Klair
Member
- Μηνύματα
- 2.344
- Likes
- 28.200
- Ταξίδι-Όνειρο
- Υπερσιβηρικός
Κεφάλαιο 7ο
Η Τετάρτη 8 Νοεμβρίου ήταν μια συννεφιασμένη μέρα και ο καιρός μάλλον το πήγαινε για βροχή. Ξυπνήσαμε νωρίς γιατί θέλαμε να προλάβουμε το τρένο των 10:30 για τη Φιλιππούπολη.
Κάναμε check-out και κατευθυνθήκαμε προς την κλειστή αγορά Tsentralni Hali, η οποία βρίσκεται δύο λεπτά περπάτημα από το ξενοδοχείο μας. Από ένα κιόσκι με φρέσκα σάντουιτς, ψωμί, τυρόπιτες και διάφορα άλλα φαγώσιμα αγοράσαμε διάφορα καλούδια για το πρωινό μας, αλλά και για το ταξίδι μας.
Από τον κεντρικό σταθμό Serdika μπήκαμε στο μετρό και κατεβήκαμε στον κεντρικό σταθμό τρένων της Σόφιας.
Ακολουθώντας τις πινακίδες φτάσαμε στα γκισέ έκδοσης εισιτηρίων για τη Φιλιππούπολη. Στη μεγάλη αίθουσα του σιδηροδρομικού σταθμού υπάρχει ένα μοντέλο ατμομηχανής, το οποίο αμέσως τράβηξε την προσοχή μας.
Εκδώσαμε τρία εισιτήρια, πρώτη θέση παρακαλώ, με κόστος 28,80 lev (15€), δηλαδή 5€ το άτομο, η μονή διαδρομή.
Βρήκαμε την πλατφόρμα αναχώρησης και επιβιβαστήκαμε στον συρμό, αφού ρωτήσαμε έναν υπεύθυνο ποιο είναι το βαγόνι της πρώτης θέσης. Το τρένο ξεκίνησε στην ώρα του, δηλαδή 10:30 και η αναμενόμενη ώρα άφιξης ήταν μετά από 2 1/2 ώρες, δηλαδή στις 13:00.
Aφήσαμε τα προάστια της πόλης πίσω μας και μπήκαμε σε ένα πιο ορεινό και δασώδες τοπίο. Είχε ξεκινήσει ένα ψιλόβροχο, το οποίο έκανε τα κιτρινο-κόκκινα φύλλα των δέντρων του δάσους να γυαλίζουν, δίνοντάς τους μια ιδιαίτερη λάμψη και ζωντάνια, πριν το οριστικό τέλος τους. Περάσαμε από πυκνά δάση, είδαμε βαθιές χαράδρες, ποτάμια και πολλά ορεινά Βουλγάρικα χωριά, ξεχασμένα ακόμα και από τον χρόνο, τυλιγμένα μέσα σε ένα πυκνό πέπλο ομίχλης και μυστηρίου.
Δε μέτρησα σε πόσους σταθμούς έκανε στάση το τρένο, πάντως ήταν πολλοί και σε όλους ανεξαιρέτως ανέβαιναν ή κατέβαιναν επιβάτες καθ’ όλη τη διαδρομή.
Σε μια καμπίνα υπήρχαν ένστολοι για την προστασία των επιβατών και του τρένου, οι οποίοι σε κάθε σταθμό έβγαζαν τα κεφάλια τους έξω από το παράθυρο, ελέγχοντας την επιβίβαση και την αποβίβαση. Το ίδιο έγινε και κατά την επιστροφή μας από τη Φιλιππούπολη προς τη Σόφια.
Μπήκαμε στον κεντρικό σταθμό της Φιλιππούπολης ακριβώς στην ώρα μας.
Τα προάστια της πόλης με τα άχαρα ψηλά κτίρια που πρωτοείδαμε, δεν μας γέμισαν το μάτι. Κοιταχτήκαμε μεταξύ μας κάπως αμήχανα, αλλά αμέσως διώξαμε τις όποιες αρχικές σκέψεις και είπαμε ότι είναι πολύ νωρίς για να βγάλουμε συμπεράσματα.
Αποβιβαστήκαμε και κατευθυνθήκαμε έξω από τον σταθμό, προς αναζήτηση μεταφορικού μέσου. Υπήρχε ένα και μοναδικό ταξί αραγμένο εκείνην την ώρα έξω από τον σταθμό και το πήραμε. Δείξαμε στον οδηγό τους χάρτες στο κινητό, για να τον κατατοπίσουμε για το σημείο που βρισκόταν το ξενοδοχείο μας, όμως εκείνος άνοιξε έναν δικό του χάρτινο χάρτη, έψαξε για λίγο τη διαδρομή, μας είπε με νοήματα ότι κατάλαβε που θέλουμε να μας πάει και ξεκίνησε.
Οδήγησε στην bul. Tsar Boris III και μετά από τρία χιλιόμετρα διαδρομής, μας άφησε στο κατάλυμά μας, ένα υπέροχο διαμέρισμα στο κέντρο της πόλης, το Historic Centre Designer Apartment Plovdiv. Ο ιδιοκτήτης, μας είχε ενημερώσει με mail, στέλνοντας έναν κωδικό, ότι το κλειδί θα βρίσκεται σε ένα μεταλλικό κουτάκι στην είσοδο του σπιτιού. Εκεί έπρεπε να αφήσουμε και τα χρήματα, μετρητά φυσικά και ακριβώς το απαιτούμενο ποσό.
Μπήκαμε και αρχίσαμε να ανεβαίνουμε τις σκάλες, οι οποίες δεν ήταν και λίγες, αφού το διαμέρισμα είναι ρετιρέ, σε ένα τετραώροφο κτίριο. Μας βγήκε η γλώσσα να φτάσουμε πάνω κουβαλώντας τις χειραποσκευές μας, αλλά όταν εισήλθαμε στον χώρο αποζημιωθήκαμε. Είναι ένα πολύ όμορφο διαμέρισμα, γουστόζικα επιπλωμένο, με πολύ χρώμα!
Τακτοποιηθήκαμε, φρεσκαριστήκαμε και γεμάτοι περιέργεια και έξαψη κατεβήκαμε γρήγορα τις σκάλες και βγήκαμε έξω. Κάνοντας ελάχιστα βήματα αριστερά, η πρώτη ουσιαστικά εικόνα της πόλης που είδαμε, ήταν αυτή:
Τότε μόνο συνειδητοποιήσαμε σε πόσο κεντρικό σημείο βρίσκεται "το σπίτι μας".
Η Knyaz Alexander I είναι η ραχοκοκαλιά της πόλης, ο πιο κεντρικός πεζόδρομος με υπέροχα κτίρια, τράπεζες, καταστήματα, καφέ και εστιατόρια. Μαζί με την Rayko Daskalov αποτελούν το αχτύπητο δίδυμο της πόλης, την πιο αγαπημένη διαδρομή και περατζάδα, όχι μόνο των ντόπιων αλλά και όλων ανεξαιρέτως των επισκεπτών.
Στη συμβολή των οδών υπάρχει το κέντρο πληροφοριών, στο οποίο μπήκα για να πάρω έναν χάρτη της πόλης για τη συλλογή μου. Εκεί συνάντησα ένα παλικάρι Έλληνα, τον Νικηφόρο αν θυμάμαι καλά το όνομά του, ο οποίος με πάρα πολύ κέφι και διάθεση, θέλησε να μου κάνει μια μικρή ανάλυση των αξιοθέατων της πόλης. Ο Νικηφόρος είναι από πατέρα Έλληνα και μητέρα Βουλγάρα και άφησε την Ελλάδα, για ένα καλύτερο μέλλον στη γενέτειρα της μητέρας του, τη Φιλιππούπολη. Αν τυχόν χρειαστείτε οποιαδήποτε πληροφορία είναι πολύ πρόθυμος να εξυπηρετήσει και να βοηθήσει με τα αξιοθέατα της πόλης.
Από εδώ ξεκινήσαμε και εμείς την επαφή μας με την πόλη, με πρώτη στάση, πάνω από το αρχαίο στάδιο της Φιλιππούπολης, που χτίστηκε τον 2ο αιώνα, επί βασιλείας του Ρωμαίου Αυτοκράτορα Αδριανού. Έγινε με πρότυπο το στάδιο των Δελφών. Είχε μήκος περίπου 240 μέτρα και πλάτος 50 μέτρα και μπορούσε να χωρέσει 30.000 θεατές. Οι αγώνες στο στάδιο οργανώνονταν από τη γενική συνέλευση της επαρχίας της Θράκης. Προς τιμήν τους, το βασιλικό Νομισματοκοπείο της Φιλιππούπολης έκοβε νομίσματα που έφεραν την όψη του εκάστοτε Αυτοκράτορα. Το μεγαλύτερο μέρος του βρίσκεται κάτω από τον δρόμο, αλλά και από πολλά κτίρια.
Ακριβώς απέναντι ορθώνεται το Τζαμί Τζουμαγιά (Dzhumaya), το οποίο θεωρείται το αρχαιότερο Ευρωπαϊκό, βγάζοντας εκτός τα Τζαμιά της Μαυριτανικής Ισπανίας. Μέχρι την κατάληψη της πόλης από τους Οθωμανούς το 1371, εδώ ήταν ο Καθεδρικός Ναός. Επί σουλτάνου Μουράτ Β΄ (1421-1451), το κτίριο κατεδαφίστηκε και στη θέση του ανεγέρθη το σημερινό Τζαμί. Το κτίριο έχει αποκατασταθεί δύο φορές μετά από ζημιές από σεισμό.
Από την πρώτη κιόλας στιγμή αυτός ο κεντρικός πεζόδρομος είχε αρχίσει να με γοητεύει με τη ζωντάνια του, τα όμορφα σε παστέλ αποχρώσεις κτίριά του και τα καλόγουστα εμπορικά μαγαζιά του.
Προχωρήσαμε στην Rayko Daskalov,
η οποία συνέχισε να μας γοητεύει με τα επίσης υπέροχα παλιά αρχοντικά της,
τα ψηλά δέντρα της αλλά και αυτήν την ευφάνταστη κρήνη νερού.
Στο τέλος αυτού του δρόμου ρέει ο ποταμός Έβρος, ο αποκαλούμενος από τους κατοίκους της Φιλιππούπολης, Μαρίτσα. Μια κλειστή πεζογέφυρα με εμπορικά καταστήματα, δεξιά και αριστερά, συνδέει τα δύο κομμάτια της πόλης.
Η βόλτα μας άνοιξε την όρεξη και αναζητήσαμε στους χάρτες την ul. Opalchenska, γιατί στον αριθμό 13 βρίσκεται ένα εστιατόριο με πάρα πολύ καλή βαθμολογία, το Fresh Pasta. Είπαμε λοιπόν, να κάνουμε ένα γρήγορο γεύμα για την ώρα και το βράδυ θα βλέπαμε για κάτι πιο “γκράντε”.
Πήραμε μια σαλάτα, τρεις μακαρονάδες, δύο τιραμισού και αναψυκτικά σε πολύ καλές τιμές. Όσο για τις γεύσεις, δε θα πω ότι ξετρελάθηκα, ωστόσο για ένα γρήγορο φαγητό ήταν ok, αλλά τίποτα το ιδιαίτερο για τέτοιες βαθμολογίες.
https://www.tripadvisor.com.gr/Rest...ews-Fresh_Pasta-Plovdiv_Plovdiv_Province.html
https://foursquare.com/v/прясна-паста-fresh-pasta/574d37b9498e3974bb539ebd
Όταν βγήκαμε από το εστιατόριο ο ουρανός είχε βαρύνει πολύ και μάλλον στη συνέχεια της βόλτας μας δε θα γλιτώναμε την μπόρα, αλλά δεν πτοηθήκαμε καθόλου και μάλιστα ξεκινήσαμε για να μπούμε στην παλιά πόλη, ακολουθώντας την κεντρική της οδό Saborna.
Από τα πρώτα κιόλας κτίρια η διαδρομή προβλεπόταν συναρπαστική.
Το πρώτο αξιόλογο αξιοθέατο είναι η εκκλησία της Παναγίας (Sveta Bogoroditsa).
Τον 9ο αιώνα στον χώρο αυτό υπήρχε μια μικρή εκκλησία, η οποία το 1186 ανακαινίστηκε και έγινε μέρος του μοναστηριού. Όταν οι Οθωμανοί κατέλαβαν την πόλη το 1371, τα κτίρια καταστράφηκαν. Το σημερινό οικοδόμημα κατασκευάστηκε ως κύρια εκκλησία της πόλης, το 1844. Τρία χρόνια μετά την απελευθέρωση της Βουλγαρίας, ο αρχιτέκτονας Josef Schnitter έκτισε τριώροφο θολωτό Καμπαναριό, στη δυτική είσοδο της εκκλησίας.
Για να φτάσουμε στην είσοδο ανεβήκαμε αρκετά σκαλιά, αφού ο ναός βρίσκεται σε έναν από τους λόφους της παλιάς πόλης, τον Nebet Tepe και μπήκαμε στον αυλόγυρο, κάνοντας τον γύρο του κτιρίου για να το θαυμάσουμε εξωτερικά.
Aπό εκεί ψηλά η θέα προς το κέντρο της Φιλιππούπολης και το Τζαμί ήταν υπέροχη.
Απέναντι ακριβώς από την είσοδο του ναού υπάρχει το μικρό εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου. Έξω από τον ναό υπήρχαν εργάτες, οι οποίοι ανακατασκεύαζαν τα δρομάκια, τοποθετώντας νέες πέτρες με ιδιαίτερη τέχνη και μαεστρία.
Το δεύτερο αξιοθέατο στο ίδιο σημείο είναι η Art Gallery & Museum Philippopolis.
Eίναι ένα συγκρότημα που περιλαμβάνει μια γκαλερί τέχνης-μουσείο, ένα εστιατόριο με ωραία θέα και ένα ξενοδοχείο, όλα σε μια παραδοσιακή παλιά κατοικία. Υπάρχουν εκθέσεις σημαντικών Βούλγαρων καλλιτεχνών, αρκετές φορές τον χρόνο, καθώς και παρουσιάσεις βιβλίων και διάφορες άλλες εκδηλώσεις τέχνης.
Ακριβώς δίπλα συναντήσαμε την Ακαδημία μουσικής,
και αμέσως μετά την City Gallery of Fine Arts, η οποία στεγάζεται σε ένα εμβληματικό κτίριο του 1881.
Στη συνέχεια είδαμε το κτίριο που στεγάζει τη συλλογή έργων τέχνης του διάσημου Βούλγαρου καλλιτέχνη, Zlatyn Boyadzhiev.
Kάθε κτίριο αυτού του δρόμου αποτελεί και ένα μοναδικό αξιοθέατο.
Εκτός όμως από όλα αυτά τα ιστορικά και καλοδιατηρημένα κτίρια, πραγματικά κοσμήματα για την πόλη, σε αυτόν τον δρόμο συναντήσαμε και ένα σωρό μικρά μαγαζάκια με πολλά και αξιόλογα αντικείμενα-αντίκες. Η θέα όλων αυτών των πραγμάτων, μου ξύπνησε παιδικές μνήμες, όταν περνούσα τα καλοκαίρια μου στο χωριό της μητέρας μου, στην ορεινή Αρκαδία και έβλεπα τα περισσότερα από αυτά τα αντικείμενα, που τώρα αποτελούν αξιοθέατο για πολλούς ανθρώπους, να κοσμούν ή να χρησιμοποιούνται από τις νοικοκυρές των σπιτιών του χωριού.
Είχε αρχίσει να σουρουπώνει όταν μια ψιλή-ψιλή βροχούλα ξεκίνησε να πέφτει.
Δεν πτοηθήκαμε καθόλου και συνεχίσαμε να ανηφορίζουμε τη λιθόστρωτη Saborna, συναντώντας την εκκλησία των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, η οποία βρίσκεται στην καρδιά της παλιάς πόλης και έχει κτιστεί το 1832, πάνω στα ερείπια αρχαίου κάστρου.
Περάσαμε την Hisar Kapiya, αυτό το μοναδικό αρχιτεκτονικό και ιστορικό σύνολο, το οποίο διατηρείται στη διάρκεια πολλών αιώνων μέχρι τις μέρες μας.
Κάποτε ήταν η ανατολική Πύλη εισόδου, στην Ακρόπολη της πόλης του Φιλίππου. Κάτω από το επίπεδο του λιθόστρωτου οδοστρώματος υπάρχουν βάσεις, που τοποθετήθηκαν κατά τους Ρωμαϊκούς χρόνους.
Σήμερα ο χώρος παρουσιάζει σημαντικές ανακατασκευές από τον 12ο έως τον 14ο αιώνα. Αυτή η πέτρινη αψίδα χρησιμοποιήθηκε σαν βάση, για την κατασκευή του σπιτιού του Κουγιουμτζόγλου. Στον νότο, ο οχυρωμένος τοίχος βυθίζεται στην ψηλή εκκλησία των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης.
Βρεθήκαμε έξω από το Εθνογραφικό Μουσείο Φιλιππούπολης.
Θεωρείται το ωραιότερο δείγμα μπαρόκ αρχιτεκτονικής στη Βουλγαρία και ήταν η κατοικία του Αργύρη Κουγιουμτζόγλου. Το κτίριο ήταν γνωστό και ως το “βασιλικό σπίτι”.
Πρόκειται για ένα τεράστιο διώροφο κτίσμα ζωγραφισμένο σε όλη του την πρόσοψη, ενώ στο εσωτερικό του, αξιοσημείωτα είναι τα ξύλινα σκαλιστά ταβάνια του. Έμεινα με το στόμα ανοιχτό στη θέα του εξωτερικού διάκοσμου της οικίας. Την επόμενη μέρα, που το επισκέφθηκα και εσωτερικά, “έχασα το φως μου” από την ομορφιά και την πολυτέλεια, που αποπνέει αυτό το στολίδι ακόμα και στις μέρες μας.
Νύχτωσε.
Τα φώτα άρχισαν να ανάβουν.
Η βροχή δυνάμωσε.
Δεν είχαμε ομπρέλες, αλλά δεν μας ένοιαζε.
Συνεχίσαμε να χανόμαστε σε άγνωστα πλακόστρωτα σοκάκια και να θαυμάζουμε την πολύχρωμη ομορφιά της παλιάς πόλης.
Συμβουλευτήκαμε τους χάρτες για να μπορέσουμε να ξεμπλέξουμε από τα δαιδαλώδη δρομάκια και να φτάσουμε στο κέντρο, στην οδό Knyaz Alexander I. Ακολουθήσαμε την ul. Petko R. Slaveykov, περνώντας έξω από ένα υπέροχο κτίριο, στο οποίο λειτουργεί το δημοτικό σχολείο Geo Milev,
και στη συνέχεια της πορείας μας βρήκαμε την bul. Knyaginya Maria Luiza, η οποία μας οδήγησε έξω από τον Καθεδρικό ναό Saint Ludvik, ο οποίος χτίστηκε την περίοδο 1858-1861, σε μπαρόκ στυλ.
Το Καμπαναριό χτίστηκε το 1898 και εξοπλίστηκε με πέντε καμπάνες, δώρo του Πάπα Leo XIII. Εδώ βρίσκεται η σαρκοφάγος της Maria Luiza, συζύγου του Βούλγαρου Knyaz Ferdinand I. Κάτω από τη σαρκοφάγο, τα τελευταία της λόγια προς τον Φερδινάνδο ήταν: “Πεθαίνω, αλλά από τον ουρανό θα προσέχω εσένα, τα παιδιά μας και τη Βουλγαρία”.
Απέναντι από τον ναό εκτείνεται ένα τμήμα της αρχαίας Ρωμαϊκής αγοράς.
Διασχίζοντας κάθετα την bul. Tsar Boris III, καταλήξαμε στον κεντρικό πεζόδρομο, συνεχώς υπό βροχήν. O πεζόδρομος είχε ακόμα κίνηση, παρ’ όλο που η βροχή ήταν πλέον αρκετά δυνατή.
Περπατήσαμε μέχρι το Shopping Center Hali, στην Rayko Daskalov, αναζητώντας super market για προμήθειες, αφού τα επόμενα δύο πρωινά, θα τρώγαμε στην ευρύχωρη κουζίνα του διαμερίσματός μας. Οι τιμές των προϊόντων ήταν πάρα πολύ χαμηλές. Χαιρόμασταν να ψωνίζουμε και να γεμίζουμε το καλάθι μας με ένα σωρό καλούδια, πληρώνοντας τα μισά ή και λιγότερα χρήματα, απ’ ότι στη χώρα μας.
Αποφασίσαμε να επιστρέψουμε στο κατάλυμα. Δεν πεινούσαμε για να καθίσουμε σε κάποιο εστιατόριο και δεν είχε και νόημα πλέον, να γυρίζουμε στους δρόμους κάτω από τη βροχή.
Ήμασταν ήδη αρκετά βρεγμένοι !!
Η Τετάρτη 8 Νοεμβρίου ήταν μια συννεφιασμένη μέρα και ο καιρός μάλλον το πήγαινε για βροχή. Ξυπνήσαμε νωρίς γιατί θέλαμε να προλάβουμε το τρένο των 10:30 για τη Φιλιππούπολη.
Κάναμε check-out και κατευθυνθήκαμε προς την κλειστή αγορά Tsentralni Hali, η οποία βρίσκεται δύο λεπτά περπάτημα από το ξενοδοχείο μας. Από ένα κιόσκι με φρέσκα σάντουιτς, ψωμί, τυρόπιτες και διάφορα άλλα φαγώσιμα αγοράσαμε διάφορα καλούδια για το πρωινό μας, αλλά και για το ταξίδι μας.
Από τον κεντρικό σταθμό Serdika μπήκαμε στο μετρό και κατεβήκαμε στον κεντρικό σταθμό τρένων της Σόφιας.
Ακολουθώντας τις πινακίδες φτάσαμε στα γκισέ έκδοσης εισιτηρίων για τη Φιλιππούπολη. Στη μεγάλη αίθουσα του σιδηροδρομικού σταθμού υπάρχει ένα μοντέλο ατμομηχανής, το οποίο αμέσως τράβηξε την προσοχή μας.
Εκδώσαμε τρία εισιτήρια, πρώτη θέση παρακαλώ, με κόστος 28,80 lev (15€), δηλαδή 5€ το άτομο, η μονή διαδρομή.
Βρήκαμε την πλατφόρμα αναχώρησης και επιβιβαστήκαμε στον συρμό, αφού ρωτήσαμε έναν υπεύθυνο ποιο είναι το βαγόνι της πρώτης θέσης. Το τρένο ξεκίνησε στην ώρα του, δηλαδή 10:30 και η αναμενόμενη ώρα άφιξης ήταν μετά από 2 1/2 ώρες, δηλαδή στις 13:00.
Aφήσαμε τα προάστια της πόλης πίσω μας και μπήκαμε σε ένα πιο ορεινό και δασώδες τοπίο. Είχε ξεκινήσει ένα ψιλόβροχο, το οποίο έκανε τα κιτρινο-κόκκινα φύλλα των δέντρων του δάσους να γυαλίζουν, δίνοντάς τους μια ιδιαίτερη λάμψη και ζωντάνια, πριν το οριστικό τέλος τους. Περάσαμε από πυκνά δάση, είδαμε βαθιές χαράδρες, ποτάμια και πολλά ορεινά Βουλγάρικα χωριά, ξεχασμένα ακόμα και από τον χρόνο, τυλιγμένα μέσα σε ένα πυκνό πέπλο ομίχλης και μυστηρίου.
Δε μέτρησα σε πόσους σταθμούς έκανε στάση το τρένο, πάντως ήταν πολλοί και σε όλους ανεξαιρέτως ανέβαιναν ή κατέβαιναν επιβάτες καθ’ όλη τη διαδρομή.
Σε μια καμπίνα υπήρχαν ένστολοι για την προστασία των επιβατών και του τρένου, οι οποίοι σε κάθε σταθμό έβγαζαν τα κεφάλια τους έξω από το παράθυρο, ελέγχοντας την επιβίβαση και την αποβίβαση. Το ίδιο έγινε και κατά την επιστροφή μας από τη Φιλιππούπολη προς τη Σόφια.
Μπήκαμε στον κεντρικό σταθμό της Φιλιππούπολης ακριβώς στην ώρα μας.
Τα προάστια της πόλης με τα άχαρα ψηλά κτίρια που πρωτοείδαμε, δεν μας γέμισαν το μάτι. Κοιταχτήκαμε μεταξύ μας κάπως αμήχανα, αλλά αμέσως διώξαμε τις όποιες αρχικές σκέψεις και είπαμε ότι είναι πολύ νωρίς για να βγάλουμε συμπεράσματα.
Αποβιβαστήκαμε και κατευθυνθήκαμε έξω από τον σταθμό, προς αναζήτηση μεταφορικού μέσου. Υπήρχε ένα και μοναδικό ταξί αραγμένο εκείνην την ώρα έξω από τον σταθμό και το πήραμε. Δείξαμε στον οδηγό τους χάρτες στο κινητό, για να τον κατατοπίσουμε για το σημείο που βρισκόταν το ξενοδοχείο μας, όμως εκείνος άνοιξε έναν δικό του χάρτινο χάρτη, έψαξε για λίγο τη διαδρομή, μας είπε με νοήματα ότι κατάλαβε που θέλουμε να μας πάει και ξεκίνησε.
Οδήγησε στην bul. Tsar Boris III και μετά από τρία χιλιόμετρα διαδρομής, μας άφησε στο κατάλυμά μας, ένα υπέροχο διαμέρισμα στο κέντρο της πόλης, το Historic Centre Designer Apartment Plovdiv. Ο ιδιοκτήτης, μας είχε ενημερώσει με mail, στέλνοντας έναν κωδικό, ότι το κλειδί θα βρίσκεται σε ένα μεταλλικό κουτάκι στην είσοδο του σπιτιού. Εκεί έπρεπε να αφήσουμε και τα χρήματα, μετρητά φυσικά και ακριβώς το απαιτούμενο ποσό.
Μπήκαμε και αρχίσαμε να ανεβαίνουμε τις σκάλες, οι οποίες δεν ήταν και λίγες, αφού το διαμέρισμα είναι ρετιρέ, σε ένα τετραώροφο κτίριο. Μας βγήκε η γλώσσα να φτάσουμε πάνω κουβαλώντας τις χειραποσκευές μας, αλλά όταν εισήλθαμε στον χώρο αποζημιωθήκαμε. Είναι ένα πολύ όμορφο διαμέρισμα, γουστόζικα επιπλωμένο, με πολύ χρώμα!
Τακτοποιηθήκαμε, φρεσκαριστήκαμε και γεμάτοι περιέργεια και έξαψη κατεβήκαμε γρήγορα τις σκάλες και βγήκαμε έξω. Κάνοντας ελάχιστα βήματα αριστερά, η πρώτη ουσιαστικά εικόνα της πόλης που είδαμε, ήταν αυτή:
Τότε μόνο συνειδητοποιήσαμε σε πόσο κεντρικό σημείο βρίσκεται "το σπίτι μας".
Η Knyaz Alexander I είναι η ραχοκοκαλιά της πόλης, ο πιο κεντρικός πεζόδρομος με υπέροχα κτίρια, τράπεζες, καταστήματα, καφέ και εστιατόρια. Μαζί με την Rayko Daskalov αποτελούν το αχτύπητο δίδυμο της πόλης, την πιο αγαπημένη διαδρομή και περατζάδα, όχι μόνο των ντόπιων αλλά και όλων ανεξαιρέτως των επισκεπτών.
Στη συμβολή των οδών υπάρχει το κέντρο πληροφοριών, στο οποίο μπήκα για να πάρω έναν χάρτη της πόλης για τη συλλογή μου. Εκεί συνάντησα ένα παλικάρι Έλληνα, τον Νικηφόρο αν θυμάμαι καλά το όνομά του, ο οποίος με πάρα πολύ κέφι και διάθεση, θέλησε να μου κάνει μια μικρή ανάλυση των αξιοθέατων της πόλης. Ο Νικηφόρος είναι από πατέρα Έλληνα και μητέρα Βουλγάρα και άφησε την Ελλάδα, για ένα καλύτερο μέλλον στη γενέτειρα της μητέρας του, τη Φιλιππούπολη. Αν τυχόν χρειαστείτε οποιαδήποτε πληροφορία είναι πολύ πρόθυμος να εξυπηρετήσει και να βοηθήσει με τα αξιοθέατα της πόλης.
Από εδώ ξεκινήσαμε και εμείς την επαφή μας με την πόλη, με πρώτη στάση, πάνω από το αρχαίο στάδιο της Φιλιππούπολης, που χτίστηκε τον 2ο αιώνα, επί βασιλείας του Ρωμαίου Αυτοκράτορα Αδριανού. Έγινε με πρότυπο το στάδιο των Δελφών. Είχε μήκος περίπου 240 μέτρα και πλάτος 50 μέτρα και μπορούσε να χωρέσει 30.000 θεατές. Οι αγώνες στο στάδιο οργανώνονταν από τη γενική συνέλευση της επαρχίας της Θράκης. Προς τιμήν τους, το βασιλικό Νομισματοκοπείο της Φιλιππούπολης έκοβε νομίσματα που έφεραν την όψη του εκάστοτε Αυτοκράτορα. Το μεγαλύτερο μέρος του βρίσκεται κάτω από τον δρόμο, αλλά και από πολλά κτίρια.
Ακριβώς απέναντι ορθώνεται το Τζαμί Τζουμαγιά (Dzhumaya), το οποίο θεωρείται το αρχαιότερο Ευρωπαϊκό, βγάζοντας εκτός τα Τζαμιά της Μαυριτανικής Ισπανίας. Μέχρι την κατάληψη της πόλης από τους Οθωμανούς το 1371, εδώ ήταν ο Καθεδρικός Ναός. Επί σουλτάνου Μουράτ Β΄ (1421-1451), το κτίριο κατεδαφίστηκε και στη θέση του ανεγέρθη το σημερινό Τζαμί. Το κτίριο έχει αποκατασταθεί δύο φορές μετά από ζημιές από σεισμό.
Από την πρώτη κιόλας στιγμή αυτός ο κεντρικός πεζόδρομος είχε αρχίσει να με γοητεύει με τη ζωντάνια του, τα όμορφα σε παστέλ αποχρώσεις κτίριά του και τα καλόγουστα εμπορικά μαγαζιά του.
Προχωρήσαμε στην Rayko Daskalov,
η οποία συνέχισε να μας γοητεύει με τα επίσης υπέροχα παλιά αρχοντικά της,
τα ψηλά δέντρα της αλλά και αυτήν την ευφάνταστη κρήνη νερού.
Στο τέλος αυτού του δρόμου ρέει ο ποταμός Έβρος, ο αποκαλούμενος από τους κατοίκους της Φιλιππούπολης, Μαρίτσα. Μια κλειστή πεζογέφυρα με εμπορικά καταστήματα, δεξιά και αριστερά, συνδέει τα δύο κομμάτια της πόλης.
Η βόλτα μας άνοιξε την όρεξη και αναζητήσαμε στους χάρτες την ul. Opalchenska, γιατί στον αριθμό 13 βρίσκεται ένα εστιατόριο με πάρα πολύ καλή βαθμολογία, το Fresh Pasta. Είπαμε λοιπόν, να κάνουμε ένα γρήγορο γεύμα για την ώρα και το βράδυ θα βλέπαμε για κάτι πιο “γκράντε”.
Πήραμε μια σαλάτα, τρεις μακαρονάδες, δύο τιραμισού και αναψυκτικά σε πολύ καλές τιμές. Όσο για τις γεύσεις, δε θα πω ότι ξετρελάθηκα, ωστόσο για ένα γρήγορο φαγητό ήταν ok, αλλά τίποτα το ιδιαίτερο για τέτοιες βαθμολογίες.
https://www.tripadvisor.com.gr/Rest...ews-Fresh_Pasta-Plovdiv_Plovdiv_Province.html
https://foursquare.com/v/прясна-паста-fresh-pasta/574d37b9498e3974bb539ebd
Όταν βγήκαμε από το εστιατόριο ο ουρανός είχε βαρύνει πολύ και μάλλον στη συνέχεια της βόλτας μας δε θα γλιτώναμε την μπόρα, αλλά δεν πτοηθήκαμε καθόλου και μάλιστα ξεκινήσαμε για να μπούμε στην παλιά πόλη, ακολουθώντας την κεντρική της οδό Saborna.
Από τα πρώτα κιόλας κτίρια η διαδρομή προβλεπόταν συναρπαστική.
Το πρώτο αξιόλογο αξιοθέατο είναι η εκκλησία της Παναγίας (Sveta Bogoroditsa).
Τον 9ο αιώνα στον χώρο αυτό υπήρχε μια μικρή εκκλησία, η οποία το 1186 ανακαινίστηκε και έγινε μέρος του μοναστηριού. Όταν οι Οθωμανοί κατέλαβαν την πόλη το 1371, τα κτίρια καταστράφηκαν. Το σημερινό οικοδόμημα κατασκευάστηκε ως κύρια εκκλησία της πόλης, το 1844. Τρία χρόνια μετά την απελευθέρωση της Βουλγαρίας, ο αρχιτέκτονας Josef Schnitter έκτισε τριώροφο θολωτό Καμπαναριό, στη δυτική είσοδο της εκκλησίας.
Για να φτάσουμε στην είσοδο ανεβήκαμε αρκετά σκαλιά, αφού ο ναός βρίσκεται σε έναν από τους λόφους της παλιάς πόλης, τον Nebet Tepe και μπήκαμε στον αυλόγυρο, κάνοντας τον γύρο του κτιρίου για να το θαυμάσουμε εξωτερικά.
Aπό εκεί ψηλά η θέα προς το κέντρο της Φιλιππούπολης και το Τζαμί ήταν υπέροχη.
Απέναντι ακριβώς από την είσοδο του ναού υπάρχει το μικρό εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου. Έξω από τον ναό υπήρχαν εργάτες, οι οποίοι ανακατασκεύαζαν τα δρομάκια, τοποθετώντας νέες πέτρες με ιδιαίτερη τέχνη και μαεστρία.
Το δεύτερο αξιοθέατο στο ίδιο σημείο είναι η Art Gallery & Museum Philippopolis.
Eίναι ένα συγκρότημα που περιλαμβάνει μια γκαλερί τέχνης-μουσείο, ένα εστιατόριο με ωραία θέα και ένα ξενοδοχείο, όλα σε μια παραδοσιακή παλιά κατοικία. Υπάρχουν εκθέσεις σημαντικών Βούλγαρων καλλιτεχνών, αρκετές φορές τον χρόνο, καθώς και παρουσιάσεις βιβλίων και διάφορες άλλες εκδηλώσεις τέχνης.
Ακριβώς δίπλα συναντήσαμε την Ακαδημία μουσικής,
και αμέσως μετά την City Gallery of Fine Arts, η οποία στεγάζεται σε ένα εμβληματικό κτίριο του 1881.
Στη συνέχεια είδαμε το κτίριο που στεγάζει τη συλλογή έργων τέχνης του διάσημου Βούλγαρου καλλιτέχνη, Zlatyn Boyadzhiev.
Kάθε κτίριο αυτού του δρόμου αποτελεί και ένα μοναδικό αξιοθέατο.
Εκτός όμως από όλα αυτά τα ιστορικά και καλοδιατηρημένα κτίρια, πραγματικά κοσμήματα για την πόλη, σε αυτόν τον δρόμο συναντήσαμε και ένα σωρό μικρά μαγαζάκια με πολλά και αξιόλογα αντικείμενα-αντίκες. Η θέα όλων αυτών των πραγμάτων, μου ξύπνησε παιδικές μνήμες, όταν περνούσα τα καλοκαίρια μου στο χωριό της μητέρας μου, στην ορεινή Αρκαδία και έβλεπα τα περισσότερα από αυτά τα αντικείμενα, που τώρα αποτελούν αξιοθέατο για πολλούς ανθρώπους, να κοσμούν ή να χρησιμοποιούνται από τις νοικοκυρές των σπιτιών του χωριού.
Είχε αρχίσει να σουρουπώνει όταν μια ψιλή-ψιλή βροχούλα ξεκίνησε να πέφτει.
Δεν πτοηθήκαμε καθόλου και συνεχίσαμε να ανηφορίζουμε τη λιθόστρωτη Saborna, συναντώντας την εκκλησία των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, η οποία βρίσκεται στην καρδιά της παλιάς πόλης και έχει κτιστεί το 1832, πάνω στα ερείπια αρχαίου κάστρου.
Περάσαμε την Hisar Kapiya, αυτό το μοναδικό αρχιτεκτονικό και ιστορικό σύνολο, το οποίο διατηρείται στη διάρκεια πολλών αιώνων μέχρι τις μέρες μας.
Κάποτε ήταν η ανατολική Πύλη εισόδου, στην Ακρόπολη της πόλης του Φιλίππου. Κάτω από το επίπεδο του λιθόστρωτου οδοστρώματος υπάρχουν βάσεις, που τοποθετήθηκαν κατά τους Ρωμαϊκούς χρόνους.
Σήμερα ο χώρος παρουσιάζει σημαντικές ανακατασκευές από τον 12ο έως τον 14ο αιώνα. Αυτή η πέτρινη αψίδα χρησιμοποιήθηκε σαν βάση, για την κατασκευή του σπιτιού του Κουγιουμτζόγλου. Στον νότο, ο οχυρωμένος τοίχος βυθίζεται στην ψηλή εκκλησία των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης.
Βρεθήκαμε έξω από το Εθνογραφικό Μουσείο Φιλιππούπολης.
Θεωρείται το ωραιότερο δείγμα μπαρόκ αρχιτεκτονικής στη Βουλγαρία και ήταν η κατοικία του Αργύρη Κουγιουμτζόγλου. Το κτίριο ήταν γνωστό και ως το “βασιλικό σπίτι”.
Πρόκειται για ένα τεράστιο διώροφο κτίσμα ζωγραφισμένο σε όλη του την πρόσοψη, ενώ στο εσωτερικό του, αξιοσημείωτα είναι τα ξύλινα σκαλιστά ταβάνια του. Έμεινα με το στόμα ανοιχτό στη θέα του εξωτερικού διάκοσμου της οικίας. Την επόμενη μέρα, που το επισκέφθηκα και εσωτερικά, “έχασα το φως μου” από την ομορφιά και την πολυτέλεια, που αποπνέει αυτό το στολίδι ακόμα και στις μέρες μας.
Νύχτωσε.
Τα φώτα άρχισαν να ανάβουν.
Η βροχή δυνάμωσε.
Δεν είχαμε ομπρέλες, αλλά δεν μας ένοιαζε.
Συνεχίσαμε να χανόμαστε σε άγνωστα πλακόστρωτα σοκάκια και να θαυμάζουμε την πολύχρωμη ομορφιά της παλιάς πόλης.
Συμβουλευτήκαμε τους χάρτες για να μπορέσουμε να ξεμπλέξουμε από τα δαιδαλώδη δρομάκια και να φτάσουμε στο κέντρο, στην οδό Knyaz Alexander I. Ακολουθήσαμε την ul. Petko R. Slaveykov, περνώντας έξω από ένα υπέροχο κτίριο, στο οποίο λειτουργεί το δημοτικό σχολείο Geo Milev,
και στη συνέχεια της πορείας μας βρήκαμε την bul. Knyaginya Maria Luiza, η οποία μας οδήγησε έξω από τον Καθεδρικό ναό Saint Ludvik, ο οποίος χτίστηκε την περίοδο 1858-1861, σε μπαρόκ στυλ.
Το Καμπαναριό χτίστηκε το 1898 και εξοπλίστηκε με πέντε καμπάνες, δώρo του Πάπα Leo XIII. Εδώ βρίσκεται η σαρκοφάγος της Maria Luiza, συζύγου του Βούλγαρου Knyaz Ferdinand I. Κάτω από τη σαρκοφάγο, τα τελευταία της λόγια προς τον Φερδινάνδο ήταν: “Πεθαίνω, αλλά από τον ουρανό θα προσέχω εσένα, τα παιδιά μας και τη Βουλγαρία”.
Απέναντι από τον ναό εκτείνεται ένα τμήμα της αρχαίας Ρωμαϊκής αγοράς.
Διασχίζοντας κάθετα την bul. Tsar Boris III, καταλήξαμε στον κεντρικό πεζόδρομο, συνεχώς υπό βροχήν. O πεζόδρομος είχε ακόμα κίνηση, παρ’ όλο που η βροχή ήταν πλέον αρκετά δυνατή.
Περπατήσαμε μέχρι το Shopping Center Hali, στην Rayko Daskalov, αναζητώντας super market για προμήθειες, αφού τα επόμενα δύο πρωινά, θα τρώγαμε στην ευρύχωρη κουζίνα του διαμερίσματός μας. Οι τιμές των προϊόντων ήταν πάρα πολύ χαμηλές. Χαιρόμασταν να ψωνίζουμε και να γεμίζουμε το καλάθι μας με ένα σωρό καλούδια, πληρώνοντας τα μισά ή και λιγότερα χρήματα, απ’ ότι στη χώρα μας.
Αποφασίσαμε να επιστρέψουμε στο κατάλυμα. Δεν πεινούσαμε για να καθίσουμε σε κάποιο εστιατόριο και δεν είχε και νόημα πλέον, να γυρίζουμε στους δρόμους κάτω από τη βροχή.
Ήμασταν ήδη αρκετά βρεγμένοι !!
Last edited: