isabelle
Member
- Μηνύματα
- 904
- Likes
- 4.184
ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΙ ΕΝΑ ΚΑΙΡΟ ΗΤΑΝ ΕΔΩ ΜΙΑ ΘΑΛΑΣΣΑ
Το σχετικό άρθρο έχει αναρτηθεί και στο σάιτ μας
ΟΥΖΜΠΕΚΙΣΤΑΝ 3 - ΑΡΑΛΗ, ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ... | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν
Το Μόνυακ είναι μια πόλη που αργοπεθαίνει. Δεν χρειάζεται να σου το πει κανείς, μιλάνε γι αυτό οι ερημωμένοι δρόμοι του, τα καταρρέοντα σπίτια, τα κλειστά μαγαζιά και τα εγκαταλειμμένα εργοστάσια. Μα πάνω απ’ όλα το μαρτυρά το άδειο βλέμμα και η γκρίζα όψη των ανέργων που πίνουν βότκα ολημερίς, καθισμένοι αμίλητοι στα δύο εναπομείναντα καπηλειά.
Μετά την παραμυθένια Χίβα, σήμερα είναι μια μελαγχολική μέρα του κεντρασιατικού οδοιπορικού μας. Κάτι σαν ρέκβιεμ. Μα δεν μας φταίει κανείς γι αυτό. Γνωρίζαμε τι θα δούμε και επιλέξαμε να πάμε. Συνειδητά. Γιατί αληθινό ταξίδι δεν είναι μόνο τα ωραία. Ταξίδι είναι πάνω απ’ όλα εμπειρία και γνώση. Κι όταν βρίσκεσαι κοντά σε μια περιοχή που έχει υποστεί ολική καταστροφή από την ανθρώπινη αμετροέπεια δεν κλείνεις τα μάτια. Πας και το βλέπεις. Για να πενθήσεις (αναπόφευκτα) αλλά κυρίως για να θυμώσεις (ακόμα περισσότερο). Και οργισμένος να επιστρέψεις στον τόπο σου και να ενημερώσεις με κάθε τρόπο για το έγκλημα που συντελέστηκε κι εξακολουθεί να συντελείται εκεί, στην (όχι και τόσο) μακρινή Αράλη. Ελπίζοντας ο θυμός σου να συμπαρασύρει κι άλλους που σκέφτονται σαν κι εσένα, μπας και, αν μη τι άλλο, όλοι μαζί εμποδίσουμε να επαναληφθούν ανάλογες περιβαλλοντικές καταστροφές, στο όνομα της «ανάπτυξης» και της «ευημερίας».
Τι λέγαμε; Α ναι, για το Μόνυακ. Στα τέλη της δεκαετίας του ’50 λοιπόν, πριν μπουν σ’ εφαρμογή τα μεγαλεπίβολα σχέδια «ανάπτυξης» της τότε πολιτικής ηγεσίας της Σοβιετικής Ένωσης, το Μόνυακ ήταν το μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας πάνω στη νότια ακτή της Θάλασσας της Αράλης από την πλευρά του Ουζμπεκιστάν. Σήμερα, μισό αιώνα μετά, ο πάλαι ποτέ παράλιος οικισμός απέχει εκατόν πενήντα χιλιόμετρα (ναι, ναι, καλά διαβάσατε, 150 χλμ!) από την όχθη της κατ’ ευφημισμόν πια «θάλασσας» που έχει συρρικνωθεί στο ένα τέταρτο του αρχικού της όγκου νερού και στη μισή της επιφάνεια, χωρισμένη μάλιστα προσφάτως σε τρία διακριτά τμήματα. Πουθενά αλλού όσο στο Μόνυακ δεν συμπυκνώνονται γλαφυρότερα οι συνέπειες της ανυπολόγιστης οικολογικής καταστροφής που συντελέστηκε, συστηματικά, εν ψυχρώ και με πλήρη επίγνωση από τους αυτουργούς, σε βάρος της άλλοτε πολιτογραφημένης ως η τέταρτη σε μέγεθος εσωτερική θάλασσα του πλανήτη.
Το χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου
Ήταν η εποχή του μεγάλου ανταγωνισμού για την εμπέδωση διεθνώς της ανωτερότητας του σοβιετικού συστήματος, όταν στο τραπέζι του πολιτμπυρό έπεσε η ιδέα της μετατροπής της αχανούς κεντρασιατικής στέπας σε παραγωγική έκταση καλλιέργειας μπαμπακιού εξασφαλίζοντας έτσι την αυτάρκεια της σοβιετικής υφαντουργίας σε πρώτες ύλες. Καθόλου κακή η πρόταση ως τέτοια, αν η υλοποίησή της δεν συνεπαγόταν την άντληση τεράστιων ποσοτήτων νερού από τους δύο βασικούς τροφοδότες της Αράλης: τον ποταμό Άμου Ντάρια (αρχαίος Ώξος) στο νότο από τη μεριά του Ουζμπεκιστά, και τον ποταμό Συρ Ντάρια (Ιαξάρτης) στο βορρά από την πλευρά του Καζακστάν.
Στις αρχές της δεκαετίας του ‘70, δώδεκα μόλις χρόνια μετά την έναρξη των εργασιών σκαψίματος των πρώτων γιγάντιων καναλιών άρδευσης μήκους πολλών εκατοντάδων χιλιομέτρων, η σοβιετική ηγεσία μπορεί βάσιμα να καυχιέται ότι η αύξηση της παραγωγής σε μπαμπάκι δεν έχει απλώς καλύψει τα αρχικά της πλάνα αλλά έχει μακράν υπερβεί κάθε προσδοκία. Την ίδια όμως στιγμή η Μητέρα Φύση έχει ήδη δώσει με τον πιο σαφή τρόπο τα προειδοποιητικά της σημάδια πως μαζί με τις προσδοκίες έχουν ξεπεραστεί κατά πολύ και τα όρια της αντοχής της. Εκείνη την εποχή, το Μόνυακ απέχει κι όλας δέκα χιλιόμετρα από την αποσυρόμενη Αράλη ενώ η παραγωγή σε αλιεύματα έχει μειωθεί κατά περίπου ένα τρίτο. Δεν χρειάζεται να διαθέτει κανείς διδακτορικό περιβαλλοντολογίας για ν’ αντιληφθεί το προφανές: ρυθμοί άρδευσης που δεν σέβονται τη φυσική ισορροπία και τις δυνατότητες ανανέωσης των διαθέσιμων υδάτινων πόρων δεν μπορούν να εξασφαλίσουν βιώσιμη ανάπτυξη.
Η σοβιετική ηγεσία όμως δεν μασάει με τέτοια. Μεθυσμένη από τα πρόσκαιρα εντυπωσιακά επιτεύγματα και δοσμένη ολόψυχα στον αγώνα για παγκόσμια κυριαρχία κόντρα στις ΗΠΑ, συμπεριφέρεται σαν αθλητής που πασχίζει πάση θυσία να φτάσει στην κορυφή αδιαφορώντας για τις συνέπειες από την αυξανόμενη χρήση αναβολικών. Έτσι συνεχίζεται και τα επόμενα χρόνια η ίδια πολιτική στην Κεντρική Ασία, επεκτείνοντας μάλιστα παραπέρα το δίκτυο άρδευσης, εν πλήρη γνώση πλέον των όλο και εμφανέστερων καταστροφικών αποτελεσμάτων πάνω στο περιβάλλον.
Το 1982 το Μόνυακ απέχει σαράντα χιλιόμετρα από την Αράλη, οπότε και παύει οριστικά κάθε δραστηριότητα αλιείας για τους τρεις χιλιάδες ψαράδες του. Η στάθμη του νερού μέσα στα κανάλια που σκάφτηκαν κατά τα προηγούμενα χρόνια για να συνδέσουν τεχνητά το άλλοτε λιμάνι με τη θάλασσα του, δεν επαρκεί για να πλεύσουν ως εκεί τα ψαράδικα. Η ετήσια παραγωγή είκοσι έξι χιλιάδων τόνων αλιευμάτων με την οποία οι ψαράδες του Μόνυακ τροφοδοτούσαν άλλοτε την εύρωστη βιομηχανία επεξεργασίας ψαριού έχει σχεδόν εκλείψει. Αντ’ αυτής αρχίζουν να καταφθάνουν με τεράστιο κόστος ψάρια προς κατάψυξη από τη Βαλτική και τον Βόρειο Ατλαντικό (!) σε μια ύστατη όσο και μάταιη προσπάθεια να στηριχθεί τεχνητά η καταρρέουσα οικονομία της πόλης.
Την ίδια περίπου χρονολογία τα πλούσια νερά του Συρ Ντάρια έχουν πάψει πια να καταλήγουν στη βόρεια Αράλη. Στραγγίζονται πολύ πιο πριν, διοχετευόμενα για τις ανάγκες της αγροτικής παραγωγής στο Καζακστάν. Όσο για τον Άμου Ντάρια που άλλοτε σχημάτιζε ένα απλωμένο και εύφορο δέλτα πριν χυθεί στη θάλασσα της Αράλης από την ουζμπέκικη πλευρά, έχει πλέον μεταβληθεί σ’ ένα ασθενικό ρυάκι που ίσα που καταφέρνει να συρθεί ασθμαίνοντας μέχρι εκεί. Από τα πενήντα πέντε κυβικά χιλιόμετρα φρέσκου νερού με τα οποία τα δυο ποτάμια τροφοδοτούσαν ετησίως την Αράλη πριν την έναρξη των έργων άρδευσης, μόλις εφτά και με το ζόρι καταλήγουν σ’ αυτήν. Στα μέσα της δεκαετίας του ’80 το έγκλημα έχει πλέον ολοκληρωθεί, όχι όμως δυστυχώς και τα συνεπακόλουθά του όπως θα δούμε στη συνέχεια.
Για την ώρα θαυμάστε τον χάρτη του "επιτεύγματος". Ανθρώπων έργο είναι κι αυτό...
Το σχετικό άρθρο έχει αναρτηθεί και στο σάιτ μας
ΟΥΖΜΠΕΚΙΣΤΑΝ 3 - ΑΡΑΛΗ, ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ... | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν
Το Μόνυακ είναι μια πόλη που αργοπεθαίνει. Δεν χρειάζεται να σου το πει κανείς, μιλάνε γι αυτό οι ερημωμένοι δρόμοι του, τα καταρρέοντα σπίτια, τα κλειστά μαγαζιά και τα εγκαταλειμμένα εργοστάσια. Μα πάνω απ’ όλα το μαρτυρά το άδειο βλέμμα και η γκρίζα όψη των ανέργων που πίνουν βότκα ολημερίς, καθισμένοι αμίλητοι στα δύο εναπομείναντα καπηλειά.
Μετά την παραμυθένια Χίβα, σήμερα είναι μια μελαγχολική μέρα του κεντρασιατικού οδοιπορικού μας. Κάτι σαν ρέκβιεμ. Μα δεν μας φταίει κανείς γι αυτό. Γνωρίζαμε τι θα δούμε και επιλέξαμε να πάμε. Συνειδητά. Γιατί αληθινό ταξίδι δεν είναι μόνο τα ωραία. Ταξίδι είναι πάνω απ’ όλα εμπειρία και γνώση. Κι όταν βρίσκεσαι κοντά σε μια περιοχή που έχει υποστεί ολική καταστροφή από την ανθρώπινη αμετροέπεια δεν κλείνεις τα μάτια. Πας και το βλέπεις. Για να πενθήσεις (αναπόφευκτα) αλλά κυρίως για να θυμώσεις (ακόμα περισσότερο). Και οργισμένος να επιστρέψεις στον τόπο σου και να ενημερώσεις με κάθε τρόπο για το έγκλημα που συντελέστηκε κι εξακολουθεί να συντελείται εκεί, στην (όχι και τόσο) μακρινή Αράλη. Ελπίζοντας ο θυμός σου να συμπαρασύρει κι άλλους που σκέφτονται σαν κι εσένα, μπας και, αν μη τι άλλο, όλοι μαζί εμποδίσουμε να επαναληφθούν ανάλογες περιβαλλοντικές καταστροφές, στο όνομα της «ανάπτυξης» και της «ευημερίας».
Τι λέγαμε; Α ναι, για το Μόνυακ. Στα τέλη της δεκαετίας του ’50 λοιπόν, πριν μπουν σ’ εφαρμογή τα μεγαλεπίβολα σχέδια «ανάπτυξης» της τότε πολιτικής ηγεσίας της Σοβιετικής Ένωσης, το Μόνυακ ήταν το μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας πάνω στη νότια ακτή της Θάλασσας της Αράλης από την πλευρά του Ουζμπεκιστάν. Σήμερα, μισό αιώνα μετά, ο πάλαι ποτέ παράλιος οικισμός απέχει εκατόν πενήντα χιλιόμετρα (ναι, ναι, καλά διαβάσατε, 150 χλμ!) από την όχθη της κατ’ ευφημισμόν πια «θάλασσας» που έχει συρρικνωθεί στο ένα τέταρτο του αρχικού της όγκου νερού και στη μισή της επιφάνεια, χωρισμένη μάλιστα προσφάτως σε τρία διακριτά τμήματα. Πουθενά αλλού όσο στο Μόνυακ δεν συμπυκνώνονται γλαφυρότερα οι συνέπειες της ανυπολόγιστης οικολογικής καταστροφής που συντελέστηκε, συστηματικά, εν ψυχρώ και με πλήρη επίγνωση από τους αυτουργούς, σε βάρος της άλλοτε πολιτογραφημένης ως η τέταρτη σε μέγεθος εσωτερική θάλασσα του πλανήτη.
Το χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου
Ήταν η εποχή του μεγάλου ανταγωνισμού για την εμπέδωση διεθνώς της ανωτερότητας του σοβιετικού συστήματος, όταν στο τραπέζι του πολιτμπυρό έπεσε η ιδέα της μετατροπής της αχανούς κεντρασιατικής στέπας σε παραγωγική έκταση καλλιέργειας μπαμπακιού εξασφαλίζοντας έτσι την αυτάρκεια της σοβιετικής υφαντουργίας σε πρώτες ύλες. Καθόλου κακή η πρόταση ως τέτοια, αν η υλοποίησή της δεν συνεπαγόταν την άντληση τεράστιων ποσοτήτων νερού από τους δύο βασικούς τροφοδότες της Αράλης: τον ποταμό Άμου Ντάρια (αρχαίος Ώξος) στο νότο από τη μεριά του Ουζμπεκιστά, και τον ποταμό Συρ Ντάρια (Ιαξάρτης) στο βορρά από την πλευρά του Καζακστάν.
Στις αρχές της δεκαετίας του ‘70, δώδεκα μόλις χρόνια μετά την έναρξη των εργασιών σκαψίματος των πρώτων γιγάντιων καναλιών άρδευσης μήκους πολλών εκατοντάδων χιλιομέτρων, η σοβιετική ηγεσία μπορεί βάσιμα να καυχιέται ότι η αύξηση της παραγωγής σε μπαμπάκι δεν έχει απλώς καλύψει τα αρχικά της πλάνα αλλά έχει μακράν υπερβεί κάθε προσδοκία. Την ίδια όμως στιγμή η Μητέρα Φύση έχει ήδη δώσει με τον πιο σαφή τρόπο τα προειδοποιητικά της σημάδια πως μαζί με τις προσδοκίες έχουν ξεπεραστεί κατά πολύ και τα όρια της αντοχής της. Εκείνη την εποχή, το Μόνυακ απέχει κι όλας δέκα χιλιόμετρα από την αποσυρόμενη Αράλη ενώ η παραγωγή σε αλιεύματα έχει μειωθεί κατά περίπου ένα τρίτο. Δεν χρειάζεται να διαθέτει κανείς διδακτορικό περιβαλλοντολογίας για ν’ αντιληφθεί το προφανές: ρυθμοί άρδευσης που δεν σέβονται τη φυσική ισορροπία και τις δυνατότητες ανανέωσης των διαθέσιμων υδάτινων πόρων δεν μπορούν να εξασφαλίσουν βιώσιμη ανάπτυξη.
Η σοβιετική ηγεσία όμως δεν μασάει με τέτοια. Μεθυσμένη από τα πρόσκαιρα εντυπωσιακά επιτεύγματα και δοσμένη ολόψυχα στον αγώνα για παγκόσμια κυριαρχία κόντρα στις ΗΠΑ, συμπεριφέρεται σαν αθλητής που πασχίζει πάση θυσία να φτάσει στην κορυφή αδιαφορώντας για τις συνέπειες από την αυξανόμενη χρήση αναβολικών. Έτσι συνεχίζεται και τα επόμενα χρόνια η ίδια πολιτική στην Κεντρική Ασία, επεκτείνοντας μάλιστα παραπέρα το δίκτυο άρδευσης, εν πλήρη γνώση πλέον των όλο και εμφανέστερων καταστροφικών αποτελεσμάτων πάνω στο περιβάλλον.
Το 1982 το Μόνυακ απέχει σαράντα χιλιόμετρα από την Αράλη, οπότε και παύει οριστικά κάθε δραστηριότητα αλιείας για τους τρεις χιλιάδες ψαράδες του. Η στάθμη του νερού μέσα στα κανάλια που σκάφτηκαν κατά τα προηγούμενα χρόνια για να συνδέσουν τεχνητά το άλλοτε λιμάνι με τη θάλασσα του, δεν επαρκεί για να πλεύσουν ως εκεί τα ψαράδικα. Η ετήσια παραγωγή είκοσι έξι χιλιάδων τόνων αλιευμάτων με την οποία οι ψαράδες του Μόνυακ τροφοδοτούσαν άλλοτε την εύρωστη βιομηχανία επεξεργασίας ψαριού έχει σχεδόν εκλείψει. Αντ’ αυτής αρχίζουν να καταφθάνουν με τεράστιο κόστος ψάρια προς κατάψυξη από τη Βαλτική και τον Βόρειο Ατλαντικό (!) σε μια ύστατη όσο και μάταιη προσπάθεια να στηριχθεί τεχνητά η καταρρέουσα οικονομία της πόλης.
Την ίδια περίπου χρονολογία τα πλούσια νερά του Συρ Ντάρια έχουν πάψει πια να καταλήγουν στη βόρεια Αράλη. Στραγγίζονται πολύ πιο πριν, διοχετευόμενα για τις ανάγκες της αγροτικής παραγωγής στο Καζακστάν. Όσο για τον Άμου Ντάρια που άλλοτε σχημάτιζε ένα απλωμένο και εύφορο δέλτα πριν χυθεί στη θάλασσα της Αράλης από την ουζμπέκικη πλευρά, έχει πλέον μεταβληθεί σ’ ένα ασθενικό ρυάκι που ίσα που καταφέρνει να συρθεί ασθμαίνοντας μέχρι εκεί. Από τα πενήντα πέντε κυβικά χιλιόμετρα φρέσκου νερού με τα οποία τα δυο ποτάμια τροφοδοτούσαν ετησίως την Αράλη πριν την έναρξη των έργων άρδευσης, μόλις εφτά και με το ζόρι καταλήγουν σ’ αυτήν. Στα μέσα της δεκαετίας του ’80 το έγκλημα έχει πλέον ολοκληρωθεί, όχι όμως δυστυχώς και τα συνεπακόλουθά του όπως θα δούμε στη συνέχεια.
Για την ώρα θαυμάστε τον χάρτη του "επιτεύγματος". Ανθρώπων έργο είναι κι αυτό...
Last edited: