Ουζμπεκιστάν Στα χνάρια του Ταμερλάνου, του Μεγαλέξανδρου και κυρίως του Ούλουγκ Μπεγκ

patsman

Member
Μηνύματα
224
Likes
630
Κεφάλαιο 1: Εισαγωγή

Έπειτα από το πρώτο μεγάλο μας ταξίδι σε Περού και Βολιβία και αφού μεσολάβησε ένα ακόμα υπερατλαντικό στη Δυτική Ακτή των ΗΠΑ με road trip σε San Francisco, Big Sur, LA, Las Vegas, Grand Canyon και Yosemite (εκκρεμεί η συγγραφή ιστορίας), αποφασίσαμε αυτήν τη φορά στο επόμενο μεγάλο μας ταξίδι να κινηθούμε προς ανατολάς. Η επιλογή του Ουζμπεκιστάν φάνταζε λογική από κάθε άποψη: ξακουστά μνημεία που θέλαμε να δούμε από κοντά, γνωριμία με έναν ξακουστό πολιτισμό της Κεντρικής Ασίας, εύκολες μετακινήσεις στο εσωτερικό και σχετικά οικονομική πρόσβαση.

Το κατάλληλο τάιμινγκ βρέθηκε και αυτό δεν ήταν άλλο από τις διακοπές του Πάσχα του 2024. Το Ουζμπεκιστάν προσφέρεται για διάσχιση ακολουθώντας εν μέρει τους αρχαίους δρόμους του μεταξιού είτε από δυτικά προς ανατολικά, είτε το αντίστροφο, κάτι που και επιλέξαμε. Η αεροπορική σύνδεση της Κωνσταντινούπολης τόσο με την Τασκένδη όσο και με την Ουρτζέντς (Urgench) προσφέρει τη δυνατότητα της αποφυγής των μπρος-πίσω και της ελαχιστοποίησης του χαμένου χρόνου σε εσωτερικές πτήσεις.

Πράγματι, μέσω της εξαιρετικής σε όλα Uzbekistan Airways κλείσαμε τα αεροπορικά μας εισιτήρια από την Πόλη προς την Τασκένδη με επιστροφή από την Ουρτζέντς προς την Πόλη (με κόστος 350 ευρώ το άτομο, με βαλίτσα 35 κιλών και χειραποσκευή 8 κιλών έκαστος). Ενόψει δε του γεγονότος ότι η αναχώρησή μας ήταν στις 06:00 αποφασίσαμε -ξεκινώντας από Θεσσαλονίκη οδικώς- να διανυκτερεύσουμε το προηγούμενο βράδυ πλησίον του αεροδρομίου στο Αρναβούτκιοϊ έναντι 35 ευρώ. Για την επιστροφή μας δεν ήταν απαραίτητο κάτι τέτοιο, καθώς αυτή ήταν προγραμματισμένη σε λογική μεσημεριανή ώρα, γεγονός που θα μας επέτρεπε να πάρουμε το αμάξι μας και να γυρίσουμε. Για τα πρακτικά της πτήσης να προσθέσω ότι κλείσαμε πάρκινγκ για το αυτοκίνητό μας, με δωρεάν μεταφορά από και προς το Νέο Αεροδρόμιο της Πόλης (IST) και πλύσιμο του αυτοκινήτου μέσα έξω, στο AirPark 7/24, το οποίο κόστισε συνολικά και για τις 11 μέρες περίπου 40 ευρώ.

Αφού μελετήσαμε τις ιστορίες των συμφορουμιτών και τον πάλαι ποτέ καλό οδηγό του Lonely Planet, καταλήξαμε να μοιράσουμε τις 11 διαθέσιμες ημέρες μας ως εξής:
  • 30 Απριλίου, μεσημεριανή άφιξη στην Τασκένδη και δύο διανυκτερεύσεις εκεί
  • 2 Μαΐου, πρωινό τρένο (Afrosiyob) για Σαμαρκάνδη, όπου θα μέναμε για δύο βράδια
  • 4 Μαΐου, αναχώρηση από Σαμαρκάνδη με προορισμό τη Νουράτα (Nurota), αλλάζοντας 2-3 shared taxis
  • 5 Μαΐου, ημερήσια πεζοπορία στα χωριά Sob και Sentob (ή Sentyab) και απογευματινή αναχώρηση με προορισμό την Μπουχάρα, όπου θα μέναμε για 2,5 βράδια
  • Μετά τα μεσάνυχτα της 8ης Μαΐου, τρένο καρβουνιάρικο (Platzkartny) για Χίβα και δύο τελευταίες διανυκτερεύσεις εκεί
  • 10 Μαΐου, πρωινή πτήση από Ουρτζέντς για Κωνσταντινούπολη
Σημειωτέον ότι η αρχική μας σκέψη ήταν να μπορέσουμε να χωρέσουμε μια διήμερη εκδρομή στο Τουρκμενιστάν για να επισκεφθούμε την Konye-Urgench και τον κρατήρα στην Darvaza. Ωστόσο, οι τιμές που ζητήσαμε και λάβαμε από διάφορα τουριστικά πρακτορεία κυμαίνονταν άνω των 500 ευρώ το άτομο, οπότε ήταν απαγορευτικές για εμάς. Μια άλλη σκέψη είχε να κάνει με την επίσκεψη σε Νούκους, Moynoq και Αράλη, πλην όμως και εκεί οι τιμές ξέφευγαν συν το ότι οι περισσότερες ιστορίες που διαβάσαμε δεν ήταν και άκρως ελκυστικές. Επομένως, επιλέξαμε να βάλουμε μια εκδρομή στα βουνά της Νουράτα, αφενός γιατί μας αρέσει η πεζοπορία, αφετέρου για να σπάσουμε την επαναλαμβανόμενη ομορφιά των μεντρεσέδων.

Ξεκινάμε!
 

patsman

Member
Μηνύματα
224
Likes
630
Κεφάλαιο 2: Η πρώτη γνωριμία με την πρωτεύουσα και το ελληνικό χρώμα

Ίσα που πρόλαβε να μας πάρει ο ύπνος στο τίμιο δωμάτιο του Lenora Airport Hotel και χτύπησε το ξυπνητήρι. Η πτήση μας έφευγε στις 6 το πρωί, αλλά εμείς έπρεπε πρώτα να παραδώσουμε το αυτοκίνητο στο πάρκινγκ, να συνεννοηθούμε με τα παιδιά (κυριολεκτικά) που έκαναν τη μεταμεσονύχτια βάρδια για να μας πάνε στο αεροδρόμιο, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο θα μας παραλάμβαναν στην επιστροφή. Με καλή διάθεση όλα πήγαν κατ’ ευχήν, οπότε περίπου 2 ώρες πριν την αναχώρησή μας και υπό καταρρακτώδη βροχή φτάναμε στο εντυπωσιακό Νέο Αεροδρόμιο της Κωνσταντινούπολης.

Η πτήση των 4.30 ωρών περίπου για Τασκένδη πέρασε πολύ γρήγορα και γι’ αυτό φρόντισε το ευγενέστατο προσωπικό της Uzbekistan Airways και κυρίως οι παροχές που μπορέσαμε και απολαύσαμε. Εντάξει, μπορεί να μην υπήρχε καμιά τρομερή ποικιλία σε αγγλόφωνες ταινίες στο σύστημα entertainment, πλην όμως το φαγητό (με επιλογές και για vegetarian, όπως η Ε.) ήταν υπέροχο και μπόλικο, οι παντοφλίτσες έκαναν την απόσβεσή τους, ενώ και οι καφέδες έρρεαν απλόχερα μια που ήταν πρωινή πτήση. Ο δε χώρος για τα πόδια θα ικανοποιούσε ακόμα και ψηλούς/ψηλές επιβάτ(ρι)ες. Η θέα του Αραράτ, κοντά από το οποίο περάσαμε, μοναδική.

Γύρω στις 12:30 προσγειωνόμασταν στο «μαζεμένο» διεθνές αεροδρόμιο της Τασκένδης, όπου περάσαμε τον έλεγχο διαβατηρίων, παραλάβαμε τις αποσκευές μας, κάναμε συνάλλαγμα και πήραμε μια κάρτα sim για να έχουμε δεδομένα. Βγαίνοντας από τον χώρο του αεροδρομίου, συναντήσαμε αρκετούς πρόθυμους οδηγούς να μας μεταφέρουν στο κέντρο της πόλης. Αφού κάναμε λίγο small talk με τον οδηγό, που ήξερε αγγλικά και μας έκανε μια εισαγωγή στη χώρα (αναφέροντας ότι οι άνθρωποι της δικής του ηλικίας μάθαιναν μόνο ρωσικά στα σχολεία, κάτι που δεν ισχύει πλέον), φτάσαμε στο ξενοδοχείο Al Anvar Halal Hotel που θα μας φιλοξενούσε για τις επόμενες δύο βραδιές έναντι του συνολικού ποσού των 115 ευρώ. Εκεί διαπιστώσαμε ότι μόνο 1-2 νεαροί στη ρεσεψιόν γνώριζαν αγγλικά, πράγμα που αποτέλεσε ένδειξη για το τι θα συναντούσαμε στη συνέχεια του ταξιδιού μας.

Πάντως, το ξενοδοχείο και το δωμάτιο αποδείχθηκαν «λίρα εκατό». Παρά δε το γεγονός ότι ήμασταν κουρασμένοι, από τη στιγμή που είχαμε φάει καλά στην πτήση μας, δεν υπήρχε η άμεση ανάγκη εξόδου προς αναζήτηση φαγητού. Αντ’ αυτού προτιμήσαμε να κάνουμε χρήση της πισίνας και του spa που διέθετε το ξενοδοχείο στο υπόγειο, που μάλιστα δεν γνωρίζαμε ότι συμπεριλαμβάνονται στην τιμή του booking!

Έπειτα από αυτήν την αναζωογόνηση και γύρω στις 6 το απόγευμα βγήκαμε στους δρόμους για μια πρώτη σύντομη γνωριμία με την πρωτεύουσα. Η πρώτη παρατήρηση είναι πως έχει φαρδείς δρόμους-λεωφόρους, μεγάλες πλατείες και πάρκα, αλλά και τεράστιες πολυκατοικίες. Εξηγήσιμο αν αναλογιστεί κανείς ότι η Τασκένδη καταστράφηκε σχεδόν ολοκληρωτικά με τον σεισμό του 1966 και σχεδιάστηκε από την αρχή ώστε να γίνει μια πόλη-πρότυπο της Σοβιετικής Ένωσης. Χαρακτηριστικό είναι ότι παράλληλα σχεδόν με κάθε δρόμο υπάρχουν χαντάκια για να οδηγούνται εκεί τα νερά των βροχών και να μη μαζεύονται στο οδόστρωμα.
IMG_20240430_184226.jpg
IMG_20240430_184020.jpg


Ξεκινώντας να περπατάμε προς την πλατεία των κοσμοναυτών, που βρίσκεται πάνω από τον σταθμό Kosmonavtlar, πετύχαμε το Ελληνικό Πολιτιστικό Κέντρο. Εκεί υπάρχει ένας χώρος εκδηλώσεων, όπου την ώρα που πήγαμε διδάσκονταν ελληνικοί χοροί, το Αριστοτέλειο Σχολείο και μια μικρή αλλά κατατοπιστική έκθεση σχετικά με τους περίπου 12.000 συμπατριώτες μας, οι οποίοι κατέφυγαν στο Ουζμπεκιστάν και ιδίως στην Τασκένδη μετά το τέλος του εμφυλίου και αφού είχαν κάνει κάποιες ενδιάμεσες στάσεις σε άλλα σοβιετικά εδάφη (Τσεχοσλοβακία, Ουγγαρία κ.λπ.). Έτσι, επιβεβαιώσαμε αμέσως κάτι που γνωρίζαμε σε έναν βαθμό, δηλαδή τη στενή σχέση των δύο χωρών. Γόνοι αυτής της σχέσης είναι, άλλωστε, τόσο ο μέγας ποδοσφαιριστής Βασίλης Χατζηπαναγής όσο και ο σούπερ σταρ αοιδός Λευτέρης Πανταζής. Σήμερα, ωστόσο, ο ελληνικός πληθυσμός είναι σαφώς μειωμένος σε σχέση με το παρελθόν.
IMG_20240430_181725.jpg
IMG_20240430_181835.jpg

IMG_20240430_181946.jpg
IMG_20240430_182028.jpg

Βγάλαμε ορισμένες φωτογραφίες στο εντυπωσιακό μνημείο των κοσμοναυτών, εκεί που έκαναν skate κάποια αλάνια, ενώ επιφυλαχθήκαμε να χρησιμοποιήσουμε το φημισμένο μετρό της Τασκένδης την αυριανή ημέρα, καθώς η πείνα άρχισε να κάνει έντονη την εμφάνισή της.
IMG_20240430_182959.jpg
IMG_20240430_183056.jpg

Για το πρώτο μας γεύμα είχαμε ζητήσει βοήθεια από τα παιδιά της ρεσεψιόν και αυτοί μας πρότειναν το Yalpiz Restaurant. Είναι ένα εστιατόριο που απευθύνεται σε ντόπιους, με μια κλασική κιτσάτη διακόσμηση, το μενού στα ουζμπέκικα και στα ρώσικα, ενώ ούτε και το προσωπικό μιλούσε αγγλικά. Ευτυχώς, το μενού είχε αρκετές φωτογραφίες από τα πιάτα, οπότε δεν δυσκολευτήκαμε τόσο να παραγγείλουμε. Πήραμε ένα πεϊνιρλί με κασέρι, σουσάμι και μέλι, μία ντοματοσαλάτα, μία σαλάτα βινεγκρέτ που, όπου τη συναντήσαμε, είχε παντζάρι, καρότο, βραστή πατάτα και αρακά, καθώς και φτερούγες κοτόπουλου τηγανητές με sauerkraut.
IMG_20240430_193206.jpg


Στη συνέχεια και αφού είχε νυχτώσει, είπαμε να πιούμε κι ένα ποτό στο μπαράκι Maqom, που βρισκόταν μέσα στο πάρκο στη συμβολή των λεωφόρων Afrosiab και Sharaf Rashidov. Παρά τον περιποιημένο διάκοσμο, από τα κοκτέιλ που πήραμε και το γλυκό που δοκιμάσαμε έλειπαν οι εντάσεις! Η ανυπέρβλητη μοντερνιά μάς στοίχισε 37 ευρώ, δηλαδή το διπλάσιο του λογαριασμού του φαγητού. Με μια γρήγορη έρευνα φαίνεται να είναι πλέον κλειστό. Τουλάχιστον είχαμε χρόνο να κάνουμε ένα μίνι πλάνο για την επόμενη ημέρα, που θα την αφιερώναμε εξ ολοκλήρου στα αξιοθέατα της Τασκένδης που θέλαμε να δούμε.
 

patsman

Member
Μηνύματα
224
Likes
630
Κεφάλαιο 3: Η ανέλπιστα ενδιαφέρουσα Τασκένδη

Είναι γεγονός πως κανείς δεν επισκέπτεται το Ουζμπεκιστάν για να δει την πρωτεύουσά του (κάτι ανάλογο π.χ. με το Περού και τη Λίμα). Εντούτοις, έπειτα από τη χθεσινοαπογευματινή πρώτη επαφή, επιλέξαμε να της αφιερώσουμε μια ακόμα γεμάτη ημέρα για να τη γνωρίσουμε καλύτερα, αφού το πρόγραμμα μάς το επέτρεπε. Και δεν διαψευστήκαμε!

Καταρχάς, το πρωινό του ξενοδοχείου ήταν οκ. Μας έκαναν εντύπωση, χωρίς να τα δοκιμάσουμε, η ζεστή σούπα με γάλα και σιτάρι, οι δέκα διαφορετικές μαρμελάδες και η ποικιλία από smoothies. Κινηθήκαμε συμβατικά γνωρίζοντας πως έχουμε δέκα και πλέον ημέρες μπροστά μας.

Το ξεκίνημα της ημέρας μάς βρήκε στους περιποιημένους δρόμους της Τασκένδης. Πρώτος προορισμός μας το Εθνικό Πάρκο Ναβόι (ας τον λέμε έτσι τον εθνικό ποιητή της χώρας, αν και προφέρεται Ναβάι) που βρίσκεται αρκετά κοντά στον σταθμό Kosmonavtlar. Για να φτάσουμε εκεί διασχίσαμε όπως-όπως ένα εκτρωματικό Magic Park με χορηγό την Pepsi.
IMG_20240501_100932.jpg
IMG_20240501_101401.jpg

Το πάρκο Ναβόι περιλαμβάνει λιμνούλες, συντριβάνια, λουλούδια, γκαζόν και μπόλικα αγάλματα. Δεσπόζει βεβαίως το τεράστιο άγαλμα του Ναβόι, αλλά υπάρχουν και αγάλματα αρκετών ιστορικών προσώπων της περιοχής, κυρίως συγγραφέων και ποιητών. Το πιο ενδιαφέρον κομμάτι της εμπειρίας στο πάρκο, πέραν από το πόσο στην πένα το είχαν οι κηπουροί (κάτι που ως Έλληνες μας εντυπωσιάζει πάντοτε), είχε να κάνει με τη διεξαγωγή μιας τελετής αποφοίτησης-ορκωμοσίας από κάποιο τοπικό πανεπιστήμιο: οι τελειόφοιτοι είχαν φορέσει τα καλά τους, πήραν τα πτυχία τους, βγήκαν τις φωτογραφίες τους και χόρεψαν με την ψυχή τους! Πράγματι, αφού προηγήθηκαν ορισμένα χορευτικά από γυναίκες με παραδοσιακές ενδυμασίες, η τελετή «απογειώθηκε» υπό τους ήχους ντόπιων καλλιτεχνών που έστειλαν φοιτητές και καθηγητές στην… πίστα! Τους χαζέψαμε αρκετή ώρα είναι η αλήθεια, προσπαθώντας ανεπιτυχώς να κάνουμε blend in, μια και τραβούσαμε τα βλέμματα των μετεχόντων με το παραμικρό.
IMG_20240501_104017.jpg
IMG_20240501_104311.jpg

IMG_20240501_104532.jpg
IMG_20240501_110331.jpg

Στη συνέχεια, πήραμε για πρώτη φορά το πανέμορφο και βολικότατο μετρό της πόλης, όπου το εισιτήριο κοστίζει 2.000 sum, δηλαδή 0,15 ευρώ. Γίνεται έλεγχος για «σιδερικά» σε κάθε είσοδο σταθμού. Από τον σταθμό Milliy Bog πήγαμε στον σταθμό Hamid Olimjon, για να δούμε από κοντά το μυθικό μπρουταλιστικό Hotel Uzbekistan και το εντυπωσιακό άγαλμα του Ταμερλάνου (Amir Temur) που βρίσκεται στην ομώνυμη πλατεία.
IMG_20240501_114533.jpg
IMG_20240501_114807.jpg

Η ημέρα ήταν ιδανική για περπάτημα, οπότε συνεχίσαμε πεζή την περιπλάνησή μας με κατεύθυνση το Μουσείο Ιστορίας του Ουζμπεκιστάν. Το κόστος του εισιτηρίου ανήλθε σε 60.000 sum, δηλαδή 4,50 ευρώ. Τα εκθέματα ξεκινούν από την «αρχαιότητα» μέχρι τις μέρες μας και σε βοηθούν να κατανοήσεις ορισμένα πράγματα για την ιστορία του τόπου. Δεν παραλείπεται, βεβαίως, η σύγχρονη προπαγάνδα για το πόσο καλά τα έχουν καταφέρει μετά την ανεξαρτητοποίησή τους από τη Σοβιετική Ένωση (1991) χάρη στους… δύο ηγέτες τους, τον Islam Karimov (μέχρι 2016) και τον τωρινό Πρόεδρο Shavkat Mirziyoyev. Ακόμα και την κουζίνα τους εκθειάζουν οι αθεόφοβοι!
IMG_20240501_122509.jpg
IMG_20240501_130307.jpg
IMG_20240501_133738.jpg

Πήραμε πάλι το μετρό μας από τον σταθμό Mustaqilliq Maidoni για τον σταθμό Chorsu, προκειμένου να επισκεφτούμε την αγορά της πόλης (Chorsu Bazaar). Είχε το ενδιαφέρον της η εν λόγω αγορά, που τη χρησιμοποιούν οι ντόπιοι για να πάρουν το οτιδήποτε, με έμφαση στα αρτοπαρασκευάσματα, τα τυριά, τους ξηρούς καρπούς-χαλβάδες και τα κρεατικά. Οι συνθήκες υγιεινής μέτριες ως επί το πλείστον. Μπήκαμε στον πειρασμό, όμως, και δοκιμάσαμε τηγανιτή πιτούλα με μοσχαρίσιο κιμά και τηγανιτά πελμένι γεμιστά με πατάτα για να σπάσουμε την πείνα μας. Ήταν τούμπανα! Η Ε. δοκίμασε και χαλβά, που είχε υφή σαπουνέ και ήταν αρκετά γλυκός, αποφάνθηκε δε ότι δεν συγκρίνεται με τον τουρκικό χαλβά, τον οποίο εξυμνεί στα πέρατα της οικουμένης. Α ναι, το κτίριο της αγοράς είναι αυτό που θυμίζει κάτι από την Οδύσσεια του Διαστήματος, UFO κ.λπ.
IMG_20240501_144903.jpg
IMG_20240501_145858.jpg
IMG_20240501_150049.jpg
IMG_20240501_143816.jpg

Επόμενος προορισμός η παλιά πόλη της Τασκένδης και το Khast Imom, που ενώ φαινόταν στον χάρτη να είναι κοντά στην αγορά, ωστόσο κάποια έργα που γίνονταν στην περιοχή μάς ανάγκασαν να περπατήσουμε αρκετά. Ωστόσο, ουδέν κακόν αμιγές καλού, «χαθήκαμε» στα στενά της παλιάς πόλης, είδαμε τα παιδάκια που μόλις είχαν σχολάσει να παίζουν, προτού επιστρέψουν στα σπίτια τους, παίξαμε κι εμείς λίγες πασούλες με τα σχολιαρόπαιδα, τα οποία είχαν μεγάλη διάθεση για επικοινωνία, αλλά δεν ξεπεράσαμε τη γλωσσική διάσταση απόψεων, αντ’ αυτού όμως βοηθήσαμε στο πέταγμα ενός χαρταετού! Δράττομαι της ευκαιρίας να πω εδώ ότι ο χαρταετός τους είχε σκαλώσει σε ένα από τα υπέργεια καλώδια, τα οποία στις γειτονιές της παλιάς πόλης της Τασκένδης είναι πάρα πολλά, όπως και οι σωλήνες του αερίου (θυμίζοντάς μας έντονα το Κουταΐσι της Γεωργίας).
IMG_20240501_153800.jpg
IMG_20240501_155259.jpg

Στο Khast Imom πήραμε μια πρώτη γεύση για τα μεγαλοπρεπή κτίρια του Ουζμπεκιστάν. Τζαμιά, μεντρεσέδες, μια βιβλιοθήκη όπου φημολογείται ότι βρίσκεται το παλαιότερο Κοράνι (δυστυχώς δεν επιτρεπόταν να μπούμε εκείνη την ώρα) και υπό διαμόρφωση ένα φαραωνικό κτίσμα, που απ’ ό,τι βλέπω τώρα στους χάρτες της Google ολοκληρώθηκε και είναι το Κέντρο Ισλαμικού Πολιτισμού. Πήραμε τον χρόνο μας να βγάλουμε κάποιες φωτογραφίες και όταν αποφασίσαμε να φύγουμε μάς συνάντησε ένας νεαρός youtuber-σκηνοθέτης, ο οποίος μας συστήθηκε και πρότεινε να μας πάρει συνέντευξη ρωτώντας μας για τα… νιάτα! Καλά ρε μεγάλε, δεν μας έχουν πάρει και τόσο πολύ τα χρόνια! Δώσαμε τόπο στην «οργή» και απαντήσαμε στις ερωτήσεις του, εκθειάσαμε την δεκαετία των τριάντα ως την καλύτερη της ζωής μας, μόνταρε τον διάλογό μας σε σπασμένα αγγλικά και τον ανέβασε στα social media (ερασιτεχνικό το αποτέλεσμα).
IMG_20240501_160748.jpg
IMG_20240501_160750.jpg

Χρησιμοποιώντας Yandex και μετρό, πήραμε τον δρόμο της επιστροφής για Kosmonavtlar. Προτού γυρίσουμε στο ξενοδοχείο μας για να ετοιμαστούμε για την αυριανή μας αναχώρηση για Σαμαρκάνδη, καθίσαμε στο πλησίον εστιατόριο Jumanji, το οποίο είχαμε σταμπάρει. Πήραμε μια μελιτζοσαλάτα (τύπου αλοιφή με μαγιονέζα και σκόρδο), μια πατζαροσαλάτα πάλι με σκόρδο και τριμμένο καρύδι, ένα κάρυ τόφου με πιπεριές (ελαφρώς καυτερό), ρυζάκι (αλά τουρκικό πιλάφι) με ρεβύθια και ένα κεμπάπ μοσχαρίσιο που ήρθε συνοδεία ενός κολωνάτου «ποτηριού» κρεμμυδιού με ντομάτα και πατάτες baby. Όλα αυτά μαζί με μια κανάτα ταρχούν και μια τοπική μπίρα κόστισαν 25 ευρώ. Value for money, αλλά χωρίς να ξετρελαθούμε από τη νοστιμιά. Αρχίσαμε να καταλαβαίνουμε γιατί η χώρα δεν φημίζεται για την κουζίνα της. Ωραίο περιβάλλον, πάντως. Ήταν και μια κυρία που έπαιζε συμπαθητικό πιάνο, ανάμεσα σε όλα και κάποιες γνωστές ελληνικές μελωδίες. Το περιβάλλον μάς φάνηκε στημένο για τουρίστες και πράγματι είχε τεράστιες παρέες Ρώσων με κόκκινα μάγουλα και φουσκωμένα χείλια.
IMG_20240501_171937.jpg
IMG_20240501_195028.jpg

Γενικά, μας φάνηκε ανέλπιστα ενδιαφέρουσα η Τασκένδη. Αξίζει τον κόπο και τον χρόνο να της αφιερωθεί τουλάχιστον μια ημέρα ως εισαγωγή στον πολιτισμό, την αρχιτεκτονική και την ιστορία της χώρας. Είναι και αυτή η ιστορική σύνδεση με τους Έλληνες πρόσφυγες του εμφυλίου που, όσο και να πεις, προσδίδει το κάτι παραπάνω.
 

patsman

Member
Μηνύματα
224
Likes
630
Κεφάλαιο 4: Τα ευτράπελα στον δρόμο για τη Σαμαρκάνδη

Το υπερσύγχρονο τρένο Afrosiyob που θα μας πήγαινε από την Τασκένδη στη Σαμαρκάνδη αναχωρούσε στις 07:30. Είχαμε διαβάσει ότι έπρεπε να είμαστε ένα μισάωρο νωρίτερα στον σιδηροδρομικό σταθμό, οπότε ξυπνήσαμε κι ετοιμαστήκαμε αχάραγα. Το ευγενέστατο προσωπικό του ξενοδοχείου μάς είχε ετοιμάσει δύο boxes με λίγα και εκλεκτά πράγματα από το πρωινό. Είχαμε στο νου μας να καλέσουμε ένα Yandex για να μας πάει στον σταθμό, αλλά στο check-out ο ρεσεψιονίστ –με όλη την καλή του την καρδιά– προσφέρθηκε να το καλέσει εκείνος από το κινητό του. Έτσι κι έγινε και μετά από 10 λεπτάκια ήμασταν στον σταθμό, ο οποίος όμως δεν έλαχε να είναι ο σωστός! Πηγαίνοντας να περάσουμε τον έλεγχο, μας είδαν με τις βαλίτσες κάποιοι ταξιτζήδες που περίμεναν «θύματα» σαν εμάς, τους δείξαμε τα εισιτήριά μας και μας είπαν ότι το Afrosiyob δεν φεύγει από εκείνον τον σταθμό, μα από έναν άλλον… Αντιληφθήκαμε ότι την γκάφα την είχε κάνει ο καλοκάγαθος ρεσεψιονίστ. Είχαν αρχίσει να μας ζώνουν τα φίδια μην τυχόν χάσουμε το τρένο και είχαμε και τους ταξιτζήδες να μας έχουν πάρει στο κατόπι ζητώντας μας «τρελά» ποσά για να μας πάνε στον άλλον σταθμό. Αφού αρνηθήκαμε σθεναρά, ενώ είχαμε κάνει μια έρευνα στο Yandex για ένα ενδεικτικό κόστος που δεν ήταν πάνω από 5 ευρώ, ένας από τους... λεγάμενους πρότεινε να μας πάει με 10 ευρώ, οπότε πέσαμε στην ανάγκη του και είπαμε το «ναι» για να ξεμπερδεύουμε.

Πράγματι, μετά από 10 λεπτά περίπου είχαμε φτάσει στον σωστό σταθμό, όπου υπήρχε όντως κοσμοσυρροή. Αφού περάσαμε τον έλεγχο τύπου αεροδρομίου, μπήκαμε στον σταθμό και αναμέναμε το τρένο μας. Και τι τρένο! Πολυτελείας! Η διαδρομή διήρκεσε περίπου 2 ώρες και κάτι, καθώς το τρένο πήγαινε με 220 χ.μ. χωρίς να το καταλαβαίνεις, μας προσφέρθηκε δε κρουασανάκι, καφές, τσάι και υγρά μαντηλάκια. Σημειωτέον ότι είχαμε κλείσει τα εισιτήρια περίπου 40 ημέρες πριν από το app “Uzrailways tickets” με κόστος 30 ευρώ τα δύο άτομα. Οι συγκρίσεις με το δικό μας σιδηροδρομικό δίκτυο και την ποιότητα των υπηρεσιών είναι δυστυχώς πολύ αρνητικές για τη χώρα μας.
IMG_20240502_070508.jpg
IMG_20240502_085735.jpg

Στις 10 το πρωί φτάναμε στον σταθμό της Σαμαρκάνδης, οπότε με ένα Yandex πήγαμε στο ξενοδοχείο μας, το Izumrud Palace. Γνωρίζαμε ότι δεν ήταν η ώρα του check-in, οπότε ζητήσαμε από έναν νεαρό ρεσεψιονίστ, που δεν κατείχε πολύ την αγγλική, να αφήσουμε τα πράγματά μας για να ξεχυθούμε πεζή στην πόλη. Συμφωνήσαμε να επιστρέψουμε γύρω στις 2 για να μπούμε στο δωμάτιό μας. Ήσυχοι και αμέριμνοι ξεκινήσαμε να περπατάμε στην όμορφη Λεωφόρο των Πανεπιστημίων, καταλήξαμε στο άγαλμα του Ταμερλάνου (Αμιρ Τιμούρ) και από εκεί στο εντυπωσιακό Μαυσωλείο του (η είσοδος κόστιζε για τους αλλοδαπούς 80.000 sum, δηλαδή περίπου 5,50 ευρώ τα δύο εισιτήρια). Εκτός από τον τάφο του Ταμερλάνου, στο ίδιο μέρος είναι θαμμένοι και άλλοι οκτώ σημαίνοντες άνθρωποι για την αυτοκρατορία των Τιμουριδών, μεταξύ των οποίων και ο Μίρζο Ούλουγκ Μπεγκ. Το χρυσοποίκιλτο εσωτερικό του ναού είναι πανέμορφο και αξίζει οπωσδήποτε επίσκεψη.
IMG_20240502_111716.jpg
IMG_20240502_115913.jpg

IMG_20240502_121838.jpg
IMG_20240502_122013.jpg

Αφού βγάλαμε αρκετές φωτογραφίες και καθίσαμε να ξαποστάσουμε, καθώς ο ήλιος είχε κάνει εμφανή την παρουσία του, είπαμε να δούμε και ένα κοντινό μνημείο, το οποίο δεν επισκέπτονται οι περισσότεροι από όσους συρρέουν στο Μαυσωλείο. Πρόκειται για το Μαυσωλείο Ακ Σαράι, στο οποίο πράγματι ήμασταν μόνοι μας με τον φύλακα, που μας έκανε μια μικρή ξενάγηση στα αγγλικά. Εκεί βρίσκεται, μεταξύ άλλων, ο τάφος του γιου-φονιά τού Ούλουγκ Μπεγκ. Εκμεταλλευθήκαμε το γεγονός ότι ο ντόπιος ήταν επικοινωνιακός τύπος και τον ρωτήσαμε να μας προτείνει κάποια καλά τοπικά εστιατόρια, κάτι που έπραξε ευχαρίστως!
IMG_20240502_125414.jpg
IMG_20240502_125650.jpg

Η συνέχεια περιλάμβανε μια πρώτη οπτική επαφή με το διάσημο Registan. Η αλήθεια είναι πως άλλο να το βλέπεις στις φωτογραφίες και άλλο να το βλέπεις με τα ίδια σου τα μάτια. Είναι καθηλωτικό. Κοντοσταθήκαμε στην εξέδρα από την οποία έχεις μια «πανοραμική» εικόνα.
IMG_20240502_132638.jpg

Από τη στιγμή, όμως, που η ώρα έφτανε τις 2, είπαμε να επιστρέψουμε στο ξενοδοχείο για να τακτοποιηθούμε και να μπούμε μέσα στο Registan το απόγευμα, όσο πιο νωρίς γίνεται, προγραμματίζοντας ει δυνατόν και μια τελευταία επίσκεψη αργά το βράδυ, με την ελπίδα τα γκρουπ, οι πολυπληθείς οικογένειες και γενικά τα μιλιούνια τουριστών να έχουν φύγει. Στο ξενοδοχείο, λοιπόν, μας περίμενε μια δυσάρεστη έκπληξη. Να πω στο σημείο αυτό ότι, για κακή μας τύχη, η Ε. είχε αρπάξει ένα γερό κρύωμα-ίωση, το οποίο βρισκόταν την ημέρα εκείνη σε πλήρη έξαρση συμπτωμάτων και επιπρόσθετα προέκυψε μια επιτακτική ανάγκη για σύντομη ανάπαυση. Φτάνοντας στη ρεσεψιόν, καταλάβαμε για ακόμα μια φορά πόσο τουριστική είναι αυτή η πόλη, καθώς υπήρχε μεγάλη αναμονή ανθρώπων για τακτοποίηση στα δωμάτια και γενικώς ουρά και ασυνεννοησία. Με τα πολλά φτάνει η σειρά μας, δίνουμε στοιχεία και μας ειδοποιεί το «μικρό αφεντικό» να καθίσουμε λίγο ακόμα στο σαλόνι της ρεσεψιόν μέχρι να ετοιμαστεί το δωμάτιό μας. Κάμποση ώρα μετά, δυο-τρία φλυτζάνια τσάι και άπειρα φιστίκια με επικάλυψη ζάχαρη ("άρρωστα", να μη λέω), αρχίσαμε να οχλούμε το «μικρό αφεντικό» ονόματι Μπεγκ για το τι παίζει, μόνο για να λάβουμε ένα μάτσο συγγνώμες, με μπόλικα χαμόγελα, αχρείαστη οικειότητα και αιτήματα για λίγη υπομονή ακόμα. Βολευόμαστε για λίγο ύπνο στο σαλονάκι της ρεσεψιόν και αφού έχει περάσει κανα δίωρο συνολικά η Ε. μπαίνει σε mode αρπάγματος του επαγγελματία. Ξεκινάει ο διάλογος με τον Μπεγκ σε πενιχρά αγγλικά και, επειδή από ανακρίσεις κάτι σκαμπάζει η άτιμη η σύζυγος, κατόπιν πίεσης ο Μπεγκ μάς εξομολογείται ότι δυστυχώς έχει δώσει σε άλλους το δωμάτιο που είχαμε δει και κλείσει στο booking. Αλλά να μην ανησυχούμε, διότι αντ’ αυτού έχει ένα ισόγειο να μας δώσει, το οποίο είναι υπέροχο κατά τα λοιπά, πλην όμως του λείπουν κάποια χαρακτηριστικούλια: δεν έχει ούτε παράθυρο ούτε μπαλκονόπορτα, και "σιγά βρε παιδιά μην κάνετε έτσι, καταλαβαίνετε, κάθε μέρα στη Σαμαρκάνδη έρχονται χιλιάδες χιλιάδων κόσμου και τέλος πάντων, όπου και να πάτε τώρα, άλλο δωμάτιο δεν θα βρείτε πουθενά". Κατόπιν αμείλικτων διαπραγματεύσεων και παζαριού, που τη σκληρότητά του θα ζήλευε και ο πιο επιδέξιος καρπετάς του μεγαλύτερου σουκ της Μέσης Ανατολής, καταλήγουμε στην πρόταση εκ μέρους του Μπεγκ ότι θα μας πάει για μία βραδιά στο διπλανό ξενοδοχείο του πατέρα του, του «μεγάλου αφεντικού» και τη δεύτερη βραδιά στο δωμάτιο που είχαμε κλείσει αρχικά. Απλά θα μας κόστιζε το κάτι παραπάνω, όπως μας ενημέρωσε βεβαίως, ζητώντας μας συγχρόνως να ακυρώσουμε την ηλεκτρονική κράτηση που είχαμε κάνει και ΠΡΙΝ φυσικά μας παραδώσει το οποιοδήποτε κλειδί, οποιουδήποτε δωματίου. «Φίλε, στην Ελλάδα από κακούς επαγγελματίες του τουρισμού και μικροαπατεώνες έχουμε γκώσει, σε εμάς δεν πιάνουν αυτά»! Να μην τα πολυλογούμε, αυτή η συμπεριφορά ήταν εντελώς μεμονωμένη σε όλο το ταξίδι και την αποδίδω στον υπερτουρισμό, ο οποίος διαβρώνει ό,τι διαπερνά. Μια βραδιά εδώ, μια βραδιά εκεί, η διαμονή στη Σαμαρκάνδη τακτοποιήθηκε χωρίς να ξεφύγουμε από το μπάτζετ, το οποίο σημειωτέον, ήταν το ακριβότερο σε όλο το ταξίδι (75 ευρώ η διανυκτέρευση).

Ας αφήσουμε στην άκρη τα μοναδικά ευτράπελα που μας έτυχαν στο ταξίδι και ας επιστρέψουμε στην αφήγηση για το μεγαλείο του Registan, γιατί ως είδος ο άνθρωπος είναι ικανός και για την έσχατη ποταπότητα, αλλά και για το υπέρτατο μεγαλείο... Μπήκαμε, λοιπόν, στον κυρίως χώρο του Registan γύρω στις 7 το απόγευμα καταβάλλοντας το εισιτήριο των 130.000 sum (9,50 ευρώ και για τους δυο μας). Ουσιαστικά αυτό που πληρώνεις με την είσοδο είναι η πρόσβαση στο εσωτερικό των τριών τεράστιων μεντρεσέδων (ο ένας του Ούλουγκ Μπεγκ) και του τζαμιού, που δημιουργούν αυτήν την υπέροχη πλατεία. Μαγιόλικα κι Άγιος ο Θεός! Στο εσωτερικό αυτών των κτιρίων βρίσκεις μικροπωλητές και λογής λογής μαγαζάκια, τα οποία -ως επί το πλείστον- σέβονται τον χώρο. Πουλάνε από χαλιά, φουλάρια, υφάσματα μέχρι κοσμήματα, μαγνητάκια και λοιπά ενθύμια. Οι πωλητές είναι ευγενικοί, πρόθυμοι να σου μιλήσουν και για την ιστορία του μέρους. Επίσης, στον Μεντρεσέ του Ούλουγκ Μπεγκ υπήρχαν και αρκετές εικόνες με επεξηγήσεις, από τις οποίες μάθαμε ότι εκεί είχε συστήσει ένα πανεπιστήμιο της εποχής αυτός ο τιτάνας, που δίδασκε μαθηματικά και αστρονομία, ενώ είχε φέρει και καθηγητές θεολογίας, φιλοσοφίας και άλλων επιστημών.
IMG_20240502_192849.jpg
IMG_20240502_193230.jpg
IMG_20240502_193929.jpg

Ευνόητο είναι ότι φάγαμε πολλή ώρα να βγάλουμε τις καλύτερες δυνατές φωτογραφίες, καθώς ήταν δύσκολο να πετύχουμε κάποιο κλικ χωρίς άλλους τουρίστες. Η πείνα, όμως, είχε χτυπήσει για τα καλά, καθώς το μεσημέρι με τούτα και μ’ εκείνα με το «μικρό αφεντικό» τσιμπολογήσαμε κάτι σνακς από το σούπερ μάρκετ. Είπαμε να τιμήσουμε μία από τις προτάσεις του φύλακα-ξεναγού του Μαυσωλείου Ακ Σαράι, η οποία βρισκόταν πίσω από το Registan. Φτάσαμε, λοιπόν, στο Shoxjaxon Milliy Taomlar, το οποίο είχε και καλή αξιολόγηση από ντόπιους στο google. Να πω εδώ ότι σε όλο το ταξίδι δοκιμάσαμε αρκετά milliy taomlar, τα οποία απ’ ότι καταλάβαμε είναι κάτι σαν τα εστιατόρια της παραδοσιακής τους κουζίνας, σαν τις δικές μας ταβέρνες ή τα μαγειρεία ενδεχομένως. Τέλος πάντων, το φαγητό ήταν απογοήτευση. Δεν ξέρω πού να το αποδώσω, σκέφτομαι μόνο ότι ίσως λείπουν από την εθνική κουζίνα τους οι πρώτες ύλες που κάνουν νόστιμα τα φαγητά, δηλαδή το λάδι, το ξύδι, τα μπαχαρικά, τα νόστιμα λαχανικά. Ίσως από την άλλη και να είναι θέμα τεχνικής, καθώς νομίζω ότι η παραδοσιακή ουζμπέκικη κουζίνα είναι από εκείνες που δομήθηκαν πάνω στην ανάγκη για επιβίωση με τα λίγα που δίνει στο λαό η ερημική τους γη. Στο συγκεκριμένο milliy taomlar φάγαμε σαλάτες πατζαριού και λοιπών βραστών λαχανικών και με καβούρι και σκουμπρί, πήραμε δε και δύο κεμπάπ, ένα αρνίσιο και ένα με λαχανικά. Το κρέας ήταν κάτω του μετρίου, τα δε λαχανικά ήταν όλα σχεδόν ωμά και άντε πες οι πιπεριές και οι ντομάτες τρώγονται, αλλά οι μελιτζάνες και οι πατάτες αδύνατον. Πλοβ το συγκεκριμένο εστιατόριο δεν προσέφερε, είχε όμως άλλα παραδοσιακά πιάτα βασισμένα στο κρέας. Γενικά, μια και η κουζίνα τους είναι ως επί το πλείστον βασισμένη στο κρέας, κατέληξα σε όλο το ταξίδι να τρώω σχεδόν κάθε μέρα κρεατικά, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το πεπτικό μου σύστημα. Η δε Ε. ως pescatarian συνάντησε ουκ ολίγες δυσκολίες. Ωστόσο, έμελλε να δώσουμε ακόμα πολλές ευκαιρίες στην παραδοσιακή ουζμπέκικη κουζίνα και ως προς αυτό θα επανέλθω σε επόμενο κεφάλαιο.

Αφού τελειώσαμε το φαγητό, επιστρέψαμε στον «τόπο του εγκλήματος» (Registan) αφενός για να βγάλουμε μερικές ακόμα φωτογραφίες χωρίς κόσμο αυτήν τη φορά, αφετέρου για να παρακολουθήσουμε αυτό το οπτικό σόου με τα χρωματιστά φώτα και λέιζερ. Μπήκαμε ξανά στον χώρο από την πλαϊνή είσοδο δείχνοντας στον τίμιο σεκιουριτά τα εισιτήριά μας και όντως ήμασταν ελάχιστοι άνθρωποι στην πλατεία (η ώρα πρέπει να είχε πάει 10.30-11).
IMG_20240502_225607.jpg
IMG_20240502_210433.jpg

Εκεί που στηνόμασταν να βγούμε σέλφι, ακούμε ελληνικά από δύο άτομα! Τους λέμε «καρντάσια, μπορείτε να μας βγάλετε μια φώτο περιποιημένη;». Εν τέλει με τους βορειοελλαδίτες γίναμε φίλοι, ξανασυναντηθήκαμε στην Μπουχάρα αργότερα και κανονίσαμε να γυρίσουμε με το αυτοκίνητό μας από Κωνσταντινούπολη όλοι μαζί, καθώς επιστρέφαμε με την ίδια πτήση από Ουρτζέντς! Αυτά είναι τα ευχάριστα που μπορεί να σου τύχουν κάποιες χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από την πατρίδα!

Για το "κερασάκι στην τούρτα" και παρά τις κακουχίες, τον βήχα και το συνάχι της Ε., κατά την επιστροφή μας στο ξενοδοχείο αργά το βράδυ (να επισημάνω την ασφάλεια αυτής της χώρας), είπαμε να ξαναμπούμε στο Μαυσωλείο του Ταμερλάνου για να το απολαύσουμε και αυτό με την ησυχία μας. Με την επίδειξη του πρωινού εισιτηρίου στους φύλακες κατέστη και τούτο εφικτό.
IMG_20240502_231923.jpg
IMG_20240502_232427.jpg
 

Εκπομπές Travelstories

Τελευταίες δημοσιεύσεις

Booking.com

Στατιστικά φόρουμ

Θέματα
33.938
Μηνύματα
919.538
Μέλη
39.652
Νεότερο μέλος
εαβιτισσα

Κοινοποιήστε αυτή τη σελίδα

Top Bottom