taver
Member
- Μηνύματα
- 12.636
- Likes
- 29.968
- Ταξίδι-Όνειρο
- Iles Kerguelen
Κεφάλαιο 70: Πρώτες βόλτες στη Λάσα
Ξεκινήσαμε λοιπόν με το Nutty την πρώτη μας βόλτα στο κέντρο της Λάσα. Η Λάσα έγινε πρωτεύουσα ήδη από τον 7ο αιώνα, όταν ο βασιλιάς Songtsen Gambo μετέφερε την έδρα του εκεί από την κοιλάδα του Yarlung, και έκτισε ένα παλάτι στο σημείο όπου σήμερα βρίσκεται η Potala. Η Κινέζα και η Νεπαλέζα σύζυγος του βασιλιά έφεραν μαζί τους ως προίκα κι από ένα τεράστιο χρυσό άγαλμα του Βούδα, και δυο ναοί, οι Ramoche και Jokhang κτίστηκαν για να τα στεγάσουν. Το όνομα της πόλης προέρχεται από τις Θιβετιανές λέξεις Lha (ιερό) και sa (χώμα).
Με τη διάλυση της αυτοκρατορίας τους 250 χρόνια μετά, το κέντρο εξουσίας στο Θιβέτ μετατοπίστηκε, σταδιακά στη Sakya, τη Nedong και τη Shigatse. Ως μη πρωτεύουσα, η Λάσα ήταν μια περιφερειακή μικρή πόλη, μέχρι που ο Πέμπτος Δαλάι Λάμα αποφάσισε να μεταφέρει εκεί την πρωτεύουσά του, έχοντας νικήσει τους βασιλείς της Shigatse. Από τότε, το 1642, η Λάσα παραμένει πρωτεύουσα του Θιβέτ (είτε της χώρας, είτε της επαρχίας, είτε ότι ήταν το Θιβέτ κάθε φορά).
Οι φωτογραφίες της πόλης πριν το 1950, δείχνουν μια μικρή πόλη φωλιασμένη στη βάση της Ποτάλα, που λεγόταν Shol, και μια δεύτερη συστοιχία σπιτιών γύρω από το Jokhang. Ο συνολικός της πληθυσμός πρέπει να ήταν κάπου ανάμεσα στις 20.000 και τις 30.000, συν κάπου 16.000 ακόμα μοναχούς στα μοναστήρια Drepung και Sera λίγο έξω από την πόλη. Σήμερα οι κάτοικοι ξεπερνούν τους 500.000, με τους περισσότερους να είναι Κινέζοι Han έποικοι, που έχουν καταλάβει τα όλο και εξαπλωνόμενα δυτικά προάστεια, που μοιάζουν σαν κάθε άλλη Κινέζικη τσιμεντούπολη. Τη θέση του Shol, κάτω από την Potala, έχει πάρει μια τεράστια πλατεία («Potala Square»), που δημιουργήθηκε το 1995 για να «εορταστεί» η επέτειος της ενσωμάτωσης του Θιβέτ στην Κίνα. Στην πλατεία, εκτός από λιμνούλες με Κινέζικα γεφυράκια, βρίσκεται κι ένα μνημείο 35 μέτρων ύψους, για την «ειρηνική απελευθέρωση του Θιβέτ».
Όχι βέβαια ότι καταστράφηκε και μια πόλη απείρου κάλλους: Το 1812 ο εκκεντρικός βρετανός εξερευνητής Thomas Manning βρέθηκε εκεί κατά λάθος και οι περιγραφές του περιγράφουν την πόλη ως το αντίθετο της εντυπωσιακής Potala: «Δεν υπάρχει τίποτα ξεχωριστό, τίποτα ευχάριστο στην εμφάνιση της πόλης αυτής. Οι κατοικίες είναι βρώμικες με μουτζούρες και λάσπη, και οι λεωφόροι της γεμάτες σκυλιά».
Η έκταση της πόλης πάλι, συνεχίζει να μεγαλώνει. Τα τελευταία 20 χρόνια έχει διπλασιαστεί., και έρχεται συνέχεια. Από το 2006, μοντέρνα τρένα τη συνδέουν πλέον με την Κίνα, κάνοντας την υψηλότερη σε υψόμετρο διαδρομή τρένου στον κόσμο. Συνολικά η μεταμόρφωση της πόλης είναι τέτοια, που τα τελευταία 20 χρόνια έχει αλλάξει περισσότερο από όσο άλλαξε την προηγούμενη χιλιετία. Και οι λοιπές υποδομές της ανταγωνίζονται να ανταπεξέλθουν: Για παράδειγμα, το πρόβλημα παρκαρίσματος στο κέντρο είναι παροιμιώδες.
Ένα από τα πρώτα πράγματα που παρατηρεί κανείς στους δρόμους κάθε Κινεζικής πόλης, αλλά της Λάσα ένα παραπάνω, είναι οι ατελείωτες κάμερες ασφαλείας. Υπάρχουν παντού, και εκτός από αυτές υπάρχουν και μερικές ακόμα. Και σα να μην έφταναν οι κάμερες, υπάρχουν παντού αστυνόμοι. Ένστολοι πάντα, γιατί υποθέτω πως υπάρχουν κι άλλοι, με πολιτικά, που φυσικά δεν ήμουν σε θέση να αναγνωρίσω. Η αστυνόμευση είναι σκληρή, αλλά αν δεν κάνεις κάτι εξεζητημένο (π.χ. να μοιράζεις φυλλάδια του Δαλάι Λάμα) έχουν εντολή να βοηθούν κι όχι να ταλαιπωρούν τους τουρίστες.
Τα περισσότερα κτήρια στη σημερινή Λάσα έχουν Θιβετιανή διακόσμηση εξωτερικά, αλλά είναι μοντέρνα κτήρια στο εσωτερικό τους. Και δεν είναι κι ακριβώς τοπικό το χρώμα, οι Κινέζοι επέλεξαν να υιοθετήσουν το οικοδομικό στυλ του Amdo, στο ανατολικό οροπέδιο, που το θεώρησαν ομορφότερο. Και μαζί με τις σημαίες προσευχής, έχουν συνδυάσει και τα Κινέζικα φανάρια στην εικόνα των δρόμων. Χαρακτηριστική είναι η εικόνα της κεντρικότερης λεωφόρου, που φυσικά ονομάζεται λεωφόρος Πεκίνου:
Φυσικά, υπάρχουν καταστήματα σε μια κεντρική λεωφόρο, και εδώ, στο κέντρο της πόλης, έχουν παραδοσιακό χαρακτήρα. Τα στάνταρντ υγιεινής τροφίμων εδώ είναι υψηλά:
Πιο κάτω, η οδός Danjielin είναι γεμάτη με μαγαζιά που απευθύνονται σε τουρίστες, καθώς οδηγεί προς την πλατεία Barkhor, στο κέντρο της πόλης.
Στην πλατεία, όπως και σε όλο το ιστορικό κέντρο, για να μπει κανείς πρέπει να περάσει από έλεγχο ασφαλείας, με ανιχνευτές μετάλλων κλπ., σαν σε αεροδρόμιο. Ευτυχώς οι ντόπιοι έχουν συνηθίσει, και δε δημιουργούνται ουρές, παρά τον πολύ κόσμο που μαζεύεται.
Η πλατεία Barkhor είναι ο χώρος μπροστά από το Jokhang, το ναό που είναι τόσο παλιός όσο και η πόλη, και είναι το λογικό πρώτο σημείο που επισκέπτεται κάθε νεοφερμένος στην πόλη. Barkhor δεν είναι βέβαια μόνο η πλατεία, είναι όλη η περιοχή που περιβάλλει το Jokhang. Αποτελεί τόσο την πνευματική καρδιά της πόλης, όσο και την εμπορική, με στενάκια σε κάθε κατεύθυνση να ειδικεύονται στην πώληση ειδικών κατηγοριών ειδών, σε λογική παρόμοια με τα αραβικά σουκ. Να έχουν να ψωνίζουν κιόλας οι προσκυνητές που θέλουν να κάνουν διάλλειμα από την προσευχή…
Στο απέναντι άκρο της πλατείας είναι η κεντρική είσοδος του Jokhang. Δυο μήνες πριν την επίσκεψή μου, είχε ξεσπάσει μια πυρκαγιά στο εσωτερικό του. Οι πυρκαγιές στους βουδιστικούς ναούς δεν είναι κάτι ασυνήθιστο, με τόσα καντήλια και τόσο ξύλο που υπάρχει στο εσωτερικό τους. Η συγκεκριμένη προκάλεσε καταστροφές, αλλά όχι κάτι μη αναστρέψιμο, όμως έχουν αλλάξει τα ωράρια των επισκέψεων όσο διαρκούν οι επισκευές.
Η πλατεία έχει αποτελέσει το θέατρο όλων των εξεγέρσεων του Θιβέτ τα τελευταία χρόνια, εξ ου και όλα τα μέτρα με τους ανιχνευτές κλπ. Εδώ βρίσκονται και ομάδες έτοιμες να επέμβουν με πυροσβεστήρες (για την αποφυγή αυτοκτονιών διαμαρτυρίας με χρήση φωτιάς – η ακραία αυτή μέθοδος διαμαρτυρίας έχει τελευταία αυξημένη δημοτικότητα ανάμεσα στους Θιβετιανούς, με πάνω από 150 περιπτώσεις από το 2009 ως σήμερα). Αυτό που λείπει, ευτυχώς, από την πλατεία, σε αντίθεση με τις κεντρικές πλατείες στις άλλες περιφερειακές πρωτεύουσες, είναι το άγαλμα του Μάο.
Για τους τουρίστες, η είσοδος στο Jokhang όπως πάντα επιτρέπεται μόνο με συνοδεία ξεναγού, και δεδομένου ότι δεν περνάω κι εύκολα για ντόπιος (ούτε καν ο συγκάτοικος ο Nutty δεν περνάει), το αφήσαμε για αργότερα, ήταν άλλωστε στο πρόγραμμα για τη μεθεπόμενη μέρα. Όμως μπροστά στο Jokhang, κόσμος έχει μαζευτεί και προσεύχεται. Και δεδομένου ότι πρόκειται για ανοικτό εξωτερικό χώρο, η φωτογράφηση δεν απαγορεύεται.
Μπροστά από το Jokhang, ξεκινάει ένα κυκλικό μονοπάτι, το Barkhor kora, όπου οι προσκυνητές προχωράνε δεξιόστροφα και οι στρατιώτες περιπολούν αριστερόστροφα (με σκοπό να προκαλέσουν). Εκεί βρίσκονται και δυο μεγάλα καμίνια που καίνε θυμίαμα, τα οποία (μαζί με άλλα δυο στην άλλη πλευρά του Jokhang) σηματοδοτούν το μονοπάτι για το kora. Το kora το περπατάει ο καθένας όπως προτιμά, αλλά πολλοί Θιβετιανοί το κάνουν με μια περίεργη σειρά κινήσεων που θα δείτε στο βίντεο.
Ξεκινήσαμε λοιπόν με το Nutty την πρώτη μας βόλτα στο κέντρο της Λάσα. Η Λάσα έγινε πρωτεύουσα ήδη από τον 7ο αιώνα, όταν ο βασιλιάς Songtsen Gambo μετέφερε την έδρα του εκεί από την κοιλάδα του Yarlung, και έκτισε ένα παλάτι στο σημείο όπου σήμερα βρίσκεται η Potala. Η Κινέζα και η Νεπαλέζα σύζυγος του βασιλιά έφεραν μαζί τους ως προίκα κι από ένα τεράστιο χρυσό άγαλμα του Βούδα, και δυο ναοί, οι Ramoche και Jokhang κτίστηκαν για να τα στεγάσουν. Το όνομα της πόλης προέρχεται από τις Θιβετιανές λέξεις Lha (ιερό) και sa (χώμα).
Με τη διάλυση της αυτοκρατορίας τους 250 χρόνια μετά, το κέντρο εξουσίας στο Θιβέτ μετατοπίστηκε, σταδιακά στη Sakya, τη Nedong και τη Shigatse. Ως μη πρωτεύουσα, η Λάσα ήταν μια περιφερειακή μικρή πόλη, μέχρι που ο Πέμπτος Δαλάι Λάμα αποφάσισε να μεταφέρει εκεί την πρωτεύουσά του, έχοντας νικήσει τους βασιλείς της Shigatse. Από τότε, το 1642, η Λάσα παραμένει πρωτεύουσα του Θιβέτ (είτε της χώρας, είτε της επαρχίας, είτε ότι ήταν το Θιβέτ κάθε φορά).
Οι φωτογραφίες της πόλης πριν το 1950, δείχνουν μια μικρή πόλη φωλιασμένη στη βάση της Ποτάλα, που λεγόταν Shol, και μια δεύτερη συστοιχία σπιτιών γύρω από το Jokhang. Ο συνολικός της πληθυσμός πρέπει να ήταν κάπου ανάμεσα στις 20.000 και τις 30.000, συν κάπου 16.000 ακόμα μοναχούς στα μοναστήρια Drepung και Sera λίγο έξω από την πόλη. Σήμερα οι κάτοικοι ξεπερνούν τους 500.000, με τους περισσότερους να είναι Κινέζοι Han έποικοι, που έχουν καταλάβει τα όλο και εξαπλωνόμενα δυτικά προάστεια, που μοιάζουν σαν κάθε άλλη Κινέζικη τσιμεντούπολη. Τη θέση του Shol, κάτω από την Potala, έχει πάρει μια τεράστια πλατεία («Potala Square»), που δημιουργήθηκε το 1995 για να «εορταστεί» η επέτειος της ενσωμάτωσης του Θιβέτ στην Κίνα. Στην πλατεία, εκτός από λιμνούλες με Κινέζικα γεφυράκια, βρίσκεται κι ένα μνημείο 35 μέτρων ύψους, για την «ειρηνική απελευθέρωση του Θιβέτ».
Όχι βέβαια ότι καταστράφηκε και μια πόλη απείρου κάλλους: Το 1812 ο εκκεντρικός βρετανός εξερευνητής Thomas Manning βρέθηκε εκεί κατά λάθος και οι περιγραφές του περιγράφουν την πόλη ως το αντίθετο της εντυπωσιακής Potala: «Δεν υπάρχει τίποτα ξεχωριστό, τίποτα ευχάριστο στην εμφάνιση της πόλης αυτής. Οι κατοικίες είναι βρώμικες με μουτζούρες και λάσπη, και οι λεωφόροι της γεμάτες σκυλιά».
Η έκταση της πόλης πάλι, συνεχίζει να μεγαλώνει. Τα τελευταία 20 χρόνια έχει διπλασιαστεί., και έρχεται συνέχεια. Από το 2006, μοντέρνα τρένα τη συνδέουν πλέον με την Κίνα, κάνοντας την υψηλότερη σε υψόμετρο διαδρομή τρένου στον κόσμο. Συνολικά η μεταμόρφωση της πόλης είναι τέτοια, που τα τελευταία 20 χρόνια έχει αλλάξει περισσότερο από όσο άλλαξε την προηγούμενη χιλιετία. Και οι λοιπές υποδομές της ανταγωνίζονται να ανταπεξέλθουν: Για παράδειγμα, το πρόβλημα παρκαρίσματος στο κέντρο είναι παροιμιώδες.
Ένα από τα πρώτα πράγματα που παρατηρεί κανείς στους δρόμους κάθε Κινεζικής πόλης, αλλά της Λάσα ένα παραπάνω, είναι οι ατελείωτες κάμερες ασφαλείας. Υπάρχουν παντού, και εκτός από αυτές υπάρχουν και μερικές ακόμα. Και σα να μην έφταναν οι κάμερες, υπάρχουν παντού αστυνόμοι. Ένστολοι πάντα, γιατί υποθέτω πως υπάρχουν κι άλλοι, με πολιτικά, που φυσικά δεν ήμουν σε θέση να αναγνωρίσω. Η αστυνόμευση είναι σκληρή, αλλά αν δεν κάνεις κάτι εξεζητημένο (π.χ. να μοιράζεις φυλλάδια του Δαλάι Λάμα) έχουν εντολή να βοηθούν κι όχι να ταλαιπωρούν τους τουρίστες.
Τα περισσότερα κτήρια στη σημερινή Λάσα έχουν Θιβετιανή διακόσμηση εξωτερικά, αλλά είναι μοντέρνα κτήρια στο εσωτερικό τους. Και δεν είναι κι ακριβώς τοπικό το χρώμα, οι Κινέζοι επέλεξαν να υιοθετήσουν το οικοδομικό στυλ του Amdo, στο ανατολικό οροπέδιο, που το θεώρησαν ομορφότερο. Και μαζί με τις σημαίες προσευχής, έχουν συνδυάσει και τα Κινέζικα φανάρια στην εικόνα των δρόμων. Χαρακτηριστική είναι η εικόνα της κεντρικότερης λεωφόρου, που φυσικά ονομάζεται λεωφόρος Πεκίνου:
Φυσικά, υπάρχουν καταστήματα σε μια κεντρική λεωφόρο, και εδώ, στο κέντρο της πόλης, έχουν παραδοσιακό χαρακτήρα. Τα στάνταρντ υγιεινής τροφίμων εδώ είναι υψηλά:
Πιο κάτω, η οδός Danjielin είναι γεμάτη με μαγαζιά που απευθύνονται σε τουρίστες, καθώς οδηγεί προς την πλατεία Barkhor, στο κέντρο της πόλης.
Στην πλατεία, όπως και σε όλο το ιστορικό κέντρο, για να μπει κανείς πρέπει να περάσει από έλεγχο ασφαλείας, με ανιχνευτές μετάλλων κλπ., σαν σε αεροδρόμιο. Ευτυχώς οι ντόπιοι έχουν συνηθίσει, και δε δημιουργούνται ουρές, παρά τον πολύ κόσμο που μαζεύεται.
Η πλατεία Barkhor είναι ο χώρος μπροστά από το Jokhang, το ναό που είναι τόσο παλιός όσο και η πόλη, και είναι το λογικό πρώτο σημείο που επισκέπτεται κάθε νεοφερμένος στην πόλη. Barkhor δεν είναι βέβαια μόνο η πλατεία, είναι όλη η περιοχή που περιβάλλει το Jokhang. Αποτελεί τόσο την πνευματική καρδιά της πόλης, όσο και την εμπορική, με στενάκια σε κάθε κατεύθυνση να ειδικεύονται στην πώληση ειδικών κατηγοριών ειδών, σε λογική παρόμοια με τα αραβικά σουκ. Να έχουν να ψωνίζουν κιόλας οι προσκυνητές που θέλουν να κάνουν διάλλειμα από την προσευχή…
Στο απέναντι άκρο της πλατείας είναι η κεντρική είσοδος του Jokhang. Δυο μήνες πριν την επίσκεψή μου, είχε ξεσπάσει μια πυρκαγιά στο εσωτερικό του. Οι πυρκαγιές στους βουδιστικούς ναούς δεν είναι κάτι ασυνήθιστο, με τόσα καντήλια και τόσο ξύλο που υπάρχει στο εσωτερικό τους. Η συγκεκριμένη προκάλεσε καταστροφές, αλλά όχι κάτι μη αναστρέψιμο, όμως έχουν αλλάξει τα ωράρια των επισκέψεων όσο διαρκούν οι επισκευές.
Η πλατεία έχει αποτελέσει το θέατρο όλων των εξεγέρσεων του Θιβέτ τα τελευταία χρόνια, εξ ου και όλα τα μέτρα με τους ανιχνευτές κλπ. Εδώ βρίσκονται και ομάδες έτοιμες να επέμβουν με πυροσβεστήρες (για την αποφυγή αυτοκτονιών διαμαρτυρίας με χρήση φωτιάς – η ακραία αυτή μέθοδος διαμαρτυρίας έχει τελευταία αυξημένη δημοτικότητα ανάμεσα στους Θιβετιανούς, με πάνω από 150 περιπτώσεις από το 2009 ως σήμερα). Αυτό που λείπει, ευτυχώς, από την πλατεία, σε αντίθεση με τις κεντρικές πλατείες στις άλλες περιφερειακές πρωτεύουσες, είναι το άγαλμα του Μάο.
Για τους τουρίστες, η είσοδος στο Jokhang όπως πάντα επιτρέπεται μόνο με συνοδεία ξεναγού, και δεδομένου ότι δεν περνάω κι εύκολα για ντόπιος (ούτε καν ο συγκάτοικος ο Nutty δεν περνάει), το αφήσαμε για αργότερα, ήταν άλλωστε στο πρόγραμμα για τη μεθεπόμενη μέρα. Όμως μπροστά στο Jokhang, κόσμος έχει μαζευτεί και προσεύχεται. Και δεδομένου ότι πρόκειται για ανοικτό εξωτερικό χώρο, η φωτογράφηση δεν απαγορεύεται.