χριστίναα95
Member
- Μηνύματα
- 191
- Likes
- 849
Τρεις περίπου μήνες μετά την επιστροφή μου από μία πεντάμηνη διαμονή στις Βρυξέλλες, και επιτέλους κάθισα να βάλω σε μια τάξη όλα τα συναισθήματα και τις πληροφορίες που έχω για αυτήν την πόλη. Πιστεύω πως η πρωτεύουσα του Βελγίου είναι από τις πόλεις που είναι καλύτερο να τις ζεις παρά να τις επισκέπτεσαι. Η ιδιαιτερότητά της έγκειται στην ατμόσφαιρα και το ρυθμό ζωής που είναι δύσκολο να εκτιμήσει κανείς στις λίγες μέρες που οι ταξιδιώτες συνήθως της αφιερώνουν. Αν και αναμφισβήτητα πρόκειται για έναν ευχάριστο τουριστικό προορισμό, θεωρώ ότι δεν είναι από τις πόλεις που ερωτεύεσαι με την πρώτη ματιά. Οι περισσότεροι φίλοι που τις έχουν επισκεφτεί φαίνεται να συμφωνούν. Για τους πιο πολλούς από αυτούς οι Βρυξέλλες ήταν ένας σταθμός ενός ταξιδιού με πολλούς προορισμούς, και παρόλο που τους άρεσε, δεν ξετρελάθηκαν. Η αλήθεια είναι ότι οι Βρυξέλλες δεν είναι το είδος της πόλης που την ερωτεύεσαι με την πρώτη ματιά. Πρέπει να βιώσεις την πολυπολιτισμικότητά της, να πιάσεις κουβέντα με ξένους κάθε πιθανής καταγωγής στα μεγάλα κοινά τραπέζια των brasserie της, να περπατήσεις σε γραφικά στενά που μοσχοβολούν φρεσκοψημένη βάφλα, να ανακαλύψεις αριστουργήματα ζωγραφισμένα στους τοίχους κάθε γειτονιάς και να πηγαίνεις για μπύρα κάθε βράδυ για βδομάδες, χωρίς ποτέ να χρειαστεί να πιεις την ίδια μπύρα πάνω από μια φορά. Τότε, δε θα θέλεις να φύγεις ποτέ. Αν εξαιρέσεις τις ακριβές τιμές στα ενοίκια και τα εστιατόρια και τον μουντό καιρό, δεν έχω κάτι αρνητικό να πω για την πόλη. Ίσως στάθηκα τυχερή, αλλά οι άνθρωποι μου φάνηκαν συμπαθέστατοι. Κανείς ποτέ δε με κοίταξε στραβά για τα αισχρά γαλλικά μου, μετά από μία περίπου εβδομάδα που πήγαινα στη δουλειά με τα πόδια, οι μαγαζάτορες της γειτονιάς άρχισαν να μου λένε καλημέρα, ενώ μια φορά μια γιαγιά μου πρόσφερε σοκολάτα όταν σηκώθηκα για να κάτσει στο λεωφορείο. Μου άρεσε πολύ και το πόσο χαλαρή ήταν η νυχτερινή ζωή. Ποτέ κανείς δε θα σε κοίταζε στραβά αν πήγαινες σε οποιοδήποτε μαγαζί με το τζιν και δεν υπήρχε αυτή η υπερβολική προσοχή στην εμφάνιση, που με ενοχλεί σε αρκετές περιοχές της Ελλάδας. Υπήρχαν πολλοί φοιτητές, πολλά πράγματα να κάνεις και πολλές κοντινές πόλεις να ταξιδέψεις. Η πόλη μου έδωσε ό,τι ήθελα κι ακόμα περισσότερα.
Προσωπικά, προτιμώ να διαβάζω ταξιδιωτικές ιστορίες, παρά γενικές πληροφορίες για μία πόλη και τα αξιοθέατά της και φυσικά, εμπειρίες από την καθημερινή ζωή σε μια πόλη δεν είναι πάντα χρήσιμες για κάποιον που σκοπεύει να την επισκεφτεί για λίγες ημέρες. Οπότε, ελπίζοντας να βοηθήσω μελλοντικούς ταξιδιώτες, νομίζω θα είναι καλύτερα να περιγράψω τις Βρυξέλλες μέσα από το πρόγραμμα που ακολουθήσαμε όταν με επισκέφτηκαν οι φίλες μου για πέντε μέρες, μιας και καλύψαμε όλα τα βασικά αξιοθέατα της πόλης. Όταν τελειώσω με τις Βρυξέλλες ελπίζω (αλλά αμφιβάλλω ότι θα τα καταφέρω) να συνεχίσω και με τα ταξίδια που έκανα από κει στη Γάνδη, τη Μπρυζ, την Αμβέρσα, το Ντινάν, το Άμστερνταμ, το Ρότερνταμ και το Ντελφτ, την Κολωνία, τη Βόννη και το Λουξεμβούργο. Επισκέφτηκα επίσης τη Λουβένη και το Μεχέλεν και μου άρεσαν πολύ και τα δύο, αλλά λόγω του ότι τα ταξίδια κανονίστηκαν από άλλον, δε θυμάμαι τόσες λεπτομέρειες όσες θα ήθελα.
Ξεκινάει λοιπόν η πρώτη μας μέρα στις Βρυξέλλες και στο πρόγραμμα είναι η περιοχή του Sablon, το μουσείο του Magritte και η περιοχή γύρω από την Grand Place που περιλαμβάνει και τη χριστουγεννιάτικη αγορά. Έμενα στο Saint Gilles, οπότε, ξεκινήσαμε τη βόλτα μας από το κοντινό Palais Du Justice. Με μόλις λίγα λεπτά περπάτημα φτάσαμε μπροστά στο επιβλητικό κτίριο, και επιλέξαμε να δούμε και το εσωτερικό του. Αφού περάσαμε από ένα βασικό security check βρεθήκαμε σε μια κεντρική αίθουσα με μαρμάρινα σκαλοπάτια, κύωνες, προτομές επιφανών προσώπων και τα σχετικά. Δεν είναι must see αλλά αν είστε σε χαλαρό πρόγραμμα και μπορείτε να του αφιερώσετε 15 λεπτά δεν είναι κακή ιδέα. Ακριβώς μπροστά από το Palais βρίσκεται η αγαπημένη μου Place Polaert, που προσφέρει υπέροχη πανοραμική θέα των Βρυξελλών. Η συγκεκριμένη πλατεία ήταν ίσως το πρώτο σημείο ενδιαφέροντος που είδα στην πόλη, οπότε της έχω μια ιδιαίτερη αδυναμία. Την πρώτη μου μέρα, μην έχοντας καμία αίσθηση του που βρίσκομαι, ακολούθησα τυφλά το google maps κι όταν είδα το συγκεκριμένο σημείο, παρόλο που φοβόμουν μην αργήσω στην πρώτη μέρα στη δουλειά, δε μπόρεσα να αντισταθώ στον πειρασμό και κοντοστάθηκα να θαυμάσω τη θέα. Όταν ο ουρανός είναι καθαρός, μπορείτε να δείτε μέχρι και το Atomium, όταν πάλι όχι, μπορείτε να θαυμάσετε την κορυφή του ουρανοξύστη να χάνεται στον ουρανό. Με λίγα λόγια, η θέα είναι πάντα εντυπωσιακή (πολύ πιο εντυπωσιακή απ΄ ότι φαίνεται στις φωτογραφίες), ενώ δε λείπει και το ελληνικό στοιχείο μιας και με έκπληξη ανακαλύψαμε ένα αυτοκόλλητο με συνθήματα κατά του ολοκληρωτισμού κολλημένα σε ένα από τα τηλεσκόπια.
Λίγα λεπτά περπάτημα μακριά είναι το Jardin du Petit Sablon, ένα μικρό, κουκλίστικο πάρκο με ένα όμορφο σιντριβάνι. Όπως με πληροφόρησε κάποτε κάποιος tour guide, το πάρκο κάποτε ήταν νεκροταφείο. Όμως, αυτό δημιουργούσε πρόβλημα στους κατοίκους της υψηλής κοινωνίας που ζούσαν στην περιοχή, μιας και τα σκυλιά συνέχεια ξέθαβαν κόκαλα. Μετά από παράπονά τους το νεκροταφείο μεταφέρθηκε στις πιο ταπεινές συνοικίες της πόλης δίνοντας τη θέση του στο όμορφο πάρκο. Κάναμε τη βόλτα μας στο μικρό κήπο και ανεβαίνοντας τα σκαλιά πίσω από το σιντριβάνι ρίξαμε μια ματιά στο Egmond Palace. Το παλάτι είναι κλειστό για το κοινό τις περισσότερες μέρες του χρόνου. Αφού περάσαμε και πάλι μέσα από το πάρκο, σταθήκαμε να θαυμάσουμε την όμορφη Église Notre-Dame du Sablon. Σύμφωνα με το θρύλο, μία γυναίκα είδε στον ύπνο της την Παναγία να της ζητάει να κλέψει το ιερό Αγαλμά της από ναό της Αμβέρσας και να τον φέρει στις Βρυξέλλες. Εκείνη ακολούθησε το όραμα και όταν τα κατάφερε, οι αρχές της πόλεις θεώρησαν ότι δεν υπήρχε περίπτωση να είχε ταξιδέψει από τις Βρυξέλλες στην Αμβέρσα και πίσω χωρίς θεϊκή βοήθεια. Επομένως, πίστεψαν ότι όντως αυτό ήταν το θέλημα της Παναγίας και δεν την τιμώρησαν για την κλοπή. Εδώ να πω ότι αυτές της ιστορίες τις άκουσα στα διάφορα Free Walking Tour, στα οποία πηγαίνω αφενός για να μαθαίνω την ιστορία της πόλης και αφ’ ετέρου για να ξέρω αρκετά, ώστε να κάνω την έξυπνη σε φίλους και συγγενείς όταν έρχονται να με επισκεφτούν. Έκανα τρία διαφορετικά tours με τρεις διαφορετικούς ξεναγούς των Sandeman's και των Viva Tours και ήταν όλα εξαιρετικά.
Συνεχίσαμε τη διαδρομή μας, ρίχνοντας κλεφτές ματιές προς τα πίσω για να θαυμάσουμε το palais du justice από μακριά. Περάσαμε από τη συναγωγή και φτάσαμε στην εντυπωσιακή πλατεία των μουσείων. Σε αυτό το σημείο πήγε να με πατήσει αυτοκίνητο τουλάχιστον πέντε φορές, επειδή βλέποντας τον πλακόστρωτο δρόμο πάντα ξεχνιόμουν και νόμιζα ότι πρόκειται για πεζόδρομο. Δεν είναι! Μπήκαμε στο μουσείο του Μαγκρίτ, όπου βγάλαμε νεανικό εισιτήριο των 2 ευρώ και ανά δύο μοιραστήκαμε ένα audio guide. Το μουσείο έχει τρεις ορόφους, ξεκινάς από τον τρίτο και κατεβαίνεις προς τα κάτω. Το audio guide δεν είναι και το καλύτερο που έχω χρησιμοποιήσει, αλλά είναι χρήσιμο, μιας και δεν παρέχονται πληροφορίες κάτω από τους πίνακες. Βέβαια, αν θέλετε να μάθετε για τις ιστορίες και το συμβολισμό πίσω από τα έργα μάλλον θα απογοητευτείτε, γιατί όπως επισημαίνει το audio guide ξανά και ξανά, o Μαγκρίτ πάντα υποστήριζε ότι οι εικόνες του δεν έχουν σύμβολα, κι ότι απλά ζωγραφίζει αυτό που σκέφτεται. Περάσαμε σχεδόν δύο ώρες στο μουσείο, θαυμάζοντας τους πίνακες αλλά και φωτογραφίες από τη ζωή του ζωγράφου και κουρασμένες πλέον από το περπάτημα, αποφασίσαμε να κάτσουμε για καφέ στο Μουσείο Μουσικών Οργάνων. Το ίδιο το Μουσείο δεν το επισκέφτηκα ποτέ, αλλά πολλοί φίλοι που το έκαναν δεν εντυπωσιάστηκαν. Όμως, το εστιατόριο – καφέ του προσφέρει όμορφη θέα της πόλης και διαθέτει μία ταράτσα ιδανική για ηλιόλουστες μέρες.
Έχοντας φάει ένα γλυκό η κάθε μία, κατεβήκαμε προς ένα από τα ομορφότερα σημεία της πόλης: το Mont des Arts. Απ΄ όπου και να κοιτάξεις, ανταμείβεσαι με όμορφες εικόνες, μιας και από τη μία πλευρά βρίσκεται η πλατεία του μουσείου και τα υπέροχα κτίρια που την περιτριγυρίζουν, και από την άλλη είναι ο δρόμος προς την Grand Place. Αφού θαυμάσαμε τη θέα και βγάλαμε τις απαραίτητες φωτογραφίες περάσαμε από το όμορφο πάρκο από κάτω της με τελικό προορισμό την Grand Place. Αφού περάσαμε τις γκαλερί και τις πρώτες τουριστικές friterie και gaufrerie, μπήκαμε στις Galeries royales Saint-Hubert, όπου το χρυσό χρώμα σε συνδυασμό με τα χριστουγεννιάτικα στολίδια δημιουργούσαν υπέροχη ατμόσφαιρα. Μετά τις απαραίτητες στάσεις στα μαγαζιά με τις σοκολάτες φτάσαμε επιτέλους στην Grand Place. Έχω πάει σε αυτήν την πλατεία χιλιάδες φορές και πραγματικά, κάθε φορά ενθουσιάζομαι σα να τη βλέπω πρώτη φορά. Τα κορίτσια επίσης ενθουσιάστηκαν και η φωτογραφική μηχανή πήρε φωτιά. Αφού χορτάσαμε τα επιβλητικά κτίρια της πλατείας στρίψαμε για το αναγκαστικό πέρασμα από το δρόμο με τα ελληνικά σουβλατζίδικα. Όπως και να το κάνουμε, το να βλέπεις ταμπέλες, Μύκονος, Ακρόπολη και τα σχετικά σε μια Ευρωπαϊκή πρωτεύουσα έχει το γούστο του. Στη συνέχεια κατευθυνθήκαμε προς το Manneken Pis, το οποίο, αν και είναι το πιο χαζό αξιοθέατο της Ευρώπης, έχει το πλεονέκτημα να βρίσκεται σε ένα δρόμο γεμάτο βαφλάδικα. Φυσικά, οι βιτρίνες και οι μυρωδιές δε μας άφησαν ασυγκίνητες. Όσο δελεαστικές και να είναι οι σοκολάτες κι οι φράουλες στις βιτρίνες, τίποτα, μα τίποτα στον κόσμο δε συγκρίνεται με μία φρεσκοψημμένη βάφλα Λιέγης, σκέτη ή μόνο με άχνη ζάχαρη. Αφού είδαμε και το Manneken Pis, κάναμε μια βόλτα στους όμορφους δρόμους γύρω από την πλατεία και τελικά καταλήξαμε στην Bourse. Θαυμάσαμε το στολισμένο κτίριο, επισκεφτήκαμε τα διάφορα μαγαζιά με κόμικς και manga, τα οποία οι φίλες μου λάτρεψαν, και συνεχίσαμε τη βόλτα προς τη Χριστουγεννιάτικη αγορά.
Περάσαμε από την πλατεία Saint Catherine, όπου ήταν στημένα τα πρώτα ξύλινα σπιτάκια και δύο υπέροχα καρουζέλ και φτάσαμε στην κεντρική αγορά, όπου η εορταστική ατμόσφαιρα δε μπορεί παρά να σε βάλει στο πνεύμα των Χριστουγέννων. Οι φίλες μου δε μοιράστηκαν τον ενθουσιασμό μου για το χριστουγεννιάτικο ζεστό κρασί (ίσως επειδή δεν έκανε κρύο, ώστε να βιώσουν την ευγνωμοσύνη που βίωσα την πρώτη φορά που ήπια ζεστό κρασί στους -2 βαθμούς κι ένιωσα να με αγκαλιάζει και να με ζεσταίνει από μέσα), όμως τίμησαν τις διάφορες λιχουδιές που δοκιμάσαμε. Άλλωστε, είχαμε φάει μόνο βάφλες και γλυκά όλη μέρα. Περάσαμε περίπου μία ώρα χαζεύοντας στην αγορά και ενώ είχε πια βραδιάσει για τα καλά γυρίσαμε προς την Grand Place για το light show. Την πρώτη φορά που είδα το συγκεκριμένο light show, απλά περπάταγα με μια φίλη στην πλατεία όταν ξαφνικά τα κτίρια σκοτείνιασαν, άρχισε η μουσική και τα πολύχρωμα φώτα ξεκίνησαν να αναβοσβήνουν. Είχε ψωφόκρυο, είχε μόλις αρχίζει να χιονίζει, έπαιζε Χριστουγεννιάτικη μουσική και όλα τα κτίρια άλλαζαν χρώματα, ενώ οι νιφάδες άσπριζαν τα μαλλιά μας. Ήταν πραγματικά μια στιγμή βγαλμένη από χριστουγεννιάτικη ταινία. Απολαύσαμε το show που κρατάει περίπου 15 λεπτά και θεωρήσαμε πως ήταν το ιδανικό τελείωμα για τη βόλτα μας. Ήμασταν εξαντλημένες από το περπάτημα και η θερμοκρασία είχε αρχίσει να πέφτει, οπότε ήταν ώρα να διαλέξουμε κάποιο μαγαζί. Για το πρώτο μας βράδυ διάλεξα το αγαπημένο bar des amis, όπου δοκιμάσαμε διαφορετικές βέλγικες μπύρες για τις επόμενες ώρες, ενώ μια μεθυσμένη κοπέλα στο διπλανό τραπέζι έπεσε τρεις (!) φορές από το σκαμπό της.
Προσωπικά, προτιμώ να διαβάζω ταξιδιωτικές ιστορίες, παρά γενικές πληροφορίες για μία πόλη και τα αξιοθέατά της και φυσικά, εμπειρίες από την καθημερινή ζωή σε μια πόλη δεν είναι πάντα χρήσιμες για κάποιον που σκοπεύει να την επισκεφτεί για λίγες ημέρες. Οπότε, ελπίζοντας να βοηθήσω μελλοντικούς ταξιδιώτες, νομίζω θα είναι καλύτερα να περιγράψω τις Βρυξέλλες μέσα από το πρόγραμμα που ακολουθήσαμε όταν με επισκέφτηκαν οι φίλες μου για πέντε μέρες, μιας και καλύψαμε όλα τα βασικά αξιοθέατα της πόλης. Όταν τελειώσω με τις Βρυξέλλες ελπίζω (αλλά αμφιβάλλω ότι θα τα καταφέρω) να συνεχίσω και με τα ταξίδια που έκανα από κει στη Γάνδη, τη Μπρυζ, την Αμβέρσα, το Ντινάν, το Άμστερνταμ, το Ρότερνταμ και το Ντελφτ, την Κολωνία, τη Βόννη και το Λουξεμβούργο. Επισκέφτηκα επίσης τη Λουβένη και το Μεχέλεν και μου άρεσαν πολύ και τα δύο, αλλά λόγω του ότι τα ταξίδια κανονίστηκαν από άλλον, δε θυμάμαι τόσες λεπτομέρειες όσες θα ήθελα.
Ξεκινάει λοιπόν η πρώτη μας μέρα στις Βρυξέλλες και στο πρόγραμμα είναι η περιοχή του Sablon, το μουσείο του Magritte και η περιοχή γύρω από την Grand Place που περιλαμβάνει και τη χριστουγεννιάτικη αγορά. Έμενα στο Saint Gilles, οπότε, ξεκινήσαμε τη βόλτα μας από το κοντινό Palais Du Justice. Με μόλις λίγα λεπτά περπάτημα φτάσαμε μπροστά στο επιβλητικό κτίριο, και επιλέξαμε να δούμε και το εσωτερικό του. Αφού περάσαμε από ένα βασικό security check βρεθήκαμε σε μια κεντρική αίθουσα με μαρμάρινα σκαλοπάτια, κύωνες, προτομές επιφανών προσώπων και τα σχετικά. Δεν είναι must see αλλά αν είστε σε χαλαρό πρόγραμμα και μπορείτε να του αφιερώσετε 15 λεπτά δεν είναι κακή ιδέα. Ακριβώς μπροστά από το Palais βρίσκεται η αγαπημένη μου Place Polaert, που προσφέρει υπέροχη πανοραμική θέα των Βρυξελλών. Η συγκεκριμένη πλατεία ήταν ίσως το πρώτο σημείο ενδιαφέροντος που είδα στην πόλη, οπότε της έχω μια ιδιαίτερη αδυναμία. Την πρώτη μου μέρα, μην έχοντας καμία αίσθηση του που βρίσκομαι, ακολούθησα τυφλά το google maps κι όταν είδα το συγκεκριμένο σημείο, παρόλο που φοβόμουν μην αργήσω στην πρώτη μέρα στη δουλειά, δε μπόρεσα να αντισταθώ στον πειρασμό και κοντοστάθηκα να θαυμάσω τη θέα. Όταν ο ουρανός είναι καθαρός, μπορείτε να δείτε μέχρι και το Atomium, όταν πάλι όχι, μπορείτε να θαυμάσετε την κορυφή του ουρανοξύστη να χάνεται στον ουρανό. Με λίγα λόγια, η θέα είναι πάντα εντυπωσιακή (πολύ πιο εντυπωσιακή απ΄ ότι φαίνεται στις φωτογραφίες), ενώ δε λείπει και το ελληνικό στοιχείο μιας και με έκπληξη ανακαλύψαμε ένα αυτοκόλλητο με συνθήματα κατά του ολοκληρωτισμού κολλημένα σε ένα από τα τηλεσκόπια.
Λίγα λεπτά περπάτημα μακριά είναι το Jardin du Petit Sablon, ένα μικρό, κουκλίστικο πάρκο με ένα όμορφο σιντριβάνι. Όπως με πληροφόρησε κάποτε κάποιος tour guide, το πάρκο κάποτε ήταν νεκροταφείο. Όμως, αυτό δημιουργούσε πρόβλημα στους κατοίκους της υψηλής κοινωνίας που ζούσαν στην περιοχή, μιας και τα σκυλιά συνέχεια ξέθαβαν κόκαλα. Μετά από παράπονά τους το νεκροταφείο μεταφέρθηκε στις πιο ταπεινές συνοικίες της πόλης δίνοντας τη θέση του στο όμορφο πάρκο. Κάναμε τη βόλτα μας στο μικρό κήπο και ανεβαίνοντας τα σκαλιά πίσω από το σιντριβάνι ρίξαμε μια ματιά στο Egmond Palace. Το παλάτι είναι κλειστό για το κοινό τις περισσότερες μέρες του χρόνου. Αφού περάσαμε και πάλι μέσα από το πάρκο, σταθήκαμε να θαυμάσουμε την όμορφη Église Notre-Dame du Sablon. Σύμφωνα με το θρύλο, μία γυναίκα είδε στον ύπνο της την Παναγία να της ζητάει να κλέψει το ιερό Αγαλμά της από ναό της Αμβέρσας και να τον φέρει στις Βρυξέλλες. Εκείνη ακολούθησε το όραμα και όταν τα κατάφερε, οι αρχές της πόλεις θεώρησαν ότι δεν υπήρχε περίπτωση να είχε ταξιδέψει από τις Βρυξέλλες στην Αμβέρσα και πίσω χωρίς θεϊκή βοήθεια. Επομένως, πίστεψαν ότι όντως αυτό ήταν το θέλημα της Παναγίας και δεν την τιμώρησαν για την κλοπή. Εδώ να πω ότι αυτές της ιστορίες τις άκουσα στα διάφορα Free Walking Tour, στα οποία πηγαίνω αφενός για να μαθαίνω την ιστορία της πόλης και αφ’ ετέρου για να ξέρω αρκετά, ώστε να κάνω την έξυπνη σε φίλους και συγγενείς όταν έρχονται να με επισκεφτούν. Έκανα τρία διαφορετικά tours με τρεις διαφορετικούς ξεναγούς των Sandeman's και των Viva Tours και ήταν όλα εξαιρετικά.
Συνεχίσαμε τη διαδρομή μας, ρίχνοντας κλεφτές ματιές προς τα πίσω για να θαυμάσουμε το palais du justice από μακριά. Περάσαμε από τη συναγωγή και φτάσαμε στην εντυπωσιακή πλατεία των μουσείων. Σε αυτό το σημείο πήγε να με πατήσει αυτοκίνητο τουλάχιστον πέντε φορές, επειδή βλέποντας τον πλακόστρωτο δρόμο πάντα ξεχνιόμουν και νόμιζα ότι πρόκειται για πεζόδρομο. Δεν είναι! Μπήκαμε στο μουσείο του Μαγκρίτ, όπου βγάλαμε νεανικό εισιτήριο των 2 ευρώ και ανά δύο μοιραστήκαμε ένα audio guide. Το μουσείο έχει τρεις ορόφους, ξεκινάς από τον τρίτο και κατεβαίνεις προς τα κάτω. Το audio guide δεν είναι και το καλύτερο που έχω χρησιμοποιήσει, αλλά είναι χρήσιμο, μιας και δεν παρέχονται πληροφορίες κάτω από τους πίνακες. Βέβαια, αν θέλετε να μάθετε για τις ιστορίες και το συμβολισμό πίσω από τα έργα μάλλον θα απογοητευτείτε, γιατί όπως επισημαίνει το audio guide ξανά και ξανά, o Μαγκρίτ πάντα υποστήριζε ότι οι εικόνες του δεν έχουν σύμβολα, κι ότι απλά ζωγραφίζει αυτό που σκέφτεται. Περάσαμε σχεδόν δύο ώρες στο μουσείο, θαυμάζοντας τους πίνακες αλλά και φωτογραφίες από τη ζωή του ζωγράφου και κουρασμένες πλέον από το περπάτημα, αποφασίσαμε να κάτσουμε για καφέ στο Μουσείο Μουσικών Οργάνων. Το ίδιο το Μουσείο δεν το επισκέφτηκα ποτέ, αλλά πολλοί φίλοι που το έκαναν δεν εντυπωσιάστηκαν. Όμως, το εστιατόριο – καφέ του προσφέρει όμορφη θέα της πόλης και διαθέτει μία ταράτσα ιδανική για ηλιόλουστες μέρες.
Έχοντας φάει ένα γλυκό η κάθε μία, κατεβήκαμε προς ένα από τα ομορφότερα σημεία της πόλης: το Mont des Arts. Απ΄ όπου και να κοιτάξεις, ανταμείβεσαι με όμορφες εικόνες, μιας και από τη μία πλευρά βρίσκεται η πλατεία του μουσείου και τα υπέροχα κτίρια που την περιτριγυρίζουν, και από την άλλη είναι ο δρόμος προς την Grand Place. Αφού θαυμάσαμε τη θέα και βγάλαμε τις απαραίτητες φωτογραφίες περάσαμε από το όμορφο πάρκο από κάτω της με τελικό προορισμό την Grand Place. Αφού περάσαμε τις γκαλερί και τις πρώτες τουριστικές friterie και gaufrerie, μπήκαμε στις Galeries royales Saint-Hubert, όπου το χρυσό χρώμα σε συνδυασμό με τα χριστουγεννιάτικα στολίδια δημιουργούσαν υπέροχη ατμόσφαιρα. Μετά τις απαραίτητες στάσεις στα μαγαζιά με τις σοκολάτες φτάσαμε επιτέλους στην Grand Place. Έχω πάει σε αυτήν την πλατεία χιλιάδες φορές και πραγματικά, κάθε φορά ενθουσιάζομαι σα να τη βλέπω πρώτη φορά. Τα κορίτσια επίσης ενθουσιάστηκαν και η φωτογραφική μηχανή πήρε φωτιά. Αφού χορτάσαμε τα επιβλητικά κτίρια της πλατείας στρίψαμε για το αναγκαστικό πέρασμα από το δρόμο με τα ελληνικά σουβλατζίδικα. Όπως και να το κάνουμε, το να βλέπεις ταμπέλες, Μύκονος, Ακρόπολη και τα σχετικά σε μια Ευρωπαϊκή πρωτεύουσα έχει το γούστο του. Στη συνέχεια κατευθυνθήκαμε προς το Manneken Pis, το οποίο, αν και είναι το πιο χαζό αξιοθέατο της Ευρώπης, έχει το πλεονέκτημα να βρίσκεται σε ένα δρόμο γεμάτο βαφλάδικα. Φυσικά, οι βιτρίνες και οι μυρωδιές δε μας άφησαν ασυγκίνητες. Όσο δελεαστικές και να είναι οι σοκολάτες κι οι φράουλες στις βιτρίνες, τίποτα, μα τίποτα στον κόσμο δε συγκρίνεται με μία φρεσκοψημμένη βάφλα Λιέγης, σκέτη ή μόνο με άχνη ζάχαρη. Αφού είδαμε και το Manneken Pis, κάναμε μια βόλτα στους όμορφους δρόμους γύρω από την πλατεία και τελικά καταλήξαμε στην Bourse. Θαυμάσαμε το στολισμένο κτίριο, επισκεφτήκαμε τα διάφορα μαγαζιά με κόμικς και manga, τα οποία οι φίλες μου λάτρεψαν, και συνεχίσαμε τη βόλτα προς τη Χριστουγεννιάτικη αγορά.
Περάσαμε από την πλατεία Saint Catherine, όπου ήταν στημένα τα πρώτα ξύλινα σπιτάκια και δύο υπέροχα καρουζέλ και φτάσαμε στην κεντρική αγορά, όπου η εορταστική ατμόσφαιρα δε μπορεί παρά να σε βάλει στο πνεύμα των Χριστουγέννων. Οι φίλες μου δε μοιράστηκαν τον ενθουσιασμό μου για το χριστουγεννιάτικο ζεστό κρασί (ίσως επειδή δεν έκανε κρύο, ώστε να βιώσουν την ευγνωμοσύνη που βίωσα την πρώτη φορά που ήπια ζεστό κρασί στους -2 βαθμούς κι ένιωσα να με αγκαλιάζει και να με ζεσταίνει από μέσα), όμως τίμησαν τις διάφορες λιχουδιές που δοκιμάσαμε. Άλλωστε, είχαμε φάει μόνο βάφλες και γλυκά όλη μέρα. Περάσαμε περίπου μία ώρα χαζεύοντας στην αγορά και ενώ είχε πια βραδιάσει για τα καλά γυρίσαμε προς την Grand Place για το light show. Την πρώτη φορά που είδα το συγκεκριμένο light show, απλά περπάταγα με μια φίλη στην πλατεία όταν ξαφνικά τα κτίρια σκοτείνιασαν, άρχισε η μουσική και τα πολύχρωμα φώτα ξεκίνησαν να αναβοσβήνουν. Είχε ψωφόκρυο, είχε μόλις αρχίζει να χιονίζει, έπαιζε Χριστουγεννιάτικη μουσική και όλα τα κτίρια άλλαζαν χρώματα, ενώ οι νιφάδες άσπριζαν τα μαλλιά μας. Ήταν πραγματικά μια στιγμή βγαλμένη από χριστουγεννιάτικη ταινία. Απολαύσαμε το show που κρατάει περίπου 15 λεπτά και θεωρήσαμε πως ήταν το ιδανικό τελείωμα για τη βόλτα μας. Ήμασταν εξαντλημένες από το περπάτημα και η θερμοκρασία είχε αρχίσει να πέφτει, οπότε ήταν ώρα να διαλέξουμε κάποιο μαγαζί. Για το πρώτο μας βράδυ διάλεξα το αγαπημένο bar des amis, όπου δοκιμάσαμε διαφορετικές βέλγικες μπύρες για τις επόμενες ώρες, ενώ μια μεθυσμένη κοπέλα στο διπλανό τραπέζι έπεσε τρεις (!) φορές από το σκαμπό της.
Last edited by a moderator: