• Η αναδρομή στο παρελθόν συνεχίζεται! Ψηφίστε την Ταξιδιωτική Ιστορία του μήνα για τους μήνες Μάρτιο - Αύγουστο 2020 !

ΗΠΑ L.A. Ένα απρόσμενο ταξίδι

KLEOPATRA

Member
Μηνύματα
5.870
Likes
2.265
Ταξίδι-Όνειρο
Ειρηνικος ..παντου
Εχω στο μυαλο μου το στριμωχτο της ΝΥ και αυτη η απλαουρα που βλεπω στις φωτο ..μου φαινεται περιεργη.:)
 

pattyyy

Member
Μηνύματα
1.565
Likes
1.273
Επόμενο Ταξίδι
χμ...
Ταξίδι-Όνειρο
νότια αφρική
Δέσποινα η ωραία περιγραφή σου και οι υπέροχες φωτογραφίες σου με ταξιδεύουν πίσω στο αγαπημένο LA!
 

nickzark

Member
Μηνύματα
85
Likes
29
Επόμενο Ταξίδι
Οπουδηποτε εξωτερικο
Ταξίδι-Όνειρο
Νεα Υορκη
Υπεροχη η περιγραφη.Ειμαι νεος στο φορουμ αλλα τολμω να πω οτι ειναι μια απο τις καλυτερες περιγραφες.Ευχαριστουμε.Δυστηχως βλεπω οτι ειναι παλιο το θεμα και δεν βλεπω την συνεχεια..κριμα.Ειναι ενα απο τα ταξιδια ζωης που θαθελα να κανω καποτε..(Αμερικη γενικα)
 

Despinna

Member
Μηνύματα
174
Likes
163
Ταξίδι-Όνειρο
Περού, Ινδία, Αργεντινή,
χαίρομαι που σας αρέσει αυτή η ιστορία....θα τη συνεχίσω σε πρώτη ευκαιρία..(μου μένουν δυο μέρες, θα τις μοιραστώ μαζί σας)...
 

Despinna

Member
Μηνύματα
174
Likes
163
Ταξίδι-Όνειρο
Περού, Ινδία, Αργεντινή,
Η συνέχεια μετά από αρκετό καιρό… (έλλειψη χρόνου, καθημερινότητα, υποχρεώσεις)….
Αλλά αφού ξεκίνησε, ας μη μείνει στη μέση, η ιστορία!.. (ευκαιρία εξάλλου να την ξαναζήσω!) :)

Μέρος Ε’ (λοιπόν!)

Η περιπλάνηση της μέρας έκλεισε με μια μακριά σε διάρκεια επιστροφή…. Ένα λάθος λεωφορείου στο LAμπορεί να αποδειχτεί πραγματικά «ατυχής» επιλογή, καθώς οι αποστάσεις μεταξύ των στάσεων είναι μεγααααλες (αυτό το … «έκανα λάθος, οπότε θα γυρίσω μια στάση πίσω με τα πόδια» μπορεί να ισχύει στην Αθήνα, κάποιες φορές, - στο LAόμως, όπου κάθε κτίριο αποτελεί σχεδόν μόνο του ένα οικοδομικό «τετράγωνο», απλά δεν υπάρχει!). Δεν θα ήταν υπερβολή να πω, ότι στην ήδη (εσκεμμένη) καθυστέρησή μου (στην αυθόρμητη παρόρμησή μου να ζήσω λίγο την αίσθηση της νυχτερινής περιπλάνησης στο LA), η λάθος επιλογή λεωφορείου, έστω και κατά μία μόνο στάση, είχε ως αποτέλεσμα μια επιπλέον καθυστέρηση δύο ωρών (υπ΄οψιν ότι, σε αντίθεση πάλι με την Αθήνα, η στάση προς την αντίθετη κατεύθυνση σπάνια είναι «βολικά –βολικά» στον απέναντι δρόμο, αλλά σε διαφορετικό δρόμο (ή τετράγωνο!), και μέρος μιας αρκετά διαφορετικής διαδρομής!)


Κάποτε, έφθασα…. Όσο βράδιαζε, η θερμοκρασία κατέβαινε αισθητά -πολύ απλά: είχα παγώσει!-, οι δρόμοι γύρω μου (δεν ήμουν πλέον ..DownTown, στο κέντρο κέντρο του LA, αλλά πιο έξω) αχανείς (μεγάλες λεωφόροι σε μεγάλα, ανοιχτά τετράγωνα), και επικρατούσε…ερημιά! Αφού άλλαξα τρεις φορές λεωφορείο (με μισάωρη και αναμονή για το κάθε ένα, αυτό δεν είναι μόνο δικό μας «προνόμιο»), έφθασα! Με όλη την κούραση της μέρας να παρεισφρύει απότομα και σαρωτικά πάνω μου, αναγνώρισα με μεγάλη χαρά την πλατεία της στάσης «μου», με το φωταγωγημένο δέντρο να μοιάζει σαν να με καλωσορίζει! Στο εικοσάλεπτο που έκανα περπατώντας προς τον ξενώνα –όπου η αγαπημένη φίλη και οικοδέσποινά μου με περίμενε ανήσυχη με την παρέα των υπόλοιπων φιλοξενουμένων σε ένα είδος multinationalcookingevening- συνάντησα όλους κι όλους 4 ανθρώπους (τους δύο με το σκύλο τους!). (Ναι, τους μέτρησα!). Παράξενη η αίσθηση σε αυτή την πόλη. Όλα μοιάζουν τόσο μεγάλα, και ακόμα και τώρα, που έχει περάσει καιρός, δεν είμαι σίγουρη τι ακριβώς αίσθηση μου άφησε αυτή η πόλη, - μάλλον θα έλεγα πως οι αισθήσεις ήταν αντιφατικές… άλλες φορές ένιωθα ελευθερία (ανοιχτοί χώροι, απλωσιά, χωρίς αδιάκριτα βλέμματα, μεγάλα πεζοδρόμια, μεγάλοι δρόμοι, μεγάλα σπίτια, μεγάλα δέντρα, όλα «απλωμένα»), άλλες πάλι φορές ένιωθα μικροσκοπική σε ένα χώρο όπου όλα ήταν τόσο, τόσο μεγάλα!


Αν και έφθασα με μεγάλη καθυστέρηση, η παρέα δεν μου είχε «κρεμάσει τα κουτάλια», αλλά με περίμεναν ανήσυχοι (είχε κλείσει από μπαταρία το κινητό μου, και καταλαβαίνω πως η καλή μου φίλη είχε ανησυχήσει). Είναι φορές που θες να ανοίξει η γη και να σε καταπιεί, και έτσι αισθάνθηκα όταν διαπίστωσα ότι η παρέα (γύρω στα δέκα με δώδεκα άτομα, κάποιους τους είχα ήδη γνωρίσει από τη βραδιά των εγκαινίων, όλοι με υποτροφία στο ίδρυμα Getty,), - οι περισσότεροι από τους οποίους είχαν έντονο πρόγραμμα και πολύωρη μελέτη και συνήθιζαν να τρώνε και να μελετούν ή κοιμούνται νωρίς- , με περίμεναν μαζί με ένα τραπέζι γεμάτο με homemadeλιχουδιές (εγώ, δεν φθάνει που ήμουν η «ελληνίδα φιλοξενούμενη», είχα καθυστερήσει, και δεν είχα καν σκεφθεί να συνεννοηθώ με την Αλέσια για το βραδυνό, ώστε να αγοράσουμε υλικά για να φτιάξω έστω και μια απλή…greeksalad!). Είμαι σίγουρη ότι είχα γίνει σαν παντζάρι (το έχω αυτό, το «κοκκίνισμα»), όμως όλοι ήταν φιλικοί μαζί μου, και αφού γελάσαμε και έσπευσαν να με διαβεβαιώσουν ότι ήταν απόλυτα λογικό να χαθώ, είναι μεγάλες οι αποστάσεις, αραιή η συγκοινωνία, πάλι καλά που είχα δει τόσα πράγματα, πέσαμε όλοι με τα μούτρα στο φαγητό! Πεινασμένοι όλοι πολύ (η παρέα, γιατί με …περίμεναν), εγώ γιατί ήμουν στο δρόμο όλη μέρα, εξαφανίσαμε σε χρόνο dtτα φαγητά και τα εδέσματα που μας περίμεναν (όλα υπέροχα, εκτός από κάτι φιλετάκια – γαλλική συνταγή - που κυριολεκτικά έμοιαζαν…-και ήταν!- πολύ «αιμόφυρτα» για τα γούστα μου! Με εξαίρεση δύο από την παρέα που ήταν από Αμερική, όλοι οι υπόλοιποι είμασταν Ευρωπαίοι (Γάλλοι, Γερμανοί, Ιταλοί, Βέλγοι, μια Αγγλίδα, μια κοπέλα από Βουδαπέστη και εγώ από την Ελλάδα!), και όλοι (με πρώτους τους Αμερικάνους) συμφώνησαν ομόφωνα ότι η Ευρωπαϊκή κουζίνα είναι ασύγκριτα πιο νόστιμη και θρεπτική από το καθημερινό φαγητό των Αμερικανών (αποτελούμενο κυρίως από έτοιμες –αρκετά άνοστες από ότι κατάλαβα –σαλάτες, πίτσες, burgers, τηγανιτές πατάτες και σάντουιτς)! Ακολούθησε γλυκό (homemadeαπό τη φίλη μου, φτιάχνει το καλύτερο τιραμισού που έχω φάει!!), κουβέντα, και …παιχνίδι! (παντομίμα όπου έπρεπε να ανακαλύψουμε την ταινία που προσπαθούσε να περιγράψει παραστατικά με χειρονομίες αυτός που είχε κληρωθεί).


Από τις πολύ όμορφες βραδιές! Από αυτές που αντιλαμβάνεσαι, για μια ακόμα φορά, πως αυτά που μας ενώνουν –ανθρώπους από διαφορετικές χώρες, με πολύ λίγο χρόνο γνωριμίας – είναι πολύ περισσότερα από αυτά που μας χωρίζουν! Νομίζω ότι ήταν ένα όμορφο βράδυ για όλους μας ! J



Η μέρα ξημέρωσε ηλιόλουστη, το κρύο της προηγούμενης νύχτας ανήκε στο παρελθόν, και έτσι σκεφθήκαμε να πάρουμε πρωινό στην αυλή, μαζί με ένα γρήγορο μπάνιο στην πισίνα. Η πολυπόθητη (για μένα) εκδρομή στην «Κοιλάδα του Θανάτου» (η τελική επιλογή μας για τη μέρα που η Αλέσια μου είχε 100% αφιερώσει) είχε προγραμματιστεί για την επομένη , όμως με χαρά η φίλη μου μου ανακοίνωσε, την ώρα που άλειφε μια μεγάλη φέτα μερέντα (επισημαίνοντας με απορία πως είχε την αίσθηση ότι η ίδια μερέντα στην Αμερική είχε περισσότερη ζάχαρη από ότι στην «πατρίδα», αλλά «είναι συσκευασμένες, οπότε, πώς είναι δυνατόν;!!» , - κάτι στο οποίο τείνω να συμφωνήσω, γιατί και εγώ τις λίγες μέρες που έμεινα είχα την αίσθηση ότι τα ίδια πράγματα είναι πολύ πιο «γλυκά» στην Αμερική!), ότι την προηγούμενη μέρα είχε προχωρήσει με τη δουλειά που έπρεπε να παραδώσει, οπότε, τι θα έλεγα, μιας και είχε και καλό καιρό, να παίρναμε το λεωφορείο και να πηγαίναμε μια μεγάλη βόλτα προς τον Ειρηνικό Ωκεανό; Venice beach? Την αγκάλιασα με χαρά, διαβεβαιώνοντάς την πως πραγματικά έβρισκα την ιδέα εξαιρετική!

