Δεν την αλλάζω αυτή την πόλη γιατί αλλάζει, είχε γράψει κάποτε ένα ιστορικό στέλεχος του φόρουμ για το Λονδίνο και αυτό το τρισμέγιστο τσιτάτο φαίνεται πως ταιριάζει απόλυτα και στην Ισπανική πρωτεύουσα… Λατρεύω την Μαδρίτη γιατί αφουγκράζεται τις εποχές και προσαρμόζεται σε αυτές, χωρίς να χάσει τίποτε από την γοητευτική πατίνα του χρόνου που την περιβάλει… για δύο από αυτές τις αλλαγές θα μιλήσουμε σήμερα. Η πρώτη έχει να κάνει για μια γιγαντιαία αστική ανάπλαση και η δεύτερη για ένα γκουρμέ κέντρο αναψυχής, το οποίο ήδη αρχίζει να αποτελεί, σήμα κατατεθέν στην γαστριμαργική ζωή της πόλης…
Ο Μανθανάρες είναι ποτάμι περίπτωση. Αν και για να βάζουμε τα πράγματα στην θέση τους, ο Μανθανάρες θα ήθελε να ήταν ποτάμι, αλλά ο κακομοίρης στην ουσία είναι ένας θλιβερός ξεροχείμαρρος. Και να πεις ότι δεν έγιναν προσπάθειες ανά τους αιώνες για την ανάδειξή του? Και λεφτά ξοδεύτηκαν και μεγαλόπρεπες γέφυρες κτίστηκαν και έργα καθαρισμού έγιναν, μπας και η Μαδρίτη αποκτήσει ένα ποτάμι αντάξιο της ιστορίας και της λάμψης της, αλλά τίποτε. Ο Μανθανάρες πεισματικά παρέμενε ρυάκι, σκορπίζοντας, με τα ευφυολογήματα που λέγονταν για την αφεντιά του, πανευρωπαϊκό γέλωτα. Το πιο γνωστό ανέκδοτο που ακούγονταν μετά την αποπεράτωση μιας ακόμη μεγαλόπρεπης γέφυρας ήταν αυτό όπου οι κάτοικοι, λοιδορώντας τον φουκαρά τον Μανθανάρες, υποστήριζαν μετ’ επιτάσεως, ότι η λύση είναι μία. Η καινούργια γέφυρα έπρεπε να πουληθεί άμεσα και με τα χρήματα από την πώληση της να αγοραστεί νερό μπας και ο ξεροπόταμος γίνει επιτέλους πραγματικό ποτάμι. Παρόλες τις κοροϊδίες όμως, ο Μανθανάρες μια χαρά την έκανε τόσους αιώνες την δουλειά του. Ξεδιψούσε, με όσο νερό είχε τέλος πάντων, τους κατοίκους και οι νοικοκυρές στις όχθες του έκαναν την λάτρα και έπλεναν την προίκα όλης της οικογένειας. Με τα χρόνια, το θέμα Μανθανάρες, που τόσο πλήγωνε τους Μαδριλένους, ξεχάστηκε και στα πλαίσια του εκμοντερνισμού της πόλης το ποτάμι ψιλοσκεπάστηκε και πάνω του φτιάχτηκαν καινούργιοι δρόμοι που σκέπασαν σιγά-σιγά την «ντροπή» της πόλης.
Έπρεπε να περάσουν αιώνες ολόκληροι για να πάρει ο Μανθανάρες την μεγάλη ρεβάνς και σήμερα να αποτελεί μια από τις ωραιότερες ατραξιόν της πόλης. Το 2008 ένα γιγαντιαίο πρότζεκτ ανάπλασης της νοτιοδυτικής Μαδρίτης έπαιρνε σάρκα και οστά. Κομβικό ρόλο σε αυτή την ανάπλαση έπαιζε ο Μανθανάρες. Αποφασίστηκε να αναστηθεί το ποτάμι και να γίνει μέρος ενός τεράστιου πάρκου 10 χιλιομέτρων, πάρκου που θα σηματοδοτούσε την αναγέννηση μιας ολόκληρης περιοχής. Πράγματι, οι δρόμοι που σκέπαζαν τον Μανθανάρες απομακρύνθηκαν, οι μεγαλόπρεπες γέφυρες του χθες ανακαινίστηκαν, οι όχθες του δενδροφυτεύτηκαν και γέμισαν περίπτερα, καφετέριες και εστιατόρια. Πλήθος πολιτιστικών και αθλητικών εγκαταστάσεων δημιουργήθηκαν από το πουθενά, ενώ καλαίσθητες διαδρομές περιπάτου, ποδηλατόδρομοι και πεζογέφυρες προσφέρουν τις απαραίτητες ανάσες στους κατοίκους που πλέον κατακλύζουν το καινούργιο πάρκο που δημιουργήθηκε. Όπως ήταν φυσικό, ιδιαίτερη σημασία δόθηκε στο υγρό στοιχείο. Το ποτάμι καθαρίστηκε από τα λύματα που σταμάτησαν πια να το ρυπαίνουν, απέκτησε επιτέλους αρκετό νερό και μετατράπηκε σε πηγή ζωής. Δημιουργήθηκαν διαδρομές κωπηλασίας, χώροι για ηλιοθεραπεία, υδάτινοι πίδακες, σύννεφα υδρατμών. Το σπουδαιότερο όμως είναι πως όλα αυτά συμβαίνουν μόλις 1,5 χιλιόμετρο από την Puerta del Sol, το κέντρο της Μαδρίτης. Ο καημένος ο Μανθανάρες μπορεί να άργησε να πάρει την εκδίκησή του αλλά αυτή αν και καθυστερημένη άλλαξε την ζωή στην πόλη…
Ο κινηματογράφος CarlosIII βρίσκονταν στο κέντρο της Μαδρίτης, πάνω στην εμβληματική Plaza Colon, εκεί που νύχτα μέρα κυματίζει μια τεράστια Ισπανική σημαία, εθνικιστικό ίσως κατάλοιπο της εποχής του Φράνκο. Ήταν μέσα σε μια στοά και αποτελούσε την επιτομή του αστικού κινηματογράφου, σε μια εποχή που τηλεόραση δεν υπήρχε και το σινεμά ήταν ο δημοφιλέστερος τρόπος διασκέδασης . Η επέλαση της τηλεόρασης και αργότερα του βίντεο, οδήγησε σταδιακά στην παρακμή του παραδοσιακού κινηματογράφου, παρακμή που συμπαρέσυρε ακόμη και τις πιο μεγαλόπρεπες αίθουσες, που αργά αλλά σταθερά έχαναν την πελατεία τους, με αποτέλεσμα κάποια στιγμή να αναγκαστούν να κλείσουν. Βίοι παράλληλοι με εμβληματικούς Αθηναϊκούς κινηματογράφους που είτε γκρεμίστηκαν είτε τελικά άλλαξαν χρήση. Κάπως έτσι λοιπόν και ο Carlos III, πριν περίπου μια δεκαετία, τερμάτισε ευδοκίμως την καριέρα του σαν κινηματογραφική αίθουσα και παρέμενε ερμητικά κλειστός μέχρι τον περασμένο Ιούνιο όταν και ξανάνοιξε πανηγυρικά τις θύρες του, σαν γκουρμέ πολυχώρος αυτή την φορά. Χρειάστηκαν περίπου 3 χρόνια εργασιών και το αστρονομικό ποσό των 60.000.000€ για να αποκτήσει η Μαδρίτη αυτό το υπερθέαμα γαστρονομίας. Η Platea όπως ονομάστηκε το όλο project, καταλαμβάνει έκταση 5.800 τετραγωνικών μέτρων, έχει χωρητικότητα 1.200 ατόμων και είναι έργο του φημισμένου Ισπανού αρχιτέκτονα εσωτερικών χώρων Lazaro Rosa Violan. Χωρισμένος σε τρία επίπεδα, με την εμβληματική οθόνη να εξακολουθεί να παίζει παλιές ταινίες και πλήθος από εστιατόρια, μπαρ και καταστήματα τροφίμων, αποτελεί το τελευταίο talk of the town. Το καλύτερο όμως με όλη αυτή την υπερπαραγωγή είναι ότι απευθύνεται σε όλα τα βαλάντια. Μπορείς αν θέλεις, να πιείς στο μπαρ μια μπύρα αξίας 3€, την ίδια στιγμή που κάποιος δίπλα σου θα απολαμβάνει το δείπνο του σε ένα βραβευμένο εστιατόριο ξοδεύοντας μια περιουσία. Όπως φυσικά καταλαβαίνετε η επίσκεψη στο Platea, είναι εκ των ουκ άνευ…
Για καποιο ανεξηγητο λογο τα 5 βραδυα και 6 μερες που περασα στη Μαδριτη ειναι το πιο θολο τοπιο στην ταξιδιωτικη μου μνημη.Σαν να το εζησα σε ονειρο.Γι αυτο διαβαζω παντα με ξεχωριστο ενδιαφερον ιστοριες γι αυτη την πολη,προσπαθωντας να *αναγνωρισω*μερη ,μυρωδιες και γευσεις.Σημερα ταξιδεψα.Σ ευχαριστω.