Την επόμενη μέρα, έχουμε συμφωνήσει με το Wilson σήμερα να ξεκινήσουμε πρωί, και να περάσουμε στην Αργεντινή πριν πλακώσει ο πολύς κόσμος. Ξυπνητήρι στις 06:30, πλύσιμο, ντύσιμο, και μέχρι να φτιάξω τις αποσκευές η ώρα έχει πάει 7:30, η ώρα του ραντεβού της αναχώρησης. Δεν προλαβαίνω για πρωινό. Λέω δεν πειράζει, στην αργεντινή θα είμαι, ευκαιρία να φάω καμιά μπριζόλα για μεσημεριανό. Check-out από το ξενοδοχείο, και ο ξενοδόχος με βάζει να υπογράψω μια δήλωση ότι δεν έκλεψα εγώ ένα tapis που λείπει από το μπάνιο του δωματίου μου. Πληρώνω με πιστωτική μόνο για τα τηλεφωνήματα (στην TAM) και για τις λίγες ώρες internet που αγόρασα, και αναχωρούμε.
Τα Βραζιλιάνικα σύνορα, είναι γρήγορη υπόθεση. Ούτε που κατεβαίνω από το αυτοκίνητο. Δίνω στην κοπέλα το διαβατήριο και το χαρτάκι του immigration, τα βλέπει, σφραγίζει το διαβατήριο, κρατάει το χαρτάκι, και με στέλνει στην ευχή του θεού. Δηλαδή στους Αργεντίνους, λίγο πιο κάτω. Κι εδώ το immigration αέρα, σφραγίδα εισόδου, στα γρήγορα. Αλλά ο τελωνειακός θέλει και να κατέβω. Ανοίγουμε το πορτ-μπαγκάζ, βλέπει τη μεγάλη βαλίτσα, ζητάει να την ανοίξω, το κάνω, βλέπει μέσα, την κλείνω, καλό ταξίδι, γεια σας.
Μετά από μερικά χιλιόμετρα δρόμου μέσα στην τροπική ζούγκλα, φτάνουμε στην είσοδο του Αργεντίνικου εθνικού πάρκου. Ο Wilson μου λέει ότι αυτός θα πρέπει να με περιμένει εκεί, γιατί κάποιος θα πρέπει να προσέχει το αυτοκίνητο με τα πράγματα. Δικαιολογίες για να μην έρθει μέσα, αλλά δε με νοιάζει. Δεν έχει να μου πει και τίποτα σημαντικό που δεν το ξέρω ήδη, βάρος θα είναι. Άσε τον να προσέχει τα πράγματα… Σήμερα έχω πάρει τα μέτρα μου για το νερό: Έχω μαζί μου τη «δεύτερη» φωτογραφική, ενώ έχω κρύψει στις αποσκευές μου και το «καλό» πορτοφόλι, με τις πιστωτικές κλπ. Όλα αυτά βέβαια σημαίνουν ότι λίγη ασφάλεια παραπάνω στα πράγματα δε μπορεί να βλάψει.
Έτσι, μου βγάζει το εισιτήριο, μου το δίνει, μαζί με οδηγίες του τι να κάνω. Ξεκινάω, τσιμπάω κι ένα χάρτη του πάρκου παραπάνω από το visitor center, και προχωράω. Το πρώτο που θα κάνω είναι να πάρω ένα «τρενάκι» που διαθέτει το πάρκο. Το τρενάκι, πάνω σε κανονικές ράγες, μία και μόνη τροχιά, συνδέει την είσοδο του πάρκου με τα 2 σημεία του που ενδιαφέρουν τους επισκέπτες, καλύπτοντας λίγα χιλιόμετρα. Η πρώτη στάση για μένα θα είναι στο τέρμα. Από κει, ξεκινάει ένας διάδρομος μήκους λίγων εκατοντάδων μέτρων πάνω σε μια μεταλλική πλατφόρμα στηριγμένη σε πασσάλους πάνω από το νερό, με ενδιάμεσες στάσεις για την παρατήρηση της τροπικής χλωρίδας & πανίδας. Περπατώντας, φτάνω στο πιο εντυπωσιακό σημείο της Αργεντίνικης πλευράς: Η πλατφόρμα βρίσκεται ακριβώς πάνω στην άκρη του πιο εντυπωσιακού καταρράκτη, του Garganta del Diabolo.
Εκεί, είναι σα μια τρύπα να έχει ανοίξει στη μέση ενός κατά τα άλλα ήρεμου, φαρδύ ποταμού, και το νερό να καταβαραθρώνεται στο άγνωστο. Η ποσότητα του νερού είναι τέτοια που ο «πάτος» της τρύπας δε φαίνεται, ωστόσο και μόνο η παρατήρηση των ποσοτήτων του νερού που εξαφανίζονται σχεδόν κάτω από τα πόδια μου είναι εντυπωσιακή. Το σχήμα της τρύπας είναι τέτοιο (ελλειψοειδές με κατακρήμνιση νερού από τις 3 πλευρές, και μόνο τη μία πλευρά ελεύθερη για τη συνέχιση της ροής του νερού), που μοιάζει με «μαύρη» τρύπα, καταβόθρα χωρίς τέλος. Από την «τρύπα» ξεπηδάει ένα σύννεφο υδρατμών, που κάνει το φακό της φωτογραφική μου να θέλει καθάρισμα κάθε τρεις και λίγο…
Έχω χρόνο σήμερα, και το εκμεταλλεύομαι, αλλά έρχεται η ώρα να πάω και παρακάτω. Καλή η Garganta, αλλά εδώ υπάρχουν εκατοντάδες καταρράκτες ακόμα, κι έχω δει μόνο ελάχιστους. Δεν έχει νόημα από δω και κάτω να περιγράφω για καθένα πόσο εντυπωσιακός είναι, οι φωτογραφίες πλέον μιλάνε μόνες τους. Επιστροφή από το μονοπάτι στο σταθμό του τρένου. Μια απόπειρα για καφέ στην καφετέρια του σταθμού είναι ανεπιτυχής (δεν έχω πιει καφέ από το πρωί…), και έτσι παίρνω και πάλι το τρένο για τον ενδιάμεσο σταθμό. Από κει, ξεκινάνε τα 2 κεντρικά μονοπάτια του πάρκου, το άνω και το κάτω μονοπάτι.
Κι ελεγα ποτε θα εχουμε το επομενο κομματι της ιστοριας! Ονειρικη η ολη τοποθεσια και ονειρο μου να βρεθω καποτε εκει :roll:
Μπραβο taver! Περιμενω συνεχεια..
Παίρνω αμέσως το πάνω μονοπάτι. Είναι μια επίπεδη διαδρομή, που περνάει από το χείλος μερικών από τους μεγαλύτερους καταρράκτες, προσφέροντας όμορφη θέα από ψηλά. Είναι οι ίδιοι καταρράκτες που έβλεπα χθες από μακριά από τη Βραζιλιάνικη πλευρά. Ο καθένας έχει και την ονομασία του, π.χ. Dos Hermanas, Bossetti, κλπ. Ακολουθώντας τη διαδρομή, βρίσκομαι άλλοτε πίσω κι άλλοτε μπροστά από το μέτωπο της ροής κάποιου καταρράκτη, δίνοντας μου την ευκαιρία για όμορφες κοντινές φωτογραφίες αλλά και ενίοτε για πανοραμικές λήψεις. Ειδικά ένα σημείο προσφέρει την τέλεια πανοραμική θέα.
Από κάτω μου, φουσκωτές βάρκες μεταφέρουν τουρίστες προς το θεαματικότερο κομμάτι της εμπειρίας του καταρράκτη: Βόλτα μέσα στη Garganta del Diabolo. Το είχα κλείσει κι αυτό αρχικά, αλλά στην πορεία άλλαξα γνώμη και το ακύρωσα: Ούτε σκέψη για να πάρει κανείς μαζί του ηλεκτρονική συσκευή σ’ αυτή τη βαρκάδα, πόσο μάλλον μια σχετικά ακριβή φωτογραφική, ενώ γίνεται τόσο μούσκεμα που δεν υπάρχει περίπτωση να παραμείνει ούτε μια στεγνή τρίχα πάνω του. Θέλοντας να παραμείνω στεγνός έχοντας αεροπορικό ταξίδι την ίδια μέρα, και με πρόβλημα του τι να κάνω φωτογραφικές κλπ όσο θα είμαι στη βαρκάδα, ακύρωσα.
Στο τέλος της διαδρομής, βρίσκομαι και πάλι στο σημείο που την ξεκίνησα. Από δω, ξεκινάει και το «κάτω» μονοπάτι. Λίγο πιο κάτω, έχει μια καντίνα, όπου επιτέλους βρίσκω καφέ, και τρώω και κάτι πρόχειρο. Δεν προλαβαίνω να τελειώσω το φαγητό μου, μόνο ψίχουλα έχουν μείνει, όταν ένα τοπικό ζώο (ρακούν?) ορμάει πάνω στο δίσκο μου για να βρει φαγητό. Δεν είναι ότι με τρόμαξε, αλλά ότι τα έκανε ελαφρώς λίμπα. Μετά βίας γλυτώνω το λούσιμο με τον καφέ, αλλά καταλήγω να παραγγείλω και δεύτερο….
Είναι πολύ δύσκολο κάποιος να παραμείνει στεγνός κάνοντας το κάτω μονοπάτι. Εδώ τους καταρράκτες τους βλέπουμε από χαμηλά. Για όποιο δεν έχει βρεθεί σε καταρράκτες, ορίστε το clue: Αν υπάρχει ένα σημείο όπου γίνεσαι μούσκεμα χωρίς να χρειαστεί να μπεις στο νερό, είναι αυτό ακριβώς μπροστά από την κατακόρυφη ροή του καταρράκτη. Όσο πιο χαμηλά, τόσο χειρότερο μουσκίδι…. Παρότι υπάρχουν shortcuts που αποφεύγουν όλα τα σημεία που κινδυνεύει κανείς να γίνει μούσκεμα, αν είναι να τα αξιοποιήσεις, τι ήρθες να δεις στους καταρράκτες? Ο καταρράκτης Alvar Nunez Cabeza de Vaca είναι χαρακτηριστική περίπτωση… ντουζιέρας, ενώ το απόλυτο μουσκίδι γίνεται στην πλατφόρμα κάτω από το μεγαλοπρεπή καταρράκτη Bossetti. Φυσικά κι εγώ γίνομαι μούσκεμα μέχρι το κόκαλο, αλλά δεν πειράζει, καλοκαίρι είναι, θα στεγνώσω. Όταν φτάσω στο αυτοκίνητο, θα πάω να αλλάξω…
Στο τέλος του μονοπατιού, στην εξέδρα στη βάση των καταρρακτών Dos Hermanos (δυο άντρες, αν καταλαβαίνω σωστά με τα άθλια Ισπανικά μου), ετοιμάζεται μια δεξίωση (γάμου?). Πιο πέρα, μετά από ένα δύσκολο ανηφορικό κομμάτι, το μονοπάτι τελειώνει περνώντας μπροστά από ένα … φάρο (δεν ξέρω τι δουλειά έχει εδώ…), ένα ερειπωμένο ξενοδοχείο, και ένα εστιατόριο τύπου fast-food.
Επιστρέφω στο σιδηροδρομικό σταθμό, για να διαπιστώσω μια τεράστια ουρά για επιβίβαση στο τρένο. Ούτε σε μισή ώρα δεν τελειώνει αυτή η ουρά… Παίρνω τα ποδαράκια μου, και ακολουθώ το «πράσινο μονοπάτι», μια διαδρομή 500-600 μέτρων μέσα από τη φύση (για παρατήρηση φυτών) που με οδηγεί εύκολα και γρήγορα πίσω στην είσοδο.
Εκεί, υπάρχει ένα εστιατόριο που έχω σταμπάρει. Λειτουργεί, όπως θα διαπιστώσω, με ένα παραδοσιακά Αργεντίνικο σύστημα: μπουφές για ορεκτικά, και επίσκεψη στο γκριλ για απεριόριστα πρώτης ποιότητας κρεατικά. Ο Σερβιτόρος στο τραπέζι είναι μόνο για τα ποτά, και φυσικά για να φέρει το λογαριασμό (που όμως πληρώνεται φεύγοντας στο ταμείο – ευτυχώς δέχονται πιστωτικές). Όπως κάθομαι, όμως βλέπω και το Wilson σε ένα παραδίπλα τραπέζι με μια γκόμενα… Τι ωραία που φυλάει το αυτοκίνητο… Με βλέπει κι αυτός: «Τώρα ήρθα λίγο για να δω την αδερφή μου, δουλεύει κι αυτή εδώ». Καλά, καλά, μας έπεισες. Τελειώνω το φαγητό μου με την ησυχία μου, πληρώνω το λογαριασμό, και κατευθυνόμαστε προς το αυτοκίνητο.