St.Adamantidou
Member
- Μηνύματα
- 245
- Likes
- 897
SAN TELMO
΄Άλλη μια παλιά συνοικία του Buenos Aires
Αν, από την πλατεία De Mayo του Προεδρικού μεγάρου, ακολουθήσεις την Avenida Passeo Colon προς νότο, βρίσκεσαι στην παλιά συνοικία San Telmo. Μέχρι και τον 19ο αιώνα ήταν αριστοκρατικό προάστειο. ΄Όμως, όταν έπεσε εδώ επιδημία κίτρινου πυρετού, οι πλούσιοι Portenos μετακόμισαν προς τά βορεινά.
΄Οταν άρχισαν να έρχονται στην Αργεντινή μετανάστες, κούρνιασαν εδώ:στα παλιά σπίτια, τα οποία χώριζαν σε μικρότερους χώρους, για να βολεύονται όσο γίνεται περισσότεροι. ΄Ετσι, ζούσαν μαζί πολλές οικογένειες, με κακές συνθήκες υγιεινής. Και αφού έγινε η αρχή, τίποτα δεν σταματούσε πια την υποβάθμιση της περιοχής. Σ΄αυτήν την κατάσταση βρίσκεται και σήμερα.
Όμως, τούτη η γειτονιά. εκτός του ότι είναι η παλιότερη, έχει το μερίδιο της και στην ιστορία της πόλης. Το 1806 οι ΄Αγγλοι, στον πόλεμο τους με την Ισπανία, εισέβαλαν στο Μπουένος ΄Αιρες, και το κράτησαν για ένα χρόνο. Την επόμενη χρονιά η εθνική αντίσταση ήταν ήδη οργανωμένη και πολύ επιθετική. Οπότε όταν μια δύναμη των Εγγλέζων περνούσε από τη σημερινή Calle Defensa(οδός Αντιστάσεως) του San Telmo, όλοι οι ένοικοι των σπιτιών αυτού του δρόμου, έρριχναν πάνω στους στρατιώτες, τενεκέδες με καυτό λάδι. Και από το μπαλκόνι του αριθμού 372, ένα κανόνι έριχνε μπαταριές! ! ! Οι Εγγλέζοι οδυνηρά αιφνιδιασμένοι, έτρεξαν να κρυφτούν στα πλοία τους αφήνοντας την νίκη στους Portenos! Και όλα αυτά εδώ στο San Telmo.
Μέσα στις γραφικότητες της συνοικίας είναι και το παζάρι στην Plaza Dorrego. Γίνεται μια φορά την εβδομάδα και βρίσκεις πολύ ενδιαφέροντα πράγματα. Ακόμη και αυθεντικές αντίκες. Σ΄αυτήν την πλατεία, πέσαμε και πάνω σε ένα θέαμα χορευτικό. Δύο νέα παιδιά χορεύουν Tango, στους ήχους ενός κασετόφωνου. Μαύρο, κορακάτο μαλλί, μαζεμένο σε σινιόν, η κοπελιά. Και φόρεμα μαύρο, σχιστό ως το γοφό, με τακούνι πανύψηλο. Ο νεαρός φορά μαύρο, επίσημο κοστούμι, κι έχει το μαλλί ίσιο, κολλημένο με μπριγιαντίνη. Μέσα στον ήλιο και με μπόλικους θεατές, εν οις και εμείς, χορεύουν. Χορεύουν με εκείνες τις τρελλές φιγούρες που είδαμε το προηγούμενο βράδυ, στην Casa Blanca. Θαρρείς κι είσαι σε …τσίρκο! Πώς οι άνθρωποι δεν μπερδεύουν-κι εδώ θα κυριολεκτήσω-τα μπούτια τους;Πώς δεν περδικλώνονται να πέσουν και να τσακιστούν;Αφήστε που τις περισσότερες φορές η κυρία φορά και φόρεμα με …. ουρά! Κι αυτό κάνει τα πράγματα ακόμη δυσκολότερα. Διότι, αντί οι χειριστές να έχουν το νου τους στα 4 ποδάρια τους, πρέπει τώρα να προσέχουν μην τύχει και πατήσουν και το ύφασμα!
Η επίσκεψη μας τελειώνει με μια παγωμένη μπύρα σ’ ένα παλιό καφενέ της πλατείας.
RIO GALLEGOS-CALAFATE
΄Οταν το πουθενά είναι προορισμός με ένα συντροφικό «ΜΑΤΕ»
΄Οσο όμορφο όμως κι αν είναι το Buenos Aires το σταματώ εδώ. Διότι δεν είναι ο προορισμός μας. Είναι μονάχα η πόρτα, που θα μας μπάσει στην Μεγάλη Περιπέτεια. Στην τρομερή Ανακάλυψη και Αποκάλυψη. Από εδώ πετάμε προς νότον, στο Rio Gallegos, στο οποίο φτάνουμε μετά από 3. 30 ώρες. Από το αεροδρόμιο και μετά από πορεία 4 ωρών προς ΒΔ, με αυτοκίνητο, θα φτάσουμε στο Calafate. Από κείνη τη στιγμή αρχίζει ουσιαστικά το ταξίδι.
Είναι ένα μικρό χωριουδάκι 3. 500 κατοίκων, που το χειμώνα αδειάζει, αφού τους περισσότερους μήνες του χρόνου είναι εντελώς αποκλεισμένο από το βαρύ χιόνι και τις τρομερές θύελλες. Καμιά 300αριά μένουν μονίμως εδώ-Είναι οι γενναίοι που κάθε βράδυ σκέφτονται: «Κάπου παραμονεύει ή άνοιξη! Ας κοιμηθούμε κι ας την ονειρευτούμε, για να περάσει ευχάριστα η νύχτα. Κάθε καταιγίδα και κάθε θεομηνία μας φέρνει κοντύτερα της. . »
Θα μου άρεσε πολύ να έχω τις προμήθειες μου, ένα γερό και ζεστό σπίτι, και να παρακολουθώ ασφαλής τα καμώματα του καιρού σ΄αυτό το σκληρό, το ανελέητο πολικό κλίμα! Να δω, σ΄όλο το μεγαλείο και την ομορφιά της, την αδάμαστη Φύση!
Νωρίς το μεσημέρι, φτάνουμε στο Ρίο Γκαγιέγκος, μια μικρή πόλη, πάνω στον Ατλαντικό, στην επαρχία της Santa Cruz. O Χόρχε, ο οδηγός του πούλμαν και η Κλαούντια η…αντροφέρνουσα πανύψηλη ξεναγός μας περιμένουν με χαμόγελα. Σ’ αυτούς τους δύο, έλαχεν ο κλήρος να μας μπάσουν πρώτοι σε δύο λογής μυστικά:Την Παταγονία και το «Ματέ»! Με την Παταγονία θα πρωτοσμίξουμε στην μακρυά πορεία μας από το Γκαγιέγκος στο Καλαφάτε.
Το «Ματέ» θα το γνωρίσουμε αμέσως μόλις το πούλμαν ξεκινά.
Την ιεροτελεστία της παρασκευής του, την έχει αναλάβει η Κλαούντια. Με ύφος περίφροντι και σοβαρό-σαν γκουρού-σε αυτοσυγκέντρωση. . Από ένα μεγάλο, τενεκεδένιο κουτί, παίρνει με το δεξί μια μεγάλη ποσότητα ενός γκριζοπράσινου χόρτου, κατά τα άλλα άοσμου. Στο αριστερό κρατά ένα καύκαλο μικρής κολοκύθας, ντυμένο με δέρμα, προφανώς για μόνωση. Ρίχνει εκεί μέσα το χορτάρι. Κι από πάνω ρίχνει, σιγά σιγά, με προσοχή, καυτό νερό, που κρατά μέσα σ΄ένα τεράστιο θερμός. Δίχως να ανακατεύει ή να ταράζει το νερό. Η βάση της προετοιμασίας είναι αυστηρή:Καθόλου, μα καθόλου ανακάτεμα! Περιμένει λίγα λεπτά, έως ότου το χόρτο απορροφήσει όλο το νερό. Ρίχνει κι άλλο. Πάλι αργά. Περιμένει. Μισοαπορροφάται κι αυτό. Ρίχνει τρίτη φορά. Τώρα το κολοκύθι, από τη μέση κι απάνω έχει πια το αναμενόμενο αφέψημα.
