Ινδία Μπανγκλαντές Οι πέντε από τις επτά αδελφές, μια ξαδέρφη και η Ντάκα

annoula

Member
Μηνύματα
527
Likes
1.315
Εντάξει αναμένεται φοβερή η ιστορία! Η Ντάκα παμβρώμικη και πανέμορφη! Ανυπομονούμε για την συνέχεια!
 

alma

Member
Μηνύματα
4.244
Likes
18.228
Ούτε στην Αβάνα τέτοιο πράγμα. Στο Σαντιάγο μπορεί.
View attachment 491447


View attachment 491452 View attachment 491453

Δεν χρειάζεται να περιγράψεις τη βρωμιά της πόλης,σχεδόν μπορεί να τη μυρίσει κανείς ακόμα και μέσω των εικόνων. :haha:

Όταν είπες "στο Σαντιάγο μπορεί" αναρωτήθηκα σε ποιό Σαντιάγο μπορεί να υπάρχει τέτοιο ερείπιο;
Στης Ισπανίας χλωμό.Στης Χιλής επίσης χλωμό...

ΟΚ για να συγκρίνεις με Αβάνα,εννοείς της Κούβας,αλλά ούτε εκεί θα μπορούσα να το φανταστώ...

Συνέχισε την ιστορία είναι πολύ ενδιαφέρουσα, προσωπικά δεν νομίζω να πήγαινα ποτέ στο Μπαγκλαντές(αν κ ποτέ μη λες ποτέ σε αυτή τη ζωή), οπότε για μένα έχει περισσότερο σασπενς και η συνέχεια κ οι φωτο που ανεβάζεις.
 

tatooine

Member
Μηνύματα
2.445
Likes
10.378
Δεν χρειάζεται να περιγράψεις τη βρωμιά της πόλης,σχεδόν μπορεί να τη μυρίσει κανείς ακόμα και μέσω των εικόνων. :haha:
Λύση υπάρχει και απορώ πως δεν την έχει αναφέρει κανένας.
Λίγο βιξ κάτω από τη μύτη τις πρώτες μέρες ώστε να συνηθίσεις.
Τόσο όσο.
 

KIKI

Member
Μηνύματα
2.818
Likes
8.021
Επόμενο Ταξίδι
Ιορδανία
Ταξίδι-Όνειρο
Αφρική Ναμιμπια
Εχω βρεθεί στη Ντάκα για τρεις μερες πριν πολλά χρόνια.
Σαν να μην πέρασε μια μέρα ,μαλλον χειρότερα τα βλέπω γιατί τοτε δεν υπήρχαν και τόσα πολλά οχήματα.
 

Yorgos

Member
Μηνύματα
10.126
Likes
53.785
Επόμενο Ταξίδι
Umhlanga
Ταξίδι-Όνειρο
Περού τότε, τώρα, πάντα
Εχω βρεθεί στη Ντάκα για τρεις μερες πριν πολλά χρόνια.
Σαν να μην πέρασε μια μέρα ,μαλλον χειρότερα τα βλέπω γιατί τοτε δεν υπήρχαν και τόσα πολλά οχήματα.
Τι πήγες να κάνεις εκεί; Από περιέργεια.
 

Yorgos

Member
Μηνύματα
10.126
Likes
53.785
Επόμενο Ταξίδι
Umhlanga
Ταξίδι-Όνειρο
Περού τότε, τώρα, πάντα
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5: Ντάκα και λίγο παραέξω, ghost city, πανηγύρι και ντεμέκ Ταζ Μαχάλ

Η κούραση της προηγούμενης ήταν αρκετή, τόσο που μέχρι κι εγώ κατάφερα να κοιμηθώ 6 ώρες, αλλά ήμασταν στην ώρα μας για το ιδιαίτερο πρωινό (πολύ διαφορετικό απ' ό,τι έχουμε συνηθίσει στα δυτικού τύπου ξενοδοχεία, κάτι περίεργες πουτίγκες, φασολάδα, κάποια μάλλον ενδιαφέροντα δημητριακά) και για να πάμε να θαυμάσουμε τη Ντάκα.

Περιέργως έξω επικρατούσε σχετική ησυχία, παρότι όλο το βράδυ υπήρχαν κορναρίσματα. Μάλλον πριν τις 10 το πρωί λουφάζουν για λίγο και ξανά προς την ηχορύπανση τραβάν. Πήραμε ένα CNG σε uberάκι με προορισμό το οχυρό Lalbagh, που βρίσκεται στην ομώνυμη περιοχή της παλιάς πόλης και σημαίνει “Ερυθρός Κήπος”. Με σχετικά λίγη κίνηση φτάσαμε γρήγορα και διαπιστώσαμε πως όχι απλά δεν υπήρχε άλλος τουρίστας, αλλά πως μαζεύονταν διάφοροι ντόπιοι, ενήλικες και μη, για να θαυμάσουν... εμάς. Ειδικά ο Α με το άσπρο του μαλλί και τα αρχαιολελληνικά χαρακτηριστικά αποδείχθηκε σημαντική ατραξιόν και στο υπόλοιπο της ημέρας, ειδικά εκτός Ντάκα. Εντάξει, όχι τόσο όσο η δυτική μαντάμ που πήγε με μπικίνι σε παραλία του Μπανγκλαντές ( - YouTube) , αλλά αρκετά κοντά θα έλεγα.

Το εκδοτήριο εισιτηρίων είχε 2-3 ντόπιους επισκέπτες, εμάς και … τους θαυμαστές μας (εντάξει, βασικά θαυμαστές του Α. ήταν) και διαφορετικές (υπερπολλαπλάσιες) τιμές για τους αλλοδαπούς, αν κι εξακολουθούσε να είναι οικονομική η είσοδος για ανθρώπους του δυτικού κόσμου. Ο όλος χώρος με τους εκτενείς κήπους θύμιζε περισσότερο παλάτι και λιγότερο οχυρό, με τους κήπους να είναι αρκετά προσεγμένοι, παρότι φαινόταν πως είχε να βρέξει πολύ καιρό και η ρύπανση της ατμόσφαιρας ήταν επαρκής. Δεν έπαυε όμως ο όλος χώρος στην καρδιά της παλιάς πόλης να είναι ένα ησυχαστήριο. Υπήρχε ωστόσο μια εικόνα εγκατάλειψης που έβγαζε κάτι που δεν μπόρεσα να προσδιορίσω αν ήταν ανακουφιστική αυθεντικότητα ή μελαγχολική μιζέρια, λαμβάνοντας υπόψη πως μιλάμε για το βασικό αξιοθέατο της πρωτεύουσας.

Αυτός που ήταν ξεκάθαρος στο τι ήθελε, ήταν ο φύλακας/αυτόκλητος ξεναγός που ήθελε μπαξίσι. Χαμογελαστός βέβαια αλλά κι ελαφρώς φορτικός ταυτόχρονα, προσφέρθηκε να μας δείξει το χώρο με τα φτωχά του Αγγλικά. Εκτός από υπολείμματα παλατιού, είδαμε και τον τάφο μια ξαδέρφης, ανιψιάς, μπατζανάκισσας ή κάτι τέτοιο της μανδάμ για την οποία φτιάχτηκε το Ταζ Μαχάλ (μεγάλη η χάρη της, πολλά τα έξοδά της), ο κυριούλης μας άνοιξε να μπούμε σε κλειστούς χώρους κάποιων τάφων, μας έδειξε μια αρχαία χέστρα με μάλλον προφανή χρήση (δεν απαιτούταν λεπτομερής επεξήγηση, πιστεύω οι άνθρωποι έχουν αλλάξει ελάχιστα τηις τεχνικές χεσίματος στο πέρασμα των αιώνων), ένα χαμάμ και μας υπέδειξε πως ένα από τα κτίρια φιγουράρει και σε ένα από τα χαρτονομίσματα. Μιλώντας για χαρτονομίσματα, μετά τα πρώτα δυο κτίρια όπου τον ευχαρίστησα μπας και μας αδειάσει τη γωνιά δίνοντάς του μερικά, επανήλθε Δημήτριος μην “πιάνοντας” το μήνυμα, οπότε του έδωσα λιγότερα τη δεύτερη φορά και την τρίτη το μήνυμα ελήφθη, με χαμόγελο πάντως. Χαμογελαστός κι ευγενής λαός οι Μπανγκλαντεσιανοί, ξαναλέω.

Για να είμαι ελιικρινής το αξιοθέατο ήταν μάλλον φτωχό για κύριο αξιοθέατο πρωτεύουσας με αρκετή ιστορία, αλλά υπήρχαν και όμορφες/ενδιαφέρουσες εικόνες, όπως ο κομμωτής που χτένιζε ένα κοριτσάκι που πρωταγωνιστούσε σε διαφημιστικό που γυριζόταν εντός του χώρου ή οι δυο άστεγοι που μάλλον περνούσαν τα βράδια τους εντός του 350 ετών αρχαιολογικού χώρου.

Επόμενος προορισμός ήταν το κοντινό τζαμί Khan Mohhammad Mrida, άνω των 200 ετών, που ήταν κλειδωμένο, εμφανίστηκε όμως από το πουθενά ένας πολύ χαμογελαστός κι ευγενής κυριούλης και μας το άνοιξε. Το εσωτερικό ήταν μάλλον απογοητευτικό και ο πέριξ χώρος γεμάτος σκουπίδια, σε βαθμό που αρχίσαμε να αναρωτιόμαστε αν έχει κανένα πιο αξιόλογο αξιοθέατο η πόλη και να υποθέτουμε πως κι αν είχε θα είχε καταλήξει χωματερή. Το ότι έπρεπε να μπούμε χωρίς παπούτσια προκάλεσε μια ...αβολία στον κύριο Α, του οποίου η περιέργεια υπερίσχυσε της σιχαμάρας.

Είπαμε να περιηγηθούμε λίγο στα στενά της παλιάς πόλης, που δεν είχε το χθεσινοβραδινό χαμό, μιας που τα μαγαζιά μόλις άρχισαν να ανοίγουν. Κάποια σκόρπια κτίρια είχαν ενδιαφέρον, αλλά ας μην κοροϊδευόμαστε, αρχιτεκτονικά η Ντάκα παίρνει κάτω από τη βάση, έχει όμως people watching ενδιαφέρον,μπόλικα τρίκυκλα (ανθρωποκίνητα τα περισσότερα στην παλιά πόλη), απαράδεκτα κρεοπωλεία, ευγενέστατες φυσιογνωμίες και δαιδαλώδη σοκάκια με χαμηλό στίγμα στο GPS, οπότε χαθήκαμε ευχάριστα. Μιας που δε βρίσκαμε πώς να βγούμε από τα στενάκια τσιμπήσαμε τον πρώτο αμαξά που βρήκαμε και του είπαμε να μας πάει σε μια διασταύρωση, απ' όπου θα μπορούσαμε να πάρουμε ταξί για να πάμε στο Sonargaon. Εκεί που βρισκόμασταν στην παλιά πόλη αυτοκίνητο δεν υπήρχε ούτε για δείγμα, δε χωρούσαν.

Πλάκα είχε η βολτίτσα με τον αμαξά, μας άφησε μπροστά στο Πολυτεχνείο, που είχε και ενδιαφέροντα γκραφίτι, υποθέτω από τις πρόσφατες αναταραχές, που στοίχισαν στην πρωθυπουργό Χασίνα τη θέση της. Αν θυμάμαι καλά διέφυγε με ελικόπτερο στην Ινδία, άλλωστε κατηγορήθηκε ως “φυτευτή” των Ινδών κι αντικαταστάθηκε από το Yunus, γνωστό λόγω των microcredits και του Βραβείου Νόμπελ που πήρε χάρη σε αυτά για όσους τον θυμούνται. Οι αναταραχές όμως δε σταμάτησαν με τις βίαιες συγκρούσεις ινδιουιστών και μουσουλμάνων να δίνουν και να παίρνουν κατά διαστήματα. Βασικά οι ινδουιστές (που αποτελούν κάτι λιγότερο από το 10% του συνολικού πληθυσμού) συχνά αντιμετωπίζουν πογκρόμ, για τα οποία κάποιοι κατηγορούν την Ινδία που υποτίθεται πως επί Modi κάνει τα ίδια εις βάρος των μουσουλμάνων σε διάφορα μέρη της Ινδίας, ο οποίος Modi δεν είναι καθόλου χαρούμενος με την αποπομπή της φιλικής (έως υποτελούς στην Ινδία για κάποιους) κυρίας Χασίνα και τέλος πάντων μάλλον είναι πιο περίπλοκη η κατάσταση και πέραν της δικής μου επιφανειακής κατανόησης, αλλά πήρατε μια ιδέα.

Ήρθε το -αμάξι αυτή τη φορά- uber κι ήρθε η ώρα να φύγουμε από τη Ντάκα και να κινηθούμε προς Sonargaon και Panam City, με το πρώτο να είναι μια ιστορική πρωτεύουσα σουλτανάτου και το δεύτερο το προστατευόμενο εγκαταλελειμμένο εμπορικό της κέντρο, που προστατεύεται και ήθελα πολύ να το δω. Όπως κι ο Α ήθελε να βγει από τη Ντάκα πάση θυσία. Δεν άντεχε άλλη βρώμα, ηχορύπανση και πολυκοσμία. Δεν τον αδικούσα, αλλά εγώ έχω μια ανοσία σε αυτά και δε με ενοχλούν σχεδόν καθόλου. Η διαδρομή κράτησε περίπου 80 λεπτά, η πλειοψηφία εκ των οποίων αναλώθηκε στην έξοδο από την πόλη. Οι γειτονιές από τις οποίες περάσαμε ήταν πραγματικό χάλι και υποσχέθηκα στον Α πως το βράδυ με την επιστροφή μας θα πηγαίναμε στο πιο χάι κομμάτι της πόλης για φαγητό, γιατί το δικαιούμασταν.

Πιο βουκολικά τα πράγματα στο Sonargaon και βρήκαμε εύκολα την απίστευτα ατημέλητη είσοδο του Panam, όπου είχε τουρίστες, φυσικά ντόπιους. Προσωπικά η σειρά από τα εγκαταλελειμμένα κτίρια των εμπόρων πάνω στο ποτάμι μου φάνηκε πολύ όμορφη και μάλλον έδενε με τους πολύχρωμα ντυμένους εγχώριους επισκέπτες, που δε σταματούσαν να βγάζουν σέλφι με τα κτίρια, τους εαυτούς τους ή...τον κύριο Α. Πολλές φορές μάλιστα τον έπαιρναν και κρυφά φωτογραφία, ειδικά οι κοπελίτσες, τρελό σουξέ. Γενικώς το Panam μου άρεσε, κάτι σαν απαρχαιωμένο σαλούν μου έκανε, έβγαζε αυτή τη ντεκαντάς της εγκατάλειψης που μου αρέσει από μικρός. Να, κάτι τέτοια είδα στην Αβάνα πριν 30 χρόνια περίπου κι ερωτεύτηκα.

Είπαμε να πάμε να δούμε και τον οικισμό της Sonargaon, που ξέραμε πως διαθέτει αρχοντικά κτίρια, μουσεία και κάποιο ιστορικό ενδιαφέρον. Ο Α ήθελε να πάμε με ταξί, αλλά δεν έβρισκα το λόγο, 20 λεπτά περπάτημα είναι απόλαυση με τις σκηνές που βρίσκεται κανείς αντιμέτωπος σε αυτές τις χώρες. Απόλαυση για μένα, ο Α ανησυχούσε μη μας τσιμπήσει κανένα κουνούπι, αφού η διαδρομή ήταν κατά μήκος του -φυσικά μολυσμένου- ποταμού ή μη μας χτυπήσει κανένα τρίκυκλο από αυτά που περνούσαν σύριζα δίπλα μας.

Ωραίες εικόνες είδαμε όντως στο δρόμο, αλλά φτάνοντας στο σύμπλεγμα των μουσείων είδαμε και πολύ όμορφα κτίρια. Το λαογραφικό μουσείο είχε μάλλον αδιάφορα εκθέματα, αλλά ήμασταν εμείς ενδιαφέροντα εκθέματα για το τοπικό σχολείο. Φτωχό κατά τα άλλα, πλούσιο όμως σε ινφλουένσερς, σέλφις κλπ. Τα πέριξ κτίρια-παλαιά παλάτια όμως ήταν χάιλάιτ ενώ στους ατελείωτους κήπους υπήρχε ένα είδος πανηγυριού όπου πωλούνταν όχι και τόσο ευχάριστα στο μάτι σνακ (ούτε σε γεύση ήταν τίποτε το φοβερό, τα δοκίμασα φυσικά) και κανα-δυo μικροπωλητές που γνωστοποίησαν στον Α πως είναι “a very beautiful man” και “like a Hollywood star”. Προχώρα του είπα, “γιατί σε βλέπω που-star σε λίγο”, υπήρχε μια love is in the air ατμόσφαιρα. Περάσαμε κι ένα μάλλον θλιβερό λούνα παρκ αλλά και πολλές χαρούμενες οικογένειες, μιλήσαμε με κάτι κοπελίτσες με εντυπωσιακή χέννα, ε έπρεπε να αποφασίσουμε τι θα κάνουμε μετά. Δύο οι επιλογές: ή θα πηγαίναμε σε ένα “αντίγραφο του Ταζ Μαχάλ” που μου εμφανίστηκε στο GPS ή θα γυρίζαμε στη Ντάκα, για να επισκεφθούμε το Εθνικό Μουσείο. Άφησα τον Α να επιλέξει, που τον ιντριγάρισε το fake Taj Mahal και καλέσαμε ένα ταξί γιατί δεν ήταν και πολύ κοντά.

Τι το θέλαμε; Ο δρόμος ήταν ένα απίστευτο χάλι αφού υποτίθεται ότι προσπαθούσαν να βάλουν άσφαλτο, λόγω έργων κολλήσαμε σε μια απίστευτη κίνηση, οι λακούβες ήταν επιπέδου κρατήρα και στο τέλος μείναμε και περίπου μισή ώρα ακίνητοι παρά τις φιλότιμες προσπάθειες του ταξιτζή να καταστρέψει τα σασμάν του (και τη μέση μας) βγαίνοντας εκτός δρομου, πατώντας σε πέτρες και τελικά κολλώντας στη λάσπη, οπότε αποφασίσαμε να διακόψουμε την κούρσα, να βγούμε, να περπατήσουμε κάτω από τον ήλιο ανάμεσα σε τσιμούχες, καυσαέριο και σκόνη μέχρι να βρούμε ένα παράδρομο κι από κει να βρούμε κάποιο τρίκυκλο ώστε να μας πάει από κάποιον -ακόμη πιο- επαρχιακό δρόμο που εμφανιζόταν στην οθόνη του κινητού μου. Ο περιφερειακός είχε κολλήσει εντελώς με νταλίκες, αυτοκίνητα και τρίκυκλα να κορνάρουν κολασμένα κάτω από τον καυτό ήλιο.

Βρήκαμε τελικώς ένα τρίκυκλο με διναμό (uber εκεί στην πουθενιά δεν υπήρχε φυσικά) και τελικώς η διαδρομή ήταν ωραία, μέχρι που πέρασε και από κάτι ορυζώνες, τους οποίους ο Α όμως δεν μπορούσε να απολαύσει λόγω σκόνης, φορούσε μάσκα κι ενοχλήθηκε που ήθελα να τον πάρω βίντεο και να τον στείλω σε δυο κολλητούς.

- Σταμάτα σε παρακαλώ
- Μα είμαστε το Μπανγκλαντές, να μη σε απαθανατίσω;
- Σταμάτα, κοίτα πού είμαστε!
- Πού είμαστε; Ορυζώνες, επαρχία, παραδοσιακή ζωή...
- Κοίτα αυτό το ποτάμι. Όλη η διαδρομή πάει παράλληλα, δεν έφερα εντομοαπωθητικό, ξέρεις τι μπορεί να γίνει αν κολλήσουμε τίποτε;
- Έλα χαμογέλα ένα λεπτό να σε πάρω βίντεο να το στείλω στο Χρήστο και τον Αντρέα
- Σταμάτα είπα! Τι ήθελα και ήρθα εδώ; Δεν το πιστεύω ότι έδωσα και 50€ βίζα για να δω το Μπαγκλαντές
- Εμπειριάρα ρε, τι γκρινιάζεις;
- Εγώ λέω να μην το λέμε ότι πήγαμε στο Μπανγκλαντές πάντως.
- Γιατί;
- Ε άσε καλύτερα!


Είπα να μην τον εκνευρίσω άλλο τον άνθρωπο, αν και μου αρέσει να τον τσιγκλάω, όταν γκρινιάζει (δε γίνεται πολύ συχνά δυστυχώς) είναι απόλαυση. Καλά λέει ο ίδιος ότι “Γιατί έρχεται ο Γιώργος στην Ελλάδα; Να πάει στο γήπεδο, να φάει σουβλάκι και να εκνευρίσει τον Α!”. Ισχύει.

Φτάσαμε στο fake Taj Mahal που σύμφωνα με τη Wikipedia κτίστηκε από το 2003 έως το 2008 από κάποιον σκηνοθέτη με σκοπό “να αποτελέσει πόλο έλξης για εγχώριους τουρίστες χαμηλού εισοδήματος”. Το κόστος του ήταν λέει 58εκ δολάρια!

Απέξω δε φαίνεται τίποτε, αφού έχουν φροντίσει να το περικλείσουν με ένα τεράστιο ροζ (!) τείχος, που κάνει την είσοδο ακόμη πιο αγωνιώδη και την πληρωμή εισόδου υποχρεωτική. Ε, μπήκαμε, πληρώσαμε και γουάαααου... τι παπαριά είναι αυτή; Το μέγεθος απογοητευτικό, τα υλικά στην καλύτερη από ανακυκλωμένη μάντρα υλικών ειδών υγιεινής, βγάλαμε δυο (ακριβώς) φωτογραφίες και φύγαμε. Ας πούμε ότι το είδαμε κι αυτό. Ό,τι κι αν γκρίνιαζε ο Α δίκιο θα είχε, αλλά τελικώς μια χαρά το πήρε. Στο μεταξύ το όλο εγχείρημα δεν παίζει να στοίχισε ούτε 58.000 taka, όχι 58 εκ δολάρια!

Είδαμε και πάθαμε να βρούμε τρόπο επιστροφής. Τα ντόπια CNG δεν είχαν δικαίωμα να μας πάνε μέχρι τη Ντάκα, uber δε λειτουργεί εκεί, τελικώς δέχτηκε ένας να μας πάει μέχρι ενός σημείου κι από εκεί να βρούμε άλλο. Το “σημείο” όπου μας άφησε ήταν μια χαώδης υπαίθρια αγορά κάτω από μια γέφυρα ανάμεσα σε νταλίκες και τόνους σκόνης...προς τέρψη του Α. Του χρωστούσα ολίγη χλιδή οπότε κατευθυνθήκαμε προς την περιοχή Gulshan της Ντάκα, που διάβασα ότι ειναι χάι. Ε όσο να ναι η διαφορά ήταν εμφανής σε κτίρια, αν και για πολυτελής περιοχή πρωτεύουσας μάλλον υποτονικά ήταν.

Φυσικά κίνηση υπήρχε, κορναρίσματα ατελείωτα αλλά κάπως πιο καθαρά, καλύτερα αυτοκίνητα και κάποια μαγαζιά που έβγαζαν μια πρωτοκοσμίλα. Περπατήσαμε, ψάξαμε και λίγο στο χάρτη και βρήκαμε τελικώς ένα γιαπωνέζικο που φαινόταν μπάνικο. Ωραίος ο χώρος και κυρίως ΗΣΥΧΙΑ. Ααααχ, αράξαμε. Πολύ καλό το φαγητό, αν και πήγαμε συντηρητικά γιατί τα taka μας ήταν μετρημένα και θέλαμε να πάρουμε και κρουασανάκια για την πρωινή αναχώρηση της επομένης από ένα γειτονικό φούρνο υψηλού επιπέδου (του επιπέδου μας δηλαδή), όπου χτυπήσαμε κι ένα lemon pie.

Περπατήσαμε πολύ, μπήκαμε σε άλλες δυο γειτονιές, μετά εγώ νόμισα πως σε μισή ώρα περπάτημα θα φτάναμε σε ένα σταθμό του μετρό, αλλά αποδείχθηκε πως κατάλαβα λάθος κι απλώς περνάει ένα λεωφορείο από εκεί και κάπως έτσι χάσαμε την ευκαιρία να γνωρίσουμε το μετρό της εξωτικής Ντάκα, που αν κατάλαβα καλά δεν είναι καν υπόγειο, δεν πειράζει, next time.

Ταλαιπωρηθήκαμε να βρούμε το uber μας μέσα στα σκοτάδια, γιατί ακόμη και στις “καλές” γειτονιές της Ντάκα από φωτισμό δεν το έχουν τα παλικάρια. Γυρίσαμε στο ξενοδοχείο και την πέσαμε μετά από ένα (δύο, μην παραγνωριζόμαστε) ντουσάκι, να φύγει όλη η ντακορύπανση από πάνω μας. Για το αεροδρόμιο θα φεύγαμε χαράματα, οπότε και θα ξεκινούσε το κυρίως κομμάτι του ταξιδιού: επτά αδερφές, σας ερχόμαστε.
 

Εκπομπές Travelstories

Τελευταίες δημοσιεύσεις

Booking.com

Στατιστικά φόρουμ

Θέματα
33.958
Μηνύματα
920.160
Μέλη
39.663
Νεότερο μέλος
IASONAS_KAROUBAS

Κοινοποιήστε αυτή τη σελίδα

Top Bottom