dimosf
Member
- Μηνύματα
- 2.302
- Likes
- 5.900
- Ταξίδι-Όνειρο
- ΝΟΡΒΗΓΙΑ-ΑΡΓΕΝΤΙΝΗ
Η Τρίτη μέρα στην Τυνησία ήταν καθαρή χωρίς βροχή με λίγα μόνο συννεφάκια σκόρπια σε έναν ουρανό με καταπληκτικά χρώματα και έναν ορίζοντα ανεπανάληπτο.
Μετά το πρωινό κατεβήκαμε για λίγο στην πόλη, κάναμε κάτι «λίγα» ψώνια ακόμα και λίγο πριν το μεσημέρι γυρίσαμε για να φύγουμε για μια μοναδική βόλτα στα ορεινά αυτή τη φορά.
Στην Τυνησία καταλήγουν οι ανατολικές απολήξεις της οροσειράς του Άτλαντα, της οροσειράς που καθορίζει τη ζωή σε ολόκληρη την βορειοδυτική Αφρική. Στην οροσειρά αυτή εξορύσσεται πολύ μεγάλη ποσότητα ορυκτών του φωσφόρου. Τα ορυκτά αυτά αποτέλεσαν από παλιά και συνεχίζουν να αποτελούν μια πολύ σημαντική πηγή πλούτου για τη χώρα. Σε εποχές παλιότερες ο Μπέης της Τύνιδας θέλοντας να έχει εύκολη πρόσβαση για τη μεταφορά των ορυκτών αλλά και για επιθεώρηση των ορυχείων του έφτιαξε μια σιδηροδρομική γραμμή που ξεκινάει από την πόλη Metlaoui και σέρνεται μέσα στα φαράγγια της οροσειράς μέχρι τα ορυχεία αλλά και λίγο παραπάνω. Φυσικά για τον εαυτό του έφτιαξε και ένα μικρό τρένο, που φρόντισε να στολίσει τα όμορφα ξύλινα βαγόνια του με δερμάτινα καθίσματα και σαλόνια για αυτόν και την ακολουθία του, τουαλέτες με ζωγραφισμένα πορσελάνινα είδη υγιεινής και γενικά πολυτέλεια που δεν υπήρχε βέβαια στα τελευταία βαγόνια όπου στοιβάζονταν το προσωπικό και οι στρατιώτες της προσωπικής του φρουράς. Το τρένο αυτό λόγω του σκούρου κόκκινου χρώματός του είναι γνωστό σαν «κόκκινη σαύρα». Με το τρένο αυτό επρόκειτο εκείνη τη μέρα να κάνουμε την διαδρομή του Μπέη, όχι για να επιθεωρήσουμε τα ορυχεία, αλλά για να θαυμάσουμε το υπέροχο τοπίο.
Λίγο πριν το μεσημεράκι ξεκινήσαμε και περίπου μετά από μία ώρα φτάσαμε στην Matlaoui, έχοντας περάσει από χωριά με σπίτια που έμοιαζαν σύγχρονα χωρίς καθόλου χρώμα και τους άντρες να είναι σε ομάδες ή στα καφενεία ή έξω από τα σπίτια καθισμένοι κάτω στο χώμα. Η παρουσία τόσων ανδρών σε εργάσιμες μέρες και ώρες έδειχνε για μένα μεγάλα ποσοστά ανεργίας, πράγμα που δεν μπορούσε ή δεν ήθελε να το επιβεβαιώσει ο αρχηγός, ο οποίος δήλωνε άγνοια.
Πήγαμε κατευθείαν στο εστιατόριο όπου θα τρώγαμε. Μετά το φαΐ πήγαμε στον σιδηροδρομικό σταθμό όπου η «Κόκκινη Σαύρα» περίμενε τους σύγχρονους «Μπέηδες» και τις παρέες τους για να τους μεταφέρει ψηλά στα βουνά. Δίπλα του στη διπλανή γραμμή ένας άλλος συρμός με φορτηγίδες γεμάτες με το πολύτιμο ορυκτό που έχει ένα σκούρο γκρι-κόκκινο χρώμα. Η αναμονή μέχρι την αναχώρηση ήταν πάνω από μισή ώρα στη διάρκεια της οποίας βγάλαμε άπειρες φωτογραφίες σε όλα τα βαγόνια του τρένου αλλά και έξω στο σταθμό, φορέσαμε τις τεράστιες μαντήλες προσπαθώντας να θυμηθούμε πως μας είχαν δείξει ότι γίνεται και φυσικά γελάσαμε με την ψυχή μας. Σε λίγο το τρένο ξεκίνησε περνώντας μέσα από την πόλη και τα προάστιά της που ήταν γεμάτα χαμόσπιτα και βγήκε στην έρημο. Μπροστά μας και σε μικρή απόσταση φαινόταν ο προορισμός μας. Τα βουνά. Στην περιοχή αυτή που βρίσκεται πολύ κοντά στα σύνορα με την Αλγερία τα βουνά είναι κατάξερα. Τα προσεγγίσαμε και αρχίσαμε να μπαίνουμε στα φαράγγια της οροσειράς. Το βραχώδες έδαφος είναι σχισμένο σε βαθειά φαράγγια, στο βάθος των οποίων κυλά ένα ποτάμι με σκούρα γκρι, σχεδόν μολυβί νερά. Προφανώς τα εδάφη που διαβρώνει το νερό είναι φωσφορούχα και έτσι η λάσπη έχει αυτό το χρώμα. Το τοπίο είναι πραγματικά μοναδικό. Η αγριάδα του σε συνδυασμό με το νερό που τρέχει δίπλα μας δίνει μια αίσθηση που σε καθηλώνει. Κάναμε δυο πολύ μικρές στάσεις ίσα να κατέβουμε για δυο τρεις φωτογραφίες και σε λίγο το φαράγγι δίνει τη θέση του σε ένα αρκετά εύφορο οροπέδιο με κήπους και ελιές. Σε λίγο φάνηκαν και τα ορυχεία λίγο πιο ψηλά από τη γραμμή του τρένου και εμείς συνεχίσαμε για λίγα χιλιόμετρα ακόμα μέσα στο οροπέδιο μέχρι ένα μικρό σταθμό από όπου ξεκίνησε η επιστροφή μας. Άλλες δύο στάσεις σε διαφορετικά σημεία του φαραγγιού όπου είδαμε και ανθρώπους, προφανώς από κοντινά χωριά που δεν φαίνονται από το τρένο. Φτάσαμε στο τέρμα και με το πούλμαν φύγαμε χωρίς καθυστέρηση για να μην χάσουμε το «αξιοθέατο» που ακούσει στο όνομα ΜΟΥΣΕΙΟ ΛΑΪΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ DAR CHERAIT. Βρίσκεται στην Tozeur και απ’ότι μας είπε ο αρχηγός ανήκει στον Δήμαρχο της πόλης (!!!). Ο Θεός να κάνει αυτό το πράγμα Μουσείο και τα εκθέματά του Τέχνη. Τίποτα εκεί μέσα δεν είναι αληθινό. Απομιμήσεις και μάλιστα πολύ κακόγουστες. Προσωπικά δεν έχω τίποτα με τις απομιμήσεις. Έχω δει αναπαραστάσεις κτιρίων αλλά και ολόκληρων πόλεων καθώς και σκηνές με κάποιο θέμα που ήταν πραγματικά αριστουργήματα. Εκεί όμως μόνο γέλιο μπορούσε να σου προκαλέσει. Βέβαια σε κάποιους άρεσε αλλά περί ορέξεως….. Είναι χωρισμένο σε 3 μέρη. Το ένα τμήμα παρουσίαζε μερικούς μύθους από τις χίλιες και μια νύχτες. (Έπρεπε να φωνάξουμε όλοι μαζί «Σουσάμι άνοιξε» για να ανοίξει ο βράχος!!!!). Το άλλο προσπαθούσε να αναπαραστήσει τη ζωή στα Βερβέρικα χωριά της ερήμου και ήταν το πιο καλόγουστο τμήμα και στο τρίτο και τελευταίο έπρεπε να υποστούμε την πιο κακόγουστη αναπαράσταση της Καρχηδόνας πριν και μετά τη ρωμαϊκή κατάκτηση αλλά και όλη την ιστορία των 3000 χρόνων της χώρας. Κυριολεκτικά πεταμένα λεφτά. Το καφενεδάκι στο αίθριο του κτιρίου ήταν το πιο όμορφο και καλόγουστο κομμάτι της ατραξιόν. Και μάλιστα …ξεκούραστο! Έτσι «θαυμάσια» τέλειωσε η τελευταία μέρα μας στο νότο, την περιοχή της ερήμου. Η άλλη μέρα είχε πολλά χιλιόμετρα ταξίδι προς το Βορρά, το πιο «Ευρωπαϊκό» κομμάτι της χώρας.
Μετά το πρωινό κατεβήκαμε για λίγο στην πόλη, κάναμε κάτι «λίγα» ψώνια ακόμα και λίγο πριν το μεσημέρι γυρίσαμε για να φύγουμε για μια μοναδική βόλτα στα ορεινά αυτή τη φορά.
Στην Τυνησία καταλήγουν οι ανατολικές απολήξεις της οροσειράς του Άτλαντα, της οροσειράς που καθορίζει τη ζωή σε ολόκληρη την βορειοδυτική Αφρική. Στην οροσειρά αυτή εξορύσσεται πολύ μεγάλη ποσότητα ορυκτών του φωσφόρου. Τα ορυκτά αυτά αποτέλεσαν από παλιά και συνεχίζουν να αποτελούν μια πολύ σημαντική πηγή πλούτου για τη χώρα. Σε εποχές παλιότερες ο Μπέης της Τύνιδας θέλοντας να έχει εύκολη πρόσβαση για τη μεταφορά των ορυκτών αλλά και για επιθεώρηση των ορυχείων του έφτιαξε μια σιδηροδρομική γραμμή που ξεκινάει από την πόλη Metlaoui και σέρνεται μέσα στα φαράγγια της οροσειράς μέχρι τα ορυχεία αλλά και λίγο παραπάνω. Φυσικά για τον εαυτό του έφτιαξε και ένα μικρό τρένο, που φρόντισε να στολίσει τα όμορφα ξύλινα βαγόνια του με δερμάτινα καθίσματα και σαλόνια για αυτόν και την ακολουθία του, τουαλέτες με ζωγραφισμένα πορσελάνινα είδη υγιεινής και γενικά πολυτέλεια που δεν υπήρχε βέβαια στα τελευταία βαγόνια όπου στοιβάζονταν το προσωπικό και οι στρατιώτες της προσωπικής του φρουράς. Το τρένο αυτό λόγω του σκούρου κόκκινου χρώματός του είναι γνωστό σαν «κόκκινη σαύρα». Με το τρένο αυτό επρόκειτο εκείνη τη μέρα να κάνουμε την διαδρομή του Μπέη, όχι για να επιθεωρήσουμε τα ορυχεία, αλλά για να θαυμάσουμε το υπέροχο τοπίο.
Λίγο πριν το μεσημεράκι ξεκινήσαμε και περίπου μετά από μία ώρα φτάσαμε στην Matlaoui, έχοντας περάσει από χωριά με σπίτια που έμοιαζαν σύγχρονα χωρίς καθόλου χρώμα και τους άντρες να είναι σε ομάδες ή στα καφενεία ή έξω από τα σπίτια καθισμένοι κάτω στο χώμα. Η παρουσία τόσων ανδρών σε εργάσιμες μέρες και ώρες έδειχνε για μένα μεγάλα ποσοστά ανεργίας, πράγμα που δεν μπορούσε ή δεν ήθελε να το επιβεβαιώσει ο αρχηγός, ο οποίος δήλωνε άγνοια.
Πήγαμε κατευθείαν στο εστιατόριο όπου θα τρώγαμε. Μετά το φαΐ πήγαμε στον σιδηροδρομικό σταθμό όπου η «Κόκκινη Σαύρα» περίμενε τους σύγχρονους «Μπέηδες» και τις παρέες τους για να τους μεταφέρει ψηλά στα βουνά. Δίπλα του στη διπλανή γραμμή ένας άλλος συρμός με φορτηγίδες γεμάτες με το πολύτιμο ορυκτό που έχει ένα σκούρο γκρι-κόκκινο χρώμα. Η αναμονή μέχρι την αναχώρηση ήταν πάνω από μισή ώρα στη διάρκεια της οποίας βγάλαμε άπειρες φωτογραφίες σε όλα τα βαγόνια του τρένου αλλά και έξω στο σταθμό, φορέσαμε τις τεράστιες μαντήλες προσπαθώντας να θυμηθούμε πως μας είχαν δείξει ότι γίνεται και φυσικά γελάσαμε με την ψυχή μας. Σε λίγο το τρένο ξεκίνησε περνώντας μέσα από την πόλη και τα προάστιά της που ήταν γεμάτα χαμόσπιτα και βγήκε στην έρημο. Μπροστά μας και σε μικρή απόσταση φαινόταν ο προορισμός μας. Τα βουνά. Στην περιοχή αυτή που βρίσκεται πολύ κοντά στα σύνορα με την Αλγερία τα βουνά είναι κατάξερα. Τα προσεγγίσαμε και αρχίσαμε να μπαίνουμε στα φαράγγια της οροσειράς. Το βραχώδες έδαφος είναι σχισμένο σε βαθειά φαράγγια, στο βάθος των οποίων κυλά ένα ποτάμι με σκούρα γκρι, σχεδόν μολυβί νερά. Προφανώς τα εδάφη που διαβρώνει το νερό είναι φωσφορούχα και έτσι η λάσπη έχει αυτό το χρώμα. Το τοπίο είναι πραγματικά μοναδικό. Η αγριάδα του σε συνδυασμό με το νερό που τρέχει δίπλα μας δίνει μια αίσθηση που σε καθηλώνει. Κάναμε δυο πολύ μικρές στάσεις ίσα να κατέβουμε για δυο τρεις φωτογραφίες και σε λίγο το φαράγγι δίνει τη θέση του σε ένα αρκετά εύφορο οροπέδιο με κήπους και ελιές. Σε λίγο φάνηκαν και τα ορυχεία λίγο πιο ψηλά από τη γραμμή του τρένου και εμείς συνεχίσαμε για λίγα χιλιόμετρα ακόμα μέσα στο οροπέδιο μέχρι ένα μικρό σταθμό από όπου ξεκίνησε η επιστροφή μας. Άλλες δύο στάσεις σε διαφορετικά σημεία του φαραγγιού όπου είδαμε και ανθρώπους, προφανώς από κοντινά χωριά που δεν φαίνονται από το τρένο. Φτάσαμε στο τέρμα και με το πούλμαν φύγαμε χωρίς καθυστέρηση για να μην χάσουμε το «αξιοθέατο» που ακούσει στο όνομα ΜΟΥΣΕΙΟ ΛΑΪΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ DAR CHERAIT. Βρίσκεται στην Tozeur και απ’ότι μας είπε ο αρχηγός ανήκει στον Δήμαρχο της πόλης (!!!). Ο Θεός να κάνει αυτό το πράγμα Μουσείο και τα εκθέματά του Τέχνη. Τίποτα εκεί μέσα δεν είναι αληθινό. Απομιμήσεις και μάλιστα πολύ κακόγουστες. Προσωπικά δεν έχω τίποτα με τις απομιμήσεις. Έχω δει αναπαραστάσεις κτιρίων αλλά και ολόκληρων πόλεων καθώς και σκηνές με κάποιο θέμα που ήταν πραγματικά αριστουργήματα. Εκεί όμως μόνο γέλιο μπορούσε να σου προκαλέσει. Βέβαια σε κάποιους άρεσε αλλά περί ορέξεως….. Είναι χωρισμένο σε 3 μέρη. Το ένα τμήμα παρουσίαζε μερικούς μύθους από τις χίλιες και μια νύχτες. (Έπρεπε να φωνάξουμε όλοι μαζί «Σουσάμι άνοιξε» για να ανοίξει ο βράχος!!!!). Το άλλο προσπαθούσε να αναπαραστήσει τη ζωή στα Βερβέρικα χωριά της ερήμου και ήταν το πιο καλόγουστο τμήμα και στο τρίτο και τελευταίο έπρεπε να υποστούμε την πιο κακόγουστη αναπαράσταση της Καρχηδόνας πριν και μετά τη ρωμαϊκή κατάκτηση αλλά και όλη την ιστορία των 3000 χρόνων της χώρας. Κυριολεκτικά πεταμένα λεφτά. Το καφενεδάκι στο αίθριο του κτιρίου ήταν το πιο όμορφο και καλόγουστο κομμάτι της ατραξιόν. Και μάλιστα …ξεκούραστο! Έτσι «θαυμάσια» τέλειωσε η τελευταία μέρα μας στο νότο, την περιοχή της ερήμου. Η άλλη μέρα είχε πολλά χιλιόμετρα ταξίδι προς το Βορρά, το πιο «Ευρωπαϊκό» κομμάτι της χώρας.
Attachments
-
255,2 KB Προβολές: 554
-
237,7 KB Προβολές: 607
-
254,9 KB Προβολές: 606