delmem2233
Member
- Μηνύματα
- 392
- Likes
- 4.196
Ο καιρός στη Xela είναι πιο προβλέψιμος κι από “ελεύθερες”, “δημοκρατικές” εκλογές σε χώρες που στην πραγματικότητα κουμάντο κάνει ο στρατός, και τις εκλογές τις “στήνουν” απλά και μόνο για τα μάτια των διεθνών παρατηρητών... Κατά τις εφτά και κάτι που ανοίγω τα μάτια κάθε πρωί, ο ουρανός είναι γαλανός, και ο ήλιος ζεσταίνει ένα μέρος του τοίχου της αυλής της σχολής μου, γύρω από την οποία είναι αραδιασμένα μισή ντουζίνα συμπαθητικά δωματιάκια. Μέχρι τις δύο το μεσημέρι ο ουρανός έχει καλυφθεί από σύννεφα, όχι όμως... καταθλιπτικά σύννεφα, όχι εκείνο το μουντό γκρι που νομίζεις ότι σου πλακώνει την καρδιά, αλλά σύννεφα... διαφόρων “τόνων” του μαύρου, του γκρι, και του άσπρου. Μία βουνοκορφή τριγύρω μπορεί να είναι καλυμμένη από ένα γκρίζο σύννεφο, μία άλλη από μαύρο, άλλη από... κατάμαυρο, ενώ μία άλλη μπορεί να σου κλείνει το μάτι, έχοντας ξεφύγει -προσωρινά- από το... φάσκιωμα με το οποίο έχουν περιποιηθεί σύννεφα άλλες κορυφές. Then again, έχεις κορυφές που ναι μεν μπορείς να τις δεις, όχι όμως επειδή δεν έχει σύννεφα στην πλευρά τους, αλλά επειδή το σύννεφο έχει “καθίσει” κάτω από την κορυφή, δίνοντας στην όλη εικόνα μία σχεδόν... απόκοσμη αίσθηση. Δείχνει λοιπόν το ρολόι δύο το μεσημέρι. Μέχρι τις δύο και μισή καλά θα έχεις κάνει να έχεις τρυπώσει κάπου, επειδή αρχίζει να βρέχει. Τις πρώτες ημέρες κυκλοφορούσα με ένα αδιάβροχο, έχοντας διαβάσει ότι από το μεσημέρι και μετά ο καιρός θα αλλάζει αυτήν την εποχή στη Xela. Εδώ και μερικές ημέρες κυκλοφορώ με αδιάβροχο ΚΑΙ ομπρέλα, μια και το αδιάβροχο μόνο του... πάπαλα. Όταν ρίχνει καρεκλοπόδαρα, το αδιάβροχο μπορείς κάλλιστα να το βγάλεις και να το... μην πω τι να το κάνεις, και ρίξω το επίπεδο της αφήγησης. Με αδιάβροχο ΚΑΙ ομπρέλα, ψιλοπαλεύεται η κατάσταση. Εννοείται ότι το καλύτερο που έχεις να κάνεις είναι να συμβιβαστείς με το γεγονός ότι, πολύ απλά, για μερικές ώρες κάθε απόγευμα είναι κακή ιδέα το να τριγυρνάς στους δρόμους. Έτσι απλά, σκύβεις το κεφάλι, βρίσκεις στέκια για να περνάς ευχάριστα εκείνες τις ώρες (από συμπαθητικά στέκια η Xela... να φάνε κι οι κότες), και περιμένεις... Εκεί που νομίζεις ότι Κάποιος άνοιξε τη βρύση εκεί πάνω και απλά... ξέχασε να την κλείσει, σταματάει να βρέχει. Συνήθως είναι γύρω στις εφτάμιση. Από τις οκτώ και μετά μπορείς άνετα να κυκλοφορείς με κοντομάνικο από κάτω κι ένα φλισάκι από πάνω, χωρίς αδιάβροχο, χωρίς ομπρέλα. Χρειάζεται μόνο να προσέχεις τα αυτοκίνητα, όχι μόνο να μη σε κτυπήσουν, αλλά και να μη σε κάνουν λούτσα έτσι όπως περνούν με χίλια από δίπλα σου, τσαλαβουτώντας με δύναμη στις αμέτρητες λίμνες που έχει αφήσει πίσω της η βροχή. Αυτό είναι το σκηνικό, κάθε, μα κάθε, μα κάθε μέρα, εδώ και μία βδομάδα, από την ημέρα που πρωτοπάτησα το πόδι μου στη Xela. Κι αυτό θα συνεχίσει να είναι το σκηνικό μέχρι και τον Οκτώβριο. Μετά οι βροχές περιορίζονται στο ελάχιστο. Que bien, ε; Αμ δε. Τότε είναι που πέφτει η θερμοκρασία, και παραμένει χαμηλά μέχρι τα τέλη Απριλίου, όταν δώσ' του πάλι από την αρχή κι αρχίζει να βρέχει κάθε μέρα (τουλάχιστον δεν κάνει κρύο. Η βροχή μου αρέσει. Το κρύο είναι εκείνο που σιχαίνομαι).
Fuentes Georginas... Ο υ ά ο υ... Πρώτα απ' όλα, μέχρι να φθάσεις εκεί, περνάς ένα μισάωρο στον δρόμο, πηγαίνοντας ζιγκ-ζαγκ ανάμεσα σε μικρές πόλεις που είναι κτισμένες μισές στον... πάτο χαραδρών, μισές στις μύτες βράχων. Κάποια στιγμή παίρνεις την τελευταία στροφή προς τις Πηγές. Στα επόμενα 10-15 λεπτά βλέπεις δεξιά κι αριστερά ντόπιους να δουλεύουν σε χωράφια, και λέγοντας “χωράφια” εννοώ εκτάσεις γης που είναι στην ουσία βουνοπλαγιές, σε μερικά σημεία μάλιστα τόσο απότομες που νομίζεις ότι αν το κρεμμύδι( που κρατάει εκείνη η πολύ συμπαθητική Μαγια-γιαγιούλα 20-25 μέτρα πάνω από τον δρόμο, δουλεύοντας στο χωράφι της, αν λοιπόν της πέσει, θα χρειαστεί να κλείσεις το παράθυρο για να μην το φας στα μούτρα. Οι άνθρωποι εκμεταλλεύονται ΣΤΟ ΕΠΑΚΡΟ τη γη, έχουν σπείρει ακόμη και σε επιφάνειες ελάχιστων τετραγωνικών μέτρων πάνω σε στροφές του δρόμου. Μόνο σε ένα σημείο κατάφερε ο οδηγός μας να σταματήσει στην άκρη για να βγάλουμε μερικές φωτογραφίες. Τα υπόλοιπα σημεία στα οποία θα μπορούσε ένας οδηγός να σταματήσει χωρίς να δυσχεραίνει την κίνηση, ήταν καλυμμένα από καλλιέργειες. Παρατηρείς δε ένα ατελείωτο... δίκτυο λευκών καλωδίων-μίνι σωληνών. Σαν κάποιος να ξεκίνησε για τσάρκα στα χωράφια με ένα τρύπιο σακί αλεύρι στην πλάτη του, αφήνοντας τα ίχνη του παντού. Ο τύπος μάλιστα έχει και... υπερφυσικές ικανότητες, μια και σε πολλά σημεία κάνει τρελά σάλτα από τη μια βουνοπλαγιά στην άλλη, σαν σπάιντερμαν, επεκτείνοντας εκείνο το άσπρο δίχτυ που άρχισα να περιγράφω. Πολύ απλά πρόκειται για... το αρδευτικό σύστημα των ντόπιων, ο τρόπος με τον οποίο μεταφέρουν νερό μέχρι και στα πιο απομακρυσμένα σημεία. ΤΟ χάιλαϊτ όμως, if you ask me, της διαδρομής τουλάχιστον, και όχι του χρόνου που πέρασα στις πηγές, ήταν η εικόνα μιας ντουζίνας γυπών να κάθονται πάνω σε ένα ηλεκτρικό καλώδιο, δίπλα σε μία γέφυρα που περάσαμε διασχίζοντας μία μικρή πόλη ονόματι Zunil. Δεν ξέρω... Μου φάνηκε “γύπες! Γύπες!”, αλλά φρόντισα να συγκρατήσω τον ενθουσιασμό μου για να μη γίνω θέαμα στο βανάκι. Στη Θεσσαλονίκη βγάζω καμιά φορά φωτογραφίες από πουλιά που κάθονται πάνω σε καλώδια της ΔΕΗ, με αγαπημένο μου σημείο εκεί όπου η Εγνατία κόβει την Αριστοτέλους. Εδώ οι άνθρωποι όταν σηκώνουν το κεφάλι βλέπουν ΓΥΠΕΣ να κάθονται πάνω στα ηλεκτρικά καλώδια... Θυμήθηκα τις μαϊμούδες στους δρόμους του Mysore, στην Ινδία, και πώς είχα μείνει... άναυδος βλέποντας “αδέσποτες” μαϊμούδες σε κέντρο πόλης...
Όσο για το τρίωρο που πέρασα στις πηγές, άλλο να σας το περιγράψω κι άλλο να το δείτε με τα μάτια σας, και κυρίως άλλο να το αισθανθείτε στο δερματάκι σας. Το νερό είναι ΖΕΣΤΟ (δεν γράφω “καυτό” για να μην ακουστώ υπερβολικός, όμως αν κάποιος άλλος το περιέγραφε ως “καυτό”, θα του έδινα δίκιο). Δεν είδα άνθρωπο να μένει μέσα στο νερό για περισσότερο από δέκα σερί λεπτά. Παρομοίως όμως, δεν είδα άνθρωπο να μην βουτάει πάλι στο νερό μετά από λίγα λεπτά έξω. Τέλειο μέρος για μαζοχιστές. Το όλο “πακέτο” θα το χαρακτήριζα εντυπωσιακό. Ο χώρος είναι πανέμορφος, η βλάστηση τροπική, οι ατμοί που βγαίνουν από το νερό κάνουν την όλη ατμόσφαιρα ακόμη πιο εντυπωσιακή, ενώ επειδή ήταν πρωί την ώρα που ήμουν εκεί, ο ουρανός μία καθάριζε και μπορούσες να δεις γαλάζιο εκεί που τελείωνε η πυκνή βλάστηση, και μία πλάκωναν σύννεφα που σκέπαζαν τα πάντα, πριν μας αδειάσουν τη γωνιά πάλι και μας αφήσουν (στο τέλος), να λιάσουμε πετσέτα και μαγιό για να μην κάνουμε το βανάκι κατά την επιστροφή στη Xela... λίμνη.
Μιλώντας για μαζοχιστές και Ινδία, σήμερα, για πρώτη φορά στη ζωή μου, άφησαν μπροστά μου φαγητό, και πέρασαν μερικά λεπτά μέχρι να αρχίσω να τρώω. Πήγα σε ένα ινδικό ρεστοράν που είχα στα υπόψη από την πρώτη βόλτα μου στη Xela. Παρήγγειλα “thali vegetariano”, σήμα κατατεθέν της νότιας Ινδίας, περίεργος να δω αν η γεύση του θα ήταν πραγματικά ινδική. Ω ήταν... Ok, μου σέρβιραν το φαγητό σε -μεγάλο- πιάτο, όχι σε δίσκο με φύλλο μπανανιάς στον πάτο του, και, Ok, μου έφεραν πιρούνι, δεν βρήκα το θάρρος να χρησιμοποιήσω το δεξί -μόνο, και ποτέ το αριστερό- χέρι για να “παίξω” με το ρύζι και τα συνοδευτικά του πιάτου, όμως από μυρωδιά... Έσκυψα πάνω από το πιάτο, έκλεισα τα μάτια (χωρίς πλάκα), ρούφηξα τη μυρωδιά, και πρέπει να έσκασα ένα πολύ χαζό χαμόγελο, επειδή όταν άνοιξα ξανά τα μάτια μία Αμερικάνα που καθόταν παραδίπλα με τον δάσκαλό της (πρέπει να τον κέρασε, ευχαριστώντας τον για τα μαθήματα Ισπανικών) με κοιτούσε, χαμογελούσε, και μου είπε “you've been to India, right?” Yes indeed... Εννοείται ότι πέρασα είκοσι λεπτά δακρύζοντας (όχι από τη συγκίνηση), με τη μύτη μου επίσης να τρέχει (συγγνώμη για το... άκομψο της εικόνας), με άλλα λόγια “τιμωρήθηκα” με τα κλασικά συμπτώματα που παρουσιάζω κάθε φορά που τρώω κάτι spicy, όμως... διαβάστε νοερά τα χείλη μου, “το πιάτο το έγλειψα”. Όταν η Ινδή συνιδιοκτήτρια του ρεστοράν μου έγνεψε από μακριά ρωτώντας με αν όλα ήταν εντάξει, σήκωσα το πιάτο, το έγειρα στην πλευρά της, και ήταν τόσο άσπρο λες και μόλις είχε πλυθεί... Ήταν με διαφορά το ακριβότερο γεύμα μου στη Γουατεμάλα (για να είμαι ακριβής, όχι το “ακριβότερο”, αλλά το “λιγότερο φθηνό”), με 70 κετσάλες (εφτά ευρώ, το φαγητό μαζί με μπουκάλι νερό και καφέ στο τέλος) θα μπορούσα να είχα φάει ΤΕΣΣΕΡΑ γεύματα σε μαγαζιά με ντόπια κουζίνα, όμως... όπως έγραψα και τις προάλλες, άνεργος-άνεργος, αλλά στη Γουατεμάλα έχω ακόμη κι εγώ την πολυτέλεια να κάνω στον εαυτό μου μερικά “δώρα”, εκμεταλλευόμενος τις χαμηλές τιμές εδώ...
Κλείνοντας το σημερινό κομμάτι, έχω να “πω” τούτο, που είναι πολύ πιο σημαντικό (για μένα), από οτιδήποτε άλλο έχω γράψει όλες αυτές τις ημέρες του ταξιδιού. Πολύ απλά, είμαι “πολύ χαρούμενος” που είμαι εδώ και που κάνω αυτό το ταξίδι. Αισθάνομαι δε ότι σύντομα θα είμαι σε θέση να αντικαταστήσω το “πολύ χαρούμενος” με το “ευτυχισμένος”, για το οποίο χρειάζομαι ακόμη μερικά σκαλοπάτια, που τα ανεβαίνω σιγά-σιγά. Ξυπνάω κάθε πρωί κι αισθάνομαι ότι μπροστά μου έχω 24 ώρες που αξίζει να τις ζήσω. Στη Θεσσαλονίκη, εδώ και μήνες, για να μην πω χρόνια, παρά το γεγονός ότι μου άρεσε η δουλειά μου, παρά το γεγονός ότι είχα συναδέλφους με τους οποίους κάναμε πολύ χαβαλέ και γενικά περνούσα καλά στη δουλειά, υπήρχαν αμέτρητα πρωινά που άνοιγα τα μάτια και η πρώτη -μη- αντίδρασή μου ήταν να τα ξανακλείσω, “πέφτοντας” ψυχολογικά στην ιδέα και μόνο ότι μπροστά μου είχα άλλες 16-17 ώρες μέχρι να πέσω ξανά στο κρεβάτι, να κλείσω τα μάτια, και να “σωθώ” κοιμώμενος. Ταξίδευα συχνά, και για αρκετές ημέρες, όμως... αλλιώς ταξιδεύεις όταν ξέρεις ότι σε Χ μέρες πρέπει να επιστρέψεις στη βαρετή μικρή καθημερινή ζωούλα σου (εκτός φυσικά κι αν η καθημερινή ζωούλα σου δεν είναι βαρετή), κι αλλιώς ταξιδεύεις όταν ξέρεις ότι είσαι ελεύθερος από υποχρεώσεις... Φυσικά, επίσης, αλλιώς ταξιδεύεις ξέροντας ότι επιστρέφοντας στο σπίτι σου θα βρεις έναν ακόμη (καλούτσικο) μισθό να σε περιμένει στον τραπεζικό λογαριασμό σου, κι αλλιώς ταξιδεύεις ξέροντας ότι κατά τη διάρκεια του ταξιδιού έχεις ΜΟΝΟ έξοδα, και καθόλου έσοδα, αλλά... ας μην είμαστε και πλεονέκτες... Δε γίνεται να τα έχουμε ΟΛΑ (γιατί όχι ρε γαμώτο;...)
Que tengamos una buena semana! Καλή βδομάδα να έχουμε!
Fuentes Georginas... Ο υ ά ο υ... Πρώτα απ' όλα, μέχρι να φθάσεις εκεί, περνάς ένα μισάωρο στον δρόμο, πηγαίνοντας ζιγκ-ζαγκ ανάμεσα σε μικρές πόλεις που είναι κτισμένες μισές στον... πάτο χαραδρών, μισές στις μύτες βράχων. Κάποια στιγμή παίρνεις την τελευταία στροφή προς τις Πηγές. Στα επόμενα 10-15 λεπτά βλέπεις δεξιά κι αριστερά ντόπιους να δουλεύουν σε χωράφια, και λέγοντας “χωράφια” εννοώ εκτάσεις γης που είναι στην ουσία βουνοπλαγιές, σε μερικά σημεία μάλιστα τόσο απότομες που νομίζεις ότι αν το κρεμμύδι( που κρατάει εκείνη η πολύ συμπαθητική Μαγια-γιαγιούλα 20-25 μέτρα πάνω από τον δρόμο, δουλεύοντας στο χωράφι της, αν λοιπόν της πέσει, θα χρειαστεί να κλείσεις το παράθυρο για να μην το φας στα μούτρα. Οι άνθρωποι εκμεταλλεύονται ΣΤΟ ΕΠΑΚΡΟ τη γη, έχουν σπείρει ακόμη και σε επιφάνειες ελάχιστων τετραγωνικών μέτρων πάνω σε στροφές του δρόμου. Μόνο σε ένα σημείο κατάφερε ο οδηγός μας να σταματήσει στην άκρη για να βγάλουμε μερικές φωτογραφίες. Τα υπόλοιπα σημεία στα οποία θα μπορούσε ένας οδηγός να σταματήσει χωρίς να δυσχεραίνει την κίνηση, ήταν καλυμμένα από καλλιέργειες. Παρατηρείς δε ένα ατελείωτο... δίκτυο λευκών καλωδίων-μίνι σωληνών. Σαν κάποιος να ξεκίνησε για τσάρκα στα χωράφια με ένα τρύπιο σακί αλεύρι στην πλάτη του, αφήνοντας τα ίχνη του παντού. Ο τύπος μάλιστα έχει και... υπερφυσικές ικανότητες, μια και σε πολλά σημεία κάνει τρελά σάλτα από τη μια βουνοπλαγιά στην άλλη, σαν σπάιντερμαν, επεκτείνοντας εκείνο το άσπρο δίχτυ που άρχισα να περιγράφω. Πολύ απλά πρόκειται για... το αρδευτικό σύστημα των ντόπιων, ο τρόπος με τον οποίο μεταφέρουν νερό μέχρι και στα πιο απομακρυσμένα σημεία. ΤΟ χάιλαϊτ όμως, if you ask me, της διαδρομής τουλάχιστον, και όχι του χρόνου που πέρασα στις πηγές, ήταν η εικόνα μιας ντουζίνας γυπών να κάθονται πάνω σε ένα ηλεκτρικό καλώδιο, δίπλα σε μία γέφυρα που περάσαμε διασχίζοντας μία μικρή πόλη ονόματι Zunil. Δεν ξέρω... Μου φάνηκε “γύπες! Γύπες!”, αλλά φρόντισα να συγκρατήσω τον ενθουσιασμό μου για να μη γίνω θέαμα στο βανάκι. Στη Θεσσαλονίκη βγάζω καμιά φορά φωτογραφίες από πουλιά που κάθονται πάνω σε καλώδια της ΔΕΗ, με αγαπημένο μου σημείο εκεί όπου η Εγνατία κόβει την Αριστοτέλους. Εδώ οι άνθρωποι όταν σηκώνουν το κεφάλι βλέπουν ΓΥΠΕΣ να κάθονται πάνω στα ηλεκτρικά καλώδια... Θυμήθηκα τις μαϊμούδες στους δρόμους του Mysore, στην Ινδία, και πώς είχα μείνει... άναυδος βλέποντας “αδέσποτες” μαϊμούδες σε κέντρο πόλης...
Όσο για το τρίωρο που πέρασα στις πηγές, άλλο να σας το περιγράψω κι άλλο να το δείτε με τα μάτια σας, και κυρίως άλλο να το αισθανθείτε στο δερματάκι σας. Το νερό είναι ΖΕΣΤΟ (δεν γράφω “καυτό” για να μην ακουστώ υπερβολικός, όμως αν κάποιος άλλος το περιέγραφε ως “καυτό”, θα του έδινα δίκιο). Δεν είδα άνθρωπο να μένει μέσα στο νερό για περισσότερο από δέκα σερί λεπτά. Παρομοίως όμως, δεν είδα άνθρωπο να μην βουτάει πάλι στο νερό μετά από λίγα λεπτά έξω. Τέλειο μέρος για μαζοχιστές. Το όλο “πακέτο” θα το χαρακτήριζα εντυπωσιακό. Ο χώρος είναι πανέμορφος, η βλάστηση τροπική, οι ατμοί που βγαίνουν από το νερό κάνουν την όλη ατμόσφαιρα ακόμη πιο εντυπωσιακή, ενώ επειδή ήταν πρωί την ώρα που ήμουν εκεί, ο ουρανός μία καθάριζε και μπορούσες να δεις γαλάζιο εκεί που τελείωνε η πυκνή βλάστηση, και μία πλάκωναν σύννεφα που σκέπαζαν τα πάντα, πριν μας αδειάσουν τη γωνιά πάλι και μας αφήσουν (στο τέλος), να λιάσουμε πετσέτα και μαγιό για να μην κάνουμε το βανάκι κατά την επιστροφή στη Xela... λίμνη.
Μιλώντας για μαζοχιστές και Ινδία, σήμερα, για πρώτη φορά στη ζωή μου, άφησαν μπροστά μου φαγητό, και πέρασαν μερικά λεπτά μέχρι να αρχίσω να τρώω. Πήγα σε ένα ινδικό ρεστοράν που είχα στα υπόψη από την πρώτη βόλτα μου στη Xela. Παρήγγειλα “thali vegetariano”, σήμα κατατεθέν της νότιας Ινδίας, περίεργος να δω αν η γεύση του θα ήταν πραγματικά ινδική. Ω ήταν... Ok, μου σέρβιραν το φαγητό σε -μεγάλο- πιάτο, όχι σε δίσκο με φύλλο μπανανιάς στον πάτο του, και, Ok, μου έφεραν πιρούνι, δεν βρήκα το θάρρος να χρησιμοποιήσω το δεξί -μόνο, και ποτέ το αριστερό- χέρι για να “παίξω” με το ρύζι και τα συνοδευτικά του πιάτου, όμως από μυρωδιά... Έσκυψα πάνω από το πιάτο, έκλεισα τα μάτια (χωρίς πλάκα), ρούφηξα τη μυρωδιά, και πρέπει να έσκασα ένα πολύ χαζό χαμόγελο, επειδή όταν άνοιξα ξανά τα μάτια μία Αμερικάνα που καθόταν παραδίπλα με τον δάσκαλό της (πρέπει να τον κέρασε, ευχαριστώντας τον για τα μαθήματα Ισπανικών) με κοιτούσε, χαμογελούσε, και μου είπε “you've been to India, right?” Yes indeed... Εννοείται ότι πέρασα είκοσι λεπτά δακρύζοντας (όχι από τη συγκίνηση), με τη μύτη μου επίσης να τρέχει (συγγνώμη για το... άκομψο της εικόνας), με άλλα λόγια “τιμωρήθηκα” με τα κλασικά συμπτώματα που παρουσιάζω κάθε φορά που τρώω κάτι spicy, όμως... διαβάστε νοερά τα χείλη μου, “το πιάτο το έγλειψα”. Όταν η Ινδή συνιδιοκτήτρια του ρεστοράν μου έγνεψε από μακριά ρωτώντας με αν όλα ήταν εντάξει, σήκωσα το πιάτο, το έγειρα στην πλευρά της, και ήταν τόσο άσπρο λες και μόλις είχε πλυθεί... Ήταν με διαφορά το ακριβότερο γεύμα μου στη Γουατεμάλα (για να είμαι ακριβής, όχι το “ακριβότερο”, αλλά το “λιγότερο φθηνό”), με 70 κετσάλες (εφτά ευρώ, το φαγητό μαζί με μπουκάλι νερό και καφέ στο τέλος) θα μπορούσα να είχα φάει ΤΕΣΣΕΡΑ γεύματα σε μαγαζιά με ντόπια κουζίνα, όμως... όπως έγραψα και τις προάλλες, άνεργος-άνεργος, αλλά στη Γουατεμάλα έχω ακόμη κι εγώ την πολυτέλεια να κάνω στον εαυτό μου μερικά “δώρα”, εκμεταλλευόμενος τις χαμηλές τιμές εδώ...
Κλείνοντας το σημερινό κομμάτι, έχω να “πω” τούτο, που είναι πολύ πιο σημαντικό (για μένα), από οτιδήποτε άλλο έχω γράψει όλες αυτές τις ημέρες του ταξιδιού. Πολύ απλά, είμαι “πολύ χαρούμενος” που είμαι εδώ και που κάνω αυτό το ταξίδι. Αισθάνομαι δε ότι σύντομα θα είμαι σε θέση να αντικαταστήσω το “πολύ χαρούμενος” με το “ευτυχισμένος”, για το οποίο χρειάζομαι ακόμη μερικά σκαλοπάτια, που τα ανεβαίνω σιγά-σιγά. Ξυπνάω κάθε πρωί κι αισθάνομαι ότι μπροστά μου έχω 24 ώρες που αξίζει να τις ζήσω. Στη Θεσσαλονίκη, εδώ και μήνες, για να μην πω χρόνια, παρά το γεγονός ότι μου άρεσε η δουλειά μου, παρά το γεγονός ότι είχα συναδέλφους με τους οποίους κάναμε πολύ χαβαλέ και γενικά περνούσα καλά στη δουλειά, υπήρχαν αμέτρητα πρωινά που άνοιγα τα μάτια και η πρώτη -μη- αντίδρασή μου ήταν να τα ξανακλείσω, “πέφτοντας” ψυχολογικά στην ιδέα και μόνο ότι μπροστά μου είχα άλλες 16-17 ώρες μέχρι να πέσω ξανά στο κρεβάτι, να κλείσω τα μάτια, και να “σωθώ” κοιμώμενος. Ταξίδευα συχνά, και για αρκετές ημέρες, όμως... αλλιώς ταξιδεύεις όταν ξέρεις ότι σε Χ μέρες πρέπει να επιστρέψεις στη βαρετή μικρή καθημερινή ζωούλα σου (εκτός φυσικά κι αν η καθημερινή ζωούλα σου δεν είναι βαρετή), κι αλλιώς ταξιδεύεις όταν ξέρεις ότι είσαι ελεύθερος από υποχρεώσεις... Φυσικά, επίσης, αλλιώς ταξιδεύεις ξέροντας ότι επιστρέφοντας στο σπίτι σου θα βρεις έναν ακόμη (καλούτσικο) μισθό να σε περιμένει στον τραπεζικό λογαριασμό σου, κι αλλιώς ταξιδεύεις ξέροντας ότι κατά τη διάρκεια του ταξιδιού έχεις ΜΟΝΟ έξοδα, και καθόλου έσοδα, αλλά... ας μην είμαστε και πλεονέκτες... Δε γίνεται να τα έχουμε ΟΛΑ (γιατί όχι ρε γαμώτο;...)
Que tengamos una buena semana! Καλή βδομάδα να έχουμε!