travelbreak
Member
- Μηνύματα
- 1.901
- Likes
- 16.519
- Επόμενο Ταξίδι
- ???
- Ταξίδι-Όνειρο
- Υπερσιβηρικός
Επιστροφή στη Γεωργία και αναχώρηση.
Έχουμε φτάσει πλέον στην Αθήνα.
Θα συμπληρώσω λοιπόν την χθεσινή τελευταία μέρα που είχε και ενδιαφέρον και ήταν και ευχάριστη, αφού όλα πήγαν καλά μέχρι τέλος σε αυτή την εκδρομή.
Ήμασταν λοιπόν στην λίμνη Σεβάν, όπου ουσιαστικά δεν μείναμε και πολύ, οπότε δεν έχουμε πολλά πράγματα να πούμε γι αυτήν. Κι αν είναι να πούμε κάτι θα πούμε ότι μας άφησε πλήρως αδιάφορους. Εγώ είχα βάλει στο πρόγραμμα διαμονή δύο βραδιές εκεί για να μπορέσουμε να επισκεφθούμε διάφορα σημεία στην περιοχή που είχα δει ότι έχουν ενδιαφέρον, όμως με το να πάμε στο Καραμπάχ χάσαμε τη μία μέρα από τη λίμνη. Όμως όπως έγινε το πρόγραμμα ήταν καλύτερο.
Το πρωί πήραμε πρωινό στις 8:00. Εδώ κλασικά τα πρωινά τα σερβίρουν μετά τις 9:00, αλλά τους παρακαλέσαμε και έτσι στις οκτώ ήταν έτοιμη λίγη μαρμελάδα, καφές, αυγά και ψωμί για να μπορέσουμε κάτι να φάμε να μας κρατήσει μέχρι κάποια ώρα. Φορτώσαμε τα πράγματα στο αυτοκίνητο και ξεκινήσαμε για την Τιφλίδα. Εν τω μεταξύ όμως θα κάναμε αρκετές στάσεις ενδιάμεσα. Με το που ξεκινάμε μπαίνουμε σε ένα αυτοκινητόδρομο τρέχοντας με 100 χιλιόμετρα σχεδόν. Ξαφνικά πετάγεται ένα τεράστιο σκυλί να περάσει το δρόμο και για να το αποφύγω παίρνω το τιμόνι αριστερά και ευτυχώς δεν μας έτυχε τίποτα. Θα μπορούσε να ερχόταν από αριστερά μου άλλο αυτοκίνητο. Ούτε που θυμάμαι αν κοίταξα να δω τι έρχεται για να κάνω τη μανούβρα. Τυχεροί ήμασταν, τελευταία μέρα κιόλας.
Η πρώτη στάση που κάναμε ήταν στο μοναστήρι Sevanavank. Βρίσκεται πολύ κοντά στην πόλη Σεβάν και είχαμε αρκετά σκαλιά να ανέβουμε μέχρι να το φτάσουμε. Από μακριά όπως τα περισσότερα μοναστήρια φαντάζει πάρα πολύ όμορφο αλλά από κοντά δεν έχουμε και πολλά να κάνουμε. Τραβήξαμε μερικές φωτογραφίες, αλλά είχαμε κόντρα τον ήλιο. Αλλιώς έπρεπε να μπούμε σε χωράφια για να τραβήξουμε καλή φωτογραφία.
Συεχίσαμε την πορεία μας προς το Βορρά. Μετά από μερικά χιλιόμετρα οδήγησης, φτάσαμε στην λουτρόπολη Dilijan. Κάπου εκεί ήταν ένα μοναστήρι το οποίο βρισκόταν σε μία όμορφη θέση, αλλά το κυριότερο ήταν η πολύ όμορφη διαδρομή μέχρι εκεί. Και το όνομα αυτού Haghartsin.
Μετά πήραμε το δρόμο μας για ακόμα πιο βόρεια. Μένοντας ακόμα μέσα στην Αρμενία φτάσαμε στην πόλη Vanadzor, στην οποία κάναμε μία στάση για βόλτα και φωτογραφίες. Δε μας εντυπωσίασε, αλλά είχε μία πολύ όμορφη πλατεία με εντυπωσιακά θα έλεγα κτίρια. Επίσης εκείνο που μου άρεσε ιδιαίτερα ήταν ότι οι γύρω λόφοι είχαν λουλούδια και από μακριά φαινόταν να είναι στρωμένοι με ένα ροζ χαλί. Έβγαλα αρκετές φωτογραφίες, αλλά δεν ξέρω αν φαίνεται τόσο όμορφα το χρώμα αυτό.
Συνεχίσαμε το δρόμο μας προς τα σύνορα με την Γεωργία και είχαμε την ευκαιρία να περάσουμε από μερικά πάρα πολύ όμορφα φαράγγια. Μα τόσα φαράγγια αυτές οι χώρες! Τόσο πολλά μαζεμένα δεν έχω δει πουθενά. Μας άρεσαν τόσο πολύ τα τελευταία, που κάθε τόσο σταματούσαμε για φωτογραφίες και για το φυσικό περιβάλλον αλλά και για κάποια παλιά εργοστάσια του σοβιετικού καθεστώτος που υπήρχαν σε διάφορα σημεία. Ειδικά στο Odzun, και μετά από αυτό στο φαράγγι σε μία πόλη, την Alaverdi, όπου νομίζω οι φωτογραφίες που τραβήξαμε είναι εντυπωσιακές. Τώρα θα μου πεις με τις φωτογραφίες ασχολείσαι; Δυστυχώς δεν είχαμε το χρόνο για να καθίσουμε μία δύο ώρες να κάνουμε βόλτα και να δούμε αυτά τα οποία μας άρεσαν. Αυτή τη στιγμή τα έχω πρόσφατα και θυμάμαι μερικά πράγματα, αλλά σε λίγο καιρό αυτό που θα μείνει θα είναι η αποτύπωση των εικόνων στις φωτογραφίες.
Το ίδιο το Odzun έχει ένα τμήμα του μέσα στο φαράγγι, στο οποίο κατεβήκαμε γιατί από ψηλά μας εντυπωσίασε μια παλιά γέφυρα και παλιά μεγάλα κτίρια. Είναι απίθανο να βλέπεις από ψηλά κάτι που θα έλεγες εγκαταλειμμένη πόλη και κάτω να βλέπεις ότι έχει ζωή χωριού, αφού οι κάτοικοι είναι λιγοστοί. Μεγάλες πολυκατοικίες, ηλικίας τουλάχιστον εξήντα ετών, με τα πιάτα για την τηλεόραση και ξεθωριασμένες από το χρόνο. Λίγοι κάτοικοι με ρούχα εκείνων των δεκαετιών και τσαντούλες με λίγα ψώνια. Στους χωματόδρομους τα ελάχιστα αυτοκίνητα να είναι όλα Lada σαρανταετίας και κάθε τόσο παρέες γυναικών να έχουν στήσει ψιλή κουβέντα. Οι άντρες να μας κοιτάνε περίεργα στο παλιό γεφύρι. Και δίπλα σε αυτό ένα ακόμα πιο παλιό παρατημένο από το χρόνο γεφύρι, να θυμίζει παρελθούσες δόξες μιας βιομηχανικής εποχής που κατέστρεψε το περιβάλλον και άφησε μόνο κτίρια-κουφάρια και φτώχεια. Ήθελα να ξέρω αν έχει μείνει καμιά περηφάνια σε αυτούς τους γερασμένους, και πριν την ώρα τους μάλλον, ανθρώπους.
Φαντάζεστε τον τύπο που την άραζε κάτω δεξιά; Οποία θέα! Στην μεθεπόμενη φωτογραφία σας δείχνω και το υπόλοιπο που έβλεπε.
Η επόμενη πόλη που κάναμε στάση μέσα στο φαράγγι Debed (έτσι λέγεται και το ποτάμι) ήταν το Alaverdi. Είναι από τις μεγάλες της χώρας. Εμείς είχαμε φτάσει στο ποτάμι και παρκάραμε σε ένα πέτρινο γεφύρι και από κει αγναντεύαμε πάνω ψηλά κάποια όμορφα βουνά, στην κορφή ενός εκ των οποίων υπήρχε μία καμινάδα ενός εργοστασίου, το οποίο όμως δεν φαινότανε και από μακριά νομίζαμε ότι είναι κάτι σαν ηφαίστειο. Προς τα κάτω όμως φαινόταν μισό-εγκαταλειμμένα εργοστάσια κάποιας βιομηχανίας. Πιστεύουμε ότι ήταν κάτι σαν ορυχείο αλλά δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι. Μπορώ να το ψάξω στο ίντερνετ. Τελικά ήταν ορυχεία χαλκού, από τα μεγαλύτερα της Σοβιετικής Ένωσης. Προφανώς λειτουργούν ακόμα. Οι εικόνες σε αυτό το φαράγγι θα μου μείνουν για πάντα στη μνήμη. Εδώ φαίνεται 100% η αδιαφορία του πρώην καθεστώτος για το περιβάλλον.
Μην προσπεράσετε αδιάφορα αυτή τη φωτογραφία:
Και εκεί στην άκρη του κόσμου να και μια ελληνική σημαία:
Ανήκε σε ένα σύλλογο Αργοναυτών, ελληνικά όμως δεν ήξερε κανένας.
Και τα δημόσια μέσα μεταφοράς:
Υπήρχε και ένα ωραίο πέτρινο γεφύρι. Το μόνο ενδιαφέρον που βρίσκει στην πόλη το Lonely Planet.
Σε εκείνη την περιοχή πάλι το GPS μας πρόδωσε και μας ανάγκασε να πάμε και να έρθουμε μερικά χιλιόμετρα. Αλλά δεν μας πείραξε γιατί ήταν τόσο όμορφη η περιοχή που το να τη βλέπεις ξανά και ξανά δεν σε ενοχλεί καθόλου. Επίσης είχαμε δει ότι χρόνο είχαμε για να προλάβουμε να πάμε στην Τιφλίδα και να έχει ακόμα το φως του ήλιου στη διαδρομή.
Αυτή τη φορά περάσαμε τα σύνορα για να μπούμε στη Γεωργία πολύ πιο εύκολα από ότι όταν τα περνάγαμε για να μπούμε στην Αρμενία. Τώρα οι γεωργιανοί ούτε που καν μας έψαξαν, πέρα από το να δουν τα διαβατήριά μας. Μερικές μέρες όμως πριν, εισερχόμενοι στην Αρμενία είχαμε μία μεγάλη διαδικασία και θυμάμαι τώρα ότι μου έλεγε η Ντίνα ότι μέχρι και το έντυπο πρόγραμμα που είχα κάνει και είδαν ότι κρατούσε στα χέρια της το έλεγξαν και έβγαλαν και ορισμένες φωτοτυπίες τις διαδρομές που θα ακολουθούσαμε. Στο πρόγραμμα επάνω είχα και χάρτες με τις διαδρομές που έχω κατεβάσει από το Google Maps. Οπότε, αυτά έβγαζαν φωτοτυπία.
Τέλος πάντων δεν υπήρξε κανένα πρόβλημα γενικότερα. Και μετά τα σύνορα δεν είχαμε κάτι άλλο να δούμε στην Γεωργία. Ο δρόμος ήταν καλός και προχωρούσαμε με γοργό ρυθμό προς την πρωτεύουσα της Γεωργίας. Στο δρόμο βρήκαμε ένα πλυντήριο αυτοκινήτων και πλύναμε το τζιπ που είχαμε και το κάναμε κούκλα. Και τι δεν έβγαλε από κάτω! Κομμάτια χώματα στερεοποιημένα σαν πέτρες. Πραγματικά όταν το πήγαμε στο γραφείο και το είδαν δεν μας είπαν τίποτα αλλά ούτε που το έψαξαν καθόλου να δουν αν κάτι έχει, γιατί φαινόταν όλα καλά. Και τελικά εξωτερικά δεν φαινόταν και τίποτα. Αν υπήρχαν οι ζημιές ήταν κάτω από το αμάξωμα και δεν το έψαξαν. Μας έδωσαν πίσω όλες τις προκαταβολές που είχαμε δώσει και όλα καλά.
Στην Τιφλίδα φτάσαμε περίπου στις 7:30 και ενώ το γραφείο έκλεινε στις 7:00 εκείνοι μας περίμεναν για να τους παραδώσουμε το αυτοκίνητο. Τους είχα τηλεφωνήσει και ήταν ενημερωμένοι για την ώρα άφιξής μας. Εμείς όμως αφήσαμε μέσα στο αυτοκίνητο τα πράγματα μας, αφού στις 12 τα μεσάνυχτα γυρίσαμε πίσω να μας μεταφέρουν με αυτό στο αεροδρόμιο, όπως είχαμε κανονίσει από πριν τηλεφωνικά. Μερικούς μήνες πριν είχα πληρώσει και 20 ευρώ γι’ αυτή τη μεταφορά.
Και να μην ξεχνάμε τα ωραία:
Από τις 8 που αφήσαμε το αυτοκίνητο, μέχρι τις 12 κάναμε βόλτες στην όμορφη και γνωστή μας Τιφλίδα. Όμως το άσχημο ήταν ότι νωρίς άρχισε να βρέχει και αυτό κράτησε πάνω από μία ώρα. Γι αυτό και εμείς αρχικά πήγαμε σε ένα εμπορικό κέντρο να χαζέψουμε μισή ωρίτσα και μετά καθίσαμε σε ένα καφέ ζαχαροπλαστείο όπου ξοδέψαμε σχεδόν όλα τα υπόλοιπα χρήματα που μας είχαν μείνει από την Γεωργία. Εγώ σημειώνω ότι πήρα μία μεγάλη μπύρα και μία τεράστια τυρόπιτα και το κόστος γι’ αυτά ήταν 2, 20 ευρώ. Οι τυρόπιτες σε αυτές τις χώρας είναι τόσο μεγάλες που αν φας δυο το μεσημέρι δε θέλεις άλλο φαγητό.
Όταν σταμάτησε η βροχή κάναμε τις βόλτες μας στη βραδινή Τιφλίδα και πέρασε η ώρα μας ευχάριστα, αντί να πάμε από νωρίς στο αεροδρόμιο και να βαρεθούμε. Όταν φτάσαμε εκεί καθίσαμε προσπαθώντας λίγο να κοιμηθούμε στις καρέκλες και μετά κάναμε το check-in κατά τις 3:00 τα ξημερώματα. Στις 5:15 είχαμε την αναχώρηση της πτήσης μας και σήμερα το πρωί φτάσαμε στην όμορφη Αθήνα, που εγώ ως τώρα τη βρίσκω αρκετά δροσερή με θερμοκρασία κάτω από 30 βαθμούς.
Συνοψίζοντας ορισμένα του ταξιδιού.
Ήθελα να σημειώσω για τις τιμές της βενζίνης στις χώρες που πήγαμε ότι ήταν αρκετά κάτω από το 1 ευρώ το λίτρο, γύρω στα 80 λεπτά εκτός από το Αζερμπαϊτζάν που ήταν ακόμα πιο φθηνά και εντύπωση μου έκανε ότι το πετρέλαιο είχε 35 λεπτά το λίτρο. Τώρα επειδή αυτά τα γράφω στον λογογράφο του κινητού μου τηλεφώνου θα πρέπει να τα μεταφέρω στο κομπιούτερ μου και να τα διορθώσω στο Word. Γενικά με το λογογράφο εγώ σωθεί, γιατί τα γράφω πολύ γρήγορα και συνήθως δεν ξεχνάω πολλά πράγματα. Θυμάμαι παλιά που τα έγγραφα σε ημερολόγιο, ότι κάθε μέρα ήθελα από μισή μέχρι μία ώρα για να γράψω όλα αυτά τα πράγματα. Τώρα 15 λεπτά είναι αρκετά, αρκεί να έχω ίντερνετ.
Μερικά πράγματα για το φαγητό θέλω να πω. Στις χώρες που πήγαμε γενικά το φαγητό δεν μου έκανε ιδιαίτερα καλή εντύπωση. Όχι πως ήταν κακό, αν και ορισμένα πιάτα δεν τρωγόταν, αλλά δεν ήταν εντυπωσιακά νόστιμα. Όταν παραγγέλνεις πρέπει να προσέχεις πόσο μικρή ή μεγάλη είναι η μερίδα. Πολλές φορές γράφουν στον κατάλογο τα γραμμάρια που περιέχει κάθε πιάτο. Οπότε κανονίζεις, αν είναι λίγα μπορείς να πάρεις δύο πιάτα για να είσαι ευχαριστημένος. Μπορείς παντού να βρεις φαγητά της ώρας, δηλαδή κρεατικά ψημένα στα κάρβουνα αλλά έχουν και κεμπάπ. Εννοείται ότι έχουν και πίτσες πολλά μαγαζιά και είδα πολύ συχνά την Ελληνική σαλάτα στο μενού, τη λεγόμενη Greek salad. Οι τιμές που είναι στους καταλόγους ενδέχεται να αυξηθούν όταν προσθέσουν το φόρο, ο οποίος είδαμε μερικές φορές να ανέρχεται και στο 15%, ενώ ο μικρότερος που είδαμε ήταν 7%.
Στους δρόμους που πηγαίναμε έβλεπες ότι πολλοί ντόπιοι πουλούσαν φρούτα, κηπευτικά και λαχανικά και εμείς μερικές φορές σταματήσαμε για να αγοράσουμε. Ειδικά τα ροδάκινα που πήραμε, αλλά και αχλάδια, ήταν πάρα πολύ νόστιμα. Όμως οι τιμές τους δεν ήταν αντίστοιχα χαμηλές με εκείνες του φαγητού. Για παράδειγμα τα ροδάκινα είχαν περίπου ένα ευρώ ενώ τα αχλάδια είχαν ενάμισι και δυο ευρώ, ανάλογα με την ποικιλία τους. Εμείς πήραμε μερικές φορές και ο Γιάννης ακόμα περισσότερες, ο οποίος μάλιστα έπαιρνε και τομάτες. Αυτό που σου κάνει βέβαια μεγάλη εντύπωση είναι τα καρπούζια και πεπόνια τα οποία πουλάνε σε πάγκους δίπλα στο δρόμο, ακόμα και μέσα στις μεγάλες πόλεις. Όχι βέβαια στο κέντρο, αλλά λίγο πιο έξω. Γι’ αυτά τα φρούτα δεν ξέρω την τιμή τους αλλά δεν νομίζω ότι θα είναι και ιδιαίτερα ακριβή. Καμιά φορά με το Γιάννη λέγαμε μήπως πάρουμε ένα καρπούζι να το φάμε. Δύσκολο με το τρέξιμο που είχαμε. Δεν υπήρχε περίπτωση να βρούμε το χρόνο για να κάτσουμε να φάμε το καρπούζι.
Στις χώρες αυτές τα περισσότερα αυτοκίνητα που κυκλοφορούσαν ήταν γενικώς φτηνά και πολλά από αυτά ήταν τα παλιά ρωσικά Lada. Όμως έβλεπες και σύγχρονα ακριβά αυτοκίνητα. Εκεί που μου έκανε εντύπωση, γιατί είδα τα καλύτερα αυτοκίνητα από όλες τις περιοχές, ήταν στην περιοχή του Στεπανακέρτ, δηλαδή στην αυτόνομη περιοχή του Καραμπάχ.
Παρά την επικίνδυνη οδήγηση όλων των οδηγών, δεν είδαμε ουσιαστικά κανένα ατύχημα, παρά μόνο ένα αυτοκίνητο της αστυνομίας το βράδυ που μόλις είχαμε φύγει από το μπλόκο, που είχε σχεδόν πέσει το μισό σε ένα χαντάκι. Και αυτό ήταν όλο, συν ένα άλλο αυτοκίνητο που σχεδόν είχε πιάσει φωτιά, αλλά προσπεράσαμε και δεν ξέρουμε τι απέγινε.
Αυτό που μας άρεσε ήταν ότι σχεδόν παντού είχαν βρύσες για να πίνει ο κόσμος νερό. Εμείς πολλές φορές γεμίζαμε τα μπουκάλια μας και όταν ήτανε αυτές οι βρύσες στα βουνά, τότε το νερό ήταν όχι μόνο ωραίο αλλά και δροσερό, για να μην πω και παγωμένο. Εμείς πολλές φορές γεμίζαμε τα μπουκάλια που είχαμε έτσι ώστε να έχουμε νερό να πίνουμε, ειδικά αν ήταν κρύο. Εγώ βέβαια ήθελα κάθε τόσο να φτιάχνω καφέ, που λόγω της κούρασης στην οδήγηση έπρεπε να πίνω συχνά. Εκτός από το πρωί ήθελα και τουλάχιστον άλλον ένα ή και δύο.
Μπορεί να ήταν πολύ εύκολο να βρίσκουμε νερό, όμως και ήταν δύσκολο να βρούμε τουαλέτα. Στους μεγάλους χώρους, δηλαδή μοναστήρια και καταστήματα κάτι βρίσκαμε και συνήθως με ένα ελάχιστο αντίτιμο. Όμως όταν ήμασταν έξω, στους επαρχιακούς δρόμους, στα φαράγγια κάναμε στάσεις. Όμως ο κάθε χώρος για στάθμευση είχε χρησιμοποιηθεί για τον ίδιο λόγο και από πολλούς άλλους και γι αυτό ήταν βρώμικα. Ο χώρος λίγο πίσω από τα δέντρα και τη βλάστηση πάντα ήταν ακάθαρτος. Άρα καλύτερα να πληρώνεις κάτι και να είναι σχετικά καθαρά.
Ο καιρός γενικά ήταν πολύ καλός, εκτός από λίγες εξαιρέσεις, αλλά αυτό δεν μας ενόχλησε. Το πρόβλημα ήταν που το αυτοκίνητο είχε χαλασμένο τον κλιματισμό του, με αποτέλεσμα να ζεσταινόμαστε συχνά. Ειδικά όταν ήμασταν κάπου και μας είχαν τρελάνει οι μύγες που έμπαιναν από τα τζάμια.
Όσον αφορά στο κόστος του ταξιδιού αυτό σύμφωνα με τον Γιάννη ήταν στα 1.100 ευρώ ανά άτομο, αλλά νομίζω ότι εμένα με πήγε 1.200. Είναι ένα αστείο ποσόν αν σκεφτεί κανένας ότι είχαμε 17 μέρες ταξίδι. Και τα πρακτορεία στην Αθήνα ζητάνε πάνω από 3.500 ευρώ και ίσως να σε πηγαίνουν και σε λιγότερα μέρη.
Ήταν τελικά ένα ταξίδι γεμάτο με εικόνες και πολλές εναλλαγές τοπίων, και εμάς μας άρεσε ιδιαίτερα που είδαμε και τα απομεινάρια του σοβιετικού καθεστώτος που ήταν εδώ και εκεί. Όλες τις ημέρες είχαμε ευκαιρία να φωτογραφίζουμε πολλά παλιά κτήρια κτίρια, όπως και εγκαταλειμμένες βιομηχανίες. Αυτό το τελευταίο μας άρεσε ιδιαίτερα, αλλά σε κάποιους ίσως, όπως το Lonely Planet, δεν αρέσει και δεν το συνιστούν. Το βλέπουν σαν μία βεβήλωση του τοπίου, αλλά εμείς το βλέπουμε σαν κάτι μουσειακό και πολλές ήταν οι φορές που σταματήσαμε αποκλειστικά και μόνο για να βγάλουμε φωτογραφίες των εγκαταλειμμένων κτιρίων, μεγάλων συνήθως, είτε σχολείων ή κατοικιών και λοιπά.
Έχουμε φτάσει πλέον στην Αθήνα.
Θα συμπληρώσω λοιπόν την χθεσινή τελευταία μέρα που είχε και ενδιαφέρον και ήταν και ευχάριστη, αφού όλα πήγαν καλά μέχρι τέλος σε αυτή την εκδρομή.
Ήμασταν λοιπόν στην λίμνη Σεβάν, όπου ουσιαστικά δεν μείναμε και πολύ, οπότε δεν έχουμε πολλά πράγματα να πούμε γι αυτήν. Κι αν είναι να πούμε κάτι θα πούμε ότι μας άφησε πλήρως αδιάφορους. Εγώ είχα βάλει στο πρόγραμμα διαμονή δύο βραδιές εκεί για να μπορέσουμε να επισκεφθούμε διάφορα σημεία στην περιοχή που είχα δει ότι έχουν ενδιαφέρον, όμως με το να πάμε στο Καραμπάχ χάσαμε τη μία μέρα από τη λίμνη. Όμως όπως έγινε το πρόγραμμα ήταν καλύτερο.
Το πρωί πήραμε πρωινό στις 8:00. Εδώ κλασικά τα πρωινά τα σερβίρουν μετά τις 9:00, αλλά τους παρακαλέσαμε και έτσι στις οκτώ ήταν έτοιμη λίγη μαρμελάδα, καφές, αυγά και ψωμί για να μπορέσουμε κάτι να φάμε να μας κρατήσει μέχρι κάποια ώρα. Φορτώσαμε τα πράγματα στο αυτοκίνητο και ξεκινήσαμε για την Τιφλίδα. Εν τω μεταξύ όμως θα κάναμε αρκετές στάσεις ενδιάμεσα. Με το που ξεκινάμε μπαίνουμε σε ένα αυτοκινητόδρομο τρέχοντας με 100 χιλιόμετρα σχεδόν. Ξαφνικά πετάγεται ένα τεράστιο σκυλί να περάσει το δρόμο και για να το αποφύγω παίρνω το τιμόνι αριστερά και ευτυχώς δεν μας έτυχε τίποτα. Θα μπορούσε να ερχόταν από αριστερά μου άλλο αυτοκίνητο. Ούτε που θυμάμαι αν κοίταξα να δω τι έρχεται για να κάνω τη μανούβρα. Τυχεροί ήμασταν, τελευταία μέρα κιόλας.
Η πρώτη στάση που κάναμε ήταν στο μοναστήρι Sevanavank. Βρίσκεται πολύ κοντά στην πόλη Σεβάν και είχαμε αρκετά σκαλιά να ανέβουμε μέχρι να το φτάσουμε. Από μακριά όπως τα περισσότερα μοναστήρια φαντάζει πάρα πολύ όμορφο αλλά από κοντά δεν έχουμε και πολλά να κάνουμε. Τραβήξαμε μερικές φωτογραφίες, αλλά είχαμε κόντρα τον ήλιο. Αλλιώς έπρεπε να μπούμε σε χωράφια για να τραβήξουμε καλή φωτογραφία.
Συεχίσαμε την πορεία μας προς το Βορρά. Μετά από μερικά χιλιόμετρα οδήγησης, φτάσαμε στην λουτρόπολη Dilijan. Κάπου εκεί ήταν ένα μοναστήρι το οποίο βρισκόταν σε μία όμορφη θέση, αλλά το κυριότερο ήταν η πολύ όμορφη διαδρομή μέχρι εκεί. Και το όνομα αυτού Haghartsin.
Μετά πήραμε το δρόμο μας για ακόμα πιο βόρεια. Μένοντας ακόμα μέσα στην Αρμενία φτάσαμε στην πόλη Vanadzor, στην οποία κάναμε μία στάση για βόλτα και φωτογραφίες. Δε μας εντυπωσίασε, αλλά είχε μία πολύ όμορφη πλατεία με εντυπωσιακά θα έλεγα κτίρια. Επίσης εκείνο που μου άρεσε ιδιαίτερα ήταν ότι οι γύρω λόφοι είχαν λουλούδια και από μακριά φαινόταν να είναι στρωμένοι με ένα ροζ χαλί. Έβγαλα αρκετές φωτογραφίες, αλλά δεν ξέρω αν φαίνεται τόσο όμορφα το χρώμα αυτό.
Συνεχίσαμε το δρόμο μας προς τα σύνορα με την Γεωργία και είχαμε την ευκαιρία να περάσουμε από μερικά πάρα πολύ όμορφα φαράγγια. Μα τόσα φαράγγια αυτές οι χώρες! Τόσο πολλά μαζεμένα δεν έχω δει πουθενά. Μας άρεσαν τόσο πολύ τα τελευταία, που κάθε τόσο σταματούσαμε για φωτογραφίες και για το φυσικό περιβάλλον αλλά και για κάποια παλιά εργοστάσια του σοβιετικού καθεστώτος που υπήρχαν σε διάφορα σημεία. Ειδικά στο Odzun, και μετά από αυτό στο φαράγγι σε μία πόλη, την Alaverdi, όπου νομίζω οι φωτογραφίες που τραβήξαμε είναι εντυπωσιακές. Τώρα θα μου πεις με τις φωτογραφίες ασχολείσαι; Δυστυχώς δεν είχαμε το χρόνο για να καθίσουμε μία δύο ώρες να κάνουμε βόλτα και να δούμε αυτά τα οποία μας άρεσαν. Αυτή τη στιγμή τα έχω πρόσφατα και θυμάμαι μερικά πράγματα, αλλά σε λίγο καιρό αυτό που θα μείνει θα είναι η αποτύπωση των εικόνων στις φωτογραφίες.
Το ίδιο το Odzun έχει ένα τμήμα του μέσα στο φαράγγι, στο οποίο κατεβήκαμε γιατί από ψηλά μας εντυπωσίασε μια παλιά γέφυρα και παλιά μεγάλα κτίρια. Είναι απίθανο να βλέπεις από ψηλά κάτι που θα έλεγες εγκαταλειμμένη πόλη και κάτω να βλέπεις ότι έχει ζωή χωριού, αφού οι κάτοικοι είναι λιγοστοί. Μεγάλες πολυκατοικίες, ηλικίας τουλάχιστον εξήντα ετών, με τα πιάτα για την τηλεόραση και ξεθωριασμένες από το χρόνο. Λίγοι κάτοικοι με ρούχα εκείνων των δεκαετιών και τσαντούλες με λίγα ψώνια. Στους χωματόδρομους τα ελάχιστα αυτοκίνητα να είναι όλα Lada σαρανταετίας και κάθε τόσο παρέες γυναικών να έχουν στήσει ψιλή κουβέντα. Οι άντρες να μας κοιτάνε περίεργα στο παλιό γεφύρι. Και δίπλα σε αυτό ένα ακόμα πιο παλιό παρατημένο από το χρόνο γεφύρι, να θυμίζει παρελθούσες δόξες μιας βιομηχανικής εποχής που κατέστρεψε το περιβάλλον και άφησε μόνο κτίρια-κουφάρια και φτώχεια. Ήθελα να ξέρω αν έχει μείνει καμιά περηφάνια σε αυτούς τους γερασμένους, και πριν την ώρα τους μάλλον, ανθρώπους.
Φαντάζεστε τον τύπο που την άραζε κάτω δεξιά; Οποία θέα! Στην μεθεπόμενη φωτογραφία σας δείχνω και το υπόλοιπο που έβλεπε.
Η επόμενη πόλη που κάναμε στάση μέσα στο φαράγγι Debed (έτσι λέγεται και το ποτάμι) ήταν το Alaverdi. Είναι από τις μεγάλες της χώρας. Εμείς είχαμε φτάσει στο ποτάμι και παρκάραμε σε ένα πέτρινο γεφύρι και από κει αγναντεύαμε πάνω ψηλά κάποια όμορφα βουνά, στην κορφή ενός εκ των οποίων υπήρχε μία καμινάδα ενός εργοστασίου, το οποίο όμως δεν φαινότανε και από μακριά νομίζαμε ότι είναι κάτι σαν ηφαίστειο. Προς τα κάτω όμως φαινόταν μισό-εγκαταλειμμένα εργοστάσια κάποιας βιομηχανίας. Πιστεύουμε ότι ήταν κάτι σαν ορυχείο αλλά δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι. Μπορώ να το ψάξω στο ίντερνετ. Τελικά ήταν ορυχεία χαλκού, από τα μεγαλύτερα της Σοβιετικής Ένωσης. Προφανώς λειτουργούν ακόμα. Οι εικόνες σε αυτό το φαράγγι θα μου μείνουν για πάντα στη μνήμη. Εδώ φαίνεται 100% η αδιαφορία του πρώην καθεστώτος για το περιβάλλον.
Μην προσπεράσετε αδιάφορα αυτή τη φωτογραφία:
Και εκεί στην άκρη του κόσμου να και μια ελληνική σημαία:
Ανήκε σε ένα σύλλογο Αργοναυτών, ελληνικά όμως δεν ήξερε κανένας.
Και τα δημόσια μέσα μεταφοράς:
Υπήρχε και ένα ωραίο πέτρινο γεφύρι. Το μόνο ενδιαφέρον που βρίσκει στην πόλη το Lonely Planet.
Σε εκείνη την περιοχή πάλι το GPS μας πρόδωσε και μας ανάγκασε να πάμε και να έρθουμε μερικά χιλιόμετρα. Αλλά δεν μας πείραξε γιατί ήταν τόσο όμορφη η περιοχή που το να τη βλέπεις ξανά και ξανά δεν σε ενοχλεί καθόλου. Επίσης είχαμε δει ότι χρόνο είχαμε για να προλάβουμε να πάμε στην Τιφλίδα και να έχει ακόμα το φως του ήλιου στη διαδρομή.
Αυτή τη φορά περάσαμε τα σύνορα για να μπούμε στη Γεωργία πολύ πιο εύκολα από ότι όταν τα περνάγαμε για να μπούμε στην Αρμενία. Τώρα οι γεωργιανοί ούτε που καν μας έψαξαν, πέρα από το να δουν τα διαβατήριά μας. Μερικές μέρες όμως πριν, εισερχόμενοι στην Αρμενία είχαμε μία μεγάλη διαδικασία και θυμάμαι τώρα ότι μου έλεγε η Ντίνα ότι μέχρι και το έντυπο πρόγραμμα που είχα κάνει και είδαν ότι κρατούσε στα χέρια της το έλεγξαν και έβγαλαν και ορισμένες φωτοτυπίες τις διαδρομές που θα ακολουθούσαμε. Στο πρόγραμμα επάνω είχα και χάρτες με τις διαδρομές που έχω κατεβάσει από το Google Maps. Οπότε, αυτά έβγαζαν φωτοτυπία.
Τέλος πάντων δεν υπήρξε κανένα πρόβλημα γενικότερα. Και μετά τα σύνορα δεν είχαμε κάτι άλλο να δούμε στην Γεωργία. Ο δρόμος ήταν καλός και προχωρούσαμε με γοργό ρυθμό προς την πρωτεύουσα της Γεωργίας. Στο δρόμο βρήκαμε ένα πλυντήριο αυτοκινήτων και πλύναμε το τζιπ που είχαμε και το κάναμε κούκλα. Και τι δεν έβγαλε από κάτω! Κομμάτια χώματα στερεοποιημένα σαν πέτρες. Πραγματικά όταν το πήγαμε στο γραφείο και το είδαν δεν μας είπαν τίποτα αλλά ούτε που το έψαξαν καθόλου να δουν αν κάτι έχει, γιατί φαινόταν όλα καλά. Και τελικά εξωτερικά δεν φαινόταν και τίποτα. Αν υπήρχαν οι ζημιές ήταν κάτω από το αμάξωμα και δεν το έψαξαν. Μας έδωσαν πίσω όλες τις προκαταβολές που είχαμε δώσει και όλα καλά.
Στην Τιφλίδα φτάσαμε περίπου στις 7:30 και ενώ το γραφείο έκλεινε στις 7:00 εκείνοι μας περίμεναν για να τους παραδώσουμε το αυτοκίνητο. Τους είχα τηλεφωνήσει και ήταν ενημερωμένοι για την ώρα άφιξής μας. Εμείς όμως αφήσαμε μέσα στο αυτοκίνητο τα πράγματα μας, αφού στις 12 τα μεσάνυχτα γυρίσαμε πίσω να μας μεταφέρουν με αυτό στο αεροδρόμιο, όπως είχαμε κανονίσει από πριν τηλεφωνικά. Μερικούς μήνες πριν είχα πληρώσει και 20 ευρώ γι’ αυτή τη μεταφορά.
Και να μην ξεχνάμε τα ωραία:
Από τις 8 που αφήσαμε το αυτοκίνητο, μέχρι τις 12 κάναμε βόλτες στην όμορφη και γνωστή μας Τιφλίδα. Όμως το άσχημο ήταν ότι νωρίς άρχισε να βρέχει και αυτό κράτησε πάνω από μία ώρα. Γι αυτό και εμείς αρχικά πήγαμε σε ένα εμπορικό κέντρο να χαζέψουμε μισή ωρίτσα και μετά καθίσαμε σε ένα καφέ ζαχαροπλαστείο όπου ξοδέψαμε σχεδόν όλα τα υπόλοιπα χρήματα που μας είχαν μείνει από την Γεωργία. Εγώ σημειώνω ότι πήρα μία μεγάλη μπύρα και μία τεράστια τυρόπιτα και το κόστος γι’ αυτά ήταν 2, 20 ευρώ. Οι τυρόπιτες σε αυτές τις χώρας είναι τόσο μεγάλες που αν φας δυο το μεσημέρι δε θέλεις άλλο φαγητό.
Όταν σταμάτησε η βροχή κάναμε τις βόλτες μας στη βραδινή Τιφλίδα και πέρασε η ώρα μας ευχάριστα, αντί να πάμε από νωρίς στο αεροδρόμιο και να βαρεθούμε. Όταν φτάσαμε εκεί καθίσαμε προσπαθώντας λίγο να κοιμηθούμε στις καρέκλες και μετά κάναμε το check-in κατά τις 3:00 τα ξημερώματα. Στις 5:15 είχαμε την αναχώρηση της πτήσης μας και σήμερα το πρωί φτάσαμε στην όμορφη Αθήνα, που εγώ ως τώρα τη βρίσκω αρκετά δροσερή με θερμοκρασία κάτω από 30 βαθμούς.
Συνοψίζοντας ορισμένα του ταξιδιού.
Ήθελα να σημειώσω για τις τιμές της βενζίνης στις χώρες που πήγαμε ότι ήταν αρκετά κάτω από το 1 ευρώ το λίτρο, γύρω στα 80 λεπτά εκτός από το Αζερμπαϊτζάν που ήταν ακόμα πιο φθηνά και εντύπωση μου έκανε ότι το πετρέλαιο είχε 35 λεπτά το λίτρο. Τώρα επειδή αυτά τα γράφω στον λογογράφο του κινητού μου τηλεφώνου θα πρέπει να τα μεταφέρω στο κομπιούτερ μου και να τα διορθώσω στο Word. Γενικά με το λογογράφο εγώ σωθεί, γιατί τα γράφω πολύ γρήγορα και συνήθως δεν ξεχνάω πολλά πράγματα. Θυμάμαι παλιά που τα έγγραφα σε ημερολόγιο, ότι κάθε μέρα ήθελα από μισή μέχρι μία ώρα για να γράψω όλα αυτά τα πράγματα. Τώρα 15 λεπτά είναι αρκετά, αρκεί να έχω ίντερνετ.
Μερικά πράγματα για το φαγητό θέλω να πω. Στις χώρες που πήγαμε γενικά το φαγητό δεν μου έκανε ιδιαίτερα καλή εντύπωση. Όχι πως ήταν κακό, αν και ορισμένα πιάτα δεν τρωγόταν, αλλά δεν ήταν εντυπωσιακά νόστιμα. Όταν παραγγέλνεις πρέπει να προσέχεις πόσο μικρή ή μεγάλη είναι η μερίδα. Πολλές φορές γράφουν στον κατάλογο τα γραμμάρια που περιέχει κάθε πιάτο. Οπότε κανονίζεις, αν είναι λίγα μπορείς να πάρεις δύο πιάτα για να είσαι ευχαριστημένος. Μπορείς παντού να βρεις φαγητά της ώρας, δηλαδή κρεατικά ψημένα στα κάρβουνα αλλά έχουν και κεμπάπ. Εννοείται ότι έχουν και πίτσες πολλά μαγαζιά και είδα πολύ συχνά την Ελληνική σαλάτα στο μενού, τη λεγόμενη Greek salad. Οι τιμές που είναι στους καταλόγους ενδέχεται να αυξηθούν όταν προσθέσουν το φόρο, ο οποίος είδαμε μερικές φορές να ανέρχεται και στο 15%, ενώ ο μικρότερος που είδαμε ήταν 7%.
Στους δρόμους που πηγαίναμε έβλεπες ότι πολλοί ντόπιοι πουλούσαν φρούτα, κηπευτικά και λαχανικά και εμείς μερικές φορές σταματήσαμε για να αγοράσουμε. Ειδικά τα ροδάκινα που πήραμε, αλλά και αχλάδια, ήταν πάρα πολύ νόστιμα. Όμως οι τιμές τους δεν ήταν αντίστοιχα χαμηλές με εκείνες του φαγητού. Για παράδειγμα τα ροδάκινα είχαν περίπου ένα ευρώ ενώ τα αχλάδια είχαν ενάμισι και δυο ευρώ, ανάλογα με την ποικιλία τους. Εμείς πήραμε μερικές φορές και ο Γιάννης ακόμα περισσότερες, ο οποίος μάλιστα έπαιρνε και τομάτες. Αυτό που σου κάνει βέβαια μεγάλη εντύπωση είναι τα καρπούζια και πεπόνια τα οποία πουλάνε σε πάγκους δίπλα στο δρόμο, ακόμα και μέσα στις μεγάλες πόλεις. Όχι βέβαια στο κέντρο, αλλά λίγο πιο έξω. Γι’ αυτά τα φρούτα δεν ξέρω την τιμή τους αλλά δεν νομίζω ότι θα είναι και ιδιαίτερα ακριβή. Καμιά φορά με το Γιάννη λέγαμε μήπως πάρουμε ένα καρπούζι να το φάμε. Δύσκολο με το τρέξιμο που είχαμε. Δεν υπήρχε περίπτωση να βρούμε το χρόνο για να κάτσουμε να φάμε το καρπούζι.
Στις χώρες αυτές τα περισσότερα αυτοκίνητα που κυκλοφορούσαν ήταν γενικώς φτηνά και πολλά από αυτά ήταν τα παλιά ρωσικά Lada. Όμως έβλεπες και σύγχρονα ακριβά αυτοκίνητα. Εκεί που μου έκανε εντύπωση, γιατί είδα τα καλύτερα αυτοκίνητα από όλες τις περιοχές, ήταν στην περιοχή του Στεπανακέρτ, δηλαδή στην αυτόνομη περιοχή του Καραμπάχ.
Παρά την επικίνδυνη οδήγηση όλων των οδηγών, δεν είδαμε ουσιαστικά κανένα ατύχημα, παρά μόνο ένα αυτοκίνητο της αστυνομίας το βράδυ που μόλις είχαμε φύγει από το μπλόκο, που είχε σχεδόν πέσει το μισό σε ένα χαντάκι. Και αυτό ήταν όλο, συν ένα άλλο αυτοκίνητο που σχεδόν είχε πιάσει φωτιά, αλλά προσπεράσαμε και δεν ξέρουμε τι απέγινε.
Αυτό που μας άρεσε ήταν ότι σχεδόν παντού είχαν βρύσες για να πίνει ο κόσμος νερό. Εμείς πολλές φορές γεμίζαμε τα μπουκάλια μας και όταν ήτανε αυτές οι βρύσες στα βουνά, τότε το νερό ήταν όχι μόνο ωραίο αλλά και δροσερό, για να μην πω και παγωμένο. Εμείς πολλές φορές γεμίζαμε τα μπουκάλια που είχαμε έτσι ώστε να έχουμε νερό να πίνουμε, ειδικά αν ήταν κρύο. Εγώ βέβαια ήθελα κάθε τόσο να φτιάχνω καφέ, που λόγω της κούρασης στην οδήγηση έπρεπε να πίνω συχνά. Εκτός από το πρωί ήθελα και τουλάχιστον άλλον ένα ή και δύο.
Μπορεί να ήταν πολύ εύκολο να βρίσκουμε νερό, όμως και ήταν δύσκολο να βρούμε τουαλέτα. Στους μεγάλους χώρους, δηλαδή μοναστήρια και καταστήματα κάτι βρίσκαμε και συνήθως με ένα ελάχιστο αντίτιμο. Όμως όταν ήμασταν έξω, στους επαρχιακούς δρόμους, στα φαράγγια κάναμε στάσεις. Όμως ο κάθε χώρος για στάθμευση είχε χρησιμοποιηθεί για τον ίδιο λόγο και από πολλούς άλλους και γι αυτό ήταν βρώμικα. Ο χώρος λίγο πίσω από τα δέντρα και τη βλάστηση πάντα ήταν ακάθαρτος. Άρα καλύτερα να πληρώνεις κάτι και να είναι σχετικά καθαρά.
Ο καιρός γενικά ήταν πολύ καλός, εκτός από λίγες εξαιρέσεις, αλλά αυτό δεν μας ενόχλησε. Το πρόβλημα ήταν που το αυτοκίνητο είχε χαλασμένο τον κλιματισμό του, με αποτέλεσμα να ζεσταινόμαστε συχνά. Ειδικά όταν ήμασταν κάπου και μας είχαν τρελάνει οι μύγες που έμπαιναν από τα τζάμια.
Όσον αφορά στο κόστος του ταξιδιού αυτό σύμφωνα με τον Γιάννη ήταν στα 1.100 ευρώ ανά άτομο, αλλά νομίζω ότι εμένα με πήγε 1.200. Είναι ένα αστείο ποσόν αν σκεφτεί κανένας ότι είχαμε 17 μέρες ταξίδι. Και τα πρακτορεία στην Αθήνα ζητάνε πάνω από 3.500 ευρώ και ίσως να σε πηγαίνουν και σε λιγότερα μέρη.
Ήταν τελικά ένα ταξίδι γεμάτο με εικόνες και πολλές εναλλαγές τοπίων, και εμάς μας άρεσε ιδιαίτερα που είδαμε και τα απομεινάρια του σοβιετικού καθεστώτος που ήταν εδώ και εκεί. Όλες τις ημέρες είχαμε ευκαιρία να φωτογραφίζουμε πολλά παλιά κτήρια κτίρια, όπως και εγκαταλειμμένες βιομηχανίες. Αυτό το τελευταίο μας άρεσε ιδιαίτερα, αλλά σε κάποιους ίσως, όπως το Lonely Planet, δεν αρέσει και δεν το συνιστούν. Το βλέπουν σαν μία βεβήλωση του τοπίου, αλλά εμείς το βλέπουμε σαν κάτι μουσειακό και πολλές ήταν οι φορές που σταματήσαμε αποκλειστικά και μόνο για να βγάλουμε φωτογραφίες των εγκαταλειμμένων κτιρίων, μεγάλων συνήθως, είτε σχολείων ή κατοικιών και λοιπά.
Attachments
-
325,2 KB Προβολές: 0