Nedelja
Moderator
- Μηνύματα
- 1.773
- Likes
- 3.159
- Ταξίδι-Όνειρο
- Whole Africa,Cuba
Κατέβηκε σε ένα σημείο της Alfama που του ήταν γνώριμο. Κοίταξε γύρω του να δει αν τον ακολουθεί κανείς και χώθηκε μέσα στα στενά. Κάτι πιτσιρίκια έπαιζαν πετώντας πορτοκάλια, τα ρώτησε αν ξέρουν το μπαρ. Ένα από αυτά του έδειξε ένα καφέ, εκεί θα τον βοηθούσαν, είκοσι λεπτά αργότερα ήταν μπροστά στην πόρτα της Μαρίας και χτυπούσε το κουδούνι.
Με το που την αντίκρυσε ξέχασε το λόγο που βρισκόταν εκεί…ήταν όμορφη και το σώμα της, αυτό το σώμα που μύριζε βανίλια…η ερώτηση της όμως τον προσγείωσε απότομα.
-Είσαι καλά; Που χτύπησες; Περίμενε να φέρω κάτι να καθαρίσουμε τις πληγές.
-Είχα κάτι μπλεξίματα, θέλω βοήθεια, βάλε μου λίγο νερό ή μάλλον όχι…λίγο ρούμι και δώσε μου ένα τσιγάρο.
- Πάρε…θα μου πεις τι έγινε;
-Μήπως και ξέρω; Πρέπει να πάω Μαδρίτη αμέσως, κρυφά όμως, με κηνυγούν, δεν έχω πολύ χρόνο, δεν ξέρω καν γιατί ήρθα σε εσένα, ένιωσα ότι μπορώ να σε εμπιστευτώ, λοιπόν;
Η Μαρία σηκώθηκε άναψε τσιγάρο, σήκωσε το ακουστικό, σχημάτισε έναν αριθμό και μίλησε με κάποιον ψιθυριστά…ο Πέδρο δε μπορούσε να ακούσει εξάλλου στη θέα του κορμιού της αισθήσεις όπως η ακοή ήταν ανύπαρκτες.Έκλεισε το τηλέφωνο έγραψε κάτι σε ένα χαρτί και του το έδωσε.
-Θα πας απόψε πολύ αργά μετά τα μεσάνυχτα, θα ζητήσεις το Φελίπε…θα σε ξαναδώ;
-Έχεις πολύ ωραία φωνή…θα τη θυμάμαι…Σε ευχαριστώ.
Περασμένα μεσάνυχτα βρισκόταν έξω από ένα σκοτεινό μπαρ, έριξε γύρω μια ματιά να δει αν τον παρακολουθούν –όλη μέρα αυτό έκανε- μια μαύρη γάτα έψαχνε στα σκουπίδια, άλλη ψυχή γύρω δεν υπήρχε, η Rua dos Douradores ήταν άδεια, έσπρωξε την πόρτα και μπήκε.
Με το που την αντίκρυσε ξέχασε το λόγο που βρισκόταν εκεί…ήταν όμορφη και το σώμα της, αυτό το σώμα που μύριζε βανίλια…η ερώτηση της όμως τον προσγείωσε απότομα.
-Είσαι καλά; Που χτύπησες; Περίμενε να φέρω κάτι να καθαρίσουμε τις πληγές.
-Είχα κάτι μπλεξίματα, θέλω βοήθεια, βάλε μου λίγο νερό ή μάλλον όχι…λίγο ρούμι και δώσε μου ένα τσιγάρο.
- Πάρε…θα μου πεις τι έγινε;
-Μήπως και ξέρω; Πρέπει να πάω Μαδρίτη αμέσως, κρυφά όμως, με κηνυγούν, δεν έχω πολύ χρόνο, δεν ξέρω καν γιατί ήρθα σε εσένα, ένιωσα ότι μπορώ να σε εμπιστευτώ, λοιπόν;
Η Μαρία σηκώθηκε άναψε τσιγάρο, σήκωσε το ακουστικό, σχημάτισε έναν αριθμό και μίλησε με κάποιον ψιθυριστά…ο Πέδρο δε μπορούσε να ακούσει εξάλλου στη θέα του κορμιού της αισθήσεις όπως η ακοή ήταν ανύπαρκτες.Έκλεισε το τηλέφωνο έγραψε κάτι σε ένα χαρτί και του το έδωσε.
-Θα πας απόψε πολύ αργά μετά τα μεσάνυχτα, θα ζητήσεις το Φελίπε…θα σε ξαναδώ;
-Έχεις πολύ ωραία φωνή…θα τη θυμάμαι…Σε ευχαριστώ.
Περασμένα μεσάνυχτα βρισκόταν έξω από ένα σκοτεινό μπαρ, έριξε γύρω μια ματιά να δει αν τον παρακολουθούν –όλη μέρα αυτό έκανε- μια μαύρη γάτα έψαχνε στα σκουπίδια, άλλη ψυχή γύρω δεν υπήρχε, η Rua dos Douradores ήταν άδεια, έσπρωξε την πόρτα και μπήκε.