Α, ήρθε και η ώρα της … «πομπιγίτσας»! Ουφ, μη παίρνετε τα πάντα τοις μετρητοίς! Μ΄αρέσει να ξαναβαφτίζω τα πράματα! «Pompija» τη λένε οι άνθρωποι! Την προφέρουν «πομπίγια». Αλλά επειδή είναι μικρούλα, εμένα μ’ αρέσει να τη λέω χαϊδευτικά «πομπιγίτσα». Είναι μια μικρή «τρόμπα». Μικρότερη από κουταλάκι. ΄Εχει στέλεχος σωληνωτό, σαν καλαμάκι γρανίτας, συνήθως από ασήμι. Καταλήγει όμως σ’ ένα πλατύ κουφωτό πέλμα, διάτρητο. Σαν σουρωτήρι. Από εκεί μέσα περνά εύκολα το νερό, αλλά όχι και τα χόρτα. Ρουφάς από πάνω, και το αφέψημα φτάνει στον ουρανίσκο σου πεντακάθαρο, πικρό κι άνοστο. Σαν …. ανάλατο μου φάνηκε! Δεν ξέρω…
Το «Ματέ» είναι πράμα κοινόχρηστο. Σαν τη «Γιακόνα» των νησιών Fiji. Από το ίδιο κολοκύθι, κι από την ίδια πομπίγια, τραβούν όλοι της παρέας μια ρουφηξιά. Γρήγορα το καυκαλάκι αδειάζει. Η… Ματοχόος παίρνει το κοινόχρηστο κύπελλο, βγάζει με προσοχή την πομπίγια και σιγά σιγά προσθέτει νερό, πάντα χωρίς να ταράζει το περιεχόμενο. Περιμένει να απορροφηθεί. Προσθέτει ακόμη λίγο. Κι όταν νομίσει ότι αρκεί το θέτει σε κίνηση, βάζοντας πάλι μέσα την πομπίγια. Αυτό γίνεται όλη τη μέρα. Κι όλη την νύχτα μπορώ να σας πω, αν η παρέα το καλεί. Διακοπή ενδιάμεση δεν υπάρχει. ΄Οποιος βαρεθεί ή γίνει ο «στόμας» του παντοφλέ από την πίκρα και τη στυφάδα λέει Gracias κι αυτό σημαίνει: Να μένει το βύσσινο ή Ευχαριστώ δεν θα πάρω! Οι υπόλοιποι συνεχίζουν μέχρι τελικής πτώσεως.
΄Οταν πια μάθαμε και τη διαδικασία του «Ματέ», ρίξαμε και μια ματιά έξω. Και αποσβολωθήκαμε. Ερημιά! Ισιάδα! Επίπεδη απομόνωση! Γη και Ουρανός! Χαλίκια και σκόνη! Απεραντοσύνη και σιωπή. Και πάνω απ΄όλα, ερημιά. Όχι ερήμωση! Σκέτη, καθαρή ερημιά! Σαν ο Θεός να ήθελε να σκηνοθετήσει εδώ, ένα συγκλονιστικό θρίλλερ. Κι αυτήν την ερημιά τη νοιώθεις μέσα σου. Κατασταλάζει θαρρείς στην ψυχή σου. Κι όμως την καλοδέχεσαι. Γιατί κάπου σε ηρεμεί! Μπορεί και να σε ανακουφίζει!
-Περίεργο. σκέφτομαι. ΄Ένα τέτοιο αίσθημα για πρώτη φορά έχω. Η Σαχάρα και η έρημος Γκόμπι δεν μου το έδωσαν. Ερημιά ήταν κι εκεί. ΄Η μήπως ήταν ερήμωση;Εκεί ένοιωθα πελώρια την παγίδα του θανάτου. Και ανατρίχιαζα…Αμ οι στέπες της Μογγολίας;Ερημιά του Θεού ήταν και σ΄αυτές. ΄Ομως εκεί το πράσινο όργιο της χλόης σε παρηγορούσε. Τούτο εδώ το αίσθημα ήταν αλλοιώτικο. Εντελώς αλλοιώτικο! Διότι εδώ γινόταν τούτο το σχιζοφρενικό. Ενώ ο τόπος έμοιαζε σχεδόν εξωπραγματικός, δεν σ΄αγρίευε. Αντιθέτως σε προκαλούσε να δείς περισσότερα, να ανακαλύψεις καινούρια, να χαρείς μιαν ατμόσφαιρα μαγείας και προκλήσεων.
Αυτό πράγματι είναι τελικά η Παταγονία. Πρόκληση! Ανοιχτός πειρασμός! Σαν να σου φωνάζει από κάθε γωνιά:Είμαι εδώ, για σένα. Ψάξε με! Κι ανακάλυψε με! ΑΝ μπορείς…
Ε λοιπόν αυτό το ΑΝ κάνει την διαφορά. Στις ερήμους δεν υπάρχει ΑΝ. αφού δεν υπάρχει Ελπίδα. Μονάχα ο Θάνατος!
Εδώ όμως όλα αρχίζουν μ΄αυτή τη λεξούλα:
*Αν ανέβαινα αυτόν τον ανήφορο, τι θα΄βλεπα στο τέρμα του;
*Αν έμπαινα μ΄ένα σκαφάκι σε τούτη τη λίμνη, τι θα μου αποκάλυπταν οι στροφές της;
*Αν έκανα το γύρο τούτου του νησιού, ποια θα ήταν η θέα;
*Αν, αν, αν…
Και η περιέργεια μαζί με την ανάγκη για περιπέτεια, να σου πολλαπλασιάζουν τους σφυγμούς, και να σου ανεβάζουν τον πυρετό στα ύψη.
-Τι καθόμαστε λοιπόν;Ξεκινάμε! Τώρα! Κι όπου μας βγάλει.
Η Παταγονία άλλωστε, έχει ένα εκπληκτικό προσόν:Δεν επαναλαμβάνεται ΠΟΤΕ.
Σε κρατά διαρκώς σε διέγερση και εγρήγορση. Διότι ουδέποτε παίζει το ίδιο παιχνίδι. Ποτέ δε λέει την ίδια ιστορία. Πάντα καταφέρνει να σε παίρνει απ΄τα μούτρα. Να σε αλλαφιάζει και τελικά να σε καθηλώνει. Πότε λιτή κι απέριττη. Πότε μεγαλειώδης και απρόσιτη. Πότε γλυκειά και τρυφερή, χαδιάρα και πλανερή, και πότε άγρια κι απρόβλεπτη, καταφέρνει πάντα να σε κρατά αρτσωμένο. Συνεχώς περιμένεις κάτι. Και ξέρεις πως θα’ ρθει. Πως είναι εκεί. Στην επόμενη στροφή. Στη σκιερή γωνία. Στο πύργωμα του παγετώνα. Στα μεγαλόπρεπα παγόβουνα. Στις υγρές, κατάφυτες σπηλιές. Στά βράχια, στα ποτάμια, στους καταρράκτες, στα φαράγγια, στις κοιλάδες, στις λίμνες, στα δάση, στα οροπέδια…
Εν τέλει η ομορφιά της Παταγονίας είναι η απίστευτη ποικιλία της που τη βλέπεις, και η μαγεία της που την αισθάνεσαι, σε κάθε κώχη, σε κάθε κούρμπα, σε κάθε κοτρώνι.
Τώρα, καθώς πορεύομαστε, βόρεια πάντα, από το Rio Callegos προς Καλαφάτε, βλέπουμε μονάχα το λιτό πρόσωπο, με τη δύναμη της Μοναξιάς και την υποβλητικότητα του τραγουδιού των Καλοκαιρινών Ανέμων. Σαρώνουν οι αέρηδες τα ξεκάρφωτα ξερόχορτα και γδέρνουν το στεγνό χώμα, ως τον άλλο χειμώνα, ως τους άλλου χιονάδες…΄Ετσι η είσοδος μας στην Παταγονία γίνεται με το μαλακό! Για να μη γνωρίσουμε συμπτώματα…. ανακοπής…
Αύριο θα έχουμε την εκπληκτικότερη ίσως εμπειρία της ζωής μας. Θα δούμε επί τέλους, τον Περίτο Μορένο, τον μοναδικό παγετώνα στον κόσμο, που ο όγκος του ολοένα αυξάνει, και. . περπατάει προς την αρχή της λίμνης Argentino.
Αμάν, να δώ παγετώνα που να ξεκινάει από το ύψος μου! ΄Οποιο κι αν είναι! Δε θα πάθω τώρα κόμπλεξ και για το 1. 59 που είμαι! Μην τρελλαθούμε!
Πρίν όμως φτάσουμε σ΄αυτόν, έχετε μια τόση δα υπομονή, να ψάξουμε και να βρούμε τι σόι φαινόμενο είναι οι παγετώνες. Για να ξέρουμε, δηλαδή τι βλέπουμε.
΄Άλλη μια παλιά συνοικία του Buenos Aires
Αν, από την πλατεία De Mayo του Προεδρικού μεγάρου, ακολουθήσεις την Avenida Passeo Colon προς νότο, βρίσκεσαι στην παλιά συνοικία San Telmo. Μέχρι και τον 19ο αιώνα ήταν αριστοκρατικό προάστειο. ΄Όμως, όταν έπεσε εδώ επιδημία κίτρινου πυρετού, οι πλούσιοι Portenos μετακόμισαν προς τά βορεινά.
΄Οταν άρχισαν να έρχονται στην Αργεντινή μετανάστες, κούρνιασαν εδώ:στα παλιά σπίτια, τα οποία χώριζαν σε μικρότερους χώρους, για να βολεύονται όσο γίνεται περισσότεροι. ΄Ετσι, ζούσαν μαζί πολλές οικογένειες, με κακές συνθήκες υγιεινής. Και αφού έγινε η αρχή, τίποτα δεν σταματούσε πια την υποβάθμιση της περιοχής. Σ΄αυτήν την κατάσταση βρίσκεται και σήμερα.
Όμως, τούτη η γειτονιά. εκτός του ότι είναι η παλιότερη, έχει το μερίδιο της και στην ιστορία της πόλης. Το 1806 οι ΄Αγγλοι, στον πόλεμο τους με την Ισπανία, εισέβαλαν στο Μπουένος ΄Αιρες, και το κράτησαν για ένα χρόνο. Την επόμενη χρονιά η εθνική αντίσταση ήταν ήδη οργανωμένη και πολύ επιθετική. Οπότε όταν μια δύναμη των Εγγλέζων περνούσε από τη σημερινή Calle Defensa(οδός Αντιστάσεως) του San Telmo, όλοι οι ένοικοι των σπιτιών αυτού του δρόμου, έρριχναν πάνω στους στρατιώτες, τενεκέδες με καυτό λάδι. Και από το μπαλκόνι του αριθμού 372, ένα κανόνι έριχνε μπαταριές! ! ! Οι Εγγλέζοι οδυνηρά αιφνιδιασμένοι, έτρεξαν να κρυφτούν στα πλοία τους αφήνοντας την νίκη στους Portenos! Και όλα αυτά εδώ στο San Telmo.
Μέσα στις γραφικότητες της συνοικίας είναι και το παζάρι στην Plaza Dorrego. Γίνεται μια φορά την εβδομάδα και βρίσκεις πολύ ενδιαφέροντα πράγματα. Ακόμη και αυθεντικές αντίκες. Σ΄αυτήν την πλατεία, πέσαμε και πάνω σε ένα θέαμα χορευτικό. Δύο νέα παιδιά χορεύουν Tango, στους ήχους ενός κασετόφωνου. Μαύρο, κορακάτο μαλλί, μαζεμένο σε σινιόν, η κοπελιά. Και φόρεμα μαύρο, σχιστό ως το γοφό, με τακούνι πανύψηλο. Ο νεαρός φορά μαύρο, επίσημο κοστούμι, κι έχει το μαλλί ίσιο, κολλημένο με μπριγιαντίνη. Μέσα στον ήλιο και με μπόλικους θεατές, εν οις και εμείς, χορεύουν. Χορεύουν με εκείνες τις τρελλές φιγούρες που είδαμε το προηγούμενο βράδυ, στην Casa Blanca. Θαρρείς κι είσαι σε …τσίρκο! Πώς οι άνθρωποι δεν μπερδεύουν-κι εδώ θα κυριολεκτήσω-τα μπούτια τους;Πώς δεν περδικλώνονται να πέσουν και να τσακιστούν;Αφήστε που τις περισσότερες φορές η κυρία φορά και φόρεμα με …. ουρά! Κι αυτό κάνει τα πράγματα ακόμη δυσκολότερα. Διότι, αντί οι χειριστές να έχουν το νου τους στα 4 ποδάρια τους, πρέπει τώρα να προσέχουν μην τύχει και πατήσουν και το ύφασμα!
Η επίσκεψη μας τελειώνει με μια παγωμένη μπύρα σ’ ένα παλιό καφενέ της πλατείας.
RIO GALLEGOS-CALAFATE
΄Οταν το πουθενά είναι προορισμός με ένα συντροφικό «ΜΑΤΕ»
΄Οσο όμορφο όμως κι αν είναι το Buenos Aires το σταματώ εδώ. Διότι δεν είναι ο προορισμός μας. Είναι μονάχα η πόρτα, που θα μας μπάσει στην Μεγάλη Περιπέτεια. Στην τρομερή Ανακάλυψη και Αποκάλυψη. Από εδώ πετάμε προς νότον, στο Rio Gallegos, στο οποίο φτάνουμε μετά από 3. 30 ώρες. Από το αεροδρόμιο και μετά από πορεία 4 ωρών προς ΒΔ, με αυτοκίνητο, θα φτάσουμε στο Calafate. Από κείνη τη στιγμή αρχίζει ουσιαστικά το ταξίδι.
Είναι ένα μικρό χωριουδάκι 3. 500 κατοίκων, που το χειμώνα αδειάζει, αφού τους περισσότερους μήνες του χρόνου είναι εντελώς αποκλεισμένο από το βαρύ χιόνι και τις τρομερές θύελλες. Καμιά 300αριά μένουν μονίμως εδώ-Είναι οι γενναίοι που κάθε βράδυ σκέφτονται: «Κάπου παραμονεύει ή άνοιξη! Ας κοιμηθούμε κι ας την ονειρευτούμε, για να περάσει ευχάριστα η νύχτα. Κάθε καταιγίδα και κάθε θεομηνία μας φέρνει κοντύτερα της. . »
Θα μου άρεσε πολύ να έχω τις προμήθειες μου, ένα γερό και ζεστό σπίτι, και να παρακολουθώ ασφαλής τα καμώματα του καιρού σ΄αυτό το σκληρό, το ανελέητο πολικό κλίμα! Να δω, σ΄όλο το μεγαλείο και την ομορφιά της, την αδάμαστη Φύση!
Νωρίς το μεσημέρι, φτάνουμε στο Ρίο Γκαγιέγκος, μια μικρή πόλη, πάνω στον Ατλαντικό, στην επαρχία της Santa Cruz. O Χόρχε, ο οδηγός του πούλμαν και η Κλαούντια η…αντροφέρνουσα πανύψηλη ξεναγός μας περιμένουν με χαμόγελα. Σ’ αυτούς τους δύο, έλαχεν ο κλήρος να μας μπάσουν πρώτοι σε δύο λογής μυστικά:Την Παταγονία και το «Ματέ»! Με την Παταγονία θα πρωτοσμίξουμε στην μακρυά πορεία μας από το Γκαγιέγκος στο Καλαφάτε.
Το «Ματέ» θα το γνωρίσουμε αμέσως μόλις το πούλμαν ξεκινά.
Την ιεροτελεστία της παρασκευής του, την έχει αναλάβει η Κλαούντια. Με ύφος περίφροντι και σοβαρό-σαν γκουρού-σε αυτοσυγκέντρωση. . Από ένα μεγάλο, τενεκεδένιο κουτί, παίρνει με το δεξί μια μεγάλη ποσότητα ενός γκριζοπράσινου χόρτου, κατά τα άλλα άοσμου. Στο αριστερό κρατά ένα καύκαλο μικρής κολοκύθας, ντυμένο με δέρμα, προφανώς για μόνωση. Ρίχνει εκεί μέσα το χορτάρι. Κι από πάνω ρίχνει, σιγά σιγά, με προσοχή, καυτό νερό, που κρατά μέσα σ΄ένα τεράστιο θερμός. Δίχως να ανακατεύει ή να ταράζει το νερό. Η βάση της προετοιμασίας είναι αυστηρή:Καθόλου, μα καθόλου ανακάτεμα! Περιμένει λίγα λεπτά, έως ότου το χόρτο απορροφήσει όλο το νερό. Ρίχνει κι άλλο. Πάλι αργά. Περιμένει. Μισοαπορροφάται κι αυτό. Ρίχνει τρίτη φορά. Τώρα το κολοκύθι, από τη μέση κι απάνω έχει πια το αναμενόμενο αφέψημα.
Α, ήρθε και η ώρα της … «πομπιγίτσας»! Ουφ, μη παίρνετε τα πάντα τοις μετρητοίς! Μ΄αρέσει να ξαναβαφτίζω τα πράματα! «Pompija» τη λένε οι άνθρωποι! Την προφέρουν «πομπίγια». Αλλά επειδή είναι μικρούλα, εμένα μ’ αρέσει να τη λέω χαϊδευτικά «πομπιγίτσα». Είναι μια μικρή «τρόμπα». Μικρότερη από κουταλάκι. ΄Εχει στέλεχος σωληνωτό, σαν καλαμάκι γρανίτας, συνήθως από ασήμι. Καταλήγει όμως σ’ ένα πλατύ κουφωτό πέλμα, διάτρητο. Σαν σουρωτήρι. Από εκεί μέσα περνά εύκολα το νερό, αλλά όχι και τα χόρτα. Ρουφάς από πάνω, και το αφέψημα φτάνει στον ουρανίσκο σου πεντακάθαρο, πικρό κι άνοστο. Σαν …. ανάλατο μου φάνηκε! Δεν ξέρω…
Το «Ματέ» είναι πράμα κοινόχρηστο. Σαν τη «Γιακόνα» των νησιών Fiji. Από το ίδιο κολοκύθι, κι από την ίδια πομπίγια, τραβούν όλοι της παρέας μια ρουφηξιά. Γρήγορα το καυκαλάκι αδειάζει. Η… Ματοχόος παίρνει το κοινόχρηστο κύπελλο, βγάζει με προσοχή την πομπίγια και σιγά σιγά προσθέτει νερό, πάντα χωρίς να ταράζει το περιεχόμενο. Περιμένει να απορροφηθεί. Προσθέτει ακόμη λίγο. Κι όταν νομίσει ότι αρκεί το θέτει σε κίνηση, βάζοντας πάλι μέσα την πομπίγια. Αυτό γίνεται όλη τη μέρα. Κι όλη την νύχτα μπορώ να σας πω, αν η παρέα το καλεί. Διακοπή ενδιάμεση δεν υπάρχει. ΄Οποιος βαρεθεί ή γίνει ο «στόμας» του παντοφλέ από την πίκρα και τη στυφάδα λέει Gracias κι αυτό σημαίνει: Να μένει το βύσσινο ή Ευχαριστώ δεν θα πάρω! Οι υπόλοιποι συνεχίζουν μέχρι τελικής πτώσεως.
΄Οταν πια μάθαμε και τη διαδικασία του «Ματέ», ρίξαμε και μια ματιά έξω. Και αποσβολωθήκαμε. Ερημιά! Ισιάδα! Επίπεδη απομόνωση! Γη και Ουρανός! Χαλίκια και σκόνη! Απεραντοσύνη και σιωπή. Και πάνω απ΄όλα, ερημιά. Όχι ερήμωση! Σκέτη, καθαρή ερημιά! Σαν ο Θεός να ήθελε να σκηνοθετήσει εδώ, ένα συγκλονιστικό θρίλλερ. Κι αυτήν την ερημιά τη νοιώθεις μέσα σου. Κατασταλάζει θαρρείς στην ψυχή σου. Κι όμως την καλοδέχεσαι. Γιατί κάπου σε ηρεμεί! Μπορεί και να σε ανακουφίζει!
-Περίεργο. σκέφτομαι. ΄Ένα τέτοιο αίσθημα για πρώτη φορά έχω. Η Σαχάρα και η έρημος Γκόμπι δεν μου το έδωσαν. Ερημιά ήταν κι εκεί. ΄Η μήπως ήταν ερήμωση;Εκεί ένοιωθα πελώρια την παγίδα του θανάτου. Και ανατρίχιαζα…Αμ οι στέπες της Μογγολίας;Ερημιά του Θεού ήταν και σ΄αυτές. ΄Ομως εκεί το πράσινο όργιο της χλόης σε παρηγορούσε. Τούτο εδώ το αίσθημα ήταν αλλοιώτικο. Εντελώς αλλοιώτικο! Διότι εδώ γινόταν τούτο το σχιζοφρενικό. Ενώ ο τόπος έμοιαζε σχεδόν εξωπραγματικός, δεν σ΄αγρίευε. Αντιθέτως σε προκαλούσε να δείς περισσότερα, να ανακαλύψεις καινούρια, να χαρείς μιαν ατμόσφαιρα μαγείας και προκλήσεων.
Αυτό πράγματι είναι τελικά η Παταγονία. Πρόκληση! Ανοιχτός πειρασμός! Σαν να σου φωνάζει από κάθε γωνιά:Είμαι εδώ, για σένα. Ψάξε με! Κι ανακάλυψε με! ΑΝ μπορείς…
Ε λοιπόν αυτό το ΑΝ κάνει την διαφορά. Στις ερήμους δεν υπάρχει ΑΝ. αφού δεν υπάρχει Ελπίδα. Μονάχα ο Θάνατος!
Εδώ όμως όλα αρχίζουν μ΄αυτή τη λεξούλα:
*Αν ανέβαινα αυτόν τον ανήφορο, τι θα΄βλεπα στο τέρμα του;
*Αν έμπαινα μ΄ένα σκαφάκι σε τούτη τη λίμνη, τι θα μου αποκάλυπταν οι στροφές της;
*Αν έκανα το γύρο τούτου του νησιού, ποια θα ήταν η θέα;
*Αν, αν, αν…
Και η περιέργεια μαζί με την ανάγκη για περιπέτεια, να σου πολλαπλασιάζουν τους σφυγμούς, και να σου ανεβάζουν τον πυρετό στα ύψη.
-Τι καθόμαστε λοιπόν;Ξεκινάμε! Τώρα! Κι όπου μας βγάλει.
Η Παταγονία άλλωστε, έχει ένα εκπληκτικό προσόν:Δεν επαναλαμβάνεται ΠΟΤΕ.
Σε κρατά διαρκώς σε διέγερση και εγρήγορση. Διότι ουδέποτε παίζει το ίδιο παιχνίδι. Ποτέ δε λέει την ίδια ιστορία. Πάντα καταφέρνει να σε παίρνει απ΄τα μούτρα. Να σε αλλαφιάζει και τελικά να σε καθηλώνει. Πότε λιτή κι απέριττη. Πότε μεγαλειώδης και απρόσιτη. Πότε γλυκειά και τρυφερή, χαδιάρα και πλανερή, και πότε άγρια κι απρόβλεπτη, καταφέρνει πάντα να σε κρατά αρτσωμένο. Συνεχώς περιμένεις κάτι. Και ξέρεις πως θα’ ρθει. Πως είναι εκεί. Στην επόμενη στροφή. Στη σκιερή γωνία. Στο πύργωμα του παγετώνα. Στα μεγαλόπρεπα παγόβουνα. Στις υγρές, κατάφυτες σπηλιές. Στά βράχια, στα ποτάμια, στους καταρράκτες, στα φαράγγια, στις κοιλάδες, στις λίμνες, στα δάση, στα οροπέδια…
Εν τέλει η ομορφιά της Παταγονίας είναι η απίστευτη ποικιλία της που τη βλέπεις, και η μαγεία της που την αισθάνεσαι, σε κάθε κώχη, σε κάθε κούρμπα, σε κάθε κοτρώνι.
Τώρα, καθώς πορεύομαστε, βόρεια πάντα, από το Rio Callegos προς Καλαφάτε, βλέπουμε μονάχα το λιτό πρόσωπο, με τη δύναμη της Μοναξιάς και την υποβλητικότητα του τραγουδιού των Καλοκαιρινών Ανέμων. Σαρώνουν οι αέρηδες τα ξεκάρφωτα ξερόχορτα και γδέρνουν το στεγνό χώμα, ως τον άλλο χειμώνα, ως τους άλλου χιονάδες…΄Ετσι η είσοδος μας στην Παταγονία γίνεται με το μαλακό! Για να μη γνωρίσουμε συμπτώματα…. ανακοπής…
Αύριο θα έχουμε την εκπληκτικότερη ίσως εμπειρία της ζωής μας. Θα δούμε επί τέλους, τον Περίτο Μορένο, τον μοναδικό παγετώνα στον κόσμο, που ο όγκος του ολοένα αυξάνει, και. . περπατάει προς την αρχή της λίμνης Argentino.
Αμάν, να δώ παγετώνα που να ξεκινάει από το ύψος μου! ΄Οποιο κι αν είναι! Δε θα πάθω τώρα κόμπλεξ και για το 1. 59 που είμαι! Μην τρελλαθούμε!
Πρίν όμως φτάσουμε σ΄αυτόν, έχετε μια τόση δα υπομονή, να ψάξουμε και να βρούμε τι σόι φαινόμενο είναι οι παγετώνες. Για να ξέρουμε, δηλαδή τι βλέπουμε.