psilos3
Member
- Μηνύματα
- 6.650
- Likes
- 51.373
- Επόμενο Ταξίδι
- ?
- Ταξίδι-Όνειρο
- Αναζητείται!
Ρούμι, πούρα και Αβάνα!
Είχαμε συνειδητοποιήσει ότι οι μέρες της εκδρομής πλησίαζαν στη λήξη τους, πάνω που είχαμε προσαρμοστεί σε όλα τόσο καλά. Δε μπορούσαμε να κάνουμε κάτι γι’ αυτό φυσικά, παρά μόνο να γυρίσουμε την Αβάνα όσο καλύτερα γινόταν, και να κρατήσουμε όσα περισσότερα μπορούμε απ’ αυτή.
Πήραμε λοιπόν για ακόμα μια φορά διαφορετικό δρόμο για το κέντρο περπατώντας τα στενά της πόλης:
Πρώτος προορισμός μας σήμερα το περίφημο ‘’Romeo Y Julieta Cigar Factory’’ όπου θα βλέπαμε τη κατασκευή των πούρων και θα ψωνίζαμε στο ομώνυμο μαγαζί ακριβώς από κάτω. Οι συστάσεις μας ήταν καλές, αλλά υπολογίσαμε λάθος λόγω της ημέρας με αποτέλεσμα να βρούμε το εργοστάσιο κλειστό. Αρκεστήκαμε λοιπόν στο κατάστημα, το οποίο γυρίσαμε με ευχαρίστηση. Οι επιλογές για ψώνια είναι πάρα πολλές και απευθύνονται σε κάθε τσέπη. Πέρα από τη μεγάλη ποικιλία σε πούρα και πουράκια θα βρείτε να αγοράσετε και ρούμι. Ψωνίσαμε λοιπόν πολύ ωραία πράγματα για μας και τους φίλους μας.
Εδώ πρέπει να αναφέρω και τον κανονισμό, τον οποίο θα σας συμβούλευα να σεβαστείτε, αν δε θέλετε να δείτε τα πούρα σας να καταλήγουν στα σκουπίδια κατά τον έλεγχο, κάτι το οποίο συνέβη σε ένα συνεπιβάτη Έλληνα και δε μου άρεσε καθόλου:
2 λίτρα το όριο για οινοπνευματώδη (3 μπουκάλια Havana Club πχ)
Για τα πούρα:
200 τεμάχια τσιγάρα ή
100 τεμάχια πουράκια ή
50 πούρα
(τα εργατικά πούρα θεωρούνται τσιγάρα).
Στη συνέχεια περπατήσαμε περίπου 2 χιλιόμετρα με κατεύθυνση τη θάλασσα, μέσα από τα δρομάκια του κέντρου:
Στόχος μας ήταν να φτάσουμε σε ακόμα ένα σημείο – σταθμό της εκδρομής, το μουσείο του Havana Club ή αλλιώς ‘’Museo del Ron Havana Club’’:
Πληρώσαμε την είσοδο των 8 Cuc η οποία περιλαμβάνει Αγγλόφωνο τουρ και δοκιμή, και μπήκαμε στον προαύλιο χώρο όπου είχε αναμονή μέχρι να συγκεντρωθεί ο αριθμός των ατόμων. Το μουσείο στεγάζεται σε ένα ανακαινισμένο αποικιακό αρχοντικό του 18ου αιώνα. Η έναρξη της ξενάγησης σημαίνει με ένα χαρακτηριστικό κουδούνι στην αρχή της μαρμάρινης σκάλας.
Ο ξεναγός που μας ανέλαβε ήταν πολύ κατατοπιστικός και γνώριζε αρκετά καλά Αγγλικά.
Το μουσείο που ξεδιπλώνεται σιγά – σιγά μπροστά σου είναι ξεκάθαρα κάτι περισσότερο από έναν απλό χώρο κατασκευής ενός ποτού. Μαθαίνεις ότι σχετίζεται άμεσα με τη Κουλτούρα της χώρας, μαθαίνεις ότι εξαιτίας του ζαχαροκάλαμου και της παραγωγής του ρουμιού είναι τέτοια η σύσταση του πληθυσμού (περίπου το 1/3 των Κουβανών απόγονοι σκλάβων από την Αφρική), μαθαίνεις ότι είναι το νούμερο ένα εξαγώγιμο προϊόν σε όλο τον κόσμο, και μαθαίνεις ότι ο ίδιος ο Γκεβάρα ανέλαβε να επαναπροσδιορίσει το στάτους του εργοστασίου, την κατάσταση των εργατών και την αναδιανομή του.
Η μακέτα με το ακριβές μοντέλο ατμομηχανής. Η Κούβα ήταν η πρώτη χώρα της Λατινικής Αμερικής που χρησιμοποίησε ατμομηχανή για τη μεταφορά του ζαχαροκάλαμου:
Πραγματικά εντυπωσιακά στοιχεία, όπως εξίσου ενδιαφέροντα όλα όσα μαθαίνεις για τη παρασκευή του ρουμιού, από τη συλλογή του ζαχαροκάλαμου, έως το τέλος του και τη παλαίωση στο βαρέλι. Το πιο χαρακτηριστικό που έμαθα είναι ότι το μαύρο ρούμι που θεωρείται και το καλύτερο, παλαιώνεται σε βαρέλια τα οποία είχαν πρωτύτερα ουίσκι, και αγοράζονται μαζικά από την Ιρλανδία.
Η ξενάγηση ολοκληρώνεται στην αίθουσα γευσιγνωσίας (όλε) του μουσείου, με το τεράστιο ξύλινο μπαρ. Είναι η στιγμή που εξηγούν όλα τα προϊόντα που διατίθενται προς πώληση, από το κατάστημα που βρίσκεται εντός του μουσείου φυσικά και σου δίνουν να δοκιμάσεις το «νέκταρ κατευθείαν από τη πηγή», Αβάνα μαύρη παλαιωμένη δηλαδή.
Τέλος επιστρέφοντας στον προαύλιο χώρο και πριν το κατάστημα, είναι ένα χαρακτηριστικό υπαίθριο μπαράκι το οποίο χρησιμοποιεί μια παραδοσιακή μηχανή για να στύψει το ζαχαροκάλαμο και να το σερβίρει σε ένα εξαίρετο κοκτέιλ μαζί με μαύρο ρούμι και πορτοκάλι στη τιμή των τεσσάρων CUC.
Εξυπακούεται ότι ήπιαμε από ένα καθώς δε γινόταν να είμαστε εκεί, να το έχουμε μπροστά μας και να μη το δοκιμάσουμε. Διαθέτουμε και μια αξιοπρέπεια…
Εκεί γνωρίσαμε κι ένα ζευγάρι από τη Φινλανδία, με τους οποίους πιάσαμε τη κουβέντα. Τα παιδιά αναχωρούσαν την επομένη για ένα εφταήμερο στο Βαραντέρο και είναι οι μόνοι για τους οποίους εν μέρει τους δικαιολογώ. Το κριτήριο τους βέβαια φάνηκε ότι δεν είναι και πολύ σοβαρό, καθώς ξέρανε την Ελλάδα και μάλιστα είχαν έρθει στη Θεσσαλονίκη η οποία τους έκανε εντύπωση για την αρχιτεκτονική της, την ανοιχτωσιά της, και τους μεγάλους φαρδιούς δρόμους. Εντάξει, δε ξέρω πόσο χάλια παίζει να ναι το Ελσίνκι, πάντως με τη περιγραφή τους για τη Σαλονίκη γελάει ο κόσμος. Εκτός αν την είδανε ανήμερα δεκαπενταύγουστο….
Βγήκαμε με πολύ ευχάριστη διάθεση από τη ξενάγηση (και από τα ρούμια) με σκοπό να κάνουμε καμιά βόλτα για ψώνια. Στο δρόμο δίπλα απ’ το μουσείο είχα μια ακόμη εξαιρετική λήψη, χαρακτηριστική και αυτή της εκδρομής:
Κατευθυνθήκαμε παραλιακά περνώντας από τη ‘’ Iglesia de Paula’’
Λίγο πιο κάτω συναντήσαμε τη πολύ γνωστή κλειστή αγορά της Αβάνας, τη λεγόμενη ‘’ Almacenes San José Artisans' Market’’ την οποία πρέπει να επισκεφτείτε οπωσδήποτε αν σχεδιάζετε να περάσετε απ’ την Αβάνα. Πληθώρα από σουβενίρ, είδη τέχνης και ζωγραφικής, δερμάτινα είδη τα οποία είναι φημισμένα, είδη καπνού, μπλουζάκια, ρούχα, καπέλα, σημαίες και πραγματικά ότι μπορεί κανείς να φανταστεί. Εννοείται φυσικά με το απαραίτητο παζάρι. Αφιερώσαμε περίπου 2 ώρες εκεί, και αφού πήραμε αρχικά από ένα δώρο στον εαυτό μας, μπλουζάκι Crystal & Bucanero αντίστοιχα, ψωνίσαμε σχεδόν όλα μας τα δώρα της εκδρομής για τους αγαπημένους μας.
Οι ώρες είχαν περάσει για τα καλά όμως, και μετρούσαν αντίστροφα για μας, οπότε και αφιερωθήκαμε στο αγαπημένο μας σπορ, να κάνουμε βόλτες δηλαδή στο ιστορικό κέντρο – το οποίο πρέπει κάπου εδώ να αναφέρω ότι έχει ανακηρυχθεί από την UNESCO (το 1982), μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς – και να σταματάμε σε όποιο μπαρ και καντίνα μας κάνει κέφι. Η εικόνα μιλάει από μόνη της, για πολλοστή φορά στην εκδρομή αυτή:
Οι φίλοι μας οι Κουβανοί αμέριμνοι να παίζουν ντόμινο στο δρόμο:
Εγώ φταίω που γίνομαι γραφικός με την ομορφιά της Αβάνας;
Ποια είναι η πιο ωραία πόλη του κόσμου τελικά μου λέτε;
Πήραμε το δρόμο για το σπίτι, αφού κάναμε την απαραίτητη στάση στο πάρκο για πρόσβαση στο ίντερνετ. Είχαμε βρει ένα πάρκο αρκετά πιο κοντά μας, και σχεδόν πάντα χωρίς κόσμο οπότε και διευκολυνόταν πολύ η όλη κατάσταση. Δίπλα τα παιδάκια να παίζουν μπάλα στο δρόμο:
Ξεκουραστήκαμε λίγο κι ετοιμαστήκαμε για έξω. Οι πληροφορίες που είχαμε το προηγούμενο βράδυ από τον Jesus ήταν για ένα πολυχώρο στην Αβάνα, με μπαρ, φαγητό, μουσικές σκηνές με συγκροτήματα και πολλά άλλα όμορφα πράγματα, ο οποίος λεγότανε ‘’ Fábrica de Arte Cubano’’.
Η συμβουλή του ήταν να ξεκινήσουμε για εκεί νωρίς, σίγουρα πριν τις 8 κάτι το οποίο σαν Έλληνες φυσικά και δεν ακούσαμε και την πατήσαμε.
Περάσαμε από τη πλατεία της επανάστασης γύρω στις δέκα το βράδυ:
Μόλις φτάσαμε στο ‘’Fábrica de Arte Cubano’’ διαπιστώσαμε ότι η ουρά έκανε το γύρο του τετραγώνου, και ήταν φυσικά αδύνατο να περιμένουμε εκεί. Καλά να πάθουμε. Ο κλασσικός Κουβανός πιτσιρικάς που εμφανίστηκε με σκοπό να μας ζητήσει 10 Cuc ανά άτομο για να μας βάλει μέσα με «προτεραιότητα» μιας και ο αδερφός του δούλευε στη πόρτα έφυγε σβηστός…
Πήγαμε σε ένα Ιταλικό απέναντι να πάρουμε δύο μπυρίτσες, και προχωρήσαμε έως την Avenida 23 στην οποία συνεχίσαμε τη βραδιά μας σε διάφορα μπαράκια – καφενεία της περιοχής. Εκεί βρήκαμε σε ένα από τα καφενεία και εργατικά πούρα, απ’ όπου αγοράσαμε 2 πακέτα για να φέρουμε μαζί μας.
Ήταν ότι έπρεπε για καληνύχτα..
Είχαμε συνειδητοποιήσει ότι οι μέρες της εκδρομής πλησίαζαν στη λήξη τους, πάνω που είχαμε προσαρμοστεί σε όλα τόσο καλά. Δε μπορούσαμε να κάνουμε κάτι γι’ αυτό φυσικά, παρά μόνο να γυρίσουμε την Αβάνα όσο καλύτερα γινόταν, και να κρατήσουμε όσα περισσότερα μπορούμε απ’ αυτή.
Πήραμε λοιπόν για ακόμα μια φορά διαφορετικό δρόμο για το κέντρο περπατώντας τα στενά της πόλης:
Πρώτος προορισμός μας σήμερα το περίφημο ‘’Romeo Y Julieta Cigar Factory’’ όπου θα βλέπαμε τη κατασκευή των πούρων και θα ψωνίζαμε στο ομώνυμο μαγαζί ακριβώς από κάτω. Οι συστάσεις μας ήταν καλές, αλλά υπολογίσαμε λάθος λόγω της ημέρας με αποτέλεσμα να βρούμε το εργοστάσιο κλειστό. Αρκεστήκαμε λοιπόν στο κατάστημα, το οποίο γυρίσαμε με ευχαρίστηση. Οι επιλογές για ψώνια είναι πάρα πολλές και απευθύνονται σε κάθε τσέπη. Πέρα από τη μεγάλη ποικιλία σε πούρα και πουράκια θα βρείτε να αγοράσετε και ρούμι. Ψωνίσαμε λοιπόν πολύ ωραία πράγματα για μας και τους φίλους μας.
Εδώ πρέπει να αναφέρω και τον κανονισμό, τον οποίο θα σας συμβούλευα να σεβαστείτε, αν δε θέλετε να δείτε τα πούρα σας να καταλήγουν στα σκουπίδια κατά τον έλεγχο, κάτι το οποίο συνέβη σε ένα συνεπιβάτη Έλληνα και δε μου άρεσε καθόλου:
2 λίτρα το όριο για οινοπνευματώδη (3 μπουκάλια Havana Club πχ)
Για τα πούρα:
200 τεμάχια τσιγάρα ή
100 τεμάχια πουράκια ή
50 πούρα
(τα εργατικά πούρα θεωρούνται τσιγάρα).
Στη συνέχεια περπατήσαμε περίπου 2 χιλιόμετρα με κατεύθυνση τη θάλασσα, μέσα από τα δρομάκια του κέντρου:
Στόχος μας ήταν να φτάσουμε σε ακόμα ένα σημείο – σταθμό της εκδρομής, το μουσείο του Havana Club ή αλλιώς ‘’Museo del Ron Havana Club’’:
Πληρώσαμε την είσοδο των 8 Cuc η οποία περιλαμβάνει Αγγλόφωνο τουρ και δοκιμή, και μπήκαμε στον προαύλιο χώρο όπου είχε αναμονή μέχρι να συγκεντρωθεί ο αριθμός των ατόμων. Το μουσείο στεγάζεται σε ένα ανακαινισμένο αποικιακό αρχοντικό του 18ου αιώνα. Η έναρξη της ξενάγησης σημαίνει με ένα χαρακτηριστικό κουδούνι στην αρχή της μαρμάρινης σκάλας.
Ο ξεναγός που μας ανέλαβε ήταν πολύ κατατοπιστικός και γνώριζε αρκετά καλά Αγγλικά.
Το μουσείο που ξεδιπλώνεται σιγά – σιγά μπροστά σου είναι ξεκάθαρα κάτι περισσότερο από έναν απλό χώρο κατασκευής ενός ποτού. Μαθαίνεις ότι σχετίζεται άμεσα με τη Κουλτούρα της χώρας, μαθαίνεις ότι εξαιτίας του ζαχαροκάλαμου και της παραγωγής του ρουμιού είναι τέτοια η σύσταση του πληθυσμού (περίπου το 1/3 των Κουβανών απόγονοι σκλάβων από την Αφρική), μαθαίνεις ότι είναι το νούμερο ένα εξαγώγιμο προϊόν σε όλο τον κόσμο, και μαθαίνεις ότι ο ίδιος ο Γκεβάρα ανέλαβε να επαναπροσδιορίσει το στάτους του εργοστασίου, την κατάσταση των εργατών και την αναδιανομή του.
Η μακέτα με το ακριβές μοντέλο ατμομηχανής. Η Κούβα ήταν η πρώτη χώρα της Λατινικής Αμερικής που χρησιμοποίησε ατμομηχανή για τη μεταφορά του ζαχαροκάλαμου:
Πραγματικά εντυπωσιακά στοιχεία, όπως εξίσου ενδιαφέροντα όλα όσα μαθαίνεις για τη παρασκευή του ρουμιού, από τη συλλογή του ζαχαροκάλαμου, έως το τέλος του και τη παλαίωση στο βαρέλι. Το πιο χαρακτηριστικό που έμαθα είναι ότι το μαύρο ρούμι που θεωρείται και το καλύτερο, παλαιώνεται σε βαρέλια τα οποία είχαν πρωτύτερα ουίσκι, και αγοράζονται μαζικά από την Ιρλανδία.
Η ξενάγηση ολοκληρώνεται στην αίθουσα γευσιγνωσίας (όλε) του μουσείου, με το τεράστιο ξύλινο μπαρ. Είναι η στιγμή που εξηγούν όλα τα προϊόντα που διατίθενται προς πώληση, από το κατάστημα που βρίσκεται εντός του μουσείου φυσικά και σου δίνουν να δοκιμάσεις το «νέκταρ κατευθείαν από τη πηγή», Αβάνα μαύρη παλαιωμένη δηλαδή.
Τέλος επιστρέφοντας στον προαύλιο χώρο και πριν το κατάστημα, είναι ένα χαρακτηριστικό υπαίθριο μπαράκι το οποίο χρησιμοποιεί μια παραδοσιακή μηχανή για να στύψει το ζαχαροκάλαμο και να το σερβίρει σε ένα εξαίρετο κοκτέιλ μαζί με μαύρο ρούμι και πορτοκάλι στη τιμή των τεσσάρων CUC.
Εξυπακούεται ότι ήπιαμε από ένα καθώς δε γινόταν να είμαστε εκεί, να το έχουμε μπροστά μας και να μη το δοκιμάσουμε. Διαθέτουμε και μια αξιοπρέπεια…
Εκεί γνωρίσαμε κι ένα ζευγάρι από τη Φινλανδία, με τους οποίους πιάσαμε τη κουβέντα. Τα παιδιά αναχωρούσαν την επομένη για ένα εφταήμερο στο Βαραντέρο και είναι οι μόνοι για τους οποίους εν μέρει τους δικαιολογώ. Το κριτήριο τους βέβαια φάνηκε ότι δεν είναι και πολύ σοβαρό, καθώς ξέρανε την Ελλάδα και μάλιστα είχαν έρθει στη Θεσσαλονίκη η οποία τους έκανε εντύπωση για την αρχιτεκτονική της, την ανοιχτωσιά της, και τους μεγάλους φαρδιούς δρόμους. Εντάξει, δε ξέρω πόσο χάλια παίζει να ναι το Ελσίνκι, πάντως με τη περιγραφή τους για τη Σαλονίκη γελάει ο κόσμος. Εκτός αν την είδανε ανήμερα δεκαπενταύγουστο….
Βγήκαμε με πολύ ευχάριστη διάθεση από τη ξενάγηση (και από τα ρούμια) με σκοπό να κάνουμε καμιά βόλτα για ψώνια. Στο δρόμο δίπλα απ’ το μουσείο είχα μια ακόμη εξαιρετική λήψη, χαρακτηριστική και αυτή της εκδρομής:
Κατευθυνθήκαμε παραλιακά περνώντας από τη ‘’ Iglesia de Paula’’
Λίγο πιο κάτω συναντήσαμε τη πολύ γνωστή κλειστή αγορά της Αβάνας, τη λεγόμενη ‘’ Almacenes San José Artisans' Market’’ την οποία πρέπει να επισκεφτείτε οπωσδήποτε αν σχεδιάζετε να περάσετε απ’ την Αβάνα. Πληθώρα από σουβενίρ, είδη τέχνης και ζωγραφικής, δερμάτινα είδη τα οποία είναι φημισμένα, είδη καπνού, μπλουζάκια, ρούχα, καπέλα, σημαίες και πραγματικά ότι μπορεί κανείς να φανταστεί. Εννοείται φυσικά με το απαραίτητο παζάρι. Αφιερώσαμε περίπου 2 ώρες εκεί, και αφού πήραμε αρχικά από ένα δώρο στον εαυτό μας, μπλουζάκι Crystal & Bucanero αντίστοιχα, ψωνίσαμε σχεδόν όλα μας τα δώρα της εκδρομής για τους αγαπημένους μας.
Οι ώρες είχαν περάσει για τα καλά όμως, και μετρούσαν αντίστροφα για μας, οπότε και αφιερωθήκαμε στο αγαπημένο μας σπορ, να κάνουμε βόλτες δηλαδή στο ιστορικό κέντρο – το οποίο πρέπει κάπου εδώ να αναφέρω ότι έχει ανακηρυχθεί από την UNESCO (το 1982), μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς – και να σταματάμε σε όποιο μπαρ και καντίνα μας κάνει κέφι. Η εικόνα μιλάει από μόνη της, για πολλοστή φορά στην εκδρομή αυτή:
Οι φίλοι μας οι Κουβανοί αμέριμνοι να παίζουν ντόμινο στο δρόμο:
Εγώ φταίω που γίνομαι γραφικός με την ομορφιά της Αβάνας;
Ποια είναι η πιο ωραία πόλη του κόσμου τελικά μου λέτε;
Πήραμε το δρόμο για το σπίτι, αφού κάναμε την απαραίτητη στάση στο πάρκο για πρόσβαση στο ίντερνετ. Είχαμε βρει ένα πάρκο αρκετά πιο κοντά μας, και σχεδόν πάντα χωρίς κόσμο οπότε και διευκολυνόταν πολύ η όλη κατάσταση. Δίπλα τα παιδάκια να παίζουν μπάλα στο δρόμο:
Ξεκουραστήκαμε λίγο κι ετοιμαστήκαμε για έξω. Οι πληροφορίες που είχαμε το προηγούμενο βράδυ από τον Jesus ήταν για ένα πολυχώρο στην Αβάνα, με μπαρ, φαγητό, μουσικές σκηνές με συγκροτήματα και πολλά άλλα όμορφα πράγματα, ο οποίος λεγότανε ‘’ Fábrica de Arte Cubano’’.
Η συμβουλή του ήταν να ξεκινήσουμε για εκεί νωρίς, σίγουρα πριν τις 8 κάτι το οποίο σαν Έλληνες φυσικά και δεν ακούσαμε και την πατήσαμε.
Περάσαμε από τη πλατεία της επανάστασης γύρω στις δέκα το βράδυ:
Μόλις φτάσαμε στο ‘’Fábrica de Arte Cubano’’ διαπιστώσαμε ότι η ουρά έκανε το γύρο του τετραγώνου, και ήταν φυσικά αδύνατο να περιμένουμε εκεί. Καλά να πάθουμε. Ο κλασσικός Κουβανός πιτσιρικάς που εμφανίστηκε με σκοπό να μας ζητήσει 10 Cuc ανά άτομο για να μας βάλει μέσα με «προτεραιότητα» μιας και ο αδερφός του δούλευε στη πόρτα έφυγε σβηστός…
Πήγαμε σε ένα Ιταλικό απέναντι να πάρουμε δύο μπυρίτσες, και προχωρήσαμε έως την Avenida 23 στην οποία συνεχίσαμε τη βραδιά μας σε διάφορα μπαράκια – καφενεία της περιοχής. Εκεί βρήκαμε σε ένα από τα καφενεία και εργατικά πούρα, απ’ όπου αγοράσαμε 2 πακέτα για να φέρουμε μαζί μας.
Ήταν ότι έπρεπε για καληνύχτα..
Last edited: