Συνοριακό φυλάκιο
Ήταν βασικό για την επιτυχία της αποστολής να μην αφήσουν πίσω τους ίχνη.
Έτσι το πρωινό της 15ης Ιουνίου πήγαν με αυτοκίνητο στον Έβρο στο τελωνείο Καστανέων. Μετά τον έλεγχο διαβατηρίων, διέσχισαν με τα πόδια τα 700 μέτρα περιφραγμένου δρόμου περνώντας μπροστά από το Ελληνικό συνοριακό φυλάκιο όπου καλημέρισαν τα φανταράκια που φύλαγαν σκοπιά, πέρασαν με τα πόδια την διαχωριστική γραμμή των συνόρων και μετά τον έλεγχο από την Τουρκική πλευρά πήραν ένα από τα 2-3 ταξί που περίμεναν και με 20 Τουρκικές λιρίτσες (συν δυο για μπαξίς) πήγαν Αδριανούπολη στα γραφεία της εταιρείας Nilufer στο κέντρο, απέναντι από το μεγάλο τέμενος του Sultan Selim.
Έβγαλαν τα εισιτήρια τους προς 20 TL Το μίνι βαν της εταιρείας τους πήγε στον σταθμό υπεραστικών Otogar έξω από την πόλη. Από εκεί κάθε ώρα είχε πούλμαν για Κων/πολη.
Πήραν το πρώτο και μετά ταξίδι 2.30 ωρών στην πεδιάδα της Ανατολικής Θράκης έφτασαν Κων/πολη στον αντίστοιχο σταθμό Otogar. Στα 50 μέτρα ήταν ο υπόγειος σταθμός του μετρό.
Μετά 5 στάσεις κατέβηκαν στο σταθμό Aksaray και περπατώντας 200 μέτρα έφτασαν στη στάση Yusufpasa του τραμ.
Μια μικρή διαδρομή όπου περνώντας μπροστά από την Αγιά Σοφιά ο Μ1 δεν μπόρεσε να μην ρίξει μια ματιά πίσω από τα μαύρα γυαλιά του και το τραμ τους έφερε στο λιμανάκι των ferries Eminonoy.
Με ferry πέρασαν τον Βόσπορο, πρώτη στάση λιμανάκι Haydarpaca, δεύτερη Kadikoy όπου και κατέβηκαν πατώντας πλέον στην Ασία !
Ο Μ1 ήταν ήσυχος. Είχαν αλλάξει σε 5 ώρες, 7 διαφορετικά μεταφορικά μέσα ! Όποιος τυχόν δοκίμασε να τους παρακολουθήσει, θα είχε εγκαταλείψει την προσπάθεια απελπισμένος.
Υπήρχε βέβαια και η απλούστερη λύση να πάρουν από Αδριανούπολη πούλμαν κατ’ ευθείαν για ασιατική πλευρά (περιοχή Harem) αποφεύγοντας μετρό, τραμ και ferry ο Μ1 όμως δεν το διακινδύνευε γνωρίζοντας ότι το ίδιο μπορεί να σκεφτόταν και οι πράκτορες της Μ.Ι.Τ.
Στα λίγα μέτρα το ξενοδοχείο τους.
Ο Μ1 έβγαλε από το σακίδιό του τον πρώτο φάκελο της αποστολής.
Στην πάνω δεξιά γωνία έγραφε με κόκκινα γράμματα : «Εμπιστευτικόν» και από κάτω τον κωδικό του πληροφοριοδότη κατασκόπου : the SS aris (5)
Τον άνοιξε, μέσα σε ένα μικρό χαρτάκι διάβασε : Çiya Sofrası / Gönül Abla. Χάραξε στη μνήμη του τα ονόματα και έσκισε σε μικρά κομματάκια το χαρτί.
Βγήκαν για αναγνώριση. Η περιοχή είχε πεζοδρόμους και στενά δρομάκια με καταστήματα αλλά κυρίως φαγάδικα και καφέ με κίνηση ανάλογη των παραδρόμων της Ιστικλάλ. Το 50% ντόπιοι και το 50% ξένοι τουρίστες κυρίως Ιταλοί και Ισπανοί ενώ ο Μ1 μόνο σε μία περίπτωση άκουσε ελληνικά.
Είχε αρχίσει να σουρουπώνει όταν κάθισαν στο Çiya Sofrası, βρίσκοντας κατά τύχη άδειο τραπεζάκι. Τα κεμπάπ ήταν πράγματι υπέροχα αλλά η τσ(ι)ομπάν σαλάτα άγευστη και χωρίς ίχνος λαδιού. Η Α-Κ συνόδευσε με μπύρα ενώ ο Μ1 προτίμησε 2 ποτήρια αριάνι. Ο λογαριασμός στις 55 TL – κάπου 25 ευρώ.
Μετά το φαγητό περπάτησαν κατά μήκος όλη τη Moda cad φθάνοντας στη Θάλασσα του Μαρμαρά. Στη διαδρομή εντόπισαν και το μικροσκοπικό Gönül Abla σ’ ένα ήσυχο στενό θέτοντάς το στα υπ’ όψιν για μελλοντικές μυστικές συναντήσεις.
Στην ακτή ένας διάδρομος προχωρούσε αρκετά μέσα στη θάλασσα και κατέληγε σε ένα πλάτωμα σαν νησάκι όπου υπήρχε ένα καφέ-ρεστωράν με τα τραπεζάκια τοποθετημένα στο γύρο, λίγο πάνω από το νερό. Ημίφως, ρομαντικά ζευγαράκια, ήσυχο περιβάλλον και ο Μ1 το βρήκε ιδανικό να φάνε τα «σεκέρια» τους και να πιούνε τα «σερμπέτια» τους απολαμβάνοντας και την έκλειψη σελήνης εκείνη τη βραδιά. Πήραν προφιτερόλ περιχυμένα με ζεστή σοκολάτα και από ένα τσάι. Όταν ήπιαν το τσάι τους, τους έφεραν και δεύτερο και τρίτο χωρίς να τα ζητήσουν και όταν τέλος πλήρωσαν το λογαριασμό ο Μ1 πρόσεξε ότι είχαν χρεωμένα μόνο τα πρώτα, όχι τα υπόλοιπα.
Είδαν και την έκλειψη σελήνης αλλά μερικά συννεφάκια τους εμπόδισαν να την απολαύσουν στην εντέλεια. Στην επιστροφή - ήταν ήδη περασμένες 12 – υπήρχαν ακόμη ανοικτά εμπορικά καταστήματα και οι ιδιοκτήτες σε μικρές παρέες καθόταν έξω και έπιναν τσάι όπως στην Ελλάδα αντίστοιχα θα έπιναν τους φραπέδες.
Την επόμενη το πρωί ο Μ1 ξύπνησε στις 5.30 από τους κρωγμούς των γλάρων και στις 6 παρά τέταρτο (ποιος είπε ότι οι κατάσκοποι έχουν συνηθισμένα ωράρια) ήταν στο δρόμο. Μερικοί μαγαζάτορες στα στενά, ήδη είχαν ανοίξει. Σκούπιζαν τα μαγαζάκια μέσα - έξω και έβγαζαν τις πραμάτειες τους στα πεζοδρόμια.
Ο Μ1 έκανε μια μεγάλη βόλτα στο φαρδύ δρόμο Haydarpaca Rihtim cad μπροστά στο λιμανάκι Kadikoy όπου από τη μεριά της θάλασσας υπήρχαν καμιά πενηνταριά αφετηρίες αστικών λεωφορείων, έρημες εκείνη την ώρα. Είδε ένα καφέ Starbucks ανοικτό αλλά το προσωπικό έπλενε τα τραπεζάκια.
– Καπαλί ! του είπαν μόλις πλησίασε.
Προχώρησε βόρεια για να φωτογραφίσει από μακριά την περιοχή της Αγιά-Σοφιάς
όταν ό ήλιος άρχισε να σκάει πάνω από τις πολυκατοικίες στα ανατολικά. Στην επιστροφή του ήταν ήδη περασμένες έξι και στην Haydarpaca Rihtim cad ήταν ανοικτά μερικά καφέ – τυροπιττάδικα.
– Γκιουναϊντίν εφέντημ ! μπούγιουρουμ ! τον καλωσόρισε ένας χοντρούλης σερβιτόρος - ίδιος ο Μαμαλάκης!
- Μπίρ γκαϊβέ - σεκέρ γιόκ, μπίρ κουρού μπουγάτσα, μπίρ καζάν ντιπί, παρήγγειλε και κάθισε σε τραπεζάκι στο φαρδύ πεζοδρόμιο.
Παραδίπλα του ένας νεαρός άνδρας με άσπρο κοντομάνικο πουκάμισο και γραβάτα είχε ανοικτό το λάπτοπ του και εργαζόταν πίνοντας το τσάι του. Στα σκαλιά του διπλανού κτιρίου πίσω από μια κολώνα κοιμόταν ένας άστεγος όχι μεγάλης ηλικίας, ρακένδυτος, με 30 πόντους μούσι. Δυο νεαρές Τουρκάλες κάθισαν παραγγέλνοντας τσάι και καπνίζοντας τα τσιγάρα το ένα πίσω από το άλλο. Η μία φορούσε κόκκινες γόβες με 12ποντο τακούνι. Ο Μ1 χαμογέλασε. M16, КГБ και Mossad δεν έχασαν χρόνο !
Εν τω μεταξύ είχε πάει 6.30 και η Πόλη ξυπνούσε. Ο έρημος πριν από λίγο δρόμος απέκτησε κίνηση. Από τις αφετηρίες άρχισαν να φεύγουν τα πρώτα αστικά με 3-4 επιβάτες το καθένα. Ζήτησε το λογαριασμό. Ήταν 7 TL, άφησε 8 και ο σερβιτόρος έκανε μια βαθειά υπόκλιση βάζοντας το χέρι στην καρδιά
– Τεσεκιούρ εφέντημ !
Προχώρησε για το ξενοδοχείο περνώντας για λίγο από την Sogutlu Cesme cad. Στους πεζόδρομους στα νότια είχαν ήδη ανοίξει τα καφέ-πρωινάδικα και μερικοί πελάτες - ξένοι κυρίως - καθόταν. Μια ευχάριστη μυρωδιά από φρεσκοψημένο σιμίτ (κουλούρι με σουσάμι) πλανιόταν στην ατμόσφαιρα.
Ώρες - ώρες η τσιγκουνιά της υπηρεσίας του φαινόταν ακατανόητη.
Στην Κων/πολη δεν δικαιολογούσε δαπάνη για ταξί και έτσι θα πήγαιναν στο αεροδρόμιο με αστικό. Ξύπνησε την Α-Κ πήραν στα γρήγορα το πρωινό τους (ο Μ1 ξαναπήρε δηλαδή) και στις 8.30 διέσχιζαν σέρνοντας τα βαλιτσάκια τους την Haydarpaca Rihtim cad προς τις αφετηρίες των αστικών.
Η αφετηρία του Ε-10 που πήγαινε στο Sabiha Gökçen International Airport εντοπιζόταν εύκολα. Ήταν ακριβώς στο κέντρο της περιοχής και επί πλέον ενώ όλες οι άλλες αφετηρίες ήταν παράλληλες προς το δρόμο αυτή ήταν κάθετη. Οι αναχωρήσεις ήταν κάθε ώρα. Πρόλαβαν άνετα των 9.00 και ανέβηκαν πληρώνοντας το εισιτήριο στον οδηγό 2χ3,50 TL. Η διαδρομή ήταν 1 ώρα και μοιραζόταν σε ένα 20λεπτο στην περιοχή Kadikoy, ένα 20λεπτο σε δρόμο ταχείας κυκλοφορίας με αραιές στάσεις και ένα 20λεπτο στην περιοχή Kurtkoy κοντά στο αεροδρόμιο.
Το Sabiha Gökçen International Airport είναι καινούριο αεροδρόμιο αισθητά μικρότερο από το Ataturk και εξυπηρετεί κυρίως πτήσεις εσωτερικού και loco μεταξύ αυτών και της Easy jet με το Airbus των 12.50 της οποίας θα ταξίδευαν.
Ο Μ1 και η Α-Κ παρέδωσαν τις αποσκευές και πέρασαν τους ελέγχους χωρίς κανένα πρόβλημα, αγόρασαν από το Duty free ένα Yeni raki και ένα Glenfiddich για τον σύνδεσμο στο Λονδίνο και προχώρησαν στο gate αναχώρησης όπου εξελίχθηκε μία σκηνή απείρου κάλλους.
Η συνοδός εδάφους της Easy ζήτησε από ένα νεαρό Τούρκο να χωρέσει την αρκετά ογκώδη χειραποσκευή του στο ειδικό μεταλλικό πλαίσιο που ελέγχει τις διαστάσεις των χειραποσκευών. Ακολούθησε ένας έντονος διάλογος στα τουρκικά και τέλος ο νεαρός έβαλε πάνω στο πλαίσιο το παραφουσκωμένο σακβουαγιάζ του το οποίο φυσικά δεν χωρούσε με τίποτα. Παίρνει φόρα και κάθεται με ορμή επάνω και ώ του θαύματος το σακβουαγιάζ χώρεσε σφηνωμένο ενώ οι επιβάτες παράτησαν την ουρά και μαζεύτηκαν γύρω με χάχανα. Άντε τώρα να το ξεσφηνώσει. Το τραβάει με δύναμη πατώντας στη βάση του πλαισίου με αποτέλεσμα να ξηλωθεί το πλαίσιο από την βάση του και να του μείνει στα χέρια μετέωρο μαζί με το σφηνωμένο σάκο του. Ακολούθησε πανζουρλισμός με τις συνοδούς εδάφους να ωρύονται τον κόσμο να χτυπιέται από τα γέλια και τον νεαρό να βγάζει ρούχα από το σάκο του για να τον ξεσφηνώσει.
Εν τέλει η πτήση έγινε στην ώρα της χωρίς άλλα απρόοπτα στη διάρκεια της οποίας ο Μ1 και η Α-Κ πήραν δυο σάντουιτς με σολομό και δυο κρασάκια πληρώνοντας 15 λίρες. Το A319 δεν ήταν τελείως γεμάτο και είχαν στη διάθεσή τους όλη τη σειρά των 3 θέσεων.
Την ώρα που προσγειώθηκαν στο μικρό αεροδρόμιο του Luton ο «σύνδεσμος» ήταν σε έκτακτη αποστολή οπότε ορίστηκε νέος τόπος συνάντησης στο σταθμό του North Greenwich. Έβγαλαν λοιπόν εισιτήρια για το πούλμαν της Easy Bus προς 14,5 λίρες έκαστο, του οποίου η αφετηρία ήταν στα 20 μέτρα - φάτσα στην μοναδική έξοδο του αεροδρομίου – και σε 1 ώρα περίπου κατέβηκαν στην Baker Street από όπου παίρνοντας την Jubilee του μετρό έφθαναν στο North Greenwich.
Ο «σύνδεσμος» περίμενε απίκο. Αφού αντάλλαξαν τα συνθηματικά τους οδήγησε στο κρησφύγετο και παρέλαβε τα σχέδια με τις γέφυρες.
Η ώρα όμως είχε περάσει και δεν έμενε χρόνος για δράση παρά μόνο για βραδινή έξοδο. Σε σύντομη σύσκεψη των 4 (συμμετείχε και η συνοδεία του συνδέσμου) ένα όνομα επικράτησε. Gautso στο Ο2. Θα πήγαιναν πεζοί, η απόσταση ήταν λιγότερο από 15 λεπτά. Μια υπόνοια ψιχάλας τους έκανε να πάρουν ομπρέλες. Ενώ βρισκόταν στη μέση της διαδρομής στην ερημική περιοχή μεταξύ Millennium Village και Ο2 ξέσπασε μια ξαφνική μπόρα με δυνατό άνεμο που ήταν αδύνατο να χρησιμοποιήσουν τις ομπρέλες. Σε λίγη ώρα είχαν γίνει μούσκεμα με τα ρούχα και τα μαλλιά τους να στάζουν. Με τέτοια χάλια βέβαια δεν ήταν για το πολυτελές Gautso. Όμως όλοι οι καλοί κατάσκοποι πάντα έχουν μια εναλλακτική λύση και αυτή άκουγε στο όνομα Wagamama στο Ο2
Attachments
-
29,2 KB Προβολές: 98
Last edited: