Γιαννης Σαρτο
Member
- Μηνύματα
- 133
- Likes
- 1.116
- Επόμενο Ταξίδι
- Χαβάη
- Ταξίδι-Όνειρο
- Μαγαδασκάρη
Επισκεφτείτε και το blog μου αν θέλετε
Ζώντας στο Λονδίνο για πέντε χρόνια
Μαθαίνουμε από πολύ μικροί να εξιδανικέυουμε την Αγγλία. Παιδιά ακόμα, οι γονείς μας θα μας στείλουν σε κάποιο φροντιστήριο αγγλικών για να μάθουμε μία πρώτη ξένη γλώσσα με την ελπίδα να προστεθούν και άλλες στην συνέχεια. Εκεί εξοικιωνόμαστε όχι μόνο με την γραμματική και τα phrasal verbs αλλά και με ιδέες και προκατασκευασμένες αντιλήψεις που επικρατούν γύρω από την συγκεκριμένη χώρα. Το στερεότυπο που συνήθως μας δίδεται είναι ουσιαστικά τόσο αληθινό όσο και ένα επεισόδιο του Downtown Abbey. Οι άγγλοι σύμφωνα με αυτές τις γενικεύσεις, είναι ένας κομψός, ευγενέστατος, ακριβής και φιλόζωος λαός. Κουβαλάνε πάντα μία ομπρέλα («γιατί εκεί όλο βρέχει!») και προτιμούν το τσάι αντί του καφέ. Στην κεφαλή της διοίκησης της βρίσκεται μία συμπαθητική υπέργηρη η οποία μένει σε ένα περίφημο παλάτι στο κέντρο της πρωτεύουσας και την φρουρούν έφιπποι στρατιώτες με χαρακτηριστική στολή με κόκκινο σακάκι, μαύρο παντελόνι και ψηλό φουντωτό, γούνινο καπέλο.
Για εμένα, καθώς μεγαλώνα και ιδιαίτερα στη διάρκεια της (παράξενης όπως όλων) εφηβείας μου, υπήρξε επιπλέον και ένας ακαριαίος έρωτας με την μουσική σκηνή του νησιωτικού αυτού έθνους. Στην Ελλάδα πάντα ένιωθα ότι το φολκλορικό στοιχείο παραήτανε έντονο και ειδικά στην ελληνική ποπ, τα πάντα παραήτανε απλοποιημένα: στα περισσότερα τραγούδια που έπαιζαν στα ελληνικά ερτζιανά στην δεκαετία του 90, συγχορδίες, μοτίβα και ρυθμοί επαναλαμβάνονταν διαρκώς και το κύριο άγχος του όποιο στιχουργού ήταν να παρηγάγει αναγκαστικές ομοικαταληξίες τραβηγμένες από τα μαλλιά και μεγαλοστομίες για πρωτόγνωρες καψούρες. Αντίστοιχα ένιωθα ότι υπήρχαν ξένοι καλλιτέχνες που ακούγονταν απείρως πιο τολμηροί και πολυεπίπεδοι. Ακόμα και ένα δημοφιλές συγκρότημα όπως οι ιρλανδοί Cranberries για παράδειγμα, τους οποίους σνόμπαρε ο μουσικός τύπος της εποχής ως πολύ γλυκερούς ή αφελείς, πείθανε εύκολα ως πιο γνήσιοι τραγουδώντας για τον έρωτα ή τις ανασφάλειες της νιότης (αξέχαστη η Dollores O’Riordan) .
Όταν τίθονταν λοιπόν το δίλημμα «ελληνική ή ξένη μουσική;», πάντα προτιμούσα την ξένη, όχι αναγκαία την αγγλική αλλά σίγουρα την αγγλόφωνη.
Μετά από μία λοιπον περιπλάνηση ενός έτους στην Ισπανία για εργασία και έναν ενδιαφέροντα μα άκαρπο για την επαγγελματική μου σταδιοδρομία χρόνο σπουδών στην Ολλανδία, μετακόμησα τελικά στο Λονδίνο το καλοκαίρι του 2015. Έφτασα στην πόλη σε μία πολύ ατυχή χρονική συγκηρία, μόλις μία βδομάδα μετά το δημοψήφισμα του 2015 για το μνημόνιο, με τις τράπεζες στην Ελλάδα κλειστές και χωρίς καμία πρόσβαση στις οικονομίες μας. Θυμάμαι τις κάρτες μου αρχικά να μην λειτουργούν και μόνον μετά από κάποιες βδομάδες να μας δίνεται η δυνατότητα ανάληψης μόλις είκοσι αγγλικών λίρων την ημέρα. Αν δεν υπήρχαν κάποιοι καλοί φίλοι να προσφέρουν τον καναπέ τους και κυρίως ηθική υποστηριξή, δεν νομίζω ότι θα άντεχα για πολύ καιρό πριν πάρω την πτήση της επιστροφής.
Γρήγορα βρήκα δουλειά αρχικά σαν υπάλληλος σε φαρμακείο και στη συνέχεια σαν φαρμακοποιός που είναι και το αντικείμενο των σπουδών μου. Εργάστηκα για αρκετό καιρό σε απαράδεκτες συνθήκες και στη συνέχεια σε λιγότερο απαράδεκτες, σταδιακά εξελίχθηκα και έχτισα κάτι εδώ. Είχα την τύχη/ατυχία να δουλέψω σε πόστο που με έφερε σε επαφή με πολλούς ανθρώπους μέσης και μεγαλύτερης ηλικίας, κάτι που μου έδωσε και μία περαιτέρω κατανόηση της νοοτροπίας του κόσμου που ίσως δεν θα αποκτούσα εάν είχα για παράδειγμα ένα πόστο σε κάποιο γραφείο.
Το Λονδίνο είναι μία συναρπαστική και ταυτόχρονα βάρβαρη, μοναχική μεγαλούπολη. Ίσως το πιο πολυτισμικό μέρος του πλανήτη, εδώ είμαστε κυριολεκτικά όλοι από κάθε γωνιά την υφηλίου προσπαθώντας να κυνηγήσουμε όνειρα και ευκαιρίες. Συνυπάρχουν κουλτούρες, νοοτροπίες, φαγητά, ντυσίματα, θρησκείες και φυλές πάνω σε ένα αστικό ταμπλό όπου αυτό που μοιάζει κυρίως να μας ενώνει είναι η γλώσσα. Η πόλη είναι σίγουρα η πιο ακριβή της ηπείρου, εάν όχι του πλανήτη. Το χάσμα στην ποιότητα ζωής μεταξύ των πλουσίων των ανώτερων οικονομικών τάξεων και των οικονομικά ασθενέστερων που ζούνε σε council houses/εργατικές κατοικίες και σε υποβαθμισμένες γειτονιές της πόλης όπως Walthamstow, Plumbstead ή Forest Hill. είναι το πιο μεγάλο που θα βρει κανείς σε χώρα της Δύσης. Έξοδα όπως ενοίκια και μεταφορικά ξεπερνούν την κοινή λογική. Είναι ένας τόπος όπου κανείς μπορεί να εξελιχθεί επαγγελματικά και κυρίως ως προσωπικότητα επειδή θα ζήσει αυτές τις εμπειρίες και δυσκολίες και θα γνωρίσει απροσδόκητους ανθρώπους που θα τον βοηθήσουν να κατανοήσει καλύτερα τον κόσμο.
Για τον μέσο τουρίστα τώρα, το Λονδίνο περιλαμβάνει κάποια all time classics όπως το Βig Ben, το παλάτι του Buckingham, την περιοχή του Covent Garden ή και την τεράστια αν και κάπως άδεια, Trafalgar square. Αν θα μπορούσα να προτείνω κάτι επιπλέον στην όλη εμπειρία, αυτό θα ήταν να επισκεφθείται αυτά τα μνημεία ως μέρος ενός free walking tour. Φοιτητές ιστορίας ή καλών τεχνών θα σας περπατήσουν και θα σας παρέχουν όλες τις απαραίτητες πληροφορίες, συχνά με πολύ περισσότερη όρεξη, χιούμορ και θετική ενέργεια από ξεναγούς που χρησιμοποιούν τα τουριστικά γραφεία. Στο τέλος απλά δίνετε ένα πόσο ως φιολοδόρημα, όσο πιστεύετε ότι άξιζε η περιήγηση μαζί τους. Εγώ με τον αδερφό μου όταν είχε έρθει να με επισκεφτεί την άνοιξη του 2018, είχαμε χρησιμοποιήσει τα strawberrytours ( το λεγόμενο landmarks tour – west ) και είχαμε μείνει αρκετά ικανοποιημένοι.
Εικόνες από τo Covent Garden
Ένα ακόμα μέρος του Λονδίνου που αποτελεί τόπο προσκυνήματος και υποχρεωτική στάση για κάθε έλληνα τουρίστα είναι το Βρεττανικό Μουσείο. Το κίνητρο φυσικά είναι πολύ συγκεκριμένο: η θέαση των περίφημων γλυπτών του Παρθενώνα. Θεωρώ ότι ορθώς θέλουμε να τονίσουμε την ιστορική αδικία της ακρωτηριασμένης μας πολιτιστικής κληρονομιάς αλλά συχνά παρατηρώ το φαινόμενο οι συμπατριώτες μας να εστιάζονται μόνο σε αυτό και να αγνοούν τον μεγαλύτερο όγκο των υπόλοιπων εκθεμάτων. Ιδιαίτερη μνεία αξίζει η αιγυπτιακή πτέρυγα, η πτέρυγα με εκθέματα από το μαυσολείο της Αλικαρνασσού ενώ μεταξύ άλλων θα βρείτε στην Gallery 24 και έναν μοναχικο Μοάι, ένα από τα διάσημα τεράστια λαξευμένα άγαλματα που κοσμούν το νησί του Πάσχα του Ειρηνικού Ωκεανού (το οποίο ένας θεός ξέρει πως έφτασε μέχρι εδώ). Πάρα πολλά από τα εκθέματα έχουν ζητηθεί να επιστραφούν από διάφορες χώρες ανα την υφήλειο πέραν της Ελλάδας. Mπορεί το Βρεττανικό Μουσείο να αντιστέκεται πεισματικά απέναντι στη πίεση αυτή, την ίδια στιγμή όμως άλλα μουσεία της Γαλλίας και της Γερμανίας έχουν συμφωνήσει σε επιστροφές πολιτιστικών θησαυρών κυρίως στη Νιγηρία και στο Μπενίν. Στόχος της χειρονομίας αυτής είναι να δωθεί επιτέλους η ευκαιρεία στη νεολαία της Αφρικής να έχει πρόσβαση στην τέχνη που η ίδια γέννησε.
Επίσης δεν μπορεί κάποιος να έρθει στην βρεττανική πρωτεύουσα και να μην πραγματοποιήσει μία βόλτα στο Hyde Park. Tο τεράστιο αυτό πάρκο στο κεντρικό Λονδίνο εγκαινιάστηκε από το βασιλιά Herny τον πέμπτο το 1536 και αρχικά χρησιμοποιήθηκε σαν κυνηγετικός χώρος. Σήμερα αποτελεί τόπο χαλάρωσης, άθλησης και εκτόνωσης για τους πολίτες του κεντρικού/δυτικού Λονδίνου. Παραδόξως επρόκειτο για το αξιοθέτο που χαροποίησε και εντυπωσίασε περισσότερο από όλα όσους συγγενείς και φίλους μου έχουν έρθει να με επισκεφθούν. Κάτι η έλλειψη πρασίνου στις δικές μας πόλεις, κάτι η αδυναμία της πολιτείας να χτίσει και να συντηρήσει αξιοπρεπή πάρκα εντός των μεγάλων ελληνικών αστικών κέντρων μάλλον συνεισφέρει στο να του αποδίδεται εξέχοντας θαυμασμός από τους συμπατριώτες μας.
Πέραν του Hyde Park, το πράσινο που αποτελεί γενικά οργανικό κομμάτι της τεράστιας αυτής μεγαλούπολης και αυτό είναι κάτι για το οποίο αξίζουν τα εύσημα οι αρχές αλλά και οι πολίτες του που συνεισφέρουν μέσω του σεβασμού που δείχνουν στους δημόσιους χώρους. Για μία μικρή περίοδο τριών μηνών έμενα στο νότιο Λονδίνο, μεταξύ tooting bec και streatham , μία συνοικία που μάλλον θεωρείται υποβαθμισμένη. Το αστικό ορίζοντα της γειτονιάς μου γέμμιζαν πολλά ομοιόμορφα και άχαρα κτίρια που στεγάζανε βιοπαλαιστές από την Πολωνία, την Σομαλία και τη λοιπή Αφρική. Υπάρχει όμως ένα τεράστιο πάρκο και εκεί το οποίο είναι και αυτό καθαρό και περιποιημένο. Δεν θα συναντήσει κανείς ούτε παρατημένες σύριγγες ούτε αμελημένα παρτέρια. Οι κάτοικοι αντ αυτού το προσέχουν και το χρησιμοποιούν για να πραγματοποιήσουν περιπάτους με τα σκυλιά τους, οικογενειακά πικνικ ή για να αθληθούν.
Άλλοι πνεύμονες πρασίνου άξιοι αναφοράς είναι το τεράστιο Richmond park όπου ένα αναπάντεχο αξιοθέατο του είναι οι αγέλες από ελάφια που ζουν εκεί. Συχνά συμπεριλαμβανόμενοι στις λίστες με τα καλύτερα αξιοθέατα του ευρύτερου Λονδίνου είναι και οι Kew Gardens. Η ειδηοποιός διαφορά εδώ είναι οι πολύ λιγότεροι εως καθόλου τουρίστες και κάποια ενδιαφέροντα αν και λίγο παράταιρα ασιατικά μνημεία. Μία ένσταση που έχω σχετικά με τους κήπους αυτούς είναι το γεγονός ότι υπάρχει προκλητική είσοδος των 19.25 αγγλικών λίρων ( περίπου 23 ευρώ ) που δεν ξέρω ακριβώς τι την δικαιολογεί. Εν τέλει δεν είναι ένα πάρκο για όλο το κοινό μα μόνο για αυτούς που τους διακρίνει μία παραιτέρω οικονομική άνεση σε μία εκνευριστικά ακριβή πόλη.
Τέλος να αναφέρω ότι τις ηλιόλουστες μέρες πολλά και από τα ιστορικά νεκροταφεία της πόλης παίζουν τον ρόλο χώρων χαλάρωσης και εκτόνωσης για τα πάντοτε τεταμένα νεύρα των πρωτευουσιάνων.
Η αυτοκρατορική κομψότητα του Λονδίνου δεν εξαντλείται βεβαίως σε τέσσερα πέντε σημεία τουριστικού ενδιαφέροντος. Κάποιος μπορεί να περάσει μέρες ολόκληρες τριγυρνώντας στο ευρύτερο κέντρο (μία περιοχή που περιλαμβάνει σχεδών ολόκληρη της Zone 1 του μετρό) και να μην χορταίνει τα μαγαζιά, την δημιουργική βαβούρα της κομβικής αυτής μεγαλούπολης και την αρχιτεκτονική όπου το εκλεπτυσμένα ιστορικό εναλλάσεται με το τολμηρά καινούργιο. Ένα τέτοιο παράδειγμα ταιριαστής νεωτεριστικής προσθήκης στο κλασσικό είναι η η γέφυρα του Embakment ( district line) με την φουτουριστική αρχιτεκτονική της και μία από της πιο όμορφες θέες της πόλης καθώς την διασχίζεις από το βόρειο προς το νότιο άκρο της.
Θέα από το Embakment bridge
Αντίστοιχα ενδιαφέρουσα αντίθεση αυτή μεταξύ της γέφυρας του Πύργου (ή Tower Bridge στα αγγλικά) και της μοντέρνας συνοικίας που την περιβάλλει (μία από τις πιο πετυχημένες αναπλάσεις εξωτερικών χώρων σε όλη τη πόλη). Η γέφυρα έχει ως πυλώνες της δύο δίδυμους πυργους χτισμένους εντός του Τάμεση και αποτελεί σήμα κατατεθέν του ιπποτικού παρελθόντως της πόλης. Εκεί κοντά βρίσκεται ο πιο ιδιαίτερος ουρανοξύστης του Λονδίνου, το 72 ορόφων τριγωνικό Shard, σχεδιασμένο από τον Ιταλό αρχιτέκτονα Renzo Piano και χρηματοδοτούμενο με κεφάλαια από το Κατάρ. Η θέα του φωτισμένου κτιρίου μετά τη δύση του ηλίου είναι κάτι το μαγικό.
. O ουρανοξύστης the Shard ( φώτο όχι δική μου )
Λιγότερο καλαίσθητη και περισσότερο ενδεικτική του πως οικονομικές πιέσεις αλλοτροιώνουν την φυσιογνωμία των μεγαλουπόλεων στις μέρες μας είναι η συνοικία του City όπου πριν κορονωϊού και brexit στεγάζονταν όλες οι χρηματιστηριακές εταιρείες του Λονδίνου και επί του παρόντος αποτελεί πόλη φάντασμα. Οι ολοένα και περισσότερες κατασκευές-μεγαθήρια από ατσάλι και γυαλί δεν θα έλεγα ότι δένουν αρμονικά με τις πιο παραδοσιακές κατασκευές των περιοχών που τις συνορεύουν.
Κάτι άλλο που σίγουρα αξίζει να επισκεπτείτε είναι η περιοχή του Greenwich στην νοτιο-ανατολική ακτή του Τάμεση την οποία μπορείτε να προσεγγίσετε είτε μεσω μετρό και μετά προαστιακό, είτε με τουριστικό καραβάκι που ξεκινά από το σταθμό Westminster, ακριβώς απέναντι από το London Eye ( όμορφη αν και εξαντλητική η διαδρομή). Πέρα από την αδιαμφισβήτητη κομψότητα της γειτονιάς, υπάρχουν το αστεροσκοπείο του Greenwich που περιβάλλεται από ένα περιποιημένο πάρκο, το πλοίο Cutty Sark και διάφορα άλλα ιστορικά κτίρια. Ευχάριστη μα όχι απαραίτητη η επίσκεψη στο ναυτικό μουσείο που βρίσκεται στο ίδιο χώρο.
Προ πανδημίας τουλάχιστον, λειτουργούσε δύο δρόμους παραπέρα μία πολύ ενδιαφέρουσα ημιστεγασμένη food court, ιδανική για γρήγορο μεζέ. Food court ονομάζεται ένας χαλαρά οριοθετημένος χώρος προορισμένος για επισκέπτες που θέλουν να γευματίσουν κάτι και που περιτριγυρίζεται από επιχειρήσεις εστίασης. Τέτοια κατασκευαστικά concept βρίσκει κανείς σε κάθε εμπορικό κέντρο ανά την υφήλιο, αν και να σημειώσω ότι ευτηχώς οι αντίστοιχες του Λονδίνου διακρίνονται από περισσότερο στυλ και ζέση.
Πέραν αυτού η πόλη διακρίνεται από μία αρκετά συγκεκριμένη αρχιτεκτονική ιδιομορφία και τάξη. Ακόμα θυμάμαι πόσο γραφικές μου φαινόντουσαν αδιάφορες κωμοπόλεις όπως το Redhill, Purley και Horley από το παράθυρο του τρένο από το αεροδρόμειο Gatwick προς στον σταθμό της Victoria, στις πρώτες μία δύο επισκέψεις μου εδώ ως τουρίστας. Εξίσου θελκτική μου ήταν και η ρημοτομία εντός της πόλης. Οι εικόνες αυτές συχνά δίνουν στο επισκέπτη την ψευδαίσθηση άνετων συνθηκών διαβίωσης για τους ενοίκους αυτών των κτιρίων, κάτι που τουλάχιστον εντός του Λονδίνου συχνά δεν ισχύει. Μου πήρε ελάχιστο καιρό να καταλάβω ότι αυτά τα διώροφα ή τριώροφα βικτωριανά σπίτια είναι συνήθως χωρισμένα σε τέσσερα με πέντε επιμέρους κομμάτια ή ότι κάθε δωμάτιο εντός του σπιτιού πιθανότατα νοικιάζεται σε διαφορετικό άνθρωπο ο οποίος μοιράζεται το μπάνιο, την κουζίνα και το καθιστικό με αγνώστους. Και όταν λέμε ενοικιαστή δωματίου δεν εννοούμε κάποιον φοιτητή ή πιτσιρικά που δουλεύει σε φασφουτάδικο και θέλει απλώς κάπου να κοιμάται αλλά για ώριμους, συχνά επιτηχημένους μεσήλικες επαγγελματίες που μπορεί να δουλεύουν σε τράπεζες, εταιρίες IT , σε νοσοκομεία κ.α. Στο Λονδίνο άλλωστε πρωτοείδα τις προσβλητικές αγγελίες για πανάκριβα ενοικιαζόμενα δωμάτια «from Monday to Friday» όπου άνθρωποι αναμένεται να νοικίαζουν τον χώρο τις εργάσιμες που χρειάζεται να είναι στην πρωτεύουσα και μετά καλύτερα να εξαφανιστούν και να αφήσουν τον ιδιοκτήτη στην ησυχία του. Πρόκειται για σπιτονοικοκυραίους που θέλουν να κερδοφορήσουν χρησιμοποιώντας μέρος της κατοικίας τους αλλά στην πραγματικότητα τους προκαλεί αλλεργική αντίδραση η ιδέα να συζήσουν με άλλους ανθρώπους. Κακός συνδυασμός για μία υποτίθεται επιθυμητή συνύπαρξη…
Ε, όχι και τόσο authentic πια
Στον τομέα της γαστρονομίας τώρα, συχνά οι Λονδρέζοι υπερηφανεύονται ότι στη πόλη τους μπορείς να απολαύσεις οποιαδήποτε εθνική κουζίνα επιθυμείς. Λόγω της πολυπολιτισμικότητας, αυτό όντως αληθεύει αν και η εμπειρία συχνά υστερεί σε ποιότητα και μερίδες. Πάρτε για παράδειγμα τα ελληνικά εστιατόρια όπως την αλυσίδα The Real Greeκ: οι συνταγές της ελληνικής κουζίνας βασίζονται σε μεσογειακά προϊόντα που εδώ δεν ευδοκιμούν. Αναγκαστικά θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν πολλά λαχανικά και φρούτα που είναι εισαγώμενα οπότε και λιγότερο φρέσκα. Επιπλέον τα εστιατόρια αυτά φυσικά και δεν απευθύνονται μόνο σε έλληνες γιατί μόνο με αυτούς δεν θα μπορούσαν να επιβιώσουν. Κυρίως ελπίζουν σε πιθανούς εγγλέζους πελάτες, οι οποίοι, όντας μη εξοικιωμένοι στις δικές μας γεύσεις, θα παραγγείλουν μεν τα συνηθισμένα, (σουβλακι, τζατζίκι, χωριάτικη ) αλλά οτιδήποτε πιο εξεζητημένο ίσως τους ξενίζει. Ως αποτέλεσμα τα ελληνικά αλλά και τα περισσότερα εθνικ εστιατόρια προσφέρουν τα 4-5 στάνταρ εύκολα πιάτα άλλα παρατηρείται μία ηθελημένη «αραίωση» ή ολοκληρωτική αποφυγή των πιο περίπλοκων γεύσεων. Στα περισσότερα ιρανικά εστιατόρια για παράδειγμα, προσφέρουν κατά κύριο λόγο barbecue στη σχάρα και αρωματικά πιλάφια αλλά κάτι υπέροχες σούπες, τοπικά ψωμιά ή στιφάδο (Ghormeh Sabzi) της πέρσικής κουζίνας, μόνο αν ξέρεις καμιά ιρανή στην δουλειά σου και σε καλέσει σε γεύμα.
Προτιμήστε να εξερευνήσετε τις επιλογές σας με τη βοήθεια του διαδυκτίου και γενικά αποφύγεται τις αλυσίδες εστίασης και τις pub, εκτός άν ψάχνετε απλώς να απολαύσετε μία ή περισσότερες μπύρες . Από όσα επισκέφθηκα τα τελευταία χρόνια, ιδού τέσσερα μέρη που αξίζουν μία δοκιμή.
Noura Restaurant
Dishoom | From Bombay with love
Για τους μεγαλύτερους σε ηλικία επισκέπτες με διαθέσιμο ρευστό πάντως, το πιο θελτικό ενός ταξιδιού στο Λονδίνο είναι φυσικά η δυνατότητα για ψώνια…ψώνια ψώνια πολλά και ατέλειωτα ψώνια. Αξέχαστη μου έχει μείνει μία σκηνή στην πιο γκρινιάρικη και ηθελημένα μίζερη σειρά στην ιστορία της ελληνικής τηλεόρασης, Το Ρετιρέ ! Στο συγκεκριμένο επεισόδιο η Κατερίνα (Γιουλάκη) πείθεται από την εγγονή της Ειρήνη ( Τζόυς Ευίδη) και την μητέρα της την κυρία Σοφία ( Κούλα Αγαγιώτου ) να πάνε εκδρομή στο Λονδίνο. Καθώς ετοιμάζουν βαλίτσες όμως, την παραμονή της αναχώρησης, μία σειρά από συνάδελφoι, άσπονδοι φίλοι και γνωστοί τους επισκέπτονται με διαφορά δευτερολέπτων ο ένας από τον άλλον για να τους ζητήσουν να τους φέρουν δώρα ( μία τσάντα, ένα δερμάτινο μπουφάν, μία κρέμα «γιατί το Λονδίνο έχει τις καλύτερες»!). Εννοείται βεβαίως ότι όλες οι αγορές θα γίνουν ξοδεύοντας το περιορισμένο δικό τους συνάλλαγμα (εκείνες τις εποχές οι φιλόδοξοι έλληνες ταξιδιώτες έκαναν αίτηση στην Τράπεζα της Ελλάδος για την αγορά συναλλάγματος, συνήθως δολλαρίων). Αφού το κακό παραγίνεται, η σκηνή τελειώνει όπως και τόσες άλλες στο Ρετιρέ, με την Κατερίνα εκτός εαυτού να αδειάζει βαλίτσες φωνάζοντας και βάζοντας την κακόμοιρη μητέρα της πάλι στη θέση της ( «Λονδίνο δεν μου ήθελες!!!!!» ).
Η φήμη της εγγλέζικης πρωτεύουσας ως ιδανικός προορισμός για αγορές ειδών πολυτελείας είναι διαχρονική. Πρόκειται για μία μέκκα του καπιταλισμού όπου κάποιος μπορεί να ξοδέψει άπειρα χρήματα σε οτιδήποτε τραβάει η όρεξη του. Πράγματι τόσο κομψο εμπορικό δρόμο σαν την Regent Street δυσκολα θα βρεις αλλού στον κόσμο (αν και τελευταία φορά που κατέβηκα στο κέντρο στη piccadily circus, κατάθλιψη με έπιασε με τα πάμπολα προς ενοικίαση καταστήματα τριγύρω μου). Τα περίφημα Harolds στην περιοχή Knightsbridge παραμένουν ένα ακόμα σημείο αναφοράς. Πρόσφατα το πολυκατάστημα το ξαναθυμήθηκαν οι Έλληνες όταν ο τενίστας Στέφανος Τσιτσίπας τουίταρε τον ενθουσιασμό του μετά από μία επίσκεψη του εκεί. Ακολούθησαν άπειρα επιθετικά και κακεντρεχή σχόλια από έλληνες χρήστες του δυαδικτίου οι οποίοι πέραν από τις αθλητικές νίκες, απαιτούν και από τους πρωταθλητές με ελληνικής καταγωγή να ζουν βίο ταπεινό που να μην τους προκαλεί.
Εορταστικός στολισμός της βιτρίνας των Harrolds
Μη όντας ιδιαίτερα καταναλωτικό όν και κάπως αδιάφορος για είδη ένδυσης ή για καλλυντικά, θα προτιμούσα να εστιάσω σε κάτι άλλο που πραγματικά δεν βιώνεται πουθενά αλλού εκτός του Λονδίνου, κάτι που θα πρέπει να αποτελεί υποχρεωτική εμπειρία για κάθε επισκέπτη : ένα εισιτήριο σε μία παράσταση, θεατρική ή μιούζικαλ. To West End είναι η πασίγνωστη συνοικία στο κεντρικό Λονδίνο που περιλαμβάνει πολυάριθμες θέατρικές στέγες. Τα θεάματα που φιλοξενούνται τείνουν να είναι πανάκριβα αλλά υπάρχει δυνατότητα να βρείτε για φθηνά εισιτήρια σε μπροστινές θέσεις (τα λεγόμενα dayseats) μέσω εφαρμογών στο κινητό όπως το todaytickets. Ακόμα και αν κάποιος δεν μιλά καλά αγγλικά, θα εντυπωσιαστεί από την λάμψη, τον επαγγελματισμό και το μέγεθος των παραγωγών αυτών αλλά και από το ταλέντο όλων των εμπλεκομένων εντός και εκτός σκηνής, ηθοποιούς, τραγουδιστές , χορευτές, σεναριογράφους, μουσικούς ή τεχνικούς. Κάποια από αυτά το musicals συνεχίζουν να παίζονται για χρόνια με ανανεωμένο τον θίασο τους ανά διετία-τριετία. Μερικές παραστάσεις που θα προτείνα είναι το Book of Mormons, το Φάντασμα Της ‘Oπερας και το Funny Girl αν και όπου και να πάτε θα περάσετε υπέροχα.
Άλλες εναλλακτικές προτάσεις προκειμένου να γευτείτε της πολιτιστικής ζωής της πόλης αποτελούν μία παράσταση όπερας στην περίφημη Royal Opera of London ή μία χορευτική παράσταση στο Saddler’s Wells, ένα μικρό, κομψό θέατρο στο βόρειο Λονδίνο στην συνοικία Angel που φιλοξενεί εγχώριους και διεθνείς θίασους μπαλέτου, τόσο κλασσικού όσο και σύγχρονου.
Αυτό που ιδιαιτέρως μιλά στις καρδιές ειδικά των νέων επισκεπτών του Λονδίνου είναι η ποπ και ροκ κουλτούρα του που σε πολλές περιπτώσεις έφτασε να γίνει πανευρωπαϊκή και κοινό κτήμα πολλών. Εκεί είναι που το Λονδίνο μου χάρισε απλόχερα τα δώρα του. Στην διάρκεια της τελευταίας πενταετίας παρακολούθησα αμέτρητες ποπ και ροκ συναυλίες. Όποιοδήποτε καλλιτέχνης που έχει αποκτήσει ένα σεβαστό ακροατήριο και κυκλοφορήσει ένα άλμπουμ, μία στάση στο Λονδίνο θα την κάνει. Είχα την ευκαιρία να θαυμάσω τωρινά αλλά και παλαιότερα μουσικά μου είδωλα. Έστω για μία δύο ώρες είχα το προνόμιο να μοιραστώ τον ίδιο χώρο και οξυγόνο μαζί τους!…
Περιμένοντας στην ουρά για μία μίνι συναυλία της Bat For Lashes στο ιστορικό δισκάδικο RoughTrade
Για μία συναυλία εκεί κοντά θυμάμαι ότι πρωτοεπισκέφθηκα και το Camden, μία νεανική φοιτητική συνοικία στο βόρειο Λονδίνο . Καφετέριες, υπαίθριες καντίνες και μαγαζιά με pop memorabilia του δίνουν χρώμα και ζωντάνια. Ενδιαφέρουσα προσθήκη το άγαλμα της Amy Winehouse στην Stables Market. Η αδικοχαμένη jazz τραγουδίστρια έφυγε μόλις στα 27 της το 2011 και ενώ τα media και η κοινή γνώμη είχαν μετατρέψει σε χόμπυ την γελοιοποίηση της και των πολλών εξαρτήσεων της, μόλις πέθανε πολύ υποκριτικά θυμήθηκαν οι πάντες τι γνήσιο ταλέντο ήταν και πόσο την αγαπάνε.
Σκηνές από το πολύχρωμο Camden
Στο ερώτημα τώρα τι κόσμος είναι οι ντόπιοι, απαιτούνται διευκρινισεις. Για ποιούς Λονδρέζους εν τέλει μιλάμε; Η πολυεθνικότητα του Λονδίνου ανέκαθεν αποτελούσε σημείο αναφοράς του και εντυπωσίαζε τους επισκέπτες της. Ακόμα θυμάμαι πόσο θαμπωμένος ήμουν παρατηρώντας όλες τις φυλές του Ισραήλ να μοιράζονται τις θέσεις εντός των βαγονιών του μετρό τον πρώτο καιρό. Μετά τους αρχικούς αυτούς μήνες ο θαυμασμός γρήγορα εξανεμίστηκε και αντικαταστάθηκε από γκρίνια γιατί τα βαγόνια του μετρό να είναι πάλι τόσο γεμμάτα και δεν μπορώ να βρώ θέση να καθίσω!
Συχνά σκεφτόμουνα πως το να ζείς στο Λονδίνο και να είσαι ρατσιστής είναι κάτι το αδύνατον, θα ασφικτιείς μέχρι θανάτου. Στην όποια δουλεία σου, πιθανώς να εργάστείς πλάι πλάι σε μία αιγυπτιακής καταγωγής Βρεττανίδα με μαντύλα, ένα ρουμάνο ΛΟΑΤΚΙ ή μία τζαμαικανή ρασταφάρι. Ο/η γιατρός σου στο NHS ( σύστημα υγειονομικής περιθαλψης) μπορεί να είναι Τούρκος, Βραζιλιάνος ή Πακιστανός.Αυτό δεν συνεπάγεται αυτόματα ότι όλοι νιώθουν εξίσου χαρούμενοι με όλη αυτή τη πολυτισμικότητα.
Brexit means Brexit!
Θεωρώ αδύνατον να ζεις σε ένα μέρος σαν την Αγγλία στην μέρες μας και να είσαι εντελώς απολίτικος. Θεωρώ επίσης τον ρατσισμό δυστηχώς μέρος της ανθρώπινης φύσης. Στην Ελλάδα το φαινόμενο αυτό άνθισε ιδιαίτερα την τελευταία δεκαετία. Η πιο ακραία έκφανση του ήταν χωρίς αμφιβολία η εκλογική επιτυχία της Χρυσής Αυγής.
Εικόνες απο την συνοικία του Chelsea
Με το Brexit, οι Άγγλοι αντίστοιχα αποδείχθηκε ότι θέλουν ναι μεν να είναι ελεύθεροι να πηγαίνουν διακοπές όπου θέλουν, να εργάζονται όπους θέλουν και να έχουν όλες τις πόρτες ανοιχτές αλλά να μην ισχύει το ίδιο για όλους τους υπόλοιπους. Αν οι έλληνες δεν ξέρουν πως να διαχειριστούν την απελπισία των ανθρώπων από την Μέση Ανατολή και την Αφρική που καταφθάνουν με φουσκωτά στις ακτές μας, οι πολύ πιο φειδωλοί εγγλέζοι εκφράσανε τις ενστάσεις τους σε ένα πολύ ευρύτερο φάσμα ξένων με πιό έμμεσους και ύπουλους τρόπους.
Σε έναν κόσμο όλο και περισσότερο αλληλοσυνδεόμενο λόγω της παγκοσμιοποίησης της οικονομίας, η Ευρώπη σαν πηγή εργατικού δυναμικού θα έπρεπε υποθετικά να θεωρείται από τις καλύτερες: Άνθρωποι που συχνά φοιτήσανε σε καλά πανεπιστήμεια και είχαν την τύχη να μεγαλώσουν σε ευνομούμενες κοινωνίες, που μπήκαν στον κόπο να μάθουν την γλώσσα και που πολιτιστικά δεν παρουσιάζουν έντονες διαφορές στον τρόπο ζωής και στις συνήθειες από τους Εγγλέζους…και όμως, το Ηνωμένο Βασίλειο σε μία παρόξυνση λαϊκισμού και φτωχά συγκαλημμένου ρατσισμού, οργάνωσε επίσημο δημοψήφισμα όπου το κύριο ερώτημα ήταν ουσιαστικά «θέλετε περισσότερους ευρωπαίους εδώ;» (Τα περί παρεμβατικού Ευρωπαϊκού δικαστηρίου ή την «αυτοδιάθεση» μας -«our soveiregnty!»- που κάθε bloke αναμασα εγώ τα ακούω βερεσέ).
Μέχρι εκείνο το καλοκαίρι του 2016, έλάχιστοι ευρωπαίοι είχαν μπει στο κόπο να βγάλουν βρεττανικό διαβατήριο μιας και είχαν το ισότιμο ευρωπαϊκό δικό τους. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μην έχουν δικαίωμα ψήφου, να μην έχουν φωνή και αυτό να κάνει ακόμα πιο έντονο το αντιδημοκρατικό του όλου εγχειρήματος.
'I need a voice': Portuguese woman's Brexit plea – video
Και αν στην Ελλάδα ο ρατσιστής πολιτικός έιναι τούμπανο στα στεροειδή, έχει ξυρισμένο κεφάλι και χαιρετά ναζιστικά, στην Αγγλία το αντίστοιχό ανάλογο του φοράει κουστούμι, είναι φαινομενικά καλλιεργημένος, μιλάει πολύ καλά την γλώσσα του μα οι προθέσεις του είναι σκοτεινότερες από απύθμενο πηγάδι. O σταρ του συγκεκριμένου καλλουπιού ονομάζεται Nigel farage, αν και προσωπικότητες σαν τον τωρινό πρωθυπουργό της χώρας Boris Johnson χτίσανε επίσης καριέρες πουλώντας εθνική καθαρότητα και και ανωτερότητα την περίοδο προ του Brexit. Ο αντιευρωπαϊσμός του Farage συνάντησε σε κάποια φάση τον ελληνικό αντιευρωπαϊσμό και ένα βιντεάκι με το τίτλο «Άγγλος βουλευτής τους τα ψάλνει στο Ευρωκοινοβούλιο για την Ελλάδα!» είχε γίνει viral, μην εξηγώντας μας ποτέ κανείς ποιός είναι αυτός ο κύριος και ποια εν τέλει τα κίνητρα του. Πλέον στη μετα brexit εποχή ο Farage αναλώνεται σε περιπάτους στις ακτές του Dover όπου κοιτάει με τα κυάλια μήπως και βρει κανένα φουσκωτό με ταλαίπωρους ανθρώπους από το Κοσσυφοπέδιο ή την Αφρική που θέλουν να εισέρθουν στο νησί του, λες και πρόκειται για την πίσω αυλή του εξοχικού του (όλα αυτά πάντα μετα της παρουσίας κάμερας και δημοσιογράφων).
Θυμάμαι πόσο ξαφνιάστικα όταν σε online σεμινάριο στη δουλειά μου για τις διακρίσεις στο χώρο εργασίας είδα την ερώτηση «από ποιά χώρα είσαι;» να περιλαμβάνεται στις φράσεις που μπορούν να θεωρηθούν μέχρι και ως παρενόχληση εάν γίνουν με επιθετικό τρόπο. Τους πρώτους μήνες στη Αγγλία όταν κάποιος με ρωτούσε από που είμαι, το εκλάμβανα ως ευκαιρία να σπάσει ο πάγος και να συστηθώ. «Από την Ελλάδα!» έλεγα. «Έχεις πάει; Μήπως κανένα καλοκαίρι για διακοπές;» Γρήγορα κατάλαβα ότι ειδικά στο χώρο της δουλειάς, αυτό υπέκρυπτε αρνητική διάθεση του στυλ » από που είναι αυτή η προφορά; δεν μπορούσαν να προσλάβουν κάποιον ντόπιο;» ενώ έχω γίνει μάρτυρας σε πολλά αντίστοιχα περιστατικά όπου θα σου έρθει κάποιος πελάτης/ασθενής και θα ζητήσει να μιλήσει σε κάποιον «who speaks proper english» και θα θες να κάψεις όλα τα lower και proficiency που χαράμισες λεφτά και χρόνο να πάρεις
Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος και οι πολιτικές μανούβρες που ακολούθησαν με κάνει να πιστεύω ότι η χώρα αυτή δεν αξίζει τους μετανάστες που έχει. Χαρακτηριστικό το παράδειγμα των Πολωνών. Η χώρα της Ανατολικής Ευρώπης μπήκε στην ΕΕ μόλις το 2007, και το 2011 όταν τους δόθηκε το δικαίωμα να μετακινηνούνται ελεύθερα εντός της Ένωσης ήρθαν στην Αγγλία σε μαζικούς αριθμούς και έχουν φθάσει να έιναι σχεδόν ένα εκατομμύριο σήμερα. Να λοιπόν μία κοινότητα από ήσυχους, εργατικούς, μάλλον συντηρητικούς μετανάστες που θα έλεγε κανείς ότι μόνο πρόσφεραν και όμως, η δυσφορία των ντόπιων που θεωρούν ότι τους φάγανε τις δουλειές που οι ίδιοι ποτέ δεν θέλανε να κάνουνε είναι έντονη. Επιβεβαιώνοντας την πεποίθησής μου ότι όλοι οι λαοί είμαστε εν δυνάμει ρατσιστές, η Πολωνία είναι η χώρα της ΕΕ που έκανε σημαία της την εχθρότητα της προς τους νέους πρόσφυγες. Ταυτόχρονα παρατηρήθηκε ότι οι Άγγλοι ινδικής, αραβικής ή αφρικανικής καταγωγής ψηφίσανε μαζικά υπέρ του Brexit επειδή «γεμμίσαμε ευρωπαίους» ενώ αντίστοιχα παράδοξα παρατηρούνται και στις επαφές μεταξύ κοινοτήτων με τους άραβες να έχουν εξαιρετικά υποτιμητική νοοτροπία απέναντι στους μαύρους ή οι Τζαμαικανοί απένταντι στους Νιγηριανούς και αντιστρόφως κ.α.
Η εργασιακή κουλτούρα αυτού του τόπου και η προσαρμογή σου σε αυτή αποτελεί αυτου καθ αυτού μία τεράστια πρόκληση. Η πρώτη (αγενέστατη) ερώτηση που μου κάνουν σχεδών ακαριαία ακόμα και τυχαίοι άνθρωποι στην πατρίδα όταν τους λέω ότι εργάζομαι στην Αγγλία είναι «και πόσα βγάζεις; βγάζεις X; Βγάζεις Y;». Η εργασία στο εξωτερικό και ειδικά εδώ δεν είναι απλή υπόθεση και τίποτα δεν μας χαρίστηκε. Στην δική μου περίπτωση, ως φαρμακοποιός έζησα απόλυτα καταπιεστικές καταστάσεις ( το να καθίσεις …σε καρέκλα σε οποιαδήποτε στιγμή της βάρδιας σου σε ένα από αυτά τα πολυφαρμακεία όπου εργάζομαι αποδοκιμάζεται) μα μαθαίνεις εν τέλει και πολλά πράγματα και εξελίσσεσαι.
Η εξυπηρέτηση πελατών (το λεγόμενο customer service ) αποτελεί εδώ μία εντελώς διεστρεμμένη έννοια και αναμένεται να ανέχεσαι ακραία αντιπαθητικούς και παράλογους ανθρώπους. Γνωστός μου άγγλος μου είχε μεταφέρει την θεωρία του ότι η συχνά άθλια και βουτηγμένη στο αλκοολ συμπεριφορά των άγγλων όταν πηγαίνουν για τουρισμό εκτός της χώρας του είναι αποτέλεσμα αυτής της πίεσης που βιώνουν στην επαγγελματική τους ζωή. «Είναι το φαινόμενο του pressure cooker (χύτρας ταχύτητος)», μου είπε. «Όταν αναγκάζεσαι να είσαι συνεχώς καθως πρέπει, συνεχώς υπό πίεση και στρες, θέλεις να εκτονωθείς δίχως να σκέφτεσαι τους τρόπους σου ή οτιδήποτε περαιτέρω.»
Όσο για την περήφημη αγγλική αστική παιδεία, τι ακριβώς συνεπάγεται; Μαθαίνεις λοιπόν να επιδεικνύεις περισσότερη υπομονή στις ουρές και να περιμένεις να βγούνε οι άνθρωποι από το μετρό για να μπεις εσύ μετά. Περισσότεροι κανόνες και κοινωνικές συμβάσεις διέπουν την ζωή σου. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα λιγότερο αυθορμητισμό αλλά και λιγότερη αγένεια. Αντίστοιχα ο λόγος σου εμπλουτίζεται με τουλάχιστον μία με δύο περιττές εκφράσεις τυπικής ευγένιας ανά συζήτηση. Θυμάμαι στην αρχή να νιώθω ότι συνεχώς ζητούσα συγνώμη σε πελάτες στην δουλειά χωρίς λόγο («δεν έχουμε αυτο το προϊόν, συγνώμη» ή το Σάββατο κλείνουμε στις πέντε, συγνώμή»). Αντίστοιχα οι άνθρωποι εξέφραζαν τα παράπονα κυρίως αφήνοντας υπονοούμενα όπως » i should say i am really annoyed» ή » i am not impressed » ( νιώθω ενοχλημένος, δεν νιώθω εντυπωσιασμένος) . Ε καί; Σκέφτεται ο μεσογειακός μου εγκέφαλος αλλά οι κώδικες επικοινωνίας εδώ είναι εντελώς διαφορετικοί.
Η εμπειρία ενός έλληνα στην Αγγλία θεωρώ ότι εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το σε ποιά πόλη ζεί. Συχνά αναρωτιέμαι για τις ζωές όλων εκείνων που βλέπω στην αρχή του Ράδιο Αρβύλα να παρακολουθούν μαγνητοσκοπόντας την ίδια τους την παρακολούθηση της εκπομπής από διάφορες πόλεις τις Αγγλίας όπως Bristol, Newcastle και Liverpool. Τι τους οδήγησε στο εξωτερικό, τι εργασία έχουν βρει και σε τι συνθήκες ζούνε.
Υπάρχουν πράγματα εδώ, μικρές λεπτομέρειες της καθημερινότητας που εκτιμώ ιδιαίτερα. Το πόσο αγαπάει για παράδειγμα ο κόσμος την λογοτεχνεία και το θέατρο, πόσο συχνά βλέπω στο μετρό ή στο λεωφορείο κάποιον να διαβάζει ένα βιβλίο αντί του να παίζει με το κινητό του. Από τον σεβασμό των οδηγών στους πεζούς στους δρόμους μέχρι την καθαριότητα και τάξη στους δημόσιους χώρους.(σπάνιο να δεις γκράφιτι σε τοίχους ή ιστορικά κτίρια), τίποτα δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένο και αξίζει να επικροτείται όταν το συναντάς. Κυρίως όμως η πόλη ξεχωρίζει ως φορέας σκέψης και πολιτισμού. Ο δημόσιος διάλογο σε θέματα κοινωνικά ή πολιτικά είναι απολαυστικά περίπλοκος. Άνθρωποι που τους θεωρείς ινδάλματα σου μπορεί να περπατούν τους ίδιους δρόμους με εσένα. Ανακαλώ το βουβό ενθουσιασμό μου όταν αντίκρυσα τυχαία την Annie Lennox των Eurythmics να περπατάει στο πεζοδρόμιο με μία φίλη της ένα απόγευμα καθοδών προς το γυμναστήριο μου ή την Τουρκάλα συγγραφέα Elif Shafak στο μετρό καθώς πήγαινα στη δουλειά.
Ομολογώ ότι ήρθα εδώ κυρίως λόγω του πόσο εξωγήινος ένιωθα εντός της ελληνικής κοινωνίας, των προσδοκιών της και των γύρω μου που ποτέ δεν με εκφράζανε. Είχα βαρεθεί να ακούω δέκα φορές την ημέρα στην τηλεόραση τι σκέφτεται ή τι δεν σκέφτεται ο Ενρτογάν, ήθελα να βρω ένα καινούργιο τόπο, να βρω την ανωνυμία και να γράψω την δική μου ιστορία όποια και αν είναι αυτή. Βρήκα ναι μεν ευκαιρίες αλλά και πολύ αμφισβητησή. Βρήκα καλούς τρόπους μα σε καμιά περίπτωση γνήσια από καρδιάς φιλοξενία. Βρήκα επίσης δυστηχώς εθνική αλαζονία και ξιπασιά, κάτι που υπήρχε και στην Ελλάδα σε άλλη βέβαια μορφή. Αν ποτέ γυρίσω στην πατρίδα ή μεταναστεύσω σε μία τρίτη χώρα, θα είμαι σίγουρα σοφότερος μα και πολύ μα πολύ πιο κυνικός!
Ζώντας στο Λονδίνο για πέντε χρόνια
Μαθαίνουμε από πολύ μικροί να εξιδανικέυουμε την Αγγλία. Παιδιά ακόμα, οι γονείς μας θα μας στείλουν σε κάποιο φροντιστήριο αγγλικών για να μάθουμε μία πρώτη ξένη γλώσσα με την ελπίδα να προστεθούν και άλλες στην συνέχεια. Εκεί εξοικιωνόμαστε όχι μόνο με την γραμματική και τα phrasal verbs αλλά και με ιδέες και προκατασκευασμένες αντιλήψεις που επικρατούν γύρω από την συγκεκριμένη χώρα. Το στερεότυπο που συνήθως μας δίδεται είναι ουσιαστικά τόσο αληθινό όσο και ένα επεισόδιο του Downtown Abbey. Οι άγγλοι σύμφωνα με αυτές τις γενικεύσεις, είναι ένας κομψός, ευγενέστατος, ακριβής και φιλόζωος λαός. Κουβαλάνε πάντα μία ομπρέλα («γιατί εκεί όλο βρέχει!») και προτιμούν το τσάι αντί του καφέ. Στην κεφαλή της διοίκησης της βρίσκεται μία συμπαθητική υπέργηρη η οποία μένει σε ένα περίφημο παλάτι στο κέντρο της πρωτεύουσας και την φρουρούν έφιπποι στρατιώτες με χαρακτηριστική στολή με κόκκινο σακάκι, μαύρο παντελόνι και ψηλό φουντωτό, γούνινο καπέλο.
Για εμένα, καθώς μεγαλώνα και ιδιαίτερα στη διάρκεια της (παράξενης όπως όλων) εφηβείας μου, υπήρξε επιπλέον και ένας ακαριαίος έρωτας με την μουσική σκηνή του νησιωτικού αυτού έθνους. Στην Ελλάδα πάντα ένιωθα ότι το φολκλορικό στοιχείο παραήτανε έντονο και ειδικά στην ελληνική ποπ, τα πάντα παραήτανε απλοποιημένα: στα περισσότερα τραγούδια που έπαιζαν στα ελληνικά ερτζιανά στην δεκαετία του 90, συγχορδίες, μοτίβα και ρυθμοί επαναλαμβάνονταν διαρκώς και το κύριο άγχος του όποιο στιχουργού ήταν να παρηγάγει αναγκαστικές ομοικαταληξίες τραβηγμένες από τα μαλλιά και μεγαλοστομίες για πρωτόγνωρες καψούρες. Αντίστοιχα ένιωθα ότι υπήρχαν ξένοι καλλιτέχνες που ακούγονταν απείρως πιο τολμηροί και πολυεπίπεδοι. Ακόμα και ένα δημοφιλές συγκρότημα όπως οι ιρλανδοί Cranberries για παράδειγμα, τους οποίους σνόμπαρε ο μουσικός τύπος της εποχής ως πολύ γλυκερούς ή αφελείς, πείθανε εύκολα ως πιο γνήσιοι τραγουδώντας για τον έρωτα ή τις ανασφάλειες της νιότης (αξέχαστη η Dollores O’Riordan) .
Όταν τίθονταν λοιπόν το δίλημμα «ελληνική ή ξένη μουσική;», πάντα προτιμούσα την ξένη, όχι αναγκαία την αγγλική αλλά σίγουρα την αγγλόφωνη.
Μετά από μία λοιπον περιπλάνηση ενός έτους στην Ισπανία για εργασία και έναν ενδιαφέροντα μα άκαρπο για την επαγγελματική μου σταδιοδρομία χρόνο σπουδών στην Ολλανδία, μετακόμησα τελικά στο Λονδίνο το καλοκαίρι του 2015. Έφτασα στην πόλη σε μία πολύ ατυχή χρονική συγκηρία, μόλις μία βδομάδα μετά το δημοψήφισμα του 2015 για το μνημόνιο, με τις τράπεζες στην Ελλάδα κλειστές και χωρίς καμία πρόσβαση στις οικονομίες μας. Θυμάμαι τις κάρτες μου αρχικά να μην λειτουργούν και μόνον μετά από κάποιες βδομάδες να μας δίνεται η δυνατότητα ανάληψης μόλις είκοσι αγγλικών λίρων την ημέρα. Αν δεν υπήρχαν κάποιοι καλοί φίλοι να προσφέρουν τον καναπέ τους και κυρίως ηθική υποστηριξή, δεν νομίζω ότι θα άντεχα για πολύ καιρό πριν πάρω την πτήση της επιστροφής.
Γρήγορα βρήκα δουλειά αρχικά σαν υπάλληλος σε φαρμακείο και στη συνέχεια σαν φαρμακοποιός που είναι και το αντικείμενο των σπουδών μου. Εργάστηκα για αρκετό καιρό σε απαράδεκτες συνθήκες και στη συνέχεια σε λιγότερο απαράδεκτες, σταδιακά εξελίχθηκα και έχτισα κάτι εδώ. Είχα την τύχη/ατυχία να δουλέψω σε πόστο που με έφερε σε επαφή με πολλούς ανθρώπους μέσης και μεγαλύτερης ηλικίας, κάτι που μου έδωσε και μία περαιτέρω κατανόηση της νοοτροπίας του κόσμου που ίσως δεν θα αποκτούσα εάν είχα για παράδειγμα ένα πόστο σε κάποιο γραφείο.
Το Λονδίνο είναι μία συναρπαστική και ταυτόχρονα βάρβαρη, μοναχική μεγαλούπολη. Ίσως το πιο πολυτισμικό μέρος του πλανήτη, εδώ είμαστε κυριολεκτικά όλοι από κάθε γωνιά την υφηλίου προσπαθώντας να κυνηγήσουμε όνειρα και ευκαιρίες. Συνυπάρχουν κουλτούρες, νοοτροπίες, φαγητά, ντυσίματα, θρησκείες και φυλές πάνω σε ένα αστικό ταμπλό όπου αυτό που μοιάζει κυρίως να μας ενώνει είναι η γλώσσα. Η πόλη είναι σίγουρα η πιο ακριβή της ηπείρου, εάν όχι του πλανήτη. Το χάσμα στην ποιότητα ζωής μεταξύ των πλουσίων των ανώτερων οικονομικών τάξεων και των οικονομικά ασθενέστερων που ζούνε σε council houses/εργατικές κατοικίες και σε υποβαθμισμένες γειτονιές της πόλης όπως Walthamstow, Plumbstead ή Forest Hill. είναι το πιο μεγάλο που θα βρει κανείς σε χώρα της Δύσης. Έξοδα όπως ενοίκια και μεταφορικά ξεπερνούν την κοινή λογική. Είναι ένας τόπος όπου κανείς μπορεί να εξελιχθεί επαγγελματικά και κυρίως ως προσωπικότητα επειδή θα ζήσει αυτές τις εμπειρίες και δυσκολίες και θα γνωρίσει απροσδόκητους ανθρώπους που θα τον βοηθήσουν να κατανοήσει καλύτερα τον κόσμο.
Για τον μέσο τουρίστα τώρα, το Λονδίνο περιλαμβάνει κάποια all time classics όπως το Βig Ben, το παλάτι του Buckingham, την περιοχή του Covent Garden ή και την τεράστια αν και κάπως άδεια, Trafalgar square. Αν θα μπορούσα να προτείνω κάτι επιπλέον στην όλη εμπειρία, αυτό θα ήταν να επισκεφθείται αυτά τα μνημεία ως μέρος ενός free walking tour. Φοιτητές ιστορίας ή καλών τεχνών θα σας περπατήσουν και θα σας παρέχουν όλες τις απαραίτητες πληροφορίες, συχνά με πολύ περισσότερη όρεξη, χιούμορ και θετική ενέργεια από ξεναγούς που χρησιμοποιούν τα τουριστικά γραφεία. Στο τέλος απλά δίνετε ένα πόσο ως φιολοδόρημα, όσο πιστεύετε ότι άξιζε η περιήγηση μαζί τους. Εγώ με τον αδερφό μου όταν είχε έρθει να με επισκεφτεί την άνοιξη του 2018, είχαμε χρησιμοποιήσει τα strawberrytours ( το λεγόμενο landmarks tour – west ) και είχαμε μείνει αρκετά ικανοποιημένοι.
Εικόνες από τo Covent Garden
Ένα ακόμα μέρος του Λονδίνου που αποτελεί τόπο προσκυνήματος και υποχρεωτική στάση για κάθε έλληνα τουρίστα είναι το Βρεττανικό Μουσείο. Το κίνητρο φυσικά είναι πολύ συγκεκριμένο: η θέαση των περίφημων γλυπτών του Παρθενώνα. Θεωρώ ότι ορθώς θέλουμε να τονίσουμε την ιστορική αδικία της ακρωτηριασμένης μας πολιτιστικής κληρονομιάς αλλά συχνά παρατηρώ το φαινόμενο οι συμπατριώτες μας να εστιάζονται μόνο σε αυτό και να αγνοούν τον μεγαλύτερο όγκο των υπόλοιπων εκθεμάτων. Ιδιαίτερη μνεία αξίζει η αιγυπτιακή πτέρυγα, η πτέρυγα με εκθέματα από το μαυσολείο της Αλικαρνασσού ενώ μεταξύ άλλων θα βρείτε στην Gallery 24 και έναν μοναχικο Μοάι, ένα από τα διάσημα τεράστια λαξευμένα άγαλματα που κοσμούν το νησί του Πάσχα του Ειρηνικού Ωκεανού (το οποίο ένας θεός ξέρει πως έφτασε μέχρι εδώ). Πάρα πολλά από τα εκθέματα έχουν ζητηθεί να επιστραφούν από διάφορες χώρες ανα την υφήλειο πέραν της Ελλάδας. Mπορεί το Βρεττανικό Μουσείο να αντιστέκεται πεισματικά απέναντι στη πίεση αυτή, την ίδια στιγμή όμως άλλα μουσεία της Γαλλίας και της Γερμανίας έχουν συμφωνήσει σε επιστροφές πολιτιστικών θησαυρών κυρίως στη Νιγηρία και στο Μπενίν. Στόχος της χειρονομίας αυτής είναι να δωθεί επιτέλους η ευκαιρεία στη νεολαία της Αφρικής να έχει πρόσβαση στην τέχνη που η ίδια γέννησε.
Επίσης δεν μπορεί κάποιος να έρθει στην βρεττανική πρωτεύουσα και να μην πραγματοποιήσει μία βόλτα στο Hyde Park. Tο τεράστιο αυτό πάρκο στο κεντρικό Λονδίνο εγκαινιάστηκε από το βασιλιά Herny τον πέμπτο το 1536 και αρχικά χρησιμοποιήθηκε σαν κυνηγετικός χώρος. Σήμερα αποτελεί τόπο χαλάρωσης, άθλησης και εκτόνωσης για τους πολίτες του κεντρικού/δυτικού Λονδίνου. Παραδόξως επρόκειτο για το αξιοθέτο που χαροποίησε και εντυπωσίασε περισσότερο από όλα όσους συγγενείς και φίλους μου έχουν έρθει να με επισκεφθούν. Κάτι η έλλειψη πρασίνου στις δικές μας πόλεις, κάτι η αδυναμία της πολιτείας να χτίσει και να συντηρήσει αξιοπρεπή πάρκα εντός των μεγάλων ελληνικών αστικών κέντρων μάλλον συνεισφέρει στο να του αποδίδεται εξέχοντας θαυμασμός από τους συμπατριώτες μας.
Πέραν του Hyde Park, το πράσινο που αποτελεί γενικά οργανικό κομμάτι της τεράστιας αυτής μεγαλούπολης και αυτό είναι κάτι για το οποίο αξίζουν τα εύσημα οι αρχές αλλά και οι πολίτες του που συνεισφέρουν μέσω του σεβασμού που δείχνουν στους δημόσιους χώρους. Για μία μικρή περίοδο τριών μηνών έμενα στο νότιο Λονδίνο, μεταξύ tooting bec και streatham , μία συνοικία που μάλλον θεωρείται υποβαθμισμένη. Το αστικό ορίζοντα της γειτονιάς μου γέμμιζαν πολλά ομοιόμορφα και άχαρα κτίρια που στεγάζανε βιοπαλαιστές από την Πολωνία, την Σομαλία και τη λοιπή Αφρική. Υπάρχει όμως ένα τεράστιο πάρκο και εκεί το οποίο είναι και αυτό καθαρό και περιποιημένο. Δεν θα συναντήσει κανείς ούτε παρατημένες σύριγγες ούτε αμελημένα παρτέρια. Οι κάτοικοι αντ αυτού το προσέχουν και το χρησιμοποιούν για να πραγματοποιήσουν περιπάτους με τα σκυλιά τους, οικογενειακά πικνικ ή για να αθληθούν.
Άλλοι πνεύμονες πρασίνου άξιοι αναφοράς είναι το τεράστιο Richmond park όπου ένα αναπάντεχο αξιοθέατο του είναι οι αγέλες από ελάφια που ζουν εκεί. Συχνά συμπεριλαμβανόμενοι στις λίστες με τα καλύτερα αξιοθέατα του ευρύτερου Λονδίνου είναι και οι Kew Gardens. Η ειδηοποιός διαφορά εδώ είναι οι πολύ λιγότεροι εως καθόλου τουρίστες και κάποια ενδιαφέροντα αν και λίγο παράταιρα ασιατικά μνημεία. Μία ένσταση που έχω σχετικά με τους κήπους αυτούς είναι το γεγονός ότι υπάρχει προκλητική είσοδος των 19.25 αγγλικών λίρων ( περίπου 23 ευρώ ) που δεν ξέρω ακριβώς τι την δικαιολογεί. Εν τέλει δεν είναι ένα πάρκο για όλο το κοινό μα μόνο για αυτούς που τους διακρίνει μία παραιτέρω οικονομική άνεση σε μία εκνευριστικά ακριβή πόλη.
Τέλος να αναφέρω ότι τις ηλιόλουστες μέρες πολλά και από τα ιστορικά νεκροταφεία της πόλης παίζουν τον ρόλο χώρων χαλάρωσης και εκτόνωσης για τα πάντοτε τεταμένα νεύρα των πρωτευουσιάνων.
Η αυτοκρατορική κομψότητα του Λονδίνου δεν εξαντλείται βεβαίως σε τέσσερα πέντε σημεία τουριστικού ενδιαφέροντος. Κάποιος μπορεί να περάσει μέρες ολόκληρες τριγυρνώντας στο ευρύτερο κέντρο (μία περιοχή που περιλαμβάνει σχεδών ολόκληρη της Zone 1 του μετρό) και να μην χορταίνει τα μαγαζιά, την δημιουργική βαβούρα της κομβικής αυτής μεγαλούπολης και την αρχιτεκτονική όπου το εκλεπτυσμένα ιστορικό εναλλάσεται με το τολμηρά καινούργιο. Ένα τέτοιο παράδειγμα ταιριαστής νεωτεριστικής προσθήκης στο κλασσικό είναι η η γέφυρα του Embakment ( district line) με την φουτουριστική αρχιτεκτονική της και μία από της πιο όμορφες θέες της πόλης καθώς την διασχίζεις από το βόρειο προς το νότιο άκρο της.
Αντίστοιχα ενδιαφέρουσα αντίθεση αυτή μεταξύ της γέφυρας του Πύργου (ή Tower Bridge στα αγγλικά) και της μοντέρνας συνοικίας που την περιβάλλει (μία από τις πιο πετυχημένες αναπλάσεις εξωτερικών χώρων σε όλη τη πόλη). Η γέφυρα έχει ως πυλώνες της δύο δίδυμους πυργους χτισμένους εντός του Τάμεση και αποτελεί σήμα κατατεθέν του ιπποτικού παρελθόντως της πόλης. Εκεί κοντά βρίσκεται ο πιο ιδιαίτερος ουρανοξύστης του Λονδίνου, το 72 ορόφων τριγωνικό Shard, σχεδιασμένο από τον Ιταλό αρχιτέκτονα Renzo Piano και χρηματοδοτούμενο με κεφάλαια από το Κατάρ. Η θέα του φωτισμένου κτιρίου μετά τη δύση του ηλίου είναι κάτι το μαγικό.
Λιγότερο καλαίσθητη και περισσότερο ενδεικτική του πως οικονομικές πιέσεις αλλοτροιώνουν την φυσιογνωμία των μεγαλουπόλεων στις μέρες μας είναι η συνοικία του City όπου πριν κορονωϊού και brexit στεγάζονταν όλες οι χρηματιστηριακές εταιρείες του Λονδίνου και επί του παρόντος αποτελεί πόλη φάντασμα. Οι ολοένα και περισσότερες κατασκευές-μεγαθήρια από ατσάλι και γυαλί δεν θα έλεγα ότι δένουν αρμονικά με τις πιο παραδοσιακές κατασκευές των περιοχών που τις συνορεύουν.
Κάτι άλλο που σίγουρα αξίζει να επισκεπτείτε είναι η περιοχή του Greenwich στην νοτιο-ανατολική ακτή του Τάμεση την οποία μπορείτε να προσεγγίσετε είτε μεσω μετρό και μετά προαστιακό, είτε με τουριστικό καραβάκι που ξεκινά από το σταθμό Westminster, ακριβώς απέναντι από το London Eye ( όμορφη αν και εξαντλητική η διαδρομή). Πέρα από την αδιαμφισβήτητη κομψότητα της γειτονιάς, υπάρχουν το αστεροσκοπείο του Greenwich που περιβάλλεται από ένα περιποιημένο πάρκο, το πλοίο Cutty Sark και διάφορα άλλα ιστορικά κτίρια. Ευχάριστη μα όχι απαραίτητη η επίσκεψη στο ναυτικό μουσείο που βρίσκεται στο ίδιο χώρο.
Προ πανδημίας τουλάχιστον, λειτουργούσε δύο δρόμους παραπέρα μία πολύ ενδιαφέρουσα ημιστεγασμένη food court, ιδανική για γρήγορο μεζέ. Food court ονομάζεται ένας χαλαρά οριοθετημένος χώρος προορισμένος για επισκέπτες που θέλουν να γευματίσουν κάτι και που περιτριγυρίζεται από επιχειρήσεις εστίασης. Τέτοια κατασκευαστικά concept βρίσκει κανείς σε κάθε εμπορικό κέντρο ανά την υφήλιο, αν και να σημειώσω ότι ευτηχώς οι αντίστοιχες του Λονδίνου διακρίνονται από περισσότερο στυλ και ζέση.
Πέραν αυτού η πόλη διακρίνεται από μία αρκετά συγκεκριμένη αρχιτεκτονική ιδιομορφία και τάξη. Ακόμα θυμάμαι πόσο γραφικές μου φαινόντουσαν αδιάφορες κωμοπόλεις όπως το Redhill, Purley και Horley από το παράθυρο του τρένο από το αεροδρόμειο Gatwick προς στον σταθμό της Victoria, στις πρώτες μία δύο επισκέψεις μου εδώ ως τουρίστας. Εξίσου θελκτική μου ήταν και η ρημοτομία εντός της πόλης. Οι εικόνες αυτές συχνά δίνουν στο επισκέπτη την ψευδαίσθηση άνετων συνθηκών διαβίωσης για τους ενοίκους αυτών των κτιρίων, κάτι που τουλάχιστον εντός του Λονδίνου συχνά δεν ισχύει. Μου πήρε ελάχιστο καιρό να καταλάβω ότι αυτά τα διώροφα ή τριώροφα βικτωριανά σπίτια είναι συνήθως χωρισμένα σε τέσσερα με πέντε επιμέρους κομμάτια ή ότι κάθε δωμάτιο εντός του σπιτιού πιθανότατα νοικιάζεται σε διαφορετικό άνθρωπο ο οποίος μοιράζεται το μπάνιο, την κουζίνα και το καθιστικό με αγνώστους. Και όταν λέμε ενοικιαστή δωματίου δεν εννοούμε κάποιον φοιτητή ή πιτσιρικά που δουλεύει σε φασφουτάδικο και θέλει απλώς κάπου να κοιμάται αλλά για ώριμους, συχνά επιτηχημένους μεσήλικες επαγγελματίες που μπορεί να δουλεύουν σε τράπεζες, εταιρίες IT , σε νοσοκομεία κ.α. Στο Λονδίνο άλλωστε πρωτοείδα τις προσβλητικές αγγελίες για πανάκριβα ενοικιαζόμενα δωμάτια «from Monday to Friday» όπου άνθρωποι αναμένεται να νοικίαζουν τον χώρο τις εργάσιμες που χρειάζεται να είναι στην πρωτεύουσα και μετά καλύτερα να εξαφανιστούν και να αφήσουν τον ιδιοκτήτη στην ησυχία του. Πρόκειται για σπιτονοικοκυραίους που θέλουν να κερδοφορήσουν χρησιμοποιώντας μέρος της κατοικίας τους αλλά στην πραγματικότητα τους προκαλεί αλλεργική αντίδραση η ιδέα να συζήσουν με άλλους ανθρώπους. Κακός συνδυασμός για μία υποτίθεται επιθυμητή συνύπαρξη…
Στον τομέα της γαστρονομίας τώρα, συχνά οι Λονδρέζοι υπερηφανεύονται ότι στη πόλη τους μπορείς να απολαύσεις οποιαδήποτε εθνική κουζίνα επιθυμείς. Λόγω της πολυπολιτισμικότητας, αυτό όντως αληθεύει αν και η εμπειρία συχνά υστερεί σε ποιότητα και μερίδες. Πάρτε για παράδειγμα τα ελληνικά εστιατόρια όπως την αλυσίδα The Real Greeκ: οι συνταγές της ελληνικής κουζίνας βασίζονται σε μεσογειακά προϊόντα που εδώ δεν ευδοκιμούν. Αναγκαστικά θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν πολλά λαχανικά και φρούτα που είναι εισαγώμενα οπότε και λιγότερο φρέσκα. Επιπλέον τα εστιατόρια αυτά φυσικά και δεν απευθύνονται μόνο σε έλληνες γιατί μόνο με αυτούς δεν θα μπορούσαν να επιβιώσουν. Κυρίως ελπίζουν σε πιθανούς εγγλέζους πελάτες, οι οποίοι, όντας μη εξοικιωμένοι στις δικές μας γεύσεις, θα παραγγείλουν μεν τα συνηθισμένα, (σουβλακι, τζατζίκι, χωριάτικη ) αλλά οτιδήποτε πιο εξεζητημένο ίσως τους ξενίζει. Ως αποτέλεσμα τα ελληνικά αλλά και τα περισσότερα εθνικ εστιατόρια προσφέρουν τα 4-5 στάνταρ εύκολα πιάτα άλλα παρατηρείται μία ηθελημένη «αραίωση» ή ολοκληρωτική αποφυγή των πιο περίπλοκων γεύσεων. Στα περισσότερα ιρανικά εστιατόρια για παράδειγμα, προσφέρουν κατά κύριο λόγο barbecue στη σχάρα και αρωματικά πιλάφια αλλά κάτι υπέροχες σούπες, τοπικά ψωμιά ή στιφάδο (Ghormeh Sabzi) της πέρσικής κουζίνας, μόνο αν ξέρεις καμιά ιρανή στην δουλειά σου και σε καλέσει σε γεύμα.
Προτιμήστε να εξερευνήσετε τις επιλογές σας με τη βοήθεια του διαδυκτίου και γενικά αποφύγεται τις αλυσίδες εστίασης και τις pub, εκτός άν ψάχνετε απλώς να απολαύσετε μία ή περισσότερες μπύρες . Από όσα επισκέφθηκα τα τελευταία χρόνια, ιδού τέσσερα μέρη που αξίζουν μία δοκιμή.
The Palomar | Soho | Central London Restaurant & Kitchen Bar
Noura Restaurant
Dishoom | From Bombay with love
Για τους μεγαλύτερους σε ηλικία επισκέπτες με διαθέσιμο ρευστό πάντως, το πιο θελτικό ενός ταξιδιού στο Λονδίνο είναι φυσικά η δυνατότητα για ψώνια…ψώνια ψώνια πολλά και ατέλειωτα ψώνια. Αξέχαστη μου έχει μείνει μία σκηνή στην πιο γκρινιάρικη και ηθελημένα μίζερη σειρά στην ιστορία της ελληνικής τηλεόρασης, Το Ρετιρέ ! Στο συγκεκριμένο επεισόδιο η Κατερίνα (Γιουλάκη) πείθεται από την εγγονή της Ειρήνη ( Τζόυς Ευίδη) και την μητέρα της την κυρία Σοφία ( Κούλα Αγαγιώτου ) να πάνε εκδρομή στο Λονδίνο. Καθώς ετοιμάζουν βαλίτσες όμως, την παραμονή της αναχώρησης, μία σειρά από συνάδελφoι, άσπονδοι φίλοι και γνωστοί τους επισκέπτονται με διαφορά δευτερολέπτων ο ένας από τον άλλον για να τους ζητήσουν να τους φέρουν δώρα ( μία τσάντα, ένα δερμάτινο μπουφάν, μία κρέμα «γιατί το Λονδίνο έχει τις καλύτερες»!). Εννοείται βεβαίως ότι όλες οι αγορές θα γίνουν ξοδεύοντας το περιορισμένο δικό τους συνάλλαγμα (εκείνες τις εποχές οι φιλόδοξοι έλληνες ταξιδιώτες έκαναν αίτηση στην Τράπεζα της Ελλάδος για την αγορά συναλλάγματος, συνήθως δολλαρίων). Αφού το κακό παραγίνεται, η σκηνή τελειώνει όπως και τόσες άλλες στο Ρετιρέ, με την Κατερίνα εκτός εαυτού να αδειάζει βαλίτσες φωνάζοντας και βάζοντας την κακόμοιρη μητέρα της πάλι στη θέση της ( «Λονδίνο δεν μου ήθελες!!!!!» ).
Η φήμη της εγγλέζικης πρωτεύουσας ως ιδανικός προορισμός για αγορές ειδών πολυτελείας είναι διαχρονική. Πρόκειται για μία μέκκα του καπιταλισμού όπου κάποιος μπορεί να ξοδέψει άπειρα χρήματα σε οτιδήποτε τραβάει η όρεξη του. Πράγματι τόσο κομψο εμπορικό δρόμο σαν την Regent Street δυσκολα θα βρεις αλλού στον κόσμο (αν και τελευταία φορά που κατέβηκα στο κέντρο στη piccadily circus, κατάθλιψη με έπιασε με τα πάμπολα προς ενοικίαση καταστήματα τριγύρω μου). Τα περίφημα Harolds στην περιοχή Knightsbridge παραμένουν ένα ακόμα σημείο αναφοράς. Πρόσφατα το πολυκατάστημα το ξαναθυμήθηκαν οι Έλληνες όταν ο τενίστας Στέφανος Τσιτσίπας τουίταρε τον ενθουσιασμό του μετά από μία επίσκεψη του εκεί. Ακολούθησαν άπειρα επιθετικά και κακεντρεχή σχόλια από έλληνες χρήστες του δυαδικτίου οι οποίοι πέραν από τις αθλητικές νίκες, απαιτούν και από τους πρωταθλητές με ελληνικής καταγωγή να ζουν βίο ταπεινό που να μην τους προκαλεί.
Μη όντας ιδιαίτερα καταναλωτικό όν και κάπως αδιάφορος για είδη ένδυσης ή για καλλυντικά, θα προτιμούσα να εστιάσω σε κάτι άλλο που πραγματικά δεν βιώνεται πουθενά αλλού εκτός του Λονδίνου, κάτι που θα πρέπει να αποτελεί υποχρεωτική εμπειρία για κάθε επισκέπτη : ένα εισιτήριο σε μία παράσταση, θεατρική ή μιούζικαλ. To West End είναι η πασίγνωστη συνοικία στο κεντρικό Λονδίνο που περιλαμβάνει πολυάριθμες θέατρικές στέγες. Τα θεάματα που φιλοξενούνται τείνουν να είναι πανάκριβα αλλά υπάρχει δυνατότητα να βρείτε για φθηνά εισιτήρια σε μπροστινές θέσεις (τα λεγόμενα dayseats) μέσω εφαρμογών στο κινητό όπως το todaytickets. Ακόμα και αν κάποιος δεν μιλά καλά αγγλικά, θα εντυπωσιαστεί από την λάμψη, τον επαγγελματισμό και το μέγεθος των παραγωγών αυτών αλλά και από το ταλέντο όλων των εμπλεκομένων εντός και εκτός σκηνής, ηθοποιούς, τραγουδιστές , χορευτές, σεναριογράφους, μουσικούς ή τεχνικούς. Κάποια από αυτά το musicals συνεχίζουν να παίζονται για χρόνια με ανανεωμένο τον θίασο τους ανά διετία-τριετία. Μερικές παραστάσεις που θα προτείνα είναι το Book of Mormons, το Φάντασμα Της ‘Oπερας και το Funny Girl αν και όπου και να πάτε θα περάσετε υπέροχα.
Άλλες εναλλακτικές προτάσεις προκειμένου να γευτείτε της πολιτιστικής ζωής της πόλης αποτελούν μία παράσταση όπερας στην περίφημη Royal Opera of London ή μία χορευτική παράσταση στο Saddler’s Wells, ένα μικρό, κομψό θέατρο στο βόρειο Λονδίνο στην συνοικία Angel που φιλοξενεί εγχώριους και διεθνείς θίασους μπαλέτου, τόσο κλασσικού όσο και σύγχρονου.
Αυτό που ιδιαιτέρως μιλά στις καρδιές ειδικά των νέων επισκεπτών του Λονδίνου είναι η ποπ και ροκ κουλτούρα του που σε πολλές περιπτώσεις έφτασε να γίνει πανευρωπαϊκή και κοινό κτήμα πολλών. Εκεί είναι που το Λονδίνο μου χάρισε απλόχερα τα δώρα του. Στην διάρκεια της τελευταίας πενταετίας παρακολούθησα αμέτρητες ποπ και ροκ συναυλίες. Όποιοδήποτε καλλιτέχνης που έχει αποκτήσει ένα σεβαστό ακροατήριο και κυκλοφορήσει ένα άλμπουμ, μία στάση στο Λονδίνο θα την κάνει. Είχα την ευκαιρία να θαυμάσω τωρινά αλλά και παλαιότερα μουσικά μου είδωλα. Έστω για μία δύο ώρες είχα το προνόμιο να μοιραστώ τον ίδιο χώρο και οξυγόνο μαζί τους!…
Για μία συναυλία εκεί κοντά θυμάμαι ότι πρωτοεπισκέφθηκα και το Camden, μία νεανική φοιτητική συνοικία στο βόρειο Λονδίνο . Καφετέριες, υπαίθριες καντίνες και μαγαζιά με pop memorabilia του δίνουν χρώμα και ζωντάνια. Ενδιαφέρουσα προσθήκη το άγαλμα της Amy Winehouse στην Stables Market. Η αδικοχαμένη jazz τραγουδίστρια έφυγε μόλις στα 27 της το 2011 και ενώ τα media και η κοινή γνώμη είχαν μετατρέψει σε χόμπυ την γελοιοποίηση της και των πολλών εξαρτήσεων της, μόλις πέθανε πολύ υποκριτικά θυμήθηκαν οι πάντες τι γνήσιο ταλέντο ήταν και πόσο την αγαπάνε.
Σκηνές από το πολύχρωμο Camden
Στο ερώτημα τώρα τι κόσμος είναι οι ντόπιοι, απαιτούνται διευκρινισεις. Για ποιούς Λονδρέζους εν τέλει μιλάμε; Η πολυεθνικότητα του Λονδίνου ανέκαθεν αποτελούσε σημείο αναφοράς του και εντυπωσίαζε τους επισκέπτες της. Ακόμα θυμάμαι πόσο θαμπωμένος ήμουν παρατηρώντας όλες τις φυλές του Ισραήλ να μοιράζονται τις θέσεις εντός των βαγονιών του μετρό τον πρώτο καιρό. Μετά τους αρχικούς αυτούς μήνες ο θαυμασμός γρήγορα εξανεμίστηκε και αντικαταστάθηκε από γκρίνια γιατί τα βαγόνια του μετρό να είναι πάλι τόσο γεμμάτα και δεν μπορώ να βρώ θέση να καθίσω!
Συχνά σκεφτόμουνα πως το να ζείς στο Λονδίνο και να είσαι ρατσιστής είναι κάτι το αδύνατον, θα ασφικτιείς μέχρι θανάτου. Στην όποια δουλεία σου, πιθανώς να εργάστείς πλάι πλάι σε μία αιγυπτιακής καταγωγής Βρεττανίδα με μαντύλα, ένα ρουμάνο ΛΟΑΤΚΙ ή μία τζαμαικανή ρασταφάρι. Ο/η γιατρός σου στο NHS ( σύστημα υγειονομικής περιθαλψης) μπορεί να είναι Τούρκος, Βραζιλιάνος ή Πακιστανός.Αυτό δεν συνεπάγεται αυτόματα ότι όλοι νιώθουν εξίσου χαρούμενοι με όλη αυτή τη πολυτισμικότητα.
Brexit means Brexit!
Θεωρώ αδύνατον να ζεις σε ένα μέρος σαν την Αγγλία στην μέρες μας και να είσαι εντελώς απολίτικος. Θεωρώ επίσης τον ρατσισμό δυστηχώς μέρος της ανθρώπινης φύσης. Στην Ελλάδα το φαινόμενο αυτό άνθισε ιδιαίτερα την τελευταία δεκαετία. Η πιο ακραία έκφανση του ήταν χωρίς αμφιβολία η εκλογική επιτυχία της Χρυσής Αυγής.
Εικόνες απο την συνοικία του Chelsea
Με το Brexit, οι Άγγλοι αντίστοιχα αποδείχθηκε ότι θέλουν ναι μεν να είναι ελεύθεροι να πηγαίνουν διακοπές όπου θέλουν, να εργάζονται όπους θέλουν και να έχουν όλες τις πόρτες ανοιχτές αλλά να μην ισχύει το ίδιο για όλους τους υπόλοιπους. Αν οι έλληνες δεν ξέρουν πως να διαχειριστούν την απελπισία των ανθρώπων από την Μέση Ανατολή και την Αφρική που καταφθάνουν με φουσκωτά στις ακτές μας, οι πολύ πιο φειδωλοί εγγλέζοι εκφράσανε τις ενστάσεις τους σε ένα πολύ ευρύτερο φάσμα ξένων με πιό έμμεσους και ύπουλους τρόπους.
Σε έναν κόσμο όλο και περισσότερο αλληλοσυνδεόμενο λόγω της παγκοσμιοποίησης της οικονομίας, η Ευρώπη σαν πηγή εργατικού δυναμικού θα έπρεπε υποθετικά να θεωρείται από τις καλύτερες: Άνθρωποι που συχνά φοιτήσανε σε καλά πανεπιστήμεια και είχαν την τύχη να μεγαλώσουν σε ευνομούμενες κοινωνίες, που μπήκαν στον κόπο να μάθουν την γλώσσα και που πολιτιστικά δεν παρουσιάζουν έντονες διαφορές στον τρόπο ζωής και στις συνήθειες από τους Εγγλέζους…και όμως, το Ηνωμένο Βασίλειο σε μία παρόξυνση λαϊκισμού και φτωχά συγκαλημμένου ρατσισμού, οργάνωσε επίσημο δημοψήφισμα όπου το κύριο ερώτημα ήταν ουσιαστικά «θέλετε περισσότερους ευρωπαίους εδώ;» (Τα περί παρεμβατικού Ευρωπαϊκού δικαστηρίου ή την «αυτοδιάθεση» μας -«our soveiregnty!»- που κάθε bloke αναμασα εγώ τα ακούω βερεσέ).
Μέχρι εκείνο το καλοκαίρι του 2016, έλάχιστοι ευρωπαίοι είχαν μπει στο κόπο να βγάλουν βρεττανικό διαβατήριο μιας και είχαν το ισότιμο ευρωπαϊκό δικό τους. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μην έχουν δικαίωμα ψήφου, να μην έχουν φωνή και αυτό να κάνει ακόμα πιο έντονο το αντιδημοκρατικό του όλου εγχειρήματος.
'I need a voice': Portuguese woman's Brexit plea – video
Και αν στην Ελλάδα ο ρατσιστής πολιτικός έιναι τούμπανο στα στεροειδή, έχει ξυρισμένο κεφάλι και χαιρετά ναζιστικά, στην Αγγλία το αντίστοιχό ανάλογο του φοράει κουστούμι, είναι φαινομενικά καλλιεργημένος, μιλάει πολύ καλά την γλώσσα του μα οι προθέσεις του είναι σκοτεινότερες από απύθμενο πηγάδι. O σταρ του συγκεκριμένου καλλουπιού ονομάζεται Nigel farage, αν και προσωπικότητες σαν τον τωρινό πρωθυπουργό της χώρας Boris Johnson χτίσανε επίσης καριέρες πουλώντας εθνική καθαρότητα και και ανωτερότητα την περίοδο προ του Brexit. Ο αντιευρωπαϊσμός του Farage συνάντησε σε κάποια φάση τον ελληνικό αντιευρωπαϊσμό και ένα βιντεάκι με το τίτλο «Άγγλος βουλευτής τους τα ψάλνει στο Ευρωκοινοβούλιο για την Ελλάδα!» είχε γίνει viral, μην εξηγώντας μας ποτέ κανείς ποιός είναι αυτός ο κύριος και ποια εν τέλει τα κίνητρα του. Πλέον στη μετα brexit εποχή ο Farage αναλώνεται σε περιπάτους στις ακτές του Dover όπου κοιτάει με τα κυάλια μήπως και βρει κανένα φουσκωτό με ταλαίπωρους ανθρώπους από το Κοσσυφοπέδιο ή την Αφρική που θέλουν να εισέρθουν στο νησί του, λες και πρόκειται για την πίσω αυλή του εξοχικού του (όλα αυτά πάντα μετα της παρουσίας κάμερας και δημοσιογράφων).
Θυμάμαι πόσο ξαφνιάστικα όταν σε online σεμινάριο στη δουλειά μου για τις διακρίσεις στο χώρο εργασίας είδα την ερώτηση «από ποιά χώρα είσαι;» να περιλαμβάνεται στις φράσεις που μπορούν να θεωρηθούν μέχρι και ως παρενόχληση εάν γίνουν με επιθετικό τρόπο. Τους πρώτους μήνες στη Αγγλία όταν κάποιος με ρωτούσε από που είμαι, το εκλάμβανα ως ευκαιρία να σπάσει ο πάγος και να συστηθώ. «Από την Ελλάδα!» έλεγα. «Έχεις πάει; Μήπως κανένα καλοκαίρι για διακοπές;» Γρήγορα κατάλαβα ότι ειδικά στο χώρο της δουλειάς, αυτό υπέκρυπτε αρνητική διάθεση του στυλ » από που είναι αυτή η προφορά; δεν μπορούσαν να προσλάβουν κάποιον ντόπιο;» ενώ έχω γίνει μάρτυρας σε πολλά αντίστοιχα περιστατικά όπου θα σου έρθει κάποιος πελάτης/ασθενής και θα ζητήσει να μιλήσει σε κάποιον «who speaks proper english» και θα θες να κάψεις όλα τα lower και proficiency που χαράμισες λεφτά και χρόνο να πάρεις
Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος και οι πολιτικές μανούβρες που ακολούθησαν με κάνει να πιστεύω ότι η χώρα αυτή δεν αξίζει τους μετανάστες που έχει. Χαρακτηριστικό το παράδειγμα των Πολωνών. Η χώρα της Ανατολικής Ευρώπης μπήκε στην ΕΕ μόλις το 2007, και το 2011 όταν τους δόθηκε το δικαίωμα να μετακινηνούνται ελεύθερα εντός της Ένωσης ήρθαν στην Αγγλία σε μαζικούς αριθμούς και έχουν φθάσει να έιναι σχεδόν ένα εκατομμύριο σήμερα. Να λοιπόν μία κοινότητα από ήσυχους, εργατικούς, μάλλον συντηρητικούς μετανάστες που θα έλεγε κανείς ότι μόνο πρόσφεραν και όμως, η δυσφορία των ντόπιων που θεωρούν ότι τους φάγανε τις δουλειές που οι ίδιοι ποτέ δεν θέλανε να κάνουνε είναι έντονη. Επιβεβαιώνοντας την πεποίθησής μου ότι όλοι οι λαοί είμαστε εν δυνάμει ρατσιστές, η Πολωνία είναι η χώρα της ΕΕ που έκανε σημαία της την εχθρότητα της προς τους νέους πρόσφυγες. Ταυτόχρονα παρατηρήθηκε ότι οι Άγγλοι ινδικής, αραβικής ή αφρικανικής καταγωγής ψηφίσανε μαζικά υπέρ του Brexit επειδή «γεμμίσαμε ευρωπαίους» ενώ αντίστοιχα παράδοξα παρατηρούνται και στις επαφές μεταξύ κοινοτήτων με τους άραβες να έχουν εξαιρετικά υποτιμητική νοοτροπία απέναντι στους μαύρους ή οι Τζαμαικανοί απένταντι στους Νιγηριανούς και αντιστρόφως κ.α.
Η εργασιακή κουλτούρα αυτού του τόπου και η προσαρμογή σου σε αυτή αποτελεί αυτου καθ αυτού μία τεράστια πρόκληση. Η πρώτη (αγενέστατη) ερώτηση που μου κάνουν σχεδών ακαριαία ακόμα και τυχαίοι άνθρωποι στην πατρίδα όταν τους λέω ότι εργάζομαι στην Αγγλία είναι «και πόσα βγάζεις; βγάζεις X; Βγάζεις Y;». Η εργασία στο εξωτερικό και ειδικά εδώ δεν είναι απλή υπόθεση και τίποτα δεν μας χαρίστηκε. Στην δική μου περίπτωση, ως φαρμακοποιός έζησα απόλυτα καταπιεστικές καταστάσεις ( το να καθίσεις …σε καρέκλα σε οποιαδήποτε στιγμή της βάρδιας σου σε ένα από αυτά τα πολυφαρμακεία όπου εργάζομαι αποδοκιμάζεται) μα μαθαίνεις εν τέλει και πολλά πράγματα και εξελίσσεσαι.
Η εξυπηρέτηση πελατών (το λεγόμενο customer service ) αποτελεί εδώ μία εντελώς διεστρεμμένη έννοια και αναμένεται να ανέχεσαι ακραία αντιπαθητικούς και παράλογους ανθρώπους. Γνωστός μου άγγλος μου είχε μεταφέρει την θεωρία του ότι η συχνά άθλια και βουτηγμένη στο αλκοολ συμπεριφορά των άγγλων όταν πηγαίνουν για τουρισμό εκτός της χώρας του είναι αποτέλεσμα αυτής της πίεσης που βιώνουν στην επαγγελματική τους ζωή. «Είναι το φαινόμενο του pressure cooker (χύτρας ταχύτητος)», μου είπε. «Όταν αναγκάζεσαι να είσαι συνεχώς καθως πρέπει, συνεχώς υπό πίεση και στρες, θέλεις να εκτονωθείς δίχως να σκέφτεσαι τους τρόπους σου ή οτιδήποτε περαιτέρω.»
Όσο για την περήφημη αγγλική αστική παιδεία, τι ακριβώς συνεπάγεται; Μαθαίνεις λοιπόν να επιδεικνύεις περισσότερη υπομονή στις ουρές και να περιμένεις να βγούνε οι άνθρωποι από το μετρό για να μπεις εσύ μετά. Περισσότεροι κανόνες και κοινωνικές συμβάσεις διέπουν την ζωή σου. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα λιγότερο αυθορμητισμό αλλά και λιγότερη αγένεια. Αντίστοιχα ο λόγος σου εμπλουτίζεται με τουλάχιστον μία με δύο περιττές εκφράσεις τυπικής ευγένιας ανά συζήτηση. Θυμάμαι στην αρχή να νιώθω ότι συνεχώς ζητούσα συγνώμη σε πελάτες στην δουλειά χωρίς λόγο («δεν έχουμε αυτο το προϊόν, συγνώμη» ή το Σάββατο κλείνουμε στις πέντε, συγνώμή»). Αντίστοιχα οι άνθρωποι εξέφραζαν τα παράπονα κυρίως αφήνοντας υπονοούμενα όπως » i should say i am really annoyed» ή » i am not impressed » ( νιώθω ενοχλημένος, δεν νιώθω εντυπωσιασμένος) . Ε καί; Σκέφτεται ο μεσογειακός μου εγκέφαλος αλλά οι κώδικες επικοινωνίας εδώ είναι εντελώς διαφορετικοί.
Η εμπειρία ενός έλληνα στην Αγγλία θεωρώ ότι εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το σε ποιά πόλη ζεί. Συχνά αναρωτιέμαι για τις ζωές όλων εκείνων που βλέπω στην αρχή του Ράδιο Αρβύλα να παρακολουθούν μαγνητοσκοπόντας την ίδια τους την παρακολούθηση της εκπομπής από διάφορες πόλεις τις Αγγλίας όπως Bristol, Newcastle και Liverpool. Τι τους οδήγησε στο εξωτερικό, τι εργασία έχουν βρει και σε τι συνθήκες ζούνε.
Υπάρχουν πράγματα εδώ, μικρές λεπτομέρειες της καθημερινότητας που εκτιμώ ιδιαίτερα. Το πόσο αγαπάει για παράδειγμα ο κόσμος την λογοτεχνεία και το θέατρο, πόσο συχνά βλέπω στο μετρό ή στο λεωφορείο κάποιον να διαβάζει ένα βιβλίο αντί του να παίζει με το κινητό του. Από τον σεβασμό των οδηγών στους πεζούς στους δρόμους μέχρι την καθαριότητα και τάξη στους δημόσιους χώρους.(σπάνιο να δεις γκράφιτι σε τοίχους ή ιστορικά κτίρια), τίποτα δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένο και αξίζει να επικροτείται όταν το συναντάς. Κυρίως όμως η πόλη ξεχωρίζει ως φορέας σκέψης και πολιτισμού. Ο δημόσιος διάλογο σε θέματα κοινωνικά ή πολιτικά είναι απολαυστικά περίπλοκος. Άνθρωποι που τους θεωρείς ινδάλματα σου μπορεί να περπατούν τους ίδιους δρόμους με εσένα. Ανακαλώ το βουβό ενθουσιασμό μου όταν αντίκρυσα τυχαία την Annie Lennox των Eurythmics να περπατάει στο πεζοδρόμιο με μία φίλη της ένα απόγευμα καθοδών προς το γυμναστήριο μου ή την Τουρκάλα συγγραφέα Elif Shafak στο μετρό καθώς πήγαινα στη δουλειά.
Ομολογώ ότι ήρθα εδώ κυρίως λόγω του πόσο εξωγήινος ένιωθα εντός της ελληνικής κοινωνίας, των προσδοκιών της και των γύρω μου που ποτέ δεν με εκφράζανε. Είχα βαρεθεί να ακούω δέκα φορές την ημέρα στην τηλεόραση τι σκέφτεται ή τι δεν σκέφτεται ο Ενρτογάν, ήθελα να βρω ένα καινούργιο τόπο, να βρω την ανωνυμία και να γράψω την δική μου ιστορία όποια και αν είναι αυτή. Βρήκα ναι μεν ευκαιρίες αλλά και πολύ αμφισβητησή. Βρήκα καλούς τρόπους μα σε καμιά περίπτωση γνήσια από καρδιάς φιλοξενία. Βρήκα επίσης δυστηχώς εθνική αλαζονία και ξιπασιά, κάτι που υπήρχε και στην Ελλάδα σε άλλη βέβαια μορφή. Αν ποτέ γυρίσω στην πατρίδα ή μεταναστεύσω σε μία τρίτη χώρα, θα είμαι σίγουρα σοφότερος μα και πολύ μα πολύ πιο κυνικός!