isabelle
Member
- Μηνύματα
- 904
- Likes
- 4.184
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Ασκήσεις επι χάρτου
- Όλα ξεκίνησαν απτη Βόρεια Κορέα
- Πίσω στα θρανία
- Τασκένδη του θρύλου, του ονείρου, της κατάρρευσης
- Διπρόσωπη Χίβα
- Μια φορά κ έναν καιρό ηταν εδω μια θάλασσα
- Ατέρμονη αλυσίδα καταστροφής
- Στο δρόμο για την Άσγκαμπατ
- Κούνυα Ούργκενς
- Ασγκαμπάτ κεκλεισμένων των θυρών
- Το κουρδιστό ομοίωμα
- Μετά τον Νιγιαζοφ τι;
- Στη γη της αρχαίας Μαργιανής
- Τελευταία Έξοδος
- Μπουχάρα σα μαγικό χαλί
- Σαμαρκάνδη της τέχνης κ του αίματος
- Στη γη της αρχαίας Σογδιάνης
- Ο Μέγας περίεργος
- Στη χώρα των αλόγων
- Συνέχεια απο Κιργιστάν
- Επίλογος
Πρώην σοβιετικά «Σταν» Μερος Α' Ουζμπεκιστάν:Ορεκτικό στη Χίβα, κρύο πιάτο στην Αράλη
Πριν δυο περίπου μήνες, κατά την εγγραφή μου ως νέο μέλος, πήρα και την πρώτη μου παραγγελιά (οποία τιμή!) από τον Taver και τον Γιώργο να αφηγηθώ κατά προτεραιότητα ταξιδιωτικές εμπειρίες από το Τουρκμενιστάν. Τυχαίο; Δεν νομίζω. Αρκεί μια απλή ματιά στο βεβαρημένο ταξιδιωτικό μητρώο των εν λόγω δύο καθ’ έξιν αμετανόητων της περιπλάνησης για να αντιληφθεί κανείς ότι μόνο συμπτωματική κι αθώα δεν μπορεί να ήταν η επιλογή τους. Ξέρανε και παραξέρανε τι διαλέγανε οι πονηροί. Γι αυτό και δεν χωράει αμφιβολία για το κίνητρό τους: Τους γαργάλισε, και με το δίκιο τους εδώ που τα λέμε, ο … (πώς να το διατυπώσω αλήθεια … ο, ας πούμε, κάπως, χμ, … ιδιαίτερος χαρακτήρας του Ηγέτη (με κεφαλαίο παρακαλώ) και κατά συνέπεια ολόκληρης της χώρας - μεταξύ μας δηλαδή, μιλάμε για ΤΟ συλλεκτικό κομμάτι! Ε, αφού λοιπόν το έταξα, και καθώς θα ήταν ντροπή μου και αίσχος μου να παραμείνει προεκλογική υπόσχεση (του είδους «λεφτά υπάρχουν») λέω να πιάσω επιτέλους το νήμα της αφήγησης και ν’ αρχίσουμε σιγά σιγά να ξετυλίγουμε παρέα το κεντρασιατικό κουβάρι.
Όταν όμως λέω σιγά σιγά, κυριολεκτώ. Μια χώρα σαν το Τουρκμενιστάν που φέρει την προσωπική σφραγίδα κοτζάμ Σαπαρμουράτ Νιγιάζοφ δεν σερβίρεται με τη μία. Προϋποθέτει οπωσδήποτε το απεριτίφ της (μια περιληπτική περιγραφή της γενικότερης διαδρομής μας στην Κεντρική Ασία), θέλει το ορεκτικό της (την παραμυθένια Χίβα στο ανατολικό Ουζμπεκιστάν, βλέπε δείγμα αμέσως από κάτω)
και περιλαμβάνει δυστυχώς και το κρύο πιάτο της (την οικολογική καταστροφή στην κάποτε θάλασσα της Αράλης). Τότε, και μόνο τότε θα είμαστε πλέον έτοιμοι να διαβούμε τα τουρκμένικα σύνορα, να διασχίσουμε την έρημο Καράκουμ στα χνάρια των μογγολικών ορδών του Τζένγκις Χαν, περνώντας από λεηλατημένη πόλη σε λεηλατημένη πόλη και να οδηγηθούμε επιτέλους, με τους σιελογόνους μας σε πλήρη αφύπνιση, να γευτούμε ως κύριο πιάτο το έδεσμα των έδεσμάτων, την παγκοσμίως άγνωστη Άσγκαμπατ, πρωτεύουσα του σύγχρονου Τουρκμενιστάν και ακριβό καμάρι του πλέον ανεκδιήγητου (για να το πούμε κομψά) δικτάτορα της πρόσφατης Ιστορίας.
Αυτά λοιπόν τα ολίγα ως προς τη μεθοδολογία, για να προχωρήσω αμέσως στους τίτλους αρχής:
Σκηνικό: Ένα κοινότυπο γραφείο τεχνικής εταιρείας. Η Ισαβέλλα μισοδιακρίνεται καθισμένη πίσω από την οθόνη του υπολογιστή της ενώ συνομιλεί με έτερο άτομο γένους θηλυκού που στέκει όρθιο στο πλάι της. Η κινηματογραφική σκηνή επενδύεται μουσικά για λόγους ατμόσφαιρας με το «Καλίνκα» ερμηνευμένο από τη γνωστή χορωδία του Κόκκινου Στρατού σε ένταση τέτοια που οι θεατές αδυνατούν να διακρίνουν το περιεχόμενο της συζήτησης των δυο γυναικών. Ωστόσο το ύφος τους, χαλαρό και καλοδιάθετο, δεν αφήνει την παραμικρή αμφιβολία ότι η κουβέντα τους αποκλείεται να περιστρέφεται γύρω από την αγορά οπλισμένου σκυροδέματος ή τις διακυμάνσεις της τιμής του πετρελαίου. Για να το πούμε απλά και χωρίς περιστροφές: Έχουμε να κάνουμε μ’ ένα αδιαμφισβήτητο κρούσμα λούφας εν ώρα εργασίας, και μάλιστα στον ιδιωτικό τομέα και χωρίς ίχνος ενοχής. Ώσπου η ένταση της μουσικής χαμηλώνει και σβήνει ακριβώς πάνω στη στιγμή όπου από τη μεγάλη οθόνη πέφτει ξερή σαν πέλεκυς η αινιγματική φράση:
Μα το’ χεις χάσει τελείως; Τι να βρεις στα πρώην σοβιετικά σταν;
Όπως ήδη προείπαμε, οι θεατές της υποθετικής ταινίας δεν είναι σε θέση να γνωρίζουν τη στιχομυθία που έχει προηγηθεί ώστε να ερμηνεύσουν το βαθύτερο νόημα των ως άνω λέξεων. Αντιμέτωποι λοιπόν με τον γρίφο, μοιραία βυθίζονται σε υποθέσεις: Τι είναι άραγε αυτό που έχει χαθεί - και μάλιστα τελείως; Κάποιο σημαντικό έγγραφο; Κάποιο αρχείο ίσως, χωρίς back up; Που όμως εμπλέκονται τα σοβιετικά σταν στην απώλεια; Και γιατί η μία εκ των δύο γυναικών απορρίπτει μετά βδελυγμίας την περίπτωση να βρεθεί εκεί το χαμένο αντικείμενο; Να ποια είναι τα βασανιστικά ερωτήματα που ανακύπτουν από το πρώτο κιόλας πλάνο.
Και ιδού η αποκάλυψη, εδώ και τώρα, φίλες και φίλοι, κατά παγκόσμια αποκλειστικότητα, ειδικά για τους αναγνώστες του travelstories: Τα επίμαχα λόγια που μόλις έχουν εκστομιστεί με μια χροιά απαξίωσης αλλά και ειλικρινούς απορίας από τα βαμμένα κόκκινα χείλη της συναδέλφου Βίκυς είναι σε ευθεία συνάρτηση με την απάντηση της Ισαβέλλας, δηλαδή εμού της ιδίας, στην προηγούμενη κλασική πια ερώτηση «αλήθεια, για πού ετοιμάζεστε;» Ανοίγει παρένθεση: όλοι λίγο πολύ οι παλιοί γνώριμοι, καθότι ενήμεροι και ενίοτε συμπάσχοντες στην χωρίς επιστροφή καταβύθισή του ζεύγους Ισαβέλλας & Κώστα στον σκοτεινό κόσμο της ταξιδιοεξάρτησης έχουν πλέον αυτοεκπαιδευτεί με τα χρόνια να θεωρούν δεδομένο (και ορθώς) ότι οποιαδήποτε εποχή του χρόνου και στιγμή της ημέρας ή της νύχτας ετοιμαζόμαστε «για κάπου», τουλάχιστον ως πρόθεση. Κλείνει η παρένθεση.
Είμαστε σίγουρα στο σωστό δρόμο, σκέφτηκα ακαριαία (αλλά δεν είπα) μόλις εισέπραξα την αποδοκιμασία της συναδέλφου για τα ταξιδιωτικά μας σχέδια διατυπωμένη μεν εμμέσως υπό μορφή ερώτησης, πλην όμως σαφέστατα ρητορικής. Αλλοίμονο δηλαδή αν ένα καθ’ όλα καθώς πρέπει κορίτσι σαν τη Βίκυ ενέκρινε τον συγκεκριμένο προορισμό! Θα ‘πρεπε ν’ αλλάζω ρότα επί τόπου και να ψάχνομαι στους ειδικούς σε πλήρη σύγχυση ταυτότητας. Κρατώντας ωστόσο τις μύχιες αυτές σκέψεις αποκλειστικά για τον εαυτό μου και μερικές χιλιάδες μέλη του travelstories, αντ’ αυτού μπουμπούνισα τη συνήθη ατάκα περί της διαφορετικότητας των γούστων και των επιθυμιών που συνθέτουν τον πλούτο αυτού του κόσμου, επικαλέστηκα κάποια επείγουσα όσο και ανύπαρκτη επαγγελματική υποχρέωση για να ξεφορτωθώ την καλή συνάδελφο και ξαναβυθίστηκα εμβριθώς στη μελέτη της διαδρομής που είχε διακόψει η περιττή φιλομάθειά της με τα ως άνω αναλυθέντα αποτελέσματα.
Και τώρα ολίγη σοβαρότης, κι άντε να σκύψουμε όλοι μαζί πάνω στον χάρτη (από το επόμενο επεισόδιο).
Πριν δυο περίπου μήνες, κατά την εγγραφή μου ως νέο μέλος, πήρα και την πρώτη μου παραγγελιά (οποία τιμή!) από τον Taver και τον Γιώργο να αφηγηθώ κατά προτεραιότητα ταξιδιωτικές εμπειρίες από το Τουρκμενιστάν. Τυχαίο; Δεν νομίζω. Αρκεί μια απλή ματιά στο βεβαρημένο ταξιδιωτικό μητρώο των εν λόγω δύο καθ’ έξιν αμετανόητων της περιπλάνησης για να αντιληφθεί κανείς ότι μόνο συμπτωματική κι αθώα δεν μπορεί να ήταν η επιλογή τους. Ξέρανε και παραξέρανε τι διαλέγανε οι πονηροί. Γι αυτό και δεν χωράει αμφιβολία για το κίνητρό τους: Τους γαργάλισε, και με το δίκιο τους εδώ που τα λέμε, ο … (πώς να το διατυπώσω αλήθεια … ο, ας πούμε, κάπως, χμ, … ιδιαίτερος χαρακτήρας του Ηγέτη (με κεφαλαίο παρακαλώ) και κατά συνέπεια ολόκληρης της χώρας - μεταξύ μας δηλαδή, μιλάμε για ΤΟ συλλεκτικό κομμάτι! Ε, αφού λοιπόν το έταξα, και καθώς θα ήταν ντροπή μου και αίσχος μου να παραμείνει προεκλογική υπόσχεση (του είδους «λεφτά υπάρχουν») λέω να πιάσω επιτέλους το νήμα της αφήγησης και ν’ αρχίσουμε σιγά σιγά να ξετυλίγουμε παρέα το κεντρασιατικό κουβάρι.
Όταν όμως λέω σιγά σιγά, κυριολεκτώ. Μια χώρα σαν το Τουρκμενιστάν που φέρει την προσωπική σφραγίδα κοτζάμ Σαπαρμουράτ Νιγιάζοφ δεν σερβίρεται με τη μία. Προϋποθέτει οπωσδήποτε το απεριτίφ της (μια περιληπτική περιγραφή της γενικότερης διαδρομής μας στην Κεντρική Ασία), θέλει το ορεκτικό της (την παραμυθένια Χίβα στο ανατολικό Ουζμπεκιστάν, βλέπε δείγμα αμέσως από κάτω)
και περιλαμβάνει δυστυχώς και το κρύο πιάτο της (την οικολογική καταστροφή στην κάποτε θάλασσα της Αράλης). Τότε, και μόνο τότε θα είμαστε πλέον έτοιμοι να διαβούμε τα τουρκμένικα σύνορα, να διασχίσουμε την έρημο Καράκουμ στα χνάρια των μογγολικών ορδών του Τζένγκις Χαν, περνώντας από λεηλατημένη πόλη σε λεηλατημένη πόλη και να οδηγηθούμε επιτέλους, με τους σιελογόνους μας σε πλήρη αφύπνιση, να γευτούμε ως κύριο πιάτο το έδεσμα των έδεσμάτων, την παγκοσμίως άγνωστη Άσγκαμπατ, πρωτεύουσα του σύγχρονου Τουρκμενιστάν και ακριβό καμάρι του πλέον ανεκδιήγητου (για να το πούμε κομψά) δικτάτορα της πρόσφατης Ιστορίας.
Αυτά λοιπόν τα ολίγα ως προς τη μεθοδολογία, για να προχωρήσω αμέσως στους τίτλους αρχής:
Σκηνικό: Ένα κοινότυπο γραφείο τεχνικής εταιρείας. Η Ισαβέλλα μισοδιακρίνεται καθισμένη πίσω από την οθόνη του υπολογιστή της ενώ συνομιλεί με έτερο άτομο γένους θηλυκού που στέκει όρθιο στο πλάι της. Η κινηματογραφική σκηνή επενδύεται μουσικά για λόγους ατμόσφαιρας με το «Καλίνκα» ερμηνευμένο από τη γνωστή χορωδία του Κόκκινου Στρατού σε ένταση τέτοια που οι θεατές αδυνατούν να διακρίνουν το περιεχόμενο της συζήτησης των δυο γυναικών. Ωστόσο το ύφος τους, χαλαρό και καλοδιάθετο, δεν αφήνει την παραμικρή αμφιβολία ότι η κουβέντα τους αποκλείεται να περιστρέφεται γύρω από την αγορά οπλισμένου σκυροδέματος ή τις διακυμάνσεις της τιμής του πετρελαίου. Για να το πούμε απλά και χωρίς περιστροφές: Έχουμε να κάνουμε μ’ ένα αδιαμφισβήτητο κρούσμα λούφας εν ώρα εργασίας, και μάλιστα στον ιδιωτικό τομέα και χωρίς ίχνος ενοχής. Ώσπου η ένταση της μουσικής χαμηλώνει και σβήνει ακριβώς πάνω στη στιγμή όπου από τη μεγάλη οθόνη πέφτει ξερή σαν πέλεκυς η αινιγματική φράση:
Μα το’ χεις χάσει τελείως; Τι να βρεις στα πρώην σοβιετικά σταν;
Όπως ήδη προείπαμε, οι θεατές της υποθετικής ταινίας δεν είναι σε θέση να γνωρίζουν τη στιχομυθία που έχει προηγηθεί ώστε να ερμηνεύσουν το βαθύτερο νόημα των ως άνω λέξεων. Αντιμέτωποι λοιπόν με τον γρίφο, μοιραία βυθίζονται σε υποθέσεις: Τι είναι άραγε αυτό που έχει χαθεί - και μάλιστα τελείως; Κάποιο σημαντικό έγγραφο; Κάποιο αρχείο ίσως, χωρίς back up; Που όμως εμπλέκονται τα σοβιετικά σταν στην απώλεια; Και γιατί η μία εκ των δύο γυναικών απορρίπτει μετά βδελυγμίας την περίπτωση να βρεθεί εκεί το χαμένο αντικείμενο; Να ποια είναι τα βασανιστικά ερωτήματα που ανακύπτουν από το πρώτο κιόλας πλάνο.
Και ιδού η αποκάλυψη, εδώ και τώρα, φίλες και φίλοι, κατά παγκόσμια αποκλειστικότητα, ειδικά για τους αναγνώστες του travelstories: Τα επίμαχα λόγια που μόλις έχουν εκστομιστεί με μια χροιά απαξίωσης αλλά και ειλικρινούς απορίας από τα βαμμένα κόκκινα χείλη της συναδέλφου Βίκυς είναι σε ευθεία συνάρτηση με την απάντηση της Ισαβέλλας, δηλαδή εμού της ιδίας, στην προηγούμενη κλασική πια ερώτηση «αλήθεια, για πού ετοιμάζεστε;» Ανοίγει παρένθεση: όλοι λίγο πολύ οι παλιοί γνώριμοι, καθότι ενήμεροι και ενίοτε συμπάσχοντες στην χωρίς επιστροφή καταβύθισή του ζεύγους Ισαβέλλας & Κώστα στον σκοτεινό κόσμο της ταξιδιοεξάρτησης έχουν πλέον αυτοεκπαιδευτεί με τα χρόνια να θεωρούν δεδομένο (και ορθώς) ότι οποιαδήποτε εποχή του χρόνου και στιγμή της ημέρας ή της νύχτας ετοιμαζόμαστε «για κάπου», τουλάχιστον ως πρόθεση. Κλείνει η παρένθεση.
Είμαστε σίγουρα στο σωστό δρόμο, σκέφτηκα ακαριαία (αλλά δεν είπα) μόλις εισέπραξα την αποδοκιμασία της συναδέλφου για τα ταξιδιωτικά μας σχέδια διατυπωμένη μεν εμμέσως υπό μορφή ερώτησης, πλην όμως σαφέστατα ρητορικής. Αλλοίμονο δηλαδή αν ένα καθ’ όλα καθώς πρέπει κορίτσι σαν τη Βίκυ ενέκρινε τον συγκεκριμένο προορισμό! Θα ‘πρεπε ν’ αλλάζω ρότα επί τόπου και να ψάχνομαι στους ειδικούς σε πλήρη σύγχυση ταυτότητας. Κρατώντας ωστόσο τις μύχιες αυτές σκέψεις αποκλειστικά για τον εαυτό μου και μερικές χιλιάδες μέλη του travelstories, αντ’ αυτού μπουμπούνισα τη συνήθη ατάκα περί της διαφορετικότητας των γούστων και των επιθυμιών που συνθέτουν τον πλούτο αυτού του κόσμου, επικαλέστηκα κάποια επείγουσα όσο και ανύπαρκτη επαγγελματική υποχρέωση για να ξεφορτωθώ την καλή συνάδελφο και ξαναβυθίστηκα εμβριθώς στη μελέτη της διαδρομής που είχε διακόψει η περιττή φιλομάθειά της με τα ως άνω αναλυθέντα αποτελέσματα.
Και τώρα ολίγη σοβαρότης, κι άντε να σκύψουμε όλοι μαζί πάνω στον χάρτη (από το επόμενο επεισόδιο).
Attachments
-
505,4 KB Προβολές: 85
Last edited by a moderator: