Klair
Member
- Μηνύματα
- 2.344
- Likes
- 28.200
- Ταξίδι-Όνειρο
- Υπερσιβηρικός
Το Δάρα και το νερό
Αλλάζοντας σελίδα ήρθε η ώρα να διηγηθώ την ιστορία της απόκτησης νερού στο χωριό, η οποία κρατάει χρόνια, και περιβάλλεται από πολλές ίντριγκες, αντιδράσεις και εμπάθειες. Από τις αρχές του 20ου αιώνα, εμφανίστηκαν κατά καιρούς, σοβαρές προσπάθειες, από υπεύθυνους και προοδευτικούς ανθρώπους του τόπου, για τη λύση του πρώτου και κορυφαίου προβλήματος του χωριού. Παράλληλα όμως εμφανίστηκαν και αντιδράσεις κατά της όποιας προτεινόμενης λύσης, με σκοπό την ικανοποίηση αντιπολιτευτικών στόχων ή και προσωπικών εμπαθειών. Οι αντιδραστικοί αδιαφορούσαν για την ταλαιπωρία των κατοίκων, οι οποίοι κουβαλούσαν το νερό με τα γαϊδουράκια από τον Κάμπο, ή τα Χαλικιά (περιοχή έξω από το χωριό).
Τα δοχεία μεταφοράς ήταν ξύλινα νεροβάρελα, και κάθε σπίτι είχε δύο, ώστε να φορτώνονται στα ζώα, το ένα στη μια πλευρά του σαμαριού, και το άλλο στην άλλη. Η ποσότητα του νερού στο κάθε βαρέλι ήταν 25-30 οκάδες. Με αυτήν τη μικρή ποσότητα, ολόκληρες οικογένειες, έπρεπε να περάσουν δύο και τρεις ακόμα ημέρες. Τον χειμώνα η κατάσταση ήταν κάπως καλύτερη, γιατί αξιοποιούσαν και το βρόχινο νερό, που μάζευαν στα καζάνια (λεβέτια τα λένε στο χωριό). Επιπλέον τον χειμώνα είχαν αρκετό νερό, οι τρεις-τέσσερις βρυσούλες του χωριού. Όμως και από αυτές τις χειμερινές βρύσες η μεταφορά γινόταν στα σπίτια με τις βαρέλες και τα ζώα. Συνήθως η προμήθεια του νερού ήταν αποκλειστική δουλειά των γυναικών ή των μεγαλύτερων παιδιών.
Σαν παιδί και έφηβη πρόλαβα και εγώ τη μεταφορά του νερού, από τις τέσσερις βρύσες του χωριού στα σπίτια με τα γαϊδουράκια. Τρελή χαρά με κυρίευε, όταν τα καλοκαίρια των διακοπών μου στο χωριό, αναλαμβάναμε με τα ντόπια ξαδέρφια μου να πάμε στη βρύση για νερό. Μόνο που στα παιδικά μου χρόνια υπήρχαν και τα πλαστικά μπιτόνια, εκτός φυσικά από τις ξύλινες βαρέλες. Οι βαρέλες είχαν ειδικό τρόπο φόρτωσης με σχοινιά στα πλαϊνά του σαμαριού, μια διαδικασία την οποία είχα μάθει να κάνω και εγώ. Τα πλαστικά μπιτόνια ήταν πιο εύκολο να τα κρεμάσουμε από το σαμάρι, γιατί είχαν "χεράκια" μέσα από τα οποία περνούσαμε τις τριχιές (χοντρά σχοινιά). Μια ολόκληρη πομπή, από τρία και τέσσερα φορτωμένα ζώα, τα οποία ακολουθούσε ένα τσούρμο φωνακλάδικων και χαρούμενων παιδιών, ξεκινούσε από τα σπίτια του χωριού με κατεύθυνση τη βρύση. Για εμένα, που είχα μάθει στις ανέσεις της Αθήνας, ήταν μια πραγματική περιπέτεια, μια επίπονη αλλά και διασκεδαστική προσφορά στη λάτρα του σπιτιού. Γυρνώντας στο σπίτι ήθελα να γεμίσω ό,τι δοχείο, κατσαρολικό ή καζάνι υπήρχε, για να ξαναφύγω για τη βρύση. Τόσο πολύ με γοήτευε όλη αυτή η προσπάθεια. Τα πειράγματα με τα άλλα παιδιά έδιναν και έπαιρναν. Γινόταν ένα πραγματικό πάρτι και φυσικά δεν έλειπαν και οι "γαμπροί" από τα γειτονικά στη βρύση σπίτια, που έβγαιναν σε πόρτες και παράθυρα, για να πάρουν "μάτι" την Αθηναία που ερχόταν στη βρύση για νερό. Μέχρι μουσική στη διαπασών έβαζαν στα σπίτια τους, και άνοιγαν πόρτες και παράθυρα, για να ακούγεται σε όλη τη γειτονιά, γύρω από τη βρύση.
Η πρώτη σοβαρή ενέργεια που έγινε για τη λύση του προβλήματος ήταν το 1921. Ο τότε Πρόεδρος της Κοινότητας ανέθεσε σε Ελβετούς μηχανικούς την εκπόνηση μελέτης για τη μεταφορά στο χωριό του νερού της μικροπηγής από τα Χαλικιά (περιοχή έξω από το χωριό). Πρόβλεψη της μελέτης ήταν να τοποθετηθούν αρχικά, κάποιες βρύσες σε διάφορα σημεία του χωριού, και στη συνέχεια το έργο να επεκταθεί, με ακόμα περισσότερες βρύσες και σε άλλα σημεία. Αν ολοκληρωνόταν αυτό το έργο η λύση του προβλήματος για την εποχή εκείνη (1921) θα ήταν ιδανική. Δυστυχώς όμως καραδοκούσαν άνθρωποι φανατισμένοι, χωρίς όραμα, κοινωνικά ανεύθυνοι και ταγμένοι να υποστηρίζουν την άρνηση.
Η ύδρευση στο Δάρα ήταν γεμάτη από πολλές αντιδράσεις και βασικό επιχείρημα, που άντεξε μέχρι το 1980, ήταν εκείνο των κουνουπιών και της ελονοσίας. Υποστήριζαν πως το χωριό θα γεμίσει κουνούπια, οι κάτοικοι θα αρρωστήσουν από ελονοσία, και πρότειναν το νερό να φτάσει μέχρι τα αλώνια, δηλαδή και πάλι έξω από το χωριό.
Άλλη σοβαρή προσπάθεια ήταν εκείνη του Κοινοτικού Συμβουλίου, τον Αύγουστο του 1933, η οποία επίσης ναυάγησε. Το 1950 χορηγήθηκαν από το αρμόδιο Υπουργείο στην Κοινότητα Δάρα 1.500 μέτρα σιδηροσωλήνες, για την κατασκευή αγωγού από τα Χαλικιά στο χωριό. Το έργο άρχισε με προσωπική εργασία των κατοίκων. Ήταν όχι μόνο δύσκολο, αλλά και επικίνδυνο. Οι εργαζόμενοι δούλευαν σε μεγάλο βάθος και κάτω από μεγάλους όγκους διαβρωμένου εδάφους. Όμως όλες οι δυσκολίες ξεπεράστηκαν, χάρη στην απόφαση των κατοίκων και του τότε Προέδρου της Κοινότητας, να κάνουν κάτι επιτέλους για να έχουν λίγο νερό.
Όλα πήγαιναν καλά, μέχρι την ώρα που το νερό έφτασε πάνω από το νεκροταφείο, το οποίο είναι αρκετά μέτρα έξω από τα οικιστικά όρια του χωριού. Τότε εμφανίστηκαν πάλι εκείνοι που δεν είχαν προσφέρει ούτε μια δραχμή και ούτε μια ώρα προσωπικής εργασίας. Ήθελαν "σώνει και καλά" το νερό να μείνει κοντά στο νεκροταφείο, δηλαδή και πάλι μακριά από τα σπίτια.
Οι κάτοικοι εξαγριώθηκαν μαζί τους και ο τότε Πρόεδρος, ευτυχώς τους αγνόησε, και έκανε σωστά τη δουλειά του. Το νερό ήρθε μέσα στο χωριό. Τοποθετήθηκαν τέσσερις βρύσες σε κεντρικά σημεία του Δάρα και το πρόβλημα της ύδρευσης κάπως καλυτέρευσε. Αυτές λοιπόν τις βρύσες πρόλαβα εγώ στα παιδικά και εφηβικά μου χρόνια. Ήταν ένα αξιόλογο και αναπτυξιακό έργο για τα χρόνια εκείνα, αφού πλέον στους κήπους και στις αυλές των σπιτιών έκαναν την εμφάνισή τους τα πρώτα λουλούδια και τα πρώτα δέντρα, κυρίως ελιές, αλλά και καρυδιές και αχλαδιές. Μέχρι τότε το χωριό ήταν γυμνό και άχαρο από την ξεραΐλα.
Στις δεκαετίες 1960-1970 εμφανίστηκε στο Δάρα κάποια προσπάθεια βελτίωσης των κατοικιών και δειλά-δειλά έκαναν την εμφάνισή τους οι πρώτες σύγχρονες κουζίνες και τα πρώτα μπάνια. Θυμάμαι πάρα πολύ καλά, να πλένουμε τα πιάτα στον νεροχύτη με το νερό ενός δοχείου που κατέληγε σε βρυσούλα. Έτσι πλενόμασταν το πρωί όταν ξυπνούσαμε και έτσι λουζόμασταν και κάναμε μπάνιο.
Με τις κοινοτικές εκλογές του 1978, οι δημότες Δάρα εξέλεξαν Πρόεδρο της Κοινότητας τον θείο μου, Δ. Μ. Μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, (1-1-1979), το πρόβλημα της ύδρευσης και της μεταφοράς του νερού σε κάθε νοικοκυριό πήρε την πρώτη θέση στον προγραμματισμό των έργων. Ο Σύλλογος Δαραίων της Αθήνας πήρε θετική θέση και ανέπτυξε σοβαρές πρωτοβουλίες για τη συγκέντρωση των χρημάτων. Ενημέρωσαν τους Συλλόγους Αμερικής και Αυστραλίας που με ενθουσιασμό ανταποκρίθηκαν στο αίτημα.
Έτσι στις 14-9-1979 άρχισαν οι εργασίες για την κατασκευή του εσωτερικού δικτύου και με την ολοκλήρωση αυτή, άρχισε η κατασκευή των παροχών διανομής στα σπίτια. Η συντριπτική πλειοψηφία των απανταχού Δαραίων, όχι μόνον ήταν υπέρ του έργου, αλλά και με αγωνία περίμενε την ολοκλήρωσή του. Όμως και πάλι υπήρξαν υποβόσκουσες και συνωμοτικές αντιδράσεις από μερίδα χωριανών, οι οποίοι έτρεφαν φρούδες ελπίδες ότι το έργο δεν ήταν δυνατόν να ολοκληρωθεί. Όταν βεβαιώθηκαν για την επίτευξή του, έχασαν τον αυτοέλεγχο και ξεπέρασαν ακόμα και τον εαυτό τους. Ούτε λίγο ούτε πολύ, έφτασαν στο ακραίο σημείο 27 οικογένειες να μη βάλουν νερό μέσα στα σπίτια τους. Μετά την υδροδότηση του 90% των σπιτιών, η Κοινότητα έκλεισε τις τέσσερις κοινοτικές βρύσες για την οικονομία του νερού. Τότε, όσοι δεν έβαλαν νερό στα σπίτια τους, αναγκάστηκαν να το παίρνουν δανεικό από τους γείτονές τους με παρακάλια, αλλά και πολλές φορές με αρνήσεις από τους κατέχοντες το οικιακό πλέον νερό. Μετά από έναν μήνα η Κοινότητα εξέδωσε νέα ανακοίνωση και τότε όλοι οι αντιδραστικοί έσπευσαν τελικά να υποβάλλουν αιτήσεις.
Στις 16 Αυγούστου 1980 έγιναν τα εγκαίνια του νερού, με την παρουσία επισήμων και του συνόλου των κατοίκων του χωριού. Μετά την τελετή το γλέντι φούντωσε για τα καλά και η χαρά ξεχείλιζε από παντού. Οι χοροί στην πλατεία ήταν μαζικοί και οι εκδηλώσεις πανηγυρικές. Οι πρώτες πρωινές ώρες βρήκαν τους κατοίκους να χορεύουν περιμετρικά της πλατείας, αλλά και στους δρόμους του χωριού.
Αλλάζοντας σελίδα ήρθε η ώρα να διηγηθώ την ιστορία της απόκτησης νερού στο χωριό, η οποία κρατάει χρόνια, και περιβάλλεται από πολλές ίντριγκες, αντιδράσεις και εμπάθειες. Από τις αρχές του 20ου αιώνα, εμφανίστηκαν κατά καιρούς, σοβαρές προσπάθειες, από υπεύθυνους και προοδευτικούς ανθρώπους του τόπου, για τη λύση του πρώτου και κορυφαίου προβλήματος του χωριού. Παράλληλα όμως εμφανίστηκαν και αντιδράσεις κατά της όποιας προτεινόμενης λύσης, με σκοπό την ικανοποίηση αντιπολιτευτικών στόχων ή και προσωπικών εμπαθειών. Οι αντιδραστικοί αδιαφορούσαν για την ταλαιπωρία των κατοίκων, οι οποίοι κουβαλούσαν το νερό με τα γαϊδουράκια από τον Κάμπο, ή τα Χαλικιά (περιοχή έξω από το χωριό).
Τα δοχεία μεταφοράς ήταν ξύλινα νεροβάρελα, και κάθε σπίτι είχε δύο, ώστε να φορτώνονται στα ζώα, το ένα στη μια πλευρά του σαμαριού, και το άλλο στην άλλη. Η ποσότητα του νερού στο κάθε βαρέλι ήταν 25-30 οκάδες. Με αυτήν τη μικρή ποσότητα, ολόκληρες οικογένειες, έπρεπε να περάσουν δύο και τρεις ακόμα ημέρες. Τον χειμώνα η κατάσταση ήταν κάπως καλύτερη, γιατί αξιοποιούσαν και το βρόχινο νερό, που μάζευαν στα καζάνια (λεβέτια τα λένε στο χωριό). Επιπλέον τον χειμώνα είχαν αρκετό νερό, οι τρεις-τέσσερις βρυσούλες του χωριού. Όμως και από αυτές τις χειμερινές βρύσες η μεταφορά γινόταν στα σπίτια με τις βαρέλες και τα ζώα. Συνήθως η προμήθεια του νερού ήταν αποκλειστική δουλειά των γυναικών ή των μεγαλύτερων παιδιών.
Η πρώτη σοβαρή ενέργεια που έγινε για τη λύση του προβλήματος ήταν το 1921. Ο τότε Πρόεδρος της Κοινότητας ανέθεσε σε Ελβετούς μηχανικούς την εκπόνηση μελέτης για τη μεταφορά στο χωριό του νερού της μικροπηγής από τα Χαλικιά (περιοχή έξω από το χωριό). Πρόβλεψη της μελέτης ήταν να τοποθετηθούν αρχικά, κάποιες βρύσες σε διάφορα σημεία του χωριού, και στη συνέχεια το έργο να επεκταθεί, με ακόμα περισσότερες βρύσες και σε άλλα σημεία. Αν ολοκληρωνόταν αυτό το έργο η λύση του προβλήματος για την εποχή εκείνη (1921) θα ήταν ιδανική. Δυστυχώς όμως καραδοκούσαν άνθρωποι φανατισμένοι, χωρίς όραμα, κοινωνικά ανεύθυνοι και ταγμένοι να υποστηρίζουν την άρνηση.
Η ύδρευση στο Δάρα ήταν γεμάτη από πολλές αντιδράσεις και βασικό επιχείρημα, που άντεξε μέχρι το 1980, ήταν εκείνο των κουνουπιών και της ελονοσίας. Υποστήριζαν πως το χωριό θα γεμίσει κουνούπια, οι κάτοικοι θα αρρωστήσουν από ελονοσία, και πρότειναν το νερό να φτάσει μέχρι τα αλώνια, δηλαδή και πάλι έξω από το χωριό.
Άλλη σοβαρή προσπάθεια ήταν εκείνη του Κοινοτικού Συμβουλίου, τον Αύγουστο του 1933, η οποία επίσης ναυάγησε. Το 1950 χορηγήθηκαν από το αρμόδιο Υπουργείο στην Κοινότητα Δάρα 1.500 μέτρα σιδηροσωλήνες, για την κατασκευή αγωγού από τα Χαλικιά στο χωριό. Το έργο άρχισε με προσωπική εργασία των κατοίκων. Ήταν όχι μόνο δύσκολο, αλλά και επικίνδυνο. Οι εργαζόμενοι δούλευαν σε μεγάλο βάθος και κάτω από μεγάλους όγκους διαβρωμένου εδάφους. Όμως όλες οι δυσκολίες ξεπεράστηκαν, χάρη στην απόφαση των κατοίκων και του τότε Προέδρου της Κοινότητας, να κάνουν κάτι επιτέλους για να έχουν λίγο νερό.
Όλα πήγαιναν καλά, μέχρι την ώρα που το νερό έφτασε πάνω από το νεκροταφείο, το οποίο είναι αρκετά μέτρα έξω από τα οικιστικά όρια του χωριού. Τότε εμφανίστηκαν πάλι εκείνοι που δεν είχαν προσφέρει ούτε μια δραχμή και ούτε μια ώρα προσωπικής εργασίας. Ήθελαν "σώνει και καλά" το νερό να μείνει κοντά στο νεκροταφείο, δηλαδή και πάλι μακριά από τα σπίτια.
Οι κάτοικοι εξαγριώθηκαν μαζί τους και ο τότε Πρόεδρος, ευτυχώς τους αγνόησε, και έκανε σωστά τη δουλειά του. Το νερό ήρθε μέσα στο χωριό. Τοποθετήθηκαν τέσσερις βρύσες σε κεντρικά σημεία του Δάρα και το πρόβλημα της ύδρευσης κάπως καλυτέρευσε. Αυτές λοιπόν τις βρύσες πρόλαβα εγώ στα παιδικά και εφηβικά μου χρόνια. Ήταν ένα αξιόλογο και αναπτυξιακό έργο για τα χρόνια εκείνα, αφού πλέον στους κήπους και στις αυλές των σπιτιών έκαναν την εμφάνισή τους τα πρώτα λουλούδια και τα πρώτα δέντρα, κυρίως ελιές, αλλά και καρυδιές και αχλαδιές. Μέχρι τότε το χωριό ήταν γυμνό και άχαρο από την ξεραΐλα.
Στις δεκαετίες 1960-1970 εμφανίστηκε στο Δάρα κάποια προσπάθεια βελτίωσης των κατοικιών και δειλά-δειλά έκαναν την εμφάνισή τους οι πρώτες σύγχρονες κουζίνες και τα πρώτα μπάνια. Θυμάμαι πάρα πολύ καλά, να πλένουμε τα πιάτα στον νεροχύτη με το νερό ενός δοχείου που κατέληγε σε βρυσούλα. Έτσι πλενόμασταν το πρωί όταν ξυπνούσαμε και έτσι λουζόμασταν και κάναμε μπάνιο.
Με τις κοινοτικές εκλογές του 1978, οι δημότες Δάρα εξέλεξαν Πρόεδρο της Κοινότητας τον θείο μου, Δ. Μ. Μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, (1-1-1979), το πρόβλημα της ύδρευσης και της μεταφοράς του νερού σε κάθε νοικοκυριό πήρε την πρώτη θέση στον προγραμματισμό των έργων. Ο Σύλλογος Δαραίων της Αθήνας πήρε θετική θέση και ανέπτυξε σοβαρές πρωτοβουλίες για τη συγκέντρωση των χρημάτων. Ενημέρωσαν τους Συλλόγους Αμερικής και Αυστραλίας που με ενθουσιασμό ανταποκρίθηκαν στο αίτημα.
Έτσι στις 14-9-1979 άρχισαν οι εργασίες για την κατασκευή του εσωτερικού δικτύου και με την ολοκλήρωση αυτή, άρχισε η κατασκευή των παροχών διανομής στα σπίτια. Η συντριπτική πλειοψηφία των απανταχού Δαραίων, όχι μόνον ήταν υπέρ του έργου, αλλά και με αγωνία περίμενε την ολοκλήρωσή του. Όμως και πάλι υπήρξαν υποβόσκουσες και συνωμοτικές αντιδράσεις από μερίδα χωριανών, οι οποίοι έτρεφαν φρούδες ελπίδες ότι το έργο δεν ήταν δυνατόν να ολοκληρωθεί. Όταν βεβαιώθηκαν για την επίτευξή του, έχασαν τον αυτοέλεγχο και ξεπέρασαν ακόμα και τον εαυτό τους. Ούτε λίγο ούτε πολύ, έφτασαν στο ακραίο σημείο 27 οικογένειες να μη βάλουν νερό μέσα στα σπίτια τους. Μετά την υδροδότηση του 90% των σπιτιών, η Κοινότητα έκλεισε τις τέσσερις κοινοτικές βρύσες για την οικονομία του νερού. Τότε, όσοι δεν έβαλαν νερό στα σπίτια τους, αναγκάστηκαν να το παίρνουν δανεικό από τους γείτονές τους με παρακάλια, αλλά και πολλές φορές με αρνήσεις από τους κατέχοντες το οικιακό πλέον νερό. Μετά από έναν μήνα η Κοινότητα εξέδωσε νέα ανακοίνωση και τότε όλοι οι αντιδραστικοί έσπευσαν τελικά να υποβάλλουν αιτήσεις.
Στις 16 Αυγούστου 1980 έγιναν τα εγκαίνια του νερού, με την παρουσία επισήμων και του συνόλου των κατοίκων του χωριού. Μετά την τελετή το γλέντι φούντωσε για τα καλά και η χαρά ξεχείλιζε από παντού. Οι χοροί στην πλατεία ήταν μαζικοί και οι εκδηλώσεις πανηγυρικές. Οι πρώτες πρωινές ώρες βρήκαν τους κατοίκους να χορεύουν περιμετρικά της πλατείας, αλλά και στους δρόμους του χωριού.
Last edited: