Περιεχόμενα
Τα τελευταία χρόνια είχα στο νου μου ένα ταξίδι στις Φιλιππίνες εξαιτίας της ξαδέρφης μου που έμεινε για 2 χρόνια στη Μανίλα και μου έλεγε συνεχώς για τις ομορφιές των νησιών, αλλά και ενός Ελβετού που όταν τον ρώτησα αν του άρεσε η Ταϊλάνδη μου απάντησε ότι στις Φιλιππίνες είναι πιο ωραία.
Το ταξίδι κλείστηκε 9 μήνες πριν την πραγματοποίηση του. Μόλις είχαμε επιστρέψει από ένα ταξίδι στο Κο Σαμούι και Κο Φανγκάν στην Ταϊλάνδη και η λαχτάρα για την επόμενη απόδραση ήταν έντονη. Ο Ζέφυρος που είναι φοβερό ψαχτήρι στο ιντερνετ και ξετρυπώνει πάντα σουπερ τιμές έκανε πάλι το θαύμα του. Μου πετάχτηκαν τα μάτια έξω μόλις είδα τη φοβερή τιμή 600 ευρώ τελική για Κωνσταντινούπολη - Μανίλα με την Malaysianκαι μάλιστα και βολική ημερομηνία 23 Δεκεμβρίου 2013 με επιστροφή 4 Ιανουαρίου 2014. Το κλείνουμε αμέσως και σχεδιάζουμε τις υπόλοιπες λεπτομέρειες: σε ποια νησιά θα μείνουμε, ξενοδοχεία κλπ.
Οι μήνες περνάνε και νάμαστε 23 Δεκεμβρίου 2013 στο αεροδρόμιο Ατατούρκ της Κωνσταντινούπολης. Η πτήση ήταν για τις 2 το μεσημέρι, οπότε ξεκινήσαμε από Θεσσαλονίκη στις 5 το πρωί με το αυτοκίνητο, το οποίο παρκάραμε σε ένα otopark (5 λίρες τη μέρα, 65 λίρες με παζάρι τις 15 μέρες) σε ένα πολύ κοντινό από το αεροδρόμιο χωριό (παρκινγκ αεροδρομίου περίπου 200 ευρώ), το Kιουτσουκ Τσεσμετσε. Γενικά, αν είστε από Βόρεια Ελλάδα ή Θράκη συμφέρει να πάτε με το αυτοκίνητο μέχρι το αεροδρόμιο της Πόλης απ’ ότι με αεροπλάνο, ιδίως αν είστε πέραν των δύο ατόμων και το ΙΧ σας καίει υγραέριο. Βέβαια, δεν σας κρύβω ότι η διαδρομή αυτή είναι περίπου 6 ωρών που σημαίνει ταλαιπωρία, όμως συμφέρει πολύ από οικονομικής πλευράς. Παρ’ όλα αυτά ο δρόμος είναι ευθύς, ακολουθείστε το D-100 αν δεν θέλετε να πληρώσετε διόδια και εύκολα θα βρείτε τις πινακίδες για Havalimani (αεροδρόμιο). Στην επιστροφή ακολουθείτε τις πινακίδες για edirne (Αδριανούπολη) και μετα για terkidak (ραιδεστος). Μετά θα δείτε πινακίδες για ipsala και φτάσατε στα σύνορα των Κήπων. Τις καλύτερες ευκαιρίες για ταξίδια της έβρισκα σχεδόν πάντα από Κωνσταντινούπολη, το Ελ. Βενιζέλος είναι απλησίαστο σε τιμές και με πολύ λίγες ανταποκρίσεις.
Η πτήση φεύγει στην ώρα της και εγώ σχεδιάζω πως θα σκοτώσω τον χρόνο των έντεκα ωρών στο αεροπλάνο. Υπνος, ταινίες και φαγητό και φτάνουμε στην Κουάλα Λουμπούρ όπου μπαίνουμε στα γρήγορα σε άλλο αεροπλάνο για την μικρότερη πτήση των 4 ωρών μέχρι τη Μανίλα. Φτάνουμε στην πρωτεύουσα το μεσημέρι της επόμενης μέρας 24 Δεκεμβρίου, όπου αφού κοιμηθήκαμε κανα 2ωρο για να συνέλθουμε, ξεχυνόμαστε σε ένα από τα μεγαλύτερα εμπορικά κέντρα της Ασίας, τomallofAsia.
Το πρωί της επόμενης μέρας μας βρίσκει στο αεροδρόμιο της Μανίλας, όπου πετούσαμε για Coron, ένα από τα πιο τουριστικά αναπτυγμένα νησιά των Φιλιππινών. Φτάνουμε σχεδόν μεσημέρι, κάνουμε checkin στο υπέροχο ξενοδοχείο CoronWestownResort και βγήκαμε για μια βόλτα στο ψαροχώρι. Η πρώτη εικόνα ήταν απελπιστική: παράγκες, ξυπόλητα μωρά να παίζουν στους χωματόδρομους, σκόνη, βρώμα και νερολακούβες παντού! «Εκανα τόσα χιλιόμετρα για να δω αυτό», γκρινιάζω σχεδόν τσαντισμένος στον Ζέφυρο, ο οποίος μου σύστησε να κάνω υπομονή και θα έβλεπα σε λίγο τα καλύτερα. Καθότι όλες οι ημερήσιες εκδρομές είχαν φύγει νωρίς το πρωί, δεν ξέραμε τι να κάνουμε, οπότε αποφασίσαμε μήπως και υπάρχει καμία ενδιαφέρουσα κοντινή παραλία για να ρίξουμε καμία βουτιά, μετά από τόση ταλαιπωρία. Ρωτώντας τους ντόπιους, μάθαμε ότι σε απόσταση μισής ώρας με τρίκυκλο (μηχανάκι πάνω στο οποίο είχαν προσαρμόσει μια σιδερένια κατασκευή για να κάθονται οι πελάτες και από κάτω μία ακόμη ρόδα) θα βρούμε την Cabu Beach, η οποία μας έλεγαν ότι ήταν συμπαθητική. Σταματάμε ένα από αυτά τα τρίκυκλα, κάνουμε τα απαραίτητα παζάρια και με 500 πέσος (κάπου 8,5 ευρώ, 1 ευρώ 58 πέσος) θα μας πήγαινε, θα μας περίμενε να κάνουμε το μπάνιο μας και θα μας επέστρεφε. Μόνο που ξέχασε να μας πει μια σημαντική λεπτομέρεια, ο ταξιτζής μας, ο συμπαθητικός Τζοέλ, που έπαιξε κι αυτός το ρόλο του στην εν λόγω εκδρομή. Ξεκινάμε λοιπόν για την παραλία σε έναν άθλιο, σκαμμένο από τα νερά, χωματόδρομο που κοντέψαμε να βγάλουμε τα έντερα μας, ενώ ο Τζοέλ γελούσε ασταμάτητα λέγοντας μας ιστορίες από τη ζωή του. Κάθε τρεις και λίγο έπρεπε να κατεβαίνουμε, καθώς το τρίκυκλο έσβηνε όταν ζορίζονταν πολύ στις ανηφόρες.
«Μην ανησυχείτε, θα συνηθίσετε, πρώτη μέρα είστε εδώ» μας λέει ο Τζοέλ σε άψογα αγγλικά, βλέποντας μας να δυσανασχετούμε με την αθλιότητα του δρόμου. «Κανονικά θα πρεπε να μας πληρώνεις για όσα περνάμε» του απαντώ εγώ. «Από πού είστε;» ρωτάει. «Από κει που είμαστε ούτε ξέρεις κατά που πέφτει» σκέφτομαι εγώ από μέσα μου και του απαντώ ένα ξερό Europe. «Ναι, αλλά από ποιο μέρος» ξαναρωτάει ο περίεργος. Του λέω διστακτικά «Greece» χωρίς να περιμένω να ξέρει καν την Ελλάδα, το είπα έτσι για να το πω. «Ξέρεις που είναι η Ελλαδα;» τον ρωτάει ο Ζέφυρος. «Φυσικά, το αφεντικό μου είναι Ελληνας» λέει ο Τζοέλ. «Τι λέει αυτός, σουρωμένος είναι;» αναρωτιέμαι, καθώς μ’ έπιασε ξηρόβηχας από τη σκόνη του χωματόδρομου. «Τον λένε Γιώργο και δουλεύει στο καταδυτικό κέντρο». «Ωπα βρήκαμε και τ’ εμέτερον στα μέρη μας, τι άλλο θέλουμε» απαντώ εγώ. Με την κουβέντα, φτάσαμε στην περιβόητη παραλία, που μείναμε να την κοιτάμε με το στόμα ανοιχτό! Χειρότερη κι από τον βούρκο του Θερμαϊκού, βρώμικη και γεμάτη φύκια. Απογοητευμένοι καθόμαστε δέκα λεπτά σε ένα παγκάκι να συνέλθουμε από τις λακκούβες και ετοιμαζόμαστε να φύγουμε. Ενας ξεδοντιασμένος Φιλιππινέζος μας πλησιάζει και μας ζητάει 100 πέσος, καθότι η παραλία είναι ιδιωτική, όπως και πολλές άλλες όπως μάθαμε αργότερα. Ο Ζεφυρος εκνευρισμένος του πετάει τα χαρτονομίσματα σχεδόν στα μούτρα, του λέει ότι είναι η χειρότερη παραλία του κόσμου και ξαναρχίζει το μαρτύριο μας στον πιο άθλιο χωματόδρομο του νησιού.
Φτάνουμε στο Coronκαι ψάχνουμε να βρούμε τον περιβόητο Γιώργο, σύμφωνα με τις υποδείξεις του ταξιτζή Τζοέλ. Αφού περιμέναμε κανα δύο ωρίτσες στο παραδιπλανό καφέ - εστιατόριο καθότι είχε κατάδυση, έφτασε ο Ελληνας και γνωριστήκαμε. Μαθαμε λοιπόν ότι δεν μένει μόνιμα στο νησί, αλλά έρχεται από Δεκέμβριο και κάθεται μέχρι Φεβρουάριο, όταν δηλαδή η δική του σχολή κατάδυσης στην Κρήτη είναι κλειστή. «Μ’ αρέσει εδώ γιατί μου θυμίζει την Ελλαδα του ’50» μας λέει ο Γιώργος και στην κουβέντα μας αναφέρει και τον φίλο του τον Βαγγέλη που έχουν έρθει μαζί, αλλά έλειπε εκείνη τη μέρα στη Μανίλα. «Εδώ είναι όλα ήσυχα, πρωτόγονα και κυρίως δεν έχω τηλεφωνήματα από τράπεζες» μας εκμυστηρεύεται ο Γιώργος και μας προτείνει να κανονίσουμε κατάδυση για να δούμε γιαπωνέζικα πλοία που βρίσκονται βυθισμένα στα νερά του Κορόν.
Το ταξίδι κλείστηκε 9 μήνες πριν την πραγματοποίηση του. Μόλις είχαμε επιστρέψει από ένα ταξίδι στο Κο Σαμούι και Κο Φανγκάν στην Ταϊλάνδη και η λαχτάρα για την επόμενη απόδραση ήταν έντονη. Ο Ζέφυρος που είναι φοβερό ψαχτήρι στο ιντερνετ και ξετρυπώνει πάντα σουπερ τιμές έκανε πάλι το θαύμα του. Μου πετάχτηκαν τα μάτια έξω μόλις είδα τη φοβερή τιμή 600 ευρώ τελική για Κωνσταντινούπολη - Μανίλα με την Malaysianκαι μάλιστα και βολική ημερομηνία 23 Δεκεμβρίου 2013 με επιστροφή 4 Ιανουαρίου 2014. Το κλείνουμε αμέσως και σχεδιάζουμε τις υπόλοιπες λεπτομέρειες: σε ποια νησιά θα μείνουμε, ξενοδοχεία κλπ.
Οι μήνες περνάνε και νάμαστε 23 Δεκεμβρίου 2013 στο αεροδρόμιο Ατατούρκ της Κωνσταντινούπολης. Η πτήση ήταν για τις 2 το μεσημέρι, οπότε ξεκινήσαμε από Θεσσαλονίκη στις 5 το πρωί με το αυτοκίνητο, το οποίο παρκάραμε σε ένα otopark (5 λίρες τη μέρα, 65 λίρες με παζάρι τις 15 μέρες) σε ένα πολύ κοντινό από το αεροδρόμιο χωριό (παρκινγκ αεροδρομίου περίπου 200 ευρώ), το Kιουτσουκ Τσεσμετσε. Γενικά, αν είστε από Βόρεια Ελλάδα ή Θράκη συμφέρει να πάτε με το αυτοκίνητο μέχρι το αεροδρόμιο της Πόλης απ’ ότι με αεροπλάνο, ιδίως αν είστε πέραν των δύο ατόμων και το ΙΧ σας καίει υγραέριο. Βέβαια, δεν σας κρύβω ότι η διαδρομή αυτή είναι περίπου 6 ωρών που σημαίνει ταλαιπωρία, όμως συμφέρει πολύ από οικονομικής πλευράς. Παρ’ όλα αυτά ο δρόμος είναι ευθύς, ακολουθείστε το D-100 αν δεν θέλετε να πληρώσετε διόδια και εύκολα θα βρείτε τις πινακίδες για Havalimani (αεροδρόμιο). Στην επιστροφή ακολουθείτε τις πινακίδες για edirne (Αδριανούπολη) και μετα για terkidak (ραιδεστος). Μετά θα δείτε πινακίδες για ipsala και φτάσατε στα σύνορα των Κήπων. Τις καλύτερες ευκαιρίες για ταξίδια της έβρισκα σχεδόν πάντα από Κωνσταντινούπολη, το Ελ. Βενιζέλος είναι απλησίαστο σε τιμές και με πολύ λίγες ανταποκρίσεις.
Η πτήση φεύγει στην ώρα της και εγώ σχεδιάζω πως θα σκοτώσω τον χρόνο των έντεκα ωρών στο αεροπλάνο. Υπνος, ταινίες και φαγητό και φτάνουμε στην Κουάλα Λουμπούρ όπου μπαίνουμε στα γρήγορα σε άλλο αεροπλάνο για την μικρότερη πτήση των 4 ωρών μέχρι τη Μανίλα. Φτάνουμε στην πρωτεύουσα το μεσημέρι της επόμενης μέρας 24 Δεκεμβρίου, όπου αφού κοιμηθήκαμε κανα 2ωρο για να συνέλθουμε, ξεχυνόμαστε σε ένα από τα μεγαλύτερα εμπορικά κέντρα της Ασίας, τomallofAsia.
Το πρωί της επόμενης μέρας μας βρίσκει στο αεροδρόμιο της Μανίλας, όπου πετούσαμε για Coron, ένα από τα πιο τουριστικά αναπτυγμένα νησιά των Φιλιππινών. Φτάνουμε σχεδόν μεσημέρι, κάνουμε checkin στο υπέροχο ξενοδοχείο CoronWestownResort και βγήκαμε για μια βόλτα στο ψαροχώρι. Η πρώτη εικόνα ήταν απελπιστική: παράγκες, ξυπόλητα μωρά να παίζουν στους χωματόδρομους, σκόνη, βρώμα και νερολακούβες παντού! «Εκανα τόσα χιλιόμετρα για να δω αυτό», γκρινιάζω σχεδόν τσαντισμένος στον Ζέφυρο, ο οποίος μου σύστησε να κάνω υπομονή και θα έβλεπα σε λίγο τα καλύτερα. Καθότι όλες οι ημερήσιες εκδρομές είχαν φύγει νωρίς το πρωί, δεν ξέραμε τι να κάνουμε, οπότε αποφασίσαμε μήπως και υπάρχει καμία ενδιαφέρουσα κοντινή παραλία για να ρίξουμε καμία βουτιά, μετά από τόση ταλαιπωρία. Ρωτώντας τους ντόπιους, μάθαμε ότι σε απόσταση μισής ώρας με τρίκυκλο (μηχανάκι πάνω στο οποίο είχαν προσαρμόσει μια σιδερένια κατασκευή για να κάθονται οι πελάτες και από κάτω μία ακόμη ρόδα) θα βρούμε την Cabu Beach, η οποία μας έλεγαν ότι ήταν συμπαθητική. Σταματάμε ένα από αυτά τα τρίκυκλα, κάνουμε τα απαραίτητα παζάρια και με 500 πέσος (κάπου 8,5 ευρώ, 1 ευρώ 58 πέσος) θα μας πήγαινε, θα μας περίμενε να κάνουμε το μπάνιο μας και θα μας επέστρεφε. Μόνο που ξέχασε να μας πει μια σημαντική λεπτομέρεια, ο ταξιτζής μας, ο συμπαθητικός Τζοέλ, που έπαιξε κι αυτός το ρόλο του στην εν λόγω εκδρομή. Ξεκινάμε λοιπόν για την παραλία σε έναν άθλιο, σκαμμένο από τα νερά, χωματόδρομο που κοντέψαμε να βγάλουμε τα έντερα μας, ενώ ο Τζοέλ γελούσε ασταμάτητα λέγοντας μας ιστορίες από τη ζωή του. Κάθε τρεις και λίγο έπρεπε να κατεβαίνουμε, καθώς το τρίκυκλο έσβηνε όταν ζορίζονταν πολύ στις ανηφόρες.
«Μην ανησυχείτε, θα συνηθίσετε, πρώτη μέρα είστε εδώ» μας λέει ο Τζοέλ σε άψογα αγγλικά, βλέποντας μας να δυσανασχετούμε με την αθλιότητα του δρόμου. «Κανονικά θα πρεπε να μας πληρώνεις για όσα περνάμε» του απαντώ εγώ. «Από πού είστε;» ρωτάει. «Από κει που είμαστε ούτε ξέρεις κατά που πέφτει» σκέφτομαι εγώ από μέσα μου και του απαντώ ένα ξερό Europe. «Ναι, αλλά από ποιο μέρος» ξαναρωτάει ο περίεργος. Του λέω διστακτικά «Greece» χωρίς να περιμένω να ξέρει καν την Ελλάδα, το είπα έτσι για να το πω. «Ξέρεις που είναι η Ελλαδα;» τον ρωτάει ο Ζέφυρος. «Φυσικά, το αφεντικό μου είναι Ελληνας» λέει ο Τζοέλ. «Τι λέει αυτός, σουρωμένος είναι;» αναρωτιέμαι, καθώς μ’ έπιασε ξηρόβηχας από τη σκόνη του χωματόδρομου. «Τον λένε Γιώργο και δουλεύει στο καταδυτικό κέντρο». «Ωπα βρήκαμε και τ’ εμέτερον στα μέρη μας, τι άλλο θέλουμε» απαντώ εγώ. Με την κουβέντα, φτάσαμε στην περιβόητη παραλία, που μείναμε να την κοιτάμε με το στόμα ανοιχτό! Χειρότερη κι από τον βούρκο του Θερμαϊκού, βρώμικη και γεμάτη φύκια. Απογοητευμένοι καθόμαστε δέκα λεπτά σε ένα παγκάκι να συνέλθουμε από τις λακκούβες και ετοιμαζόμαστε να φύγουμε. Ενας ξεδοντιασμένος Φιλιππινέζος μας πλησιάζει και μας ζητάει 100 πέσος, καθότι η παραλία είναι ιδιωτική, όπως και πολλές άλλες όπως μάθαμε αργότερα. Ο Ζεφυρος εκνευρισμένος του πετάει τα χαρτονομίσματα σχεδόν στα μούτρα, του λέει ότι είναι η χειρότερη παραλία του κόσμου και ξαναρχίζει το μαρτύριο μας στον πιο άθλιο χωματόδρομο του νησιού.
Φτάνουμε στο Coronκαι ψάχνουμε να βρούμε τον περιβόητο Γιώργο, σύμφωνα με τις υποδείξεις του ταξιτζή Τζοέλ. Αφού περιμέναμε κανα δύο ωρίτσες στο παραδιπλανό καφέ - εστιατόριο καθότι είχε κατάδυση, έφτασε ο Ελληνας και γνωριστήκαμε. Μαθαμε λοιπόν ότι δεν μένει μόνιμα στο νησί, αλλά έρχεται από Δεκέμβριο και κάθεται μέχρι Φεβρουάριο, όταν δηλαδή η δική του σχολή κατάδυσης στην Κρήτη είναι κλειστή. «Μ’ αρέσει εδώ γιατί μου θυμίζει την Ελλαδα του ’50» μας λέει ο Γιώργος και στην κουβέντα μας αναφέρει και τον φίλο του τον Βαγγέλη που έχουν έρθει μαζί, αλλά έλειπε εκείνη τη μέρα στη Μανίλα. «Εδώ είναι όλα ήσυχα, πρωτόγονα και κυρίως δεν έχω τηλεφωνήματα από τράπεζες» μας εκμυστηρεύεται ο Γιώργος και μας προτείνει να κανονίσουμε κατάδυση για να δούμε γιαπωνέζικα πλοία που βρίσκονται βυθισμένα στα νερά του Κορόν.