agelada
Member
- Μηνύματα
- 59
- Likes
- 7
- Επόμενο Ταξίδι
- ??
- Ταξίδι-Όνειρο
- Β. Περού -Εκ-Γκαλάπαγκος
Είναι μια πρόκληση το να γράφες μη γνωρίζοντας προσωπικά τους αποδέκτες του κειμένου του. Ιδίως όταν το κείμενο του δεν είναι μια απλή αφήγηση, ούτε η έκφραση μιας άποψης αλλά η κατάθεση μιας εμπειρίας.. Με την ελπίδα ότι η κοινή μας αγάπη για την ανάκαλυψη νέων τόπων, ανθρώπων και βιωμάτων είναι η ικανή συνθήκη που επιτρέπει και διευκολύνει την επικοινωνία, ξεκινώ το σημείωμά μου αυτό για τους λαούς των Άνδεων - το ταξίδι που πραγματοποίησα τον Μάιο/Ιούνιο του 2007 από τη Λα Πας της Βολιβίας μέχρι τη Λίμα του Περού.
Κρίνω ως αναγκαίο να μοιραστώ μαζί σας, συνταξιδιώτες, (είστε πλέον και εσείς μαζί μου), κάποιες βασικές συνιστώσες για εμένα και το ταξίδι αυτό, σε μια προσπάθεια να γίνει κατανοητή η οπτική γωνία από την οποία βίωσα την περιπλάνηση αυτή. Με κέντρο τον άνθρωπο και το περιβάλλον που τον περιστοιχίζει να είναι οι δύο βασικοί άξονες μου, προσπαθώ να "δω" όσο πιο βαθιά μπορώ μέσα σε μια κοινωνία, προσλαμβάνοντάς την με βάση τις πολιτικές, πολιτιστικές και γλωσσικές βάσεις που έχω αποκομίσει πριν και που συλλέγω κατά τη διάρκεια του ταξιδιού μου. Στην περίπτωση των λαών των Άνδεων είναι σημαντικό εξ'αρχής να αναφερθεί ότι πρόκειται για ανθρώπους με εξαιρετικούς δεσμούς με τη γη των προγόνων τους. Ο Περουβιανός λογοτέχνης Σίρο Αλεγκρία στο εξαιρετικό του βιβλίο "Μεγάλος και Ξένος είναι ο κόσμος", βιβλίο που συνιστώ σε όλους, περιγράφει τους δεσμούς αυτούς όπως και τον φιλειρηνικό χαρακτήρα των ανθρώπων αυτών. Η ισπανική αποικιοκρατία και ο αγώνας για την ανεξαρτησία είναι μια ακόμη ουσιαστική συνιστώσα, όπως επίσης και η συνεχής πάλη των γηγενών να ελέγξουν τα "του οίκου τους". Αρκετά όμως με τα εισαγωγικά, πάμε λοιπόν στη Βολιβία.
Ταξιδεύω από τη Βοστώνη των Η.Π.Α. (όπου και διέμενα) μέσω Μαϊάμι για Λα Πας. Στη δεύτερη πτήση, το μισογεμάτο αεροπλάνο -ενδεικτικό των λίγων τουριστών- έκανε το ταξίδι μια εξαιρετικά απολαυστική εμπειρία. Η άφιξη μας στο αεροδρόμιο της Λα Πας έσπασε την μονοτονία της ησυχίας καθώς είναι ελάχιστες οι διεθνείς πτήσεις που προσγειώνονται στο μικρό αυτό αεροδρόμιο. Εξαιρετικά χαριτωμένη ήταν και η έκφραση του κατά τα άλλα ευγενέστατου αξιωματικού που αντίκρισε το διαβατήριο μου: "¿Que pais es esto?" ("Ποιο κράτος είναι αυτό;") με ρώτησε και εξεπλάγη με την απόκριση μου. Ηχηρότερη προσγείωση στην πραγματικότητα του μικρού αυτού κράτους αποτέλεσε η υψομετρική διαφορά, η οποία γίνεται αμέσως αισθητή καθώς η Λα Πας βρίσκεται στα 3600μ. Αλλά αυτό είναι κάτι το οποίο "περιμέναμε", οπότε και το είχαμε σπρώξει στο πίσω μέρος του μυαλού μας.
Η Λα Πας είναι διαφορετική από κάθε άλλη πόλη του κόσμου. Αφενός η γεωγραφία και η βραχώδης κοιλάδα, αφετέρου οι φτωχικές και παραπλήσιες κατοικίες συνθέτουν ένα σκηνικό που είναι μοναδικά διαφορετικό για τα μάτια όλων ημών που ζούμε σε μεγάλες πόλεις. Μάλιστα “πάνω” από τη Λα Πας, σε ένα ύψωμα που “κοιτά” την πόλη δημιουργήθηκε με την πάροδο των χρόνων ο οικισμός Ελ Άλτο (ο οποίος παραπέμπει σε αυτή την υψομετρική διαφορά) όπου οι φτωχότεροι των κατοίκων στήσανε τα σπιτικά τους. Τα πρώτα λεπτά της αχόρταγης πρόσληψης αυτού του διαφορετικού τοπίου διαδέχονται οι σκέψεις που αναπηδούν καθώς το λογικό και το μάτι "συναντώνται". Συνειδητοποιεί κανείς τη δύσκολη ζωή των ανθρώπων που υπομένουν την εξαιρετικά αραιή ατμόσφαιρα, τους δριμείς χειμώνες στις παραγκουπόλεις και κάτω από τα κλινοσκεπάσματα (από το μαλλί) των Αλπακά. Παράλληλα, και καθώς ο επισκέπτης παρεισφρύει στην καθημερινότητα των Βολιβιανών, μαγεύεται από την "μυστική πόρτα" που άνοιξε σε αυτόν τον ιδιαίτερο κόσμο: γυναίκες ντυμένες στις τοπικές φορεσιές, λογής ήθη και έθιμα να στελεχώνουν και συνιστούν την καθημερινότητα, ήχοι και γεύσεις και αφή - όλα ιδιαίτερα, όλα αρμονικά.
Ο ιδιαίτερος χαρακτήρας της χώρας αυτής διατηρείται, όπως είναι λογικό, και στις μικρότερες επαρχιακές πόλεις. Περιπλανώμενος κανείς στις μικρότερες πολιτείες γνωρίζει καλύτερα τους ανθρώπους και τον πολιτισμό τους. Οι Αϋμάρα και οι Κέτσουα είναι οι δύο πολυπληθέστερες ομάδες με τους μεν πρώτους να βρίσκονται στα ψηλότερα εδάφη και να επικεντρώνονται στην κτηνοτροφία και τους δεύτερους να επικεντρώνονται στη γεωργία, στην καλλιέργεια των διαφορετικών ποικιλιών πατάτας, καλαμποκιού και κινόα. Οι λάτρεις των αμυλούχων τροφών δεν απογοητεύομαστε πουθενά στη Βολιβία!
Προχωρώντας νότια, 3 ωραίες ώρες με το λεωφορείο για την πόλη Ορούρο και από εκεί άλλες 7 με το τρένο φτάνει ο εμπειριοσυλλέκτης περιηγητής στο Σαλάρ (Αλύπεδο) του Ογιούνο - ένα πραγματικό θαύμα της φύσης. Μια απέραντη λευκή έκταση, της τάξεως ενός μέτριου ελληνικού νησιού. Θεωρώντας ότι το χιόνι και το απόλυτο λευκό δεν παρουσιάζει κανένα ενδιαφέρον μετά από 5 βαρείς χειμώνες στη Βοστώνη, ομολογώ ότι πάρα ταύτα γοητεύτηκα από την ολότητα του λευκού που μας περικύκλωνε, η οποία απέκτησε φαντασιακές διαστάσεις με τη δύση του ήλιου. Έχοντας διανύσει συνολικά περίπου 70 χλμ με το τζιπ μας, φτάσαμε στην άλλη πλευρά του σαλάρ όπου στο τοπικό πανδοχείο βιώσαμε την βολιβιανή φιλοξενία. Μια νεαρή κοπέλα μας μαγείρεψε μια γίδα (θεωρώ) και ολίγες πατάτες για εμάς και τον οδηγό μας. Η προσήλωσή της και η επιθυμία της να μας παρέχει τα μέγιστα ήταν συγκινητική. Όπως και γλυκύτατος ήταν ο δίχρονος γιος της τον οποίο με χαρά μας παρουσίασε όταν πια το δείπνο είχε τελειώσει.
Ένας άλλος σημαντικός σταθμός του ταξιδιού ήταν η επίσκεψη στο αρχαιολογικό χώρο του Τιαχουανάκο, λαού προπομπού των Ίνκα, με τα χαρακτηριστικά υπερμέγεθη αγάλματα και τις εξελιγμένες γνώσεις στον τομέα της καλλιέργειας της γης. Ένα αξιοσημείωτο στοιχείο, και ενδεικτικό του ψυχισμού των Βολιβιανών, είναι η γλυκιά, γεμάτη σεβασμό αλλά ταυτότητα ανεπίδευτη και χωρίς ακρότητες προσέγγιση του πολιτισμού τους την οποία μεταδίδουν και στον επισκέπτη. Τον προσκαλούν ευγενικά να συμπορευθεί μαζί τους καθώς ανατρέχουν στο παρελθόν και τον ευχαριστούν, στο τέλος, που θέλησε να επισκεφτεί τα μνημεία του πολιτισμού τους. "Vuelve pronto" ("Να επιστρέψετε σύντομα") παροτρύνει μια επιγραφή στην έξοδο του αρχαιολογικού χώρου.
Ίσως το κορυφαίο σημείο της περιήγησης, η λίμνη Τιτικάκα ανοίγεται μπροστά μας καθώς προχωρούμε βορειότερα, προσεγγίζοντας τα σύνορα με το Περού. Τόπος απαράμιλλης ομορφιάς και γενέτειρα των θεών των Ίνκα, η λίμνη και τα νησάκια της είναι θέαμα για το οποίο αξίζει να είναι ευγνώμων και μόνο που το αντίκρισε. Μιάμισι ώρα πεζοπορίας στα 4,000 μέτρα μας οδηγεί στο οικολογικό καταφύγιο όπου θα διανυκτερεύσουμε, μαζί με 2 Αγγλίδες, ένα ζευγάρι Ελβετών και 2 Αμερικανούς. Το βράδι, στον ξάστερο ουρανό και παρά το ψύχος ψάχναμε το Σταυρό του Νότου. Το πρωί σηκωθήκαμε στις 6 για την καλύτερη ανατολή του κόσμου. Δέος. Σιωπή. Ο ήλιος, η λίμνη και οι χιονισμένες Άνδεις.
Η επίσκεψη μας στη νήσο του Ήλιου και στη νήσο του Φεγγαριού, δύο εκ των νησιών της λίμνης με θρησκευτική σημασία για τους Ίνκα, μας εισήγαγε στον πολιτισμό του λαού αυτού λίγο πριν την άφιξη μας στο Περού. Η Τιτικάκα αποτελεί το φυσικό σύνορο των δύο κρατών και έτσι πολύ σύντομα και εύκολα βρεθήκαμε στο Περού. Από εκεί και μετά από μια διαδρομή 3 ωρών βρεθήκαμε στο Πούνο, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας απ'όπου και πήραμε το λεωφορείο των 12 ωρών που μας μετέφερε στο Κούσκο, την πρωτεύουσα του κράτους των Ίνκα.
Πόλη που ζει με το ένα πόδι στο παρελθόν και το άλλο στο παρόν, το Κούσκο έχει μεγαλοπρεπή κτίσματα από κάθε φάση της ιστορίας του, με τα μνημεία των Ίνκα και τους ναούς των Ισπανών να δεσπόζουν. Γοητευτική όμως είναι και η θέα της πόλης από το διπλανό λόφο του Κρίστο Μπλανκο (λόφου που φιλοξενεί ένα λευκό άγαλμα του Χριστού) απ'όπου και ξεχωρίζουν τα σπουδαιότερα κτίσματα της πόλης. Βεβαίως όμως, έχοντας φτάσει στο Κούσκο, και άρα τόσο κοντά στο Μάτσου Πίτσου, η σκέψη μας ήδη ταξιδεύει μπροστά και αδημονεί...
Μόνο που το Μάτσου Πίτσου δεν είναι τόσο κοντά. Έγερση στις 4 για να προλάβουμε το πρώτο τρένο που θα μας μεταφέρει μετά από 3 ώρες στον ενδιάμεσο σταθμό του Άγουας Καλιέντες (κυριολεκτικά: Θερμές Πηγές) απ'όπου και θα πάρουμε ένα λεωφορείο για να μας πάει στους πρόποδες του μοναδικού αυτού αρχαιολογικού χώρου. Αφιερώσαμε 2 μέρες στο Μάτσου Πίτσου - την μεν πρώτη γνωρίσαμε το χώρο και περπατήσαμε αντίστροφα τα τελευταία χιλιόμετρα του περίφημου μονοπατιού των Ίνκα, τη δε δεύτερη πραγματοποίησαμε μια ανάβαση/πεζοπορία στη Γουάϊνα Πίτσου, το "λοφάκι" που στέκεται απέναντι από τον ναό και αποτελεί το χαριτωμένο φόντο στις καρτ ποστάλ και τις φωτογραφίες. Μόνο που η ανάβαση δεν είναι και τόσο γλυκιά, καθώς τα πεπαλαιωμένα, γλιστερά και στενά σκαλιά επιζητούν διαρκώς την προσοχή του αναβάτη! Βεβαίως στη προσμονή της θέας, οι όποιες τεχνικές δυσκολίες απλά παραμερίζονται... όπως και οι τουρίστες, όπως και η κούραση, η δίψα.. το σώμα υποκύπτει στο μεγαλείο, οι όποιες ανάγκες θαρρείς εξανεμίζονται..
Ο προτελευταίος σταθμός ήταν η πανέμορφη πόλη της Αρεκίπα στο δυτικό Περού, όπου και βρίσκεται κανείς μετά από μια ωριαία πτήση με την LAN Peru. Πρόκειται για μια πόλη διαφορετική από οτιδήποτε έχουμε συναντήσει μέχρι τώρα καθώς είναι μια αμιγώς αποικιακή πόλη με την σφραγίδα των Ισπανών κατακτητών ορατή σε κάθε γωνιά της. Το ιδιαίτερο Μοναστήρι της Αγίας Καταλίνα είναι αντιπροσωπευτικό της εποχής που έχει περάσει ανεπιστρεπτί. Ο τυπικός σχεδιασμός, η αρχιτεκτονική και ο κοινωνικός ρόλος του Μοναστηριού δημιουργούν ένα "παραθυράκι" που μας επιτρέπει να κρυφοκοιτάξουμε στην εποχή όπου το Βιρεϊνάτο του Περού ήταν υποτελές στη μεγάλη Ισπανία. Την Αρεκίπα όμως εγώ δεν θα την ξεχάσω και για έναν επιπρόσθετο λόγο, καθώς εκεί αρρώστησα και έμεινα κρεβατωμένη 3 μερόνυχτα, με υψηλό πυρετό και κακό βήχα που μειώθηκε μόνο χάρη στα 5 φάρμακα του συμπαθεστάτου γιατρού που με εξέτασε.
Περίπου δύο ώρες απέχει η Λίμα από την Αρεκίπα με το αεροπλάνο. Πολιτισμικά απέχει σίγουρα περισσότερο καθώς πρόκειται για μια μεγαλούπολη που εγγίζει σε πολλά σημεία τις μεγάλες πόλεις στις οποίες ζούμε οι περισσότεροι εξ'ημών. Με εμφανή τον πλούτο των Ισπανών στα σπουδαία οικοδομήματα τους που δεσπόζουν σήμερα στο κέντρο της πόλης, η Λίμα εκπέμπει μια γοητεία δίχως αμφιβολία στον περιηγητή. Ταυτόχρονα, υπάρχει ο γοητετικός Ειρηνικός Ωκεανός, το Πάρκο της Αγάπης και τα λοιπά αξιοθέατα τα οποία και εδώ συνυπάρχουν δίπλα δίπλα στις φτωχότερες συνοικίες παραπέμποντάς στα ακανθώδη κοινωνκά προβλήματα των κρατών της Νοτίου Αμερικής..
Και κάπου εδώ το ταξίδι τελειώνει καθώς από τη Λίμα μέσω Μαϊάμι και Ουάσινγκτον επιστρέφω στην καστροπολιτεία μου, αρματωμένη με μνήμες, σκέψεις, ποίηση του Σέζαρ Βαγιέχο, ευτυχής και τυχερή που γνώρισα την πατρίδα του Ίνκα Γκαρσιλάσο, τους ανθρώπους της, την σπάνια ομορφιά της. Και αυτή ήταν μόνο η αρχή!
Κρίνω ως αναγκαίο να μοιραστώ μαζί σας, συνταξιδιώτες, (είστε πλέον και εσείς μαζί μου), κάποιες βασικές συνιστώσες για εμένα και το ταξίδι αυτό, σε μια προσπάθεια να γίνει κατανοητή η οπτική γωνία από την οποία βίωσα την περιπλάνηση αυτή. Με κέντρο τον άνθρωπο και το περιβάλλον που τον περιστοιχίζει να είναι οι δύο βασικοί άξονες μου, προσπαθώ να "δω" όσο πιο βαθιά μπορώ μέσα σε μια κοινωνία, προσλαμβάνοντάς την με βάση τις πολιτικές, πολιτιστικές και γλωσσικές βάσεις που έχω αποκομίσει πριν και που συλλέγω κατά τη διάρκεια του ταξιδιού μου. Στην περίπτωση των λαών των Άνδεων είναι σημαντικό εξ'αρχής να αναφερθεί ότι πρόκειται για ανθρώπους με εξαιρετικούς δεσμούς με τη γη των προγόνων τους. Ο Περουβιανός λογοτέχνης Σίρο Αλεγκρία στο εξαιρετικό του βιβλίο "Μεγάλος και Ξένος είναι ο κόσμος", βιβλίο που συνιστώ σε όλους, περιγράφει τους δεσμούς αυτούς όπως και τον φιλειρηνικό χαρακτήρα των ανθρώπων αυτών. Η ισπανική αποικιοκρατία και ο αγώνας για την ανεξαρτησία είναι μια ακόμη ουσιαστική συνιστώσα, όπως επίσης και η συνεχής πάλη των γηγενών να ελέγξουν τα "του οίκου τους". Αρκετά όμως με τα εισαγωγικά, πάμε λοιπόν στη Βολιβία.
Ταξιδεύω από τη Βοστώνη των Η.Π.Α. (όπου και διέμενα) μέσω Μαϊάμι για Λα Πας. Στη δεύτερη πτήση, το μισογεμάτο αεροπλάνο -ενδεικτικό των λίγων τουριστών- έκανε το ταξίδι μια εξαιρετικά απολαυστική εμπειρία. Η άφιξη μας στο αεροδρόμιο της Λα Πας έσπασε την μονοτονία της ησυχίας καθώς είναι ελάχιστες οι διεθνείς πτήσεις που προσγειώνονται στο μικρό αυτό αεροδρόμιο. Εξαιρετικά χαριτωμένη ήταν και η έκφραση του κατά τα άλλα ευγενέστατου αξιωματικού που αντίκρισε το διαβατήριο μου: "¿Que pais es esto?" ("Ποιο κράτος είναι αυτό;") με ρώτησε και εξεπλάγη με την απόκριση μου. Ηχηρότερη προσγείωση στην πραγματικότητα του μικρού αυτού κράτους αποτέλεσε η υψομετρική διαφορά, η οποία γίνεται αμέσως αισθητή καθώς η Λα Πας βρίσκεται στα 3600μ. Αλλά αυτό είναι κάτι το οποίο "περιμέναμε", οπότε και το είχαμε σπρώξει στο πίσω μέρος του μυαλού μας.
Η Λα Πας είναι διαφορετική από κάθε άλλη πόλη του κόσμου. Αφενός η γεωγραφία και η βραχώδης κοιλάδα, αφετέρου οι φτωχικές και παραπλήσιες κατοικίες συνθέτουν ένα σκηνικό που είναι μοναδικά διαφορετικό για τα μάτια όλων ημών που ζούμε σε μεγάλες πόλεις. Μάλιστα “πάνω” από τη Λα Πας, σε ένα ύψωμα που “κοιτά” την πόλη δημιουργήθηκε με την πάροδο των χρόνων ο οικισμός Ελ Άλτο (ο οποίος παραπέμπει σε αυτή την υψομετρική διαφορά) όπου οι φτωχότεροι των κατοίκων στήσανε τα σπιτικά τους. Τα πρώτα λεπτά της αχόρταγης πρόσληψης αυτού του διαφορετικού τοπίου διαδέχονται οι σκέψεις που αναπηδούν καθώς το λογικό και το μάτι "συναντώνται". Συνειδητοποιεί κανείς τη δύσκολη ζωή των ανθρώπων που υπομένουν την εξαιρετικά αραιή ατμόσφαιρα, τους δριμείς χειμώνες στις παραγκουπόλεις και κάτω από τα κλινοσκεπάσματα (από το μαλλί) των Αλπακά. Παράλληλα, και καθώς ο επισκέπτης παρεισφρύει στην καθημερινότητα των Βολιβιανών, μαγεύεται από την "μυστική πόρτα" που άνοιξε σε αυτόν τον ιδιαίτερο κόσμο: γυναίκες ντυμένες στις τοπικές φορεσιές, λογής ήθη και έθιμα να στελεχώνουν και συνιστούν την καθημερινότητα, ήχοι και γεύσεις και αφή - όλα ιδιαίτερα, όλα αρμονικά.
Ο ιδιαίτερος χαρακτήρας της χώρας αυτής διατηρείται, όπως είναι λογικό, και στις μικρότερες επαρχιακές πόλεις. Περιπλανώμενος κανείς στις μικρότερες πολιτείες γνωρίζει καλύτερα τους ανθρώπους και τον πολιτισμό τους. Οι Αϋμάρα και οι Κέτσουα είναι οι δύο πολυπληθέστερες ομάδες με τους μεν πρώτους να βρίσκονται στα ψηλότερα εδάφη και να επικεντρώνονται στην κτηνοτροφία και τους δεύτερους να επικεντρώνονται στη γεωργία, στην καλλιέργεια των διαφορετικών ποικιλιών πατάτας, καλαμποκιού και κινόα. Οι λάτρεις των αμυλούχων τροφών δεν απογοητεύομαστε πουθενά στη Βολιβία!
Προχωρώντας νότια, 3 ωραίες ώρες με το λεωφορείο για την πόλη Ορούρο και από εκεί άλλες 7 με το τρένο φτάνει ο εμπειριοσυλλέκτης περιηγητής στο Σαλάρ (Αλύπεδο) του Ογιούνο - ένα πραγματικό θαύμα της φύσης. Μια απέραντη λευκή έκταση, της τάξεως ενός μέτριου ελληνικού νησιού. Θεωρώντας ότι το χιόνι και το απόλυτο λευκό δεν παρουσιάζει κανένα ενδιαφέρον μετά από 5 βαρείς χειμώνες στη Βοστώνη, ομολογώ ότι πάρα ταύτα γοητεύτηκα από την ολότητα του λευκού που μας περικύκλωνε, η οποία απέκτησε φαντασιακές διαστάσεις με τη δύση του ήλιου. Έχοντας διανύσει συνολικά περίπου 70 χλμ με το τζιπ μας, φτάσαμε στην άλλη πλευρά του σαλάρ όπου στο τοπικό πανδοχείο βιώσαμε την βολιβιανή φιλοξενία. Μια νεαρή κοπέλα μας μαγείρεψε μια γίδα (θεωρώ) και ολίγες πατάτες για εμάς και τον οδηγό μας. Η προσήλωσή της και η επιθυμία της να μας παρέχει τα μέγιστα ήταν συγκινητική. Όπως και γλυκύτατος ήταν ο δίχρονος γιος της τον οποίο με χαρά μας παρουσίασε όταν πια το δείπνο είχε τελειώσει.
Ένας άλλος σημαντικός σταθμός του ταξιδιού ήταν η επίσκεψη στο αρχαιολογικό χώρο του Τιαχουανάκο, λαού προπομπού των Ίνκα, με τα χαρακτηριστικά υπερμέγεθη αγάλματα και τις εξελιγμένες γνώσεις στον τομέα της καλλιέργειας της γης. Ένα αξιοσημείωτο στοιχείο, και ενδεικτικό του ψυχισμού των Βολιβιανών, είναι η γλυκιά, γεμάτη σεβασμό αλλά ταυτότητα ανεπίδευτη και χωρίς ακρότητες προσέγγιση του πολιτισμού τους την οποία μεταδίδουν και στον επισκέπτη. Τον προσκαλούν ευγενικά να συμπορευθεί μαζί τους καθώς ανατρέχουν στο παρελθόν και τον ευχαριστούν, στο τέλος, που θέλησε να επισκεφτεί τα μνημεία του πολιτισμού τους. "Vuelve pronto" ("Να επιστρέψετε σύντομα") παροτρύνει μια επιγραφή στην έξοδο του αρχαιολογικού χώρου.
Ίσως το κορυφαίο σημείο της περιήγησης, η λίμνη Τιτικάκα ανοίγεται μπροστά μας καθώς προχωρούμε βορειότερα, προσεγγίζοντας τα σύνορα με το Περού. Τόπος απαράμιλλης ομορφιάς και γενέτειρα των θεών των Ίνκα, η λίμνη και τα νησάκια της είναι θέαμα για το οποίο αξίζει να είναι ευγνώμων και μόνο που το αντίκρισε. Μιάμισι ώρα πεζοπορίας στα 4,000 μέτρα μας οδηγεί στο οικολογικό καταφύγιο όπου θα διανυκτερεύσουμε, μαζί με 2 Αγγλίδες, ένα ζευγάρι Ελβετών και 2 Αμερικανούς. Το βράδι, στον ξάστερο ουρανό και παρά το ψύχος ψάχναμε το Σταυρό του Νότου. Το πρωί σηκωθήκαμε στις 6 για την καλύτερη ανατολή του κόσμου. Δέος. Σιωπή. Ο ήλιος, η λίμνη και οι χιονισμένες Άνδεις.
Η επίσκεψη μας στη νήσο του Ήλιου και στη νήσο του Φεγγαριού, δύο εκ των νησιών της λίμνης με θρησκευτική σημασία για τους Ίνκα, μας εισήγαγε στον πολιτισμό του λαού αυτού λίγο πριν την άφιξη μας στο Περού. Η Τιτικάκα αποτελεί το φυσικό σύνορο των δύο κρατών και έτσι πολύ σύντομα και εύκολα βρεθήκαμε στο Περού. Από εκεί και μετά από μια διαδρομή 3 ωρών βρεθήκαμε στο Πούνο, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας απ'όπου και πήραμε το λεωφορείο των 12 ωρών που μας μετέφερε στο Κούσκο, την πρωτεύουσα του κράτους των Ίνκα.
Πόλη που ζει με το ένα πόδι στο παρελθόν και το άλλο στο παρόν, το Κούσκο έχει μεγαλοπρεπή κτίσματα από κάθε φάση της ιστορίας του, με τα μνημεία των Ίνκα και τους ναούς των Ισπανών να δεσπόζουν. Γοητευτική όμως είναι και η θέα της πόλης από το διπλανό λόφο του Κρίστο Μπλανκο (λόφου που φιλοξενεί ένα λευκό άγαλμα του Χριστού) απ'όπου και ξεχωρίζουν τα σπουδαιότερα κτίσματα της πόλης. Βεβαίως όμως, έχοντας φτάσει στο Κούσκο, και άρα τόσο κοντά στο Μάτσου Πίτσου, η σκέψη μας ήδη ταξιδεύει μπροστά και αδημονεί...
Μόνο που το Μάτσου Πίτσου δεν είναι τόσο κοντά. Έγερση στις 4 για να προλάβουμε το πρώτο τρένο που θα μας μεταφέρει μετά από 3 ώρες στον ενδιάμεσο σταθμό του Άγουας Καλιέντες (κυριολεκτικά: Θερμές Πηγές) απ'όπου και θα πάρουμε ένα λεωφορείο για να μας πάει στους πρόποδες του μοναδικού αυτού αρχαιολογικού χώρου. Αφιερώσαμε 2 μέρες στο Μάτσου Πίτσου - την μεν πρώτη γνωρίσαμε το χώρο και περπατήσαμε αντίστροφα τα τελευταία χιλιόμετρα του περίφημου μονοπατιού των Ίνκα, τη δε δεύτερη πραγματοποίησαμε μια ανάβαση/πεζοπορία στη Γουάϊνα Πίτσου, το "λοφάκι" που στέκεται απέναντι από τον ναό και αποτελεί το χαριτωμένο φόντο στις καρτ ποστάλ και τις φωτογραφίες. Μόνο που η ανάβαση δεν είναι και τόσο γλυκιά, καθώς τα πεπαλαιωμένα, γλιστερά και στενά σκαλιά επιζητούν διαρκώς την προσοχή του αναβάτη! Βεβαίως στη προσμονή της θέας, οι όποιες τεχνικές δυσκολίες απλά παραμερίζονται... όπως και οι τουρίστες, όπως και η κούραση, η δίψα.. το σώμα υποκύπτει στο μεγαλείο, οι όποιες ανάγκες θαρρείς εξανεμίζονται..
Ο προτελευταίος σταθμός ήταν η πανέμορφη πόλη της Αρεκίπα στο δυτικό Περού, όπου και βρίσκεται κανείς μετά από μια ωριαία πτήση με την LAN Peru. Πρόκειται για μια πόλη διαφορετική από οτιδήποτε έχουμε συναντήσει μέχρι τώρα καθώς είναι μια αμιγώς αποικιακή πόλη με την σφραγίδα των Ισπανών κατακτητών ορατή σε κάθε γωνιά της. Το ιδιαίτερο Μοναστήρι της Αγίας Καταλίνα είναι αντιπροσωπευτικό της εποχής που έχει περάσει ανεπιστρεπτί. Ο τυπικός σχεδιασμός, η αρχιτεκτονική και ο κοινωνικός ρόλος του Μοναστηριού δημιουργούν ένα "παραθυράκι" που μας επιτρέπει να κρυφοκοιτάξουμε στην εποχή όπου το Βιρεϊνάτο του Περού ήταν υποτελές στη μεγάλη Ισπανία. Την Αρεκίπα όμως εγώ δεν θα την ξεχάσω και για έναν επιπρόσθετο λόγο, καθώς εκεί αρρώστησα και έμεινα κρεβατωμένη 3 μερόνυχτα, με υψηλό πυρετό και κακό βήχα που μειώθηκε μόνο χάρη στα 5 φάρμακα του συμπαθεστάτου γιατρού που με εξέτασε.
Περίπου δύο ώρες απέχει η Λίμα από την Αρεκίπα με το αεροπλάνο. Πολιτισμικά απέχει σίγουρα περισσότερο καθώς πρόκειται για μια μεγαλούπολη που εγγίζει σε πολλά σημεία τις μεγάλες πόλεις στις οποίες ζούμε οι περισσότεροι εξ'ημών. Με εμφανή τον πλούτο των Ισπανών στα σπουδαία οικοδομήματα τους που δεσπόζουν σήμερα στο κέντρο της πόλης, η Λίμα εκπέμπει μια γοητεία δίχως αμφιβολία στον περιηγητή. Ταυτόχρονα, υπάρχει ο γοητετικός Ειρηνικός Ωκεανός, το Πάρκο της Αγάπης και τα λοιπά αξιοθέατα τα οποία και εδώ συνυπάρχουν δίπλα δίπλα στις φτωχότερες συνοικίες παραπέμποντάς στα ακανθώδη κοινωνκά προβλήματα των κρατών της Νοτίου Αμερικής..
Και κάπου εδώ το ταξίδι τελειώνει καθώς από τη Λίμα μέσω Μαϊάμι και Ουάσινγκτον επιστρέφω στην καστροπολιτεία μου, αρματωμένη με μνήμες, σκέψεις, ποίηση του Σέζαρ Βαγιέχο, ευτυχής και τυχερή που γνώρισα την πατρίδα του Ίνκα Γκαρσιλάσο, τους ανθρώπους της, την σπάνια ομορφιά της. Και αυτή ήταν μόνο η αρχή!
Attachments
-
48,5 KB Προβολές: 333