Γιαννης Σαρτο
Member
- Μηνύματα
- 133
- Likes
- 1.117
- Επόμενο Ταξίδι
- Χαβάη
- Ταξίδι-Όνειρο
- Μαγαδασκάρη
Ζώντας για ένα χρόνο στο Ρόττερνταμ
(Ζητώ προκαταβολικά συγνώμη για την έλλειψη φωτογραφιών για κάποιος από τους προορισμούς που περιγράφω. Μόλις γυρίσω στο πατρικό μου και έχω ξανά πρόσβασει σε φορητούς σκληρούς και κάρτες μνήμης που έχω αφήσει εκεί, θα το διορθώσω!)
Επισκεφτείται αν θέλετε και το blog μου:
Ολλανδία 2013-2014
Όταν κάποιος έχει την τύχη όχι απλώς να επισκεφθεί αλλά και να διαμείνει σε έναν ξένο τόπο για εύλογο χρονικό διάστημα, του δίνεται σίγουρα η ευκαιρία να τον γνωρίσει σε μεγαλύτερο βάθος. Αυτό πραγματώνεται όχι τόσο μέσω της περιήγησης σε αξιοθέατα μα περισσότερο μέσα από απλές καθημερινές δραστηριότητες και υποχρεώσεις, ασυναίσθητα και αβίαστα: ψώνία στο σουπερ μάρκετ, χρήση των δημόσιων μέσων συγκοινωνίας, πάρε δώσε με τις υπηρεσίες αλλά και η αλληλεπίδραση με τους ντόπιους πέραν του να ζητάς οδηγίες για το πως θα προσεγγίσεις ένα μουσείο ή το ξενοδοχείο σου. Όλα αυτά όσο τετριμμένα και αν φαίνονται, αποτελούν κομμάτια του παζλ μίας ευρύτερης πραγματικότητας που σιγά σιγά ενώνεις στο μυαλό σου. Κάτι τέτοιο μου συνέβει το 2013 όταν αποφάσισα να πάω στην Ολλανδία για μεταπτυχιακές σπουδές.
Ίσως από τις πιο παρεξηγημένες χώρες τουλάχιστον στην Ελλάδα, η Ολλανδία είναι γνωστή στους περισσότερους συμπατριώτες μας για παράταιρα με την ουσία της χαρακτηριστικά σκανδαλοθηρικής χροιάς: Πορνεία! Χασίς !!! Γκέι γάμος !!!! Αυτά ξέρει ο μέσος έλληνας για το συγκεκριμένο κράτος και ειδικά ο μέσος «ελληνάρας» κάποιας προχωρημένης ηλικίας με αυτά σοκάρεται και αποδοκιμάζει. Βεβαίως η πραγματικότητα είναι πολύ πιο πολύπλοκη από ότι αυτά τα δύο τρία στοιχεία αφήνουν να εννοηθεί.
Η πρώτη μου επαφή με την Ολλανδία πάντως συνέβει κάποια χρόνια νωρίτερα, όταν πήγα ως τουρίστας στο Άμστερνταμ για τεσσερεις μέρες πίσω στο 2010. Για την διαμονή μου είχα τότε διαλέξει το Bulldog hostel/hotel το οποίο βρίσκεται στην Oudezijds Voorburgwal λίγα μέτρα μακριά από την red light district και τα περισσότερα coffee shops. Αυτή μου η επιλογή από μόνο της είναι ίσως ενδεικτική του πόσο μονοδιάστατη ήταν και η δική μου αντίληψη του τι εστί Άμστερνταμ. Από τις λίγες αναμνήσεις που έχω κρατήσει από αυτό το ταξίδι, θυμάμαι ότι η ολλανδική μητρόπολη μου είχε φανεί όμορφη μα ταυτόχρονα κάπως βρώμικη και υπερβολικά γεμμάτη με τουρίστες. Φυσικά αυτό ήταν αποτέλεσμα της περιορισμένης μου περιήγησης στην συνοικία De Wallen και στην αδυναμία μου να κατανοήσω ότι είχα εστιάσει όλη τη προσοχή μου σε μόνο μία από τις πολλές τουριστικές βιτρίνες της χώρας, προοριζόμενη για κατανάλωση από κάθε λογής ξένους επισκέπτες που αυτό μόνο ξέρουν και αυτό μόνο ενδιαφέρονται σε τελική ανάλυση να βιώσουν. Πέραν τούτου με εντυπωσίασε η πολυεθνικότητα που επικρατούσε στους πολυσύχναστους εμπορικούς δρόμους με πανέμορφες οικογένειες όπου πατέρας μητέρα και παιδιά συνδυάζανε διαφορετικές φυλές και θρησκείες (ίσως το μόνο μέρος όπου ένιωσα τόσο έντονα όλη την υφήλειο παρούσα σε έναν τόπο, μετά το Λονδίνο).
Ο λόγος που με έφερε για δεύτερη φορά στην χώρα ήταν όπως προανέφερα η επιθυμία μου για περαιτέρω σπουδές. Βίωνα μία στιγμή στη ζωή μου που ήθελα διακαώς να παραμείνω στο εξωτερικό και να εμπλουτίσω το βιογραφικό μου. Προσδοκούσα μέσω ενός δεύτερου πτυχίου από τοπικό πανεπιστήμειο να κάνω ένα αποφασιστικό βήμα σε αυτή τη κατεύθυνση. Συχνά ένιωθα ότι τα μεταπτυχιακά στην Ελλάδα θεωρούνται κάτι το ανούσιο από σημαντικό μέρος της κοινωνίας. Σε μία χώρα με πολύ βασική, απλοποιημένη αγορά εργασίας και μονίμως υψηλή ανεργεία, ποιο το αντίκρυσμα από μία τέτοια κίνηση, σου λένε πολλοί. «Απλά τρώτε τα λεφτά των γονιών σας» μου είχε πεί μία γυναίκα που δούλευε στο φαρμακείο ιδιωτικής κλινικής όπου εργαζόμουνα για ενάμιση χρόνο και αυτή αναφερόταν μάλιστα στις βασικές μου σπουδές. Ακόμα και ο ίδιο μου ο μακαρίτης ο πατέρας μου, όταν του είπα τι σκοπεύω να κάνω, μου αποκρίθηκε ότι «μαζεύεις χαρτιά», περισσότερο για να μου δείξει την αποδοκιμασία του που δεν ακολούθησα την πεπατημένη και δεν άνοιξα φαρμακείο σε κάποιο χωριό της επαρχίας όπου πιθανότατα να υπήρχε θέση, όπως το 99% των συμφοιτητών μου.
Ροττερνταμ
Προσγειώνομαι λοιπόν στο Άμστερνταμ ένα πρωινό στις αρχές του Σεπτέμβρη του 2013 όπου και είχα κανονίσει με το πανεπιστήμειο να με παραλάβει λεωφορείο μαζί με άλλους αλλοδαπούς φοιτήτες για να μας μεταφέρουν κατευθείαν στις φοιτητικές εστίες του Ρόττερνταμ. Προσέρχομαι στο σημείο συνάντησης όπου είχαν ήδη συγκεντρωθεί γύρω στα 40 άτομα. Μία κοπέλα απεσταλμένη από το εκπαιδευτικό ίδρυμα αρχίζει να διαβάζει ονόματα από μία λίστα στα χέρια της. Προς μεγάλη μου έκπληξη τα περισσότερα που ακούω είναι ελληνικά. Τις επακόλουθες βδομάδες συνειδητοποιώ ότι οι Έλληνες αποτελούν την μεγαλύτερη εθνική μειονότητα φοιτητών μαζί με τους κινέζους. Μαθαίνω μάλιστα σε δεύτερο χρόνο ότι το Erasmus Universiteit Rotterdam είναι ιδιαίτερα δημοφιλές μεταξύ των απόφοιτων των ελληνικών οικονομικών πανεπιστημέιων.
Το Ρόττερναμ αποτελεί ίσως μία από τις λιγότερο φωτογενείς πόλεις της δυτικής Ευρώπης. Ο βομβαρδισμός του το 1940 κατά τη διάρκεια του Β παγκόσμιου πολέμου έίχε ως αποτέλεσμα να έχει να επιδείξει ελάχιστα διατηρητέα ιστορικά κτίσματα από το παρελθόν της. Η καινούργια πόλη αποτελείται από λειτουργικές γειτονιές περιορισμένου αισθητικού κάλους αλλά και από πάμπολους ουρανοξύστες, γεγονός ελαφρώς παράδοξο αν λαβει κανείς υπόψην του τον πληθυσμό της που μόλις που ξεπερνά το μισό εκατομμύριο κατοίκους. Παρά τις ογκώδεις κατασκευές από γυαλι και ατσάλι, ο περάστικός ή κάτοικος κινείται και αναπνέέι με ευκολία και υπάρχει έντονη η αίσθηση και πολυτέλεια του άπλετου χώρου. Κάποια από αυτά τα πιο πρόσφατα οικοδομήματα μάλιστα αποτελούν τολμηρές αρχιτεκτονικές προτάσεις όπως το Markthal Rotterdam, ένα κτίσμα σε σχήμα πέταλου αλόγου που στεγάζει διαμερίσματα, γραφεία αλλά και μία πληθώρα εστιατορίων, μπακάλικων και εμπορικών καταστημάτων. Οι 3-D τοιχογραφίες λουλουδιών που καλύπτουν τις εσωτερικές του επιφάνειες αποτελούν γλαφυρές, εντυπωσιακού μεγέθους αισθητικές πινελιές.
Τα συγκεκριμένα κτίσματα κλέβουν την παράσταση από μία παλιότερη ‘σταρ’ του αρχιτεκτονικού τοπίου της πόλης: τα κυβόσπιτα δίπλα ακριβώς από τον σταθμό του μετρό/τραμ Blaak. Σχεδιασμένα από τον Ολλανδό αρχιτέκτονα Piet Blom, τα σπίτια στην πλειοψηφία τους κατοικούνται κανονικά ενώ ένα τμήμα τους λειτουργεί ως hostel.
Έχοντας ως βάση εξόρμησης το Ρόττερναμ λοιπόν, είχα την ευκαιρία κατα τη διάρκεια του 2013 να επισκεφτώ και άλλα σημεία ενδιαφέροντος αυτού του πυκνοκατοικημένου έθνους. Υπάρχουν συχνές συνδέσεις με όλες τις βασικές πόλεις σε καθημερινή βάση ενώ εξίσου καλό είναι το οδικό δίκτυο αν κάποιος θέλει να νοικιάσει αμάξι, όπως και το δίκτυο των ποδηλατoδρόμων εντός αλλά και μεταξύ πόλεων και χωριών. Η σχετική λωρίδα της κυκλοφορίας για τον ποδηλάτη παραμένει πάντα αυτόνομη από την αντίστοιχη των αυτοκινήτων με ένα πεζοδρόμιο ή γκαζόν να παρεμβάλλεται μεταξύ των δύο. Αυτό παρέχει μία αυξανόμενη αίσθηση ασφάλειας στους χρήστες της, σε αντίθεση με το πολύ νεώτερο ποδηλατικό δίκτυο πχ του Λονδίνου όπου πλέον ζώ ή των λίγων χιλιομέτρων που έχουν δημιουργηθεί σε ελληνικες πόλεις όπου τα πάντα μοιάζουν πιο ριψοκίνδυνα.
Άμστερνταμ
Στις επανελλειμένες επισκέψεις μου στο Άμστερνταμ, ανακάλυψα περαιτέρω τις γοητείες της ολλανδικής μετρόπολης. Τα κύρια αξιοθέατα είναι πάνω κάτω γνωστά και εύκολα προσβάσιμα. Το Μουσείο αφιερωμένο στη ζωή και το έργο του Βίνσεντ Βαν Γκογκ αλλά και το Rijksmuseum αποτελούν τα πιο ενδεδειγμένα αξιοθέατα για τους λάτρεις της τέχνης. Όντας κάπως ανίδεος πάνω στη ζωγραφική, για εμένα είχε πολύ μεγαλύτερο αντίκτυπο η επίσκεψη μου στο Μουσείο της Άννας Φρανκ. Αποτελούμενο ουσιαστικά από το σπίτι όπου η μικρή εβραιοπούλα παρέμεινε κρυμμένη για χρόνια με την οικογένεια της από τους Ναζιστές κατακτητές, μέχρι να ανακαλυφθεί και να οδηγηθεί σε στρατόπεδο συγκέντρωσης, το μουσείο διαφυλάσσει και εκτίθει πολλά τα ατόφια έπιπλα και τους χώρους όπου περιορίσθηκε η οικογένειας Φρανκ προκειμένου να χαθεί από την θέα των γερμανών κατακτητών. Σε ηλεκτρονικές οθόνες μπορεί κανείς να μάθει λεπτομέρειες για την σύντομη ζωή της μέχρι την τραγική κατάληξή της. Η κλειστοφοβικότητα του χώρου σε συνδυασμό με τα απαυγάσματα της πρώιμης σοφίας της διάσημης έφηβης παρμένα από το ημερολογιό της, αποτελούν μία σίγουρα φρικιαστική μα ταυτόχρονα χειροπιαστή και βαθιά συγκινητική εμπειρία για τον μέσο επισκέπτη. Αυτό σε σύγκριση ίσως με την θέα αναγεννησιακών πινάκων, το μεγαλείο των οποίων χρειάζεσαι κάποιο υπόβαθρο για να το κατανοήσεις και που εγώ τουλάχιστον ομολογώ ότι δεν κατέχω. Επιπλέον το μουσείο είναι μία γροθιά στα όποια αντισημητικά πιστεύω του επισκέπτη. Θεωρίες συνωμοσίας με πρωταγωνιστές «τους Εβραίιιοουυςς!!!» είναι αδικαιολόγητα δημοφιλείς στην Ελλάδα και χρησιμοποιούνται συχνά από τηλεοπτικά σκουπίδια του τύπου Στέφανος Χίος μέχρι και πολλά πολιτικά σκουπίδια τύπου Ελληνική Λύση ( την Χρυσή Αυγή χαίρομαι που δεν χρειάζεται να την αναφέρω πλέον και ελπίζω στην μόνιμη ανυπαρξία της από εδω και πέρα ). Το μουσείο βρίσκεται στην Prinsegracht ενώ ένα μικρό κομψό και μελαγχολικό γλυπτό της Φρανκ βρίσκεται τοποθετημένο στην Westermarkt λίγα μέτρα μακριά.
Άγαλμα της Άννα Φρανκ ( φώτο όχι δική μου)
Ένα αξιοθέατο απο το οποίο όλοι οι επισκέπτες καταλήγουν να περνούν, ίσως και λόγο της γεωγραφίας της πόλης, είναι η πλατεία Νταμ. H Damsquare βρίσκεται λίγες μόλις εκατοντάδες μέτρα μακριά από τον σιδηροδρομικό σταθμό του Άμστερνταμ όπου καταλήγουν και όλα τα τρένα προερχόμενα από το αεροδρόμειο Schiphol. Πλαισιώνεται μεταξύ άλλων από το Βασιλικό Παλάτι και το συμπαθητικό εμπορικό κέντρο De Bijenkorf. Παρά την αρχιτεκτονική ομορφιά των προαναφερόμενων κτιρίων, η παραμονή εκεί έχει γίνει δυστηχώς μία μικρή δοκιμασία λόγω του ασταμάτητου θορυβώδους όχλου τουριστών που την πλημυρρίζουν σε ημερήσια βάση, βγάζοντας selfie και φωνάζοντας ο ένας στον άλλον. Το Άμστερνταμ όπως και άλλες ευρωπαϊκές πόλεις, υποφέρει (ή υπέφερε έστω, προ κορωνοϊού) από το φαινόμενο του υπερτουρισμού. Οι Ολλανδικές αρχές μάλιστα, απαγόρεψαν πριν δύο χρόνια το άνοιγμα περαιτέρω καταστημάτων που πουλούν τουριστικά σουβενίρ και μόλις πριν μία βδομάδα μπήκε μπρος σχέδιο να απαγορευτεί και η είσοδος των ξένων στα περίφημα coffee-shop. » To Άμστερνταμ είναι μία διεθνής πόλη και θέλουμε να προσελκύσουμε τουρισμό αλλά για την ομορφιά του και την πλούσια κουλτούρα του» δήλωσε πρόσφατα η δήμαρχος Femke Hasema, η οποία προτείνει την είσοδο μόνο των ολλανδών πολιτών στα 166 coffee shops της πόλης. Όπως η Βαρκελώνη ή το Ντουμπρόβνικ ή ακόμα και η δική μας Σαντορίνη, το υπέρμετρο ενδιαφέρον από όλο τον κόσμο μοιάζει να έχει ως αποτέλεσμα οι ντόπιοι να έχουν απολέσει τον έλεγχο του φυσικού τους χώρου και της καθημερινότητας τους. Πανέμορφα μέρη χάνουν την ψυχή τους προσαρμοζόμενα στις αυξανόμενες απαιτήσεις για τουριστικές υπηρεσίες για τους επισκέπτες ή γίνονται απλησίαστα οικονομικά για τους γηγενείς όπως συμβαίνει με Μύκονο και Σαντορίνη στην Ελλάδα.
Έχοντας πάει κάποιες φορές ο ίδιος σε coffee shop, θα παραδεχθώ ότι είναι παραδόξως περίεργη και ευχάριστη αυτή η αίσθηση ελευθερίας του να καταναλώνεις κάτι σε κοινή δημόσια θέα (αφού το έχεις διαλέξει από σχετικό τιμοκατάλογο!) ενώ κάπου αλλού για να κάνεις ακριβώς το ίδιο θα έπρεπε να ψάξεις ένα διακριτικό μέρος μακριά από βλέμματα και επικρίσεις. Ενώ κατανοώ την ανάγκη για περαιτέρω ρύθμιση της λειτουργίας τους ( όλη αυτή η δημοφιλία της συγκεκριμένης δραστηριότητας φέρνει έναν αέρα παρακμης στην περιοχή), η πλήρης απαγόρευση της προσβασής τους σε αυτά μου φαίνεται κάπως υπερβολική.
Η χώρα πάντως έχει να επιδείξει πολλούς εξαιρετικούς προορισμούς πέραν του Αμστερνταμ. Μόλις μισή ώρα με το τρένο βρίσκεται η φοιτητούπολη Ουτρέχτη. Στην καρδιά αυτής το πανέμορφο καμπαναριό Dom Tower που πλαισιώνεται από τον καθεδρικό του St.Martin’s. Τα δύο ιστορικά μνημεία αποτελούν τα κύρια αξιοθέατα της μα ταυτόχρονα αποτελούν τμήμα μίας ευρύτερης, ιδιαίτερα γραφικής παλιάς πόλης, με πλακόστρωτα δρομάκια να ‘τρέχουν’ παράλληλα με το κανάλι Oudegracht, και καλόγουστες καφετέριες και ζαχαροπλαστία μες στη θαλπωρή σε κάθε γωνιά.
Το ενδιαφέρον του επισκέπτη αξίζει επίσης η Χάγη ( ιδιαίτερα μία βόλτα στη πολύ οργανωμένη παραλία της ) και ειδικά το Μαάστριχτ, μία πόλη που βρίσκεται στα σύνορα με τo Βέλγιο και τη Γερμανία και αποτελεί μία από τις πιο θελκτικες βορειοευρωπαϊκές εμπειρίες γεμάτη γραφικά κτίσματα χαμηλού ύψους, κάστρα και προσεγμένους κήπους.
Τέλος αξίζει να συμπεριλάβετε στα σχέδια σας και την πόλη του Delft, ένα μικροσκόπικό Άμστερνταμ με πολύ ηρεμία και ταυτόχρονα πολύ χρώμα και χαρακτήρα και μία πανέμορφη κεντρική πλατεία όπου μπορεί να απολάυσει κανείς τον καφέ του ένα καλοκαιρινό μεσημεράκι. Αξίζει να ανεβείτε και τα 376 σκαλωπάτια του καμπαναριού της Νέας Εκκλησίας στη κεντρική πλατεία για να απολαύσετε την μικρογραφία του και την μαγική θέα και για να σφίξουν λίγο και οι τετρακέφαλοι.
Εικόνες από το Delft
Πάρκο στο Ρόττερνταμ
Όσο για τους ντόπιους είναι μάλλον δύσκολο να πει τους περιγράψει με σαφήνεια . Όπως συμβαίνει και με κάθε νεοφερμένο σε ένα ξένο τόπο, το αίσθημα της κοινωνικής επιβίωσης σε ωθεί να προσεγγίζεις άλλους έλληνες ή άλλους επίσης ξένους που ψάχνουν και αυτοί να χτίσουν ένα νέο κοινωνικό κύκλο, σε αντίθεση με τους Ολλανδούς που έχουν ηδη τις μακροχρόνιες φιλίες τους ή οικογένειες και δεν καίγονται να σε συμπεριλάβουν στα όποια σχέδια τους. Γενικά θα τους χαρακτήριζα φιλικούς ανθρώπους αλλά μόνον σε ένα πρώτο στάδιο του οποίου τα όρια αγγίζεις πολύ σύντομα. Αυτό το αυθόρμητο «έλα να πάμε για κανένα καφέ» που έχουμε στην Ελλάδα μόλις γνωρίζουμε κάποιον εδώ δεν υπάρχει. Πέραν τούτου πρόκειται για ένα πολύ μορφωμένο λαό, αγγλομαθή, πολυταξιδεμένο, συνήθως άθεο και κοινωνικά φιλελεύθερο. Η πολυπολιτισμικότητα και η έλλειψη ρατσισμού αποτελεί σημαία υπερηφάνειας για τους Ολλανδούς και δείγματα της υπάρχουν παντού, από την πολυφυλετική εθνική ποδοσφαίρου εώς στους καραβαϊκής καταγωγής όλλανδους τραγουδιστές που έστελναν συχνά στο διαγωνισμό της Eurovision. Eξαίρεση το ευαίσθητο θέμα των μουσουλμανικών μειονοτήτων της χώρας όπου κατηγορίες περί ισλαμοφοβίας από τη μία, και οπισθοδρομισμού ( με αιχμή του δώρατος κυρίως τα δικαιώματα των γυναικών και ΛΟΑΤΚΙ) και μη ενσωμάτωσης από την άλλη, δίνουν και παίρνουν εδώ και χρόνια.
Λείπει πιθανότατα η απλόχερη κοινωνικότητα και ζεστασιά του ευρωπαϊκού νότου αλλά απουσιάζει από την άλλη η αδιακρισία και αγένεια που συναντά κανείς σε άλλα μέρη. Ανύπαρκτος επίσης ο ενοχλητικός, θορυβώδης εθνικισμός που παρατηρήται συχνά σε Βαλκανικά έθνη. Οι Ολλανδοί πιθανότατα να νιώθουν πολύ υπερήφανοι για τη χώρα τους αλλά αυτό έχει να κάνει περισσότερο με το παρόν και με την κοινωνική ευημερεία που έχει επιτευχθεί και όχι με ιστορικές μάχες, παλιές αυτοκρατορίες και ήρωες πολεμιστές του παρελθόντος. Αυτό ίσως να τους κάνει κάποιες φορές ενοχλητικά αλαζόνες και ειρωνικούς προς τρίτες χώρες, με παρόμοιο τρόπο που συμβαίνει και με τους Γερμανούς. Άλλα στοιχεία που ξενίζουν μία αχρείαστη ας την πούμε «σύνεση» στη διαχείρηση των χρημάτων σε πολλές κοινωνικές περιστάσεις που φλερτάρει απροκάλυπτα με την τσιγγουνιά. Να είστε έτοιμοι αν σας προσκαλέσει ολλανδός/ολλανδέζα στα γενέθλια του/της, να μοιραστείτε το λογαριασμό όπου στο τέλος ο κάθε καλεσμένος υπολογίζει εξονυχιστικά τι παρήγγειλε μέχρι τελευταίας δεκάρας για μία συνεπή εξόφληση του μεριδίου του.
Η γέφυρα De Hef στο Ρόττερνταμ
Η Ολλανδία είναι περισσότερο διάσημη στην Ελλάδα ως μία κοινωνία φαινομενικά χωρίς ταμπού. Η απενοχοποίηση της πορνείας είναι ένα από αυτά. Εμένα προσωπικά με ξαφνιασε δυσάρεστα την πρώτη φορά που καθώς βάδιζα σε ένα γραφικό πεζούλι στο κέντρο του Άμστερνταμ, είδα μπροστά μου μία γυναίκα σε μία πλατιά βιτρίνα με μόνο τα εσώρουχα της να μου κοιτάει λάγνα και να χειρονομεί μέρα μεσημέρι. Παρα ταύτα είναι πολύ προτιμότερο όταν αυτό το κάνει κάποια που έχει επιλέξει συνειδητά την εργασία αυτή και έχει την προστασία και τον έλεγχο του κράτος από το να υπάρχει διακίνηση λευκής σαρκός και εγκληματικά στοιχεία που εκμεταλλεύονται ξένες κοπέλες, παγιδευμένες σε ένα αδιέξοδο υπό τον φόβο βίας. Το τι ακριβώς από τα δύο υπερτερεί στην συγκεκριμένη συνοικία είναι δύσκολο να το πει κανείς με ακρίβεια. Εκστρατείες ενημέρωσης του κοινού λαμβάνουν χώρα και ένα σχετικό πολύ πετυχημένο βιντεάκι είχε κάνει το γύρω του δυαδικτίου κάποια χρόνια πριν.
Ο καθωςπρεπισμός πολλών ξένων πάντως σχετικά με την red light district έιναι αν μη τι άλλο υποκριτικός ειδικά όταν παρατηρεί κανείς ότι η συντριπτική πλειοψηφία των επισκεπτών της (αλλά και των coffe shops) είναι τουρίστες από χώρες με συντηρητικές κοινωνικές νόρμες , μεταξύ των οποίων και πάμπολοι έλληνες.
Ένα δεύτερο θέμα είναι αυτό των ΛΟΑΤΚΙ δικαιωμάτων. Στην Ελλάδα όταν κάποιος θέλει να πει κάποιο μειωτικό κουτσομπολιό για κάποιον πχ ποπ τραγουδιστή του οποίου η ετεροφυλικότητα αμφισβητείται, σου ξεφουρνίζει μία ιστορία του τύπου «ααα δεν ξέρεις για αυτόν; Μα αυτός πήγε με τον μάναντζερ/γκόμενο/άλλον διάσημο ( διαλέξτε και πάρτε ) στην Ολλανδία για να παντρευτούν!!» Η χώρα είναι η πρώτη στην Ευρώπη που το 2000 ψήφισε την ισότητα στο γάμο και σιγά σιγά και στην Ελλάδα επικρατεί περισσότερο η λογική ότι ο καθένας αξίζει όντως το σεβασμό της κοινωνίας και της πολιτείας ανεξαρτήτου φυλής, θρησκείας αλλά και σεξουαλικού προσανατολισμού. Κάποια νομοσχέδια δειλά δειλά ψηφίζονται και οι νοοτροπίες αλλάζουν αν και απελπιστικά αργά.
Εξίσου ευαίσθητο θέμα και αυτό της ευθανασίας. Έχει κάποιος το δικαίωμα, εφόσων συντρέχουν ιατρικοί λόγοι, να διαλέξει να πεθάνει και η πολιτεία/υγειονομικές αρχές να τον/την βοηθήσουν σε αυτό; Έχοντας χάσει δικό μου άνθρωπο από την επάρατη νόσο, νιώθω ότι μία τετοια δυνατότητα ίσως να είναι όντως χρήσιμη. Ο δικός μου συγγενής παρά το μαρτύριο που βίωσε ιδιαίτερα τους τελευταίους μήνες της ζωης του, ήθελε να ζήσει. Αν διάλεγε όμως να φύγει, θέλω να πιστεύω πως θα το σεβόμουνα. Εμείς μπορεί να μην ήμαστα έτοιμοι ούτε καν στην ιδέα ενός τέτοιου ενδεχομένου. Σκεφτόμενος πάντως ένα τέτοιο υποθετικό σενάριο, θεωρώ οτι θα οφείλαμε να προσαρμοστούμε στις αποφάσεις του.
Όλα αυτά τα νομοσχέδια για αυτά τα ίσως διχαστικά κοινωνικά θέματα θα μπορούσαν να αποτελέσουν έναυσμα για συζήτηση και στην Ελλάδα. Δυστηχώς έχουν ανταυτού χρησιμοποιηθεί απο φοβικούς τοπικούς παράγοντες προκειμένου να παρουσιασθεί η συγκεκριμένη χώρα μέσω ενός ιδιαίτερα διαστρεβλωτικού πρήσματος ως κάτι σαν προπύργιο της ανηθικότητας.
Ενδιαφέρον για όποιον παρακολουθεί την παγκόσμια πολιτική παρουσιάζει και ο προ-ευρωπαϊσμός της χώρας η οποία λόγω των καλών οικονομικών της δίνει περισσότερα σε ευρωπαϊκους προϋπολογισμούς από όσα αριθμητικά λαμβάνει και αποτελεί προορισμό χιλιάδων άλλων ευρωπαίων από φτωχότερες χώρες του νότου και της ανατολής της ηπείρου. Η στάση αυτή έρχεται σε αντίθεση με την επιλεκτική, αμφίθυμη του μέσου έλληνα προς της Ευρωπαϊκή Ένωση, την οποία νιώθω ότι θυμόμαστε μόνο όταν χρειαζόμαστε λεφτά για τις υποδομές μας ή όταν ψάχνουμε κάποιον να μαλώσει την Τουρκία.
Αυτό που παρατήρησα σε πολλές περιπτώσεις στο παρελθόν είναι ότι οι Έλληνες ταυτιζόμαστε πολύ πιο εύκολα με τους λαούς της ανατολικής μεσογείου και της Βαλκανικής χερσονήσου παρά με βορειοευρωπαϊκά έθνη. Αυτό έχει ίσως μία λογική λόγω της κοινής γεωγραφικής περιοχής. Μισούσα πάντως το σύνθημα » εδώ δεν είναι Παρίσι, εδώ είναι Βαλκάνια» που άκουγα όλο στόμφο από πολλούς όταν ήμουν φοιτητής. Χοντρικά αυτό που ήθελε να μεταφέρει ήταν ότι «εδώ δεν γίνονται αυτά», τα οποία ‘αυτά’ ποικίλανε ανά περίπτωση. Αναρωτιέμαι γιατί να μην μπορεί εν τέλει κάποιος να έχει πολλές ταυτότητες, γιατί να μην ανήκει σε πολλά μέρη, να είναι Βαλκάνιος, Ανατολίτης και Ευρωπάιος ταυτόχρονα, γιατί να περιορίζει τον εαυτό του αποκλειστικά ως ένα πράγμα. Γιατί να μην μπορεί να κρατήσει τα καλύτερα στοιχεία από διαφορετικα μήκη και πλάτη της υφηλείου.
Κλείνοντας θα ήθελα να ανα φερθώ λίγο σε κάποιες άλλες πτυχές του πολιτισμού της χώρας. Παρά την ψαγμένη, χορτασμένη κοινωνία της και την διαχρονική ελευθερία λόγου, η Ολλανδία τη σημερινον ημέρα είναι ελαφρώς ανύπαρκτη στον κινηματογραφικό και λογοτεχνικό χάρτη. Στην pop μουσική έχει προσφέρει κάποιες παρουσίες αμφισβητούμενης καλλιτεχνικής προσφοράς ( θυμάται κανείς εκείνη την Anouk να ουρλιάζει ότι δεν θα γίνει «ποτέ γυναίκα κανενός»; ). To παρακάτω χιτάκι πάντως, του 1989 από τις κουκλάρες ολλανδοινδονήσιες αδελφές Lois Lane πιστεύω ότι αξίζει μία ακόμα νοσταλγική ακρόαση!
Ένας τομέας όμως όπου η χώρα πραγματικά λάμπει είναι αυτός του μοντέρνου χορού. Οι ομάδες μπαλέτου του Άμστερνταμ («NDT») αλλά και του Ρόττερνταμ («Scapino») είναι από τις πιο διάσημες στην Ευρώπη. Ειδικά το NDT πραγματοποιεί κάθε χρόνο παγκόσμιες περιοδείες και είναι ιδιαίτερα αγαπητο στο κοινό για τις σκοτεινές, απόκοσμες παραγωγές του. Οι Ολλανδοί έχουν την ιδανική σωματική κατασκευή για τέτοιες ερμηνευτικές τέχνες, έτσι ψηλοί και στεγνοί που είναι. Τα συγκεκριμένα γονιδιακά χαρακτηριστικά έχουν εντυπωσιακά αποτελέσματα περισσότερο στις γυναίκες της χώρας παρά στους άντρες ( » Οι Ολλανδέζες είναι όμορφες αλλά είναι όλες ίδιες…» μου είχε υποστηρίξει σε μία συζήτηση καθόλου πειστικά μία θεσσαλονικιά συμφοιτήτρια μου ). Η χρονιά αυτή ήταν για εμένα η ευκαιρία να εντρυφήσω ως θεατής σε μία νέα τέχνη που ανακάλυψα αργά στη ζωή ( έκανα το μεταπτυχιακό στα 33 μου και μέχρι τότε είχα δει μόνο λίγες σκόρπιες εκδηλώσεις εδώ και εκεί ) και για κάποιο λόγο με ευχαριστούσε απίστευτα το γεγονός ότι ειδικά στο Ρόττερνταμ, στο κεντρικό θέατρο της πόλης Theater Rotterdam Schouwburg υπήρχαν παραστάσεις χορού σχεδόν κάθε βδομάδα και οι περισσότερες ασφυκτικά γεμμάτες με το ανεξάντλητο φιλότεχνο κοινό μίας τόσο μικρής πόλης. Με ενθουσίαζε μάλλον το ότι κάτι τόσο όμορφο αφορούσε εν τέλει τόσο πολύ κόσμο.
Η παράσταση Salt Womb του NDT1 (2014)
Η παράσταση Henry του Scapino (2014)
Όσο για την τοπική κουζίνα, δεν υπάρχουν και τόσα πολλά για εγκωμιάσει κανείς. Πέρα από κάτι τηγανιτές κροκέτες ( Frikadel!), πατάτες ( Frittes!!) και παστή ρέγγα δεν δοκίμασα ποτέ κάτι άλλο που να μπορεί να βαφτιστεί ‘ολλανδικός μεζές’. Παρά ταύτα η χώρα έχει μία από τις πιο ενδιαφέρουσες γαστρονομικές σκηνές με σεφ που αντλούν την έμπνευσή τους από την γαλλική και ιταλική μαγειρική παράδοση αλλά και την ινδονησιακή (η Ινδονησία αποτελούσε στο παρελθόν Ολλανδική αποικία και υπάρχουν ιδιαίτεροι δεσμοί μεταξύ των δύο εθνων). Παρακάτω παραθέτω κάποια πολύ καλά εστιατόρια που είχα την τύχη να επισκεφτώ εκείνη τη χρονιά, τα οποία ελπίζω να παραμένουν σε λειτουργία και μετά την covid εποχή που έχει κυριολεκτικά καταρρακώσει τον τομέα της εστίασης.
Εικόνες από την King’s Day εκείνης της χρονιάς
Χρησιμοποίησα εκείνη τη χρονιά ως ευκαιρία για ανακάλυψη μιας άλλης ευρωπαϊκής πραγματικότητας. Αυτό με βοήθησε να επανεκτιμήσω αρετές της Ελλάδας που ίσως θεωρούσα δεδομένες αλλά και να ανοίξω το μυαλό μου σε μία έναν άλλο τρόπο σκέψης και διαχείρησης της ζωής. Θα ομολογήσω ότι έφυγα από την πατρίδα όχι μόνο για επαγγελματικούς αλλά και για να ξεφύγω από προσωπικά μου αδιέξοδα, για να ανακαλύψω μία άλλη οπτική και να αναθεωρήσω αυτήν με την οποία έχω ανατραφεί.
Κανένα μέρος δεν είναι τέλειο και στα ξένα, μετά τον αρχικό ενθουσιασμό ανακαλύπτεις ότι δυστηχώς θα είσαι πάντα ο ξένος. Η Ολλανδία πάντως αποτελεί μία συμπαγή τουριστική εμπειρία γεμμάτη ευχάριστες μικρές λεπτομέρειες που δίνουν αποχρώσεις και μυρωδιές στις αναμνήσεις. Επιπλέον, παρότι εγώ τελικά κατέληξα να ζω αλλού, αποτελεί ένα απόλυτα λειτουργικό, γεμμάτο ευκαιρίες μέρος που μπορεί κανείς να χτίσει μία αξιοπρεπή ζωή. Από όσο γνωρίζω, όσοι από τους έλληνες φοιτητές που γνώρισα εκείνη τη χρονιά μπόρεσαν και βρήκαν εργασία, παραμείνανε εκεί, προστιθέμενοι στο όλο και πιο διογκώμενο πλήθος νέων απόδημων με υψηλή εξειδίκευση.Τέλεια χώρα δεν υπάρχει μα η Ολλανδία νιώθω ότι είναι αρκετά κοντά.
Last edited: