travelbreak
Member
- Μηνύματα
- 1.867
- Likes
- 16.137
- Επόμενο Ταξίδι
- ???
- Ταξίδι-Όνειρο
- Υπερσιβηρικός
Από το Bulunkul επιστροφή στο Khorog
Έλεγα να μην χρησιμοποιήσω την τουαλέτα τους στο Bulunkul γιατί ήταν πολύ βρώμικη η λεκάνη, αφού δεν είχε βούρτσα για το καθάρισμα, αλλά δεν άντεξα και πήγα πρωί πρωί. Η λεκάνη κατά τα άλλα ήταν καινούργια και καθαρή. Ξύπνησα στις πέντε και έτρεξα χωρίς να έχω μεγάλη ανάγκη. Σε ένα συγκρότημα δύο κτηρίων μένουν κάπου δέκα επισκέπτες (οι άλλοι είναι Ρώσοι) συν τρεις οδηγούς. Βάλε και τους ανθρώπους της οικογένειας, μαζευόμαστε κάπου είκοσι με μια τουαλέτα. Ίσως βέβαια οι ντόπιοι να πηγαίνουν αλλού. Πάντως εγώ πρόλαβα και μπήκα και αμέσως ήρθε ο επόμενος. Περίμενε λίγο και ήρθε η σειρά του. Περίμενε όμως κι άλλος μετά από εκείνον. Το βράδυ κοιμήθηκα καλά για επτά ώρες. Κάνει φυσικά κρύο αφού είμαστε στα 3800 μέτρα υψόμετρο περίπου. Γι’ αυτό είχα και λίγο πονοκέφαλο.
Αυτοί οι άνθρωποι χτίζουν μεγάλους χώρους για τους επισκέπτες και νομίζουν ότι οι τουρίστες έρχονται τσούρμο και θα κοιμηθούν 7 ή 8 σε κάθε δωμάτιο. Έτσι τα γεμίζουν κρεβάτια ή τραπέζια για ύπνο και δε βάζουν μια καρέκλα και ένα μικρό τραπέζι. Το δωμάτιο που κοιμηθήκαμε ήταν στα 30 τετραγωνικά και το τραπεζοκρεβάτι ήταν τα 12 από αυτά. Στο διπλανό κτίριο έχει κάπως μικρότερα δωμάτια γεμάτα με κρεβάτια. Ένα άλλο που είδα στο δικό μας κτίριο είναι δύο από τα τεράστια δωμάτια που τα ενώνει μια μεγάλη τρύπα στην οποία έχουν τοποθετήσει μια ξυλόσομπα για να ζεσταίνονται ταυτόχρονα και οι δύο χώροι. Άμα σκύψεις βλέπεις μέσα στο άλλο δωμάτιο. Συνήθως στο πάτωμα έχει χαλιά, αλλά το δικό μας δεν είχε. Υπήρχε μια πλαστική ταπετσαρία ενώ ο τοίχος είχε μία επένδυση, κάτι σαν πλακάκια ξύλου.
Το κακό που έχει είναι ότι κοιμόμασταν πολύ νωρίς, αφού δεν είχαμε κάτι να κάνουμε και νωρίς ξυπνούσαμε. Και πάλι δεν είχαμε τι να κάνουμε. Έτσι συνήθως περιμένουμε, αν και έχει ξημερώσει, να μας σερβίρουν το πρωινό και να φύγουμε. Άσε που στο Bulunkul ήταν βάσανο αφού και στο δωμάτιο έκανε κρύο και έξω ακόμα πιο πολύ. Πόναγε και το κεφάλι μου από το υψόμετρο και περίμενα πως και πως να κατέβουμε για να νιώσουμε καλύτερα, κυρίως η Ντίνα.
Τελικά το πρωί έκανα τη μικρή βόλτα μου στο χωριό, και το κρύο δεν ήταν τόσο βαρύ αφού από τις 5 είχε βγει ο ήλιος. Το Bulunkul είναι το πιο μικρό χωριό που μείναμε στη χώρα. Έχει καμιά τριανταριά σπίτια και άλλους τόσους στάβλους για τα ζώα που ήδη βρίσκονται στα λιβάδια αμέσως έξω από το χωριό. Οι άνθρωποι πάνε κι έρχονται μέσα και έξω από τον οικισμό. Μοσχάρια πολλά βόσκουν και είδα και δύο γιακ. Σκυλιά περιφέρονταν στους δρόμους και στα περισσότερα είχε αρχίσει να πέφτει το τρίχωμα και να φαίνεται το νέο και όμορφο. Ωραία ήταν.
Αν σκεφτείς το χωριό στο οποίο βρισκόμασταν δεν θα μπορούσε να έχουμε και κάποιο καλύτερο πρωινό. Εγώ το μόνο που έφαγα ήταν ένα αυγό τηγανητό. Όμως έφαγα και λίγο ψωμί το οποίο μάλλον με έστειλε πίσω από κάτι θάμνους στη διαδρομή λίγες ώρες μετά την αναχώρησή μας. Όλοι βιαζόμασταν να φύγουμε όσο πιο σύντομα γινόταν για δύο λόγους: ο ένας ήταν το μεγάλο υψόμετρο που ήταν κοντά στα τέσσερα χιλιόμετρα και ήταν πολύ ενοχλητικό και ο άλλος να φύγουμε από μία κατάσταση που δεν ήταν ανεκτή, αφού η τουαλέτα ήταν και κακή και μακριά από τα δωμάτια που μέναμε. Πρώτη φορά λοιπόν φύγαμε νωρίτερα από την ώρα που είχαμε ορίσει ως αναχώρηση. Πήραμε το δρόμο για την πόλη Khorog που είναι η πρωτεύουσα της αυτόνομης περιοχής του ανατολικού Τατζικιστάν Γκόρνο Μπανταχσάν.
Η διαδρομή δεν ήταν πολύ μεγάλη και αν δεν κάναμε στάσεις θα είχαμε φτάσει από τις 11:00 πριν το μεσημέρι. Όμως κάναμε συχνές στάσεις γιατί ήταν πολύ όμορφο το περιβάλλον και η φύση και έτσι φτάσαμε λίγο μετά τις 1:00 το μεσημέρι. Μόλις το υψόμετρο μειώθηκε κατά 500 με 1000 μέτρα, η κατάσταση όλων μας βελτιώθηκε και ιδιαίτερα της Ντίνας. Από τα τρία χιλιόμετρα και κάτω είχε γίνει σχεδόν καλά.
Κλασικές σκηνές στους δρόμους:
Η διαδρομή βέβαια ήταν παρόμοια με αυτό που είχαμε ζήσει τις προηγούμενες μέρες. Βασικά ήμασταν δίπλα σε ένα ποτάμι και ο δρόμος πήγαινε μία από τη μία μεριά του ποταμιού και μία από την άλλη. Το ποτάμι αυτό έφτανε μέχρι τον ποταμό Παντς. Από αύριο και για σχεδόν δύο μέρες θα είναι συντροφιά μας ο Παντς από την αριστερή πλευρά του αυτοκινήτου, αφού θα πάρουμε το δρόμο που κάναμε την περασμένη εβδομάδα, μόνο που θα τον κάναμε σε δύο μέρες αντί για τρεις, μέχρι να φτάσουμε στην πρωτεύουσα του Τατζικιστάν το Ντουσανμπέ.
Κάποιος φίλος έλεγε ότι έκανε προπονήσεις στίβου για να έχει καλή φυσική κατάσταση και να μπορεί να τραβά καλύτερες φωτογραφίες. Κάπως έτσι κι εγώ:
Αχ αυτά τα βουνά!
Αυτοί οι σχηματισμοί και τα χρώματα! Μόνο που στις φωτογραφίες δεν απεικονίζεται η πραγματικότητα.
Γνωστή σοβιετική τεχνική στους δρόμους:
Αυτή τη φορά στο Κορόνγκ δεν μείναμε στο ίδιο ξενοδοχείο, αλλά σε ένα άλλο που το έχει ένας Ινδός. Όμως βρίσκεται πολύ κοντά στο προηγούμενο και θεωρώ ότι είναι το δωμάτιο τουλάχιστον εξίσου καλό. Αφού ξεκουραστήκαμε δυο-τρεις ώρες με την Ντίνα στο δωμάτιο, βγήκαμε να κάνουμε βόλτα στην πόλη την οποία ήδη γνωρίζαμε βέβαια.
Επίσης γνωστά παγκάκια από άλλες πρώην σοβιετικές δημοκρατίες:
Κάναμε βόλτα στον κεντρικό δρόμο και περίπου στις 7:00 καταλήξαμε στο ξενοδοχείο Lal που είχαμε κοιμηθεί την προηγούμενη φορά. Εκεί ανεβήκαμε στον τελευταίο όροφο που είχε πιτσαρία και μπαρ. Ήπιαμε δύο μπύρες και φάγαμε μία πίτσα.
Νάτο:
Στις οκτώ επιστρέψαμε στο ξενοδοχείο μας όπου εγώ είχα δώσει ραντεβού με την άλλη μας παρέα, για να φάμε στο εστιατόριο του ξενοδοχείου. Εκεί φάγαμε αρνάκι με ρύζι ή πατάτες και εγώ βέβαια ήπια άλλη μία μπύρα. Όλα ήταν πολύ χορταστικά και εγώ πλήρωσα 100 σομ δηλαδή κάπου 9 ευρώ για όλα αυτά. Οι μπύρες εδώ είναι λίγο ακριβές αφού κάνουν δυόμιση ευρώ η μία και είναι σχετικά μικρές. Το φαγητό όμως είναι αρκετά φθηνό. Για παράδειγμα η πίτσα που φάγαμε με την Ντίνα έκανε 6 ευρώ ενώ στα σπίτια, που τρώγαμε το φαγητό των ντόπιων, πληρώναμε τέσσερα με πέντε ευρώ το άτομο. Κάπως έτσι πέρασε η σημερινή ημέρα με κυριότερο ενδιαφέρον της ότι κατεβήκαμε σε υψόμετρο 2.100 μέτρων και έτσι νιώθουμε όλοι πολύ καλύτερα.
Έλεγα να μην χρησιμοποιήσω την τουαλέτα τους στο Bulunkul γιατί ήταν πολύ βρώμικη η λεκάνη, αφού δεν είχε βούρτσα για το καθάρισμα, αλλά δεν άντεξα και πήγα πρωί πρωί. Η λεκάνη κατά τα άλλα ήταν καινούργια και καθαρή. Ξύπνησα στις πέντε και έτρεξα χωρίς να έχω μεγάλη ανάγκη. Σε ένα συγκρότημα δύο κτηρίων μένουν κάπου δέκα επισκέπτες (οι άλλοι είναι Ρώσοι) συν τρεις οδηγούς. Βάλε και τους ανθρώπους της οικογένειας, μαζευόμαστε κάπου είκοσι με μια τουαλέτα. Ίσως βέβαια οι ντόπιοι να πηγαίνουν αλλού. Πάντως εγώ πρόλαβα και μπήκα και αμέσως ήρθε ο επόμενος. Περίμενε λίγο και ήρθε η σειρά του. Περίμενε όμως κι άλλος μετά από εκείνον. Το βράδυ κοιμήθηκα καλά για επτά ώρες. Κάνει φυσικά κρύο αφού είμαστε στα 3800 μέτρα υψόμετρο περίπου. Γι’ αυτό είχα και λίγο πονοκέφαλο.
Αυτοί οι άνθρωποι χτίζουν μεγάλους χώρους για τους επισκέπτες και νομίζουν ότι οι τουρίστες έρχονται τσούρμο και θα κοιμηθούν 7 ή 8 σε κάθε δωμάτιο. Έτσι τα γεμίζουν κρεβάτια ή τραπέζια για ύπνο και δε βάζουν μια καρέκλα και ένα μικρό τραπέζι. Το δωμάτιο που κοιμηθήκαμε ήταν στα 30 τετραγωνικά και το τραπεζοκρεβάτι ήταν τα 12 από αυτά. Στο διπλανό κτίριο έχει κάπως μικρότερα δωμάτια γεμάτα με κρεβάτια. Ένα άλλο που είδα στο δικό μας κτίριο είναι δύο από τα τεράστια δωμάτια που τα ενώνει μια μεγάλη τρύπα στην οποία έχουν τοποθετήσει μια ξυλόσομπα για να ζεσταίνονται ταυτόχρονα και οι δύο χώροι. Άμα σκύψεις βλέπεις μέσα στο άλλο δωμάτιο. Συνήθως στο πάτωμα έχει χαλιά, αλλά το δικό μας δεν είχε. Υπήρχε μια πλαστική ταπετσαρία ενώ ο τοίχος είχε μία επένδυση, κάτι σαν πλακάκια ξύλου.
Το κακό που έχει είναι ότι κοιμόμασταν πολύ νωρίς, αφού δεν είχαμε κάτι να κάνουμε και νωρίς ξυπνούσαμε. Και πάλι δεν είχαμε τι να κάνουμε. Έτσι συνήθως περιμένουμε, αν και έχει ξημερώσει, να μας σερβίρουν το πρωινό και να φύγουμε. Άσε που στο Bulunkul ήταν βάσανο αφού και στο δωμάτιο έκανε κρύο και έξω ακόμα πιο πολύ. Πόναγε και το κεφάλι μου από το υψόμετρο και περίμενα πως και πως να κατέβουμε για να νιώσουμε καλύτερα, κυρίως η Ντίνα.
Τελικά το πρωί έκανα τη μικρή βόλτα μου στο χωριό, και το κρύο δεν ήταν τόσο βαρύ αφού από τις 5 είχε βγει ο ήλιος. Το Bulunkul είναι το πιο μικρό χωριό που μείναμε στη χώρα. Έχει καμιά τριανταριά σπίτια και άλλους τόσους στάβλους για τα ζώα που ήδη βρίσκονται στα λιβάδια αμέσως έξω από το χωριό. Οι άνθρωποι πάνε κι έρχονται μέσα και έξω από τον οικισμό. Μοσχάρια πολλά βόσκουν και είδα και δύο γιακ. Σκυλιά περιφέρονταν στους δρόμους και στα περισσότερα είχε αρχίσει να πέφτει το τρίχωμα και να φαίνεται το νέο και όμορφο. Ωραία ήταν.
Αν σκεφτείς το χωριό στο οποίο βρισκόμασταν δεν θα μπορούσε να έχουμε και κάποιο καλύτερο πρωινό. Εγώ το μόνο που έφαγα ήταν ένα αυγό τηγανητό. Όμως έφαγα και λίγο ψωμί το οποίο μάλλον με έστειλε πίσω από κάτι θάμνους στη διαδρομή λίγες ώρες μετά την αναχώρησή μας. Όλοι βιαζόμασταν να φύγουμε όσο πιο σύντομα γινόταν για δύο λόγους: ο ένας ήταν το μεγάλο υψόμετρο που ήταν κοντά στα τέσσερα χιλιόμετρα και ήταν πολύ ενοχλητικό και ο άλλος να φύγουμε από μία κατάσταση που δεν ήταν ανεκτή, αφού η τουαλέτα ήταν και κακή και μακριά από τα δωμάτια που μέναμε. Πρώτη φορά λοιπόν φύγαμε νωρίτερα από την ώρα που είχαμε ορίσει ως αναχώρηση. Πήραμε το δρόμο για την πόλη Khorog που είναι η πρωτεύουσα της αυτόνομης περιοχής του ανατολικού Τατζικιστάν Γκόρνο Μπανταχσάν.
Η διαδρομή δεν ήταν πολύ μεγάλη και αν δεν κάναμε στάσεις θα είχαμε φτάσει από τις 11:00 πριν το μεσημέρι. Όμως κάναμε συχνές στάσεις γιατί ήταν πολύ όμορφο το περιβάλλον και η φύση και έτσι φτάσαμε λίγο μετά τις 1:00 το μεσημέρι. Μόλις το υψόμετρο μειώθηκε κατά 500 με 1000 μέτρα, η κατάσταση όλων μας βελτιώθηκε και ιδιαίτερα της Ντίνας. Από τα τρία χιλιόμετρα και κάτω είχε γίνει σχεδόν καλά.
Κλασικές σκηνές στους δρόμους:
Η διαδρομή βέβαια ήταν παρόμοια με αυτό που είχαμε ζήσει τις προηγούμενες μέρες. Βασικά ήμασταν δίπλα σε ένα ποτάμι και ο δρόμος πήγαινε μία από τη μία μεριά του ποταμιού και μία από την άλλη. Το ποτάμι αυτό έφτανε μέχρι τον ποταμό Παντς. Από αύριο και για σχεδόν δύο μέρες θα είναι συντροφιά μας ο Παντς από την αριστερή πλευρά του αυτοκινήτου, αφού θα πάρουμε το δρόμο που κάναμε την περασμένη εβδομάδα, μόνο που θα τον κάναμε σε δύο μέρες αντί για τρεις, μέχρι να φτάσουμε στην πρωτεύουσα του Τατζικιστάν το Ντουσανμπέ.
Κάποιος φίλος έλεγε ότι έκανε προπονήσεις στίβου για να έχει καλή φυσική κατάσταση και να μπορεί να τραβά καλύτερες φωτογραφίες. Κάπως έτσι κι εγώ:
Αχ αυτά τα βουνά!
Αυτοί οι σχηματισμοί και τα χρώματα! Μόνο που στις φωτογραφίες δεν απεικονίζεται η πραγματικότητα.
Γνωστή σοβιετική τεχνική στους δρόμους:
Αυτή τη φορά στο Κορόνγκ δεν μείναμε στο ίδιο ξενοδοχείο, αλλά σε ένα άλλο που το έχει ένας Ινδός. Όμως βρίσκεται πολύ κοντά στο προηγούμενο και θεωρώ ότι είναι το δωμάτιο τουλάχιστον εξίσου καλό. Αφού ξεκουραστήκαμε δυο-τρεις ώρες με την Ντίνα στο δωμάτιο, βγήκαμε να κάνουμε βόλτα στην πόλη την οποία ήδη γνωρίζαμε βέβαια.
Επίσης γνωστά παγκάκια από άλλες πρώην σοβιετικές δημοκρατίες:
Κάναμε βόλτα στον κεντρικό δρόμο και περίπου στις 7:00 καταλήξαμε στο ξενοδοχείο Lal που είχαμε κοιμηθεί την προηγούμενη φορά. Εκεί ανεβήκαμε στον τελευταίο όροφο που είχε πιτσαρία και μπαρ. Ήπιαμε δύο μπύρες και φάγαμε μία πίτσα.
Νάτο:
Στις οκτώ επιστρέψαμε στο ξενοδοχείο μας όπου εγώ είχα δώσει ραντεβού με την άλλη μας παρέα, για να φάμε στο εστιατόριο του ξενοδοχείου. Εκεί φάγαμε αρνάκι με ρύζι ή πατάτες και εγώ βέβαια ήπια άλλη μία μπύρα. Όλα ήταν πολύ χορταστικά και εγώ πλήρωσα 100 σομ δηλαδή κάπου 9 ευρώ για όλα αυτά. Οι μπύρες εδώ είναι λίγο ακριβές αφού κάνουν δυόμιση ευρώ η μία και είναι σχετικά μικρές. Το φαγητό όμως είναι αρκετά φθηνό. Για παράδειγμα η πίτσα που φάγαμε με την Ντίνα έκανε 6 ευρώ ενώ στα σπίτια, που τρώγαμε το φαγητό των ντόπιων, πληρώναμε τέσσερα με πέντε ευρώ το άτομο. Κάπως έτσι πέρασε η σημερινή ημέρα με κυριότερο ενδιαφέρον της ότι κατεβήκαμε σε υψόμετρο 2.100 μέτρων και έτσι νιώθουμε όλοι πολύ καλύτερα.