Η επόμενη ημέρα μας βρήκε στο τζιπ, να κάνουμε διαδρομές μέσα σε τροπικά δάση στην ευρύτερη περιοχή της Ιρίνγκα. Στόχος εκείνης της ημέρας, να επισκεφτούμε έναν ασθενή που δεν είχε εμφανιστεί στο ραντεβού του με τον Φρανσίσκο. Είχαμε ρητή εντολή από τον Φρανσίσκο, ότι πρέπει να πάμε να δούμε τι κάνει και γιατί δεν φάνηκε. Διαισθανόταν ότι κάτι σοβαρό συνέβαινε και όλο το πρωί καθώς πίναμε καφέ, γκρίνιαζε να φύγουμε γρήγορα. Αυτός θα έμενε πίσω στο νοσοκομείο να κάνει ιατρείο.
(Αφού έχουμε ανοίξει ένα θέμα, τελικά μη ταξιδιωτικό, να σας δώσω κάποια στοιχεία για αυτόν το γιατρό, μα και για κάθε γιατρό και διοικητικό που πάει σε αποστολή σε απομονωμένα μέρη για αρκετό διάστημα της ζωής του. Πρώτα-πρώτα, δεσμεύονται για διαθεσιμότητα τουλάχιστον έξι μηνών. Αφήνουν πίσω οικογένεια, φίλους, συνήθειες, τη ζωή τους όλη. Ωράριο δεν υπάρχει. Υπάρχει ένα τυπικό ωράριο, αλλά είναι τέτοια η φύση της δουλειάς ώστε τελικά από το πρωί ως το βράδυ ασχολείσαι μόνο με αυτό. Και όσον αφορά τα οικονομικά, ναι, πληρώνονται αλλά πληρώνονται όσα και ένας σχετικά χαμηλόμισθος υπάλληλος. Είναι εθελοντές, αλλά τα έξοδα στη χώρα τους τρέχουν και κάπως πρέπει να καλυφθούν.
Το ουσιαστικό της υπόθεσης λοιπόν, είναι, ότι ο Φρανσίσκο που από το πρωί που ξύπνησε η έννοια του ήταν στον ασθενή που δεν φάνηκε, έπαιρνε ένα μισθό τόσο χαμηλό όσο περίπου και η "γενιά των 700 ευρώ", αντί για "φακελάκια" σε νοσοκομείο. Και το ενδιαφέρον του για τον ασθενή ήταν τόσο μεγάλο, όσο κανενός σχεδόν γιατρού, που έχουμε χρυσοπληρώσει κατά καιρούς όλοι μας.)
Έτσι λοιπόν, μετά από τόση γκρίνια, ξεκινήσαμε να βρούμε το σπίτι του ασθενή. Το τοπίο γύρω μας μαγικό. Off-road διαδρομή πάλι αλλά ευτυχώς μικρότερης διάρκειας. Μαζί μας ήταν ο βοηθός του Φρανσίσκο, μαζί με τον απαραίτητο ιατρικό εξοπλισμό.
Τελικά φτάσαμε στο χωριό που ήταν το σπίτι του ασθενή. Ήταν ένα μικρό σπιτάκι, χτισμένο με λάσπη, με μια ειδική τεχνική. Για την ακρίβεια ήταν 2 μικρά δωματιάκια, με ξεχωριστές πόρτες, ό,που στο ένα κοιμόταν ο άντρας και στο άλλο η γυναίκα. Δεν κατάλαβα τη λογική, αλλά μου είπαν ότι τα περισσότερα σπίτια ήταν έτσι. Μπήκαμε στο δωματιάκι που ήταν ο ασθενής μας, από τη μικρή πορτούλα στην οποία σκύψαμε. Αλλά και μέσα στεκόμασταν σκυφτά, γιατί ήταν πολύ χαμηλοτάβανο. Αν και οι άνθρωποι γενικά δεν ήταν κοντοί, όλα τα σπιτάκια ήταν χαμηλά. Ηλεκτρικό δεν υπήρχε και έτσι μας πήρε αρκετή ώρα να συνηθίσουμε το σκοτάδι που επικρατούσε στο δωμάτιο. Το μόνο φως έμπαινε από την πόρτα.
Ο ασθενής ήταν ξαπλωμένος στο κρεβάτι του. Το κρεβάτι για την ακρίβεια ήταν μία κουβέρτα πάνω στο χώμα. Όλο το δωμάτιο σαν πάτωμα είχε το χώμα. Μόλις είδε το γιατρό (δυστυχώς δεν θυμάμαι το όνομά του) χαμογέλασε και του έκανε νόημα να μας πει να καθήσουμε. Πράγματι καθήσαμε σε κάτι πολύ χαμηλά ξύλινα καρεκλάκια. Όση ώρα μιλούσε με το γιατρό, δίπλα μου άκουγα θόρυβο, αλλά δεν είχα συνηθίσει ακόμα το ημίφως για να δω τι είναι. Όταν τελικά είδα τι ήταν δίπλα μου έπαθα σοκ. Σε ένα "κουτί" ήταν ποντίκια σε μέγεθος σαν ινδικά χοιρίδια. Δεν αντέδρασα για να μην προσβάλω τον ασθενή και επικεντρώθηκα στη συνομιλία του γιατρού με τον ασθενή. Δεν καταλάβαινα τι έλεγαν γιατί μιλούσαν στη γλώσσα τους, αλλά έκανα πως ήμουν αφοσιωμένη στην κουβέντα τους και πως δεν έβλεπα τα ποντίκια. Το αποτέλεσμα ήταν ότι αργότερα μάθαμε, ότι σε όλα τα σπίτια εκτός Μακέτε, είχαν τα ποντίκια στα σπίτια καθότι τα είχαν για φαγητό......(γι'αυτό σε τέτοιες χώρες επιδιώκουμε να τρώμε κρέας που μπορούμε να αναγνωρίσουμε, βλέπε κοτόπουλα).
Όσον αφορά τον ασθενή, ο Φρανσίσκο, φυσικά είχε δίκιο. Είχε υποτροπιάσει και γι'αυτό δεν μπόρεσε να πάει για την αγωγή του. Ευτυχώς, όμως, ο γιατρός μας είπε ότι μάλλον θα το ξεπερνούσε. Είχε μία ιδιαίτερα ευγενική φυσιογνωμία και πολύ καλοσυνάτο βλέμμα. Μας κοιτούσε με ένα βλέμμα, το οποίο δεν μπορώ να περιγράψω στην πραγματικότητα, αλλά ήταν τόσο γλυκό και ευγενικό...Είχε αρκετές πληγές, αλλά πραγματικά δεν μπορέσαμε να αντισταθούμε και να τον αποχαιρετήσουμε φεύγοντας με φιλικές χειραψίες. Απ'ότι μας είπε ο γιατρός, όταν βγήκαμε από το σπίτι, ο ασθενής μας έδωσε πολλές ευχές και ευχαριστώ. Και ξέρετε πόσο σημαντικές είναι οι ευχές από καρδιάς.
Περιπλανηθήκαμε αρκετά και σε άλλους οικισμούς, όπου ήταν πραγματικά σοκαριστικό να ενημερώνεσαι ότι από όσους κατοίκους έβλεπες, σχεδόν όλοι ήταν φορείς. Όμως το πιο σοκαριστικό ήταν το πόσο πολύ χαμογελούσαν. Πόσα χαμόγελα, Θεέ μου. Και πόση ευγνωμοσύνη. Μα για ποιο πράγμα? Η υγεία είναι δικαίωμα, όχι προνόμιο. Έτσι δεν είναι?
(Αφού έχουμε ανοίξει ένα θέμα, τελικά μη ταξιδιωτικό, να σας δώσω κάποια στοιχεία για αυτόν το γιατρό, μα και για κάθε γιατρό και διοικητικό που πάει σε αποστολή σε απομονωμένα μέρη για αρκετό διάστημα της ζωής του. Πρώτα-πρώτα, δεσμεύονται για διαθεσιμότητα τουλάχιστον έξι μηνών. Αφήνουν πίσω οικογένεια, φίλους, συνήθειες, τη ζωή τους όλη. Ωράριο δεν υπάρχει. Υπάρχει ένα τυπικό ωράριο, αλλά είναι τέτοια η φύση της δουλειάς ώστε τελικά από το πρωί ως το βράδυ ασχολείσαι μόνο με αυτό. Και όσον αφορά τα οικονομικά, ναι, πληρώνονται αλλά πληρώνονται όσα και ένας σχετικά χαμηλόμισθος υπάλληλος. Είναι εθελοντές, αλλά τα έξοδα στη χώρα τους τρέχουν και κάπως πρέπει να καλυφθούν.
Το ουσιαστικό της υπόθεσης λοιπόν, είναι, ότι ο Φρανσίσκο που από το πρωί που ξύπνησε η έννοια του ήταν στον ασθενή που δεν φάνηκε, έπαιρνε ένα μισθό τόσο χαμηλό όσο περίπου και η "γενιά των 700 ευρώ", αντί για "φακελάκια" σε νοσοκομείο. Και το ενδιαφέρον του για τον ασθενή ήταν τόσο μεγάλο, όσο κανενός σχεδόν γιατρού, που έχουμε χρυσοπληρώσει κατά καιρούς όλοι μας.)
Έτσι λοιπόν, μετά από τόση γκρίνια, ξεκινήσαμε να βρούμε το σπίτι του ασθενή. Το τοπίο γύρω μας μαγικό. Off-road διαδρομή πάλι αλλά ευτυχώς μικρότερης διάρκειας. Μαζί μας ήταν ο βοηθός του Φρανσίσκο, μαζί με τον απαραίτητο ιατρικό εξοπλισμό.
Τελικά φτάσαμε στο χωριό που ήταν το σπίτι του ασθενή. Ήταν ένα μικρό σπιτάκι, χτισμένο με λάσπη, με μια ειδική τεχνική. Για την ακρίβεια ήταν 2 μικρά δωματιάκια, με ξεχωριστές πόρτες, ό,που στο ένα κοιμόταν ο άντρας και στο άλλο η γυναίκα. Δεν κατάλαβα τη λογική, αλλά μου είπαν ότι τα περισσότερα σπίτια ήταν έτσι. Μπήκαμε στο δωματιάκι που ήταν ο ασθενής μας, από τη μικρή πορτούλα στην οποία σκύψαμε. Αλλά και μέσα στεκόμασταν σκυφτά, γιατί ήταν πολύ χαμηλοτάβανο. Αν και οι άνθρωποι γενικά δεν ήταν κοντοί, όλα τα σπιτάκια ήταν χαμηλά. Ηλεκτρικό δεν υπήρχε και έτσι μας πήρε αρκετή ώρα να συνηθίσουμε το σκοτάδι που επικρατούσε στο δωμάτιο. Το μόνο φως έμπαινε από την πόρτα.
Ο ασθενής ήταν ξαπλωμένος στο κρεβάτι του. Το κρεβάτι για την ακρίβεια ήταν μία κουβέρτα πάνω στο χώμα. Όλο το δωμάτιο σαν πάτωμα είχε το χώμα. Μόλις είδε το γιατρό (δυστυχώς δεν θυμάμαι το όνομά του) χαμογέλασε και του έκανε νόημα να μας πει να καθήσουμε. Πράγματι καθήσαμε σε κάτι πολύ χαμηλά ξύλινα καρεκλάκια. Όση ώρα μιλούσε με το γιατρό, δίπλα μου άκουγα θόρυβο, αλλά δεν είχα συνηθίσει ακόμα το ημίφως για να δω τι είναι. Όταν τελικά είδα τι ήταν δίπλα μου έπαθα σοκ. Σε ένα "κουτί" ήταν ποντίκια σε μέγεθος σαν ινδικά χοιρίδια. Δεν αντέδρασα για να μην προσβάλω τον ασθενή και επικεντρώθηκα στη συνομιλία του γιατρού με τον ασθενή. Δεν καταλάβαινα τι έλεγαν γιατί μιλούσαν στη γλώσσα τους, αλλά έκανα πως ήμουν αφοσιωμένη στην κουβέντα τους και πως δεν έβλεπα τα ποντίκια. Το αποτέλεσμα ήταν ότι αργότερα μάθαμε, ότι σε όλα τα σπίτια εκτός Μακέτε, είχαν τα ποντίκια στα σπίτια καθότι τα είχαν για φαγητό......(γι'αυτό σε τέτοιες χώρες επιδιώκουμε να τρώμε κρέας που μπορούμε να αναγνωρίσουμε, βλέπε κοτόπουλα).
Όσον αφορά τον ασθενή, ο Φρανσίσκο, φυσικά είχε δίκιο. Είχε υποτροπιάσει και γι'αυτό δεν μπόρεσε να πάει για την αγωγή του. Ευτυχώς, όμως, ο γιατρός μας είπε ότι μάλλον θα το ξεπερνούσε. Είχε μία ιδιαίτερα ευγενική φυσιογνωμία και πολύ καλοσυνάτο βλέμμα. Μας κοιτούσε με ένα βλέμμα, το οποίο δεν μπορώ να περιγράψω στην πραγματικότητα, αλλά ήταν τόσο γλυκό και ευγενικό...Είχε αρκετές πληγές, αλλά πραγματικά δεν μπορέσαμε να αντισταθούμε και να τον αποχαιρετήσουμε φεύγοντας με φιλικές χειραψίες. Απ'ότι μας είπε ο γιατρός, όταν βγήκαμε από το σπίτι, ο ασθενής μας έδωσε πολλές ευχές και ευχαριστώ. Και ξέρετε πόσο σημαντικές είναι οι ευχές από καρδιάς.
Περιπλανηθήκαμε αρκετά και σε άλλους οικισμούς, όπου ήταν πραγματικά σοκαριστικό να ενημερώνεσαι ότι από όσους κατοίκους έβλεπες, σχεδόν όλοι ήταν φορείς. Όμως το πιο σοκαριστικό ήταν το πόσο πολύ χαμογελούσαν. Πόσα χαμόγελα, Θεέ μου. Και πόση ευγνωμοσύνη. Μα για ποιο πράγμα? Η υγεία είναι δικαίωμα, όχι προνόμιο. Έτσι δεν είναι?
Attachments
-
162,5 KB Προβολές: 157