annoula
Member
- Μηνύματα
- 534
- Likes
- 1.330
Βόλτα με ελέφαντα έκανα και εγώ στο Μπαλί! Πάντως όταν ο ελέφαντας λιγουρευόταν φύλλα από δέντρα στην διαδρομή και γυρνούσε να φάει το κούνημα σε τέτοιο ύψος ήταν λίγο spooky! Φοβερή η ιστορία και οι φωτο. Συνέχισε!ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10: Ελέφαντες, ρινόκεροι, άλμα επί στηθαίου μετά μπαούλου και καλώς ήρθαμε στη Meghalaya.
Το πρωινό ήταν αξιοπρεπέστατο και οι άνθρωποι μας είχαν φωνάξει ένα τρίκυκλο για να μας πάει στην κυρίως πύλη του Εθνικού Πάρκου Kaziranga, όπου θα κάναμε το πρώτο από τα δύο σαφάρι, αυτό πάνω στον ελέφαντα. Μετά θα ακολουθούσε το δεύτερο, με τζιπ στη δυτική πύλη του Kaziranga. Η λογική του να κάνουμε δύο σαφάρι στο ίδιο εθνικό πάρκο ήταν ότι πάνε σε διαφορετικά μέρη του (αρκετά μεγάλου) πάρκου και παρότι το ένα από τα δύο ήταν σημαντικά ακριβότερο από το άλλο, για το συνολικό ποσό των 85€/'ατομο που είχαμε πληρώσει online θεωρήσαμε πως άξιζε τον κόπο.
Κατά την άφιξή μας είδαμε μόνο Ινδούς τουρίστες, κατά τα φαινόμενα κυρίως upper class, παρότι ακόμη και για τη μέση τάξη οι τιμές ήταν πολύ προσιτές, ασιθητά χαμηλότερες για τους ντόπιους από από αυτές που χρεωθηκαμε. Δεν υπήρξε καμία γραφειοκρατία, αμέσως μετά την είσοδο από μια ανοιχτή πύλη, βρίσκεται κανείς αντιμέτωπος με τον “πύργο ανάβασης ελεφάντων”, στον οποίο προφανώς ανεβαίνεις προκειμένου να μπορέσεις να ανέβεις στους ελέφαντες που έρχονται να “παρκάρουν” εκεί. Αρχικά ελέφαντες δε βλέπαμε, παρά ατελείωτες εκτάσεις από πράσινο και κάπου μακριά στο βάααααθος κάτι που όντως φαινόταν σα ρινόκεροι. Σε λίγα λεπτά όμως εμφανίστηκαν οι ελέφαντες με τους αναβάτες της προηγούμενης “βάρδιας”, οι οποίοι αποβιβάστηκαν πάραυτα για να ανέβουμε εμείς.
Σε κάθε ελέφαντα ανέβαιναν 2-3 άτομα, άλλωστε οι ινδικοί ελέφαντες είναι σημαντικά μικρότεροι από τους αφρικανικούς. Εμείς ήμασταν μόνοι μας, συν τον οδηγό βεβαίως-βεβαίως, ο οποίος διαπίστωσα πως είναι ξιπόλυτος και ταυτόχρονα κρατούσε ένα ξύλο πάνω στο κεφάλι του ελέφαντα, σα βέργα. Σύντομα διαπιστώσαμε πως με τις πατούσες του ο οδηγός πίεζε τον ελέφαντα πίσω από το αριστερό ή δεξί του αυτί, ανάλογα με το πού ήθελε να τον κάνει να στρίψει, ενώ πιέζοντας τη βέργα πάνω στο κρανίο του ελέφαντα καθόριζε την ταχύτητά του ή και τον σταματούσε. Το τιμόνι στα αυτιά λοιπόν και το start/stop στο κεφάλι, ενδιαφέρον.
Η πρώτη αίσθηση που έχεις είναι οι μύες του ελέφαντα που κινούνται κάτω από τον πισινό του αναβάτη, φοβερή αίσθηση κτηνώδους κυριολεκτικά δύναμης. Αρκετά άνετα ήταν, αλλά και να μην ήταν δεν είχαμε πάει για την άνεση αλλά για τους ρινόκερους. Οι οποίοι ρινόκεροι ήταν πάμπολλοι και πάρα πολύ κοντά μας, σε 10 λεπτά φτάσαμε κοντά στο πρώτο κοπάδι κι ακολούθησαν πολλά ακόμη. Οι ελέφαντες έφταναν σε απόσταση αναπνοής από τους ρινόκερους, που από κοντά μου φάνηκαν σαν ξαδέρφια των στεγόσαυρων, με πλήρη πανοπλία και με εντυπωσίασε ο αριθμός τους, άλλωστε το Kaziranga είναι το πάρκο με το μεγαλύτερο πληθυσμό μονόκερων ινδικών ρινόκερων. Το όλο μέρος είχε φοβερή ησυχία και πραγματικά ένιωθες ότι ήσουν σε άλλο πλανήτη, ενώ από πανίδα είδαμε μπόλικους νεροβούβαλους, κάτι τεράστια πουλιά (συμπεριλαμβανομένων των μεγαλύτερων γυπών που έχω δει ποτέ), ελάφια, αγριογούρουνα, ελεύθερους ελέφαντες, κι όλα αυτά μέσα σε μια ώρα, που ήταν τόσο όσο χρειαζόταν.
Το πακέτο μας περιλάμβανε και μεταφορά προς τη δυτική πύλη, που με εξέπληξε το πόσο μακριά ήταν, πάνω από 15 λεπτά με το τζιπ. Από εκεί θα κάναμε δεύτερο σαφάρι σε άλλη πλευρά του πάρκου, αυτή τη φορά με τζιπάκι, στο οποίο πάλι μόνοι μας ήμασταν, πραγματικά πολύ άνετα και μάλιστα μπορούσαμε να είμαστε όρθιοι στην πίσω πλευρά του οχήματος. Άλλο το τοπίο εδώ, με δέντρα, μπορούσαμε προφανώς να καλύψουμε μεγαλύτερες αποστάσεις στον υδροβιότοπο, είδαμε μαϊμουδάκια, φυσικά αρκετούς ρινόκερους αλλά πια όχι εξ' επαφής, ελάφια, αλλά το κλου ήταν μάλλον το πόσο μόνοι μας ήμασταν μέσα στη φύση.
Εν κατακλείδι νομίζω πως άξιζαν και τα δύο σαφάρι, διότι βλέπεις διαφορετικά πράγματα: με τον ελέφαντα έχεις την εμπειρία της ανάβασης και φτάνεις σε απόσταση αναπνοής από τους ρινόκερους, με το τζιπ καλύπτεις διαφορετικά τοπία. Αν έπρεπε πάντως να διαλέξω ένα από τα δύο λόγω έλλειψης χρόνου ή χρημάτων θα έπαιρνα μάλλον εκείνο με τον ελέφαντα. Δυστυχώς οι τίγρεις που διαθέτει το πάρκο είναι -όπως ήταν αναμενόμενο- εξαιρετικά δύσκολες να τις πετύχεις, ειδικά την ημέρα.
Ικανοποιημένοι από την εμπειρία πήγαμε στο ξενοδοχείο, μαζέψαμε τα πράγματά μας, πήραμε ένα tuk-tuk και του είπαμε να μας αφήσει στον κεντρικό, όπου κάποιοι καλοί ντόπιοι μας υπέδειξαν από πού περνάει το λεωφορείο για Shillong. Δεν περιμέναμε πάνω από 20 λεπτά και παρότι ήταν παλιό ήταν πάρα πολύ άνετο και με μια μικρή στάση όπου τσίμπησα ένα πολύ λοκάλ μεσημεριανό στο... Μπασιάκο της Ινδίας (φακές με αρακά και paneer με πίτα, εξαιρετικό) φτάσαμε στα προάστεια του Guwahati, σε κάποιου είδους διαστάυρωση της εθνικής που έμοιαζε με κόλαση: ατελείωτα αυτοκίνητα, τρομερή μόλυνση, σκόνη που έκανε τα μάτια να τσούζουν, τρομερή φασαρία και ο μόνος τρόπος να πάμε στο σωστό ρεύμα ήταν να πηδήξουμε το στηθαίο που χωρίζει τα δύο ρεύματα εν μέσω πλήρους κίνησης και με τον κύριο Α να πρέπει να κάνει σλάλομ με βλέμμα τρόμου παρέα με το μπαούλο του. Σκέφτηκα να τον φωτογραφίσω αλλά δεν πρόλαβα. Κάτι μου λέει πως την επόμενη φορά θα έρθει με ταξιδιωτικό σάκο, το πήρε το μάθημά του.
Εκεί που αναρωτιόμασταν πού είναι τα shared taxis για Shillong, μας πλησίασε ένας γεράκος με τζιπ τελευταίας γενιάς, με ρώτησε αν πάμε για Shillong, μπήκαμε στη τζιπάρα του, συμφωνήσαμε για μόλις 500 ρουπίες (6€) ο καθένας και πήγαμε σα βασιλιάδες, παρά τις πραγματικά ατελείωτες στροφές, άλλωστε ο προορισμός μας είναι κάπου ανάμεσα στα 1465 και τα 1965 πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Η διαφορά πεντακοσίων μέτρων στο υψόμετρο της ίδιας πόλης υποδήλωνε πως είναι χτισμένη πάνω σε βουνό, με ανελέητα σπιράλ δρόμων, σχεδόν κανένας δρόμος δεν είναι παράλληλος με άλλον και το καταλάβαμε όταν φτάσαμε και μας άφησε στο “κέντρο” της πόλης ο παππούς, το police bazaar. Του ζητήσαμε να μας πάει στο Arbour Inn, αλλά δεν καταλάβαινε Αγγλικά κι όταν τον βάλαμε να πάρει τηλέφωνο την ιδιοκτήτρια του καταλύματος διαπίστωσα πως μεταξύ τους μιλούσαν στα Αγγλικά, δεν είχαν άλλη κοινή γλώσσα, κλασική αθάνατη Ινδία, τρομερό μωσαϊκό.
Υπήρχε πάντως πιάτσα τοπικών ταξί επιτόπου, βρήκαμε εύκολα έναν που μιλούσε Αγγλικά και μας πήγες στο ξενοδοχείο, αφού χρειάστηκε να μιλήσει δυο φορές με την ιδιοκτήτρια,πράγμα απαραίτητο δεδομένης της “ρυμοτομίας” της πόλης, που είναι από τις χειρότερες που έχω δει παγκοσμίως, δεν ξέρω πώς προσανατολίζονται οι άνθρωποι, με τα gps να μην έχουν καθόλου καλό στίγμα, ενώ κι οι πεζοί ζορίζονται αφού δεν υπάρχουν ουσιαστικά πεζοδρόμια.
Ήταν βράδυ, ήμασταν κουρασμένοι αλλά φτάσαμε σε ένα πραγματικό ησυχαστήριο σε ένα λοφίσκο γεμάτο δέντρα, μακριά από τη φασαρία, όπου μας υποδέχθηκε η ιδιοκτήτρια Maxime, μια δυναμική αλλά και αυστηρή κυρία, που όπως και οι περισσότεροι στο Shillong ανήκει στη φυλή των Khasis, αλλά είχε πατέρα διπλωμάτη, μιλούσε εξαιρετικά Αγγλικά και μας θύμισε πως έχουμε αλάξη πολιτεία, δηλαδή “αδελφή”. Πλέον βρισκόμασταν στη Meghalaya, γνωστή για τους άπειρους λόφους της, την υψηλή βροχόπτωση, τα φεστιβάλ της και τόπο κατοικίας περίπου τρεισίμησι εκατομμυρίων Ινδών, που αποκόπηκε από το Ασσάμ πριν από πενήντα χρόνια περίπου.
Το δωμάτιο ήταν πολύ προσεγμένο με εξαιρετικές προσωπικές πινελιές και ανακουφιστήκαμε που η κυρία Maxime σέρβιρε και φαγητό γιατί μετά από τόσες στροφές θέλαμε να ξεκουραστούμε και η ιδέα να βγούμε στα σκοτάδια σε μια πόλη τόσο χαώδη και με τέτοιο ανεβοκατέβασμα δε φαινόταν θελκτική. Το φαγητό ήταν απλώς ΟΚ, θα μπορούσε να είναι και καλύτερο, αλλά το βασικό ήταν ότι η κυρία μπόρεσε να μας βρει ταξιτζή διαθέσιμο για τις επόμενες δυο μέρες που θέλαμε να δούμε διάφορες περιοχές και δε γινόταν χωρίς όχημα. “Δεν ξέρω αν μιλάει Αγγλικά ο Alex γιατί δε δουλεύουμε με ξένους πελάτες, αλλά είναι ο οδηγός με τις καλύτερες κριτικές” μας είπε. Μας έφερε σε επικοινωνία μαζί του, συνεννοηθήκαμε μια χαρά γραπτώς (προτιμάω τα γραπτά μηνύματα με τους Ινδούς, η προφορά τους δεν μου είναι πάντα κατανοητή) και την επόμενη είχαμε τουρ για το Cherrapunjee. Τέλεια, όσο και το brownie που μας προσέφερε η καλή κυρία πριν απολαύσουμε τα εξαιρετικά της στρώματα.