Περιεχόμενα
Αφορμή στάθηκαν δύο εισιτήρια για Παρίσι κλεισμένα μήνες πριν και μια διάθεση κάπως μελαγχολική και απροσδιόριστη με έκανε μερικές μέρες πριν την αναχώρηση, να αναζητώ εναλλακτική της γαλλικής πρωτεύουσας. Κάτι κοντινό αλλά εξίσου μαγευτικό. Πλάνη. Ταξίδεψα τόσο μακριά όσο από τις υπόγειες κουζίνες των παλατιών στις περιπέτειες του Ντ’ Αρτανιάν και από την καταπράσινη κοιλάδα του Λίγηρα στα άδυτα της αδελφότητας των Λύκων. Via Touronsiensis, λοιπόν την οποία αν και επέλεξα από ένστικτο, έμαθα αργότερα ότι επρόκειτο για γνωστή διαδρομή πιστών του Αγίου Ιακώβου στον δρόμο τους προς την Ισπανία για προσκύνημα.
Πρέπει να τονίσω ότι η επιλογή του αεροδρομίου Σ.ντε Γκώλ απεδείχθη μέγα λάθος μιας και έπρεπε να διασχίσουμε όλο το Παρίσι προκειμένου να ακολουθήσουμε τον αυτοκινητόδρομο προς την κατεύθυνσή μας. Αλλά όπως είπαμε ήδη τα σχέδια αρχικά ήταν για Παρίσι. Πρώτος προορισμός η ιστορική πόλη Tour και διαμονή μας το Manoir de Clairbois. Η επιτομή του αριστοκρατικού αρχοντικού, απόλυτα ρομαντικό, φιλόξενο και ένα ζευγάρι ηλικιωμένων για οικοδεσπότες που έμειναν στην καρδιά μας.
Διακόπτοντας την αφήγησή μου, πρέπει να πω ότι η επιλογή των σημείων διαμονής έγινε από το internet τυχαία και με βάσει φωτογραφίες και περιγραφές (σχετικό link Untitled Document) όπου αρκεί τις περισσότερες φορές μια επιβεβαίωση κράτησης χωρίς καν προκαταβολή.
Η ίδια η Tour διατηρεί ακόμα το μεσαιωνικό της στυλ χτισμένη σε τρία μέρη αριστερά δεξιά και σε ένα μικρό νησάκι μέσα στον Λίγηρα, είναι πια μια σύγχρονη πόλη και σε καμία περίπτωση δεν αξίζει περισσότερο από ένα πρωινό. Αποτελεί όμως ορμητήριο για όλα τα γύρω κάστρα. Θα αναφέρω ενδεικτικά τα παρακάτω: Chambord (το πιο επιβλητικό και μεγαλόπρεπο), Chenonceau (για τις γυναικείες δολοπλοκίες στην ιστορία του, λέγεται ότι το χάρισε ο βασιλιάς στην ερωμένη του και μετά το θάνατό του το διεκδίκησε η νόμιμη γυναίκα του, η Αικατερίνη των Μεδίκων), το Chaumont (παραμυθένιο), το Villandry (οι ομορφότεροι κήποι μετά τις Βερσαλλίες ), το Azay Le Rideau (απλά και μόνο για το σκηνικό του Βαλμόν). Δύο απαραίτητες στάσεις πρέπει να γίνουν στην Amboise και στην Blois. Ειδικά στην δεύτερη προτείνεται η ώρα του σούρουπου όπου η φωτισμένη γέφυρα συμπληρώνει την μαγεία του τοπίου. Για απίθανο φαγητό στην Blois συστήνω ανεπιφύλακτα το “les Baguettes rouges”. Η επιστροφή το βράδυ ήταν επεισοδιακή. Όσο μαγευτικός και αν είναι ο λίγηρας την ημέρα , το βράδυ δεν φαίνεται και τόσο φιλόξενος. Καταρχήν δεν κυκλοφορεί κανείς. Μόνο οι ήχοι του δάσους. Μέχρι ελαφάκι είδαμε στο δρόμο, μικρό, ελεύθερο, θαμπωμένο από τους προβολείς του αυτοκινήτου να μας κοιτάει στα μάτια, μια εικόνα που δεν θα ξεχάσω ποτέ. Η σκέψη και μόνο ότι κυκλοφορούν στον δρόμο ελάφια περιορίζει την ταχύτητα στα 40-50. Την επόμενη μέρα με ενδιάμεση στάση στο μεσαιωνικό Chinon (ενδείκνυται για μεσημεριανό σε κάποια κάβα γευσιγνωσίας ειδικά αν βρέχει καταρρακτωδώς) κατευθυνθήκαμε προς το Saumur, μια πόλη γνωστή για δύο κυρίως λόγους: τα κρασιά της και τα άλογα. Είναι και αυτή χτισμένη κυριολεκτικά μέσα στο λίγηρα (έχει και αυτή νησάκι) με μια μοναδική γέφυρα να σε βάζει στην πόλη και στον κόσμο της. Στο Saumur φάγαμε στο Le pot du Lapin και ένα κόκκινο champigny συμπλήρωσε το τέλειο βράδυ μας. Πρέπει να πώ ότι το φαγητό στην Γαλλία είναι υπέροχο. Ακόμα και τις φορές που δεν θέλω να βλέπω τι βάζω στο στόμα μου, η γεύση με αποζημιώνει. Το βράδυ διανυκτερεύσαμε σε έναν αυθεντικό πύργο αυτή τη φορά με τον ίδιο τον κόμη να μας υποδέχεται. Chateau de Salvert. Η αλήθεια είναι ότι ο πύργος μας μια ανακαίνιση την χρειαζόταν αλλά το θεωρήσαμε λεπτομέρεια μπροστά στην ανατριχίλα που μας δημιουργούσαν οι ξύλινες σκάλες με τα οικόσημα, οι ταπετσαρίες του 15ου αιώνα αλλά και το τσουχτερό κρύο. Επόμενη στάση το ιστορικό Poitiers (γνωστό για τις εκκλησίες του σταθμός προσκυνητών γαρ αλλά και από τις αναφορές στο μυθιστόρημα του Χένρι Τζαίημς (διαβασμένο ειδικά για την περίσταση) «ο Αμερικάνος». Ενδιάμεσα «χτυπήσαμε» και δύο ακόμα κάστρα, το Breze με τις υπόγειες κατοικίες των τρωγλοδυτών και το Montreil-Ballay με κατεύθυνση προς Richelieu και Chatellereaux. Το ίδιο βράδυ και αξιολογικά το καλύτερο μείναμε στο Chateau de la Plante. Αν με ρωτούσατε τώρα θα σας έλεγα ότι αξίζει και μια εβδομάδα σε αυτό το μέρος. Ανακαινισμένο και φιλόξενο, οι ιδιοκτήτες τους εγκατέλειψαν καριέρες στο Παρίσι και επέστρεψαν στην εξοχή και στο αρχοντικό σπίτι της γιαγιάς Μαρίας-Αντουανέτας. Το πρωί μας υποδέχθηκε πρωινό με σπιτικές τάρτες και μαρμελάδες και αναφέρομαι ειδικά στο πρωινό γιατί λόγω πρωτομαγιάς ήταν κλειστά τα πάντα και έτσι έμεινε το κυριότερο γεύμα της ημέρας. To Poitiers αποτελεί εξαιρετικό ορμητήριο για τριγύρω εξορμήσεις, όπως το Sauvigny. Η διαδρομή στη συνέχεια πήρε κατεύθυνση προς τον Ατλαντικό και την παραθαλάσσια Rochelle. Λιμάνι με έμβλημα τους δύο πύργους και τον αρχαιότερο φάρο στην Γαλλία. Η πόλη είναι πόλος έλξης πολλών τουριστών – την αποκαλούν το st.Tropez του Ατλαντικού και έτσι χάσαμε λίγο την μαγεία της γαλλικής εξοχής και απομόνωσης. Ο καιρός όμως ήταν υπέροχος και έτσι χαρήκαμε ήλιο, θάλασσα και λίγα ψώνια (έχω και εγώ τις αδυναμίες μου). Το βράδυ φάγαμε στο Manger et Boirre, σε ένα μικρό στενό, καλά κρυμμένο, γεμάτο γάλλους. Και πάλι χωρίς να βλέπω απόλαυσα φιλέτο σε κόκκινη σάλτσα (αιμα!), απλά τέλειο. Την διαμονή μας στη La Rochelle δεν την προτείνω. Κεντρικό ξενοδοχείο, προδιαγραφών αλυσίδας που μας ξενέρωσε απίστευτα μετά τα προηγούμενα. Ίσως και γιατί την επομενή ξεκινούσαμε επιστροφή. Μια τελευταία ματιά στο Λίγηρα και πίσω στο Παρίσι (4 ώρες διαδρομή).
Κλέινοντας θέλω να σημειώσω ότι κάθε φορά η Γαλλία με κερδίζει όλο και πιο πολύ. Είτε επιλέξεις πόλη είτε φύση έχεις την αίσθηση ότι αυτή η χώρα σε σέβεται, σέβεται τον χρόνο σου, το βαλάντιό σου, την αισθητική σου. Και μια απορία : πως γίνεται η Γαλλία να είναι τόσο οργανωμένη και οι γάλλοι να δουλεύουν τόσο λίγο? Και όπως σε κάθε παραμύθι έζησαν αυτοί καλά και εμείς προσεχώς καλύτερα…
Πρέπει να τονίσω ότι η επιλογή του αεροδρομίου Σ.ντε Γκώλ απεδείχθη μέγα λάθος μιας και έπρεπε να διασχίσουμε όλο το Παρίσι προκειμένου να ακολουθήσουμε τον αυτοκινητόδρομο προς την κατεύθυνσή μας. Αλλά όπως είπαμε ήδη τα σχέδια αρχικά ήταν για Παρίσι. Πρώτος προορισμός η ιστορική πόλη Tour και διαμονή μας το Manoir de Clairbois. Η επιτομή του αριστοκρατικού αρχοντικού, απόλυτα ρομαντικό, φιλόξενο και ένα ζευγάρι ηλικιωμένων για οικοδεσπότες που έμειναν στην καρδιά μας.
Διακόπτοντας την αφήγησή μου, πρέπει να πω ότι η επιλογή των σημείων διαμονής έγινε από το internet τυχαία και με βάσει φωτογραφίες και περιγραφές (σχετικό link Untitled Document) όπου αρκεί τις περισσότερες φορές μια επιβεβαίωση κράτησης χωρίς καν προκαταβολή.
Η ίδια η Tour διατηρεί ακόμα το μεσαιωνικό της στυλ χτισμένη σε τρία μέρη αριστερά δεξιά και σε ένα μικρό νησάκι μέσα στον Λίγηρα, είναι πια μια σύγχρονη πόλη και σε καμία περίπτωση δεν αξίζει περισσότερο από ένα πρωινό. Αποτελεί όμως ορμητήριο για όλα τα γύρω κάστρα. Θα αναφέρω ενδεικτικά τα παρακάτω: Chambord (το πιο επιβλητικό και μεγαλόπρεπο), Chenonceau (για τις γυναικείες δολοπλοκίες στην ιστορία του, λέγεται ότι το χάρισε ο βασιλιάς στην ερωμένη του και μετά το θάνατό του το διεκδίκησε η νόμιμη γυναίκα του, η Αικατερίνη των Μεδίκων), το Chaumont (παραμυθένιο), το Villandry (οι ομορφότεροι κήποι μετά τις Βερσαλλίες ), το Azay Le Rideau (απλά και μόνο για το σκηνικό του Βαλμόν). Δύο απαραίτητες στάσεις πρέπει να γίνουν στην Amboise και στην Blois. Ειδικά στην δεύτερη προτείνεται η ώρα του σούρουπου όπου η φωτισμένη γέφυρα συμπληρώνει την μαγεία του τοπίου. Για απίθανο φαγητό στην Blois συστήνω ανεπιφύλακτα το “les Baguettes rouges”. Η επιστροφή το βράδυ ήταν επεισοδιακή. Όσο μαγευτικός και αν είναι ο λίγηρας την ημέρα , το βράδυ δεν φαίνεται και τόσο φιλόξενος. Καταρχήν δεν κυκλοφορεί κανείς. Μόνο οι ήχοι του δάσους. Μέχρι ελαφάκι είδαμε στο δρόμο, μικρό, ελεύθερο, θαμπωμένο από τους προβολείς του αυτοκινήτου να μας κοιτάει στα μάτια, μια εικόνα που δεν θα ξεχάσω ποτέ. Η σκέψη και μόνο ότι κυκλοφορούν στον δρόμο ελάφια περιορίζει την ταχύτητα στα 40-50. Την επόμενη μέρα με ενδιάμεση στάση στο μεσαιωνικό Chinon (ενδείκνυται για μεσημεριανό σε κάποια κάβα γευσιγνωσίας ειδικά αν βρέχει καταρρακτωδώς) κατευθυνθήκαμε προς το Saumur, μια πόλη γνωστή για δύο κυρίως λόγους: τα κρασιά της και τα άλογα. Είναι και αυτή χτισμένη κυριολεκτικά μέσα στο λίγηρα (έχει και αυτή νησάκι) με μια μοναδική γέφυρα να σε βάζει στην πόλη και στον κόσμο της. Στο Saumur φάγαμε στο Le pot du Lapin και ένα κόκκινο champigny συμπλήρωσε το τέλειο βράδυ μας. Πρέπει να πώ ότι το φαγητό στην Γαλλία είναι υπέροχο. Ακόμα και τις φορές που δεν θέλω να βλέπω τι βάζω στο στόμα μου, η γεύση με αποζημιώνει. Το βράδυ διανυκτερεύσαμε σε έναν αυθεντικό πύργο αυτή τη φορά με τον ίδιο τον κόμη να μας υποδέχεται. Chateau de Salvert. Η αλήθεια είναι ότι ο πύργος μας μια ανακαίνιση την χρειαζόταν αλλά το θεωρήσαμε λεπτομέρεια μπροστά στην ανατριχίλα που μας δημιουργούσαν οι ξύλινες σκάλες με τα οικόσημα, οι ταπετσαρίες του 15ου αιώνα αλλά και το τσουχτερό κρύο. Επόμενη στάση το ιστορικό Poitiers (γνωστό για τις εκκλησίες του σταθμός προσκυνητών γαρ αλλά και από τις αναφορές στο μυθιστόρημα του Χένρι Τζαίημς (διαβασμένο ειδικά για την περίσταση) «ο Αμερικάνος». Ενδιάμεσα «χτυπήσαμε» και δύο ακόμα κάστρα, το Breze με τις υπόγειες κατοικίες των τρωγλοδυτών και το Montreil-Ballay με κατεύθυνση προς Richelieu και Chatellereaux. Το ίδιο βράδυ και αξιολογικά το καλύτερο μείναμε στο Chateau de la Plante. Αν με ρωτούσατε τώρα θα σας έλεγα ότι αξίζει και μια εβδομάδα σε αυτό το μέρος. Ανακαινισμένο και φιλόξενο, οι ιδιοκτήτες τους εγκατέλειψαν καριέρες στο Παρίσι και επέστρεψαν στην εξοχή και στο αρχοντικό σπίτι της γιαγιάς Μαρίας-Αντουανέτας. Το πρωί μας υποδέχθηκε πρωινό με σπιτικές τάρτες και μαρμελάδες και αναφέρομαι ειδικά στο πρωινό γιατί λόγω πρωτομαγιάς ήταν κλειστά τα πάντα και έτσι έμεινε το κυριότερο γεύμα της ημέρας. To Poitiers αποτελεί εξαιρετικό ορμητήριο για τριγύρω εξορμήσεις, όπως το Sauvigny. Η διαδρομή στη συνέχεια πήρε κατεύθυνση προς τον Ατλαντικό και την παραθαλάσσια Rochelle. Λιμάνι με έμβλημα τους δύο πύργους και τον αρχαιότερο φάρο στην Γαλλία. Η πόλη είναι πόλος έλξης πολλών τουριστών – την αποκαλούν το st.Tropez του Ατλαντικού και έτσι χάσαμε λίγο την μαγεία της γαλλικής εξοχής και απομόνωσης. Ο καιρός όμως ήταν υπέροχος και έτσι χαρήκαμε ήλιο, θάλασσα και λίγα ψώνια (έχω και εγώ τις αδυναμίες μου). Το βράδυ φάγαμε στο Manger et Boirre, σε ένα μικρό στενό, καλά κρυμμένο, γεμάτο γάλλους. Και πάλι χωρίς να βλέπω απόλαυσα φιλέτο σε κόκκινη σάλτσα (αιμα!), απλά τέλειο. Την διαμονή μας στη La Rochelle δεν την προτείνω. Κεντρικό ξενοδοχείο, προδιαγραφών αλυσίδας που μας ξενέρωσε απίστευτα μετά τα προηγούμενα. Ίσως και γιατί την επομενή ξεκινούσαμε επιστροφή. Μια τελευταία ματιά στο Λίγηρα και πίσω στο Παρίσι (4 ώρες διαδρομή).
Κλέινοντας θέλω να σημειώσω ότι κάθε φορά η Γαλλία με κερδίζει όλο και πιο πολύ. Είτε επιλέξεις πόλη είτε φύση έχεις την αίσθηση ότι αυτή η χώρα σε σέβεται, σέβεται τον χρόνο σου, το βαλάντιό σου, την αισθητική σου. Και μια απορία : πως γίνεται η Γαλλία να είναι τόσο οργανωμένη και οι γάλλοι να δουλεύουν τόσο λίγο? Και όπως σε κάθε παραμύθι έζησαν αυτοί καλά και εμείς προσεχώς καλύτερα…
Attachments
-
78,8 KB Προβολές: 3.336