Ivanna Petrovna
Member
- Μηνύματα
- 152
- Likes
- 1.104
Συνέχεια από "Το τρένο φάντασμα Θεσσαλονίκη-Μόσχα"
http://www.travelstories.gr/community/threads/Το-τρένο-φάντασμα-Θεσσαλονίκη-Μόσχα.48798/
Ένα κεφάλαιο έκλεινε κι ένα καινούργιο άνοιγε, σ΄αυτό το ταξίδι. Κατεβήκαμε λίγο μαγκωμένες και πιασμένες από τις βόλτες στους θεόστενους διαδρόμους κι ήμασταν ελεύθερες, επιτέλους, μακριά από αυτούς. Η πρώτη μας αναζήτηση ήταν για τουαλέτα, όπου ήρθαμε αντιμέτωπες με την πρώτη διαπίστωση: ότι κανείς δε μιλούσε αγγλικά, - όμως με νοήματα μας έστειλαν δεξιά.
Η δεύτερη αναζήτηση, ήταν ένα μέρος για καφέ και πρωινό. Και πάλι η Ξερξούσκα μας έσωσε, επειδή με τα λίγα ρώσικα που είχε μάθει, με μέθοδο άνευ διδασκάλου, πρότεινε στην Αντιγκόνα ένα σάντουιτς που αναρωτιόταν για το περιεχόμενό του, αλλά "πόσο χάλια", είπε, "να 'ναι ένα σάντουιτς" ; Ενώ περιμέναμε υπομονετικά, σ' ένα τραπέζι παραπέρα διαπιστώσαμε ότι κάθονταν δύο αστυνομικοί, που έπιναν βότκα με το μπουκάλι στη μέση του τραπεζιού, ξεροσφύρι. Κοιτώντας λίγο καλύτερα, διαπιστώσαμε ότι όλοι οι πελάτες έπιναν βότκα κι ας ήταν εννιά το πρωί. Από μακριά, ο σερβιτόρος ερχόταν σοβαρός και αγέλαστος, κρατώντας τον δίσκο με το πρωινό μας.
Άρχισε να μοιράζει τα πιάτα και μπροστά στην Αντιγκόνα άφησε μια φέτα ψωμί με πορτοκαλί επάλειψη, κι έναν καπουτσίνο. Πιάσαμε το ψωμί με τα χέρια μας και το επεξεργαστήκαμε, το κοιτάξαμε με τα 6 μάτια μας από κοντά και φανταστήκαμε ότι θα 'ναι μαρμελάδα. Το στόμα άνοιξε, η γλώσσα τέντωσε και μόλις έπεσε κάτω και το ψωμάκι την άγγιξε, η πορτοκαλί επάλειψη έκανε τα μάτια της Αντιγκόνα να γουρλώσουν και καπνούς να βγαίνουν από τα μάτια και τα αυτιά της. Τι ήταν αυτό; Η γεύση που της έμεινε θύμιζε παστό καλαμάρι με σως τσουκνίδας. Δεν ήταν μαρμελάδα; Γιατί έχει γεύση ψαριού; Μήπως ήταν χαλασμένο το βούτυρο;
Η Ξερξούσκα το άρπαξε και το επεξεργάστηκε για άλλη μια φορά. "Θα φάω" είπε και με τα λίγα ρώσικα που ήξερε, αποφάνθηκε:
"Είναι χαβιάρι, ταιριάζει με το καπουτσίνο σου".
Μετά το ρώσικο πρωινό, κάναμε μια βόλτα στο φτωχικό παζάρι που είχε απ'έξω, για μια πρώτη επαφή με την πόλη κι έπειτα πήραμε το μετρό για να πάμε στο κέντρο της Μόσχας. Ο προορισμός μας ήταν στην Κόκκινη Πλατεία, όπου εκεί κοντά βρισκόταν το ξενοδοχείο που είχαμε κλείσει. Στο τρένο μας έκανε εντύπωση το άσπρο φως που τα έδειχνε όλα μίζερα, το πολύ στενό βαγόνι, ότι ήταν όλοι πολύ σιωπηλοί και κλεισμένοι στα βαριά τους ρούχα, αγέλαστοι και δύσκολα θα κοιτούσαν τον απέναντι.
Φτάνοντας κοντά στην Κόκκινη Πλατεία, και χωρίς να ξέρουμε πού να πάμε, καθήσαμε για λίγο πάνω στις βαλίτσες μας για να δούμε στο χάρτη προς τα πού θα κατευθυνθούμε. Εκεί στη γωνία ήταν σταθμευμένο ένα αυτοκίνητο με τέσσερις ψηλούς, ξανθούς, γαλανομάτηδες νεαρούς. Κοιταχτήκαμε αναγνωριστικά και αυτό έκανε τον έναν από αυτούς να έρθει κοντά μας. Μας μιλούσε εγκάρδια, προσπαθώντας να μας πείσει ότι ο δικός του ο Θεός, ο Κρίσνα, θα μας πραγματοποιήσει όλα μας τα όνειρα. Η Αντιγκόνα χάρηκε πολύ για την γνωριμία, γιατί ήθελε να δει ένα κοινόβιο των Κρίσνα από κοντά, και γιατί όχι, να ζήσει άλλη μια περιπέτεια. 'Ημασταν τόσο ενθουσιασμένες που τελικά αγόρασαμε και τα δυο τους cd για προσευχή και προσηλυτισμό στον προσωπικό μας χώρο, σε πιο πριβέ κλίμα. Θεωρήσαμε αυτή την πρώτη μας γνωριμία καλό οιωνό κι έτσι κινήσαμε για να βρούμε το δωμάτιό μας, που είχαμε διαλέξει έγκαιρα από την Αθήνα, αλλά που φτάσαμε με μια μέρα καθυστέρηση.
Διασχίζοντας τον δρόμο, είδαμε από μακριά την περιοχή γύρω από την Κόκκινη Πλατεία, από το απέναντι πεζοδρόμιο (μας χώριζαν οι 8 λωρίδες και τα αμάξια που έτρεχαν σαν τρελά). Προτιμήσαμε να την επισκεφτούμε αργότερα, αφού πρώτα αφήναμε τις αποσκευές μας στο δωμάτιο, και κάναμε ένα μπάνιο να φύγουν από πάνω μας οι ράγες, ο ιδρώτας κι η σκόνη που μας είχε αφήσει το τρένο.
Το ξενοδοχείο ήταν τελικά σε κεντρικότατο σημείο, κοντά στο θέατρο Μπολσόι και σε κυβερνητικά κτίρια και μόλις είχε ανοίξει τις πόρτες του στο κοινό. Στην είσοδο, αλλά και στους υπόλοιπους ορόφους, γίνονταν ακόμα έργα. Πρέπει να ήμασταν από τους πρώτους που μπήκαν σ' αυτό το δωμάτιο, αφού όλα μύριζαν βερνίκι, μπογιά και σκόνη. Ρεσεψιόν δεν υπήρχε.
Φτάνοντας στον όροφο του δωματίου, η σκόνη ήταν ακόμα πιο έντονη, υπήρχαν δύο διάδρομοι, αριστερά και δεξιά, και κυπαρισσί τοίχοι με περίεργο φωτισμό, πίνακες και γλυπτά από όλο τον κόσμο. Το δωμάτιο απλό, λιτό και απέριττο σε χρώματα ανοιχτά, λευκό και μπεζ. Το μπάνιο όμως είχε μια ιδιορρυθμία, ένας τοίχος του ήταν από γυαλότουβλο, κι έτσι όποιος ήταν μέσα φαινόταν κι από το δωμάτιο, αλλά κι από τα έξω κτίρια.
Παρ'όλο που δώσαμε τα στοιχεία μας στην υπεύθυνη του ξενοδοχείου, δε φροντίσαμε όπως είθισται στη Ρωσία, να κάνουμε τη δήλωση του τόπου διαμονής μας κι έτσι ήμασταν, κατά κάποιο τρόπο, σε μια κατάσταση παρανομίας στη χώρα. Όπως μάθαμε αργότερα, για τη δήλωση αυτή, μας χρειάζονταν τα έγγραφα που δε μας έδωσαν στα σύνορα της Ρωσίας, όταν μπήκαμε στη χώρα με το τρένο. 'Ο,τι και να κάναμε θα βρίσκαμε τον μπελά μας, οπότε δεν κάναμε τίποτα...
Προτιμήσαμε να εξερευνήσουμε τον χώρο του ξενοδοχείου μας, που ήταν πραγματικά πολύ καλλιτεχνικός.
Στον πρώτο όροφο φιλοξενούσε θέατρο και καφέ- εστιατόριο, όπου σύχναζαν οι πιο trendy τύποι της Μόσχας, όπως διαπιστώσαμε αργότερα. Εκεί η Ιβάννα είδε για πρώτη φορά άντρα με τσάντα Louis Vuitton κι έναν από τους ελάχιστους ωραίους Ρώσους, ψηλός, γοητευτικός, με ένα κατακόκκινο πουλόβερ...
Μια άλλη παρουσία που αμέσως μας τράβηξε την προσοχή, ήταν ο οικοδεσπότης και ηθύνων νους, ένας ξανθός άγγελος, λεπτός και αέρινος, ηθοποιός - επιχειρηματίας, περιδιάβαινε το χώρο σαν στο σπίτι του και φαινόταν πολύ φιλικός, όπως κι οι κοπέλες που μας εξυπηρετούσαν. Τα φαγητά ήταν υπέροχα κι ανέλπιστα γευστικά κι ο χώρος απίστευτα χαλαρωτικός, μόνο όμως τη μέρα, γιατί το βράδυ γινόταν φασαριόζικο club.
Ακόμα και σ'αυτή τη χώρα, το Facebook είχε αποκτήσει φανατικούς οπαδούς, γιατί από μια συζήτηση που ακούγαμε από δίπλα, τριών κοριτσιών στην ηλικία μας, η μόνη λέξη που καταλάβαμε κι επαναλάμβαναν συνέχεια, ήταν το "Facebookje"...
http://www.travelstories.gr/community/threads/Το-τρένο-φάντασμα-Θεσσαλονίκη-Μόσχα.48798/
Ένα κεφάλαιο έκλεινε κι ένα καινούργιο άνοιγε, σ΄αυτό το ταξίδι. Κατεβήκαμε λίγο μαγκωμένες και πιασμένες από τις βόλτες στους θεόστενους διαδρόμους κι ήμασταν ελεύθερες, επιτέλους, μακριά από αυτούς. Η πρώτη μας αναζήτηση ήταν για τουαλέτα, όπου ήρθαμε αντιμέτωπες με την πρώτη διαπίστωση: ότι κανείς δε μιλούσε αγγλικά, - όμως με νοήματα μας έστειλαν δεξιά.
Η δεύτερη αναζήτηση, ήταν ένα μέρος για καφέ και πρωινό. Και πάλι η Ξερξούσκα μας έσωσε, επειδή με τα λίγα ρώσικα που είχε μάθει, με μέθοδο άνευ διδασκάλου, πρότεινε στην Αντιγκόνα ένα σάντουιτς που αναρωτιόταν για το περιεχόμενό του, αλλά "πόσο χάλια", είπε, "να 'ναι ένα σάντουιτς" ; Ενώ περιμέναμε υπομονετικά, σ' ένα τραπέζι παραπέρα διαπιστώσαμε ότι κάθονταν δύο αστυνομικοί, που έπιναν βότκα με το μπουκάλι στη μέση του τραπεζιού, ξεροσφύρι. Κοιτώντας λίγο καλύτερα, διαπιστώσαμε ότι όλοι οι πελάτες έπιναν βότκα κι ας ήταν εννιά το πρωί. Από μακριά, ο σερβιτόρος ερχόταν σοβαρός και αγέλαστος, κρατώντας τον δίσκο με το πρωινό μας.
Άρχισε να μοιράζει τα πιάτα και μπροστά στην Αντιγκόνα άφησε μια φέτα ψωμί με πορτοκαλί επάλειψη, κι έναν καπουτσίνο. Πιάσαμε το ψωμί με τα χέρια μας και το επεξεργαστήκαμε, το κοιτάξαμε με τα 6 μάτια μας από κοντά και φανταστήκαμε ότι θα 'ναι μαρμελάδα. Το στόμα άνοιξε, η γλώσσα τέντωσε και μόλις έπεσε κάτω και το ψωμάκι την άγγιξε, η πορτοκαλί επάλειψη έκανε τα μάτια της Αντιγκόνα να γουρλώσουν και καπνούς να βγαίνουν από τα μάτια και τα αυτιά της. Τι ήταν αυτό; Η γεύση που της έμεινε θύμιζε παστό καλαμάρι με σως τσουκνίδας. Δεν ήταν μαρμελάδα; Γιατί έχει γεύση ψαριού; Μήπως ήταν χαλασμένο το βούτυρο;
Η Ξερξούσκα το άρπαξε και το επεξεργάστηκε για άλλη μια φορά. "Θα φάω" είπε και με τα λίγα ρώσικα που ήξερε, αποφάνθηκε:
"Είναι χαβιάρι, ταιριάζει με το καπουτσίνο σου".
Μετά το ρώσικο πρωινό, κάναμε μια βόλτα στο φτωχικό παζάρι που είχε απ'έξω, για μια πρώτη επαφή με την πόλη κι έπειτα πήραμε το μετρό για να πάμε στο κέντρο της Μόσχας. Ο προορισμός μας ήταν στην Κόκκινη Πλατεία, όπου εκεί κοντά βρισκόταν το ξενοδοχείο που είχαμε κλείσει. Στο τρένο μας έκανε εντύπωση το άσπρο φως που τα έδειχνε όλα μίζερα, το πολύ στενό βαγόνι, ότι ήταν όλοι πολύ σιωπηλοί και κλεισμένοι στα βαριά τους ρούχα, αγέλαστοι και δύσκολα θα κοιτούσαν τον απέναντι.
Φτάνοντας κοντά στην Κόκκινη Πλατεία, και χωρίς να ξέρουμε πού να πάμε, καθήσαμε για λίγο πάνω στις βαλίτσες μας για να δούμε στο χάρτη προς τα πού θα κατευθυνθούμε. Εκεί στη γωνία ήταν σταθμευμένο ένα αυτοκίνητο με τέσσερις ψηλούς, ξανθούς, γαλανομάτηδες νεαρούς. Κοιταχτήκαμε αναγνωριστικά και αυτό έκανε τον έναν από αυτούς να έρθει κοντά μας. Μας μιλούσε εγκάρδια, προσπαθώντας να μας πείσει ότι ο δικός του ο Θεός, ο Κρίσνα, θα μας πραγματοποιήσει όλα μας τα όνειρα. Η Αντιγκόνα χάρηκε πολύ για την γνωριμία, γιατί ήθελε να δει ένα κοινόβιο των Κρίσνα από κοντά, και γιατί όχι, να ζήσει άλλη μια περιπέτεια. 'Ημασταν τόσο ενθουσιασμένες που τελικά αγόρασαμε και τα δυο τους cd για προσευχή και προσηλυτισμό στον προσωπικό μας χώρο, σε πιο πριβέ κλίμα. Θεωρήσαμε αυτή την πρώτη μας γνωριμία καλό οιωνό κι έτσι κινήσαμε για να βρούμε το δωμάτιό μας, που είχαμε διαλέξει έγκαιρα από την Αθήνα, αλλά που φτάσαμε με μια μέρα καθυστέρηση.
Διασχίζοντας τον δρόμο, είδαμε από μακριά την περιοχή γύρω από την Κόκκινη Πλατεία, από το απέναντι πεζοδρόμιο (μας χώριζαν οι 8 λωρίδες και τα αμάξια που έτρεχαν σαν τρελά). Προτιμήσαμε να την επισκεφτούμε αργότερα, αφού πρώτα αφήναμε τις αποσκευές μας στο δωμάτιο, και κάναμε ένα μπάνιο να φύγουν από πάνω μας οι ράγες, ο ιδρώτας κι η σκόνη που μας είχε αφήσει το τρένο.
Το ξενοδοχείο ήταν τελικά σε κεντρικότατο σημείο, κοντά στο θέατρο Μπολσόι και σε κυβερνητικά κτίρια και μόλις είχε ανοίξει τις πόρτες του στο κοινό. Στην είσοδο, αλλά και στους υπόλοιπους ορόφους, γίνονταν ακόμα έργα. Πρέπει να ήμασταν από τους πρώτους που μπήκαν σ' αυτό το δωμάτιο, αφού όλα μύριζαν βερνίκι, μπογιά και σκόνη. Ρεσεψιόν δεν υπήρχε.
Φτάνοντας στον όροφο του δωματίου, η σκόνη ήταν ακόμα πιο έντονη, υπήρχαν δύο διάδρομοι, αριστερά και δεξιά, και κυπαρισσί τοίχοι με περίεργο φωτισμό, πίνακες και γλυπτά από όλο τον κόσμο. Το δωμάτιο απλό, λιτό και απέριττο σε χρώματα ανοιχτά, λευκό και μπεζ. Το μπάνιο όμως είχε μια ιδιορρυθμία, ένας τοίχος του ήταν από γυαλότουβλο, κι έτσι όποιος ήταν μέσα φαινόταν κι από το δωμάτιο, αλλά κι από τα έξω κτίρια.
Παρ'όλο που δώσαμε τα στοιχεία μας στην υπεύθυνη του ξενοδοχείου, δε φροντίσαμε όπως είθισται στη Ρωσία, να κάνουμε τη δήλωση του τόπου διαμονής μας κι έτσι ήμασταν, κατά κάποιο τρόπο, σε μια κατάσταση παρανομίας στη χώρα. Όπως μάθαμε αργότερα, για τη δήλωση αυτή, μας χρειάζονταν τα έγγραφα που δε μας έδωσαν στα σύνορα της Ρωσίας, όταν μπήκαμε στη χώρα με το τρένο. 'Ο,τι και να κάναμε θα βρίσκαμε τον μπελά μας, οπότε δεν κάναμε τίποτα...
Προτιμήσαμε να εξερευνήσουμε τον χώρο του ξενοδοχείου μας, που ήταν πραγματικά πολύ καλλιτεχνικός.
Στον πρώτο όροφο φιλοξενούσε θέατρο και καφέ- εστιατόριο, όπου σύχναζαν οι πιο trendy τύποι της Μόσχας, όπως διαπιστώσαμε αργότερα. Εκεί η Ιβάννα είδε για πρώτη φορά άντρα με τσάντα Louis Vuitton κι έναν από τους ελάχιστους ωραίους Ρώσους, ψηλός, γοητευτικός, με ένα κατακόκκινο πουλόβερ...
Μια άλλη παρουσία που αμέσως μας τράβηξε την προσοχή, ήταν ο οικοδεσπότης και ηθύνων νους, ένας ξανθός άγγελος, λεπτός και αέρινος, ηθοποιός - επιχειρηματίας, περιδιάβαινε το χώρο σαν στο σπίτι του και φαινόταν πολύ φιλικός, όπως κι οι κοπέλες που μας εξυπηρετούσαν. Τα φαγητά ήταν υπέροχα κι ανέλπιστα γευστικά κι ο χώρος απίστευτα χαλαρωτικός, μόνο όμως τη μέρα, γιατί το βράδυ γινόταν φασαριόζικο club.
Ακόμα και σ'αυτή τη χώρα, το Facebook είχε αποκτήσει φανατικούς οπαδούς, γιατί από μια συζήτηση που ακούγαμε από δίπλα, τριών κοριτσιών στην ηλικία μας, η μόνη λέξη που καταλάβαμε κι επαναλάμβαναν συνέχεια, ήταν το "Facebookje"...