St.Adamantidou
Member
- Μηνύματα
- 245
- Likes
- 897
USHUAIA
Και Κρουαζιέρα στα Στενά Beagle
Εδώ φίλτατοι, δεν μπορώ ν’αντισταθώ στον πειρασμό να σας μεταφέρω τις εντυπώσεις του Δαρβίνου για την Παταγονία, όταν βρέθηκε ακριβώς εδώ, το 1832:
«Ανακαλώντας εικόνες του παρελθόντος, συχνά έρχονται μπροστά μου οι πεδιάδες της Παταγονίας. Αυτές οι πεδιάδες, ωστόσο, έχουν χαρακτηριστεί αξιοθρήνητες κι άχρηστες! Πραγματικά. Μόνον με αρνητικά χαρακτηριστικά μπορούν να περιγραφούν. Χωρίς κατοικίες, δίχως νερό, χωρίς βουνά, χωρίς δάση, χωρίς ένα δέντρο, διαθέτουν μόνον πόα. Για πιο λόγο τότε-και η περίπτωση μου δεν είναι μοναδική-αυτές οι άνυδρες εκτάσεις έχουν αγκιστρωθεί τόσο δυνατά στη μνήμη μου;Και άραγε, για πιο λόγο οι ήρεμες, καταπράσινες κι εύφορες πάμπες, δεν μου έκαναν την ίδια εντύπωση;Δεν μπορώ αλήθεια, να αναλύσω αυτά τα συναιθήματα. Το μόνο που μπορώ να σκεφτώ είναι ότι αυτός ο αλλόκοτος τόπος, δίνει τροφή εκλεκτή στη φαντασία μου. Αυτές οι πεδιάδες είναι ασύνορες, άρα απροσπέλαστες και γι’αυτό άγνωστες. Είχαν την ευλογημένη τύχη να διατηρηθούν ίδιες κι αναλλοίωτες στους αιώνες. Και δεν φαίνεται όριο στην διάρκεια τους από εδώ και μπρός. Αν, όπως οι παλιοί πίστευαν, πως στην επίπεδη Γη μας έζωνε αδιαπέραστο τείχος νερού ή καυτές έρημοι, οπου τα πάντα ψήνονταν σε υψηλότατες θερμοκρασίες, τότε θα μπορούσε να φανταστεί κανείς την Παταγονία σαν το έσχατο όριο της ανθρωπινής γνώσης. Γνώσης, που την προσεγγίζεις με ευαισθησία αλλά και με την αοριστία και το δέος του ‘Αγνωστου».
Αμ γι’αυτό ο έρημος ο Δαρβίνος δεν μπορούσε να εξηγήσει γιατί η Παταγονία είχε κολλήσει τόσο πολύ στο μυαλό του! Βρίσκοντας τα όλα αόριστα, δεν μπορούσε να τα εξηγήσει. Και το Ανεξήγητο ταυτίζεται, συχνά με το ‘Αγνωστο. Και αυτό το ‘Αγνωστο μας δημιουργεί το Δέος!
Ωστόσο ο Hudson, άλλος ένας εραστής της Παταγονίας, διαφωνεί μ’αυτόν τον τρόπο προσέγγισης: «Στην Παταγονία δεν έρχεσαι ψάχνοντας να βρείς κάτι. Εδώ, μονάχα να νοιώθεις και να συγκινείσαι μπορείς!».
Καταλαβαίνετε άραγε τι σόι είναι αυτός ο μοιραίος τόπος;
Εγώ, πάντως, συμφωνώ και με τους δύο.
Η Παταγονία μου έδωσε πράγματι την αίσθηση των Τελευταίων Συνόρων του Κόσμου. Της Εσχατιάς της Γης, που κουβαλά πάνω της τον Χρόνο, τη Γνώση του Σύμπαντος και το Πεπρωμένο του Πλανήτη…
Πώς να μην εντυπωσιαστείς, λοιπόν, κι εσύ μέσα σ’ένα τέτοιο, κυριολεκτικά συγκλονιστικό περιβάλλον;Πώς να μην τα σαστίσεις;Και πώς να μη φοβηθείς κομματάκι;Αναρατιώμαι, τι ακριβώς να σκεφτόταν ένας άλλος ταξιδιώτης, όταν έγραφε: «‘Οσες φορές σκέφτομαι το θάνατο ο νούς μου πηγαίνει στην Παταγονία!»Συναφής είναι και ο τίτλος του βιβλίου του: «Το Πουθενά είναι ένας τόπος!»Nowhere is a Place. Και σωστά μαντέψατε! Στην Παταγονία αναφέρεται! Για κανένα μέρος του κόσμου δεν ανακάλυψα ποτέ, τόσο δέος στα γραπτά του οποιαδήποτε. Ακόμη και στα γραπτά των επωνύμων.
Μονάχα για την Παταγονία γίνονται τέτοια ανήκουστα!. . .
Μωρέ, με το δίκιο μου είχα τούτον τον προορισμό σαν τον πιο παράλογο στη λίστα των ταξιδιών μου, σκέπτομαι καθώς μπαίνουμε σ’ένα κομψό καταμαράν, για ένα περίπατο στο Εθνικό θαλάσσιο Πάρκο των στενών Beagle και των βραχονησίδων τους.
Πάνω σ’αυτά τα μικροσκοπικά πέτρινα κουκιδάκια, φιλοξενούνται κάθε λογής ψαροπούλια και κήτη. Κι όταν λέμε «φιλοξενούνται» ξέρετε τι εννοούμε;Όλα αυτά τα πλάσματα στέκουν, κυριολεκτικά κολημμένα το ένα πάνω στο άλλο, δημιουργώντας το αδιαχώρητο. Φτιάχνουν ένα ζωντανό χαλί! ‘Ένα αλλόκοτο χαλί, που πότε πότε σαλεύει! Συχνά βγάζει κραυγές, κρωξίματα, μυκηθμούς! Είναι ένα ζωηρό πλήθος, που στοιχειώνει θαρρείς το κατάμερο τους! Τον τόπο αυτόν τον διάλεξε για ενδιαίτημα του, ίσως γιατί εδώ νοιώθει ασφαλές, αφού ζεί ανάμεσα στους δικούς του, και εξασφαλίζει εύκολα την τροφή και την ησυχία του!
Το καταμαράν κάνει, κομψές, επιδέξιες μανούβρες ανάμεση σε τούτη την περίεργη «πολυνησία». Πότε πότε κόβει ταχύτητα ή σταματά. Και κάνει άριστα. Διότι το μάτι μας ψάχνει πεινασμένα να εντοπίσει αποικίες φώκιας, θαλάσσιου ελέφαντα ή –πράμα σπανιότατο-θαλάσσιου λέοντα. Κρίμα! Γιατί αυτό το «τέρας» με την πλούσια χαίτη και τη μεγαλοπρέπεια του, μοιάζει πολύ με το συνώνυμο του χερσαίο σαρκοβόρο….
Ωστόσο, αυτά τα παράξενα «χαλιά» βρωμούν ! Βρωμούν απαίσια ! Διότι ο πληθυσμός τους αφοδεύει ξεδιάντροπα πάνω τους ! Ακόμη και μπροστά μας. Και μονάχα μια ξεγυρισμένη θαλασσοταραχή μπορεί, ως ένα σημείο, να τα παστρέψει. Για να ξαναβρωμίσουν εν ριπή οφθαλμού!. . .
Το κρύο είναι τραγικό. Τούτη την περιοχή την «περιποιείται» ένα μπουγάζι τρελλό. Φυσά απ’όλες τις μεριές. ‘Ομως, εγώ η μουρλή, δεν καταδέχτηκα να μπω στο σαλόνι-διότι εδώ είχαμε ένα πολύ κόμοδο σαλόνι-ούτε για πέντε λεπτά. Τύλιξα το λαιμό μου μ’ένα μάλλινο κασκόλ, σήκωσα την κουκούλα του τζάκετ, κι έμεινα όλο το πρωινό στο κατάστρωμα χαζεύοντας και φωτογραφίζοντας…
Τα θηλαστικά και τα πετεινά συνήθως λιάζονται. Κάμποσα βουτούν για να …δροσιστούν! Μερικά καυγαδίζουν άγρια:
-Ερωτοδουλειές υποψιάζομαι! Ψιθυρίζω στη Γιάννα.
-Δεν είναι οι μόνες ξέρεις! Απαντά η φίλη μου, αναφερόμενη στο σκάνδαλο που μας έχει προκύψει στο γκρουπ. Και σκάμε κι οι δύο στα γέλια…
Εν τω μεταξύ, κι ενώ επί των βραχονησίδων γίνεται μεγάλος σαματάς, εμείς απαγορεύεται να μιλάμε:
-Τα ζωντανά δεν επιτρέπεται να τρομάζουν! Μας κανοναρχάει η Μαρία Λάουρα.
-Γιατί καλή μου! Θα βλάψουμε το νευροσυμπαθητικό τους:Και πως θ’ακούσουν μέσα στην χλαπαταγή που δημιουργούν τά ίδια;
Αυτή τη μουγγαμάρα στα βασίλεια των ζώων δεν την καταλαβαίνω καθόλου. Αλλά βεβαίως, την τηρώ. Διότι εγώ ουδέποτε υπήρξα, δυστυχώς, αναρχικιά, για να κάνω τη δουλειά μου! Νομοταγής άνθρωπος, είμαι μια ζωή. Γι’αυτό είμαι πάντα ζημιωμένη! Καλά να πάθω! Ας πρόσεχα!
Η εμπειρία είναι συγκλονιστική! Πάντα, μέσα σ’ένα τέτοιο περιβάλλον νοιώθω δέος. Το δέος που με εμπνέει η Φύση, κάθε φορά που βρίσκομαι κοντά της. Στα ταξίδια μου ανακάλυψα τούτο το σημαντικό:Ανάμεσα στα αριστουργήματα των ανθρώπων και τα αριστουργήματα του Θεού, προτιμώ εκείνα του τελευταίου. ‘Ο, τι κάνει Εκείνος, είναι ΜΟΝΑΔΙΚΟ και ΑΝΕΠΑΝΑΛΗΠΤΟ. Ο άνθρωπος, το μόνο που κάνει είναι, ν’αντιγράφει το Δημιουργό του! Εμ, όταν έχω πρωτότυπο, γιατί να εκστασιαστώ με το αντίγραφο;Βεβαίως, ας μη δογματίζω. Διότι είμαι και ταπεινή θαυμάστρια κάθε κουλτούρας. κυρίως εθνικής, και προ πάντως κάθε ερειπίου. Ιδίως αυτών που βρίσκονται μέσα σε μια όμορφη τοποθεσία-όπως άλλωστε, συμβαίνει συχνά. Τότε εγώ λιποθυμάω! Παθαίνω κρίση! Αλήθεια, τι γαλήνη, τι γλύκα αναδίνει η φύση της αρχαίας ‘Αλτιος στην Ολυμπία, με κείνον τον μοναδικής τελειότητος ερειπιώνα;Αμ ο ναός του Μπορομπουντούρ μέσα στην πυκνή ζούγκλα, μιάν ώρα απόβροχου και συννεφιάς;Οι πυραμίδες των Μάγια στο Τικάλ, μέσα στα δάση της βροχής;Το μεγαλόπρεπο Καρνάκ, μέσα στη γοητεία της ερήμου, μια βραδυά με πανσέληνο;Ο ναός της ‘Εσνα πάνω στα πράσινα νερά του εξωτικού Νείλου;Χριστέ μου, τι μπορεί κανείς να δεί και να χαρεί στο μεγάλο μας κόσμο! Στον εκπληκτικό μας πλανήτη! Ωστόσο εγω έχω κιόλας βρει το θαυμαστότερο πάντρεμα Φύσης και Τέχνης εδώ. Στην Ελλάδα…Στον τόπο μου. Στον τόπο ενός εξαιρετικού Θεού. Ενός Θεού πανέμορφου, Μουσιγέτη και Προφητικού. Στους Δελφούς! Σ’αυτόν τον ευλογημένο χώρο, όπου Θεοί και ‘Ανθρωποι δούλεψαν, εν αρμονία, επι αιώνες για να δημιουργήσουν ένα πραγματικό θαύμα. ‘Ετσι, οι Θεοί έφτιαξαν τις Φαιδριάδες, κι εγκατέστησαν σ’αυτές την Ηχώ. Κι οι ‘Ανθρωπο έχτισαν το ιερό του Απόλλωνα, το στάδιο, τους «θησαυρούς», τα αγάλματα, τον Ηνίοχο…
Κι εκμεταλλεύτηκαν πανέξυπνα την απίστευτη ηχώ στο όμορφο θέατρο. . Σ’αυτόν τον πανίερο τόπο, εγώ παθαίνω κατιτί.
Η καρδιά μου μπερδεύει τους χτύπους της. Η αναπνοή μου γρηγορεύει επικίνδυνα. Τα πόδια μου τρέμουν. Η φωνή μου κόβεται. Και μονάχα η όραση και η ψυχή μου μένουν ανάλλαγες. Για να χαρώ την πεμπτουσία της Τελειότητας! Τη μοναδική μαγεία του περιβάλλοντος! Την ανεξήγητη σαγήνη που ασκεί πάνω μου όλος αυτός ο κατανυκτικός χώρος, ανάμεσα στις άγριες, τις θυμωμένες θαρρείς Πέτρες, απ’όπου γκρέμιζαν τους βέβηλους. Κι από κεί ψηλά μπορείς να καμαρώνεις τον ασημοπράσινο ελαιώνα, που κατρακυλάει μέχρι κάτω, το γαλανό κόλπο της Ιτέας…Χριστός κι Απόστολος, καλέ! Από την Παταγονία και τη Γή του Πυρός, πως διάβολο βρέθηκα στου Δελφούς;Δεν σας τα’έλεγα;Αυτά παθαίνω, η γυναίκα, στα ταξίδια μου, και με τα ταξίδια μου! Με κυνηγούν οι συνειρμοί συνεχώς! Φραπέ το μυαλό μου! Αλλ’αντάλλων συμβαίνουν που, όμως κατά βάθος, έχουν μια ισχυρή σχέση:Την ίδια τη Φύση και την τρομακτική έμπνευση που δίνει στους ανθρώπους. Και η Φύση δεν γνωρίζει σύνορα και εθνικότητες, χώρες και γεωγραφικά μήκη. Δημιουργεί παντού, εκμεταλλευόμενη σοφά το κλίμα και την ιδιαιτερότητα του εδάφους. Στην πέτρα φτιάχνει γλυπτά. Και στα δάση ζωντανεύει νεράιδες και ξωτικά, για να εξάψει τη φαντασία μας, δημιουργώντας το Δέος!. . .
Κι εδώ η μακρυά, αλλά αναγκαία για μένα, παρένθεση-εξομολόγηση τέλος. Τώρα είμαστε στις βραχονησίδες των Στενών Μπήγκλ στην Tierra del Fuego. Μίλια μακρυά από τους λατρεμένους μου Δελφούς. Τώρα βρίσκομαι ανάμεσα στα φωκάκια και τα πάσης φύσεως θαλασσοπούλια. Η μηχανή μου έχει ανάψει. Και καταριέμαι το φακό μου, που διαλύθηκε τόσο παράκαιρα, εις τα εξ ών συνετέθη!
Το κρύο μου έχει κοκκαλώσει τα δάχτυλα! Αλλά αρνούμαι να καταφύγω στη ζεστασιά του σαλονιού. Θα χάσω την αίσθηση του παράξενου ορίζοντα του Πόλου. Τον νοιώθω σαν διάφανο θόλο πάνω από το κεφάλι μου. Την ίδια αίσθηση είχα και στο Βόρειο Ακρωτήρι το 1971, στο Βόρειο Πόλο. Νόμιζα πως μ’εκλεισαν σε γυάλα! Υποκειμενική αίσθηση;Μπορεί. Εγω πάντως έτσι το νοιώθω.
Επιστρέφουμε στο λιμάνι την ώρα του μεσημεριανού. Ο ήλιος εξακολουθεί να στραφτολογάει πάνω πάνω από τη θάλασσα, ενώ ένα κατάμαυρο σύννεφο στρογγυλοκάθεται αγριωπό, πάνω από την αντικρυνή Ουσουάια και το βουνό της. Μια θαυμαστή εικόνα, με υπέροχες φωτιστικές και χρωματικές αντιθέσεις, που τροφοδοτούν το αχόρταγο μυαλό μου και τη μηχανή μου, φυσικά!
Κούκλες αυτές οι φωτογραφίες.
Σαν ψεύτικες…
Και Κρουαζιέρα στα Στενά Beagle
Εδώ φίλτατοι, δεν μπορώ ν’αντισταθώ στον πειρασμό να σας μεταφέρω τις εντυπώσεις του Δαρβίνου για την Παταγονία, όταν βρέθηκε ακριβώς εδώ, το 1832:
«Ανακαλώντας εικόνες του παρελθόντος, συχνά έρχονται μπροστά μου οι πεδιάδες της Παταγονίας. Αυτές οι πεδιάδες, ωστόσο, έχουν χαρακτηριστεί αξιοθρήνητες κι άχρηστες! Πραγματικά. Μόνον με αρνητικά χαρακτηριστικά μπορούν να περιγραφούν. Χωρίς κατοικίες, δίχως νερό, χωρίς βουνά, χωρίς δάση, χωρίς ένα δέντρο, διαθέτουν μόνον πόα. Για πιο λόγο τότε-και η περίπτωση μου δεν είναι μοναδική-αυτές οι άνυδρες εκτάσεις έχουν αγκιστρωθεί τόσο δυνατά στη μνήμη μου;Και άραγε, για πιο λόγο οι ήρεμες, καταπράσινες κι εύφορες πάμπες, δεν μου έκαναν την ίδια εντύπωση;Δεν μπορώ αλήθεια, να αναλύσω αυτά τα συναιθήματα. Το μόνο που μπορώ να σκεφτώ είναι ότι αυτός ο αλλόκοτος τόπος, δίνει τροφή εκλεκτή στη φαντασία μου. Αυτές οι πεδιάδες είναι ασύνορες, άρα απροσπέλαστες και γι’αυτό άγνωστες. Είχαν την ευλογημένη τύχη να διατηρηθούν ίδιες κι αναλλοίωτες στους αιώνες. Και δεν φαίνεται όριο στην διάρκεια τους από εδώ και μπρός. Αν, όπως οι παλιοί πίστευαν, πως στην επίπεδη Γη μας έζωνε αδιαπέραστο τείχος νερού ή καυτές έρημοι, οπου τα πάντα ψήνονταν σε υψηλότατες θερμοκρασίες, τότε θα μπορούσε να φανταστεί κανείς την Παταγονία σαν το έσχατο όριο της ανθρωπινής γνώσης. Γνώσης, που την προσεγγίζεις με ευαισθησία αλλά και με την αοριστία και το δέος του ‘Αγνωστου».
Αμ γι’αυτό ο έρημος ο Δαρβίνος δεν μπορούσε να εξηγήσει γιατί η Παταγονία είχε κολλήσει τόσο πολύ στο μυαλό του! Βρίσκοντας τα όλα αόριστα, δεν μπορούσε να τα εξηγήσει. Και το Ανεξήγητο ταυτίζεται, συχνά με το ‘Αγνωστο. Και αυτό το ‘Αγνωστο μας δημιουργεί το Δέος!
Ωστόσο ο Hudson, άλλος ένας εραστής της Παταγονίας, διαφωνεί μ’αυτόν τον τρόπο προσέγγισης: «Στην Παταγονία δεν έρχεσαι ψάχνοντας να βρείς κάτι. Εδώ, μονάχα να νοιώθεις και να συγκινείσαι μπορείς!».
Καταλαβαίνετε άραγε τι σόι είναι αυτός ο μοιραίος τόπος;
Εγώ, πάντως, συμφωνώ και με τους δύο.
Η Παταγονία μου έδωσε πράγματι την αίσθηση των Τελευταίων Συνόρων του Κόσμου. Της Εσχατιάς της Γης, που κουβαλά πάνω της τον Χρόνο, τη Γνώση του Σύμπαντος και το Πεπρωμένο του Πλανήτη…
Πώς να μην εντυπωσιαστείς, λοιπόν, κι εσύ μέσα σ’ένα τέτοιο, κυριολεκτικά συγκλονιστικό περιβάλλον;Πώς να μην τα σαστίσεις;Και πώς να μη φοβηθείς κομματάκι;Αναρατιώμαι, τι ακριβώς να σκεφτόταν ένας άλλος ταξιδιώτης, όταν έγραφε: «‘Οσες φορές σκέφτομαι το θάνατο ο νούς μου πηγαίνει στην Παταγονία!»Συναφής είναι και ο τίτλος του βιβλίου του: «Το Πουθενά είναι ένας τόπος!»Nowhere is a Place. Και σωστά μαντέψατε! Στην Παταγονία αναφέρεται! Για κανένα μέρος του κόσμου δεν ανακάλυψα ποτέ, τόσο δέος στα γραπτά του οποιαδήποτε. Ακόμη και στα γραπτά των επωνύμων.
Μονάχα για την Παταγονία γίνονται τέτοια ανήκουστα!. . .
Μωρέ, με το δίκιο μου είχα τούτον τον προορισμό σαν τον πιο παράλογο στη λίστα των ταξιδιών μου, σκέπτομαι καθώς μπαίνουμε σ’ένα κομψό καταμαράν, για ένα περίπατο στο Εθνικό θαλάσσιο Πάρκο των στενών Beagle και των βραχονησίδων τους.
Πάνω σ’αυτά τα μικροσκοπικά πέτρινα κουκιδάκια, φιλοξενούνται κάθε λογής ψαροπούλια και κήτη. Κι όταν λέμε «φιλοξενούνται» ξέρετε τι εννοούμε;Όλα αυτά τα πλάσματα στέκουν, κυριολεκτικά κολημμένα το ένα πάνω στο άλλο, δημιουργώντας το αδιαχώρητο. Φτιάχνουν ένα ζωντανό χαλί! ‘Ένα αλλόκοτο χαλί, που πότε πότε σαλεύει! Συχνά βγάζει κραυγές, κρωξίματα, μυκηθμούς! Είναι ένα ζωηρό πλήθος, που στοιχειώνει θαρρείς το κατάμερο τους! Τον τόπο αυτόν τον διάλεξε για ενδιαίτημα του, ίσως γιατί εδώ νοιώθει ασφαλές, αφού ζεί ανάμεσα στους δικούς του, και εξασφαλίζει εύκολα την τροφή και την ησυχία του!
Το καταμαράν κάνει, κομψές, επιδέξιες μανούβρες ανάμεση σε τούτη την περίεργη «πολυνησία». Πότε πότε κόβει ταχύτητα ή σταματά. Και κάνει άριστα. Διότι το μάτι μας ψάχνει πεινασμένα να εντοπίσει αποικίες φώκιας, θαλάσσιου ελέφαντα ή –πράμα σπανιότατο-θαλάσσιου λέοντα. Κρίμα! Γιατί αυτό το «τέρας» με την πλούσια χαίτη και τη μεγαλοπρέπεια του, μοιάζει πολύ με το συνώνυμο του χερσαίο σαρκοβόρο….
Ωστόσο, αυτά τα παράξενα «χαλιά» βρωμούν ! Βρωμούν απαίσια ! Διότι ο πληθυσμός τους αφοδεύει ξεδιάντροπα πάνω τους ! Ακόμη και μπροστά μας. Και μονάχα μια ξεγυρισμένη θαλασσοταραχή μπορεί, ως ένα σημείο, να τα παστρέψει. Για να ξαναβρωμίσουν εν ριπή οφθαλμού!. . .
Το κρύο είναι τραγικό. Τούτη την περιοχή την «περιποιείται» ένα μπουγάζι τρελλό. Φυσά απ’όλες τις μεριές. ‘Ομως, εγώ η μουρλή, δεν καταδέχτηκα να μπω στο σαλόνι-διότι εδώ είχαμε ένα πολύ κόμοδο σαλόνι-ούτε για πέντε λεπτά. Τύλιξα το λαιμό μου μ’ένα μάλλινο κασκόλ, σήκωσα την κουκούλα του τζάκετ, κι έμεινα όλο το πρωινό στο κατάστρωμα χαζεύοντας και φωτογραφίζοντας…
Τα θηλαστικά και τα πετεινά συνήθως λιάζονται. Κάμποσα βουτούν για να …δροσιστούν! Μερικά καυγαδίζουν άγρια:
-Ερωτοδουλειές υποψιάζομαι! Ψιθυρίζω στη Γιάννα.
-Δεν είναι οι μόνες ξέρεις! Απαντά η φίλη μου, αναφερόμενη στο σκάνδαλο που μας έχει προκύψει στο γκρουπ. Και σκάμε κι οι δύο στα γέλια…
Εν τω μεταξύ, κι ενώ επί των βραχονησίδων γίνεται μεγάλος σαματάς, εμείς απαγορεύεται να μιλάμε:
-Τα ζωντανά δεν επιτρέπεται να τρομάζουν! Μας κανοναρχάει η Μαρία Λάουρα.
-Γιατί καλή μου! Θα βλάψουμε το νευροσυμπαθητικό τους:Και πως θ’ακούσουν μέσα στην χλαπαταγή που δημιουργούν τά ίδια;
Αυτή τη μουγγαμάρα στα βασίλεια των ζώων δεν την καταλαβαίνω καθόλου. Αλλά βεβαίως, την τηρώ. Διότι εγώ ουδέποτε υπήρξα, δυστυχώς, αναρχικιά, για να κάνω τη δουλειά μου! Νομοταγής άνθρωπος, είμαι μια ζωή. Γι’αυτό είμαι πάντα ζημιωμένη! Καλά να πάθω! Ας πρόσεχα!
Η εμπειρία είναι συγκλονιστική! Πάντα, μέσα σ’ένα τέτοιο περιβάλλον νοιώθω δέος. Το δέος που με εμπνέει η Φύση, κάθε φορά που βρίσκομαι κοντά της. Στα ταξίδια μου ανακάλυψα τούτο το σημαντικό:Ανάμεσα στα αριστουργήματα των ανθρώπων και τα αριστουργήματα του Θεού, προτιμώ εκείνα του τελευταίου. ‘Ο, τι κάνει Εκείνος, είναι ΜΟΝΑΔΙΚΟ και ΑΝΕΠΑΝΑΛΗΠΤΟ. Ο άνθρωπος, το μόνο που κάνει είναι, ν’αντιγράφει το Δημιουργό του! Εμ, όταν έχω πρωτότυπο, γιατί να εκστασιαστώ με το αντίγραφο;Βεβαίως, ας μη δογματίζω. Διότι είμαι και ταπεινή θαυμάστρια κάθε κουλτούρας. κυρίως εθνικής, και προ πάντως κάθε ερειπίου. Ιδίως αυτών που βρίσκονται μέσα σε μια όμορφη τοποθεσία-όπως άλλωστε, συμβαίνει συχνά. Τότε εγώ λιποθυμάω! Παθαίνω κρίση! Αλήθεια, τι γαλήνη, τι γλύκα αναδίνει η φύση της αρχαίας ‘Αλτιος στην Ολυμπία, με κείνον τον μοναδικής τελειότητος ερειπιώνα;Αμ ο ναός του Μπορομπουντούρ μέσα στην πυκνή ζούγκλα, μιάν ώρα απόβροχου και συννεφιάς;Οι πυραμίδες των Μάγια στο Τικάλ, μέσα στα δάση της βροχής;Το μεγαλόπρεπο Καρνάκ, μέσα στη γοητεία της ερήμου, μια βραδυά με πανσέληνο;Ο ναός της ‘Εσνα πάνω στα πράσινα νερά του εξωτικού Νείλου;Χριστέ μου, τι μπορεί κανείς να δεί και να χαρεί στο μεγάλο μας κόσμο! Στον εκπληκτικό μας πλανήτη! Ωστόσο εγω έχω κιόλας βρει το θαυμαστότερο πάντρεμα Φύσης και Τέχνης εδώ. Στην Ελλάδα…Στον τόπο μου. Στον τόπο ενός εξαιρετικού Θεού. Ενός Θεού πανέμορφου, Μουσιγέτη και Προφητικού. Στους Δελφούς! Σ’αυτόν τον ευλογημένο χώρο, όπου Θεοί και ‘Ανθρωποι δούλεψαν, εν αρμονία, επι αιώνες για να δημιουργήσουν ένα πραγματικό θαύμα. ‘Ετσι, οι Θεοί έφτιαξαν τις Φαιδριάδες, κι εγκατέστησαν σ’αυτές την Ηχώ. Κι οι ‘Ανθρωπο έχτισαν το ιερό του Απόλλωνα, το στάδιο, τους «θησαυρούς», τα αγάλματα, τον Ηνίοχο…
Κι εκμεταλλεύτηκαν πανέξυπνα την απίστευτη ηχώ στο όμορφο θέατρο. . Σ’αυτόν τον πανίερο τόπο, εγώ παθαίνω κατιτί.
Η καρδιά μου μπερδεύει τους χτύπους της. Η αναπνοή μου γρηγορεύει επικίνδυνα. Τα πόδια μου τρέμουν. Η φωνή μου κόβεται. Και μονάχα η όραση και η ψυχή μου μένουν ανάλλαγες. Για να χαρώ την πεμπτουσία της Τελειότητας! Τη μοναδική μαγεία του περιβάλλοντος! Την ανεξήγητη σαγήνη που ασκεί πάνω μου όλος αυτός ο κατανυκτικός χώρος, ανάμεσα στις άγριες, τις θυμωμένες θαρρείς Πέτρες, απ’όπου γκρέμιζαν τους βέβηλους. Κι από κεί ψηλά μπορείς να καμαρώνεις τον ασημοπράσινο ελαιώνα, που κατρακυλάει μέχρι κάτω, το γαλανό κόλπο της Ιτέας…Χριστός κι Απόστολος, καλέ! Από την Παταγονία και τη Γή του Πυρός, πως διάβολο βρέθηκα στου Δελφούς;Δεν σας τα’έλεγα;Αυτά παθαίνω, η γυναίκα, στα ταξίδια μου, και με τα ταξίδια μου! Με κυνηγούν οι συνειρμοί συνεχώς! Φραπέ το μυαλό μου! Αλλ’αντάλλων συμβαίνουν που, όμως κατά βάθος, έχουν μια ισχυρή σχέση:Την ίδια τη Φύση και την τρομακτική έμπνευση που δίνει στους ανθρώπους. Και η Φύση δεν γνωρίζει σύνορα και εθνικότητες, χώρες και γεωγραφικά μήκη. Δημιουργεί παντού, εκμεταλλευόμενη σοφά το κλίμα και την ιδιαιτερότητα του εδάφους. Στην πέτρα φτιάχνει γλυπτά. Και στα δάση ζωντανεύει νεράιδες και ξωτικά, για να εξάψει τη φαντασία μας, δημιουργώντας το Δέος!. . .
Κι εδώ η μακρυά, αλλά αναγκαία για μένα, παρένθεση-εξομολόγηση τέλος. Τώρα είμαστε στις βραχονησίδες των Στενών Μπήγκλ στην Tierra del Fuego. Μίλια μακρυά από τους λατρεμένους μου Δελφούς. Τώρα βρίσκομαι ανάμεσα στα φωκάκια και τα πάσης φύσεως θαλασσοπούλια. Η μηχανή μου έχει ανάψει. Και καταριέμαι το φακό μου, που διαλύθηκε τόσο παράκαιρα, εις τα εξ ών συνετέθη!
Το κρύο μου έχει κοκκαλώσει τα δάχτυλα! Αλλά αρνούμαι να καταφύγω στη ζεστασιά του σαλονιού. Θα χάσω την αίσθηση του παράξενου ορίζοντα του Πόλου. Τον νοιώθω σαν διάφανο θόλο πάνω από το κεφάλι μου. Την ίδια αίσθηση είχα και στο Βόρειο Ακρωτήρι το 1971, στο Βόρειο Πόλο. Νόμιζα πως μ’εκλεισαν σε γυάλα! Υποκειμενική αίσθηση;Μπορεί. Εγω πάντως έτσι το νοιώθω.
Επιστρέφουμε στο λιμάνι την ώρα του μεσημεριανού. Ο ήλιος εξακολουθεί να στραφτολογάει πάνω πάνω από τη θάλασσα, ενώ ένα κατάμαυρο σύννεφο στρογγυλοκάθεται αγριωπό, πάνω από την αντικρυνή Ουσουάια και το βουνό της. Μια θαυμαστή εικόνα, με υπέροχες φωτιστικές και χρωματικές αντιθέσεις, που τροφοδοτούν το αχόρταγο μυαλό μου και τη μηχανή μου, φυσικά!
Κούκλες αυτές οι φωτογραφίες.
Σαν ψεύτικες…