Περιεχόμενα
Καλοκαίρι 2006…Ο πολύπαθης Λίβανος βομβαρδίζεται και δοκιμάζεται για άλλη μία φορά…εικόνες φρίκης και παιδικά μάτια ανίκανα να κατανοήσουν τους λόγους αυτού του παράλογου πολέμου μας καθηλώνουν μπροστά στην τηλεόραση…
Η επιθυμία να επισκεφτούμε αυτήν τη μαρτυρική χώρα γίνεται έντονη όσο ποτέ. Μόλις ηρεμούν λίγο τα πράγματα επικοινωνούμε με κάποιον Λιβανέζο γνωστό, ο οποίος δουλεύει σε ταξιδιωτικό γραφείο και ο οποίος μας αποτρέπει από ένα τέτοιο ταξίδι, λέγοντας, πως οι ταραχές συνεχίζονται, η κατάσταση είναι πολύ ρευστή και επικίνδυνη. Μέσα στην πόλη της Βηρυτού εξακολουθούν να υπάρχουν περιστασιακές οδομαχίες, οι οποίες δεν φτάνουνε ποτέ στα αυτιά μας και στα μάτια μας…υπόσχεται να μας ενημερώσει, μόλις τα πράγματα ηρεμήσουν…
Αρχές Ιουνίου 2008…Το τηλέφωνο χτυπά και ο εν λόγω γνωστός ενθουσιασμένος μας παροτρύνει να πραγματοποιήσουμε το ταξίδι - τώρα - όμως επιμένει που ο κόσμος πανηγυρίζει την ειρήνη και σε κάθε γωνιά άνθρωποι χαρούμενοι στήνουν κάθε βράδυ αυτοσχέδιες γιορτές…
Χωρίς δεύτερη σκέψη συναινούμε στην πρότασή του και αναλαμβάνει να μας κλείσει εισιτήρια και ό,τι άλλο κρίνει απαραίτητο για μία εβδομάδα παραμονής στον Λίβανο.
11 Ιουνίου 2008. Το αεροπλάνο των Λιβανέζικων αερογραμμών ετοιμάζεται να προσγειωθεί στην Βηρυτό. Οι συνεπιβάτες μας όλοι Λιβανέζοι από τα μήκη και πλάτη όλης της γης επιστρέφουν πολλοί μετά από χρόνια, όπως μας εκμυστηρεύτηκαν κάποιοι κατά την αναμονή μας στην Αθήνα, πίσω στην χώρα τους…
Η πόλη, η Βενετία της Ανατολής, όπως συνηθίζουν να αποκαλούν την Βηρυτό απλώνεται κατά μήκος των ακτών της Μεσογείου και ξεπερνά
κάθε προσδοκία μας… μία υπερσύχρονη μεγαλούπολη με δεκάδες ουρανοξύστες, που σε καμία περίπτωση δεν σου θυμίζει Μέση Ανατολή..
Στον έλεγχο διαβατηρίων περιμένουμε υπομονετικά πίσω από μία τεράστια ουρά, που έχει σχηματιστεί στο γκισέ για κατοίκους χωρίς Λιβανέζικο διαβατήριο και έκπληκτοι ανακαλύπτουμε πως οι περισσότεροι συνταξιδιώτες μας, αν και Λιβανέζοι διαθέτουν ξένο διαβατήριο…δεν είναι τυχαίο επίσης, πως οι περισσότεροι είναι μουσουλμάνοι.
Έρχεται η σειρά μας και ο υπάλληλος μας ανακοινώνει, πως δεν χρειάζεται να πληρώσουμε βίζα, μια και οι Έλληνες είναι οι μόνοι κάτοικοι της Ε.Ε., οι οποίοι δεν πληρώνουν βίζα κατά την είσοδό τους στην χώρα…και μακαρίζουμε τον Παπανδρέου για το άνοιγμα που είχε κάνει κάποτε στις αραβικές χώρες…
Στο αεροδρόμιο μας περιμένει η Πωλίν, μία αξιολάτρευτη νεαρή Λιβανέζα, η οποία θα μας συνόδευε και θα μας ξεναγούσε κάποιες από τις επόμενες ημέρες…
Επιβιβαζόμαστε στο αυτοκίνητο και μια και είναι μεσημέρι υπάρχει απίστευτη κίνηση στους δρόμους και έτσι η Πωλίν βρίσκει ευκαιρία για μία πρώτη ξενάγηση..
Μένουμε έκπληκτοι με τα υπερμοντέρνα και σύγχρονα κτίρια, τους αυτοκινητόδρομους, όπως και τα πανάκριβα αυτοκίνητα που κυκλοφορούν στους δρόμους… Συζητάμε βέβαια, πως αυτή η χώρα βρίσκεται σε διαρκή ανοικοδόμηση, αφού συνεχώς καταστρέφεται τα τελευταία χρόνια.
Φτάνουμε μετά από αρκετή ώρα στο ξενοδοχείο Casa dor Hotel στην περιοχή Χάμρα, το εμπορικό κέντρο της Βηρυτού. Το ξενοδοχείο λιτό, όμορφο, περιποιημένο με εξυπηρετικότατο προσωπικό. Οι πελάτες του, όπως θα διαπιστώσουμε τις επόμενες ημέρες είναι κυρίως Άραβες και κάποιοι Γάλλοι δημοσιογράφοι.
Τακτοποιούμαστε στα δωμάτια μας, αφού χαιρετήσαμε την Πωλίν και ανανεώσαμε το ραντεβού μας για την επόμενη μέρα.
Μετά από ένα γρήγορο ντουζάκι και με τον χάρτη αγκαζέ ξεχυθήκαμε στους δρόμους. Στόχος μας είναι να κατεβούμε στην παραλιακή λεωφόρο την Κορνίς.
Πρώτη μας στάση όμως γίνεται το αμερικανικό πανεπιστήμιο, λίγα μέτρα από το ξενοδοχείο, ένα συγκρότημα κτιρίων, από τα οποία μερικά χρονολογούνται από το 1868, μεταξύ αυτών το μουσείο του, το οποίο περιλαμβάνει πολλά έργα τέχνης από την πρώιμη Λίθινη Εποχή, καθώς και συλλογή αραβικών νομισμάτων, αγαλματίδια και κεραμικά από το 3000π.Χ.
Αφήνουμε τα διαβατήρια μας στην είσοδο και μετά από έναν έλεγχο από έναν ένστολο, επισκεπτόμαστε το μουσείο και περιπλανιόμαστε, μέσα στους κήπους του.
Νεαροί και νεαρές με σημειώσεις και βιβλία ξαπλώνουν πάνω στο γρασίδι απολαμβάνοντας το απόγευμά τους με θέα την θάλασσα.
Βγαίνοντας κατηφορίζουμε ένα στενό δρομάκι με το σκεπτικό, πως λογικά όλες οι κατηφόρες οδηγούν στην θάλασσα. Όντως μετά από λίγα λεπτά αντικρίζουμε την παραλιακή λεωφόρο και το απέραντο γαλάζιο. Περπατάμε κατά μήκος της παραλιακής την ώρα που άρχιζε να σουρουπώνει. Πάνω στον πεζόδρομο οικογένειες Λιβανέζων έχουν στήσει τα φορητά τραπεζάκια τους, τα καρεκλάκια τους και πάνω σε υγραέριο ετοιμάζουν κάποιο κολατσιό, ενώ μέσα από το αυτοκίνητο, που έχουν παρκάρει παραδίπλα ακούγεται η μελωδική φωνή της Φαϊρούζ. Άλλοι πάλι δοκιμάζουν την τύχη τους στο ψάρεμα στα ήρεμα νερά της Μεσογείου. Περπατάμε μέχρι ένα καφέ γνωστής αλυσίδας και από κει σύμφωνα με τον χάρτη δεν είναι μακριά η Solidere, δηλ. το κέντρο και η πλατεία ρολογιού, στην οποία θέλουμε να καταλήξουμε. Παρατηρούμε πως σε κάθε κομβικό σημείο, υπάρχει και ένα τανκς με στρατιώτες, οι οποίοι μας φάνηκαν, πως μάλλον χαζεύανε τις όμορφες Λιβανέζες, παρά περιφρουρούσανε…
http://www.travelstories.gr/photo/watermark.php?file=13987&size=1
Όσο βράδιαζε παρατηρούσαμε, πως λιγόστευαν και οι πεζοί στους δρόμους, μέχρι που μετά από μισή ώρα περπάτημα, πάνω από κόμβους, μπροστά από ξενοδοχεία με άπειρους σεκιουριτάδες και διαφωνίες για το αν πάμε σωστά ή όχι, μείναμε μόνοι και έρημοι… ένας ταξιτζής, ο οποίος μας ακολούθησε για κάποιο διάστημα και προσφέρθηκε να μας μεταφέρει όπου θέλουμε, εξαφανίστηκε και αυτός.
Είμαστε μόνοι μέσα σε τεράστιους, έρημους δρόμους και να πω, πως δεν σκιαχτήκαμε, ψέματα θα πω…είχαμε χαθεί…ο Π. γυρνούσε και ξαναγυρνούσε τον χάρτη, για να προσανατολιστεί, ο Θ. συνεπαρμένος από τα υπέροχα κτίρια δεν σταμάτησε να φωτογραφίζει και εγώ να προσπαθώ να βρω έναν άνθρωπο να συνεννοηθούμε…Αφού περάσαμε για τρίτη φορά από το ίδιο σημείο, αποφασίσαμε να ανηφορίσουμε, ευτυχώς όχι για πολύ, γιατί μετά από λίγο εμφανίστηκαν μπροστά μας σεκιουριτάδες και ένστολοι πάσης φύσεως ρωτώντας τι στο διά…ο ζητούσαμε μέσα στον χώρο, όπου βρίσκονται τα κυβερνητικά κτίρια. Ο Θ. και ο Π. χαρήκανε… δεν χαθήκαμε μου λένε είμαστε κοντά… εγώ τραυλίζω κάτι σε τούριστ , Solidere και Place d’ etoile και μετά από έναν τυπικό έλεγχο – τσάντες, σακίδια, διαβατήρια – μας συνοδεύει κάποιος μέχρι ένα σημείο, απ’ όπου μας δείχνει πως θα προχωρήσουμε.
Να μην τα πολυλογώ, αλλά κάναμε περίπου 1μιση με δύο ώρες από τη Κορνίς για να βρούμε τον περίφημο πεζόδρομο, όπου βρίσκεται η πλατεία ρολογιού.
Όταν πλέον είχαμε χάσει κάθε ελπίδα είδαμε στην κυριολεξία φως. Ξαφνικά μέσα στην ερημιά και τα σκοτάδια πρόβαλε μπροστά μας ένας πεζόδρομος, ο οποίος έσφυζε από ζωή.
Η πλατεία ρολογιού βρίσκεται στην μέση πολλών ακτινωτών πεζόδρομων, οι οποίοι καταλήγουν σ’ αυτήν. Σε όλες τις εισόδους προς τους πεζόδρομους υπήρχαν οδοφράγματα με τανκς και στρατό, ενώ οι δύο κύριοι είσοδοι, που ήταν ανοιχτοί φρούρονταν και γινόταν εξονυχιστικός έλεγχος για να σου επιτρέψουν να περάσεις μέσα. ( ο Π., με μακρύ μαλλί και λίγο ύποπτη φάτσα, μας εκμυστηρεύτηκε, πως μόνο την κολ…ίδα – με το μπαρντόν- δεν του ελέγξανε).
Και περάσαμε μέσα σε έναν άλλο κόσμο…Μαγαζιά κάθε λογής με τραπεζάκια έξω.
Νέοι και νέες να φλερτάρουν και να σχηματίζουν πηγαδάκια σε κάθε γωνιά, υπερμοντέρνες Λιβανέζες να μιλούν σε κινητά 5ης γενιάς και άλλες με τουρμπάνι μεν, αλλά με το λαπ-τοπ πάνω στο τραπέζι να σερφάρουν στον ίντερνετ.
Είχε ξεκινήσει και το ευρωπαϊκό κύπελλο ποδοσφαίρου, οπότε γιγαντοοθόνες είχαν στηθεί σε διάφορα σημεία και οι Λιβανέζοι άλλοι πίνοντας τον ναργιλέ τους και άλλοι τσιμπολογώντας παρακολουθούσαν τους αγώνες. Τουρίστες δεν υπήρχαν πουθενά και αυτό το διαπιστώσαμε και τις επόμενες ημέρες.
Αποφασίσαμε μετά από μία μεγάλη βόλτα να επιστρέψουμε στην περιοχή που μέναμε, μια και φοβηθήκαμε, μήπως αργότερα δεν βρίσκαμε ταξί…
Επιστρέψαμε με ταξί, αφού κάναμε το απαραίτητο παζάρι και μετά από δέκα λεπτά μπαίναμε στο εστιατόριο Istanbul, κοντά στο ξενοδοχείο μας. Το επιλέξαμε, μια και το συνιστούσε ο ταξιδιωτικός οδηγός μας ( συνιστώ για όποιον ταξιδέψει να αναζητήσει έναν σύγχρονο οδηγό, αφού ο δικός μας ήταν του 2003 και τα περισσότερα μαγαζιά, που συνιστούσε είχαν κλείσει, ) και μείναμε πολύ ευχαριστημένοι. Είναι ένα ημιυπόγειο εστιατόριο, το οποίο κάποτε πρέπει να είχε γνωρίσει δόξα και αίγλη, αυτό τουλάχιστον μαρτυρούν η διακόσμησή του και οι ηλικιωμένοι με όλους τους τύπους σερβιτόροι. Παραγγείλαμε διάφορα που μας έκαναν εντύπωση, κυρίως κροκέτες με λαχανικά και κρέας και κοτόπουλο.
Λίγα λεπτά μετά μπωλ με ξηρούς καρπούς και μία πιατέλα με ένα τεράστιο μαρούλι και κάθε λογής λαχανικά και τουρσί σερβιρίστηκαν μπροστά μας.
Κοιταζόμαστε με απορία, για το ποιος από εμάς έκανε την μαλ….α και παρήγγειλε αυτά τα πράγματα και ο Θ. που καθόταν απέναντί μου, μου λέει: « πάρε την σαλάτα- αφάνα από την μέση να σε βλέπω ».
Και εκεί που αρχίσαμε να βοσκάμε και να τρώμε πασατέμπο, σίγουροι πλέον, πως αυτό θα είναι το βραδινό μας, άρχισαν να έρχονται οι μεζέδες μας και τα φαγητά που παραγγείλαμε…Συνειδητοποιήσαμε αργότερα, πως αυτήν την σαλάτα αφάνα και τους ξηρούς καρπούς τα προσφέρουν πάντα και παντού και καλά είναι την σαλάτα να μην την πολυπροτιμούμε, γιατί περνάει από όλα τα τραπέζια και κατόπιν ψεκάζεται για να δείχνει δροσερή και φρέσκια για το επόμενο τραπέζι.
Θέλω να παραθέσω εδώ, πως κατά την διάρκεια του φαγητού μας πλησίασε ένας ηλικιωμένος σερβιτόρος, ο οποίος μας ρώτησε από που είμαστε. Όταν του απαντήσαμε, πως είμαστε Έλληνες συγκινήθηκε, έσκυψε και μας ψιθύρισε, πως είναι Χριστιανός ορθόδοξος και με κάθε ευκαιρία που έβρισκε ερχόταν και μας απάγγειλε ψιθυριστά αποσπάσματα από εκκλησιαστικούς ύμνους...
Δεν θυμάμαι να σας πως τι πληρώσαμε, το σίγουρο είναι, πως οι τιμές παντού μας φάνηκαν, περίπου το ένα τρίτο των ελληνικών τιμών. Βέβαια δεν φάγαμε αστακούς και σε πανάκριβα εστιατόρια…
Περπατήσαμε μέχρι το ξενοδοχείο και λιώσαμε στον ύπνο την πρώτη μας νύχτα στην Βηρυτό.
Η επιθυμία να επισκεφτούμε αυτήν τη μαρτυρική χώρα γίνεται έντονη όσο ποτέ. Μόλις ηρεμούν λίγο τα πράγματα επικοινωνούμε με κάποιον Λιβανέζο γνωστό, ο οποίος δουλεύει σε ταξιδιωτικό γραφείο και ο οποίος μας αποτρέπει από ένα τέτοιο ταξίδι, λέγοντας, πως οι ταραχές συνεχίζονται, η κατάσταση είναι πολύ ρευστή και επικίνδυνη. Μέσα στην πόλη της Βηρυτού εξακολουθούν να υπάρχουν περιστασιακές οδομαχίες, οι οποίες δεν φτάνουνε ποτέ στα αυτιά μας και στα μάτια μας…υπόσχεται να μας ενημερώσει, μόλις τα πράγματα ηρεμήσουν…
Αρχές Ιουνίου 2008…Το τηλέφωνο χτυπά και ο εν λόγω γνωστός ενθουσιασμένος μας παροτρύνει να πραγματοποιήσουμε το ταξίδι - τώρα - όμως επιμένει που ο κόσμος πανηγυρίζει την ειρήνη και σε κάθε γωνιά άνθρωποι χαρούμενοι στήνουν κάθε βράδυ αυτοσχέδιες γιορτές…
Χωρίς δεύτερη σκέψη συναινούμε στην πρότασή του και αναλαμβάνει να μας κλείσει εισιτήρια και ό,τι άλλο κρίνει απαραίτητο για μία εβδομάδα παραμονής στον Λίβανο.
11 Ιουνίου 2008. Το αεροπλάνο των Λιβανέζικων αερογραμμών ετοιμάζεται να προσγειωθεί στην Βηρυτό. Οι συνεπιβάτες μας όλοι Λιβανέζοι από τα μήκη και πλάτη όλης της γης επιστρέφουν πολλοί μετά από χρόνια, όπως μας εκμυστηρεύτηκαν κάποιοι κατά την αναμονή μας στην Αθήνα, πίσω στην χώρα τους…
Η πόλη, η Βενετία της Ανατολής, όπως συνηθίζουν να αποκαλούν την Βηρυτό απλώνεται κατά μήκος των ακτών της Μεσογείου και ξεπερνά
κάθε προσδοκία μας… μία υπερσύχρονη μεγαλούπολη με δεκάδες ουρανοξύστες, που σε καμία περίπτωση δεν σου θυμίζει Μέση Ανατολή..
Στον έλεγχο διαβατηρίων περιμένουμε υπομονετικά πίσω από μία τεράστια ουρά, που έχει σχηματιστεί στο γκισέ για κατοίκους χωρίς Λιβανέζικο διαβατήριο και έκπληκτοι ανακαλύπτουμε πως οι περισσότεροι συνταξιδιώτες μας, αν και Λιβανέζοι διαθέτουν ξένο διαβατήριο…δεν είναι τυχαίο επίσης, πως οι περισσότεροι είναι μουσουλμάνοι.
Έρχεται η σειρά μας και ο υπάλληλος μας ανακοινώνει, πως δεν χρειάζεται να πληρώσουμε βίζα, μια και οι Έλληνες είναι οι μόνοι κάτοικοι της Ε.Ε., οι οποίοι δεν πληρώνουν βίζα κατά την είσοδό τους στην χώρα…και μακαρίζουμε τον Παπανδρέου για το άνοιγμα που είχε κάνει κάποτε στις αραβικές χώρες…
Στο αεροδρόμιο μας περιμένει η Πωλίν, μία αξιολάτρευτη νεαρή Λιβανέζα, η οποία θα μας συνόδευε και θα μας ξεναγούσε κάποιες από τις επόμενες ημέρες…
Επιβιβαζόμαστε στο αυτοκίνητο και μια και είναι μεσημέρι υπάρχει απίστευτη κίνηση στους δρόμους και έτσι η Πωλίν βρίσκει ευκαιρία για μία πρώτη ξενάγηση..
Μένουμε έκπληκτοι με τα υπερμοντέρνα και σύγχρονα κτίρια, τους αυτοκινητόδρομους, όπως και τα πανάκριβα αυτοκίνητα που κυκλοφορούν στους δρόμους… Συζητάμε βέβαια, πως αυτή η χώρα βρίσκεται σε διαρκή ανοικοδόμηση, αφού συνεχώς καταστρέφεται τα τελευταία χρόνια.
Φτάνουμε μετά από αρκετή ώρα στο ξενοδοχείο Casa dor Hotel στην περιοχή Χάμρα, το εμπορικό κέντρο της Βηρυτού. Το ξενοδοχείο λιτό, όμορφο, περιποιημένο με εξυπηρετικότατο προσωπικό. Οι πελάτες του, όπως θα διαπιστώσουμε τις επόμενες ημέρες είναι κυρίως Άραβες και κάποιοι Γάλλοι δημοσιογράφοι.
Τακτοποιούμαστε στα δωμάτια μας, αφού χαιρετήσαμε την Πωλίν και ανανεώσαμε το ραντεβού μας για την επόμενη μέρα.
Μετά από ένα γρήγορο ντουζάκι και με τον χάρτη αγκαζέ ξεχυθήκαμε στους δρόμους. Στόχος μας είναι να κατεβούμε στην παραλιακή λεωφόρο την Κορνίς.
Πρώτη μας στάση όμως γίνεται το αμερικανικό πανεπιστήμιο, λίγα μέτρα από το ξενοδοχείο, ένα συγκρότημα κτιρίων, από τα οποία μερικά χρονολογούνται από το 1868, μεταξύ αυτών το μουσείο του, το οποίο περιλαμβάνει πολλά έργα τέχνης από την πρώιμη Λίθινη Εποχή, καθώς και συλλογή αραβικών νομισμάτων, αγαλματίδια και κεραμικά από το 3000π.Χ.
Αφήνουμε τα διαβατήρια μας στην είσοδο και μετά από έναν έλεγχο από έναν ένστολο, επισκεπτόμαστε το μουσείο και περιπλανιόμαστε, μέσα στους κήπους του.
Νεαροί και νεαρές με σημειώσεις και βιβλία ξαπλώνουν πάνω στο γρασίδι απολαμβάνοντας το απόγευμά τους με θέα την θάλασσα.
Βγαίνοντας κατηφορίζουμε ένα στενό δρομάκι με το σκεπτικό, πως λογικά όλες οι κατηφόρες οδηγούν στην θάλασσα. Όντως μετά από λίγα λεπτά αντικρίζουμε την παραλιακή λεωφόρο και το απέραντο γαλάζιο. Περπατάμε κατά μήκος της παραλιακής την ώρα που άρχιζε να σουρουπώνει. Πάνω στον πεζόδρομο οικογένειες Λιβανέζων έχουν στήσει τα φορητά τραπεζάκια τους, τα καρεκλάκια τους και πάνω σε υγραέριο ετοιμάζουν κάποιο κολατσιό, ενώ μέσα από το αυτοκίνητο, που έχουν παρκάρει παραδίπλα ακούγεται η μελωδική φωνή της Φαϊρούζ. Άλλοι πάλι δοκιμάζουν την τύχη τους στο ψάρεμα στα ήρεμα νερά της Μεσογείου. Περπατάμε μέχρι ένα καφέ γνωστής αλυσίδας και από κει σύμφωνα με τον χάρτη δεν είναι μακριά η Solidere, δηλ. το κέντρο και η πλατεία ρολογιού, στην οποία θέλουμε να καταλήξουμε. Παρατηρούμε πως σε κάθε κομβικό σημείο, υπάρχει και ένα τανκς με στρατιώτες, οι οποίοι μας φάνηκαν, πως μάλλον χαζεύανε τις όμορφες Λιβανέζες, παρά περιφρουρούσανε…
http://www.travelstories.gr/photo/watermark.php?file=13987&size=1
Όσο βράδιαζε παρατηρούσαμε, πως λιγόστευαν και οι πεζοί στους δρόμους, μέχρι που μετά από μισή ώρα περπάτημα, πάνω από κόμβους, μπροστά από ξενοδοχεία με άπειρους σεκιουριτάδες και διαφωνίες για το αν πάμε σωστά ή όχι, μείναμε μόνοι και έρημοι… ένας ταξιτζής, ο οποίος μας ακολούθησε για κάποιο διάστημα και προσφέρθηκε να μας μεταφέρει όπου θέλουμε, εξαφανίστηκε και αυτός.
Είμαστε μόνοι μέσα σε τεράστιους, έρημους δρόμους και να πω, πως δεν σκιαχτήκαμε, ψέματα θα πω…είχαμε χαθεί…ο Π. γυρνούσε και ξαναγυρνούσε τον χάρτη, για να προσανατολιστεί, ο Θ. συνεπαρμένος από τα υπέροχα κτίρια δεν σταμάτησε να φωτογραφίζει και εγώ να προσπαθώ να βρω έναν άνθρωπο να συνεννοηθούμε…Αφού περάσαμε για τρίτη φορά από το ίδιο σημείο, αποφασίσαμε να ανηφορίσουμε, ευτυχώς όχι για πολύ, γιατί μετά από λίγο εμφανίστηκαν μπροστά μας σεκιουριτάδες και ένστολοι πάσης φύσεως ρωτώντας τι στο διά…ο ζητούσαμε μέσα στον χώρο, όπου βρίσκονται τα κυβερνητικά κτίρια. Ο Θ. και ο Π. χαρήκανε… δεν χαθήκαμε μου λένε είμαστε κοντά… εγώ τραυλίζω κάτι σε τούριστ , Solidere και Place d’ etoile και μετά από έναν τυπικό έλεγχο – τσάντες, σακίδια, διαβατήρια – μας συνοδεύει κάποιος μέχρι ένα σημείο, απ’ όπου μας δείχνει πως θα προχωρήσουμε.
Να μην τα πολυλογώ, αλλά κάναμε περίπου 1μιση με δύο ώρες από τη Κορνίς για να βρούμε τον περίφημο πεζόδρομο, όπου βρίσκεται η πλατεία ρολογιού.
Όταν πλέον είχαμε χάσει κάθε ελπίδα είδαμε στην κυριολεξία φως. Ξαφνικά μέσα στην ερημιά και τα σκοτάδια πρόβαλε μπροστά μας ένας πεζόδρομος, ο οποίος έσφυζε από ζωή.
Η πλατεία ρολογιού βρίσκεται στην μέση πολλών ακτινωτών πεζόδρομων, οι οποίοι καταλήγουν σ’ αυτήν. Σε όλες τις εισόδους προς τους πεζόδρομους υπήρχαν οδοφράγματα με τανκς και στρατό, ενώ οι δύο κύριοι είσοδοι, που ήταν ανοιχτοί φρούρονταν και γινόταν εξονυχιστικός έλεγχος για να σου επιτρέψουν να περάσεις μέσα. ( ο Π., με μακρύ μαλλί και λίγο ύποπτη φάτσα, μας εκμυστηρεύτηκε, πως μόνο την κολ…ίδα – με το μπαρντόν- δεν του ελέγξανε).
Και περάσαμε μέσα σε έναν άλλο κόσμο…Μαγαζιά κάθε λογής με τραπεζάκια έξω.
Νέοι και νέες να φλερτάρουν και να σχηματίζουν πηγαδάκια σε κάθε γωνιά, υπερμοντέρνες Λιβανέζες να μιλούν σε κινητά 5ης γενιάς και άλλες με τουρμπάνι μεν, αλλά με το λαπ-τοπ πάνω στο τραπέζι να σερφάρουν στον ίντερνετ.
Είχε ξεκινήσει και το ευρωπαϊκό κύπελλο ποδοσφαίρου, οπότε γιγαντοοθόνες είχαν στηθεί σε διάφορα σημεία και οι Λιβανέζοι άλλοι πίνοντας τον ναργιλέ τους και άλλοι τσιμπολογώντας παρακολουθούσαν τους αγώνες. Τουρίστες δεν υπήρχαν πουθενά και αυτό το διαπιστώσαμε και τις επόμενες ημέρες.
Αποφασίσαμε μετά από μία μεγάλη βόλτα να επιστρέψουμε στην περιοχή που μέναμε, μια και φοβηθήκαμε, μήπως αργότερα δεν βρίσκαμε ταξί…
Επιστρέψαμε με ταξί, αφού κάναμε το απαραίτητο παζάρι και μετά από δέκα λεπτά μπαίναμε στο εστιατόριο Istanbul, κοντά στο ξενοδοχείο μας. Το επιλέξαμε, μια και το συνιστούσε ο ταξιδιωτικός οδηγός μας ( συνιστώ για όποιον ταξιδέψει να αναζητήσει έναν σύγχρονο οδηγό, αφού ο δικός μας ήταν του 2003 και τα περισσότερα μαγαζιά, που συνιστούσε είχαν κλείσει, ) και μείναμε πολύ ευχαριστημένοι. Είναι ένα ημιυπόγειο εστιατόριο, το οποίο κάποτε πρέπει να είχε γνωρίσει δόξα και αίγλη, αυτό τουλάχιστον μαρτυρούν η διακόσμησή του και οι ηλικιωμένοι με όλους τους τύπους σερβιτόροι. Παραγγείλαμε διάφορα που μας έκαναν εντύπωση, κυρίως κροκέτες με λαχανικά και κρέας και κοτόπουλο.
Λίγα λεπτά μετά μπωλ με ξηρούς καρπούς και μία πιατέλα με ένα τεράστιο μαρούλι και κάθε λογής λαχανικά και τουρσί σερβιρίστηκαν μπροστά μας.
Κοιταζόμαστε με απορία, για το ποιος από εμάς έκανε την μαλ….α και παρήγγειλε αυτά τα πράγματα και ο Θ. που καθόταν απέναντί μου, μου λέει: « πάρε την σαλάτα- αφάνα από την μέση να σε βλέπω ».
Και εκεί που αρχίσαμε να βοσκάμε και να τρώμε πασατέμπο, σίγουροι πλέον, πως αυτό θα είναι το βραδινό μας, άρχισαν να έρχονται οι μεζέδες μας και τα φαγητά που παραγγείλαμε…Συνειδητοποιήσαμε αργότερα, πως αυτήν την σαλάτα αφάνα και τους ξηρούς καρπούς τα προσφέρουν πάντα και παντού και καλά είναι την σαλάτα να μην την πολυπροτιμούμε, γιατί περνάει από όλα τα τραπέζια και κατόπιν ψεκάζεται για να δείχνει δροσερή και φρέσκια για το επόμενο τραπέζι.
Θέλω να παραθέσω εδώ, πως κατά την διάρκεια του φαγητού μας πλησίασε ένας ηλικιωμένος σερβιτόρος, ο οποίος μας ρώτησε από που είμαστε. Όταν του απαντήσαμε, πως είμαστε Έλληνες συγκινήθηκε, έσκυψε και μας ψιθύρισε, πως είναι Χριστιανός ορθόδοξος και με κάθε ευκαιρία που έβρισκε ερχόταν και μας απάγγειλε ψιθυριστά αποσπάσματα από εκκλησιαστικούς ύμνους...
Δεν θυμάμαι να σας πως τι πληρώσαμε, το σίγουρο είναι, πως οι τιμές παντού μας φάνηκαν, περίπου το ένα τρίτο των ελληνικών τιμών. Βέβαια δεν φάγαμε αστακούς και σε πανάκριβα εστιατόρια…
Περπατήσαμε μέχρι το ξενοδοχείο και λιώσαμε στον ύπνο την πρώτη μας νύχτα στην Βηρυτό.
Attachments
-
57,3 KB Προβολές: 133