Απολαύσαμε το πρωινό μας στην πισίνα (αν και Δεκέμβριος, η αυλή ήταν γεμάτη λουλούδια, ιβίσκους, κρίνα, πραγματικά μια ομορφιά!) και φύγαμε για την γνωστή πλατεία (με το δέντρο) που ήταν η στάση του λεωφορείου, αφού πρώτα αποκρυπτογραφήσαμε στον χάρτη τα δύο λεωφορεία που έπρεπε να αλλάξουμε. Η μέρα ήταν πραγματικά όμορφη και ζεστή, και έπειτα από εικοσάλεπτη αναμονή ήλθε και το λεωφορείο μας. Κάναμε την αλλαγή (στη σωστή στάση), και, μετά από μια περίπου ώρα (είπαμε, είναι μεγάλες οι αποστάσεις), φθάσαμε στο τέρμα, στον ειρηνικό ωκεανό, στην τοποθεσία Venice beach (που όπως αποδείχτηκε καμία σχέση δεν είχε με τη Βενετία, -ή αν είχε, εγώ δεν την κατάλαβα αυτή τη σχέση), ήταν όμως ένα ξεχωριστό μέρος!

Η πρώτη εντύπωση ωστόσο, ήταν μάλλον …λίγο απογοητευτική. Δεν ξέρω τι ακριβώς περίμενα να δω, όμως βρεθήκαμε σε μια –απλωτή, πολύ απλωτή, χιλιόμετρα ολόκληρα- παραλία, όπου από την πλευρά της θάλασσας ήταν άμμος , και πιο πέρα , σχεδόν παράλληλα με την αμμουδιά, ο δρόμος, πλαισιωμένος από φοινικιές, και πίσω από τις φοινικιές κτίρια, από τα οποία ξεχώριζαν που και που συστάδες ουρανοξυστών . Μια ομάδα ποδηλατών μας χαιρέτησαν κάνοντας το σήμα της νίκης. Προχωρήσαμε προς την αμμουδιά, με τον ειρηνικό ωκεανό να απλώνεται μπροστά μας. Αν και δεν θα χαρακτήριζα το τοπίο «όμορφο» (με την έννοια ότι πραγματικά στην Ελλάδα έχουμε πανέμορφες, γραφικές παραλίες, και το τοπίο αυτό δύσκολα θα το χαρακτήριζες γραφικό ή έστω «ωραίο»), όσο πλησιάζαμε προς την ακτή του Ειρηνικού, τόσο ένιωθα να διακατέχει μια αίσθηση παράξενη, διαφορετική, που ακόμα και σήμερα που τη θυμάμαι (την αναπολώ και την ξαναζώ, νοητά) δεν μπορώ να την αποτυπώσω μέσα από τις λέξεις. Ήταν μια αίσθηση…ανοιχτού ορίζοντα, και ελευθερίας αλλά και δέους μπροστά στο απέραντο, μια αίσθηση…διαφορετική. Σαν μια στιγμή μετέωρη στο χρόνο, όπου ο πραγματικός ρυθμός του χρόνου έχει κατά ένα παράξενο τρόπο αλλάξει, και μπαίνεις, για λίγο, σε μια «διάσταση» άλλη, διαφορετική..

Περπατήσαμε με την Αλέσια πάνω στην άμμο, σε μια ευχάριστη συντροφική σιωπή. Ο ήλιος πρόσφερε μια γλυκιά ζεστασιά στο κορμί μας καθώς περπατούσαμε, και ένα ελαφρύ αεράκι φυσούσε απαλά. Από τη μεριά του δρόμου μας προσπερνούσαν κυρίως ποδηλάτες, ενώ από τη μεριά της θάλασσας διασταυρωθήκαμε με μερικούς μοναχικούς «surfer-άδες» που προχωρούσαν στην ακροθαλασσιά με τη σανίδα τους, και έμοιαζαν απορροφημένοι στις σκέψεις τους, λες και στον κόσμο όλο υπήρχαν μόνο οι ίδιοι –στην αυτοτελή μοναχικότητά τους- , η σανίδα τους και ο ωκεανός.

Κάποια στιγμή είχαμε την ιδέα να βγάλουμε κάλτσες και παπούτσια και να περπατήσουμε στο νερό. Καθόλου καλή ιδέα!! Αν και η μέρα ήταν ζεστή, πολύ ζεστή για Δεκέμβριο μήνα, το νερό του ωκεανού ήταν παγωμένο!! Ξαναβάλαμε κάλτσες και παπούτσια σε κλάσματα δευτερολέπτου, κοιταχτήκαμε και σκάσαμε στα γέλια! , συνεχίζοντας τον περίπατό μας, «παπουτσωμένες» αυτή τη φορά.

Λίγο πιο κάτω διακρίναμε φιγούρες πουλιών. Πολλές φιγούρες. «Πουλιά της θάλασσας, γλαροπούλια», έδειξε η Αλέσια. Πλησιάσαμε περπατώντας, και, προς έκπληξή μου, κανένας γλάρος δεν φάνηκε να φοβήθηκε, ούτε έδειξε ενοχλημένος ή την οποιαδήποτε διάθεση να πετάξει μακριά. Περπατούσαμε ανάμεσά τους, και εκείνοι απλώς μας κοίταζαν με περιέργεια, συνεχίζοντας τη βόλτα ή τον ρεμβασμό τους ή ότι τέλος πάντων έκαναν, εκεί, στην άκρη του Ειρηνικού. Ένας δυο γλάροι έπαιζαν με τα κύματα που έσκαγαν απαλά πάνω στην άμμο, οι περισσότεροι όμως παρέμεναν ξαπλωμένοι, πολλοί μαζί , ανενόχλητοι από τους ελάχιστους ανθρώπους που όπως εμείς έκαναν τη βόλτα τους πλάι στον Ειρηνικό, ή περπατούσαν με παράξενο βηματισμό πάνω στην άμμο, αφήνοντας παντού παράξενα αποτυπώματα, σαν να σκάλιζαν εκεί, στην ακτή, τις δικές τους –ακατανόητες σε εμάς- ιστορίες.

Σταματήσαμε λίγο να πιούμε νερό (είχαμε προνοήσει να έχουμε μαζί μας) και να ατενίσουμε το τοπίο αφού πρώτα βγάλαμε και μερικές φωτογραφίες με τους γλάρους της Καλιφόρνιας. Παράξενο τοπίο, σκέφθηκα πάλι. Από τη μια η απεραντοσύνη του ωκεανού. Από την άλλη, ο δρόμος με τους φοίνικες και πίσω από αυτούς μεγάλα κτίρια, αλλού ουρανοξύστες, αλλού άλλα ,πιο χαμηλά κτίρια ή συγκροτήματα κτιρίων. Κάθε άλλο παρά γραφικό στα μάτια μου αυτό το μέρος (τα κτίρια δεν θα τα έλεγα όμορφα, πράσινο, αν εξαιρέσουμε την κορυφή από τους φοίνικες, δεν υπήρχε, και ένα πορτοκαλί πλαστικό πλέγμα που για κάποιο λόγο χώριζε κατά ένα μεγάλο μέρος την παραλία από το δρόμο σίγουρα δεν συνέβαλε στη «γραφικότητα» του τόπου) , αλλά σίγουρα είχε κάτι το ιδιαίτερο, μια ξεχωριστή αύρα, από αυτή που έχουν οι τόποι, κάποιες φορές. Συνεχίσαμε τη βόλτα μας κατά μήκος της ακτής, βλέποντας μπροστά μας μακριά στο βάθος χαμηλούς λόφους (όπου βρίσκονταν, όπως έμαθα, οι βίλες πολλών διασήμων προσωπικοτήτων), και φοίνικες και ουρανοξύστες να ξεχωρίζουν πού και πού.

Πολύ συχνά, αεροπλάνα προσγειώνονταν ή απογειώνονταν πάνω απ’ τα κεφάλια μας στην πορεία τους προς ή από το αεροδρόμιο του LA, ενώ μεγάλη ήταν και η κίνηση των ελικοπτέρων (το αγαπημένο μέσο μετακίνησης των richandfamousτης περιοχής).

Έχω την αίσθηση πως περπατήσαμε αρκετά χιλιόμετρα κατά μήκος της ακτής εκείνη τη μέρα. Κάποια στιγμή, ο κόσμος που συναντούσαμε άρχιζε να πυκνώνει - όχι ότι είχε «πολυκοσμία», αυτό σε καμία περίπτωση, αλλά συναντούσαμε πλέον περισσότερους ανθρώπους, άλλους να κάνουν τζόκινγκ στην παραλία, άλλοι να έχουν βγει βόλτα με τους σκύλους τους , μόνοι ή με το σύντροφό τους. Κάποια στιγμή ένα πλέγμα παρέκαμψε τη διαδρομή μας στην αμμουδιά πλάι στη θάλασσα, και μας έβγαλε προς τον δρόμο, όπου βρεθήκαμε σε ένα, κατά τη γνώμη μου, καθαρά «αμερικανικό» σκηνικό. Φοίνικες κατά μήκος του δρόμου, κτίρια ή συγκροτήματα κτιρίων, λίγες μονοκατοικίες, κιόσκια για μπύρες, hotdogκαι burgers, πάγκοι με κοσμήματα, χειροποίητα αντικείμενα, άλλα σαν αυτά που συναντάμε παντού και άλλα που θαρρείς και ήθελαν να επιβεβαιώσουν αυτό που λέμε κατά καιρούς «μα είναι τρελοί αυτοί οι Αμερικάνοι!» με ευφάνταστα (κραυγαλέα) ρούχα, γυαλιά, για ανθρώπους ή ακόμα και για σκύλους! Συχνές ήταν επίσης οι πινελιές «freak» culture (ενίοτε και «freak” show), προφανώς εμπνευσμένα από την αμερικανική αίσθηση (και αγάπη) των τρομακτικών ταινιών (προσωπικά αυτές τις freak πινελιές μάλλον κακόγουστες τις βρήκα, παρά …τρομακτικές), αλλά όπως και να το κάνουμε, είχαν την πλάκα τους, και ήταν φυσικά μέρος της ατμόσφαιρας και της ιδιαίτερης «κουλτούρας» της περιοχής.

Κάποια στιγμή φθάσαμε σε ένα μικρό λούνα παρκ πάνω στην άμμο, που αποτελούνταν κυρίως από μια ρόδα και ένα τρενάκι, παράξενο θέαμα μέσα στο απλωτό τοπίο. Όπως με ενημέρωσε η φιλενάδα μου, είχα διασχίσει τη Venice Beachκαι φθάναμε πλέον στην περιοχή της Σάντα Μόνικα. Εδώ πλέον είχε κόσμο, αλλά σίγουρα όχι αυτό που θα λέγαμε «πολύ» κόσμο, ούτε τις οικογένειες, τα παιδάκια και την κοσμοσυρροή που θα περίμενα να συναντήσω σε ένα λούνα παρκ. Το λούνα παρκ αυτό είχε ελάχιστο κόσμο, ενώ ο κόσμος που κυκλοφορούσε στους δρόμους έδειχνε να είναι απορροφημένος στην όποια δραστηριότητά του. Κάποιοι έκαναν ποδήλατο στο δρόμο κατά μήκος της παραλίας, κάποιοι πατίνια, σκέιτ ή γυμναστική (σε ορισμένα μάλιστα σημεία υπήρχαν στημένα μεταλλικά βοηθήματα για να κάνεις γυμναστική πάνω στην άμμο), κάποιοι βόλτα με το σκύλο τους, όλοι όμως έμοιαζαν προσηλωμένοι σε αυτό που είχαν επιλέξει να κάνουν.

Μια και ήμασταν πλέον στη Σάντα Μόνικα (έπειτα από χιλιόμετρα περπάτημα), η Αλέσια μου πρότεινε να τη συνοδέψω για ψώνια (χρειαζόταν μια ζακέτα και ένα δυο πράγματα ακόμα), καθότι ο ξενώνας (όπως και όλα τα σπίτια στο LA) ήταν αρκετά απομονωμένος (τα κοντινότερα «μαγαζιά» στον ξενώνα ήταν η πλατεία στη στάση του λεωφορείου, -που όπως προανέφερα ήταν απόσταση ενός εικοσαλέπτου)-,όπου όμως τα μόνα μαγαζιά που υπήρχαν ήταν ένα μίνι μάρκετ –πανάκριβο!!, -προφανώς εκμεταλλευόταν ότι ήταν το μόνο μαγαζί σε ακτίνα χιλιομέτρων και σουπερ μάρκετ δεν υπήρχε εκεί κοντά-, δυο τρία burger-άδικα, ένα ανθοπωλείο και ένα κομμωτήριο! That was all! – προμήθειες σε φαγώσιμα ή άλλα είδη απαιτούσαν ειδικές διαδρομές).

Μην έχοντας τίποτα καλύτερο να κάνω και θέλοντας να ζήσω όσο περισσότερο μπορούσα πλευρές από την καθημερινότητα του τόπου, συμφώνησα πρόθυμα να τη συνοδεύσω στα ψώνια της. Έτσι, αφήσαμε πίσω μας την ακτή του ειρηνικού και διασχίσαμε μια μικρή, τσιμεντένια, κάπως παράξενη πεζογέφυρα η οποία, περνώντας πάνω από ένα είδος υπαίθριου παρκινγκ, μας έβγαζε σε μια πολυσύχναστη λεωφόρο της περιοχής. Ανεβαίνοντας στη γέφυρα, είδα ότι υπήρχαν πολλές παρόμοιες πεζογέφυρες που συνέδεαν τις λεωφόρους υψηλής κίνησης με την ακτή. Θυμάμαι πως για μια στιγμή στάθηκα εκεί, μετέωρη, θέλοντας να κρατήσω μέσα μου την αίσθηση της στιγμής…Πίσω μου η παραλία του Ειρηνικού, στο πλάι μια συστάδα φοινικιών, μπροστά και κάτω οδικοί άξονες της πόλης… Αναστεναγμός, μια σύντομη περιστροφή επάνω στη γέφυρα, και κατέβηκα βιαστικά να προλάβω τη φίλη και οικοδέσποινά μου αφήνοντας τους ρυθμούς μιας διαφορετικής πόλης να με παρασύρουν .

Το κέντρο της πόλης δεν ήταν μακριά, αλλά καθώς και οι δυο νιώθαμε λίγο κουρασμένες από τα χιλιόμετρα που περπατήσαμε –και για να προλάβουμε και τα μαγαζιά, που ήθελε η φίλη μου, συμφωνήσαμε να πάρουμε για μια ακόμα φορά τα μέσα αστικής συγκοινωνίας. «Ποιο λεωφορείο θα πάρουμε τώρα; », ρώτησα, καθώς περνούσαμε μπροστά από μια στάση, δίχως όμως η φίλη μου να επιβραδύνει το βήμα της. «Θα πάρουμε το metro rapid», απάντησε η οδηγός μου, και εγώ την κοίταξα σαστισμένη να κατευθύνεται προς μια άλλη στάση λεωφορείων, όπου όμως ήταν σηματοδοτημένη με ένα Μ, και τη λέξη Metro. “Eμ, το μετρό αυτό είναι…υπαίθριο;», ρώτησα, για να αντιληφθώ λίγο αργότερα, ότι το Metro Rapid ήταν στην ουσία..λεωφορειακή γραμμή, όχι μετρό, κάτι σαν τα δικά μας λεωφορεία «express».

Σύντομα κατεβήκαμε σε μια εμπορική συνοικία, κάτι σαν τη δική μας Ερμού, ήτοι έναν μεγάλο πεζόδρομο με πολλά καταστήματα, εκ των οποίων ήδη ξεχώριζα γνωστές φίρμες, όπως …mango, zara και Η&Μ. Ο δρόμος πλαισιωνόταν φυσικά από..φοινικιές (πάντα ψηλές και αδύνατες) καθώς και από κάποιο άλλο είδος δέντρων, ενώ ήταν εμφανής και η χριστουγεννιάτικη διακόσμηση (ήταν περίπου δεκαπέντε μέρες πριν τα χριστούγεννα). Αρκετός κόσμος, κάποιοι με τα ποδήλατά τους, κάποιοι με τα σκυλιά τους. Δεν άργησα να ανακαλύψω και το ελληνικό στοιχείο (ένα μαγαζί με πινακίδα «greek cuisine»), ενώ ένα μεγάλο κτίριο με την επιγραφή cinema theater ανακοίνωνε με μεγάλη, ηλεκτρονική πινακίδα (αυτές που έχουν και τα village cinemas και θυμίζουν οθόνες αεροδρομίων) ώρες προβολής των ταινιών.

Μπήκαμε σε δυο τρία μαγαζιά για να αναζητήσει η φίλη μου κάτι που χρειαζόταν (σε είδη ρουχισμού). Αν και θεωρούσα πως, LA ήταν αυτό, οι τιμές θα ήταν πολύ ακριβές, από ότι μπόρεσα να υπολογίσω κάνοντας έναν πρόχειρο υπολογισμό, οι τιμές (τουλάχιστον στα μαγαζιά τύπου Espit, Zara, Mango) ήταν αντίστοιχες των δικών «μας» . Χαζέψαμε για λίγο (προσωπικά δεν έκανα ψώνια, προτιμούσα να κρατήσω τα λίγα χρήματα είχα για περιηγήσεις και για την αυριανή εκδρομή, και, αν εξαιρέσουμε ότι υπήρχε ίσως μεγαλύτερη ποικιλία, στα μαγαζιά αυτά έβρισκες πάνω κάτω ότι θα έβρισκες και στην Αθήνα, δεν είναι ότι είδα κάτι τρομερά πρωτότυπο και διαφορετικό). Όταν η φίλη μου τελείωσε με τα απαραίτητα και βγήκαμε πάλι στο δρόμο, είχε αρχίσει να σουρουπώνει και να ανάβουν τα φωτάκια του δρόμου και της χριστουγεννιάτικης διακόσμησης. Κάναμε μια μικρή βόλτα, και, καθώς είχε πλέον βραδιάσει και έκανε κρύο (η διαφορά της θερμοκρασίας με το που έπεφτε ο ήλιος ήταν παραπάνω από αισθητή), ήπιαμε ένα ζεστό καφέ στα starbucks (εκεί συνάντησα για πρώτη φορά την τακτική της «κλειδωμένης» τουαλέτας που ξεκλειδώνεται με κωδικό που σου δίνουν αφού δείξεις πρώτα την απόδειξη της πληρωμής, - αργότερα το συνάντησα και στην Ελλάδα αυτό, σε λίγες περιπτώσεις, - στο LA από ότι έμαθα αυτή ήταν η συνήθης πρακτική).

Αφού ξεκουραστήκαμε και ζεσταθήκαμε με τον καφέ μας, βγήκαμε πάλι για σεργιάνι στην χριστουγεννιάτικα φωτισμένη πόλη! Ήταν όμορφα, μιλούσαμε (αχ είναι ωραίες οι φιλίες που κρατάνε χρόνια, και δυναμώνουν, και είχαμε λείψει η μία στην άλλη πολύ), κοιτούσαμε τον κόσμο που γύριζε από τα ψώνια του, χαζεύαμε τη διακόσμηση και τα φωτάκια (οι Αμερικάνοι έχουν μανία με τους δεινόσαυρους, και κάποιοι θάμνοι κουρεμένοι σε φιγούρες δεινοσαύρων ήταν πραγματικά εντυπωσιακοί) και μιλούσαμε για σχέδια και όνειρα. Όταν πλέον αποκάμαμε από την κούραση, αναζητήσαμε τη στάση για το λεωφορείο και, αφού είδαμε στο χάρτη της στάσης τη διαδρομή που είχαμε να κάνουμε –είχαμε 3 αλλαγές-, ξεκινήσαμε τη (μακριά ως συνήθως) διαδικασία της επιστροφής! Αύριο θα ήταν η μεγάλη μέρα, η μέρα της εκδρομής μας στην «Κοιλάδα του Θανάτου», την περιβόητη DeathValley! Θα ξυπνούσαμε πρωί, να πάρουμε το λεωφορείο και να πάμε στην εταιρία ενοικίασης αυτοκινήτων, από όπου θα ξεκινούσαμε τη διαδρομή μας! Πήγα για ύπνο με μια αίσθηση προσδοκίας! Με τα βίας έκρυβα την ανυπομονησία μου! J
 

Εκπομπές Travelstories

Τελευταίες δημοσιεύσεις

Booking.com

Στατιστικά φόρουμ

Θέματα
33.651
Μηνύματα
906.269
Μέλη
39.402
Νεότερο μέλος
Nefeli Iakovou

Κοινοποιήστε αυτή τη σελίδα

Top Bottom