• Η αναδρομή στο παρελθόν συνεχίζεται! Ψηφίστε την Ταξιδιωτική Ιστορία του μήνα για τους μήνες Μάρτιο - Μάιο 2020 !

Τανζανία Τανζανία - Πώς μπλέξαμε έτσι ρε φίλε...

jousis

Member
Μηνύματα
544
Likes
1.284
Ταξίδι-Όνειρο
Όλα
Αχ ιστοριοαπαγγέλουσα, αυτοί που ονειρεύονται φαγητά με αυτούς που ονειρεύονται πισίνες (και μαγιώ) είναι σαν την ύλη και την αντιύλη.
Εάν συναντηθούν θα γίνει έκρηξη (άμα πέσω στην πισίνα, σίγουρα).
 
Μηνύματα
301
Likes
1.822
Επόμενο Ταξίδι
Η.Π.Α.
Ταξίδι-Όνειρο
Ωκεανία
Στην πόλη των 50’s
Βρισκόμαστε λοιπόν σταματημένοι μέσα σε ένα ταξί. Παράνομο ταξί σαφώς. Κυριολεκτικά, σε ένα Ιδιωτικό Ι.Χ.1000αράκι με σπασμένο το παρμπρίζ. Με έναν άγνωστο οδηγό… Οκ, είχε φαινομενικά κάποια σχέση με τον Αζίζ, τον προγραμματισμένο ταξιτζή μας, καθώς είχε τον αριθμό για να καλέσει Γιούλη. Δεν είναι ότι μπουκάραμε σε ένα τυχαίο αμάξι που πέρναγε (ικανοί είμαστε βέβαια!)… Δεν πολύ-καταλάβαμε λοιπόν γιατί ακουγόταν έτσι αγχωμένη η Γιούλη στο τηλέφωνο, μα την παρακαλέσαμε να ζητήσει από τον ταξιτζή να μας μεταφέρει σε ένα κεντρικό ξενοδοχείο για να το έχουμε σαν σημάδι σε περίπτωση που χαθούμε. Από εκεί θα κανονίζαμε και την επιστροφή μας. Ο σύντροφος έδωσε πίσω το κινητό στον οδηγό, αφήνοντας τη Γιούλη να συνεννοηθεί μαζί του, και σε 2 λεπτά μας άφηνε μπροστά στην πόρτα ενός αξιοπρεπούς ξενοδοχείου. Επειδή τον συμπαθήσαμε λιγάκι αυτόν το ταξιτζή, από ντροπή που τον κοιτάζαμε τόσο καχύποπτα τόσην ώρα ενώ εκείνος το μόνο που ήθελε ήταν να μας εξυπηρετήσει, ζητήσαμε από τον σεκιούριτι του ξενοδοχείου να του μεταφράσει ότι θέλουμε στις 5 ακριβώς να έρθει να μας πάρει. Συμφώνησε και κανονίστηκε. Είχαμε σχεδόν 5 ώρες στην διάθεση μας να δούμε τι είναι αυτό το Μορογκόρο!


Στο βάθος, πάνω στη καρότσα είναι μια κουστωδία που παίζει μουσική αναγγέλοντας ένα γάμο!


Η πόλη κάτω από τα βουνά Uluguru


Όπου και να πας, η Coca-Cola θα έχει φτάσει πριν από εσένα..

Είχανε περάσει μόλις 2 ώρες και είχαμε ήδη κυκλώσει όλη τη πόλη. Μια πόλη καθόλου τουριστική, η οποία έχει παγώσει τον χρόνο εκεί στο 1950 του δυτικού πολιτισμού. Στο δρόμο κυκλοφορούσαν γυναίκες μουσουλμάνες με τις πολύχρωμες τεράστιες μαντίλες που ονομάζονται σαρόνγκ αλλά και χριστιανές, με χτενίσματα λες και βγήκαν από vintage διαφήμιση, με τα γαντάκια τους, τα καπελάκια τους, τις κλος φούστες ως το γόνατο και με χαμηλό τακουνάκι. Τα νεαρά αγόρια έμοιαζαν όλα με μακρινούς συγγενείς του σνούπ ντόγκ. Όσο για τους κύριους, το ενδυματολογικό τους απεικόνιζε και τα θρησκευτικά τους πιστεύω. Κουστουμάκι οι χριστιανοί, παντελόνες, πουκαμίσες και καπελάκι προσευχής οι μουσουλμάνοι. Τα μαγαζιά τους μοιάζανε πολύ με τα δικά μας στην οδό Αθηνάς στο Μοναστηράκι, μόνο που οι επιγραφές ήταν ξύλινες και ζωγραφισμένες. Την πόλη διαπερνούσε ένα ρέμα που κατέβαινε από τα βουνά, με την οργιώδη βλάστηση να το ακολουθεί, μπερδεύοντας το αστικό τοπίο με άναρχα ξεσπάσματα τροπικής ζούγκλας. Υπήρχαν καφενεία, δισκάδικα, φαγάδικα, τσαγκάρικα, ραφτάδικα, υπαίθριοι ακονιστές μαχαιριών, προποτζίδικα, τράπεζες και μια υπέροχη ηρεμία. Ναι, ηρεμία, ΚΑΝΕΙΣ δεν μας μιλούσε, κανείς δεν ήθελε κάτι να μας πουλήσει, ούτε μας κοιτούσανε σαν να είμαστε εξωγήινοι! Οι νεαροί Τανζανοί κυκλοφορούσανε με τις κλασσικές μηχανές τους, που νομίζεις ότι θα δεις τον Έλβις επάνω, ή τουλάχιστον τον Τσε Γκεβάρα, και με τα κορίτσια τους από πίσω να κάθονται στο πλάι. Δεν είμαι σε θέση να διακρίνω εάν ήταν ταξιτζήδες ή όχι, αλλά στεναχωριέμαι που δεν κατάφερα να αποθανατίσω αυτήν την εικόνα …


Easy rider!





Ήτανε Σάββατο και τα μαγαζιά είχαν κλείσει, προς μεγάλη μας απογοήτευση καθώς είχαμε αποφασίσει να πάρουμε επιτέλους αυτή τη ρημάδα-κάρτα ομιλίας. Είχαμε να επικοινωνήσουμε με τις οικογένειες μας από το Nungwi. Τους είχα στείλει βέβαια ένα sms με το όνομα της πόλης που βρισκόμαστε αλλά γνώριζα πολύ καλά ότι οι άνθρωποι θα κάθονται σε αναμμένα κάρβουνα. Αρχίσαμε λοιπόν να ρωτάμε για internet cafe. Ένας κούριερ για να μας εξυπηρετήσει, άφησε στην μέση την εργασία του, και μετά από αρκετές λάθος στροφές μας οδήγησε στο internet cafe της πόλης του. Μπαίνουμε λοιπόν μέσα και βλέπουμε μια σειρά από οθόνες, ξέρετε, τις παλιές, τις τεράστιες, εκείνες παίρνουν και δισκέτα floppy disk κάτω από την οθόνη τους. Ρώτησα εάν έχουνε wifi. Δεν είχανε. Ρώτησα εάν οι υπολογιστές έχουνε skype. Δεν είχανε. Ρώτησα εάν διαθέτουν κάμερα ή τουλάχιστον ακουστικά. Δεν είχανε. Ρώτησα εάν υπάρχει άλλο internet cafe. Δεν είχανε...

Επιστρέψαμε στο ξενοδοχείο - σημείο συνάντησης. Ούτε εκεί είχανε wifi. Μας στείλατε σε ένα φωτοτυπάδικο δίπλα που διέθετε υπολογιστή. Αντίστοιχα δεν υπήρχε ούτε skype ούτε κάμερα. Στο τέλος ένας τύπος από το φωτοτυπάδικο άρχισε να επιμένει να πάμε σπίτι του, να μας δανείσει το λάπτοπ του να βγάλουμε μια άκρη.

“Ευχαριστούμε φίλε μα δεν θέλουμε να σε ταλαιπωρήσουμε, να σε καλά για την προσφορά σου.” του είπε ο σύντροφος, που είχε συγκινηθεί από το φιλότιμο του υπαλλήλου.

“Μα για να μιλήσει με την μαμά της …” του απάντησε και με έδειξε που είχα καθίσει απογοητευμένη σε μια γωνία, κάνοντας την γκριμάτσα της στεναχώριας στο πρόσωπο του. Τελικά σε όλα τα χρώματα, θρησκεύματα, γλώσσες και πατρίδες, του κόσμου οι μανούλες στεναχωριούνται το ίδιο όταν δεν τις παίρνουν τηλέφωνο τα βλαστάρια τους …

Αφού λοιπόν το σχέδιο επικοινωνίας είχε αποτύχει, συνεχίσαμε με το σχέδιο σίτισης. Χρυσό τον έκανα τον σύντροφο να φάμε σε κάποιο τοπικό φαγάδικο αλλά δεν ήθελε με τίποτα. Καταλύσαμε σε ένα σούπερ μάρκετ το οποίο διέθετε μάλιστα και ένα σταντ τύπου φούρνος, για να πάρεις ζεσταμένη πίτσα και λοιπά σφολιατοειδή στο χέρι (καταψυγμένα από κάποια πιο σύγχρονη γωνιά του κόσμου). Ο σύντροφος βλέπετε είχε τη φαεινή ιδέα να ψωνίσουμε να μαγειρέψει!!! Συγκεκριμένα ήθελε να κάνει το τραπέζι στα παιδιά που θα γυρνάγανε αργά το βράδυ ως ευχαριστώ για την φιλοξενία τους. Αφού προμηθευτήκαμε λοιπόν το μεσημεριανό μας (πίτσα στο χέρι), ψωνίσαμε τα χρειαζούμενα μακαρόνια, σάλτσες ντομάτας και μανιτάρια κονσέρβα. Γενικά οι τιμές τσιμπάγανε, καθώς το 90% των προϊόντων του ήταν εισαγόμενο από πιο αναπτυγμένες χώρες. Φαίνεται μόνο οι πολύ upper class ντόπιοι μπορούσαν να προμηθεύονται τα προϊόντα αυτά, ενώ για την πλειοψηφία μάλλον υπάρχουν ποιο οικονομικά μανάβικα και αγορές.


Για λευκότερα λευκά εμπιστευτείτε το …

Παρακαλέσαμε την υποδοχή του ξενοδοχείου να καλέσει τον ταξιτζή μας, τον Μουχμέτ, που μας είχε δώσει τον αριθμό του πριν αποχωριστούμε, και να τον ενημερώσει ότι επιθυμούμε να επιστρέψουμε σπίτι. Μέχρι να εμφανιστεί, ενημερωθήκαμε για τις τιμές τους και ρίξαμε και μια ματιά στα δωμάτια, ώστε όταν επιστρέψουν με το καλό τα παιδιά να συζητήσουμε μήπως είναι προτιμότερο να μεταφερθούμε στο ξενοδοχείο για να είμαστε όλοι πιο άνετα.





Σε λίγη ώρα εμφανίστηκε το σαραβαλάκι του Μουχμέτ στην γωνία του δρόμου και περιχαρείς με τα ψώνια μας πήραμε τον δρόμο της επιστροφής για στο σπιτάκι μέσα στην ζούγκλα. Εκεί λοιπόν ο σύντροφος ξεκίνησε τις διαδικασίες μαγειρέματος ενώ εγώ άραξα στον καναπέ του σαλονιού κάτω από το παράθυρο που έβλεπε στον κήπο, με το βιβλίο μου ανά χείρας. Ανά στιγμές αναδυόμουνα από τις εικόνες της Κίνας του 1880 ανακατεμένες με τον πυρετό του χρυσού στην Αμερική στις αρχές του αιώνα, παρατηρούσα το περιβάλλον γύρω μου και χαιρόμουνα μόνη μου!




Η γειτονιά μας!


Ο σκύλος μας ο sweety!

Ξύπνησα από αλαλαγμούς και βρισιές που ερχόντουσαν από την κουζίνα. Πρέπει να με είχε πάρει ο ύπνος γιατί έξω στο κήπο είχε σχεδόν νυχτώσει. Ανασηκώθηκα και κατευθύνθηκα προς τη κουζίνα να ανακαλύψω την αιτία του σπαραγμού. Ο σύντροφος στέκοντας τσαντισμένος πάνω από ένα κατσαρόλι μακαρόνια και τα έβριζε.

“Τι έπαθες ρε και βρίζεις τα μακαρόνια. Τι σου κάνανε τα καψερά;” ξεστόμισα μέσα από ένα μεγάλο χασμουρητό.

“Άσε με, άσε με.. Τι έκανα, (κοπάνημα χέρι στο πόδι) τί έκανα ρε γαμώτο (πιάνοντας το μέτωπο);”

“Τι έκανες δηλαδή;”

“Χρησιμοποίησα όλο μας το νερό για να φτιάξω τα μακαρόνια.”

“Καλά το εμφιαλωμένο έβαλες, όχι από τη βρύση;”

Προσπέρασα την φονική ματιά που μου έριξε κατανοώντας ότι μπορεί οι επιστήμονες να επιμένουν ότι όταν το νερό βράσει όλα τα μικρόβια σκοτώνονται, αλλά στην προκειμένη περίπτωση η επιστήμη σηκώνει τα χέρια ψηλά.

“Ένταξη μωρέ, μην κάνεις έτσι. Αλατάκι έβαλες; Μήπως εάν τα αφήναμε ανάλατα μπορεί να μην χρειαστούμε νερό.”

Δεύτερη φονική ματιά. Καλύτερα να το βουλώσω σκέφτηκα, μα συνέχισα.

“Να στείλουμε στα παιδιά μήνυμα να μας φέρουνε ένα μπουκάλι όπως έρχονται;”

“Όχι, όχι, αυτό αποκλείεται. Ξεφτίλα.” αποκρίθηκε και όχι άδικα ο σύντροφος.

“Θες να πάρω τον Μουχμέτ τηλέφωνο να έρθει να μας φέρει ένα νεράκι.”

“Μέχρι να συνεννοηθείς θα σου πάει το κινητό 100 ευρώ. 4,50 ευρώ το λεπτό που έχει το roaming, καλύτερα να διψάσουμε.” μου απέρριψε και την τελευταία μου ιδέα.

Επέστρεψα λοιπόν στο σαλόνι απογοητευμένη και μέσα σε δευτερόλεπτα με έπιασε δίψα. Δύσκολο βράδυ προβλέπεται… Και τότε βλέπω τον σύντροφο να φοράει τα παπούτσια του.

“Τι κάνεις;”

“Πάω έξω να βρω νερό.” απάντησε αποφασιστικά, ανοίγοντας το πορτοφολάκι με τα σελίνια μας. Πήρε μερικά και τα έβαλε τα στη τσέπη του.

“Πας καλά άνθρωπε μου;;;” πετάχτηκα όρθια. “Θα βγεις έξω στην ζούγκλα να βρεις νερό; Ο κεντρικός είναι τουλάχιστον 5 χιλιόμετρα μακριά. Και ο δρόμος όλο διακλαδώσεις. Θα χαθείς.”

“Δεν θα πάθω τίποτα.”

“Πάρε τουλάχιστον το κινητό μου μαζί σου, εάν μπλέξεις πουθενά να πάρεις τα παιδιά…”

“Όχι, το κινητό θα το κρατήσεις εσύ. Θα πάρω το δικό μου, δεν έχει κάρτα, αλλά έχει φακό. Εάν μου συμβεί τίποτα να μπορέσεις να ειδοποιήσεις εσύ τα παιδιά.”

“Μη βγεις έξω, ρε μωρό μου, φοβάμαι…”

“Μη φοβάσαι, έχεις τον sweety για παρέα.”

Το αφρικανικός σκυλάκος – μοκέτα – μπιμπελό ονόματι sweety, ανασήκωσε το κεφαλάκι του και μας κοίταξε. Ξάπλωσε και ξανακοιμήθηκε μέσα σε δευτερόλεπτα με ένα διακριτικό ροχαλητό.

“Φεύγω. Να κλειδώσεις τη πόρτα έτσι;”

Και έφυγε μέσα στα μαύρα σκοτάδια. Τον είδα να κλείνει την σιδερένια πόρτα του κήπου και χάθηκε από το οπτικό μου πεδίο.

Πήρα αγκαλιά το αφρικάνικο σκυλάκι αφουγκραζόμενη την ησυχία, έτοιμη να πεταχτώ στο παραμικρό τρίξιμο. Από τον κήπο ακουγόταν ακατάληπτοι ήχοι και σκέφτηκα ότι μάλλον είναι τα δύο σκυλιά φύλακες που είχε ο Ρίκι για προστασία, τα οποία ήταν ακόμα κλεισμένα στο σπιτάκι τους και πρέπει μόλις να είχανε ξυπνήσει. Φυσικά δεν τολμούσαμε ούτε εγώ ούτε ο σύντροφος να ανοίξουμε την πορτούλα τους γιατί δεν ξέραμε πως θα αντιδράσουνε. Το ειδυλλιακό περιβάλλον που τόσο χαιρόμουνα λίγες ώρες πριν είχε μεταμορφωθεί σε εχθρικό τοπίο. Οι σκιές από τα φυτά του κήπου κουνιόντουσαν απειλητικά στο θρόισμα του αέρα. Και η ώρα περνούσε και ο σύντροφος δεν φαινόταν πουθενά…
 

mariath

Member
Μηνύματα
2.284
Likes
6.514
Ταξίδι-Όνειρο
Όλη η Νότια Αμερική
Αμάν βρε παιδί μου, ούτε στιγμή δεν θα ησυχάσετε εσείς; Μέσ' την αγωνία συνέχεια!
 

Vasw

Member
Μηνύματα
8
Likes
5
Επόμενο Ταξίδι
Βιετναμ-Καμποτζη
Ταξίδι-Όνειρο
Αλάσκα
Και ένα ρίγος διαπερνά το κορμί......:shock: Εάν και βέβαια δεν είχατε να φοβηθείτε τίποτα με φύλακα τον Sweety!!!!:cool: Αναμένουμε συνέχεια!!!
 
Μηνύματα
301
Likes
1.822
Επόμενο Ταξίδι
Η.Π.Α.
Ταξίδι-Όνειρο
Ωκεανία
Η εισβολή μέσα στην νύχτα

8:10 μμ. Ο σύντροφος βγήκε στον δρόμο και κοίταξε με απόγνωση την ερημιά που απλωνόντανε γύρω του. Άναψε τον φακό του κινητού του και ξεκίνησε να κατευθύνεται προς τον κεντρικό δρόμο. Στην πρώτη διακλάδωση έβαλε σημάδι ένα δέντρο με μεγάλο κορμό και ένα περίεργο λουλούδι, και συνέχισε την πορεία του. Λίγα μέτρα μετά έφτασε στην επόμενη διακλάδωση η οποία δεν είχε καμία νοητή συνέχεια της πρώτης, ήταν ένα τριπλό σταυροδρόμι με αντίστοιχου μεγέθους χωμάτινους δρόμους. Ήξερε ότι κάπου εκεί κοντά έπαιζε και ένα ρέμα χωρίς νερό που σχημάτιζε μια μεγάλη τάφρο χωρίζοντας την περιοχή στα δύο. Σκέφτηκε ότι θα ήταν φρόνιμο να ακολουθούσε την τάφρο αλλά και να προσέξει να μην πέσει μέσα σε αυτή ψάχνοντας να τη βρει. Εκεί λοιπόν που καθόταν προβληματισμένος στο σταυροδρόμι, για καλή του τύχη τον πλησίασε ένα ζευγάρι, που είχε δεί το φώς από τον φακό του και κινήθηκε προς το μέρος του να δει εάν ο "μουζούνγκου" (ξένος) χρειάζεται βοήθεια.

"Τζάμπο" τους χαιρέτησε ο σύντροφος.

"Μάμπο" του απάντησαν εκείνοι.

"Πόα" (cool) συνέχισε ο σύντροφος την τελετουργία χαιρετισμού. "Χαμπάρι γκάνι; (τι κάνετε ή μάλλον πιο κυριολεκτικά "τι χαμπάρια;")"

"Μιζούρι" (καλά!) του αποκρίθηκαν γελώντας.

Κάτι τον ρώτησε ο άνδρας στα σουαχίλι και κάπου εκεί έληξε η επίδειξη γλωσσομάθειας του συντρόφου.

"Έχεις χαθεί; Χρειάζεσαι βοήθεια." τον ρώτησε με την σειρά της η κοπέλα στα αγγλικά.

"Όχι, εδώ μένω! Μήπως μπορείτε να μου πείτε, ψάχνω να βρω να αγοράσω νερό"

"Βέβαια" του απάντησε η κοπέλα και τον κατεύθυνε σε ένα μικρό μονοπατάκι το οποίο δεν πολύ-φαινότανε μέσα από την πυκνή βλάστηση. "Βλέπεις εκείνο το φωτάκι;" του έδειξε ένα τόσο αμυδρό φως που έμοιαζε με αστέρι στο βάθος του μονοπατιού.

"Ναι, νομίζω ότι το βλέπω" της απάντησε.

"Έχει ένα κιόσκι εκεί. Εκεί θα βρεις νερό."

"Είστε σίγουροι, έχει κιόσκι εκεί; Κιόσκι που να πουλάει νερό" τους κοίταξε ο σύντροφος καλά καλά. Το δρομάκι έμοιαζε σχεδόν απάτητο ενώ έτρεχε φιδωτά μέσα στο δάσος.

"Ναι, το μονοπάτι ακολούθησε και θα το βρεις. Μόνο να προσέχεις πολύ."

"Ασάντε σάνα" τους ευχαρίστησε, κίνησε προς το μονοπάτι και ... κοντοστάθηκε.

"Συγνώμη, τι ακριβώς να προσέξω;" γύρισε προς το μέρος του ζευγαριού.

"The animals..." του απάντησαν και οι δύο με μία φωνή.

"Τί ήθελα και ρώτησα...." μουρμούρισε καταπίνοντας ένα γέλιο ο σύντροφος. Τους ξανά ευχαρίστησε, τους καληνύχτισε μάλιστα, αποτελειώνοντας την επανάληψη όλων των σουαχίλι που γνώριζε, και άρχισε να ακολουθεί το μονοπάτι. Πράγματι σε ένα δεκάλεπτο είδε ότι όντως αυτό το φωτάκι άνηκε σε ένα κιόσκι στην μέση του πουθενά, λες και το είχαν τοποθετήσει εκεί ειδικά για εκείνον, με μόλις τρία μπουκάλια νερό και λιγοστά φρούτα πάνω στον πάγκο. Ο μαγαζάτορας ξαφνιάστηκε βλέποντας έναν "μουζούνγκου" με ένα φακό να περιφέρεται μέσα στην νύχτα μα τον υποδέχτηκε γελώντας. Ο σύντροφος αγόρασε τα δύο μπουκάλια από τα τρία και με αέρα νικητή επέστρεψε στο σπιτικό μας. Στο μεταξύ δεν συνάντησε ευτυχώς αυτά τα animals από τα οποία έπρεπε να φυλάγεται.

8:45 μμ. Όταν άκουσα τα βήματα του συντρόφου σαν να σηκώθηκε από πάνω μου ένα τεράστιο βάρος. Μόλις είδα δε ότι είχε και νερό μαζί του, κοντέψαμε να στήσουμε χορό, ξεσηκώνοντας και τον νυσταγμένο sweety στη γιορτή μας. Όλα πήγαν καλά λοιπόν, οπότε αράξαμε βάζοντας ταινιούλα στο λάπτοπ μας, αφού οι 45 απόπειρες να συνδεθούμε στο skype μέσω κινητού και υπολογιστή είχαν αποτύχει, το συνδέσαμε και με την μεγάλη οθόνη του σαλονιού και περιμέναμε να γυρίσουνε τα παιδιά για να φάμε όλοι μαζί.

10:30 μμ. Η ταινία είχε τελειώσει και τα παιδιά δεν είχανε φανεί ακόμα, οπότε βάλαμε ένα πιάτο μακαρόνια και φάγαμε. Ήταν η χειρότερη μακαρονάδα που είχαμε φάει ποτέ!

10:50 μμ. Βγήκαμε στον κήπο να δούμε τα αστέρια. Καθίσαμε πάνω στους κομμένους κορμούς, τοποθετημένους κυκλικά γύρω από μία σβησμένη από μέρες φωτιά. Ένα παγκάκι φτιαγμένο για ινδιάνικες νύχτες κάτω από τον έναστρο ουρανό. Ενώ είχαμε κλείσει την πόρτα του σπιτιού, την βλέπουμε να ανοίγει και τον sweety να πετάγεται έξω. Αρχίζουμε να τον κυνηγάμε γύρω γύρω από τον κήπο, τον πιάνουμε και πάμε να τον βάλουμε μέσα. Μετά σκεφτήκαμε ότι μπορεί να θέλει να πάει να κάνει την ανάγκη του ο κακομοίρης και τον συνοδέψαμε πάλι έξω. Ο sweety όμως δεν κατούρησε ...

11:30 μμ. Πηγαίνω να ξαπλώσω γιατί δεν νιώθω πολύ καλά. Από τη βραδιά του λεωφορείου νιώθω σαν να με τριγυρίζει μια γρίπη, φτερνίζομαι και νιώθω αδύναμη. "Μάλλον έχεις δέκατα" μου λέει ο σύντροφος πιάνοντας μου το μέτωπο. Ο ίδιος, νιώθοντας γενναίος αφού είχε επιβιώσει στην ζούγκλα, έκανε ένα δροσερό μπανάκι υπό το φώς του φακού του. Το άγνωστο πολύποδο (animal?) είχε καταλύσει στο ταβάνι, παρατηρώντας με τα 8 του μάτια τον σύντροφο να πλατσουρίζει κάτω από το ντους, κρατώντας το στόμα και τα μάτια του ερμητικά κλειστά.

12:30 πμ. Ο σύντροφος αφήνει σημείωμα στο τραπέζι που ενημερώνει τα παιδιά ότι υπάρχει φαγητό στο φούρνο και κατευθύνεται στο κρεβάτι μας. "Ήρθανε;" ίσα που ακούγεται η φωνή μου μέσα από τα σκεπάσματα. "Όχι, δεν έχουνε έρθει ακόμα." μου απαντάει. "Κλείδωσες;" ρωτάω αλλά με παίρνει ο ύπνος πριν ακούσω την απάντηση.

01:00 πμ. Ησυχία, τάξη και ασφάλεια

02:00 πμ. Ύπνος βαθύς έχει τυλίξει ανθρώπους και ζωντανά μέσα στο σπιτάκι της ζούγκλας.

03:00 πμ. Ξεκίνησε με ένα μούγκρισμα, το οποίο όλο και πλησίαζε το σπίτι. Ο βρυχηθμός βαρίων μηχανών που αγκομαχούσαν πάνω στον χωματόδρομο κατέφτανε σαν βουητό. Στο πρώτο κορνάρισμα πετάχτηκε ο σύντροφος. Ακολούθησε δεύτερο. Και τρίτο. Και ταυτόχρονα. Πολλά κορναρίσματα ταυτόχρονα, ερχόντουσαν από την κεντρική πόρτα του κήπου. Μετά άρχισαν κοπανήματα, απανωτά χτυπήματα πάνω στην σιδερένια πόρτα. ΓΚΑΝΓΚ ΓΚΑΝΚ. Ακούγονταν και φωνές, δυνατές ανδρικές φωνές που σχίζανε την ησυχία της νύχτας

"ΑHΟΟΟΟΟY. Is there anybody at hoooooooome???? AHOOOOOYYYYY!

Ο σύντροφος έτρεξε προς το παράθυρο και τους είδε. Σκαρφαλωμένους πάνω στα κάγκελα να φωνάζουνε με όλη τους τη δύναμη: AHOOOOOYYYYY! Με άγαρμπα κοπανήματα πάνω στο σίδερο. Και κόρνες μακρόσυρτες και παρατεταμένες. Και το βουητό των μηχανών που έκανε όλο το σπίτι να τρέμει.

"Τους βλέπεις; Έχουν ανέβει στο φράχτη" μου λέει έκπληκτος ο σύντροφος, σκυμμένος κάτω από το παράθυρο.

Μέσα στην παραζάλη του πυρετού μου τους είδα και εγώ, χωρίς να ανοίξω τα μάτια μου. Ήτανε πειρατές. Κρατούσανε πειρατικές σημαίες και ματσέτες στα χέρια τους και τις ανεμίζανε πάνω στο φράχτη του κήπου μας. Προσπαθώ να ανοίξω τα μάτια μου, ξυπνάω, ζαλισμένη αλλά ξύπνια πια, ανασηκώνομαι διακριτικά και βλέπω φώτα να παίζουνε πίσω από την κουρτίνα του δωματίου μας. Τότε ακούω την πόρτα να ανοίγει και βήματα στο κήπο. Μα τι κάνει ο τρελός; Βγήκε έξω;;; Και τότε ακούω τον σύντροφο να τους φωνάζει:
WHO IS THIS???? I NO OPEN!!!! THIS IS NOT MY HOUSE!!!!!

Πάει, πάει μας τελείωσε ο σύντροφος, σκέφτηκα, έχοντας παραλύσει από τον φόβο. Το μόνο καλό είναι ότι δεν ξέρουν ότι βρίσκομαι και εγώ μέσα στο σπίτι. Ίσως καταφέρω να τη γλιτώσω, ξεκίνησα να κυλάω προς την άκρη του κρεβατιού ψάχνοντας να βρω ένα έξυπνο καταφύγιο να κρυφτώ...

Από τα τρία σκυλιά που βρισκόντουσαν στο σπίτι δεν ακούστηκε κανένα γαύγισμα....
 

Nat ni

Member
Μηνύματα
101
Likes
140
Οι περιπέτειες σας δεν έχουν τελειωμό !Τι θα γίνει τώρα;θα περιμένουμε καμία δεκαριά μέρες για την συνέχεια;
Έξω χιονίζει και οι ιστοριες απο την Αφρική φέρνουν μια άλλη ατμόσφαιρα ,ζέστης και αγωνίας .
 

LULLU

Member
Μηνύματα
3.595
Likes
8.124
Επόμενο Ταξίδι
το ψαχνω....
Ταξίδι-Όνειρο
Νιγηρας-Μαλι
πανω στη αγωνια παλι....
 
Μηνύματα
301
Likes
1.822
Επόμενο Ταξίδι
Η.Π.Α.
Ταξίδι-Όνειρο
Ωκεανία
Η επέλαση των τρακτέρ

Έχω χωθεί στο διάκενο ανάμεσα στο τοίχο και το κρεβάτι και βρίσκομαι μπροστά σε ένα φοβερό δίλλημα: Να κρυφτώ κάτω από το κρεβάτι και να αρχίσω τις μετάνοιες ή να αρχίσω να τρέχω προς την πίσω πόρτα της κουζίνας, να φύγω από το καταραμένο σπίτι να σωθώ. Η β' επιλογή μου φάνηκε με καλύτερες πιθανότητες επιβίωσης, μα ενώ ξεκίνησα να μπουσουλάω προς το διάδρομο, ακούω έναν ήχο που μου πάγωσε το αίμα.

"Η πόρτα... Άνοιξαν τη πόρτα του κήπου..."

Με κάθε επιφύλαξη κινήθηκα προς το παράθυρο μας, που έβλεπε την είσοδο. Ανασήκωσα μια άκρη της κουρτίνας και κοίταξα έξω. Η σιδερένια πόρτα του κήπου ήταν ανοιχτή, ο σύντροφος είχε εξαφανιστεί και οι εισβολείς έμπαιναν μέσα με κάτι τρακτέρ, τα οποία μούγκριζαν και βρυχόντουσαν σαν άγρια προϊστορικά ζώα.

"Παναγίτσα μου, ήρθαν να κατεδαφίσουν το σπίτι. Το χωριό οργίστηκε από την άφιξη των τρομερών Μουζούνγκου που καπηλεύονται τα εδάφη τους και προσβάλλουν τα ήθη τους. Σε λίγο θα σκάσουν και οι χωρικοί με αναμμένες τις δάδες να κάψουν το σπίτι και μένα μέσα σε αυτό." ήταν μερικές από τις σκέψεις που πέρασαν αστραπιαία από το θολωμένο από το πυρετό μυαλό μου... Κάπου εκεί παρέδωσα, έμεινα ακινητοποιημένη από τον φόβο, αποχαιρετώντας κάθε ελπίδα διαφυγής. να κοιτάζω έντρομη την επέλαση των τρακτέρ. Και τότε ακούω την φωνή του συντρόφου!!!

"Έλα, έλα πίσω, as you are, as you are ρε, πάρτο όλο αριστερά τώρα, πρόσεχε, ΠΡΟΣΕΧΕ το παρτέρι, φιλαράκο."

Και να σου εμφανίζεται ο σύντροφος με χειρονομίες και φωνές να κάνει τον παρκαδόρο των Τρακτέρ!

Έχω μείνει σύξυλη από τον σουρεαλισμό που ξετυλίγεται μπροστά στα μάτια μου, τόσο που ξέχασα την κάλυψη μου και έμεινα να χάσκω γονατιστή μπροστά στο τζάμι με ένα ηλιθιώδες βλέμμα απορίας. Ο σύντροφος με εντοπίζει και περιχαρής με χαιρετάει δείχνοντας μου ενθουσιασμένος τα τρακτέρ. Τον χαιρετάω και εγώ, εξακολουθώντας να μην καταλαβαίνω τίποτα. Με βλέπουνε οι άνθρωποι απάνω στα τρακτέρ και αρχίζουν και εκείνοι να με χαιρετάνε. Σηκώνομαι λοιπόν όρθια και ανταποδίδω τους χαιρετισμούς. "My wife" τους ανακοίνωνε περήφανα ο σύντροφος!

Τα τρακτέρ έχουν παρκαριστεί, κάτι μηχανήματα έχουν τοποθετηθεί περιμετρικά του κήπου και ο σύντροφος από την σιδερένια πόρτα χαιρετάει την ομάδα που μας τάραξε τον ύπνο νυχτιάτικα. Έρχεται στην κρεβατοκάμαρα μας, πάει κάτι να μου πει, πάω και εγώ κάτι να πω, και μας πιάνει και τους δυο ένα νευρικό γέλιο, όμοιο του δεν έχουμε ξαναζήσει.

"Τι ήταν και αυτό ε;" γυρνάει προς το μέρος μου με δάκρυα στα μάτια από τα πολλά γέλια. "Καλά δεν θα με ρωτήσεις τι έγινε;"

Η αλήθεια είναι αφού είχαμε σωθεί, ελάχιστα με ενδιέφερε τι είχε συμβεί αλλά έκατσα να τα άκουσα για εγκυκλοπαιδικούς λόγους. Λοιπόν ο λόγος που ο Ρίκι με την Γιούλη είχαν αναχωρήσει το πρωί για το Νταρ Ες Σαλααμ, ήταν για να παραλάβουν μερικά τρακτέρ και κάποια άλλα αγροτικά μηχανήματα. Ένα όμως τρακτέρ τα έφτυσε λίγο πριν βγούνε από το Νταρ, και μάλιστα σε μια από τις χειρότερες περιοχές της πρωτεύουσας. Ο Ρίκι με την Γιούλη είχαν μείνει να προσέχουν το σαραβαλιασμένο όχημα μέχρι να έρθει τεχνική βοήθεια ενώ τα υπόλοιπα τρακτέρ συνέχισαν αγκομαχώντας τον δρόμο τους και κάπως έτσι εισέβαλαν στην ιστορία μας στις 3 τα ξημερώματα χωρίς καμία προειδοποίηση.

Το επόμενο πρωινό ξυπνήσαμε από το ένα σκυλάκι - φύλακα που ρουθούνιζε στο παράθυρο μας. Ο αλήτης το είχε σκάσει από το σπιτάκι του. Μετά ακούσαμε τα παιδιά να γυρίζουν από το Νταρ και τον Ρίκι να κυνηγάει τον σκύλο του. Τον sweety να γαυγίζει χαρούμενος. Τον άλλο σκύλο φύλακα να έρχεται να μυρίζει το παράθυρο μας. Σηκωθήκαμε λοιπόν και κινηθήκαμε προς το σαλόνι που είχαν αράξει οι ξενυχτισμένοι μας φίλοι.

"Καλημέρα! Τι έγινε ρε παιδιά; Είστε καλά;" ρωτάμε κάπως τσιριχτά, υπερβολικά χαρούμενοι που τους βλέπουμε.

"Καλά είμαστε. Ήταν μια δύσκολη νύχτα για όλους χθες έ;" μας απαντάει στο ίδιο ύφος ο Ρίκι, με τη ταλαιπωρία να φέγγει στο πρόσωπο του.

"Δε βαριέσαι βρε Ρίκι τέλος καλό όλα καλά..." πάει να πει ο σύντροφος μα σταματάει απότομα, φέρνει το χέρι του στο στόμα του και καρφώνει το βλέμμα του σε κάτι ... που κείτονταν πάνω στο καναπέ δίπλα στο Ρίκι.

Και οι δύο μας στην αρχή σκεφτήκαμε ότι είναι ... πτώμα! Ανθρώπινο, φασκιωμένο σαν μούμια με τα χέρια του δεμένα σταυρωτά. Ο Ρίκι μας έκανε "Μη του δίνεται σημασία" με μια κίνηση του χεριού του.

"Τι έγινε ρε παιδιά;" κοιταχτήκαμε με τον σύντροφο "What happens in Tanzania stays in Tanzania?"

Μας πήρε λίγο χρόνο να καταλάβουμε ότι το πτώμα αναπνέει. Οπότε δεν ήτο πτώμα αλλά ένας κοιμισμένος άνθρωπος. Κακοφορμισμένος, μυστήριος και περίεργα καμωμένος, μα άνθρωπος!

"Σου θυμίζει τίποτα;" μου ψιθύρισε στο αυτί ο σύντροφος.

"Μα στο μυαλό μου είσαι! Δεν είναι ίδιος;;;"

"My precious..."

Κάπως έτσι λοιπόν γνωρίσαμε εκείνον που θα μείνει στην ιστορία μας ως "το Γκόλουμ"!
 

Εκπομπές Travelstories

Booking.com

Στατιστικά φόρουμ

Θέματα
33.636
Μηνύματα
905.198
Μέλη
39.375
Νεότερο μέλος
maria kou

Κοινοποιήστε αυτή τη σελίδα

Top Bottom