galateia
Member
- Μηνύματα
- 11
- Likes
- 168
Από τα τέλη του ’23 το ψάχναμε για εξωτερικό την άνοιξη του ’24 με τα κορίτσια (κλασική ταξιδιωτική τετράδα τα τελευταία 6 χρόνια), αλλά δεν μας έκατσε με τίποτα. Μία δεν βόλευαν οι άδειες, μία τα αεροπορικά ήταν στον Θεό. Δεν θα σκάσουμε λέμε, θα πάμε Πάσχα σε νησί.
Η σκέψη για το Πάσχα σε νησί, και συγκεκριμένα για τη Σύρο, ήρθε πολύ φυσικά και ήταν τελικά η καλύτερη απόφαση. Κυρίως γιατί όπως αποδείχτηκε είχαμε πολλή ανάγκη να χαλαρώσουμε, αλλά και γιατί είδαμε πως τα νησιά μπορείς να τα χαρείς το ίδιο ακόμη και να μην είναι καλοκαίρι.
Το βασικό που γλιτώνεις όταν ταξιδεύεις εκτός καλοκαιρινής σεζόν είναι η τουριστίλα. Πραγματικά δεν συναντήσαμε ούτε έναν ηλιοκαμένο ξένο τουρίστα με το καπελάκι του και τα σανδάλια του, και οι Έλληνες επισκέπτες ήταν μάλλον λιγοστοί. Οριακά μπορώ να πω πως εμείς οι τέσσερις ήμασταν από τους ελάχιστους μη ντόπιους και ξεχωρίζαμε σαν τη μύγα μες στο γάλα ψάχνοντας φωνακλάδικα την πιάτσα ταξί και την κεντρική πλατεία.
Κι έτσι όλο το νησί συνολικά είχε μια αίσθηση πολύ αυθεντική, πράγμα που πολλές φορές μου λείπει όταν πηγαίνω καλοκαιρινές διακοπές, με τον τουριστικό χαρακτήρα να κλωτσάει έντονα ειδικά στα δημοφιλή νησιά. Θέλω να ελπίζω πως η Σύρος το διατηρεί αυτό ακόμη και τους καλοκαιρινούς μήνες, αφού έχει τόσους μόνιμους κατοίκους και δική της ζωή.
Ακριβώς επειδή πήγαμε στο peak των Πασχαλινών διακοπών (Παρασκευή – Κυριακή) το νησί ήταν πλημμυρισμένο από τους Συριανούς που επέστρεφαν για το κλασικό Πάσχα στο χωριό και στους δρόμους της Ερμούπολης έβλεπες πως όλοι ήταν σε αυτό το μουντ της προετοιμασίας των ημερών.
Την θάλασσα ίσως την ζηλεύεις λιγάκι, που την βλέπεις τόσο λαχταριστή αλλά ταυτόχρονα ξέρεις ότι είναι μπούζι. Αλλά να πω την αλήθεια το γεγονός ότι «ξεφορτωθήκαμε» το άγχος και το τρέξιμο της καθημερινής επίσκεψης σε παραλία έκανε το ταξίδι πολύ πιο ξεκούραστο και μας επέτρεψε να απορροφήσουμε στο μέγιστο την ενέργεια του νησιού, να χαζέψουμε τον τρόπο ζωής και να νιώσουμε λιγουλάκι λόκαλς.
Ημέρα πρώτη
Αυτή τη θέα φτάνοντας στη Σύρο την έχω δει άπειρες φορές μέσα από το καράβι. Το νησί είναι ο πρώτος σταθμός των περισσότερων γραμμών, τις οποίες έχω πάρει κατά καιρούς από παιδί μέχρι σήμερα αλλά πάντα συνέχιζα για κάποιον από τους επόμενους προορισμούς. Οι εντυπωσιακές εκκλησίες και γενικά η αρχοντιά που βγάζει από μακριά με είχαν προϊδεάσει, και όπως αποδείχτηκε καθόλου άδικα.
Με το που φτάσαμε πήραμε παραμάσχαλα τα μπαγκάζια μας και ξεκινήσαμε να ανηφορίζουμε για το δωμάτιο μας, που βρισκόταν στην Ερμούπολη αλλά λίγο πιο ψηλά, εκτός κέντρου. Κλείσαμε μέσω Airbnb το Nota’s Guest House, ένα πολύ περιποιημένο και ευρύχωρο σπιτάκι που μας άφησε της καλύτερες εντυπώσεις (στα 125€ το βράδυ για 4 άτομα).
Αφήσαμε πράγματα και κατεβήκαμε στο κέντρο της Ερμούπολης κατευθείαν για φαγητό. Είχαμε ακούσει και διαβάσει πραγματικά παντού για το Τσιπουράδικο της Μυρσίνης αλλά δεν ήμασταν τυχερές με τις κρατήσεις οπότε σαν εναλλακτική διαλέξαμε την Ιθάκη του Αή. Τίμια μεζεδάκια σε ένα γραφικό και πολυσύχναστο στενάκι στο κέντρο της Ερμούπολης, και πολύ καλές τιμούλες, μας βγήκε ~12€ το άτομο (αλλά με σχετικά λιτή παραγγελία εε, τέσσερα κορίτσια ήμασταν θυμίζω).
Αφού επανήλθαμε λίγο μετά την πείνα, μπορέσαμε να κάνουμε μία πιο ψύχραιμη βόλτα για να εξερευνήσουμε την Ερμούπολη. Πήραμε ένα καφεδάκι στο χέρι από το Armadillo και αφού χαζέψαμε κατεβήκαμε και κάτω στο λιμάνι για μία πρώτη παραλιακή βόλτα.
Τηρώντας το παραδοσιακό πρόγραμμα των ημερών, νωρίς το βραδάκι κατεβήκαμε στην Πλατεία Μιαούλη για τον Επιτάφιο. Τα σκαλιά του Δημαρχείου αλλά και όλοι η πλατεία ήταν γεμάτα κόσμο που παρακολουθούσε την τελετή. Η πομπή του επιταφίου ξεκίνησε από εκεί, έφτασε ως την καθολική εκκλησία της Ευαγγελίστριας όπου συναντήθηκε με τους Ορθόδοξους επιταφίους, και μετά επέστρεψαν όλοι μαζί στην κεντρική πλατεία. Πολύ εντυπωσιακή τελετή από τον Δήμο, με χορωδίες, τύμπανα.
Αφού ολοκληρώθηκε, κάναμε μία στάση σε ένα από τα must της Σύρου, που δεν είναι άλλο από το Django για παγωτάκι. Τα παγωτά του είναι πάντα φτιαγμένα από αγνές πρώτες ύλες και οι γεύσεις του είναι πιο “raw” όχι οι κλασικές γλυκατζούρικες που συναντάμε συνήθως.
Κάναμε φυσικά και την πρώτη μας βολιδοσκόπηση για το nightlife της Ερμούπολης. Γενικά η πόλη ήταν γεμάτη με νέο κόσμο και ωραία μαγαζιά οπότε οι προσδοκίες μας ήταν υψηλές. Έχοντας πάρει τα φώτα όσων γνωστών μας Συριανών και μη είχαν κάποια εμπειρία, ξεκινήσαμε με το Kouchico που μας είχαν προτείνει όλοι.
Ο καιρός ήταν οριακός για να κάτσεις έξω, αλλά με ένα ποτάκι όλα λύνονται. Είχε πάρα πολύ κόσμο κυρίως σε ηλικίες 25-35 και ωραία vibes, αλλά τη μουσική τη βρήκαμε λίγο μονότονη και δεν μας κράτησε πολύ.
Μετά από ένα ποτάκι συνεχίσαμε περνώντας τα δύο club που είχαμε ακούσει ότι υπάρχουν στην πόλη, το Severo και το Suerte, αλλά είχαν πολύ σκόρπιο κόσμο και δεν μας κράτησαν ιδιαίτερα.
Πριν συνεχίσουμε την μπαρότσαρκα, σε μια στιγμή αδυναμίας έκανα μία στάση για κρέπα στο Petit και δεν το μετάνιωσα καθόλου, τεράστια και απολαυστικότατη. (Κρέπα Petit με 10+ υλικά στα 7,5€). Περάσαμε και από το ψητοπωλείο «Η Απόλαυση» και μας έτρεξαν τα σάλια με τον γύρο του, αλλά είπαμε για Μεγάλη Παρασκευή καλύτερα να το αποφύγουμε.
Καταλήξαμε στο Boheme del mar (ή απλά Μποέμ) στο λιμάνι το οποίο μέσα ήταν γεμάτο από κόσμο σε πιο χαλαρό στυλ, και μας τράβηξε αρκετά το ενδιαφέρον. Αλλά λίγο η κούραση λίγο η μουσική που δεν μας ξετρέλανε, το αφήσαμε και πήραμε τον δρόμο της επιστροφής.
Πριν γυρίσουμε όμως θέλαμε να κάνουμε την απαραίτητη στάση για μεταμεσονύχτιο μασαμπούκιασμα, και κάπως έτσι καταλήξαμε στο Artisti Προζύμι, δίπλα στο δημαρχείο. Ένας φούρνος όνειρο με άπειρες επιλογές, ο οποίος προσέχει και τους ξενύχτιδες αφού είναι ανοιχτός μέχρι αργά και βγάζει συνεχώς φρέσκιες πιτούλες: η κοτόπιτά του ήταν ακριβώς αυτό που χρειαζόμασταν εκείνη τη στιγμή.
Ημέρα δεύτερη
Ντέι του στη Σύρο με αργό, τεμπέλικο ξύπνημα και στόχος μας ήταν ένα τίμιο λαΐκό brunch. Μετά τις πρώτες μας βόλτες στην Ερμούπολη, τα μαγαζιά σε γενικές γραμμές μας είχαν κάνει ωραία εντύπωση και μας άρεσε το στυλάκι τους, όμως υπήρχαν κάποια που μας φάνηκαν λίγο παραπάνω «αθηνέζικα», γουόνα μπι πρωτευουσιάνικα.
Γι’ αυτό τον λόγο λοιπόν αποφύγαμε το Epta και το Armadillo, δύο από το πιο πολυσύχναστα καφέ – μπραντσάδικα της πόλης (είχαν μέχρι και αναμονή το πρωί του Σαββάτου), και επιλέξαμε το χαριτωμένο και συμπαθητικό Jar. Στρατηγικά ήπιαμε μόνο τον πρώτο μας καφέ εκεί και επιστρέψαμε στο (ήδη) αγαπημένο Προζύμι για την (ήδη) αγαπημένη μας κοτόπιτα.
Είδαμε και το εσωτερικό του Δημαρχείου της Ερμούπολης μιας και η είσοδος είναι δωρεάν, και αφήσαμε το κέντρο για να ανέβουμε στην Άνω Σύρο.
Εκείνες τις ημέρες δεν ήμασταν και ιδιαίτερα σε fit mode, οπότε αποφασίσαμε να μετακινηθούμε με ταξί. Η υπηρεσία ραδιοταξί Ερμής της Σύρου έχει πολύ άμεση και γρήγορη εξυπηρέτηση. Και οι τιμές είναι σχετικά καλές (6€ η διαδρομή από Ερμούπολη για την Πάνω Είσοδο της Ερμούπολης και 5€ για την Κάτω Είσοδο – Καμάρα).
Όπως μας πρότεινε ο οδηγός μας, ξεκινήσαμε τη βόλτα μας από το Πάνω Τέρμα, για να δούμε πρώτα τον Καθολικό Ναό του Saint George και τη θέα, και από εκεί κατηφορίσαμε προς την κάτω πλευρά.
Σίγουρα σας το έχουν πει όλοι και θα σας το πω κι εγώ: η Άνω Σύρος είναι άχαστη. Εκεί καταλαβαίνεις πραγματικά νησί. Μπορείς να κάνεις ατέλειωτες βόλτες στα στενάκια που θυμίζουν κλασικές Κυκλάδες και να χαλαρώσεις με τον γραφικό, τοπικό της χαρακτήρα.
Είναι άλλος κόσμος σε σχέση με την Ερμούπολη, οι ρυθμοί είναι αργοί και οι άνθρωποι είναι ανοιχτοί χαμογελαστοί άνθρωποι, έτοιμοι να σε γνωρίσουν, να αστειευτούν, να μοιραστούν συμβουλές. Και νιώσαμε ότι όλη αυτή η ωραία διάθεση μεταδίδεται και στους επισκέπτες.
Αν σου αρέσουν με χειροποίητα τζιτζιμπλόνια και τα όμορφα σουβενίρ, στην Άνω Σύρο μπορείς να ξοδέψεις άπειρες ώρες – και όλη σου την περιουσία – στα χαριτωμένα μικρά μαγαζάκια που θα βρεις σε όλον τον κεντρικό δρόμο της Άνω Σύρου. Αδυναμία μας ήταν το Blanks Studio, όπου πήραμε όμορφα πραγματάκια για να μας θυμίζουν το ταξίδι μας όταν γυρίσουμε στην καθημερινότητα της Αθήνας.
Για να χαρούμε κι εμείς σε χαλαρό ρυθμό στην Άνω Σύρο κάτσαμε για καφέ και γλυκάκι στην Βραζιλιάνα. Πιάσαμε το μπαλκονάκι και απολαύσαμε το απόγευμα μας με την καλύτερη θέα.
Και πριν φύγουμε κάναμε και την απαραίτητη στάση στο Maison de Μεζέ για φαγώσιμα σουβενίρ (σε αυτό το μαγαζί θα βρείτε και την κλασική πάνινη τσαντούλα που βλέπουμε παντού στο Instagram «ΠαραΣΥΡΟμαι»).
Πήραμε ταξί από την Καμάρα (Κάτω Πόρτα της Άνω Σύρου) για επιστροφή στο δωμάτιο και προετοιμασία για το βράδυ.
Βράδυ Μεγάλου Σαββάτου και η πρώτη μας σκέψη (πριν καν πατήσουμε στο νησί) ήταν να βρούμε κάποια εκκλησία για Ανάσταση στην Άνω Σύρο, για να αποφύγουμε τη βαβούρα της Ερμούπολης. Ρωτώντας τους ντόπιους και τους μαγαζάτορες εκεί, μας είπαν ότι το κάνουν λίγο πιο εναλλακτικά, την ώρα της Ανάστασης μαζεύονται σε ένα ξέφωτο με θέα και βλέπουν από εκεί τα βεγγαλικά από όλες τις εκκλησίες της Ερμούπολης.
Πριν από αυτό όμως, έπρεπε να φάμε! Μετά την Μυρσίνη, το Amvix ήταν το δεύτερο μαγαζί για το οποίο μας είχαν μιλήσει οι πάντες, και δεν γινόταν να μην το τιμήσουμε. Είχαμε κλείσει τραπεζάκι έξω (το εστιατόριο βρίσκεται στον κεντρικό δρόμο του λιμανιού) αλλά και στο εσωτερικό ήταν όμορφη και ζεστή η ατμόσφαιρά. Οι μερίδες ήταν τεράστιες και οι τιμές αρκετά καλές (τέσσερις μακαρονάδες, μία πίτσα στη μέση και κρασάκι χύμα, μας κόστισαν 75€). Ενώ είχαμε ακούσει εξαιρετικά λόγια, η αλήθεια είναι ότι δεν ενθουσιάστηκα με αυτά που φάγαμε σε σχέση πχ με ιταλικά εστιατόρια στην Αθήνα, αλλά σαν επιλογή για φαγητό σε νησί θα έλεγα πως ήταν τίμιο.
Kαι κάπου εκεί, ενώ τελειώσαμε το γεύμα μας ξεκίνησε να βρέχει. Οπότε κάπως έτσι ναυάγησε και η ιδέα μας για βραδινή Ανάσταση στην Άνω Σύρο με θέα βλέποντας τα βεγγαλικά.
Φυσικά δεν πτοηθήκαμε και προσαρμόσαμε τα σχέδιά μας. Βρήκαμε την πιο κοντινή μας εκκλησία, η οποία ήταν η Μητρόπολη της Σύρου , και χωθήκαμε μέσα από τις 11:30 (πράγμα που μπορεί να μην έχουμε κάνει και ποτέ) για γλιτώσουμε τη βροχή και να κάνουμε Ανάσταση – έστω και χωρίς πυροτεχνήματα και τζέρτζελο.
Δεύτερο και τελευταίο βράδυ στη Σύρο και μάλιστα βράδυ Ανάστασης, και φυσικά δεν θα έληγε έτσι. Περάσαμε για αρχή από το Kouchico αλλά θεωρήσαμε ότι μία φορά που πήγαμε ήταν αρκετή οπότε το προσπεράσαμε. Και κάπως έτσι ο δρόμος μας έβγαλε πάλι στο Μποέμ. Η διάθεση και ο κόσμος σε αυτό το μαγαζί φάνηκαν όπως το προηγούμενο βράδυ πολλά υποσχόμενα, αλλά η μουσική ήταν υποτονική και όσο και να κάτσαμε δεν έφτασε σε κορύφωση.
Φεύγοντας έτυχε να περάσουμε από το Porte della Galleria το οποίο ήταν γεμάτο κόσμο και φαινόταν να έχει φουλ τζέρτζελο (έπαιζε Σάκηηη), αλλά την επόμενη μέρα μας περίμενε ξύπνημα οπότε δεν το τιμήσαμε. Ήταν κρίμα που δεν το είχαμε ανακαλύψει νωρίτερα.
Ημέρα τρίτη
Η τελευταία μέρα διακοπών σημαίνει και πρωινό ξύπνημα για check out! Που είναι πάντα καλή ευκαιρία για να ξεκινήσεις τις βόλτες από νωρίς και να χαρείς τις τελευταίες σου ώρες στο νησί.
Ενώ το πρόγραμμά μας είχε Ερμούπολη, αποφασίσαμε ομόφωνα να πάμε για ακόμη μία φορά στην Άνω Σύρο που τόσο μας άρεσε, για να ξεκινήσουμε τη μέρα μας σε πιο χαλαρούς νησιώτικους ρυθμούς και όχι στην βαβούρα του κέντρου. Ανεβήκαμε λοιπόν και πάλι με ταξί και πήραμε το πρωινό μας στην πανέμορφη και ήσυχη ταρατσούλα του Maison de Meze, με θέα στην Ερμούπολη.
Επειδή την είχαμε ζηλέψει αρκετά τη θάλασσα, πριν κατέβουμε στο κέντρο της Ερμούπολης κάναμε μία στάση στα Βαπόρια, την εμβληματική συνοικία της Σύρου. Κατεβήκαμε στην Παραλία Αστέρια, αλλά αρκεστήκαμε στο να λιαστούμε, να βγάλουμε ωραίες φωτογραφίες και να νοσταλγήσουμε το καλοκαίρι, γιατί η βουτιά από την εξέδρα στις 5 Μαΐου δεν μας φάνηκε πολύ καλή ιδέα.
Πριν επιστρέψουμε στο δωμάτιο για τις αποσκευές μας, έπρεπε να τιμήσουμε για τελευταία φορά τα δύο guilty pleasures μας στην Ερμούπολη: παγωτάκι στο Django και πιτούλες στο Προζύμι!
Πάντα είναι ωραία τα μεγάλα ταξίδια, που τα ξεκινάς με ώρες αναζήτησης, σημειώσεις, χρονοδιαγράμματα για να εξερευνήσεις κάθε γωνιά του προορισμού. Αλλά και αυτό το ταξίδι, στο οποίο είδαμε φαινομενικά λίγα πραγματάκια, είχε και αυτό τη χάρη του. Είναι αναζωογονητικό να ξεκινάς κάθε μέρα της εκδρομής χωρίς άγχος και πρόγραμμα, απλά χαλαρώνοντας και απορροφώντας ενέργεια του μέρους.
Και για μένα που πηγαίνω πρώτη φορά στο νησί ήταν ένα sneak peek για να επιστρέψω κάποιο καλοκαίρι και να ανακαλύψω περισσότερα!
Η σκέψη για το Πάσχα σε νησί, και συγκεκριμένα για τη Σύρο, ήρθε πολύ φυσικά και ήταν τελικά η καλύτερη απόφαση. Κυρίως γιατί όπως αποδείχτηκε είχαμε πολλή ανάγκη να χαλαρώσουμε, αλλά και γιατί είδαμε πως τα νησιά μπορείς να τα χαρείς το ίδιο ακόμη και να μην είναι καλοκαίρι.
Το βασικό που γλιτώνεις όταν ταξιδεύεις εκτός καλοκαιρινής σεζόν είναι η τουριστίλα. Πραγματικά δεν συναντήσαμε ούτε έναν ηλιοκαμένο ξένο τουρίστα με το καπελάκι του και τα σανδάλια του, και οι Έλληνες επισκέπτες ήταν μάλλον λιγοστοί. Οριακά μπορώ να πω πως εμείς οι τέσσερις ήμασταν από τους ελάχιστους μη ντόπιους και ξεχωρίζαμε σαν τη μύγα μες στο γάλα ψάχνοντας φωνακλάδικα την πιάτσα ταξί και την κεντρική πλατεία.
Κι έτσι όλο το νησί συνολικά είχε μια αίσθηση πολύ αυθεντική, πράγμα που πολλές φορές μου λείπει όταν πηγαίνω καλοκαιρινές διακοπές, με τον τουριστικό χαρακτήρα να κλωτσάει έντονα ειδικά στα δημοφιλή νησιά. Θέλω να ελπίζω πως η Σύρος το διατηρεί αυτό ακόμη και τους καλοκαιρινούς μήνες, αφού έχει τόσους μόνιμους κατοίκους και δική της ζωή.
Ακριβώς επειδή πήγαμε στο peak των Πασχαλινών διακοπών (Παρασκευή – Κυριακή) το νησί ήταν πλημμυρισμένο από τους Συριανούς που επέστρεφαν για το κλασικό Πάσχα στο χωριό και στους δρόμους της Ερμούπολης έβλεπες πως όλοι ήταν σε αυτό το μουντ της προετοιμασίας των ημερών.
Την θάλασσα ίσως την ζηλεύεις λιγάκι, που την βλέπεις τόσο λαχταριστή αλλά ταυτόχρονα ξέρεις ότι είναι μπούζι. Αλλά να πω την αλήθεια το γεγονός ότι «ξεφορτωθήκαμε» το άγχος και το τρέξιμο της καθημερινής επίσκεψης σε παραλία έκανε το ταξίδι πολύ πιο ξεκούραστο και μας επέτρεψε να απορροφήσουμε στο μέγιστο την ενέργεια του νησιού, να χαζέψουμε τον τρόπο ζωής και να νιώσουμε λιγουλάκι λόκαλς.
Ημέρα πρώτη
Αυτή τη θέα φτάνοντας στη Σύρο την έχω δει άπειρες φορές μέσα από το καράβι. Το νησί είναι ο πρώτος σταθμός των περισσότερων γραμμών, τις οποίες έχω πάρει κατά καιρούς από παιδί μέχρι σήμερα αλλά πάντα συνέχιζα για κάποιον από τους επόμενους προορισμούς. Οι εντυπωσιακές εκκλησίες και γενικά η αρχοντιά που βγάζει από μακριά με είχαν προϊδεάσει, και όπως αποδείχτηκε καθόλου άδικα.
Με το που φτάσαμε πήραμε παραμάσχαλα τα μπαγκάζια μας και ξεκινήσαμε να ανηφορίζουμε για το δωμάτιο μας, που βρισκόταν στην Ερμούπολη αλλά λίγο πιο ψηλά, εκτός κέντρου. Κλείσαμε μέσω Airbnb το Nota’s Guest House, ένα πολύ περιποιημένο και ευρύχωρο σπιτάκι που μας άφησε της καλύτερες εντυπώσεις (στα 125€ το βράδυ για 4 άτομα).
Αφήσαμε πράγματα και κατεβήκαμε στο κέντρο της Ερμούπολης κατευθείαν για φαγητό. Είχαμε ακούσει και διαβάσει πραγματικά παντού για το Τσιπουράδικο της Μυρσίνης αλλά δεν ήμασταν τυχερές με τις κρατήσεις οπότε σαν εναλλακτική διαλέξαμε την Ιθάκη του Αή. Τίμια μεζεδάκια σε ένα γραφικό και πολυσύχναστο στενάκι στο κέντρο της Ερμούπολης, και πολύ καλές τιμούλες, μας βγήκε ~12€ το άτομο (αλλά με σχετικά λιτή παραγγελία εε, τέσσερα κορίτσια ήμασταν θυμίζω).
Αφού επανήλθαμε λίγο μετά την πείνα, μπορέσαμε να κάνουμε μία πιο ψύχραιμη βόλτα για να εξερευνήσουμε την Ερμούπολη. Πήραμε ένα καφεδάκι στο χέρι από το Armadillo και αφού χαζέψαμε κατεβήκαμε και κάτω στο λιμάνι για μία πρώτη παραλιακή βόλτα.
Τηρώντας το παραδοσιακό πρόγραμμα των ημερών, νωρίς το βραδάκι κατεβήκαμε στην Πλατεία Μιαούλη για τον Επιτάφιο. Τα σκαλιά του Δημαρχείου αλλά και όλοι η πλατεία ήταν γεμάτα κόσμο που παρακολουθούσε την τελετή. Η πομπή του επιταφίου ξεκίνησε από εκεί, έφτασε ως την καθολική εκκλησία της Ευαγγελίστριας όπου συναντήθηκε με τους Ορθόδοξους επιταφίους, και μετά επέστρεψαν όλοι μαζί στην κεντρική πλατεία. Πολύ εντυπωσιακή τελετή από τον Δήμο, με χορωδίες, τύμπανα.
Αφού ολοκληρώθηκε, κάναμε μία στάση σε ένα από τα must της Σύρου, που δεν είναι άλλο από το Django για παγωτάκι. Τα παγωτά του είναι πάντα φτιαγμένα από αγνές πρώτες ύλες και οι γεύσεις του είναι πιο “raw” όχι οι κλασικές γλυκατζούρικες που συναντάμε συνήθως.
Κάναμε φυσικά και την πρώτη μας βολιδοσκόπηση για το nightlife της Ερμούπολης. Γενικά η πόλη ήταν γεμάτη με νέο κόσμο και ωραία μαγαζιά οπότε οι προσδοκίες μας ήταν υψηλές. Έχοντας πάρει τα φώτα όσων γνωστών μας Συριανών και μη είχαν κάποια εμπειρία, ξεκινήσαμε με το Kouchico που μας είχαν προτείνει όλοι.
Ο καιρός ήταν οριακός για να κάτσεις έξω, αλλά με ένα ποτάκι όλα λύνονται. Είχε πάρα πολύ κόσμο κυρίως σε ηλικίες 25-35 και ωραία vibes, αλλά τη μουσική τη βρήκαμε λίγο μονότονη και δεν μας κράτησε πολύ.
Μετά από ένα ποτάκι συνεχίσαμε περνώντας τα δύο club που είχαμε ακούσει ότι υπάρχουν στην πόλη, το Severo και το Suerte, αλλά είχαν πολύ σκόρπιο κόσμο και δεν μας κράτησαν ιδιαίτερα.
Πριν συνεχίσουμε την μπαρότσαρκα, σε μια στιγμή αδυναμίας έκανα μία στάση για κρέπα στο Petit και δεν το μετάνιωσα καθόλου, τεράστια και απολαυστικότατη. (Κρέπα Petit με 10+ υλικά στα 7,5€). Περάσαμε και από το ψητοπωλείο «Η Απόλαυση» και μας έτρεξαν τα σάλια με τον γύρο του, αλλά είπαμε για Μεγάλη Παρασκευή καλύτερα να το αποφύγουμε.
Καταλήξαμε στο Boheme del mar (ή απλά Μποέμ) στο λιμάνι το οποίο μέσα ήταν γεμάτο από κόσμο σε πιο χαλαρό στυλ, και μας τράβηξε αρκετά το ενδιαφέρον. Αλλά λίγο η κούραση λίγο η μουσική που δεν μας ξετρέλανε, το αφήσαμε και πήραμε τον δρόμο της επιστροφής.
Πριν γυρίσουμε όμως θέλαμε να κάνουμε την απαραίτητη στάση για μεταμεσονύχτιο μασαμπούκιασμα, και κάπως έτσι καταλήξαμε στο Artisti Προζύμι, δίπλα στο δημαρχείο. Ένας φούρνος όνειρο με άπειρες επιλογές, ο οποίος προσέχει και τους ξενύχτιδες αφού είναι ανοιχτός μέχρι αργά και βγάζει συνεχώς φρέσκιες πιτούλες: η κοτόπιτά του ήταν ακριβώς αυτό που χρειαζόμασταν εκείνη τη στιγμή.
Ημέρα δεύτερη
Ντέι του στη Σύρο με αργό, τεμπέλικο ξύπνημα και στόχος μας ήταν ένα τίμιο λαΐκό brunch. Μετά τις πρώτες μας βόλτες στην Ερμούπολη, τα μαγαζιά σε γενικές γραμμές μας είχαν κάνει ωραία εντύπωση και μας άρεσε το στυλάκι τους, όμως υπήρχαν κάποια που μας φάνηκαν λίγο παραπάνω «αθηνέζικα», γουόνα μπι πρωτευουσιάνικα.
Γι’ αυτό τον λόγο λοιπόν αποφύγαμε το Epta και το Armadillo, δύο από το πιο πολυσύχναστα καφέ – μπραντσάδικα της πόλης (είχαν μέχρι και αναμονή το πρωί του Σαββάτου), και επιλέξαμε το χαριτωμένο και συμπαθητικό Jar. Στρατηγικά ήπιαμε μόνο τον πρώτο μας καφέ εκεί και επιστρέψαμε στο (ήδη) αγαπημένο Προζύμι για την (ήδη) αγαπημένη μας κοτόπιτα.
Είδαμε και το εσωτερικό του Δημαρχείου της Ερμούπολης μιας και η είσοδος είναι δωρεάν, και αφήσαμε το κέντρο για να ανέβουμε στην Άνω Σύρο.
Εκείνες τις ημέρες δεν ήμασταν και ιδιαίτερα σε fit mode, οπότε αποφασίσαμε να μετακινηθούμε με ταξί. Η υπηρεσία ραδιοταξί Ερμής της Σύρου έχει πολύ άμεση και γρήγορη εξυπηρέτηση. Και οι τιμές είναι σχετικά καλές (6€ η διαδρομή από Ερμούπολη για την Πάνω Είσοδο της Ερμούπολης και 5€ για την Κάτω Είσοδο – Καμάρα).
Όπως μας πρότεινε ο οδηγός μας, ξεκινήσαμε τη βόλτα μας από το Πάνω Τέρμα, για να δούμε πρώτα τον Καθολικό Ναό του Saint George και τη θέα, και από εκεί κατηφορίσαμε προς την κάτω πλευρά.
Σίγουρα σας το έχουν πει όλοι και θα σας το πω κι εγώ: η Άνω Σύρος είναι άχαστη. Εκεί καταλαβαίνεις πραγματικά νησί. Μπορείς να κάνεις ατέλειωτες βόλτες στα στενάκια που θυμίζουν κλασικές Κυκλάδες και να χαλαρώσεις με τον γραφικό, τοπικό της χαρακτήρα.
Είναι άλλος κόσμος σε σχέση με την Ερμούπολη, οι ρυθμοί είναι αργοί και οι άνθρωποι είναι ανοιχτοί χαμογελαστοί άνθρωποι, έτοιμοι να σε γνωρίσουν, να αστειευτούν, να μοιραστούν συμβουλές. Και νιώσαμε ότι όλη αυτή η ωραία διάθεση μεταδίδεται και στους επισκέπτες.
Αν σου αρέσουν με χειροποίητα τζιτζιμπλόνια και τα όμορφα σουβενίρ, στην Άνω Σύρο μπορείς να ξοδέψεις άπειρες ώρες – και όλη σου την περιουσία – στα χαριτωμένα μικρά μαγαζάκια που θα βρεις σε όλον τον κεντρικό δρόμο της Άνω Σύρου. Αδυναμία μας ήταν το Blanks Studio, όπου πήραμε όμορφα πραγματάκια για να μας θυμίζουν το ταξίδι μας όταν γυρίσουμε στην καθημερινότητα της Αθήνας.
Για να χαρούμε κι εμείς σε χαλαρό ρυθμό στην Άνω Σύρο κάτσαμε για καφέ και γλυκάκι στην Βραζιλιάνα. Πιάσαμε το μπαλκονάκι και απολαύσαμε το απόγευμα μας με την καλύτερη θέα.
Και πριν φύγουμε κάναμε και την απαραίτητη στάση στο Maison de Μεζέ για φαγώσιμα σουβενίρ (σε αυτό το μαγαζί θα βρείτε και την κλασική πάνινη τσαντούλα που βλέπουμε παντού στο Instagram «ΠαραΣΥΡΟμαι»).
Πήραμε ταξί από την Καμάρα (Κάτω Πόρτα της Άνω Σύρου) για επιστροφή στο δωμάτιο και προετοιμασία για το βράδυ.
Βράδυ Μεγάλου Σαββάτου και η πρώτη μας σκέψη (πριν καν πατήσουμε στο νησί) ήταν να βρούμε κάποια εκκλησία για Ανάσταση στην Άνω Σύρο, για να αποφύγουμε τη βαβούρα της Ερμούπολης. Ρωτώντας τους ντόπιους και τους μαγαζάτορες εκεί, μας είπαν ότι το κάνουν λίγο πιο εναλλακτικά, την ώρα της Ανάστασης μαζεύονται σε ένα ξέφωτο με θέα και βλέπουν από εκεί τα βεγγαλικά από όλες τις εκκλησίες της Ερμούπολης.
Πριν από αυτό όμως, έπρεπε να φάμε! Μετά την Μυρσίνη, το Amvix ήταν το δεύτερο μαγαζί για το οποίο μας είχαν μιλήσει οι πάντες, και δεν γινόταν να μην το τιμήσουμε. Είχαμε κλείσει τραπεζάκι έξω (το εστιατόριο βρίσκεται στον κεντρικό δρόμο του λιμανιού) αλλά και στο εσωτερικό ήταν όμορφη και ζεστή η ατμόσφαιρά. Οι μερίδες ήταν τεράστιες και οι τιμές αρκετά καλές (τέσσερις μακαρονάδες, μία πίτσα στη μέση και κρασάκι χύμα, μας κόστισαν 75€). Ενώ είχαμε ακούσει εξαιρετικά λόγια, η αλήθεια είναι ότι δεν ενθουσιάστηκα με αυτά που φάγαμε σε σχέση πχ με ιταλικά εστιατόρια στην Αθήνα, αλλά σαν επιλογή για φαγητό σε νησί θα έλεγα πως ήταν τίμιο.
Kαι κάπου εκεί, ενώ τελειώσαμε το γεύμα μας ξεκίνησε να βρέχει. Οπότε κάπως έτσι ναυάγησε και η ιδέα μας για βραδινή Ανάσταση στην Άνω Σύρο με θέα βλέποντας τα βεγγαλικά.
Φυσικά δεν πτοηθήκαμε και προσαρμόσαμε τα σχέδιά μας. Βρήκαμε την πιο κοντινή μας εκκλησία, η οποία ήταν η Μητρόπολη της Σύρου , και χωθήκαμε μέσα από τις 11:30 (πράγμα που μπορεί να μην έχουμε κάνει και ποτέ) για γλιτώσουμε τη βροχή και να κάνουμε Ανάσταση – έστω και χωρίς πυροτεχνήματα και τζέρτζελο.
Δεύτερο και τελευταίο βράδυ στη Σύρο και μάλιστα βράδυ Ανάστασης, και φυσικά δεν θα έληγε έτσι. Περάσαμε για αρχή από το Kouchico αλλά θεωρήσαμε ότι μία φορά που πήγαμε ήταν αρκετή οπότε το προσπεράσαμε. Και κάπως έτσι ο δρόμος μας έβγαλε πάλι στο Μποέμ. Η διάθεση και ο κόσμος σε αυτό το μαγαζί φάνηκαν όπως το προηγούμενο βράδυ πολλά υποσχόμενα, αλλά η μουσική ήταν υποτονική και όσο και να κάτσαμε δεν έφτασε σε κορύφωση.
Φεύγοντας έτυχε να περάσουμε από το Porte della Galleria το οποίο ήταν γεμάτο κόσμο και φαινόταν να έχει φουλ τζέρτζελο (έπαιζε Σάκηηη), αλλά την επόμενη μέρα μας περίμενε ξύπνημα οπότε δεν το τιμήσαμε. Ήταν κρίμα που δεν το είχαμε ανακαλύψει νωρίτερα.
Ημέρα τρίτη
Η τελευταία μέρα διακοπών σημαίνει και πρωινό ξύπνημα για check out! Που είναι πάντα καλή ευκαιρία για να ξεκινήσεις τις βόλτες από νωρίς και να χαρείς τις τελευταίες σου ώρες στο νησί.
Ενώ το πρόγραμμά μας είχε Ερμούπολη, αποφασίσαμε ομόφωνα να πάμε για ακόμη μία φορά στην Άνω Σύρο που τόσο μας άρεσε, για να ξεκινήσουμε τη μέρα μας σε πιο χαλαρούς νησιώτικους ρυθμούς και όχι στην βαβούρα του κέντρου. Ανεβήκαμε λοιπόν και πάλι με ταξί και πήραμε το πρωινό μας στην πανέμορφη και ήσυχη ταρατσούλα του Maison de Meze, με θέα στην Ερμούπολη.
Επειδή την είχαμε ζηλέψει αρκετά τη θάλασσα, πριν κατέβουμε στο κέντρο της Ερμούπολης κάναμε μία στάση στα Βαπόρια, την εμβληματική συνοικία της Σύρου. Κατεβήκαμε στην Παραλία Αστέρια, αλλά αρκεστήκαμε στο να λιαστούμε, να βγάλουμε ωραίες φωτογραφίες και να νοσταλγήσουμε το καλοκαίρι, γιατί η βουτιά από την εξέδρα στις 5 Μαΐου δεν μας φάνηκε πολύ καλή ιδέα.
Πριν επιστρέψουμε στο δωμάτιο για τις αποσκευές μας, έπρεπε να τιμήσουμε για τελευταία φορά τα δύο guilty pleasures μας στην Ερμούπολη: παγωτάκι στο Django και πιτούλες στο Προζύμι!
Πάντα είναι ωραία τα μεγάλα ταξίδια, που τα ξεκινάς με ώρες αναζήτησης, σημειώσεις, χρονοδιαγράμματα για να εξερευνήσεις κάθε γωνιά του προορισμού. Αλλά και αυτό το ταξίδι, στο οποίο είδαμε φαινομενικά λίγα πραγματάκια, είχε και αυτό τη χάρη του. Είναι αναζωογονητικό να ξεκινάς κάθε μέρα της εκδρομής χωρίς άγχος και πρόγραμμα, απλά χαλαρώνοντας και απορροφώντας ενέργεια του μέρους.
Και για μένα που πηγαίνω πρώτη φορά στο νησί ήταν ένα sneak peek για να επιστρέψω κάποιο καλοκαίρι και να ανακαλύψω περισσότερα!