Πραγματικά η ικανότητα κάποιων να αφηγούνται τόσο ωραια και με τέτοια παραστατικιτητα τις εμπειρίες τους από τα ταξιδια,με κάνουν σαν να έχω πάει και εγω!! Συνέχισε να μας ταξιδεύεις
Το δωμάτιο ξεχρεώθηκε, τα κλειδιά παραδόθηκαν και με τις καλύτερες εντυπώσεις αποχαιρετάμε το San Francisco International Hostel, για να περπατήσουμε 50 μέτρα μέχρι το διπλανό γκαράζ της Thrifty Car Rental. Μετά τις απαραίτητες διατυπώσεις φορτώνουμε τα πράγματά μας σε ένα ολοκαίνουργιο Toyota Yaris και πατάμε γκάζι, με προορισμό το νότο της Καλιφόρνια. Μεσολάβησαν βέβαια κάποια «γαλλικά» όταν διαπιστώσαμε ότι για να χωρέσουν οι δύο μεγάλες βαλίτσες μας έπρεπε να ξηλώσουμε το μισό αμάξι, αλλά με κάποιες αυτοσχέδιες «μετατροπές», το θέμα λύθηκε. Αναχωρούμε λοιπόν με πρώτο σταθμό την αρχή της SiliconValley 50 χλμ. νότια, για μια επίσκεψη-προσκύνημα στα κεντρικά της Google.
Μετά από μία ώρα οδήγησης και άλλη μισή σχεδόν μέχρι να βρούμε θέση πάρκινγκ ανάμεσα σε ποδήλατα με τα χρώματα της Google και ηλεκτρικά αυτοκίνητα, απλώνεται μπροστά μας ένα φαραωνικό κτιριακό συγκρότημα, το Googleplex, όπου στεγάζονται τα αρχηγεία ενός κολοσσού που ξεκίνησε σαν (τι άλλο!) μια τρελή ιδέα δύο κομπιουτεράδων συμφοιτητών του Stanford. Με σεβασμό προς τους δεκάδες νέους ανθρώπους που περνάνε δίπλα μας και ίσως αποτελούν τα φωτεινότερα μυαλά του πλανήτη και ευλαβικά κινούμενοι ανάμεσα στα ογκώδη κτίρια του συγκροτήματος, πέφτουμε μπροστά στο giftshop. «Ωραία», λέμε, «και σουβενίρ από την Google, δεν παιζόμαστε!». Έχοντας λοιπόν ανά χείρας ένα παιδικό μπλουζάκι με το λογότυπο, κατευθυνόμαστε περιχαρείς προς το ταμείο. Αλίμονο, ένας υπάλληλος έχει διαφορετική άποψη. Μας ενημερώνει πως η αγορά (ακόμα και η βόλτα μέσα στο campus) επιτρέπεται μόνο στους εργαζόμενους της Google ή σε επισκέπτες που να συνοδεύονται από μέλος του προσωπικού. Απογοητευμένοι που δεν ανήκουμε σε καμιά από τις δύο κατηγορίες, αναχωρούμε για την συνέχεια της διαδρομής μας.
Παίρνουμε τον State Route 101 και τον ακολουθούμε βόρεια μέχρι να συναντήσουμε τον 92 στην περιοχή του San Mateo. Οδηγώντας δυτικά και περνώντας μέσα από πανέμορφες δασικές εκτάσεις, βλέπουμε θάλασσα ξανά, στον κόλπο Half Moon. Πια, είμαστε πάνω στον Highway 1 ή αλλιώς Cabrillo Highway, προς τιμήν του Πορτογάλου εξερευνητή της δυτικής ακτής των ΗΠΑ. Αυτός ο δρόμος που συγκαταλέγεται ανάμεσα στις ομορφότερες διαδρομές της Αμερικής ,ξεκινά βόρεια του Σαν Φρανσίσκο και σβήνει σαν κύμα στις παραλίες των σέρφερ, στο νότιο Λος Άντζελες. Κατά μήκος της διαδρομής προς το νότο υπάρχουν αμέτρητα μέρη με υπέροχη θέα του ωκεανού και της ακτογραμμής και είναι επισημασμένα σαν Vista Points.
Πρώτη μας στάση είναι ο ψηλότερος φάρος της Δυτικής Ακτής, ο Pigeon Point. Λειτουργεί διαρκώς από το 1871 και βρίσκεται σε προστατευμένη περιοχή ιστορικής και περιβαλλοντικής σημασίας και ο διπλανός καλαίσθητος ξενώνας προσθέτει στη γραφικότητα του τοπίου. Πολύ κοντά στην ακτή περνάνε φάλαινες με προορισμό τα βόρεια απ 'ότι μας λέει ο φύλακας του πάρκου και προς μεγάλη έκπληξη όλων, διακρίνεται ο πίδακας νερού που δημιουργεί μία από αυτές.
Έχει φθάσει μεσημέρι όταν παρκάρουμε στο κατάλυμα που θα μας φιλοξενήσει για μια νύχτα, στο Μοντερέι. Η διαδρομή μέχρι L.A. είναι πολλή μεγάλη για να γίνει σε μια ημέρα οπότε πρέπει να διανυκτερεύσεις ενδιάμεσα. Αφού δίνουμε το παρόν στο Inn By The Bay Monterey και αφήνουμε τα πράγματα στο δωμάτιο, ξαναφοράμε τις ζώνες μας για μια κοντινή διαδρομή με το αυτοκίνητο, την 17 Mile Drive. Αυτή η κυκλική διαδρομή που σε πηγαίνει από πευκόφυτα δάση και επιβλητικά σαλέ σε απόλυτη αρμονία με το περιβάλλον μέχρι αμμουδερές παραλίες και απέραντα γήπεδα γκολφ στην ουσία είναι ένας ιδιωτικός δρόμος. Συντηρείται και προστατεύεται από την κοινότητα της Pebble Beach και για να τον χρησιμοποιήσεις πρέπει να πληρώσεις 10$/αυτοκίνητο. Αξίζει όμως με το παραπάνω αφού όλη η διαδρομή είναι μοναδική, και κατά μήκος της υπάρχουν πολλά σημεία ενδιαφέροντος, με αποκορύφωμα ¨Το Μοναχικό Κυπαρίσσι¨, ένα δέντρο-έμβλημα της περιοχής που φυτρώνει μόνο εκεί.
Καταλήγουμε στο διπλανό, γραφικό ψαροχώρι του Carmel για δείπνο και επιστρέφουμε στο Μοντερέι για μια τελευταία νυχτερινή βόλτα. Τα πόδια πια βαραίνουν σε κάθε βήμα και η μεσογειακή ατμόσφαιρα της βραδιάς μας σπρώχνει μια ώρα αρχύτερα στην αναπόφευκτη συνάντηση με τον Μορφέα.
Μια χαρα!! πηγα στο σαν φραν ακριβως πριν ενα χρονο 6 μερες κ καναμε σχεδον το ιδιο προγραμμα με καποιες παραλλαγες! Ειναι ο αγαπημενος μου προορισμος απο ευρωπη κ αμερικη. Νομιζω οτι στο σαν φρανσισκο θα μπορουσα να ζησω! Ωραια ειναι κ η εκδρομη στη κοιλαδα Ναπα κ στο γιοσεμιτι παρκ. Ξεκαθαρα η ωραιοτερη πολη της καλιφορνια κατα τη γνωμη μου.
Ξημέρωσε στην Καλιφόρνια! Οι κουρτίνες του δωματίου είναι η αυλαία που ανοίγει για να υποδεχθούμε τον λαμπρότατο ήλιο του πρωινού. Η έναρξη της παράστασης, παρόλη την μεγαλοπρέπεια των συντελεστών, μας βρίσκει σε άρνηση: Δεν θέλουμε με τίποτα να αφήσουμε το υπέροχο στρώμα του διπλού μας κρεβατιού. Οι περίεργοι ήχοι όμως που προέρχονται από τα άδεια στομάχια, μας κάνουν να επανεκτιμήσουμε την κατάσταση νηφάλια και τελικά να κατευθυνθούμε σχεδόν μηχανικά προς την reception. Ο χώρος του πρωινού στον μικρό χώρο υποδοχής προκαλεί αναθεώρηση των σχεδίων μας για εκτεταμένη επίσκεψη και στα γρήγορα με ξηρά τροφή και καφέ στο χέρι, επιστρέφουμε στο δωμάτιο για πακετάρισμα. (Η κοπέλα από χτες μας είχε προειδοποιήσει, «Σας περιμένουμε αύριο στην υποδοχή για να φάτε κάτι πρόχειρο και να γνωριστούμε», τονίζοντας υπερβολικά ίσως το δεύτερο. )
Όπλα, κράνη, παλάσκες και on the road again. Ο σημερινός προορισμός είναι η Πόλη των Αγγέλων, αλλά παραφράζοντας τον μεγάλο Αλεξανδρινό σημασία δεν έχει τόσο η Ιθάκη όσο το ωραίο ταξίδι που θα σε οδηγήσει μπροστά στις πύλες της. Και τι ταξίδι θα είναι αυτό! Ξεκινάς από το Μοντερέυ και ίσαμε 200 χλμ νότια, οδηγάς σχεδόν συνέχεια δίπλα στη θάλασσα. Η ανεμπόδιστη θέα είναι εκπληκτική, με την πρωινή υγρασία να διαλύεται και να αποκαλύπτει την ακτογραμμή που κόβει την ανάσα. Έχεις τον ωκεανό τόσο κοντά που σχεδόν γεύεσαι την αρμύρα του, φουσκώνουν τα φανταστικά πανιά σου οι αέρηδές του και σε κάποια απομονωμένη παραλία εξαγνίζεται η ψυχή σου από τα αιώνια κύματά του.
Αφήνοντας στα δεξιά μας το όμορφο ψαροχώρι του Carmel (όπου πολλοί καλλιτέχνες έχουν σαν καταφύγιο, μέχρι και ο πολύς Clint Eastwood διετέλεσε στο παρελθόν δήμαρχος), μπαίνουμε στην ¨μεγάλη χώρα του Νότου¨, toBigSur. Μέχρι το San Luis Obispo όπου σταδιακά αφήνεις την παραλία για να προχωρήσεις προς πιο μεγάλες αστικές περιοχές , είναι το πιο όμορφο κομμάτι αυτής της πολιτείας.Περνάμε μέσα από δάση και περιοχές προστατευμένες, με την πρωινή ομίχλη να μοιάζει αδιαπέραστη αλλά να αδυνατίζει όσο ανεβαίνει η θερμοκρασία. Τα ειδικά διαμορφωμένα σημεία κατά μήκος της διαδρομής όπου μπορείς να απολαύσεις το τοπίο είναι άριστα επιλεγμένα και συντηρημένα. Η πρώτη στάση είναι λίγο μετά την BixbyBridge, μια εμβληματική, τοξωτή γέφυρα στην αρχή της διαδρομής. Στον χώρο στάθμευσης, ένα μεσήλικο ζευγάρι προσπαθεί να επισκευάσει μια Harley Davidson που χάνει λάδια. Είναι πολλοί οι ¨Χαρλεάδες¨ που θα συναντήσουμε κατά μήκος της διαδρομής και συναγωνίζονται σε αριθμό αυτούς με τα θηριώδη αμερικάνικα κάμπριο. Κουνάμε συγκαταβατικά το κεφάλι, εκφράζοντας τη σιωπηρή μας συμπάθεια στο ηρωικό ζευγάρι με τα δερμάτινα και κρυμμένη ζήλεια για την τόλμη τους. Η σύγκριση από το μέλλον, αναπόφευκτη. Άραγε εμείς στην ηλικία τους ακόμα θα σκαρώνουμε ταξίδια; Ο χρόνος θα δείξει…
Επόμενη στάση, αναγκαστική, για ανεφοδιασμό σε βενζίνη κάπου 20 χλμ μετά. Το γέμισμα κρίνεται επιβεβλημένο μιας και η συχνότητα εμφάνισης πρατηρίων μέχρι τώρα είναι ανησυχητικά χαμηλή, κάτι που θα συνεχιστεί μέχρι το τέλος του ταξιδιού. Το πρατήριο είναι πάνω στο βουνό, σε μια περιοχή ιδανική για κατασκήνωση όπως μαρτυρούν και τα πολλά τροχόσπιτα που είναι αραγμένα δεξιά και αριστερά. Το παλληκάρι μας ρωτάει από πού είμαστε και πόσο κοστίζει η βενζίνη στην Ελλάδα. Αφού κάναμε τις απαραίτητες αναγωγές, καταλήξαμε στο συμπέρασμα πως πληρώνουμε περίπου 2πλάσια τιμή σε σχέση με ένα Αμερικάνο, οπότε αναφωνώντας ενθουσιασμένοι «Γέμισέ το φιλαράκι!», αναχωρούμε για την συνέχεια.
Η διαδρομή μας φέρνει κοντά στο κάστρο Hearst, ιδιοκτησία του ομώνυμου μεγιστάνα των media της δεκαετίας του ’40. Η πισίνα της έπαυλης έχει χρησιμοποιηθεί σε πολλές ταινίες και βίντεο κλιπς, με πιο πρόσφατο αυτό της Lady Gaga. Η κυρία όμως στην υποδοχή των επισκεπτών μας πληροφορεί ότι είναι άδεια λόγω ξηρασίας οπότε επιλέγουμε να μην πληρώσουμε το αλμυρό αντίτιμο (25$/άτομο) χωρίς να δούμε το highlight της βίλας. Με φρέσκο καφέ ανά χείρας και σε κοντινή απόσταση φθάνουμε στην παραλία Piedras Blancas, όπου είναι προστατευμένη περιοχή για τους θαλάσσιους ελέφαντες. Τα συμπαθή αυτά παχύδερμα έχουν κάνει κατάληψη της ακτής και συνεχώς διαγκωνίζονται μεταξύ τους, για μια σπιθαμή περισσότερου ζωτικού χώρου κάνοντας φοβερό θόρυβο. Η πανέμορφη διαδρομή όμως δεν κρατά για πάντα. Στην παραλιακή τοποθεσία MorroBay, το τοπίο γίνεται πεδινό και έτσι θα συνεχίσει με ελάχιστες εναλλαγές μέχρι τα περίχωρα του Λος Άντζελες.
Έχοντας αφήσει πίσω μας τον Highway 1 και αλλάζοντας στον μεγαλύτερο 101, αργά το μεσημέρι πια φθάνουμε στην Αμερικανική Ριβιέρα, στην πόλη της Σάντα Μπάρμπαρα. Ο χαρακτηρισμός της δεν έχει να κάνει μόνο με την παραθαλάσσια τοποθεσία της και το βιοτικό επίπεδο των κατοίκων της αλλά και με το ήπιο, μεσογειακό σχεδόν κλίμα της όλο το χρόνο. Ξεκινάμε από την πανέμορφη ιεραποστολή για να καταλήξουμε στην καρδιά της πόλης, την δημοφιλή State St. Ακόμα και από τα πρώτα μέτρα μπορείς να αισθανθείς τον διαφορετικό ¨αέρα¨ της πόλης και την ευημερία χωρίς τις αμερικάνικες υπερβολές. Οι χαλαροί ρυθμοί, τα καλόγουστα εμπορικά και το όμορφα διαμορφωμένο παραλιακό μέτωπο δικαιώνουν την επιλογή μας. Μοναδική μας ανησυχία είναι αν η πράσινη σήμανση της θέσης που αφήσαμε το αυτοκίνητο μας προβλέπει εισιτήριο ή όχι. Ένας όχι και τόσο σίγουρος τύπος που ρωτήσαμε μας είπε όχι, οπότε είπαμε να το ρισκάρουμε. Άλλωστε ο τρόπος λειτουργίας των χρωματικών διαγραμμίσεων των πεζοδρομίων για την στάθμευση αυτοκινήτων εξακολουθεί να μου διαφεύγει. Αργά το απόγευμα και χωρίς κλήση, αναχωρούμε για τα τελευταία 150 χλμ μέχρι την Πόλη των Αγγέλων. Άραγε θα συναντήσουμε κανέναν;
Το ραδιόφωνο ροκάρει συνεχώς από τότε που αφήσαμε πίσω μας το Σαν Φρανσίσκο. Χέρια και πόδια κουνιούνται ρυθμικά, στα χείλη σχηματίζονται οι στίχοι των τραγουδιών. Η ήρεμη ανακεφαλαίωση της ημέρας προκαλεί ήδη νοσταλγία, που με τη σειρά της μετατρέπεται σε ανυπομονησία για τα επόμενα. Οδηγούμε σταθερά πάνω στον 101, προς ολοταχώς για την έξοδό μας προς το Holywood με το ασημί, μεταλλικό ¨θηρίο¨ να καταπίνει αγόγγυστα τα μίλια της διαδρομής. Ακόμα και τα ονόματα των περιοχών που αφήνουμε πίσω μας ακούγονται σαν μυθική τοπογραφία: Ventura, Camarillo, Thousand Oaks, Woodland Hills, Sherman Oaks. Ο Highway 101 που όσο πλησιάζουμε στην ευρύτερη περιοχή του L.A. του προστίθενται λωρίδες κυκλοφορίας, επιβεβαιώνει αυτό που είχαμε ακούσει από μια παρέα Ιταλών στο Σαν Φρανσίσκο: Ότι το L.A. είναι μια γιγαντιαία μηχανή. Η κουλτούρα εδώ είναι συντριπτικά υπέρ του αυτοκινήτου, γεγονός που επιβεβαιώνεται από το τεράστιο οδικό δίκτυο της μητροπολιτικής περιοχής. Οι άνθρωποι πίσω από την κατασκευή και συντήρηση αυτού του υπέρ-οργανισμού πρέπει να έχουν θεϊκές ιδιότητες, δεν εξηγείται αλλιώς.
Κατά τις 9 φθάνουμε στο ξενοδοχείο μας, το The Hotel Hollywood ακριβώς πάνω από την διάσημη Holywood Boulevard, τον δρόμο των αστέρων. Είμαστε ακόμη ¨ζεστοί¨ οπότε προκρίνεται η βραδινή βόλτα στην λεωφόρο μέχρι το πρώην Kodak και νυν Dolby Theatre, τον φυσικό χώρο απονομής των Όσκαρ. Εδώ η κίνηση ανθρώπων και μηχανών δεν σταματάει ποτέ, τα στίφη των τουριστών στριμώχνονται για τις καθιερωμένες φωτογραφικές πόζες. Και όπου συχνάζουν τουρίστες, μαζεύονται και όλοι οι τρελοί αυτής της πόλης που έχουν (ή νομίζουν ότι έχουν) κάποιο ταλέντο, κάποια μεταμφίεση κάτι τέλος πάντων που πρέπει να το δουν όλοι οι υπόλοιποι. Από δημοφιλείς ήρωες των κόμικς και του κινηματογράφου πάσης ηλικίας, γητευτές φιδιών που δεν γεμίζουν το μάτι (ούτε τα φίδια ούτε οι κύριοί τους), σέξι νοσοκόμες και πληθωρικές αστυνομικίνες (αυτό μάλιστα) μέχρι φωνακλάδες προφήτες της καταστροφής του κόσμου. Όλη η τρέλα συγκεντρωμένη σε μερικές δεκάδες μέτρα πεζοδρομίου, ικανή για να επιβεβαιώσει αυτό που κάποιος είχε πει κάποτε: Ότι αν γύρεις τον κόσμο μας στο πλάι, οτιδήποτε ¨λασκαρισμένο¨ θα καταλήξει σε αυτό εδώ το μέρος.
Η ώρα του πρωινού είναι η ώρα των μεγάλων αποφάσεων. Η ευθύνη βαραίνει υπέρμετρα πάνω στους ξεκούραστους ώμους μας, η επιλογή μπορεί να αλλάξει τον ρουν της ανθρώπινης ιστορίας: Να πάμε Disneyland ή Holywood Studios; Αυτά είναι ερωτήματα κύριοι, όχι τα άλλα τα υπαρξιακά. Αποφασίζουμε να μην αποφασίσουμε εν θερμώ αλλά να εξαντλήσουμε όλο τον διαθέσιμο χρόνο στην μικρή αίθουσα του πρωινού, στη reception. Ζυγίζοντας τα υπέρ κάθε επιλογής (τα Studios είναι πέντε λεπτά με το μετρό και η Disneyland είναι ¨το πιο χαρούμενο μέρος στον κόσμο¨), τα κατά (το 1ο δεν είναι Disneyland και το 2ο είναι σίγουρα καμιά ώρα με το αυτοκίνητο συν του ότι έχουμε πάει στο ευρωπαϊκό της αδερφάκι) και τις ισοπαλίες (το κόστος εισόδου είναι περίπου το ίδιο), η ζυγαριά γέρνει προς τον κινηματογράφο. Τελευταίες γουλιές καφέ και ολοταχώς προς τον πλησιέστερο σταθμό του μετρό. Για την ακρίβεια ο πλησιέστερος είναι στην Holywood/Vine, 100 μ. από το ξενοδοχείο αλλά μπαίνουμε στον πειρασμό να περπατήσουμε την λεωφόρο των σταρ προς το Dolby Theatre για τον σταθμό Holywood/Highland. Η πρωινή όψη της λεωφόρου είναι ένα ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί.
Αν εξαιρέσει κανείς τα μαγαζιά με τα σουβενίρ και τους λίγους τουρίστες, η εικόνα της ¨αστραφτερής λεωφόρου¨ είναι λίγο απογοητευτική. Σ’ αυτό δεν βοηθάει και ο συννεφιασμένος ουρανός, που θυμίζει πιο πολύ Λονδίνο παρά Λ.Α. Προχωρώντας, γινόμαστε μάρτυρες των αντιθέσεων που υπάρχουν σε κάθε αμερικανική μεγαλούπολη, πόσο μάλλον εδώ. Στις εισόδους των μαγαζιών που δεν έχουν ανοίξει ακόμη, οι άστεγοι που βρήκαν καταφύγιο την προηγούμενη νύχτα προσπαθούν να μαζέψουν τα κομμάτια τους. Η παράταιρη αυτή εικόνα υπενθυμίζει το υποβαθμισμένο παρελθόν της περιοχής όσο και τις παράπλευρες απώλειες της οικονομικής ανάπτυξης του δυτικού κόσμου και σίγουρα σε κάποιους άμαθους σαν και εμάς προξενεί εντύπωση. Τα προσχήματα σώζονται κάπως, καθώς φτάνουμε στο κέντρο της τουριστικής κίνησης.
Στον σταθμό του μετρό επικρατεί ηρεμία. Μπορεί να μην είναι ώρα αιχμής πια αλλά η κίνηση είναι ελάχιστη. Είπαμε, το αυτοκίνητο εδώ έχει θεοποιηθεί στο παρελθόν (παλιότερα κυκλοφορούσε σαν ανέκδοτο η έκφραση "Nobody walks in L.A." ) και ακόμη κρατά τα σκήπτρα στην καθημερινή μετακίνηση, μιας και το μετρό τους είναι ακόμη σε φάση ανάπτυξης. Αγοράζεις μια μαγνητική κάρτα για 2$, την φορτίζεις με χρήματα (κάθε διαδρομή είναι 1.50$) και ξεκινάς. Περνάμε κάτω από το Holywood Hills, με τους διάσημους κατοίκους και τις φοβερές θέες της πόλης και σε 5 λεπτά είμαστε στην σειρά για να μας παραλάβει το δωρεάν λεωφορείο των Studios, για τα τελευταία μέτρα της ανηφόρας μέχρι την είσοδο του πάρκου.
Μετά τις απαραίτητες φωτογραφίες στο σιντριβάνι με την περιστρεφόμενη σφαίρα, στοιχιζόμαστε στην ουρά για το εισιτήριο εισόδου στον μαγικό κόσμο του κινηματογράφου. Όλες οι φυλές του κόσμου περιμένουν υπομονετικά τη σειρά τους για το ταξίδι στην σαγήνη και στην υπερβολή της κινούμενης εικόνας. Τα εκδοτήρια είναι πολλά αλλά η διαδικασία αργή. Γιατί άραγε; Φτάνοντας, διαπιστώνουμε το λόγο της καθυστέρησης. Ο τύπος στο ταμείο εκτός από το αλμυρό εισιτήριο (87$/άτομο) προσπαθεί να σου πουλήσει ένα σωρό ¨σχετικά¨ προϊόντα: μπρελόκ, στυλό, λουράκια για το λαιμό, μέχρι και ακριβότερα εισιτήρια (με σχετική επιτυχία στην περίπτωσή μας αφού μας εφοδίασε με λουράκι για να κρεμάμε το εισιτήριο). Πανέτοιμοι λοιπόν κατευθυνόμαστε προς την είσοδο, όπου το κόκκινο χαλί μας υποδέχεται σαν σταρ του σινεμά.
Η αρχή γίνεται με το σόου του "Υδάτινου Κόσμου". Το σκηνικό χρησιμοποιήθηκε και στην πραγματική ταινία με τον Κέβιν Κόστνερ και τώρα διαφημίζεται σαν το #1 σόου στα Universal Studios. Η προειδοποίηση στις μπροστινές θέσεις για το νερό που μπορεί να δεχθείς είναι αληθινή και γι'αυτό φροντίζουν και οι πολύ ταλαντούχοι ηθοποιοί. Το σόου συνεχίζεται με πολλά ειδικά εφέ, φωτιές, πυροβολισμούς , καταδίωξη με τζετ σκι μέχρι και αεροπλάνο προσγειώνεται στην πισίνα. Πολύ εντυπωσιακό θέαμα και όταν τελειώνει όλοι φαίνονται ενθουσιασμένοι.
Επόμενη στάση, η σκηνή όπου οι παρουσιαστές μας δείχνουν τον τρόπο δημιουργίας αρκετών από τα ειδικά εφέ που βλέπουμε στις blockbuster ταινίες. Από την ψευδαίσθηση του μεγέθους και την αλλαγή της προοπτικής του βάθους μέχρι τις σύγχρονες τεχνολογίες 3d, όλα είναι πολύ διασκεδαστικά. Σε αυτό βοηθάει και το πηγαίο και άμεσο χιούμορ των παρουσιαστών που συνεχώς αλληλεπιδρούν με το κοινό τους.
Μετά από μια σύντομη ανάπαυλα κατευθυνόμαστε προς το αποκορύφωμα της επίσκεψης. Τον γύρο των Studios με ειδικά διαμορφωμένο λεωφορείο. Στην ουσία όλοι γι'αυτό έχουν έρθει σήμερα, φαίνεται άλλωστε και στην απίστευτη ουρά που έχει δημιουργηθεί για τα λεωφορεία. Προχωράμε αργά και σταθερά και μετά από καμιά ώρα (έχει φτάσει καλές 3 το μεσημέρι), καθόμαστε στις θέσεις μας με ανακούφιση και περιέργεια γι'αυτά που μας επιφυλάσσουν. Περνώντας ανάμεσα σε αποθήκες - σκηνές που γυρίζονται σειρές και ταινίες μπαίνουμε σε ένα χώρο όπου ο Πίτερ Τζάκσον έχει σχεδιάσει την μεγαλύτερη προβολή 3d στον κόσμο, το "King Kong 360 3-D". Σε μια στιγμή, προϊστορικά τέρατα παλεύουν με τον Κινγκ Κονγκ και πέφτουν με δύναμη πάνω στο λεωφορείο μας, το οποίο αιωρείται επικίνδυνα. Ο τεράστιος γορίλας μας αρπάζει και με τερατώδη δύναμη μας εκσφενδονίζει στον αέρα χωρίς ελπίδα σωτηρίας. Τα ουρλιαχτά των επιβατών είναι ο τελευταίος γήινος ήχος πριν βυθιστούμε για πάντα στην σκοτεινή άβυσσο... Ουφ, ευτυχώς πάνω στην ώρα ανάβουν τα φώτα και διαπιστώνουμε ότι όλοι είμαστε σώοι μετά την φοβερή αυτή 3d εμπειρία.
Συνεχίζουμε μέσα από το σκηνικό του Τζουράσικ Πάρκ και τη δεξαμενή νερού που γυρίστηκε η καλτ "Jaws" του Σπίλμπεργκ που έδωσε τότε τεράστια οικονομική ανάσα στην εταιρεία. Στην συνέχεια περνώντας μέσα από δρόμους που πλημμυρίζουν σε δευτερόλεπτα (από εφέ) φθάνουμε στην Wisteria Lane από τη σειρά Desperate Housewives. Τα κουκλίστικα σπίτια είναι μόνο προσόψεις αφού οι εσωτερικές σκηνές γυρίστηκαν σε κλειστά στούντιο. Έπειτα, το λεωφορείο κάνει στάση σε ένα... μοτέλ. Όπως μας πληροφορεί η συνοδός-εκφωνήτρια πρόκειται για το ίδιο που γυρίστηκε η "Ψυχώ" το 1960, του αξεπέραστου Χίτσκοκ. Ξάφνου η πόρτα από το μοτέλ ανοίγει και ένας άνθρωπος μεταφέρει κάτι που μοιάζει με πτώμα, στο πορτ μπαγκάζ του αυτοκινήτου. Μας παίρνει είδηση όμως και κρατώντας ένα μαχαίρι κατευθύνεται προς το μέρος μας. Το λεωφορείο δεν ξεκινά παρά τις εκκλήσεις της συνοδού μας. Οι υπόλοιποι έντρομοι παρακολουθούμε τον οπλισμένο τύπο να πλησιάζει. Είναι ο Νόρμαν Μπέητς, ο δολοφόνος της πιο τρομακτικής ταινίας όλων των εποχών.... Ευτυχώς που οι προσευχές μας εισακούονται και πριν μας πλησιάσει άλλο, το λεωφορείο παίρνει μπρος και επιταχύνει με ασφάλεια (και φυσικά όλα αυτά ήταν μέρος ενός απολαυστικού σεναρίου). Πραγματικά απίστευτοι οι εμπνευστές του!
Μετά από περισσότερη από μια ώρα, επιστρέφουμε στο πάρκο για τις τελευταίες επισκέψεις μας στους υπόλοιπους χώρους. Μεταξύ αυτών είναι το Shrek 4d , στην ουσία μια αίθουσα προβολής 3d αλλά με καθίσματα που κουνιούνται καθώς ο συμπαθής γάιδαρος της ταινίας καλπάζει, που πετάνε νερό όταν οι πρωταγωνιστές πέφτουν σε λίμνες και ποτάμια και τόσα άλλα εφέ. Τελευταία επίσκεψη, στο Σπίτι του Τρόμου. Περνάς μέσα από διάφορα τρομακτικά σκηνικά όπου πραγματικοί ηθοποιοί μεταμφιεσμένοι σε κινηματογραφικά τέρατα προσπαθούν να σε τρομάξουν. Και φυσικά τα καταφέρνουν μια χαρά αφού φθάνουμε στην έξοδο σχεδόν τρέχοντας και αλαλάζοντας.
Η επίσκεψη πραγματικά αξίζει τον κόπο. Έχει τόσα πολλά να δεις και να κάνεις που μια μέρα σίγουρα δεν φθάνει. Η ώρα όμως έχει περάσει και πρέπει να επιστρέψουμε στην πόλη για ανεφοδιασμό. Άλλωστε στην Holywood Boulevard θα έχουν αρχίσει να μαζεύονται όλα τα ταλέντα. Και δεν κάνουμε λάθος. Μετά από την κατανάλωση burgers στο συμπαθέστατο Johnny Rockets, στο εμπορικό Holywood & Highland Center, πάνω από τον ομώνυμο σταθμό του μετρό, μπερδευόμαστε με το πλήθος των τουριστών που κοιτάει με περιέργεια τα θεάματα της λεωφόρου. Η ατμόσφαιρα είναι πολλή όμορφη, σχεδόν εορταστική και όλοι είναι χαρούμενοι. Νιώθεις πως αυτό το μέρος είναι το μοναδικό σημείο του πλανήτη που θα ήθελες να είσαι αυτό το συννεφιασμένο απόγευμα.
Έχουμε όμως την αίσθηση ότι η μέρα αυτή μπορεί να τελειώσει ακόμα καλύτερα. Μπαίνουμε στο αυτοκίνητο για μια κοντινή βόλτα στους λόφους πάνω από το Χόλιγουντ. Μετά από 20 λεπτά παρκάρουμε στους δρόμους πέριξ του αστεροσκοπείου Griffith. Είναι Σαββατόβραδο και απ'ότι φαίνεται πολύς κόσμος έχει ανέβει μέχρι εδώ για νυχτερινή παρατήρηση της πόλης. Πρόκειται για ένα πανέμορφο μέρος, ένα έμβλημα της πόλης και ένα δημοφιλή προορισμό των ντόπιων.
Έχει βραδιάσει για τα καλά και η θέα της πόλης είναι εκπληκτική. Το μέγεθος αυτής της ¨μεγάπολης¨είναι ασύλληπτο, μέχρι το τέλος του ορίζοντα υπάρχουν σημάδια πολιτισμού. Ένα απέραντο μωσαϊκό ανθρώπων βρίσκεται κάτω από αυτά τα φώτα, οι λεγόμενοι Angelenos. Κάποιοι από αυτούς γυρίζουν από τις δουλειές τους, κάποιοι μόλις ξεκίνησαν, κάποιοι άλλοι μένουν αιώνια μετέωροι. Σίγουρα ανάμεσά στους πλούσιους και πένητες , στους δίκαιους και αδίκους αυτής της πόλης θα υπάρχουν και άγγελοι που δικαιώνουν το υπέροχο όνομα αυτής της πόλης. Όλοι όμως ανεξαιρέτως γνωρίζουν πως είναι τα κύτταρα, οι δομικές μονάδες ενός τεράστιου, ανεξάρτητου οργανισμού που κάποτε ήταν απλά μια πόλη σαν όλες τις άλλες. Και γνωρίζουν επίσης πως ο τεράστιος αυτός οργανισμός τρέφεται από τις συνεχείς προσπάθειες τους είτε να κατακτήσουν το αμερικάνικο όνειρο είτε απλά να επιβιώσουν άλλη μια μέρα...
το Λ.Α έχει απίστευτο υπόγειο δίκτυο μετρό το οποίο εκτείνεται σε όλη την πόλη!! Το οποίο πριν απο αρκετά χρόνια αγόρασε γνωστή αυτοκινητοβιομηχανία και το έκλεισε παρακαλώ!!!! για πουλάει αυτοκίνητα!! Δεν είναι τυχαίο οτι στο Λ.Α όλοι έχουν αυτοκίνητο!! και οτι γενικά δεν έχει το καλύτερο δίκτυο μέσων μαζικής μεταφοράς το οποίο χρησιμοποιείται σε πολύ μεγάλο βαθμό απο τους μετανάστες που ζούν εκει (μεξικανούς,ασιάτες κτλ) και ελάχιστα απο τους ντόπιους αμερικανούς! Εγώ όταν πήγα στο Λ.Α απο προσωπική εμπειρία αυτό συμπέρανα σε μετρό και λεωφορεία.
Καλύτερα που πήγατε στο universal απο disneyland (που είναι στο anaheim αρκετά μακριά και ειναι όπως και του παρισιού) αύξησαν την τιμή βλέπω στο universal εγώ 50$ είχα πληρώσει το 2010.
Όταν ο διαθέσιμος χρόνος που έχεις να ξοδέψεις σε ένα μέρος είναι λίγος, αναγκαστικά πρέπει να επιλέξεις τί θα δεις και τί θα αφήσεις απ’ έξω, ίσως για μια άλλη φορά στο μέλλον (που ποτέ δεν έρχεται). Είναι ένα δίλημμα που αντιμετωπίζουν κάποια στιγμή όλοι όσοι ταξιδεύουν μόνοι. Δίλημμα που συνήθως το ξεπερνάς με κάποιες αναίμακτες παραχωρήσεις. Μόνο που εδώ στην πόλη των Αγγέλων το πράγμα δεν μαζεύεται με τίποτα. Υπάρχουν άπειρα πράγματα να δεις και να κάνεις, και τα περισσότερα πρώτης γραμμής όχι τίποτα δευτεράντζες. Επειδή όμως έφτασε Κυριακή και αύριο αναχωρούμε, πρέπει να πάρουμε ηρωικές αποφάσεις με κάθε κόστος. Έτσι, αποφασίζουμε να αναζητήσουμε διέξοδο προς τη θάλασσα (όπως και όλοι οι υπόλοιποι όπως έμελλε να αποδειχθεί).
Η ώρα είναι 10 το πρωί και ο ουρανός είναι πεντακάθαρος. Επιτέλους, η διανοητική εικόνα που είχαμε για τον καλιφορνέζικο καιρό επαληθεύεται, έστω και την τελευταία μέρα. Πηγαίνοντας προς το πάρκινγκ, από ένα μπαρ – αφτεράδικο-παράπηγμα βγαίνει πιτσιρικαρία, σαν ζαλισμένα κοτόπουλα. Κάθονται κατάχαμα στο πεζοδρόμιο για να συνέλθουν πριν εξαφανιστούν μέσα σε κάποιο αυτοκίνητο. Τρομακτικό μέρος για να μεγαλώνεις τα παιδιά σου, σκεφτόμαστε. Κατεβαίνουμε την N.Cahuenga μέχρι να βρούμε την Santa Monica Blvd, την οποία θα ακολουθήσουμε μέχρι το τέλος της, στην ομώνυμη παραλία. Αυτή η τεράστια λεωφόρος αποτελεί την αφετηρία της ιστορικής διαδρομής Route 66, που πια δεν αναφέρεται σε κανέναν επίσημο οδικό χάρτη αλλά ακόμα αποτελεί όνειρο ζωής για τους απανταχού μηχανόβιους και όχι μόνο. Προχωρώντας προς το δυτικό Holywood, η διαδρομή γίνεται όλο και πιο ενδιαφέρουσα με όμορφες περιοχές να διαδέχονται η μία την άλλη. Ώσπου κάποια στιγμή, μετά από περίπου 10 χλμ φθάνουμε στο ξακουστό Beverly Hills. Βγαίνοντας από την λεωφόρο και οδηγώντας για λίγο μέσα στην περιοχή, αποκομίζεις την εικόνα που είχες πλάσει όταν μεσουρανούσαν ο Μπράντον και η Ντόνα από την ομώνυμη τηλεοπτική σειρά. Όμορφοι δρόμοι περιστοιχισμένοι με φοινικόδεντρα, σπίτια-παλατάκια, λίγη κίνηση και παντού τάξη και καθαριότητα. Και όλα αυτά στην αρχή, που να πας και προς τα πάνω, σε πιο απρόσιτες, ιδιωτικές περιοχές. Μένοντας λοιπόν στο ίδιο μήκος κύματος, μια απαραίτητη στάση σε ένα κόσμο πολυτέλειας και καταναλωτικής ευδαιμονίας κρίνεται απαραίτητη.
Κυριακή πρωί και τα καταστήματα στην Rodeo Drive είναι ανοικτά. Πώς θα μπορούσε να είναι διαφορετικά άλλωστε, οι πλούσιοι αυτού του κόσμου δεν έχουν ωράριο όταν πρόκειται να ικανοποιήσουν τα πανάκριβα γούστα τους. Και αυτός ο δρόμος είναι ταγμένος σε ένα και μοναδικό σκοπό: να προσφέρει ότι πιο ακριβό και εξεζητημένο υπάρχει σε αυτόν τον πλανήτη σε αυτούς που μπορούν να αγοράσουν την ¨δυστυχία που επιθυμούν¨ (μιας και ως γνωστό το χρήμα δεν φέρνει την ευτυχία). Με την ελπίδα να δούμε κάποιον διάσημο πίσω από μεγάλα μαύρα γυαλιά ηλίου (λες και θα τον αναγνωρίζαμε), ξεκινάμε τον περίπατο στη Μέκκα της χλιδής. Παγκόσμια αναγνωρίσιμα brandnames στεγάζονται σε κτίρια με υπέροχες διακοσμήσεις, πανάκριβα αυτοκίνητα ¨φυλάνε¨ τις εισόδους τους από παρείσακτους τουρίστες (σαν και του λόγου μας). Η φήμη ότι οι υπάλληλοι των εν λόγω καταστημάτων κοιτάζουν επιτιμητικά όποιον δεν ¨τους γεμίζει το μάτι¨ δεν επιβεβαιώθηκε. Η μέρα είναι πολύ όμορφη για να την σπαταλήσουμε σε κάποιο ανήλιαγο εμπορικό (sic)!
Με προφανή ανακούφιση που δεν είδαμε κλήση πάνω στο παρμπρίζ μας, συνεχίζουμε πάνω στη Santa Monica Blvd και σε μισή ώρα βλέπουμε θάλασσα. Επόμενος προορισμός οι παραλίες του κοντινού Malibu. Έχοντας τον ωκεανό στα αριστερά μας, ταξιδεύουμε πάνω στον παλιό μας γνώριμο, τον πανέμορφο Highway 1 που έχει μετονομαστεί σε Pacific Coast Highway. Η διαδρομή είναι υπέροχη, σε σημείο να μη θες να σταματήσεις να οδηγάς. Και όντως δεν σταματάμε να οδηγάμε και για ένα ακόμη λόγο: τα πάρκινγκ δεξιά και αριστερά του δρόμου είναι γεμάτα ή στις άδειες θέσεις απλά δεν επιτρέπεται να παρκάρεις. Μετά κόπων και βασάνων, στεκόμαστε τυχεροί και βρίσκουμε μια θέση πάνω στον κεντρικό δρόμο. Στη συνέχεια καταπιανόμαστε με τον δεύτερο γρίφο της ημέρας, πώς θα κατέβουμε στη θάλασσα. Η κατάσταση στο Malibu είναι λίγο ιδιόμορφη: Οι ιδιοκτήτες των ¨φτωχικών¨ μπροστά στην παραλία έχουν αποκλείσει την πρόσβαση στην θάλασσα για τους κοινούς θνητούς με συνέπεια οι τελευταίοι να στριμώχνονται στις δημόσιες πλαζ της περιοχής, παρά τις προσπάθειες ομάδων πολιτών να αλλάξουν τους όρους χρήσης των παραλιών. Ποδαράτοι λοιπόν ξεκινάμε για μια τέτοια πλαζ που είδαμε αρκετές δεκάδες μέτρα πριν. Για καλή μας τύχη μετά από λίγο περπάτημα, ανάμεσα σε δύο σπίτια υπάρχει ένα στενό μονοπάτι που οδηγεί στην αμμουδιά, προειδοποιώντας όμως πως θα κλείσει με τη δύση του ηλίου. «Έγινε μάστορα, δεν θα το βραδιάσουμε κιόλας» , αναφωνούμε και επιτέλους πατάμε την χρυσαφένια άμμο.
Επόμενη στάση, η προβλήτα της Σάντα Μόνικα που Κυριακή μεσημέρι πια, προβλέπουμε να έχει μετατραπεί σε τόπο λαϊκού προσκυνήματος. Φτάνοντας στην περιοχή επιβεβαιωνόμαστε πανηγυρικά. Όλοι οι χώροι στάθμευσης είναι ασφυκτικά γεμάτοι με αυτοκίνητα, το ίδιο και οι γύρω δρόμοι. Μετά από αρκετή περιπλάνηση τα καταφέρνουμε και φθάνουμε περπατώντας στην καρδιά του χαμού. Το ιστορικό αυτό ορόσημο της πόλης άνοιξε για το κοινό το 1909 και έκτοτε λειτουργεί αδιάκοπα. Περιλαμβάνει ένα πάρκο ψυχαγωγίας με παιχνίδια, πολλά καταστήματα, μέχρι και ενυδρείο. Δεξιά και αριστερά της προβλήτας εκτείνεται για χιλιόμετρα η ομώνυμη παραλία της Σάντα Μόνικα που σήμερα είναι γεμάτη κόσμο. Οι περισσότεροι κάνουν ηλιοθεραπεία, κάποιοι εξασκούν τα χόμπι τους στην απέραντη αμμουδιά και λίγοι τολμηροί προσπαθούν να κολυμπήσουν κόντρα στα κύματα. «Μια συνηθισμένη κυριακάτικη μέρα στην παραλία», σκεφτόμαστε ,ώσπου η επόμενη εικόνα που αντικρίζουμε μας αφήνει άφωνους.
Πάνω στην αμμουδιά και σε απόλυτη στοίχιση είναι τοποθετημένοι άσπροι και κόκκινοι σταυροί, σαν σε νεκροταφείο. Πλησιάζουμε και παρατηρούμε μερικά ψεύτικα φέρετρα καλυμμένα με την αμερικανική σημαία. Είναι δυνατόν; Όπως μαθαίνουμε, είναι ένα τελετουργικό που επαναλαμβάνεται κάθε Κυριακή, για τα τελευταία επτά χρόνια. Βετεράνοι του Ιράκ και του Αφγανιστάν μαζί με εθελοντές στήνουν αυτό το απόκοσμο σκηνικό σαν φόρο τιμής για τους συνανθρώπους τους που έγιναν θυσία στον παραλογισμό του πολέμου. Η τοποθεσία επιλέχθηκε συνειδητά προκειμένου οι αμέριμνοι λουόμενοι να θυμούνται ότι η ελευθερία δεν είναι αυτονόητη αλλά έχει τίμημα που ενίοτε πληρώνεται με ανθρώπινες ζωές…
Νωρίς το απόγευμα, είναι ώρα πια να αναχωρήσουμε για τον τελευταίο σταθμό του ταξιδιού στο Λ.Α. που δεν είναι άλλος από το ιστορικό κέντρο του, το περίφημο ¨Downtown¨. Εύλογα θα αναρωτιόταν κανείς, «Μα, έχει αυτό το απέραντο μωσαϊκό εθνοτήτων, αυτό το τεράστιο χωνευτήρι ανθρώπων, ιστορική ταυτότητα;» Ναι, και μάλιστα σώζεται ως σήμερα και η περιοχή που το 1871 ιδρύθηκε από μερικές οικογένειες Μεξικανών προσφύγων το χωριό-πρόδρομος της σημερινής μητρόπολης, το El Pueblo de Nuestra Señora la Reina de los Ángeles. Οι δρόμοι που οδηγούν στο κέντρο είναι σχεδόν άδειοι από κίνηση και φτάνουμε αρκετά γρήγορα στην πλατεία Pershing. Με τα πόδια ανεβαίνουμε την N. Hill St. με κατεύθυνση προς το Pueblo και οι άνθρωποι που συναντάμε στην διαδρομή είναι ελάχιστοι, μετά βίας φθάνουν διψήφιο νούμερο. Έχεις σχεδόν την αίσθηση ότι έχασες τον συναγερμό εκκένωσης ή ότι γυρίζουν καινούργιο χολυγουντιανό blockbuster και ερήμωσαν την περιοχή. Όπως και να έχει, η ομορφιά αυτών των στιγμών είναι απερίγραπτη. Το απογευματινό φως αγκαλιάζει τις ατσάλινες σιλουέτες των κτιρίων και κάνει τις σκιές τους να εκτείνονται, θαρρείς μέχρι το άπειρο. Πώς μπορεί να πει κανείς ότι αισθάνεται μια γλυκιά μοναξιά να τον συνεπαίρνει στο κέντρο μιας μεγαλούπολης, χωρίς να ακουστεί αφόρητα γραφικός;
Φτάνοντας στο Pueblo, μόλις τελειώνει η λειτουργία στην καθολική εκκλησία της περιοχής. Είναι ώρα για φαγητό και μια καντίνα με μεξικάνικο φαγητό μας υποδέχεται με χαρά. Στα λίγα σοκάκια υπάρχουν πολλά μαγαζιά με σουβενίρ και εστιατόρια κυρίως μεξικάνικου φαγητού, τιμώντας την ιστορία της τοποθεσίας. Εκεί, στην Olvera St υπάρχει ακόμα η παλιότερη κατοικία στο Λ.Α., η Adobe Avila που χτίστηκε το 1818. Τόπος συνάθροισης πολλών τουριστών το εν λόγω μέρος, αλλά διατηρεί ακόμα έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα.
Απέναντι από το Pueblo, βρίσκεται ο κεντρικός σταθμός τρένων της πόλης, o Union Station. Η πανέμορφη νέο-αποικιακή αρχιτεκτονική του κτιρίου εκπέμπει μια παλιομοδίτικη γοητεία, η οποία συνεχίζεται και στο εσωτερικό με το λαμπερό πάτωμα και τις δερμάτινες, καφέ πολυθρόνες της αίθουσας αναμονής. Σιγά σιγά σε καταλαμβάνει εκείνο το μυστήριο συναίσθημα που νιώθουν όλοι όσοι έχουν βρεθεί σε ένα τέτοιο σταθμό. Αρχίζεις να νοσταλγείς παλιές εποχές που τα πράγματα ,λένε, ήταν πιο απλά, πιο ανθρώπινα, . Ψάχνεις μηχανικά στον πίνακα ανακοινώσεων για εκείνο το δρομολόγιο που πάντα ήθελες να πάρεις αλλά που ποτέ δεν έρχεται. Στέκεσαι στην αρχή του διαδρόμου που οδηγεί στις αποβάθρες και παρατηρείς τους ανθρώπους να περπατούν βιαστικά και να χάνονται στο τέλος του. Και ξέρεις πως η ροή του Χρόνου είναι ανελέητη και μη αναστρέψιμη και όλοι τρέχουν να προλάβουν τις υποδιαιρέσεις της, ελπίζοντας πως ζουν στα μεσοδιαστήματα. Κάποιοι τα καταφέρνουν και λάμπουν στιγμιαία σαν φάροι επίγνωσης, κάποιοι άλλοι απλώς ξοδεύουν τον δανεικό χρόνο...
Οι ετοιμασίες μιας ακόμη αναχώρησής μας σε αυτό το οδοιπορικό, σε τούτη την γωνιά του πλανήτη είναι πυρετώδεις. Οι βαλίτσες πακετάρονται για άλλη μια φορά, τώρα πια με μεγαλύτερη άνεση λόγω άρτι αποκτηθείσας εμπειρίας. Καθώς περιδρομιάζουμε στην reception – αίθουσα πρωινού και εισπράττουμε έκπληκτες, κλεφτές ματιές των συνδαιτυμόνων (είπαμε, από τον χώρο του πρωινού τελευταίος φεύγει μόνο ένας, ο Έλληνας), συζητάμε για την δοκιμασία που μας περιμένει την σήμερον. Η διαδρομή που καλούμαστε να διανύσουμε κοντεύει τα 450 χλμ μέχρι το Λας Βέγκας και το μεγαλύτερο τμήμα της περνάει μέσα από μια πραγματική έρημο, την Μοχάβε. Άνθρωποι και μηχανές θα δοκιμαστούν μέχρι τα όρια τους σήμερα, με την ελπίδα πως αμφότεροι θα αντέξουν. Αλλά ας ανησυχήσουμε για ένα πράγμα τη φορά, προς το παρόν αυξάνουμε τα αποθέματά μας σε ενέργεια και εφοδιαζόμαστε με ξηρά τροφή για το ταξίδι.
Κατά την αναχώρησή μας από το συμπαθέστατο ξενοδοχείο, μαθαίνουμε πως έχει και ενδιαφέρον ιστορικό παρελθόν μιας και παλιότερα έχει φιλοξενήσει αρκετούς διάσημους όπως τον James Dean, την Marilyn Monroe, τον Paul Newman. Και φυσικά ανάλογα της διαθεσιμότητας μπορείς να μείνεις σε ένα από αυτά τα δωμάτια (είπαμε όλα είναι business)! Φορτώνουμε την ασημένια βολίδα μας με νερά από το κοντινό 7-Eleven, φουλάρουμε το ντεπόζιτο και στο άψε σβήσε είμαστε στον Holywood Freeway (101) με κατεύθυνση προς τα νοτιοανατολικά της πόλης. Είναι Δευτέρα πρωί και ο δρόμος μας περνά ξυστά από το κέντρο της πόλης. Η προοπτική να μπλέξουμε στο παγκοσμίου φήμης μποτιλιάρισμα του Λ.Α. είναι αρκετή για να μας τρομοκρατήσει επί ώρα. Ευτυχώς όμως οι φόβοι διαλύονται και η ταχύτητά μας παραμένει καλή μέχρι βγούμε από τη κόλαση και να πάρουμε τον διαπολιτειακό San Bernardino Freeway (I10) προς τα ανατολικά. Για τα επόμενα 60 χλμ είμαστε χαλαροί και άνετοι και χαζεύουμε τα προάστια της μητρόπολης που αφήνουμε πίσω μας. Λίγο μετά το αεροδρόμιο του Ontario συναντάμε τον Ontario Freeway (I15) όπου θα τον ακολουθήσουμε αδιάλειπτα προς βορρά, μέχρι το Λας Βέγκας.
Η μέρα είναι ζεστή από πολύ νωρίς και έχει καλές προοπτικές να γίνει καυτή έως ανυπόφορη. Περνώντας ανάμεσα στα βουνά του San Bernardino, μπροστά μας ανοίγεται μια απέραντη πεδιάδα με λίγες εξάρσεις του εδάφους, είναι το νότιο όριο της ερήμου Μοχάβε. Ολόκληρη η έρημος εκτείνεται σε τέσσερις πολιτείες, κυρίως στην Καλιφόρνια και δευτερευόντως στην Νεβάδα, στην Αριζόνα και λίγο στη Γιούτα. Είναι η έρημος των αντιθέσεων μιας και υπάρχουν οροσειρές που φθάνουν τα 1500μ ύψος και υπάρχει και η Κοιλάδα του Θανάτου με το πιο χαμηλό σημείο στην Αμερική, 86μ κάτω από το επίπεδο της θάλασσας. Επίσης είναι η έρημος των ρεκόρ, με την υψηλότερη καταγεγραμμένη θερμοκρασία στον κόσμο, πάλι στην Κοιλάδα του Θανάτου, το 1913 με 56,7ΟC! Δυστυχώς, η παράκαμψη που απαιτείται για να δούμε το μοναδικό αυτό αξιοθέατο είναι πολύ μεγάλη οπότε επιλέγουμε να συνεχίσουμε το ταξίδι μας πάνω στον Ι15.
Στα μισά περίπου της διαδρομής και αμέσως μετά το Barstow όπου υπάρχουν πολλές δυνατότητες ανεφοδιασμού (μέχρι και outlets υπάρχουν...καταμεσής της ερήμου!!) φθάνουμε στο μέρος που θα κάνουμε την πρώτη στάση του ταξιδιού. Πρόκειται για μια αυθεντική πόλη-φάντασμα της αμερικανικής δύσης, η Calico Ghost Town. Ιδρύθηκε το 1881 από περιπλανώμενους μεταλλωρύχους όταν στην ευρύτερη περιοχή βρέθηκε το μεγαλύτερο κοίτασμα ασημιού στην Καλιφόρνια. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να ανοίξουν πάνω από 500 ορυχεία ασημιού και ο πληθυσμός να φτάσει τους 3500 στην ακμή της πόλης. Καθώς όμως σταδιακά η τιμή του ασημιού έπεφτε, ο κόσμος αποχωρούσε προς αναζήτηση νέων ευκαιριών και το 1900 η πόλη ερήμωσε. Κανείς δεν ξανασχολήθηκε μαζί της μέχρι το 1950 οπότε κάποιος Walter Knott αγόρασε την πόλη και άρχισε να την επαναφέρει στην πρότερη κατάσταση. Κατάφερε να την αναγνωρίσει ως επίσημη πόλη-φάντασμα της εποχής του "silver rush" και εξασφάλισε έτσι τουριστική επισκεψιμότητα.
Η ώρα είναι μία το μεσημέρι και ο ήλιος που μεσουρανεί, πυρώνει ανελέητα το άγριο τοπίο γύρω μας. Η μικρή παράκαμψη από τον αυτοκινητόδρομο σίγουρα αξίζει τον κόπο. Εκ των προτέρων και πριν προχωρήσουμε στα ενδότερα του χωριού (πληρώνοντας 8$ έκαστος) δηλώνουμε τον απεριόριστο θαυμασμό μας για τους ανθρώπους που κάποτε έμειναν σε αυτή την περιοχή. Μπορούμε να φανταστούμε την καθημερινή τους αναμέτρηση με τα φυσικά στοιχεία, μπορούμε να εκτιμήσουμε το ιδιαίτερο μέταλλο που πρέπει να είχαν στην ψυχή τους για να επιβιώνουν αλλά ταυτόχρονα στα σύγχρονα μάτια μας φαίνεται τόσο παράλογος και άνισος αυτός ο αγώνας. Μπορεί το πλήθος των τουριστών και η φολκλόρ ατμόσφαιρα να δίνουν την εντύπωση ενός σικέ (αλλά καλοφτιαγμένου) σκηνικού, αλλά η αύρα αυτών των ακραίων ανθρώπων που κάποτε άγγιξαν τα σπλάχνα της γης τους είναι ακόμα εκεί.
Από κει και μετά, περνάμε από την καρδιά της Μοχάβε και η θερμοκρασία έχει πια ξεφύγει. Η ώρα είναι καλές 3.30 και το θερμόμετρο του αυτοκινήτου δείχνει 111 βαθμούς Fahreneit, όπερ σημαίνει43.9ºC. Το τοπίο γίνεται πιο άγριο και μονότονο αλλά ταυτόχρονα ακραία σαγηνευτικό. Οδηγώντας για περίπου μία ώρα η βλάστηση περιλαμβάνει πια και JoshuaTrees οπότε αποφασίζουμε πως μια μικρή παράκαμψη για να δούμε αυτά τα αλλόκοτα φυτά αξίζει τον κόπο. Φτάνοντας στην έξοδο προς Nipton Rd. βγαίνουμε από την εθνική και οδηγάμε σε επαρχιακή οδό που δεξιά και αριστερά είναι γεμάτη από αυτούς τους υπέροχους κάκτους.
Φτάνοντας στα σύνορα της Νεβάδα, ένα μεγαλοπρεπές...καζίνο, το Buffalo Bill's μας καλωσορίζει στην πολιτεία του τζόγου και της διασκέδασης. Η βλάστηση πια είναι ανύπαρκτη αλλά αυτό αντισταθμίζεται από τα θέρετρα-καζίνο που από δω και έπειτα φυτρώνουν σαν μανιτάρια. Το να ζει κανείς καταμεσής της ερήμου είναι μια συνήθεια που δεν εξασφαλίζει μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα, παρά τα πλούσια κοιτάσματα πολύτιμων μετάλλων. Όταν έγινε αυτή η διαπίστωση περί τα 1900, ο πληθυσμός της μικρότερης πολιτείας της Αμερικής συρρικνωνόταν με ραγδαίους ρυθμούς. Η κατάσταση σύντομα θα γινόταν μη αναστρέψιμη, ώσπου κάποιοι οραματιστές της εποχής μπροστά σε αυτή την απειλή διέκριναν και τη λύση: Να νομιμοποιήσουν ό,τι ήταν παράνομο στην γειτονική Καλιφόρνια. Περιττό να πούμε πόσο σοφή επιλογή έκαναν. Άλλωστε τα 39.000.000+ τουριστών κάθε χρόνο είναι αδιάψευστος μάρτυρας και αρωγός αυτής της ιστορικής απόφασης!
Λίγο έξω από το Λας Βέγκας αφήνουμε τον I-15 και παίρνουμε την South Las Vegas Blvd που κινείται παράλληλα και θα μας περάσει μέσα από την περιοχή των Καζίνο. Η διαδρομή είναι γεμάτη outlets, πολυτελή resorts και φυσικά καζίνο. Λίγο πριν το Mandalay Bay ξεκινά η λεωφόρος του τζόγου, η λεγόμενη "Strip" που περνάει μπροστά από τα μεγαθήρια καζίνο-ξενοδοχεία και τελειώνει 6.8 χλμ βόρεια , στο ύψους 350μ. Stratosphere Tower. Το ρολόι δείχνει 5.30 το απόγευμα και τα φώτα της πόλης δεν έχουν ανάψει ή για την ακρίβεια εμείς δεν τα βλέπουμε γιατί ως γνωστό τα φώτα του Λας Βέγκας από το 1950 και εντεύθεν δεν έχουν σβήσει ποτέ. Καλώς ήρθαμε λοιπόν στην Disneyland των ενηλίκων.
Θα μπορούσε κανείς να οδηγεί πάνω κάτω αυτά τα 7 χλμ. όλη την ημέρα, μόνο για να βλέπει τι μπορεί να σκαρφιστεί ο άνθρωπος όταν πρόκειται για τη διασκέδασή του. Ο κόσμος που κινείται είναι λιγοστός, σε αυτό δεν βοηθάει και η αποπνικτική ζέστη της ατμόσφαιρας. Όλοι έχουν βρει καταφύγιο σε κάποιο χλιδάτο εμπορικό, τζογάρουν στα καζίνο ή απλά χαλαρώνουν δίπλα στην πισίνα του ξενοδοχείου τους περιμένοντας την βραδινή τους έξοδο. Στο τέλος σχεδόν της Strip μας περιμένει το ξενοδοχείο μας, το Hilton Grand Vacation Suites.
Μετά την απαραίτητη χαλάρωση στο δωμάτιο, είναι ώρα να περπατήσουμε πάνω στην Strip, με κατεύθυνση προς τα νότια της λεωφόρου. Η ώρα έχει φτάσει αισίως 8.30 και η ζέστη είναι παραπάνω από αισθητή. Στο πρώτο μαγαζί με σουβενίρ εφοδιαζόμαστε με νερό και συνεχίζουμε προς τα καζίνο με τα φώτα που δεν σβήνουν ποτέ. Τι να πρωτοθαυμάσει κανείς: To Circus Circus που διαθέτει και σκηνή τσίρκου, το Palazzo μαζί με το Venetian με τα περίφημα κανάλια όπου σε ξεναγούν γονδολιέρηδες, με το πιστό αντίγραφο της πλατείας του Αγίου Μάρκου και του παλατιού του Δόγη, με τη γέφυρα των Στεναγμών (όλα εσωτερικά). Το Treasure Island με το πειρατικό καράβι στην είσοδο και το Mirage με την έκρηξη ηφαιστείου κάθε μισή ώρα υπό τους ήχους ατμοσφαιρικής μουσικής. Το Caesars Palace με τα πανάκριβα εμπορικά καταστήματα και το υπέροχο αίθριο με τα αγάλματα και το Κολοσσαίο oπου εμφανίζεται η Celine Dion. To Flamingo με το καταφύγιο για εξωτικά πουλιά και ζώα όπου μπορείς να τα θαυμάσεις δωρεάν και το Bellagio με το φανταστικό σόου των σιντριβανιών του (όλοι το έχουμε θαυμάσει στο τέλος της ταινίας Ocean’s Eleven). Το Paris με τον πύργο του Άιφελ που έχει το μισό ύψος του κανονικού και την πιο ωραία θέα της Strip σε όλη την πόλη μέχρι το New York New York όπου τα δωμάτια του ξενοδοχείου είναι σε πιστά αντίγραφα των κτιρίων της Νέας Υόρκης.
Φώτο από Strip at night
Η ώρα πια είναι περασμένη. Όσο απίστευτα θεάματα και αν προσφέρει αυτή η πόλη, πρέπει να πάρουμε τον δρόμο του γυρισμού προς το ξενοδοχείο. Η αυριανή μέρα θα είναι εξίσου απαιτητική, το Grand Canyon μας περιμένει…