελει κανεις να «τσαλαβουταει» στα τουριστικα μερη και τις αγορες απ’ οπου ο οδηγος εχει την καλυτερη προμηθεια).
O Μιχαλακης είναι ο κλασσικος, καπατσος, ημι-freelance οδηγος, που πληρωνεται από το resort, αλλα πονταρει κυριως στα εξτρά.Οσοι δεν τον εχουν συναντησει ηδη, θα τον συναντησουν σιγουρα, αν βρεθουν σ΄εκεινα τα μερη, θα φροντισει αυτος γι’ αυτό.
Μικρος, δουλευε σκυμμενος στα ριζοχωραφα μαζι με τ’ αδερφια του, αλλα «τρουπωσε» στις τουριστικες μπιζνες και τωρα κυκλοφορει με χαβανεζικο πουκαμισο, ρειμπαν και χρυσο ρολοι.Συνηθως, τα ενοικιαζομενα αυτοκινητα εχουν έναν οδηγο κι έναν συνοδο, ο Μιχαλακης είναι δυο στη συσκευασια του ενός.Θα σε παει οπου θελεις, αλλα θα σε «ψησει» να σταματησεις στο μαγερικο του ξαδερφου του, να ψωνισεις υφαντα από κει που του δινουν τα περισσοτερα, να επισκεφτεις το χωριο με τα κεραμικα, που εχει «κονε».
Βουταω να χαζεψω τα ψαρακια με το καινουργιο μου, Λομποκεζικο, αδιαβροχο ρολοι. Βγαινοντας, ζουλαω το «κρυσταλλο» και το νερο βγαινει από το κουρντιστιρι.Το απογευμα συνανταω αυτόν που μου το πουλησε, το βλεπει και μου λεει «αυτό μπαζει νερα, θελεις ένα άλλο, ακομα πιο αδιαβροχο?»
Το Λομποκ, επεσε θυμα των υψηλων προσδοκιων αυξησης του τουρισμου, που αντι να αυξηθει, μειωθηκε.Εκατονταδες καταλυματα και χιλιαδες ανθρωποι, εχουν να μοιραστουν πολύ λιγοτερους τουριστες, απ’ οσους χρειαζονται.Εστιατορια που θα συγκαταλεγονταν ανετα στα καλυτερα της Αθηνας, παρακαλανε για μια παρεα, την οποια μαλιστα, θα χρεωσουν με ψιχουλα.Το εστιατοριο του Alang-Alang, δεκα μετρα πανω από την αμμουδια, με το Μπαλι φατσα-καρτα, εχει τοσο προσωπικο που δεν ξερει τι να το κανει.Κάθε τραπεζι φωτιζεται από τεσσερις πυρσους και εχει έναν αποκλειστικο ψηστη και δυο σερβοτορους (διακριτικοτατους).Οσον αφορα το κοστος, με τοσα λεφτα δεν τρως ουτε σουβλακι στον Καβουρα.Στην παραλια από κατω, λεπτες σκυμμενες φιγουρες μαζευουν οστρακα από το βυθο που αφησε «εκτεθειμενο» η αμπωτη.Το λεπτο αρωμα στην ατμοσφαιρα, ερχεται από φυτικο – και αποτελεσματικο – αντικουνουπικο (κριμα που «παστωθηκα» στο antibroom).Ο μαιτρ αντιλαμβανεται ότι μας αρεσει η Τρεισι Τσαπμαν και ολο το βραδυ δεν παιζει τιποτ’ άλλο.Φευγοντας, περναμε από τη ρεσεψιον, ενας υπαλληλος πεταγεται ορθιος και ρωταει αν εχουμε δικο μας μεταφορικο μεσον.Μολονοτι του εξηγουμε ότι μενουμε πολύ κοντα, κανει νοημα κι ένα αυτοκινητο του ξενοδοχειου ερχεται μπροστα στην εισοδο.Κοιτιομαστε… ρε μπας και μας περνανε για αλλους?
Στα μπαγκαλοουζ, εκτος του προσωπικου, παρεπιδημει κι ενας τυπακος «γενικων καθηκοντων», μεταξυ των οποιων και η ημερησια ενοικιαση αυτοκινητου, με οδηγο τον ιδιο.Στην πρωτη γνωριμια, κανει λες και βρηκε τα ξενιτεμενα του αδερφια.Λογω ομοιοτητας μ’ ένα φιλο, τον «βαφτιζουμε» Μιχαλακη και κανονιζουμε ημερησια εκδρομη, με τον ορο, όμως, ότι τη διαδρομη θα την καθορισουμε εμεις (κρισιμη λεπτομερεια, αν δε θελει κανεις να «τσαλαβουταει» στα τουριστικα μερη και τις αγορες απ’ οπου ο οδηγος εχει την καλυτερη προμηθεια).
O Μιχαλακης είναι ο κλασσικος, καπατσος, ημι-freelance οδηγος, που πληρωνεται από το resort, αλλα πονταρει κυριως στα εξτρά.Οσοι δεν τον εχουν συναντησει ηδη, θα τον συναντησουν σιγουρα, αν βρεθουν σ΄εκεινα τα μερη, θα φροντισει αυτος γι’ αυτό.
Μικρος, δουλευε σκυμμενος στα ριζοχωραφα μαζι με τ’ αδερφια του, αλλα «τρουπωσε» στις τουριστικες μπιζνες και τωρα κυκλοφορει με χαβανεζικο πουκαμισο, ρειμπαν και χρυσο ρολοι.Συνηθως, τα ενοικιαζομενα αυτοκινητα εχουν έναν οδηγο κι έναν συνοδο, ο Μιχαλακης είναι δυο στη συσκευασια του ενός.Θα σε παει οπου θελεις, αλλα θα σε «ψησει» να σταματησεις στο μαγερικο του ξαδερφου του, να ψωνισεις υφαντα από κει που του δινουν τα περισσοτερα, να επισκεφτεις το χωριο με τα κεραμικα, που εχει «κονε».
Attachments
-
33,7 KB Προβολές: 545