Klair
Member
- Μηνύματα
- 2.356
- Likes
- 28.398
- Ταξίδι-Όνειρο
- Υπερσιβηρικός
Περιεχόμενα
Οδοιπορικό σε: Γιάννενα, Πρέσπες (Ανταρτικό, Πισοδέρι, Μικρολίμνη, Μηλεώνας, Λαιμός, Άγιος Γερμανός, Ψαράδες, Άγιος Αχίλλειος, Πύλη, Βροντερό), Καστοριά, Δισπηλιό.
Κόκκινη κλωστή δεμένη, στην ανέμη τυλιγμένη, δώσε κλώτσο να γυρίσει, παραμύθι ν’ αρχινίσει…
Μια φορά κι έναν καιρό στην όμορφη πόλη των Ιωαννίνων ζούσε μια ιδιαίτερα όμορφη γυναίκα, προκλητική για την εποχή, μορφωμένη, από ονομαστή οικογένεια, που την έλεγαν Φροσύνη. Την πάντρεψαν με τον έμπορο Δημήτρη Βασιλείου, ο οποίος όμως έλειπε συχνά για δουλειές. Η Φροσύνη δεν ήταν από τις γυναίκες που κλείνονται στο σπίτι περιμένοντας τον άντρα τους. Έβγαινε συχνά, προκαλώντας τα σχόλια της κλειστής κοινωνίας στην οποία ζούσε. Η Φροσύνη υπέκυψε στον έρωτα του Μουχτάρ, γιου του Αλή Πασά, ο οποίος την πολιορκούσε, αλλά ο έρωτας αυτός, όπως είναι λογικό, δεν μπορούσε να παραμείνει κρυφός. Η γυναίκα του Μουχτάρ πλησίασε τον Αλή και του παραπονέθηκε για την εξωσυζυγική σχέση του γιου του, ζητώντας του να τιμωρήσει την άπιστη γυναίκα. Ο Αλή που είχε ερωτευτεί και αυτός τη Φροσύνη ορκίστηκε ότι θα τακτοποιήσει το ζήτημα και το ανέλαβε προσωπικά. Πήγε στο σπίτι της κυρά Φροσύνης και τη συνέλαβε ως μοιχαλίδα. Και για να μην κατηγορηθεί ότι έπραξε με βάση προσωπικά κίνητρα, συνέλαβε και άλλες 17 Γιαννιώτισσες “αμφιβόλου ηθικής”. Οι γυναίκες καταδικάστηκαν σε θάνατο δια πνιγμού, στη Λίμνη των Ιωαννίνων. Τις έπνιξαν όλες, τη νύχτα της 11ης Ιανουαρίου 1801. Το πτώμα της κυρά Φροσύνης (καθώς και μερικών από τις υπόλοιπες 17 γυναίκες) εκβράστηκε στην όχθη της λίμνης.
Ο λαός ποτέ δεν πείστηκε ότι επρόκειτο για εκτέλεση καταδίκων, αλλά για θύματα μιας ακόμη θηριωδίας του Αλή Πασά. Πολλά δημοτικά τραγούδια απαθανάτισαν την αγριότητα με την οποία θανατώθηκαν οι γυναίκες και ο μύθος που προκαλεί συγκίνηση μέχρι και σήμερα, διανθίστηκε με το πέρασμα των χρόνων.
Της Φροσύνης
Τʼ ακούσατε τι γίνηκε ʽς τα Γιάννενα, τη λίμνη,
που πνίξανε τοις δεκαφτά με την κυρά Φροσύνη;
Αχ, Φροσύνη παινεμένη,
τι κακό παθες, καϊμένη!
Άλλη καμιά δεν τό βαλε το λιαχουρί φουστάνι,
πρώτʼ η Φροσύνη το βαλε και βγήκε ʽς το σιργιάνι
Αχ, Φροσύνη παινεμένη,
και ʽς τον κόσμο ξακουσμένη!
Δε σʼ τό ʽλεγα, Φροσύνη μου, κρύψε το δαχτυλίδι,
γιατί αν το μάθη ο Αλήπασας θε να σε φάη το φίδι;
Αχ, Φροσύνη μου καϊμένη,
τι πολύ κακό θα γένη!
"Αν είστε Τούρκοι αφήστε με, χίλια φλωριά σας δίνω,
σύρτε με ʽς το Μουχτάρπασα, δυο λόγια να του κρίνω"
Αχ, Φροσύνη μου καϊμένη,
τι κακό πολύ θα γένη!
"Πασά μου, πού είσαι, πρόβαλε, τρέξε να με γλυτώσης,
μέρωσε τον Αλή πασά, και δώσε ό,τι να δώσης".
Αχ, Φροσύνη πέρδικά μου,
τι κακό ʽπαθες, κυρά μου!
Εις το Βεζίρη τα φλωριά, τα δάκρυα δεν περνάνε,
και σένα μʼ άλλαις δεκαφτά τα ψάρια θα σας φάνε.
Αχ, Φροσύνη πέρδικα μου,
μόκαψες τα σωθικά μου!
Νά ταν οι πέτραις ζάχαρη, να ρήχνανε ʽς τη λίμνη,
για να γλυκάνη το νερό για την κυρά Φροσύνη.
Αχ, Φροσύνη παινεμένη,
μέσ ʽς τη λίμνη ξαπλωμένη!
Φύσα, βοριά, φύσα, θρακιά, για νʼ αγριέψη η λίμνη,
να βγάλη ταις αρχόντισσαις και την κυρά Φροσύνη.
Αχ, Φροσύνη παινεμένη,
μεσ ʽς τη λίμνη ξαπλωμένη!
Φροσύνʼ, σε κλαίει το σπίτι σου, σε κλαίνε τα παιδιά σου
σε κλαίν όλα τα Γιάννενα, κλαίνε την ομορφιά σου.
Αχ, Φροσύνη πέρδικά μου
μόκαψες τα σωθικά μου!
Άλλος θρύλος αναφέρει ότι το 1434 ο Ντουραχάν πασάς, Μπέης της Ρούμελης, διέσχισε μαζί με τον στρατό του την παγωμένη Παμβώτιδα που ήταν καλυμμένη με χιόνι, πιστεύοντας ότι προχωρά στη στεριά. Μέσα στην παγερή νύχτα και τη χιονοθύελλα ή την ομίχλη που επικρατούσε, αποπροσανατολίστηκε και διέσχισε τη λίμνη μαζί με όλο το στράτευμα, τα ζωντανά και τις αποσκευές, χωρίς να σπάσει ο πάγος και βρέθηκε στα Γιάννενα. Όταν ξημέρωσε και διαπίστωσε από που είχε περάσει, απέδωσε τη σωτηρία του σε θαύμα. Σύμφωνα με τον θρύλο, ο πασάς είχε χριστιανικές ρίζες και έδωσε εντολή να χτιστεί ένα μοναστήρι, στο σημείο που υπήρχε ένα εικονισματάκι με ένα καντήλι, το μοναστήρι της Παναγίας της Ντουραχάνη.
1η μέρα
Την όμορφη πόλη των Ιωαννίνων επιλέξαμε ως ενδιάμεσο σταθμό αυτού του οδοιπορικού προς τις Πρέσπες, αφού είναι η ιδιαίτερη πατρίδα του συζύγου μου και μόνιμος τόπος κατοικίας των πεθερικών μου. Έτσι θα είχαμε για ακόμη μια φορά την ευκαιρία να περιπλανηθούμε στους όμορφους δρόμους της πόλης, να ξαναεπισκεφθούμε το νησί αλλά και να περάσουμε μερικές οικογενειακές στιγμές, με τους γονείς του άντρα μου, οι οποίοι ανυπομονούσαν να μας υποδεχτούν και να μας φιλοξενήσουν.
Φτάσαμε μεσημέρι, τακτοποιηθήκαμε στο σπίτι, πήραμε μια ανάσα και στη συνέχεια ξεκινήσαμε όλοι μαζί για φαγητό στην αγαπημένη ταβέρνα του πεθερού μου, ο οποίος έκανε τα πάντα για να μας ευχαριστήσει.
Η δική μου όμως επιθυμία να βρεθώ ξανά στο νησί της λίμνης Παμβώτιδας δεν μπορούσε να με κρατήσει άλλο στο οικογενειακό περιβάλλον κι έτσι ξεσηκώνοντας και τον γιο μου φύγαμε για τον Μώλο. Το καραβάκι είχε γεμίσει και ήταν έτοιμο για αναχώρηση. Τρέξαμε λίγο και μπήκαμε τελευταίοι!
Το νησάκι αποτελεί πόλο έλξης για τους τουρίστες αλλά και για τους κατοίκους των Ιωαννίνων και το ταξίδι διαρκεί 10 λεπτά.
Eδώ λοιπόν είναι χτισμένος ένας γραφικός και όμορφος οικισμός με παραδοσιακά σπίτια και ταβέρνες, που σερβίρουν πιάτα με χέλια, βατραχοπόδαρα και καραβίδες. Aρκετά μαγαζιά κατά μήκος του κεντρικού δρόμου πωλούν εξαίρετα προϊόντα λαϊκής τέχνης αλλά και πεντανόστιμα γιαννιώτικα γλυκά.
Οι βόλτες στα στενά δρομάκια του οικισμού είναι απολαυστικές, αφού δεν υπάρχουν αυτοκίνητα και τα λευκά σπιτάκια με τους ολάνθιστους κήπους σε τραβούν να περπατήσεις, όλο και πιο βαθιά στο χωριό και να χαθείς σε αυλές με λουλουδιασμένες πέργκολες, φτάνοντας μέχρι το πέτρινο σχολείο του νησιού.
H παραλίμνια διαδρομή είναι μοναδική, προσφέροντας θέα στη λίμνη και στην επιβλητική φύση που την περιβάλλει. Κάθε γωνιά του νησιού είναι κατάφυτη από πεύκα, πλατάνια και κυπαρίσσια. Ακόμα και στο κέντρο του νησιού, στην πλατεία, οι καρέκλες και τα τραπεζάκια των καφενείων, βρίσκουν σκιά κάτω από το πυκνό φύλλωμα του γερο-πλάτανου.
Οι όχθες της λίμνης είναι πυκνόφυτες και τα γύρω βουνά της Ηπείρου καθρεφτίζονται στα νερά της. Χρονολογείται 10.000 χρόνια π.Χ. και σήμερα αποτελεί ζωντανό κομμάτι της χλωρίδας και της πανίδας της περιοχής.
Η λίμνη τροφοδοτείται από τα νερά που αναβλύζουν από τις πηγές του όρους Μιτσικέλι, της Ντραμπάτοβας, του Σεντενίκου και της Κρύας. Η λίμνη ασκούσε και ασκεί στους Γιαννιώτες, αλλά και στους επισκέπτες μια μυστηριακή γοητεία, άλλοτε ήρεμη και άλλοτε ταραγμένη ή και παγωμένη, με υγρά πρωινά τυλιγμένα στην ομίχλη ή απογεύματα λουσμένα στο φως του δειλινού.
Την ίδια γοητεία ασκεί και πάνω μου όσα χρόνια κι αν την επισκέπτομαι και πιστεύω ότι ποτέ δε θα βαρεθώ τη βόλτα μου στα πλακόστρωτα δρομάκια, ανάμεσα στα μικρά μαγαζάκια με τα ασημένια κοσμήματα, στα κουκλίστικα καφενεδάκια με τους ναργιλέδες και τις μαξιλάρες στα πεζούλια, στην ακρολιμνιά χαζεύοντας τις πάπιες με τα παπάκια τους και τα άλλα είδη πουλιών που ζουν και τρέφονται από την πλούσια πανίδα της λίμνης.
Πάντα όταν θα έρχομαι στα Γιάννενα θα θέλω να βρεθώ στο νησί χωρίς όνομα, που όλοι το ξέρουν σαν “Το Νησί”, με τους λιγοστούς κατοίκους του, οι οποίοι πεισματικά αρνούνται να το εγκαταλείψουν και συνεχίζουν να παλεύουν για τη ζωή τους, βγάζοντας τις πλάβες τους για ψάρεμα, αντιμετωπίζοντας παγωμένους χειμώνες και υγρά και ζεστά καλοκαίρια στα ήρεμα ή φουρτουνιασμένα νερά της Παμβώτιδας, της ιχθυοτρόφου αυτής λίμνης, που είναι πασίγνωστη για τα χέλια και τις καραβίδες της.
Και πάντα θα αναζητάω τη φωνή της κυρίας του συνεταιρισμού γυναικών, η οποία καλεί τους επισκέπτες του νησιού να πλησιάσουν το κατάστημα, για να τους κεράσει χειροποίητα γλυκά και να τους πείσει να αγοράσουν μπακλαβαδάκια ή άλλες σιροπιαστές λιχουδιές.
Στο νησί υπάρχουν 7 μονές. Η επίσκεψη στη Μονή του προφήτη Ηλία, στο ψηλότερο σημείο του νησιού χαρίζει μοναδική θέα προς τη λίμνη, ενώ φυσικά αξίζει και η επίσκεψη στο μουσείο του Αλή Πασά, το μέρος που θανατώθηκε ο θρυλικός Αλής, με τις τρύπες από τις σφαίρες στο πάτωμα, τον οντά του Πασά και διάφορες τοπικές φορεσιές.
Ο καιρός ήταν πολύ γλυκός και καθίσαμε για ένα ρόφημα στο καφενείο, κάτω από τον μεγάλο πλάτανο στην πλατεία του χωριού. Ξαποστάσαμε, δροσιστήκαμε και πήραμε τον δρόμο της επιστροφής προς το λιμάνι. Το καραβάκι κόρναρε καλώντας τους επιβάτες για την αναχώριση προς την πόλη των Ιωαννίνων.
Τώρα είχαμε θέα προς τον Μώλο και το Κάστρο με το επιβλητικό Τζαμί να δεσπόζει στον παραλιακό δρόμο.
Το Κάστρο των Ιωαννίνων χτίστηκε το 528 μ.Χ. από τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό, για την οχύρωση του Βυζαντινού Κράτους και είναι το πιο αρχαίο Βυζαντινό Κάστρο, το οποίο την εποχή του Αλή Πασά αποτελούσε το μεγαλύτερο διοικητικό κέντρο ολόκληρης της Ελλάδας. Εδώ αναπτύχθηκαν τα Ελληνικά Γράμματα, έζησε ο Αλή Πασάς τον μεγάλο του έρωτα με την κυρά-Βασιλική, ερωτεύτηκε την κυρα-Φροσύνη την ερωμένη του γιου του και δίδαξαν οι μεγάλοι δάσκαλοι του γένους.
Συνεχίσαμε τη βόλτα μας κατά μήκος του παραλιακού δρόμου περνώντας από τις κατάμεστες από κόσμο καφετέριες. Αυτός ο δρόμος πάντα μα πάντα, σφύζει από ζωή και όλα τα μαγαζιά είναι γεμάτα όλες τις ώρες της ημέρας αλλά και της νύχτας.
Χωθήκαμε στη συνέχεια στα στενά δρομάκια της πόλης απολαμβάνοντας την απογευματινή μας βόλτα μακριά από τη φασαρία των καφέ και των νεαρών συνήθως ατόμων, που συνωστίζονται σε αυτά.
Όμορφα χρωματιστά ή πέτρινα σπίτια, μαγαζάκια με είδη λαϊκής τέχνης, μικρά και καλόγουστα εστιατόρια, ζαχαροπλαστεία με ταψιά μπακλαβάδων και καταϊφιών, παγωτατζίδικα, ουζερί και ένα σωρό άλλα καφέ και παραδοσιακά καφενεία συμπληρώνουν αυτό το πολύχρωμο μωσαϊκό από το οποίο απαρτίζεται ολόκληρη η πόλη.
Αυτήν τη φορά δεν μπήκαμε στη συνοικία του Κάστρου για περπάτημα. Θέλαμε να κρατήσουμε δυνάμεις για το οδοιπορικό μας στις Πρέσπες. Άλλωστε όλα αυτά τα έχουμε κατ' επανάληψη επισκεφθεί στα προηγούμενα ταξίδια μας στα Ιωάννινα.
Σίγουρα πάντως αξίζει, ο κάθε επισκέπτης που θα βρεθεί για πρώτη φορά στην πόλη, να αφιερώσει χρόνο και να δει όχι μόνο το Κάστρο και τη συνοικία, αλλά και το Αρχαιολογικό Μουσείο, τη Ζωσιμαία Βιβλιοθήκη, το πάρκο Λιθαρίτσια στο κέντρο της πόλης, το Ρολόι, το σπήλαιο Περάματος, το Μουσείο Κέρινων Ομοιωμάτων Παύλου Βρέλλη και άλλα πολλά.
Σιγά-σιγά πήραμε τον δρόμο της επιστροφής προς το σπίτι, αφού ο ήλιος είχε ήδη βασιλέψει, ακολουθώντας καινούριες διαδρομές και ανακαλύπτοντας ακόμα πιο παραδοσιακές συνοικίες με παλιά σπίτια και καταστήματα περασμένων δεκαετιών!
Κόκκινη κλωστή δεμένη, στην ανέμη τυλιγμένη, δώσε κλώτσο να γυρίσει, παραμύθι ν’ αρχινίσει…
Μια φορά κι έναν καιρό στην όμορφη πόλη των Ιωαννίνων ζούσε μια ιδιαίτερα όμορφη γυναίκα, προκλητική για την εποχή, μορφωμένη, από ονομαστή οικογένεια, που την έλεγαν Φροσύνη. Την πάντρεψαν με τον έμπορο Δημήτρη Βασιλείου, ο οποίος όμως έλειπε συχνά για δουλειές. Η Φροσύνη δεν ήταν από τις γυναίκες που κλείνονται στο σπίτι περιμένοντας τον άντρα τους. Έβγαινε συχνά, προκαλώντας τα σχόλια της κλειστής κοινωνίας στην οποία ζούσε. Η Φροσύνη υπέκυψε στον έρωτα του Μουχτάρ, γιου του Αλή Πασά, ο οποίος την πολιορκούσε, αλλά ο έρωτας αυτός, όπως είναι λογικό, δεν μπορούσε να παραμείνει κρυφός. Η γυναίκα του Μουχτάρ πλησίασε τον Αλή και του παραπονέθηκε για την εξωσυζυγική σχέση του γιου του, ζητώντας του να τιμωρήσει την άπιστη γυναίκα. Ο Αλή που είχε ερωτευτεί και αυτός τη Φροσύνη ορκίστηκε ότι θα τακτοποιήσει το ζήτημα και το ανέλαβε προσωπικά. Πήγε στο σπίτι της κυρά Φροσύνης και τη συνέλαβε ως μοιχαλίδα. Και για να μην κατηγορηθεί ότι έπραξε με βάση προσωπικά κίνητρα, συνέλαβε και άλλες 17 Γιαννιώτισσες “αμφιβόλου ηθικής”. Οι γυναίκες καταδικάστηκαν σε θάνατο δια πνιγμού, στη Λίμνη των Ιωαννίνων. Τις έπνιξαν όλες, τη νύχτα της 11ης Ιανουαρίου 1801. Το πτώμα της κυρά Φροσύνης (καθώς και μερικών από τις υπόλοιπες 17 γυναίκες) εκβράστηκε στην όχθη της λίμνης.
Ο λαός ποτέ δεν πείστηκε ότι επρόκειτο για εκτέλεση καταδίκων, αλλά για θύματα μιας ακόμη θηριωδίας του Αλή Πασά. Πολλά δημοτικά τραγούδια απαθανάτισαν την αγριότητα με την οποία θανατώθηκαν οι γυναίκες και ο μύθος που προκαλεί συγκίνηση μέχρι και σήμερα, διανθίστηκε με το πέρασμα των χρόνων.
Της Φροσύνης
Τʼ ακούσατε τι γίνηκε ʽς τα Γιάννενα, τη λίμνη,
που πνίξανε τοις δεκαφτά με την κυρά Φροσύνη;
Αχ, Φροσύνη παινεμένη,
τι κακό παθες, καϊμένη!
Άλλη καμιά δεν τό βαλε το λιαχουρί φουστάνι,
πρώτʼ η Φροσύνη το βαλε και βγήκε ʽς το σιργιάνι
Αχ, Φροσύνη παινεμένη,
και ʽς τον κόσμο ξακουσμένη!
Δε σʼ τό ʽλεγα, Φροσύνη μου, κρύψε το δαχτυλίδι,
γιατί αν το μάθη ο Αλήπασας θε να σε φάη το φίδι;
Αχ, Φροσύνη μου καϊμένη,
τι πολύ κακό θα γένη!
"Αν είστε Τούρκοι αφήστε με, χίλια φλωριά σας δίνω,
σύρτε με ʽς το Μουχτάρπασα, δυο λόγια να του κρίνω"
Αχ, Φροσύνη μου καϊμένη,
τι κακό πολύ θα γένη!
"Πασά μου, πού είσαι, πρόβαλε, τρέξε να με γλυτώσης,
μέρωσε τον Αλή πασά, και δώσε ό,τι να δώσης".
Αχ, Φροσύνη πέρδικά μου,
τι κακό ʽπαθες, κυρά μου!
Εις το Βεζίρη τα φλωριά, τα δάκρυα δεν περνάνε,
και σένα μʼ άλλαις δεκαφτά τα ψάρια θα σας φάνε.
Αχ, Φροσύνη πέρδικα μου,
μόκαψες τα σωθικά μου!
Νά ταν οι πέτραις ζάχαρη, να ρήχνανε ʽς τη λίμνη,
για να γλυκάνη το νερό για την κυρά Φροσύνη.
Αχ, Φροσύνη παινεμένη,
μέσ ʽς τη λίμνη ξαπλωμένη!
Φύσα, βοριά, φύσα, θρακιά, για νʼ αγριέψη η λίμνη,
να βγάλη ταις αρχόντισσαις και την κυρά Φροσύνη.
Αχ, Φροσύνη παινεμένη,
μεσ ʽς τη λίμνη ξαπλωμένη!
Φροσύνʼ, σε κλαίει το σπίτι σου, σε κλαίνε τα παιδιά σου
σε κλαίν όλα τα Γιάννενα, κλαίνε την ομορφιά σου.
Αχ, Φροσύνη πέρδικά μου
μόκαψες τα σωθικά μου!
Άλλος θρύλος αναφέρει ότι το 1434 ο Ντουραχάν πασάς, Μπέης της Ρούμελης, διέσχισε μαζί με τον στρατό του την παγωμένη Παμβώτιδα που ήταν καλυμμένη με χιόνι, πιστεύοντας ότι προχωρά στη στεριά. Μέσα στην παγερή νύχτα και τη χιονοθύελλα ή την ομίχλη που επικρατούσε, αποπροσανατολίστηκε και διέσχισε τη λίμνη μαζί με όλο το στράτευμα, τα ζωντανά και τις αποσκευές, χωρίς να σπάσει ο πάγος και βρέθηκε στα Γιάννενα. Όταν ξημέρωσε και διαπίστωσε από που είχε περάσει, απέδωσε τη σωτηρία του σε θαύμα. Σύμφωνα με τον θρύλο, ο πασάς είχε χριστιανικές ρίζες και έδωσε εντολή να χτιστεί ένα μοναστήρι, στο σημείο που υπήρχε ένα εικονισματάκι με ένα καντήλι, το μοναστήρι της Παναγίας της Ντουραχάνη.
1η μέρα
Την όμορφη πόλη των Ιωαννίνων επιλέξαμε ως ενδιάμεσο σταθμό αυτού του οδοιπορικού προς τις Πρέσπες, αφού είναι η ιδιαίτερη πατρίδα του συζύγου μου και μόνιμος τόπος κατοικίας των πεθερικών μου. Έτσι θα είχαμε για ακόμη μια φορά την ευκαιρία να περιπλανηθούμε στους όμορφους δρόμους της πόλης, να ξαναεπισκεφθούμε το νησί αλλά και να περάσουμε μερικές οικογενειακές στιγμές, με τους γονείς του άντρα μου, οι οποίοι ανυπομονούσαν να μας υποδεχτούν και να μας φιλοξενήσουν.
Φτάσαμε μεσημέρι, τακτοποιηθήκαμε στο σπίτι, πήραμε μια ανάσα και στη συνέχεια ξεκινήσαμε όλοι μαζί για φαγητό στην αγαπημένη ταβέρνα του πεθερού μου, ο οποίος έκανε τα πάντα για να μας ευχαριστήσει.
Η δική μου όμως επιθυμία να βρεθώ ξανά στο νησί της λίμνης Παμβώτιδας δεν μπορούσε να με κρατήσει άλλο στο οικογενειακό περιβάλλον κι έτσι ξεσηκώνοντας και τον γιο μου φύγαμε για τον Μώλο. Το καραβάκι είχε γεμίσει και ήταν έτοιμο για αναχώρηση. Τρέξαμε λίγο και μπήκαμε τελευταίοι!
Το νησάκι αποτελεί πόλο έλξης για τους τουρίστες αλλά και για τους κατοίκους των Ιωαννίνων και το ταξίδι διαρκεί 10 λεπτά.
Eδώ λοιπόν είναι χτισμένος ένας γραφικός και όμορφος οικισμός με παραδοσιακά σπίτια και ταβέρνες, που σερβίρουν πιάτα με χέλια, βατραχοπόδαρα και καραβίδες. Aρκετά μαγαζιά κατά μήκος του κεντρικού δρόμου πωλούν εξαίρετα προϊόντα λαϊκής τέχνης αλλά και πεντανόστιμα γιαννιώτικα γλυκά.
Οι βόλτες στα στενά δρομάκια του οικισμού είναι απολαυστικές, αφού δεν υπάρχουν αυτοκίνητα και τα λευκά σπιτάκια με τους ολάνθιστους κήπους σε τραβούν να περπατήσεις, όλο και πιο βαθιά στο χωριό και να χαθείς σε αυλές με λουλουδιασμένες πέργκολες, φτάνοντας μέχρι το πέτρινο σχολείο του νησιού.
H παραλίμνια διαδρομή είναι μοναδική, προσφέροντας θέα στη λίμνη και στην επιβλητική φύση που την περιβάλλει. Κάθε γωνιά του νησιού είναι κατάφυτη από πεύκα, πλατάνια και κυπαρίσσια. Ακόμα και στο κέντρο του νησιού, στην πλατεία, οι καρέκλες και τα τραπεζάκια των καφενείων, βρίσκουν σκιά κάτω από το πυκνό φύλλωμα του γερο-πλάτανου.
Οι όχθες της λίμνης είναι πυκνόφυτες και τα γύρω βουνά της Ηπείρου καθρεφτίζονται στα νερά της. Χρονολογείται 10.000 χρόνια π.Χ. και σήμερα αποτελεί ζωντανό κομμάτι της χλωρίδας και της πανίδας της περιοχής.
Η λίμνη τροφοδοτείται από τα νερά που αναβλύζουν από τις πηγές του όρους Μιτσικέλι, της Ντραμπάτοβας, του Σεντενίκου και της Κρύας. Η λίμνη ασκούσε και ασκεί στους Γιαννιώτες, αλλά και στους επισκέπτες μια μυστηριακή γοητεία, άλλοτε ήρεμη και άλλοτε ταραγμένη ή και παγωμένη, με υγρά πρωινά τυλιγμένα στην ομίχλη ή απογεύματα λουσμένα στο φως του δειλινού.
Την ίδια γοητεία ασκεί και πάνω μου όσα χρόνια κι αν την επισκέπτομαι και πιστεύω ότι ποτέ δε θα βαρεθώ τη βόλτα μου στα πλακόστρωτα δρομάκια, ανάμεσα στα μικρά μαγαζάκια με τα ασημένια κοσμήματα, στα κουκλίστικα καφενεδάκια με τους ναργιλέδες και τις μαξιλάρες στα πεζούλια, στην ακρολιμνιά χαζεύοντας τις πάπιες με τα παπάκια τους και τα άλλα είδη πουλιών που ζουν και τρέφονται από την πλούσια πανίδα της λίμνης.
Πάντα όταν θα έρχομαι στα Γιάννενα θα θέλω να βρεθώ στο νησί χωρίς όνομα, που όλοι το ξέρουν σαν “Το Νησί”, με τους λιγοστούς κατοίκους του, οι οποίοι πεισματικά αρνούνται να το εγκαταλείψουν και συνεχίζουν να παλεύουν για τη ζωή τους, βγάζοντας τις πλάβες τους για ψάρεμα, αντιμετωπίζοντας παγωμένους χειμώνες και υγρά και ζεστά καλοκαίρια στα ήρεμα ή φουρτουνιασμένα νερά της Παμβώτιδας, της ιχθυοτρόφου αυτής λίμνης, που είναι πασίγνωστη για τα χέλια και τις καραβίδες της.
Και πάντα θα αναζητάω τη φωνή της κυρίας του συνεταιρισμού γυναικών, η οποία καλεί τους επισκέπτες του νησιού να πλησιάσουν το κατάστημα, για να τους κεράσει χειροποίητα γλυκά και να τους πείσει να αγοράσουν μπακλαβαδάκια ή άλλες σιροπιαστές λιχουδιές.
Στο νησί υπάρχουν 7 μονές. Η επίσκεψη στη Μονή του προφήτη Ηλία, στο ψηλότερο σημείο του νησιού χαρίζει μοναδική θέα προς τη λίμνη, ενώ φυσικά αξίζει και η επίσκεψη στο μουσείο του Αλή Πασά, το μέρος που θανατώθηκε ο θρυλικός Αλής, με τις τρύπες από τις σφαίρες στο πάτωμα, τον οντά του Πασά και διάφορες τοπικές φορεσιές.
Ο καιρός ήταν πολύ γλυκός και καθίσαμε για ένα ρόφημα στο καφενείο, κάτω από τον μεγάλο πλάτανο στην πλατεία του χωριού. Ξαποστάσαμε, δροσιστήκαμε και πήραμε τον δρόμο της επιστροφής προς το λιμάνι. Το καραβάκι κόρναρε καλώντας τους επιβάτες για την αναχώριση προς την πόλη των Ιωαννίνων.
Τώρα είχαμε θέα προς τον Μώλο και το Κάστρο με το επιβλητικό Τζαμί να δεσπόζει στον παραλιακό δρόμο.
Το Κάστρο των Ιωαννίνων χτίστηκε το 528 μ.Χ. από τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό, για την οχύρωση του Βυζαντινού Κράτους και είναι το πιο αρχαίο Βυζαντινό Κάστρο, το οποίο την εποχή του Αλή Πασά αποτελούσε το μεγαλύτερο διοικητικό κέντρο ολόκληρης της Ελλάδας. Εδώ αναπτύχθηκαν τα Ελληνικά Γράμματα, έζησε ο Αλή Πασάς τον μεγάλο του έρωτα με την κυρά-Βασιλική, ερωτεύτηκε την κυρα-Φροσύνη την ερωμένη του γιου του και δίδαξαν οι μεγάλοι δάσκαλοι του γένους.
Συνεχίσαμε τη βόλτα μας κατά μήκος του παραλιακού δρόμου περνώντας από τις κατάμεστες από κόσμο καφετέριες. Αυτός ο δρόμος πάντα μα πάντα, σφύζει από ζωή και όλα τα μαγαζιά είναι γεμάτα όλες τις ώρες της ημέρας αλλά και της νύχτας.
Χωθήκαμε στη συνέχεια στα στενά δρομάκια της πόλης απολαμβάνοντας την απογευματινή μας βόλτα μακριά από τη φασαρία των καφέ και των νεαρών συνήθως ατόμων, που συνωστίζονται σε αυτά.
Όμορφα χρωματιστά ή πέτρινα σπίτια, μαγαζάκια με είδη λαϊκής τέχνης, μικρά και καλόγουστα εστιατόρια, ζαχαροπλαστεία με ταψιά μπακλαβάδων και καταϊφιών, παγωτατζίδικα, ουζερί και ένα σωρό άλλα καφέ και παραδοσιακά καφενεία συμπληρώνουν αυτό το πολύχρωμο μωσαϊκό από το οποίο απαρτίζεται ολόκληρη η πόλη.
Αυτήν τη φορά δεν μπήκαμε στη συνοικία του Κάστρου για περπάτημα. Θέλαμε να κρατήσουμε δυνάμεις για το οδοιπορικό μας στις Πρέσπες. Άλλωστε όλα αυτά τα έχουμε κατ' επανάληψη επισκεφθεί στα προηγούμενα ταξίδια μας στα Ιωάννινα.
Σίγουρα πάντως αξίζει, ο κάθε επισκέπτης που θα βρεθεί για πρώτη φορά στην πόλη, να αφιερώσει χρόνο και να δει όχι μόνο το Κάστρο και τη συνοικία, αλλά και το Αρχαιολογικό Μουσείο, τη Ζωσιμαία Βιβλιοθήκη, το πάρκο Λιθαρίτσια στο κέντρο της πόλης, το Ρολόι, το σπήλαιο Περάματος, το Μουσείο Κέρινων Ομοιωμάτων Παύλου Βρέλλη και άλλα πολλά.
Σιγά-σιγά πήραμε τον δρόμο της επιστροφής προς το σπίτι, αφού ο ήλιος είχε ήδη βασιλέψει, ακολουθώντας καινούριες διαδρομές και ανακαλύπτοντας ακόμα πιο παραδοσιακές συνοικίες με παλιά σπίτια και καταστήματα περασμένων δεκαετιών!
Last edited: