hydronetta
Member
- Μηνύματα
- 4.164
- Likes
- 14.535
- Επόμενο Ταξίδι
- ???
- Ταξίδι-Όνειρο
- όπου δεν έχω πάει
Κεφ.1: Dakar
Ο Υanis φορώντας το darkblue πουκάμισο χωρίς γραβάτα, με τόνο σοβαρό κι αποφασιστικό στη φωνή του, εξήγγειλε: «είμαστε υπέρ του λιτού βίου».
Ανασκαλεύοντας λοιπόν τις ταξιδιωτικές μου μνήμες, τίποτα δεν θα μπορούσε να είναι ταξιδιωτικά πιο «λιτό», από το ταξίδι που πραγματοποιήθηκε πριν ένα χρόνο στην Μαυριτανία και τη Σενεγάλη. Προφητικά συνεπείς στις επιταγές του λιτού βίου του Yanis, ούτε σε πολυτελή καταλύματα μείναμε (που δεν υπήρχαν άλλωστε), ούτε σε γκουρμέ εστιατόρια φάγαμε (που δεν υπήρχαν άλλωστε), ούτε κατά διάνοια ξέφρενα ξενύχτια κάναμε (αυτά κι αν απουσίαζαν παντελώς).
Ο ύπνος: κατ’εξοχήν στρωματσάδα στη μαυριτάνικη σκηνή που στήναμε.
Το φαγητό: κονσέρβες και λαχανικά μαγειρεμένα από τα χεράκια μας.
Μέχρι και το μπάνιο κατάντησε μια πολυτέλεια αδιανόητη στις κατάξερες ερημιές (αν και η απλησιά δεν περιλαμβάνεται στο δόγμα του λιτού βίου).
Ξεκινάμε λοιπόν!
Σαν ξεμυτήσεις από το κτήριο αφίξεων του διεθνούς αεροδρόμιου Léopold Sédar Senghor στη καρδιά του Dakar, εσύ μαζί με τους επιβάτες όλων των πτήσεων από Ευρώπη (που κατά διαβολική σύμπτωση φτάνουν σχεδόν την ίδια στιγμή) εγκλιματίζεσαι ευθύς στη «μαύρη» υποσαχάρια Αφρική. Μιλιούνια οι ντόπιοι στοιβάζονται στην έξοδο, άλλοι περιμένοντας συγγενείς και φίλους, άλλοι σαν αυτόκλητοι ταξιτζήδες ή νταβατζήδες ταξί αλιεύοντας υποψήφια θύματα για να τους ξεκοκκαλίσουν τα πολύτιμα ευρώπουλα.
Αν τους απανταχού της γης ταξιτζήδες τους αντιμετωπίζουμε με κάποιο σκεπτικισμό μπας και κλέβουν στο κόμιστρο, εδώ στη Σενεγάλη είναι ο κανόνας. Φτάνοντας βράδυ, σ’άγνωστο τόπο, όντας λευκός (κι έτσι σαν τη μύγα μεσ’ στο γάλα), δεν έχεις και πολλές πιθανότητες να μην πέσεις θύμα τους. Τουλάχιστον θα μπορούσα να είχα περιορίσει το φέσι στη τιμή αν το είχα διαπραγματευτεί περισσότερο. ‘Η να το έχω σχεδόν εκμηδενίσει αν είχα την υπομονή να ψάξω στο πολύχρωμο πλήθος τους συνταξιδιώτες μου.
Η ολίγον αλαλούμ συνεννόηση φρόντισε ώστε ο Κώστας με την Ισαβέλλα να ξεροσταλιάζουν περιμένοντάς με στο αεροδρόμιο, ενώ εγώ βρισκόμουν ήδη στον ξενώνα μ’ έναν έξαλλο ταξιτζή να γκαρίζει μέσα στο αυτί μου προσπαθώντας να βγάλει μερικά περισσότερα ευρώ από την συμφωνηθείσα τιμή. Τέτοια τιμή απόστασης/κομίστρου ούτε στην Ιαπωνία νομίζω δεν θα πλήρωνα...
Μέσω της τεχνολογίας των κινητών οι χαμένοι ξανάσμιξαν κι έτσι με μια παγωμένη μπύρα ανα χείρας στην ασφάλεια του ξενώνα αγκάλιασα ανακουφισμένος τους συνταξιδιώτες μου ακούγοντας τις εμπειρίες τους, αφού ήδη βρίσκονταν στη Σενεγάλη εδώ και μια βδομάδα.
Το επόμενο πρωί δεν έχασα ούτε στιγμή βγαίνοντας στη ταράτσα του ξενώνα, ρουφώντας άπληστα τις εικόνες από μια πόλη που έχει ήδη ξυπνήσει για τα καλά κρίνοντας από τον αναβρασμό εργασιών στην παραλία.
Το Dakar είχε για μένα ένα και μοναδικό αξιοθέατο που δεν ήθελα με τίποτα να χάσω.
Το μικροσκοπικό νησάκι Gorée που βρίσκεται στα ανοικτά των ακτών της πόλης.Γνωστό ως η πύλη του «ταξιδιού από το οποίο κανείς δεν επέστρεψε», είναι Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς, μα πάνω απ’όλα Μνημείο-Καταδίκη για την ανθρώπινη εκμετάλλευση.
Από τον 15ο έως τον 19ο αιώνα, ήταν το μεγαλύτερο δουλεμπορικό κέντρο στις ακτές της Αφρικής.
Οι αφεντάδες πολλοί: πορτογάλλοι, ολλανδοί, άγγλοι, γάλλοι.
Το εμπόρευμα ίδιο: υπολογίζεται ότι τη περίοδο αυτή, 20 εκατομμύρια αλυσοδεμένοι Αφρικανοί περίμεναν καρτερικά στοιβαγμένοι υπό συνθήκες απόλυτης εξαθλίωσης περιμένοντας τους επίδοξους υπερατλαντικούς αγοραστές.
Το ταξίδι από το λιμάνι του Dakar με το καραβάκι κατάφορτο από επισκέπτες ήταν σύντομο. Η μικρή κουκίδα στο απέραντο του ωκεανού εγινε σταδιακά ένα γραφικό λιμανάκι με το φρούριο να δεσπόζει στο ένα του άκρο. Από τη φρενίτιδα μιας δυτικοαφρικανικής μητρόπολης όπως το Dakar, το νησί Gorée φάνταζε μια όαση ηρεμίας και καλαισθησίας.
Mετά από ένα χαλαρωτικό καφεδάκι στην παραλία ξεκινήσαμε τη περιήγηση πρώτα από το φρούριο του νησιού. Στις αίθουσες του στεγάζεται μουσείο όπου μέσω φωτογραφικού υλικού αναβιώνει η ιστορία της Σενεγάλης με πάμπολλες αναφορές στο δουλεμπόριο.
Έξω από το κάστρο φωτογραφίζοντας τα ερύφια με φόντο το μακρυνό Dakar, πιάσαμε κουβέντα μ’ένα παρία της ζωής, που είχε στήσει το φτωχικό μπερντέ του κυριολεκτικά πάνω στο κύμα. Ευγένεια κι αξιοπρέπεια ξεχείλιζαν από το προσωπο και τα λόγια του. Παλεύοντας για τον καθημερινό επιούσιο, η μόνη του ασχολία ήταν να κάθεται και ν’αγναντεύει τα πολυόροφα κτήρια της μητρόπολης του Dakar.
Ακολούθησε βόλτα στα στενά δρομάκια της παλιάς πόλης με τα όμορφα ανακαινισμένα αλλοτινά πλουσιόσπιτα σε ζωηρά παστέλ χρώματα με τις μπουκαμβίλιες να ξεχειλίζουν πάνω από τους ψηλούς τοίχους
Πήραμε τον δρόμο προς το κάστρο του νησιού.
Όλη η ανηφορική διαδρομή είχε καταληφθεί από λογής καλλιτέχνες που προσπαθούσαν να πουλήσουν τις δημιουργίες τους.
Η θέα από το κάστρο προς το νησί, τον ωκεανό και το Dakar ήταν γραφικότατη. Όπως τρυφερότατο ήταν το μικρό γατάκι που ερωτεύτηκε το Κώστα κι αρνιόταν πεισματικά να τον αποχωριστεί γουργουρίζοντας τρυφερά στον ώμο του.
Κατεβαίνοντας χαθήκαμε πάλι σε στενά και τρυπώσαμε σε πάμπολλες γωνιές όπου κάτι μας κέντριζε το φωτογραφικο ενδιαφέρον.
Αλλού ένας μουσικός, αλλού γυναίκες που μαζώχνονταν κουτσομπολεύοντας, αλλού παιδιά που αλώνιζαν ασταμάτητα, αλλού ένα υπαίθριο γυμναστήριο με αυτοσχέδια βάρη, αλλού υπαίθρια μικρομάγαζα.
Ολοκληρώνοντας τη βόλτα, καθήσαμε για φαγητό σε μια ταβερνούλα στο λιμανάκι, όπου έκπληκτος ο Κώστας συνειδητοποίησε ότι τα πολύτιμα εκδρομικά του παπούτσια άρχισαν να πνέουν τα λοίσθια. Αλλού θα επικρατούσε ψιλοπανικός. Εδώ όμως πρόβλημα ουδέν. Ο πλανόδιος υποδηματοποιός απεδείχθει εξαιρετικά αποτελεσματικός στη δουλειά του, μόνο που κατά την πάγια τακτική των σενεγαλέζων, άλλη τιμή συμφώνησε στην αρχή κι άλλη απαιτούσε στο τέλος.
Οι φανοστάτες του λιμανιού είχαν πια ανάψει σαν αποφασίσαμε να πάρουμε το πλοίο επιστροφής για το Dakar.
Χαλάρωση στον ξενώνα μας πριν ξεκινήσουμε το δρόμο μας προς το βορρά της χώρας.
Στο Saint Louis.
To "φετίχ" Saint Louis της συμφορουμίτισας dim kyr για το οποίο μου είχε γανώσει τ’αυτιά…
Ο Υanis φορώντας το darkblue πουκάμισο χωρίς γραβάτα, με τόνο σοβαρό κι αποφασιστικό στη φωνή του, εξήγγειλε: «είμαστε υπέρ του λιτού βίου».
Ανασκαλεύοντας λοιπόν τις ταξιδιωτικές μου μνήμες, τίποτα δεν θα μπορούσε να είναι ταξιδιωτικά πιο «λιτό», από το ταξίδι που πραγματοποιήθηκε πριν ένα χρόνο στην Μαυριτανία και τη Σενεγάλη. Προφητικά συνεπείς στις επιταγές του λιτού βίου του Yanis, ούτε σε πολυτελή καταλύματα μείναμε (που δεν υπήρχαν άλλωστε), ούτε σε γκουρμέ εστιατόρια φάγαμε (που δεν υπήρχαν άλλωστε), ούτε κατά διάνοια ξέφρενα ξενύχτια κάναμε (αυτά κι αν απουσίαζαν παντελώς).
Ο ύπνος: κατ’εξοχήν στρωματσάδα στη μαυριτάνικη σκηνή που στήναμε.
Το φαγητό: κονσέρβες και λαχανικά μαγειρεμένα από τα χεράκια μας.
Μέχρι και το μπάνιο κατάντησε μια πολυτέλεια αδιανόητη στις κατάξερες ερημιές (αν και η απλησιά δεν περιλαμβάνεται στο δόγμα του λιτού βίου).
Ξεκινάμε λοιπόν!
Σαν ξεμυτήσεις από το κτήριο αφίξεων του διεθνούς αεροδρόμιου Léopold Sédar Senghor στη καρδιά του Dakar, εσύ μαζί με τους επιβάτες όλων των πτήσεων από Ευρώπη (που κατά διαβολική σύμπτωση φτάνουν σχεδόν την ίδια στιγμή) εγκλιματίζεσαι ευθύς στη «μαύρη» υποσαχάρια Αφρική. Μιλιούνια οι ντόπιοι στοιβάζονται στην έξοδο, άλλοι περιμένοντας συγγενείς και φίλους, άλλοι σαν αυτόκλητοι ταξιτζήδες ή νταβατζήδες ταξί αλιεύοντας υποψήφια θύματα για να τους ξεκοκκαλίσουν τα πολύτιμα ευρώπουλα.
Αν τους απανταχού της γης ταξιτζήδες τους αντιμετωπίζουμε με κάποιο σκεπτικισμό μπας και κλέβουν στο κόμιστρο, εδώ στη Σενεγάλη είναι ο κανόνας. Φτάνοντας βράδυ, σ’άγνωστο τόπο, όντας λευκός (κι έτσι σαν τη μύγα μεσ’ στο γάλα), δεν έχεις και πολλές πιθανότητες να μην πέσεις θύμα τους. Τουλάχιστον θα μπορούσα να είχα περιορίσει το φέσι στη τιμή αν το είχα διαπραγματευτεί περισσότερο. ‘Η να το έχω σχεδόν εκμηδενίσει αν είχα την υπομονή να ψάξω στο πολύχρωμο πλήθος τους συνταξιδιώτες μου.
Η ολίγον αλαλούμ συνεννόηση φρόντισε ώστε ο Κώστας με την Ισαβέλλα να ξεροσταλιάζουν περιμένοντάς με στο αεροδρόμιο, ενώ εγώ βρισκόμουν ήδη στον ξενώνα μ’ έναν έξαλλο ταξιτζή να γκαρίζει μέσα στο αυτί μου προσπαθώντας να βγάλει μερικά περισσότερα ευρώ από την συμφωνηθείσα τιμή. Τέτοια τιμή απόστασης/κομίστρου ούτε στην Ιαπωνία νομίζω δεν θα πλήρωνα...
Μέσω της τεχνολογίας των κινητών οι χαμένοι ξανάσμιξαν κι έτσι με μια παγωμένη μπύρα ανα χείρας στην ασφάλεια του ξενώνα αγκάλιασα ανακουφισμένος τους συνταξιδιώτες μου ακούγοντας τις εμπειρίες τους, αφού ήδη βρίσκονταν στη Σενεγάλη εδώ και μια βδομάδα.
Το επόμενο πρωί δεν έχασα ούτε στιγμή βγαίνοντας στη ταράτσα του ξενώνα, ρουφώντας άπληστα τις εικόνες από μια πόλη που έχει ήδη ξυπνήσει για τα καλά κρίνοντας από τον αναβρασμό εργασιών στην παραλία.
Το Dakar είχε για μένα ένα και μοναδικό αξιοθέατο που δεν ήθελα με τίποτα να χάσω.
Το μικροσκοπικό νησάκι Gorée που βρίσκεται στα ανοικτά των ακτών της πόλης.Γνωστό ως η πύλη του «ταξιδιού από το οποίο κανείς δεν επέστρεψε», είναι Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς, μα πάνω απ’όλα Μνημείο-Καταδίκη για την ανθρώπινη εκμετάλλευση.
Από τον 15ο έως τον 19ο αιώνα, ήταν το μεγαλύτερο δουλεμπορικό κέντρο στις ακτές της Αφρικής.
Οι αφεντάδες πολλοί: πορτογάλλοι, ολλανδοί, άγγλοι, γάλλοι.
Το εμπόρευμα ίδιο: υπολογίζεται ότι τη περίοδο αυτή, 20 εκατομμύρια αλυσοδεμένοι Αφρικανοί περίμεναν καρτερικά στοιβαγμένοι υπό συνθήκες απόλυτης εξαθλίωσης περιμένοντας τους επίδοξους υπερατλαντικούς αγοραστές.
Το ταξίδι από το λιμάνι του Dakar με το καραβάκι κατάφορτο από επισκέπτες ήταν σύντομο. Η μικρή κουκίδα στο απέραντο του ωκεανού εγινε σταδιακά ένα γραφικό λιμανάκι με το φρούριο να δεσπόζει στο ένα του άκρο. Από τη φρενίτιδα μιας δυτικοαφρικανικής μητρόπολης όπως το Dakar, το νησί Gorée φάνταζε μια όαση ηρεμίας και καλαισθησίας.
Mετά από ένα χαλαρωτικό καφεδάκι στην παραλία ξεκινήσαμε τη περιήγηση πρώτα από το φρούριο του νησιού. Στις αίθουσες του στεγάζεται μουσείο όπου μέσω φωτογραφικού υλικού αναβιώνει η ιστορία της Σενεγάλης με πάμπολλες αναφορές στο δουλεμπόριο.
Έξω από το κάστρο φωτογραφίζοντας τα ερύφια με φόντο το μακρυνό Dakar, πιάσαμε κουβέντα μ’ένα παρία της ζωής, που είχε στήσει το φτωχικό μπερντέ του κυριολεκτικά πάνω στο κύμα. Ευγένεια κι αξιοπρέπεια ξεχείλιζαν από το προσωπο και τα λόγια του. Παλεύοντας για τον καθημερινό επιούσιο, η μόνη του ασχολία ήταν να κάθεται και ν’αγναντεύει τα πολυόροφα κτήρια της μητρόπολης του Dakar.
Ακολούθησε βόλτα στα στενά δρομάκια της παλιάς πόλης με τα όμορφα ανακαινισμένα αλλοτινά πλουσιόσπιτα σε ζωηρά παστέλ χρώματα με τις μπουκαμβίλιες να ξεχειλίζουν πάνω από τους ψηλούς τοίχους
Πήραμε τον δρόμο προς το κάστρο του νησιού.
Όλη η ανηφορική διαδρομή είχε καταληφθεί από λογής καλλιτέχνες που προσπαθούσαν να πουλήσουν τις δημιουργίες τους.
Η θέα από το κάστρο προς το νησί, τον ωκεανό και το Dakar ήταν γραφικότατη. Όπως τρυφερότατο ήταν το μικρό γατάκι που ερωτεύτηκε το Κώστα κι αρνιόταν πεισματικά να τον αποχωριστεί γουργουρίζοντας τρυφερά στον ώμο του.
Κατεβαίνοντας χαθήκαμε πάλι σε στενά και τρυπώσαμε σε πάμπολλες γωνιές όπου κάτι μας κέντριζε το φωτογραφικο ενδιαφέρον.
Αλλού ένας μουσικός, αλλού γυναίκες που μαζώχνονταν κουτσομπολεύοντας, αλλού παιδιά που αλώνιζαν ασταμάτητα, αλλού ένα υπαίθριο γυμναστήριο με αυτοσχέδια βάρη, αλλού υπαίθρια μικρομάγαζα.
Ολοκληρώνοντας τη βόλτα, καθήσαμε για φαγητό σε μια ταβερνούλα στο λιμανάκι, όπου έκπληκτος ο Κώστας συνειδητοποίησε ότι τα πολύτιμα εκδρομικά του παπούτσια άρχισαν να πνέουν τα λοίσθια. Αλλού θα επικρατούσε ψιλοπανικός. Εδώ όμως πρόβλημα ουδέν. Ο πλανόδιος υποδηματοποιός απεδείχθει εξαιρετικά αποτελεσματικός στη δουλειά του, μόνο που κατά την πάγια τακτική των σενεγαλέζων, άλλη τιμή συμφώνησε στην αρχή κι άλλη απαιτούσε στο τέλος.
Οι φανοστάτες του λιμανιού είχαν πια ανάψει σαν αποφασίσαμε να πάρουμε το πλοίο επιστροφής για το Dakar.
Χαλάρωση στον ξενώνα μας πριν ξεκινήσουμε το δρόμο μας προς το βορρά της χώρας.
Στο Saint Louis.
To "φετίχ" Saint Louis της συμφορουμίτισας dim kyr για το οποίο μου είχε γανώσει τ’αυτιά…
Last edited: